Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

ΕΥ: Η Ελλάδα στην 3η θέση μετά από Ουκρανία και Κύπρο σε κρούσματα δωροδοκίας και διαφθοράς

ΕΥ: Η Ελλάδα στην 3η θέση μετά από Ουκρανία και Κύπρο σε κρούσματα δωροδοκίας και διαφθοράς

ΕΥ: Η Ελλάδα στην 3η θέση μετά από Ουκρανία και Κύπρο σε κρούσματα δωροδοκίας και διαφθοράς
Παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην αντιμετώπιση φαινομένων δωροδοκίας και διαφθοράς, στο ελληνικό επιχειρείν, οι προκλήσεις παραμένουν μεγάλες. Αυτό διαπιστώνει η διετής έρευνα της ΕΥ για θέματα απάτης (EMEIA Fraud Survey )που διεξήχθη στην περιοχή της Ευρώπης, Μέσης Ανατολής, Ινδίας και Αφρικής (Europe, Middle East, India, Africa - EMEIA) και κατέγραψε τις απόψεις 4.100 στελεχών από μεγάλες επιχειρήσεις σε 41 χώρες. Έτσι, το 51% όσων στελεχών επιχειρήσεων συμμετείχαν εξακολουθεί να θεωρεί ότι το πρόβλημα της δωροδοκίας και της διαφθοράς είναι εκτεταμένο στο επιχειρηματικό περιβάλλον στη χώρα του.
Στην Ελλάδα, το ποσοστό αυτό είναι ανησυχητικά υψηλό, καθώς διαμορφώνεται στο 81%, το τρίτο υψηλότερο στην κατάταξη μετά την Ουκρανία (88%) και την Κύπρο (82%) και πάνω από χώρες, όπως η Κένυα (79%), η Ινδία (78%), η Αίγυπτος (75%) και η Νιγηρία (73%). Η επίδοση αυτή σε ευρωπαϊκό επίπεδο συγκρίνεται μόνο με της Σλοβακίας (81%), της Κροατίας (79%) και της Ουγγαρίας (78%). Είναι αξιοσημείωτο, δε, ότι στη γειτονιά μας, η Βουλγαρία, με 68%, και η Τουρκία, με 67%, είναι αρκετά χαμηλότερα από την Ελλάδα, ενώ η Ρουμανία, με 31%, κινείται σε δυτικοευρωπαϊκά επίπεδα.
Ο  Ευάγγελος Σκοπελίτης  Διευθυντής Μάρκετινγκ και επικοινωνίας της ΕΥ Ελλάδος σχολιάζοντας στην fmvoice.grτην αποκαλυπτική έρευνα δήλωσε τα εξής: «H αντιμετώπιση της εταιρικής απάτης χρειάζεται την συνεργασία όλων μας. Η στάση της πολιτείας και των διωκτικών αρχών πρέπει να είναι ξεκάθαρη και να μην συγχωρούν παραπτώματα  δωροδοκιών και διαφθοράς στην ελληνική επιχείρηση είναι ευθύνη της ηγεσίας των εταιριών να μπουν ηθικοί κανόνες προς τα στελέχη των επιχειρήσεων ».
Ο κ. Παναγιώτης Παπάζογλου, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδος,  με δηλώσεις του  στην σημερινή παρουσίαση της έρευνας υποστήριξε  τα εξής« Τα ευρήματα της έρευνας για τη χώρα μας περιέχουν θετικά και αρνητικά στοιχεία. Όμως, είναι εξόχως ανησυχητική η καταγραφόμενη, ραγδαία αύξηση του ποσοστού των στελεχών στην Ελλάδα που θεωρούν διαδεδομένα τα φαινόμενα δωροδοκίας και διαφθοράς στη χώρα μας, παρά τη σταθερή μείωση που είχε καταγραφεί στις προηγούμενες έρευνες της ΕΥ. Η αντίληψη ότι ανήθικες πρακτικές μπορούν να στηρίξουν την ανάπτυξη μιας επιχείρησης έχει διαψευσθεί στην πράξη προ πολλού. Είναι επιτακτική ανάγκη οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα στελέχη τους να γυρίσουν σελίδα και να ακολουθήσουν τα υψηλά ηθικά πρότυπα που θα τους οδηγήσουν στο δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης. Καλώ όλους τους θεσμικούς παράγοντες να προβληματιστούν με την απογοητευτική τάση που καταγράφηκε στην έρευνα αυτή και να αναλάβουν άμεση δράση για την αντιστροφή του κλίματος».
Από την πλευρά του, ο κ. Γιάννης Δρακούλης, επικεφαλής του τμήματος Ερευνών Οικονομικής Απάτης και Εταιρικών Αντιδικιών της ΕΥ Ελλάδος,  δήλωσε χαρακτηριστικά τα εξής: «Είναι σαφές ότι τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη δεν έχουν καταφέρει να θέσουν τον πήχη στα ζητήματα της διαφθοράς όσο ψηλά χρειάζεται. Είναι ευθύνη της ηγεσίας των επιχειρήσεων να μεταφέρει την πεποίθηση ότι η ηθική συμπεριφορά είναι προς το συμφέρον τόσο των ίδιων των εργαζομένων, όσο και της επιχείρησης, αλλά και να εφαρμόσει τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή φαινομένων διαφθοράς και απάτης. Η έρευνά μας αναδεικνύει μια σειρά από τέτοια μέτρα, όπως οι διώξεις κατά των εμπλεκόμενων στελεχών, η αξιοποίηση χρήσιμων πηγών πληροφόρησης, η καθιέρωση και γνωστοποίηση ύπαρξης τηλεφωνικής γραμμής καταγγελιών, και η αντιμετώπιση των παραγόντων που αποθαρρύνουν τις καταγγελίες ανήθικων πρακτικών».
Αποτροπή
Περισσότερα από τρία στα τέσσερα στελέχη (77%)  σύμφωνα με την έρευνα αποδέχονται την ανάγκη για ποινικές διώξεις των εμπλεκόμενων στελεχών ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτροπή μελλοντικών φαινομένων απάτης, διαφθοράς και δωροδοκίας. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι 79%, αυξημένο κατά πέντε μονάδες έναντι της παγκόσμιας έρευνας του 2016. Το εύρημα αυτό σηματοδοτεί μια ξεκάθαρη ενίσχυση της άποψης ότι, σε περιστατικά επιχειρηματικής απάτης και διαφθοράς, η ατομική ευθύνη είναι και αυτή σημαντική και θα πρέπει να αποδίδεται.
Την ίδια ώρα, παρά το γεγονός ότι οι ειδικές τηλεφωνικές γραμμές καταγγελιών φαινομένων διαφθοράς (whistleblowing hotline) θεωρούνται πλέον σημαντικό μέρος του προγράμματος συμμόρφωσης μιας εταιρείας, μόνο το 21% των ερωτηθέντων στην περιοχή EMEIA και το 22% στην Ελλάδα γνωρίζουν ότι η εταιρεία τους διαθέτει αυτό το μέσο.
Ως προς τους παράγοντες εκείνους που θα μπορούσαν να αποτρέψουν τα στελέχη στην περιοχή EMEIA να αναφέρουν ένα περιστατικό απάτης, δωροδοκίας ή διαφθοράς, σημαντικότερος φαίνεται να είναι ο φόβος για την προσωπική τους ασφάλεια (46%), η ανησυχία για την εξέλιξή τους μέσα στην εταιρεία (40%), ή σε άλλη εταιρεία στο μέλλον (27%), η αλληλεγγύη στους συναδέλφους (30%) και η αφοσίωση στην επιχείρηση (24%). Είναι ενδιαφέρον ότι στην Ελλάδα οι τρεις πρώτοι παράγοντες που αφορούν στην ασφάλεια και την εξέλιξη των ιδίων των εργαζομένων συγκεντρώνουν ακόμη υψηλότερες προτιμήσεις (53%, 42% και 28% αντίστοιχα), ενώ οι τελευταίοι δύο που αφορούν στην επιχείρηση (18%) και τους συναδέλφους (19%) είναι αισθητά χαμηλότεροι.
Τα εγκλήματα στον κυβερνοχώρο
Τα στελέχη που μετείχαν στην έρευνα ανησυχούν για την εξάπλωση των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο. Το 59% (61% για την Ελλάδα) πιστεύει ότι η εταιρεία του θα έπρεπε να έχει ένα ισχυρό σχέδιο αντίδρασης, ενώ μόνο το 37% (50% για την Ελλάδα) εκτιμά ότι η εταιρεία του διαθέτει ήδη ένα τέτοιο σχέδιο. Δεν είναι σαφές αν το σχετικά υψηλό ποσοστό αυτοπεποίθησης των στελεχών στην Ελλάδα αντανακλά τον πραγματικό βαθμό ετοιμότητας των ελληνικών επιχειρήσεων ή αν πρέπει να αποδοθεί σε άγνοια κινδύνου.
Η έρευνα αναδεικνύει, επίσης, μια έντονη αντίφαση. Αφενός, υπάρχει η ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να παρακολουθούν διάφορες πηγές πληροφόρησης για να μειώσουν τον κίνδυνο απάτης, δωροδοκίας και διαφθοράς. Αφετέρου, όμως, οι ερωτηθέντες αντιδρούν στην παρακολούθηση αυτών των μέσων στα πλαίσια της προστασίας της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: