Σελίδες

Σάββατο 20 Απριλίου 2019

Η «εφεύρεση» των αποσβέσεων και οι «περιπέτειες» των συντελεστών στην Ελλάδα (από την ελευθερία επιλογής συντελεστών στους συγκεκριμένους κατ΄ είδος παγίου συντελεστές)

Η «εφεύρεση» των αποσβέσεων και οι «περιπέτειες» των συντελεστών στην Ελλάδα (από την ελευθερία επιλογής συντελεστών στους συγκεκριμένους κατ΄ είδος παγίου συντελεστές)




Επιμέλεια
Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος

Ορκωτός Ελεγκτής – Λογιστής – ΩΡΙΩΝ Α.Ε


Κουλογιάννης Κων/νος
Λογιστής - Φοροτεχνικός


[ Ετυμολογία: <αρχ. ἀπόσβεσις < αρχ. ἀποσβέννυμι (σβήνω )  ]
Γενικά
Σύμφωνα με τους σύγχρονους ορισμούς [ Ν. 4308/2014 ]  Απόσβεση (Depreciation, amortization) είναι : Η συστηματική κατανομή της αποσβεστέας αξίας ενός στοιχείου στην ωφέλιμη ζωή του.
Η απόσβεση είναι:  Η μείωση της αξίας ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου, είτε λόγω της παρόδου του χρόνου (χρονική φθορά), είτε λόγω της χρησιμοποίησής του (λειτουργική φθορά), είτε λόγω της τεχνολογικής απαξίωσης.

Οι ιστορικές πτυχές της απόσβεσης και της απομείωσης των περιουσιακών στοιχείων αποτέλεσαν αντικείμενο κατά καιρούς πολλών επιστημονικών μελετών.
Αρκετοί ερευνητές της ιστορίας της λογιστικής έχουν εξετάσει αυτό το ζήτημα από την εποχή του αρχιτέκτονα Ro-man Marcus Vitruvius Pollio. Δυστυχώς όμως η πρακτική της υποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων στη μεσαιωνική Ευρώπη κατά την περίοδο των 12ου-15ου αιώνα δεν ερευνήθηκε επαρκώς.
Πολλές ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι οι αποσβέσεις εμφανίστηκαν αρχικά  σε επιχειρήσεις της Φλωρεντίας. Διάφοροι ερευνητές είναι απολύτως βέβαιοι ότι η συσσώρευση αποσβέσεων (σε διατηρημένα βιβλία) διεξήχθη για πρώτη φορά στην εταιρία του F. Datini στη Βαρκελώνη το 1399.  Ωστόσο δεν υπάρχει ενιαία και παγκοσμίως αναγνωρισμένη θέση από επιστήμονες για το πότε ακριβώς εμφανίστηκε κάποια συγκεκριμένη μέθοδος για τον υπολογισμό των αποσβέσεων.
Στις περισσότερες ιστορικές μελέτες που έχουν εκδοθεί, γίνεται αναφορά στο ζήτημα των αποσβέσεων από την εποχή του αρχιτέκτονα Ro-man Marcus Vitruvius Pollio.
Ο Βιτρούβιος (Marcus Vitruvius Pollio) ήταν ρωμαϊκός αρχιτέκτονας, μηχανικός και συγγραφέας. Ζούσε από τον 1ο αιώνα π.Χ. μέχρι τις αρχές του πρώτου αιώνα μ.Χ. και άρχισε να εργάζεται την εποχή του Ιούλιο Καίσαρα. Είναι ο συγγραφέας του αρχαιότερου αρχιτεκτονικού κειμένου που αναφέρεται στις αποσβέσεις και συνήθως αναγνωρίζεται ως ο πρώτος άνθρωπος που μιλά για υποτίμηση, «η τιμή του περάσματος κάθε έτους» (pretia praeteritorum annorum singulorum). Με βάση την παραδοχή ότι ένα τείχος θα διαρκέσει 80 χρόνια είπε ότι, όταν αποτιμά μια τοιχοποιία, το 1/80 του κόστους του πρέπει να αφαιρεθεί για κάθε έτος που έχει σταθεί. 

Οι αποσβέσεις κατά τα πρώτα χρόνια της « Διπλογραφικής μεθόδου» έως τα τέλη του 19ου αιώνα

Ο λογαριασμός εξοπλισμού στο φύλλο Carte Strozziane serie II, 84 bis, σ. 83R από το βιβλίο 1299-1300 που ανήκει στον έμπορο Toscana Giovanni Farolfi από την Προβηγκία πρέπει να αναγνωριστεί ως ένα από τα αρχαιότερα παραδείγματα χρέωσης της απόσβεσης.
Ο Federigo Melis ήταν ένας από τους πρώτους που το 1950 αναφέρθηκε στο βιβλίο της εταιρίας του Giovanni Farolfi (Melis, 1950, σελ. 485-490).
Ο Federigo Melis αφιέρωσε ένα ξεχωριστό τμήμα στην εταιρεία του Giovanni Farolfi (1299-1300) (Melis, 1950, σελ. 485-90), όμως δεν είδε το λογαριασμό της Carte Strozziane σειράς II, 84bis, c. 83R, όπου παρουσιάστηκε η διαδικασία καταλογισμού της απόσβεσης των σκευών. Την διαδικασία αυτή την περιέγραψε σε νεότερό έργο του το 1972, προσθέτοντας στο κείμενο και την φωτογραφία του λογαριασμού των αποσβέσεων (Melis, 1972, σελ. 384-385).

Το 1956, ο R. de Roover περιέγραψε το λογαριασμό "Profit and Losses" της εταιρείας Datini στη Βαρκελώνη (από τις 11 Ιουλίου 1397 έως τις 31 Ιανουαρίου 1399), όπου "... η απόσβεση, εμφανίστηκε στα έξοδα ως μείωση της αξίας του εξοπλισμού γραφείου "(Roover, 1956, σελ. 144).

Αρκετά αργότερα οι εξελίξεις σχετικά με το θέμα των αποσβέσεων συνδέονται με την περιγραφή του αγγλικού οικονομολόγου J. Melissa (1588). Η υπάρχουσα μεθοδολογία προήλθε από το γεγονός ότι το κόστος του αποθέματος που αγοράζεται πρέπει να αποτυπώνεται ως ζημιά σε ίσα μέρη τα οποία καλύπτονται από εισόδημα. Οι σχετικές εγγραφές προέβλεπαν  τη χρέωση του λογαριασμού "Κέρδη και ζημιές" και της πίστωσης του Λογαριασμού "Απογραφή".
Οι αποσβέσεις ως διαδικασία συστηματικής απομείωσης της αξίας των πάγιων στοιχείων του ενεργητικού στην παραγωγική διαδικασία και ουσιαστικά το δεδουλευμένο ποσό των αποσβέσεων στη λογιστική έγινε πιο σαφές τον 17ο αιώνα. Οι ιστορικές πηγές αναφέρουν πληροφορίες  σχετικά με τη χρήση της καθαρής απόσβεσης στο εργοστάσιο της Carron Ironworks το 1769 και στην εταιρία φυτών Boulton και Walt το 1790: "τα πάγια περιουσιακά στοιχεία απομειώνονται με βάση το ποσοστό απόσβεσης 8% για όλα τα πάγια και λιγότερο μόνο για για τα κτίρια (5%). Η βιομηχανική επανάσταση και η συσσώρευση περιουσιακών στοιχείων στις επιχειρήσεις δημιούργησε την ανάγκη για μια πιο μεθοδολογική προσέγγιση στο θέμα των αποσβέσεων.

Στα τέλη του 18ου Αιώνα η έννοια της απόσβεσης έγινε πιο συγκεκριμένη.  Ως απόσβεση εμφανίζεται η  μείωσης της καταναλωτικής αξίας ενός αντικείμενου. Συγκεκριμένα, ο Mathews επεσήμανε ότι ο όρος "υποτίμηση"  στην πραγματικότητα μεταφράζεται ως η  "μείωση της αξίας λόγω της φθοράς ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου "(Mathews, Perera, 1999).

Οι «αποσβέσεις»  στην Ελλάδα
Από τους πρώτους Ισολογισμούς Ελληνικών Επιχειρήσεων έως το 1919 
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει επίσημη ιστορική καταγραφή για την εμφάνιση των αποσβέσεων στα βιβλία των εταιριών. Στις πρώτες ανώνυμες εταιρίες μετά το 1836 [Δείτε το σχετικό άρθρο για την πρώτη ανώνυμη εταιρία] [Και το άρθρο : Η ιστορία της ανώνυμης εταιρίας στην Ελλάδα]  οι αποσβέσεις εμφανίζονταν κατευθείαν στην ανάλυση των αποτελεσμάτων (Κέρδη-ζημιαί) των ανωνύμων εταιριών.

 

















Σταδιακά και όσο περνούσαν τα χρόνια οι αποσβέσεις εμφανίζονταν στο ενεργητικό με μεγαλύτερη ανάλυση .
 

 







Οι φορολογικές αποσβέσεις [ Από την ελευθερία επιλογής των συντελεστών στους συγκεκριμένους κατ΄ είδος παγίου συντελεστές ]. 

Μέχρι το 1919 οι αποσβέσεις δεν απασχολούσαν το υπ. Οικονομικών καθώς οι φόροι οι οποίοι βάρυναν τις επιχειρήσεις δεν είχαν άμεση σχέση με τα κέρδη τους (φόρος οικοδομών, φόρος επιτηδεύματοςτέλη χαρτοσήμου κ.λπ.). Εξαίρεση αποτελούσε ο φόρος επί των ανωνύμων εταιριών ο οποίος θεσπίστηκε το 1877 και αρχικά προέβλεπε φόρο 2% (σταδιακά αυξήθηκε σε 3% και μετά σε 5%) επί των διανεμόμενων κερδών, και στην συνέχεια ή φορολογία του εισοδήματος και των κινητών αξιών με τον νόμο 3393 του 1909. [Βλέπε η ιστορία της φορολογίας στην Ελλάδα]
Το 1919 με τον νόμο 1640 "Φορολογία καθαρών προσόδων"  εισάγεται πλέον η έννοια του φόρου εισοδήματος επί των καθαρών κερδών των εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων. Οι αποσβέσεις ως βασικό έξοδο το οποίο μπορούσαν να εκπίπτουν οι ως άνω επιχειρήσεις "έπαιζε" καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση των καθαρών κερδών επί των οποίων θα αποδίδονταν ο φόρος εισοδήματος των εταιριών.
Στον νόμο 1640/1919 το άρθρο 18 σχετικά  με τον προσδιορισμό των κερδών των εμπορικών και των βιομηχανικών επιχειρήσεων αναφέρει:
".. ο φορολογικός συντελεστής ορίζεται σε 6% επιβαλλόμενος επί του καθαρού κέρδους...
Και στο άρθρο 19 :
"1.Προς εξεύρεσην του εξ εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων καθαρού κέρδους εκπίπτονται εκ των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης
α)...β)...στ') Αι δια οριστικών εγγραφών αποσβέσεις επισφαλών απαιτήσεων και εξόδων πρώτης εγκατάστασης.... δια' εκάστην επιχείρησιν όρους αποσβέσεις φθοράς συναφών της επιχείρησης εγκαταστάσεων πάσης φύσεως μηχανημάτων ή φθαρτού υλικού και πάσης γενικής κινητής ή ακινήτου περιουσίας της επιχειρήσεως"


Για αρκετά χρόνια οι επιχειρήσεις διενεργούσαν αποσβέσεις κατά την κρίση τους, ρυθμίζοντας έτσι τα κέρδη τους, γεγονός που δημιουργούσε φορολογική ανισότητα μεταξύ αυτών, αλλά και μεταξύ των υπόλοιπων φορολογούμενων οι οποίοι κατέβαλαν αναλογικά  υψηλότερους φόρους.

Σχετικό άρθρο του Οικονομικού Ταχυδρόμου το 1930

 

Το 1934 σε παρόμοιο άρθρο του Οικονομικού Ταχυδρόμου αναφέρεται ότι :
"Από τα κέρδη των 225 σημαντικότερων ανωνύμων εταιριών, πλέον τού ημίσεος (51,62 %) διετέθη δι’ άποσβέσεις εγκασαστάσεων, κεφαλαίου και επισφαλών απαιτήσεων. Κατά κλάδους επιχειρήσεων το ποσοστό των αποσβέσεων εμφανίζεται ανώτερον του 30%, κατά μέσον όρον, δια τας βιομηχανίας επιχειρήσεις, δια τινας δε εξ αυτών, ιδία τας κλωστοϋφαντουργικάς, υπερβαίνει και το ποσοστόν τούτο. Άρκει νά σημειωθή ότι τινές εξ αυτών προέβησαν εις  ολοσχερή απόσβεσιν των γενομένων κατά το 1933 νέων, όχι ασήμαντων, εγκαταστάσεων. Μικρότεραι κατά ποσοστόν, μέχρι 5 %, υπήρξαν αι αποσβέσεις δια τας  λοιπάς επιχειρήσεις είτε διότι αυτού από μακρού χρόνου υφιστάμεναι έχουν προβή εις σημαντικάς αποσβέσεις, είτε διότι η απόδοσις των κεφαλαίων δεν υπήρξε τοιαύτη ώστε να επιτρέπη μεγαλειτέρας αποσβέσεις συγχρόνως με την διανομήν του απαραιτήτου μερίσματος.."
"Και γεννάται το ερώτημα: Είνε θεμιτή, είνε συμφέρουσα, όχι πλέον από λόγους κοινωνικής σκοπιμότητας ή φορολογικής δικαιοσύνης αλλά από λόγους γενικωτέρας οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής ή διαφυγή εκ του φορολολικού κοχλίου της αποδόσεως των κεφαλαίων των ανωνύμων εταιρειών δια της οδού των Αποσβέσεων και των παντοίας φύσεως εκτάκτων, προνοίας ή τακτικών αποθεματικών;
Έφ' όσον το κράτος δεν λαμβάνει απέναντι των επιχειρήσεων τον απλούν ρόλον του φύλακας αλλά του ρυθμιστού της οικονομικής ζωής, προβάλλει το ερώτημα εάν ο κατ’ απόλυτον ελεύθερίαν, μακράν πάσης εμμέσου συμμέτοχης τού κράτους, κανονισμός υπό των επιχειρήσεων της οικονομικής αποδόσεως αυτών δεν αφερεί εκ των χειρών του το μέσον της διατηρήσεως μιας ισορροπίας εις την οικονομικήν ζωήν."




Το 1936 μπήκαν οι βάσεις για να περιοριστεί το φαινόμενο αυτό. 
Με τον αναγκαστικό νόμο 332 τροποποιείται το σχετικό άρθρο 19 του ν.1640/1919, και οι νέες διατάξεις ορίζουν πλέον ότι οι αποσβέσεις που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα για την εξεύρεση των κερδών των επιχειρήσεων δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια τα οποία θα αποφασίζει ειδική επιτροπή και τα οποία θα κοινοποιούνται μέσω διαταγμάτων.
Στην αιτιολογική έκθεση του αναγκαστικού νόμου αναφέρονται τα εξής : 


Ενώ στο στο σχετικό άρθρο 19 του ν.1640 προστίθενται εδάφια τα οποία αναφέρουν :


Από το 1937 και μετά, με συνεχόμενα διατάγματα αναπροσαρμόζονται τα ανώτατα όρια αποσβέσεων.
Το πρώτο διάταγμα δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 19 της 23η Ιανουαρίου 1937









Το ίδιο έτος και συγκεκριμένα στις 9 Φεβ του 1937 στο ΦΕΚ Α'46 δημοσιεύεται ένα ακόμη διάταγμα με το οποίο ρυθμίζονται θέματα αποσβέσεων επισφαλών απαιτήσεων για τις τράπεζες καθώς και το ανώτατο όριο της απόσβεσης των βιομηχανοστασίων και των αποθηκών αυτών.
Το 1938 το υπ. Οικονομικών εκδίδει εγκύκλιο με την οποία εφιστά την προσοχή προς τις εταιρίες για την διενέργεια αποσβέσεων



Ακολούθησαν το 1939 το 1940 και το 1942 τρία νέα διατάγματα με τα οποία αναπροσαρμόζονταν οι ανώτατοι συντελεστές
Το 1939 (ΦΕΚ 460 30.10.1939)
Το 1940 (ΦΕΚ 343 29.10.1940)
Το κανονιστικό διάταγμα 1942 (ΦΕΚ 290 13.11.1942)
Το συγκεκριμένο διάταγμα προέβλεπε και νέες ρυθμίσεις σχετικά με τις αποσβέσεις, για τις οποίες εκδόθηκε και ερμηνευτική εγκύκλιος .
Στο διάταγμα γίνεται διάκριση των δαπανών συντήρησης και επισκευής και των δαπανών βελτίωσης οι οποίες προσαυξάνουν την αξία των παγίων. Επίσης προβλέπεται η εξ ολοκλήρου απόσβεση των βιομηχανικών εγκαταστάσεων προσωρινής μορφής οι οποίες δημιουργήθηκαν για τις ανάγκες του πολέμου.

Η ερμηνευτική εγκύκλιος :







Το 1945 δημοσιεύθηκε ο Αναγκαστικός νόμος 324 με τον οποίο αυξήθηκε το ποσοστό των αποσβέσεων επισκευής.


Ακολούθησαν τα εξής διατάγματα με τα οποία αναπροσαρμοζόντουσαν κάθε χρόνο τα ανώτατα όρια αποσβέσεων.
Β.Δ. της 31η Οκτωβρίου 1945 (ΦΕΚ 263)
Β.Δ. της 31η Οκτωβρίου 1946 (ΦΕΚ 329)
Β.Δ. της 1η Δεκεμβρίου 1947 (ΦΕΚ 264)
Β.Δ. της 31η Οκτωβρίου 1948 (ΦΕΚ 285)
Β.Δ. της 27ης Οκτωβρίου 1949 (ΦΕΚ 279)
Β.Δ. της 9ης Νοεμβρίου 1950 (ΦΕΚ 262)
Β.Δ. της 26ης Νοεμβρίου 1951 (ΦΕΚ 305)
Β.Δ. της 17ης Νοεμβρίου 1952 (ΦΕΚ 326)
Β.Δ. της 29ης Δεκεμβρίου 1953 (ΦΕΚ 354)
Β.Δ. της 4ης Ιανουαρίου 1955 (ΦΕΚ 2)


Ενδιάμεσα και συγκεκριμένα το 1949 με τον αναγκαστικό νόμο 942 της 23η Απριλίου του 1949 (ΦΕΚ 96) τα ανώτατα όρια των αποσβέσεων από το 1948 και μετά για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις αυξάνονται κατά 50% με σκοπό την ενίσχυση της επαρχιακής βιομηχανίας .



Για τον ίδιο λόγο το 1952 με το Ν.Δ. 2176 της 6ης Αυγούστου του 1952 το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε 100%




Το 1954 με το Νομοθετικό διάταγμα 2901 της 19ης Ιουλίου 1954 (ΦΕΚ 151) προβλέπεται πρόσθετη απόσβεση πέραν αυτών που όριζαν τα Βασιλικά Διατάγματα. Η πρόσθετη απόσβεση ορίζεται σε  2,5% για τα κτίσματα και σε 6% για τα λοιπά πάγια.


Το έτος 1955 με την δεύτερη μεγαλύτερη φορολογική μεταρρύθμιση του Νεοελληνικού κράτους ψηφίζεται ο νόμος 3323  περι φορολογίας εισοδήματος με τον οποίον προβλέπεται  (στο άρθρο 35 ) η έκπτωση από το ακαθάριστο εισόδημα των εμπορικών επιχειρήσεων των αποσβέσεων, τα ποσοστά των οποίο θα καθορίζονταν εκ νέου με νέα βασιλικά διατάγματα. 

Το πρώτο βασιλικό διάταγμα για την εφαρμογή της διάταξης του νόμου 3323 εκδόθηκε την 17η Αυγούστου του 1955 (ΦΕΚ 218) Περί καθορισμού συντελεστών αποσβέσεων οικον. έτους 1955/56 των επιχειρήσεων των φυσικών προσώπων των υποκειμένων εις την φορολογίαν του εισοδήματος βάσει του Ν.Δ. 3323/1955.

ΠΑΥΛΟΣ
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Έχοντες ΰπ’ όψει τήν παράγραφον 3 του άρθρου 35 του  Νομοθετικού Διατάγματος 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος» και τήν ύπ' άριθ. 567»55 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικράτειας, προτάσει του Ήμετέρού έπί των Οικονομικών Υπουργού, άπεφασίσαμεν και διατάσσομεν:


Αρθρον 1.

1. Διά τέν προσδιορισμόν του έξ εμπορικών επιχειρήσεων εισοδήματος των φυσικών προσώπων των υποκειμένων εις φόρον κατα τό οίκον, έτος 1955/56, Ταανώτατα όρια των έπιτρεπομένων εκπτώσεων έκ του ακαθαρίστου εισοδήματος της έπιχειρήσεως. των προβλεπομένων υπό του. άρθρου 35 του Νομοθετκού Δατάγματος 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος» καθορίζονται κατα τάς έπομένας διατάξεις του παρόντος.
 

2. Τα κατα τήν προηγουμένη παράγραφον ποσά εκπτώσεων υπολογίζονται έπί της εις δραχμάς αξίας των περιουσιακών στοιχείων της έπιχειρήσεως κατα τόν χρόνον της κτηςεως αυτων ή της προσηρμοσμένης άξίας των, συμφώνως πρός τάς διατάξεις του Β. Δ. της 7/7/1948 «περί νέας προσαρμογής των ίσολογισμών».

 
Άρθρον 2.

1. Aι ύπό της περιπτώσεως β' της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Νομοθετικού Διατάγματος 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος» προβλεπόμεναι δαπάναι», πρός συντήρησιν και επισκευήν μηχανημάτων και επαγγελματικών έν γένει έγκαταστάσεων επιτρέπεται, όπως έκπίπτωνται έξ ολοκλήρου έκ του ακαθαρίστου εισοδήματος της χρήσεως εντός της όποιας εγένοντο αύτα.
Εις τάς δαπάνας ταύτας δεν περιλαμβάνονται αί πρός βελτίωσιν των έγκαταστάσεων γενόμεναι τοιαΰται.

2. Ή άξια των ανταλλακτικών και έργαλείων επιτρέπεται όπως άποσβέννυται έξ ολοκλήρου έντός της χρήσεως καθ’ ήν τό πρώτον έχρησιμοποιήθησαν ταϋτα. 

  
Άρθρον 3.

1. Το ανώτατον όριον της υπό της περιπτώσεως στ παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Νομοθετικού Διατάγματος 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος» προβλεπομένης ετησίας άποσβέσεως των έγκαταστάσεων έν γένει, λόγω της έκ της χρήσεως και του χρόνου φθοράς των ορίζεται ώς ακολούθως :
α) Επί των μηχανημάτων παραγωγής και  διανομής κινητήριου δυνάμεως δι’ ηλεκτρικού ρεύματος ή δι’ ατμού εις έξ επι τοις έκατόν (6%).
β) Έπί των μηχανημάτων κινητήριου δυνάμεως διά κινητήρων έσωτερικής καύσεως εις δώδεκα και ήυισυ επι τοις έκατόν (12 1/1%).
γ) Έπί μεταλλικών δεξαμενών έναποθηκεύσεως υγρών καυσίμων εις τρία και ήμισυ επί τοις έκατόν (3 1/2%).
δ) Επί δικτύου σωληνώσεων, μετα σχετικών εξαρτημάτων, ύγρών καυσίμων εις πέντε επί τοίς έκατόν (5%).
ε) Έπί πάντων των λοιπών μηχανημάτων και έν γένει εκαταστάσεων της έπιχειρήσεως εις είκοσιν επι τοις εκατόν 20% προκειμένου περί ξενοδοχειακών έπιχειρήσεων, σανατορίων και ιδιωτικών κλινικών, και εις όκτώ επι τοις έκατόν (8 %) προκειμένου περί των λοιπών έπιχειρήσεων.
στ) Επι των μεταφορικών μέσων (ίππων, αμαξών, αυτοκινήτων, φορτηγών και έπιβατικών κλπ.), των μεν χρησιμόποιουμένων ύπό μή μεταφορικών έπιχειρήσεων εις είκοσιν επι τοίς έκατόν (20%), των δέ χρησιμοποιημένων ύπό μεταφορικών έπιχειρήσεων εις δέκα πέντε επι τοις έκατόν (15%).
ζ) Επί της άξίας των δοχείων μεταφοράς υγρών υλών
ί.βαρελιων κλπ. εις τριάκοντα επι τοις έκατόν (30%).
η) Έπί των σιδηροτροχιών και του τροχαίου υλικού των συγκοινωνιακών έπιχειρήσεων εις πέντε επι τοις έκατόν (5%) επι δέ των λοιπών χρησιμοποιούμενων μέσων και μηχανημάτων εις δέκα επι τοις έκατόν (10%).
 

θ)  Έπί αεροσκαφών προκειμένου μέν περί καινουργών τοιύτων εις είκοσιν επί τοίς εκατόν (20%), προκειμένου δέ περί ,εταχειρισμένων εις (20%) πλέον πέντε τοίς έκατόν (5 ο/ο» έκαστον έτος τό όποιον παρήλθεν άπό του έτους του επομένου του έτους της κατασκευής του αεροσκάφους, μέχρι  τους της κτήσεώς αύτου.
Επι πλοίων και λοιπών πλωτών μέσον χωρητικότητος φορτίου κατωτερας των 500 τόννων, εις είκ,οσιν επι τοις εκατόν (20%) διά το πρώτον έτος της έκμεταλλεύσεώς των ύπό Ελληνικήν σημαίαν,εις δέκα επι τοις εκατόν (10%) έτησίως διά το δεύτερον. τρίτον, τέταρτον και πέμπτον έτος και εις πέντε επί τοίς εκατόν (5%) έτησίως διά τό εκτον έτος και έκαστον: των έφεξής ετων.
 

 
Αρθρον 4.
1) Το ανώτατον όριον αποσβέσεως. προκειμένου περί έπχειρήσεων χαρακτηριζόμενων ώς έπικινδύνων και έκ του λόγον τουτου μή γινομένων δεκτων  πρός άσφάλισιν, ορίζεται εις δέκα εξ επί τοις εκατόν (16%) ετησίως έπί των έν γένει εγκαταστάσεων των.
 

 
2. Το άνώτατον όριον της ετησίας άποσβεσεως των επιχειρήσεων, των έχουσών σκοπόν την παραγωγήν πολεμικών ειδών μετ' εκρηκτικών ύλών ορίζεται εις τριάκοντα τρία επι τοίς εκατόν (33%) έπι των έν γένει εγκαταστάσεων αυτων.
3. Αί έν τώ παρόντι άρθρο άναφερόμεναι έπιχειχήσεις δεν δικαιούνται εις ενέργειαν της κατα το άρθρον 3 του παρόντος άποσβεσεως.
 

 
Αρθρον 5.

1. Αί έπιχειρήσεις λατομείων, έξορύξεως μεταλλευμάτων, ή άλλων ορυκτων ύλών, πλήν της κατα τό άρθρον  3 του παρόντος άποσβεσεως των έγκαταστάσεών των, δικαιούνται εις ένέργειαν ετησίας άποσβεσεως και έπί της αξίας των λατομείων ή μεταλλείων μέχρι ποσοστου οκτώ επι τοις εκατόν (8%).
2. Διά Τα έξοδα ερευνών περί της έκτάσεως και της άποδοσεως των μεταλλείων ή ορυχείων τό ποσοστόν της ετησίας άποσβεσεως ορίζεται μέχρις είκοσι πέντε επι τοίς εκατόν (25%) προκειμένου περί έρευνών έκτος της 'Ελλάδος και μέχρις οκτώ επι τοις εκατόν (8%) προκειμένου περί ερευνών έκτος της 'Ελλάδος. 
 
Αρθρον 6.
Διά τα έπιπλα και σκεύη, το ανώτατον όριον της ετησίας άποσβεσεως των ορίζεται ώς κάτωθι :
α) Έπί ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, σανατορίων και ιδιωτικών κλινικών έν γένει, εις πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%).
β) Έπί πασών των λοιπών επιχειρήσεων, εις εικοσιν επί τοίς εκατόν (20%). 

  
Αρθρον 7.
1. Διά τάς αποτελούσας περιουσιακά στοιχεία της επιχειρήσεως οικοδομάς (πλήν βιομηχανοστασίων), το ποσοστόν της ετησίας αποσβέσεως ορίζεται μέχρι δύο και ήμισυ επί τοις εκατόν (2,5%).
Έπί οικοδομών ή τμημάτων τουτων ίδιο χρησιμοποιουμένων υπό ξενοδοχείων, σανατορίων και ίδιωτικών κλινικών εν γένει, το ποσοστόν της ετησίας αποσβέσεως ορίζεται μέχρις εξ επί τοις εκατόν 6%).

2. Έπί των ξηραντηρίων καπνού τύπου Βιρτζινια (VIRGINIA) τό ποσοστόν της ετησίας άποσβεσεως ορίζεται μέχρι τεσσαρα έπί .τοίς εκατόν (4%).

3. Έκ του ποσού της έπί τή βάσει του παρόντος αναγνωριζόμενης άποσβεσεως άφαιρείται ή κατα τάς διατάξεις πού άρθρου 20 του Νομοθετικού Διατάγματος 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος» παρεχόμενη άπόσβεσις, οριζόμενη είς 12% έπί του ακαθαρίστου εισοδήματος της άρθρο 8
 Τό άνώτατον δριον της ετησίας άποσβεσεως έπί των βιοΖηχανοστασίων και των παραρτημάτων και έξαρτημάτων αύτων ώς και των μετ’ αυτων συνεχομένων αποθηκών πρός άποθήκευσιν πρώτων ύλών και πρώτην έναπόίεσιν των σιομτχαν κών προϊόντων, ώς ταύτα νοούνται ύπό της διαταξεως της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του Νομοθετικού Διατάγμα  «περί φορολογίας του εισοδήματος» όρίτοϊς εκατόν ( 5%) έπί της άξίας των.
 

 
Αρθρον 9.
1. Ή άξια των επιστημονικών περιοδικών και συγγραμμάτων, άτινα προμηθεύονται οί έλεύθεροι έπαγγελματίαι διά την παρακολούθησιν της επιστήμης των, καθώς και ή άξια των έργαλείων ή ανταλλακτικών χρησιμοποιημένων μηχανημάτων. επιτρέπεται όπως άποσβέννυται έξ ολοκλήρου εντός του έτους καθ' ου ηγοράσθησαν.
2. Τό άνώτατον δριον της ετησίας άποσβεσεως των επίπλων, σκευών. μηχανών και λοιπών επαγγελματικών εγκσταστάσεων των' έλευθέρων επάγγελμά των, ορίζεται εις είκοσι πέντε επι τοις έκατόν (25%).
2. Αί ένεργούμεναι αποσβέσεις δεν δύνανται νά ύπερβώση την αξίαν κτήσεως ή την προσηρμοσμένην τοιαύτην του άποσβεστέος στοιχείου. Αί αποσβέσεις υποχρεωτικός παύουσιν ένεργούμεναι άπό της συμπληρώσεως ποσού αύτων ίσου προς τήν άξίαν του άποσβεστέου στοιχείο''.
 


Αρθρον 11.
1. Παρεκτός των άνωτάτων ορίων συντελεστων αποσβέσεων των και οριζομένων ύπό των κατατ’ ανωτέρω διατάξεων του παρόντος επιτρέπεται και πρόσθετος έτησία άπόσβεσις μέχρι 2,5% διά τα κτίσματα και 6 ο/ο διά τα λοιπά πάγια περιουσιακά στοιχεία και μόνον διά τάς άπό 22 Οκτώβριου 1947 και έφεξής ένεργηθείσας δαπάνας διά την ανέγερσι κτιρίων έξυπηρετουντων την έπιχείρησιν και διά τήν αγορά και έγκατάστασιν μηχανημάτων και έν γένει εγκαταστάσεων ή έπέκτασιν και βελτίωσίν ύπαρχουσών τοιούτων.
2. Ή κατα τήν προηγουμένην παράγραφον πρόσθετος άπόσβεσις όμού μετα της κανονικής το’αύτης, της παρεχόμενης έπί τή βάσει των διατάξεων του παρό,τος. δεν δύναται νά ύπερβή τήν άξίαν κτησεως των άποσβεστέων περιουσιακών στοιχείων.
 

 
Αρθρον 12.
1. Τα κατα τα προηγούμενα άρθρα ποσοστά αποσβέσεων  Τα οριζόμενα διά τάς έμπορικάς επιχειρήσεις εφαρμόζονται και προκειμένου περί των γεωργικών επιχειρήσεων, περί των προβλέπουσιν αί διατάξεις των άρθρων 38 και 39 του Νομοθετικού Διατάγματος 3323/1955 «περί φορολογίας του εισοδήματος».


Ακολούθησαν τα εξής  βασιλικά διατάγματα για την εφαρμογή του άρθρου 35 του νόμου 3323/1955
-Β.Δ. της 23ης Ιανουαρίου 1956 (ΦΕΚ 31)
-Β.Δ. της 22ας Ιανουαρίου 1957 (ΦΕΚ 8)
-Β.Δ. της 16ης Δεκεμβρίου 1957 (ΦΕΚ 254)
και το τελευταίο βασιλικό διάταγμα που καθόρισε τα ανώτατα όρια των αποσβέσεων, ήταν αυτό της 16ης Ιανουαρίου 1959 (ΦΕΚ 12)

Το 1957 με το νομοθετικό διάταγμα 3765 και συγκεκριμένα με το άρθρο 11 θεσπίστηκε πρόσθετη απόσβεση σε ποσοστό 50% επί των ανώτατων ορίων αποσβέσεων για ορισμένους κλάδους βιομηχανικών, βιοτεχνικών κλπ επιχειρήσεων.  Η πρόσθετη απόσβεση αυτή ίσχυσε μόνο για τις επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν από 1.1.1958 έως 31.12.1962.




Ακολούθησε το  της 17/24 Μαρτίου 1959 (ΦΕΚ Α΄54) Περί καθορισμού των παραγωγικών κλάδων επιχειρήσεων δικαιουμένων της προσθέτου αποσβέσεως του άρθρο 11 του Ν.Δ. 3765/1957, στο οποίο αναφέρονταν αναλυτικά οι 51 παραγωγικοί κλάδοι των οποίων οι επιχειρήσεις μπορούσαν να διενεργούν τις ως άνω πρόσθετες αποσβέσεις.

Οι ανώτατοι συντελεστές αποσβέσεων που προέβλεπε το βασιλικό διάταγμα του 1959 ίσχυσαν μέχρι το 1971.
Με το ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 1077 της 27ης/12 1971 (ΦΕΚ Α΄273) τροποποιείται το σχετικό άρθρο του νόμου 3323/1955 και η διενέργεια των αποσβέσεων γίνεται πλέον ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ.




Στο ίδιο ΦΕΚ δημοσιεύθηκε και το Νομοθετικό διάταγμα 1078 προς ενίσχυσιν της περιφεριακής αναπτύξεως. Το νομοθετικό διάταγμα προέβλεπε την αύξηση των συντελεστών των αποσβέσεων στις βιομηχανικές τις μεταλευτικές και τις βιοτεχνικές αναλόγως των φυλακών και του τόπου εγκατάστασης (όπου φυλακαί σημαίνει βάρδιες εργατών),


Από το 1973 και μετά τα ποσοστά των αποσβέσεων καθορίστηκαν με Προεδρικά Διατάγματα.
Το πρώτο προεδρικό διάταγμα ήταν το υπ’ αριθ. 88 της 7/23 Ιουλ. 1973 (ΦΕΚ Α΄153)  Περί καθορισμού συντελεστών αποσβέσεων. Με το Π.Δ. αυτό θεσπίστηκε καθορισμένο ποσοστό ανά κατηγορία παγίων και όχι ανώτατο όριο συντελεστή.
Ακολούθησε το προεδρικό διάταγμα  υπ΄αριθ.100 της 16 Απρ./5 Μαΐου 1998 (ΦΕΚ Α΄96) "Καθορισμός συντελεστών αποσβέσεων" .
Στο συγκεκριμένο προεδρικό διάταγμα προβλέφθηκε ειδική διάταξη για τις νέες επιχειρήσεις :
"Αρθρο 1 ...
2.Η διενέργεια των αποσβέσεων κατ' έτος και με τα οριζόμενα δια του παρόντος ποσοστά είναι υποχρεωτική. Ειδικότερα οι νέες επιχειρήσεις για τις τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές χρήσεις που έπονται της χρήσης μέσα στην οποία άρχισε η παραγωγική λειτουργία τους, δύνανται να προβούν σε απόσβεση 
όλων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τους είτε με συντελεστή μηδέν τα εκατό (0 %) είτε με συντελεστή πενήντα τα εκατό (50 %) του ισχύοντος ποσοστού, με την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής απόσβεσης που θα επιλεγεί από την επιχείρηση δεν θα μεταβάλλεται από διαχειριστική χρήση σε διαχειριστική χρήση. "
Θεσπίστηκε επίσης η Φθίνουσα μέθοδος απόσβεσης.
"ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'΄
ΦΘΙΝΟΥΣΑ ΜΕΘΟΔΟΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΑΠΟΣΒΕΣΕΩΝ
ΦΘΙΝΟΥΣΑΣ ΜΕΘΟΔΟΥ
Άρθρ.13.-1.Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του παρόντος, ως μηχανήματα και λοιπός μηχανολογικός ή τεχνικός εξοπλισμός παραγωγής θεωρούνται τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που αναφέρονται στις ακόλουθες διατάξεις του παρόντος:
α)στις παραγράφους 1 (εκτός της περίπτωσης ιστ'), 5, 7 (εκτός των περιπτώσεων α' και β'), 8, 9, 11 12 και 14 (εκτός των περιπτώσεων α', β', δ' και ε') του άρθρου 4,
β)στην περίπτωση β' της παραγράφου 15 του ίδιου άρθρου, με την προϋπόθεση ότι αυτά τα πάγια περιουσιακά στοιχεία χρησιμοποιούνται άμεσα στην παραγωγική διαδικασία και
γ)στην παράγραφο 4 του άρθρου 6.
2.Για τον υπολογισμό των τακτικών αποσβέσεων με τη φθίνουσα μέθοδο, τα ποσοστά των αποσβέσεων, που προβλέπονται για τη σταθερή μέθοδο από τις διατάξεις του παρόντος, πολλαπλασιάζονται για κάθε πάγιο περιουσιακό στοιχείο, με συντελεστή τρία (3).
3.Οι κατά την προηγούμενη παράγραφο προκύπτοντες συντελεστές αποσβέσεων της φθίνουσας μεθόδου υπολογίζονται επί του εκάστοτε υπολοίπου της αναπόσβεστης αξίας κάθε πάγιου περιουσιακού στοιχείου. "



Το τελευταίο προεδρικό διάταγμα που προέβλεπε συντελεστές αποσβέσεων ήταν το ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄ αριθ. 299 της 29 Οκτ./4 Νοεμ. 2003 (ΦΕΚ Α΄255) "Καθορισμός κατώτερων και ανώτερων συντελεστών απόσβεσης"
Στο συγκεκριμένο προεδρικό διάταγμα ορίστηκαν συντελεστές ανώτατοι και κατώτατοι για την διενέργεια των αποσβέσεων. Σημειώνεται ότι οι κατηγορίες των συντελεστών ξεπερνούσαν τις 150. Οι συντελεστές αυτοί ίσχυσαν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2012.
Δέκα χρόνια αργότερα  η τρόικα ή αλλιώς "θεσμοί" δεν μπορούσαν να υπολογίσουν τις αποσβέσεις με τόσους πολλούς συντελεστές και έτσι  με τον νόμο 4110/2013 τροποποιείται το σχετικό άρθρο του ΚΦΕ καταργείται ουσιαστικά το Π.Δ. 299 ενώ θεσπίζονται νέοι λιγότεροι συντελεστές αποσβέσεων ανά πάγιο περιουσιακό στοιχείο και κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, σύμφωνα με την ταξινόμηση NACE rev2.

Η συγκεκριμένη τροποποίηση έγινε απευθείας στο άρθρο 31 του ΚΦΕ (ν.2238/1994). Οι συντελεστές αυτοί θα ισχύσουν ουσιαστικά για μια χρονιά (το 2013). Η συνέχεια θα πρέπει να σας είναι ήδη γνωστή.
Από 1.1.2014 ισχύει ο νέος ΚΦΕ (ν.4172/2013) και οι νέοι συντελεστές των Φορολογικών αποσβέσεων προβλέπονται στο άρθρο 24.
Η διάκριση μεταξύ λογιστικών [ η απόσβεση γίνεται με βάση την  Ωφέλιμη οικονομική ζωή (useful economic life): Η εκτιμώμενη περίοδος στην οποία ένα περιουσιακό στοιχείο αναμένεται να χρησιμοποιείται οικονομικά ή ο αριθμός των παραγομένων ή παρόμοιων μονάδων που αναμένεται να αποκτηθούν από το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο] και φορολογικών αποσβέσεων γίνεται με την έλευση των ΕΛΠ ( Ν. 4308/2014 ) , από 1.1.2015.

Καλή συνέχεια.




https://www.taxheaven.gr

Τα πρόστιμα για εκπρόθεσμη δήλωση στο Κτηματολόγιο - Πώς υπολογίζονται

Τα πρόστιμα για εκπρόθεσμη δήλωση στο Κτηματολόγιο - Πώς υπολογίζονται

Βάσει του είδους και της αξίας του ακινήτου υπολογίζεται το ύψος των προστίμων για εκπρόθεσμη δήλωση στο Κτηματολόγιο. Σύμφωνα με το Ελληνικό Κτηματολόγιο, αν κάποιος ιδιοκτήτης δεν καταφέρει να υποβάλει εγκαίρως τη δήλωσή του κατά τη διάρκεια της κτηματογράφησης στην περιοχή του, υπάρχει η δυνατότητα εκπρόθεσμης δήλωσης, μέχρι τη σχετική ημερομηνία που ορίζεται με απόφαση του υπουργείου Περιβάλλοντος. Αυτό γίνεται με τη συμπλήρωση του Δ2 Εντύπου Δήλωσης του Ν. 2308/1995.
Στην περίπτωση αυτή ωστόσο, προβλέπονται πρόστιμα που ξεκινούν από τα 50 ευρώ ανά δικαίωμα και ανέρχονται έως και τα 250 ευρώ. Ο βασικός διαχωρισμός για τον υπολογισμό των προστίμων είναι αν το δικαίωμα βρίσκεται σε αστική ή αγροτική περιοχή. Από εκεί και πέρα σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν το μέγεθος- έκταση του ακινήτου, το αν έχει δομηθεί και άλλοι παράγοντες.
Αν το ακίνητο δεν δηλωθεί καθόλου, τότε κινδυνεύει να χαρακτηριστεί "αγνώστου ιδιοκτήτη" και να περάσει στην κυριότητα του Δημοσίου.
Σύμφωνα με το Ελληνικό Κτηματολόγιο, η διαδικασία βεβαίωσης και εν συνεχεία επιβολής προστίμου θα ενεργοποιηθεί σε μεταγενέστερο στάδιο. Αυτό σημαίνει ότι σε πρώτη φάση οι ιδιοκτήτες που υποβάλλουν εκπρόθεσμα δήλωση δεν θα πληρώσουν πρόστιμο. Αυτό που θα πληρώσουν αρχικά, είναι το πάγιο τέλος κτηματογράφησης.
Παράδειγμα
Για εκπρόθεσμη δήλωση αδόμητου γεωτεμαχίου μεγαλύτερου των 400 τ.μ. σε αστική περιοχή, το πρόστιμο είναι 120 ευρώ. Στην περίπτωση διηρημένης ιδιοκτησίας μεγαλύτερης των 200 τ.μ. εντός αστικής περιοχής, το πρόστιμο εκτινάσσεται στα 250 ευρώ. Σε ό, τι αφορά τις αγροτικές περιοχές από το Κτηματολόγιο έχουν οριστεί τέσσερα ύψη προστίμων. Ενδεικτικά για δικαίωμα επί αδόμητου γεωτεμαχίου, μεγαλύτερου από 4 στρέμματα σε αγροτική περιοχή το πρόστιμο ανέρχεται στα 100 ευρώ. Η πιο "τσουχτερή" κατηγορία προστίμου για τις αγροτικές περιοχές είναι τα 200 ευρώ για δικαίωμα επί γεωτεμαχίου μεγαλύτερου από 4 στρέμματα με κτίσμα.
Πηγή: enikonomia.gr

Tα «εργαλεία» ενημέρωσης για το ΙΧ σας συγκεντρωμένα "όλα σε ένα"

Tα «εργαλεία» ενημέρωσης για το ΙΧ σας συγκεντρωμένα "όλα σε ένα"

Υπολογίστε τεκμήρια, τέλη κυκλοφορίας, τέλη με τον μήνα και εισόδημα από χρήση εταιρικού ΙΧ

Επίδομα ενοικίου 2019: Πότε θα γίνει η πληρωμή της α’ δόσης

Επίδομα ενοικίου 2019: Πότε θα γίνει η πληρωμή της α’ δόσης

 0
Το ποσό των 82.461.054,80 ευρώ θα καταβληθεί σε 177.638 δικαιούχους επιδόματος ενοικίου και αφορά περισσότερα από 477.000 άτομα. Το επίδομα θα δοθεί αναδρομικά από 1ης Ιανουαρίου 2019 σε όλους όσοι έχουν στο όνομά τους ηλεκτρονικό μισθωτήριο συμβόλαιο από την ημερομηνία αυτή.
Η πρώτη πληρωμή θα πραγματοποιηθεί την Μ. Τετάρτη 24 Απριλίου 2019, για όσους οι αιτήσεις εγκρίθηκαν έως τις 31 Μαρτίου 2019
Υπενθυμίζεται ότι η ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα παραμένει ανοιχτή ώστε οι ενδιαφερόμενοι να την επισκέπτονται και να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους ανά πάσα στιγμή.

Θέματα που προκύπτουν από τη νέα διαδικασία υποβολής δηλώσεων παρακράτησης φόρου και βεβαιώσεων αποδοχών

Θέματα που προκύπτουν από τη νέα διαδικασία υποβολής δηλώσεων παρακράτησης φόρου και βεβαιώσεων αποδοχών

 0
Με τη δημοσίευση των αποφάσεων Α.1099/2019, Α.1100/2019 και Α.1101/2019 επήλθαν αλλαγές στον τρόπο υποβολής των δηλώσεων παρακράτησης φόρου και γεννήθηκαν, ευλόγως, αρκετά ερωτήματα ως προς την ορθή εφαρμογή των οδηγιών. Παρακάτω, παραθέτουμε διατάξεις των αποφάσεων και, ενδεικτικά, ορισμένα ζητήματα που προκύπτουν.

1. Δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις

Η υποβολή της προσωρινής δήλωσης απόδοσης του φόρου και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του Ν. 4172/2013 που παρακρατούνται στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, που αποκτάται από την 1η Ιανουαρίου 2019 και εφεξής, πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσω taxisnet, με την υποβολή αναλυτικών εγγραφών σε μορφή ηλεκτρονικού αρχείου.


Εργοδότες υπόχρεοι σε υποβολή προσωρινής δήλωσης που καταβάλλουν εισόδημα για μισθωτή εργασία σε εργαζόμενους ή υπαλλήλους τους, έχουν την υποχρέωση υποβολής της δήλωσης αυτής ακόμα και στην περίπτωση που δεν προκύπτει φόρος ή/και εισφορά για απόδοση. Ειδικά στην περίπτωση που οι υπόχρεοι εργοδότες παύουν να απασχολούν προσωπικό, υποχρεούνται στην υποβολή προσωρινής δήλωσης συμπληρώνοντας την ειδική ένδειξη, προκειμένου να μην εκδοθεί πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου.

Προθεσμία υποβολής

Η δήλωση υποβάλλεται το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής του υποκείμενου σε παρακράτηση εισοδήματος ή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής.
Π.χ. Για εισοδήματα που αποκτήθηκαν ή πληρωμές που καταβλήθηκαν στον μήνα Φεβρουάριο 2019, υποβάλλεται δήλωση και αποδίδεται φόρος μέχρι 30 Απριλίου 2019.
Σημείωση:
Σύμφωνα με την απόφαση Α.1115/2019:
Οι αρχικές δηλώσεις απόδοσης:
α) παρακρατούμενου φόρου και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του Ν.4172/2013στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις και
β) παρακρατούμενου φόρου των διατάξεων της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 64(αμοιβές για τεχνικά έργα, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες) και των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 69 (αμοιβές δικηγόρων) του Ν.4172/2013, που αφορούν εισοδήματα που αποκτήθηκαν ή πληρωμές που καταβλήθηκαν στον μήνα Ιανουάριο του 2019 και έχουν καταληκτική ημερομηνία την 1η Απριλίου 2019 και υποβάλλονται αντίστοιχα, με αναλυτικές εγγραφές, σύμφωνα με τις α) Α.1099/2019 και β) Α.1101/2019 Αποφάσεις Διοικητή ΑΑΔΕ, υποβάλλονται εμπροθέσμως μέχρι την 22 Απριλίου 2019.
Ειδικά για το εισόδημα από μισθωτή εργασία που προκύπτει από τις αποδοχές – μισθούς των εργαζομένων, η δήλωση υποβάλλεται το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία που οι αποδοχές αυτές καθίστανται δεδουλευμένες ακόμα και αν αυτές δεν έχουν πραγματικά καταβληθεί στους δικαιούχους.
Σημείωση:
Κατά την άποψή μας, για την ανωτέρω περίπτωση απαιτούνται περισσότερες διευκρινίσεις που θα ορίζουν με μεγαλύτερη σαφήνεια τη διαδικασία, καθώς:
A. Έστω ότι ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία.
– Διενεργούνται δύο εγγραφές με διαφορετικό κωδικό αμοιβής για το ίδιο ΑΦΜ κατά την περίοδο που αμοιβές θα καταστούν δεδουλευμένες. Συγκεκριμένα, το ποσό των αποδοχών που καθίσταται δεδουλευμένο και καταβάλλεται π.χ. 500 ευρώ θα αναγραφεί με κωδικό 1 «Τακτικές αποδοχές». Το ποσό των αποδοχών που καθίσταται δεδουλευμένο αλλά δεν καταβάλλεται π.χ. 500 ευρώ θα αναγραφεί με κωδικό 7 «Ανείσπρακτες αποδοχές οι οποίες φορολογούνται στο έτος που καταβάλλονται».
– Κατά την περίοδο που θα εισπραχθεί το ποσό των αποδοχών (που έγιναν δεδουλευμένες σε προηγούμενη περίοδο) π.χ. 500 ευρώ, θα γίνει εγγραφή με κωδικό 6 «Καταβληθείσες ανείσπρακτες αποδοχές οι οποίες φορολογούνται στο έτος που εισπράττονται».
Με βάση την παραπάνω διαδικασία θεωρούμε ότι η μηνιαία υποβολή Δήλωσης απόδοσης Παρακρατούμενων και Προκαταβλητέων Φόρων από Μισθωτή Εργασία και Συντάξεις, δημιουργεί προβληματισμούς που πρέπει να αποσαφηνιστούν από τις αρμόδιες αρχές. Π.χ. στην περίπτωση που τον μήνα Ιανουάριο καταβληθούν 500 ευρώ αντί 1.000 ευρώ και τον μήνα Φεβρουάριο καταβληθεί και το υπόλοιπο ποσό που αφορούσε τον Ιανουάριο (καταβολή 1.500 ευρώ), θα απεικονίζονται για τον συγκεκριμένο εργαζόμενο στην ετήσια βεβαίωση αποδοχών: τακτικές αποδοχές 1.500 ευρώ, Καταβληθείσες ανείσπρακτες αποδοχές οι οποίες φορολογούνται στο έτος που εισπράττονται 500 ευρώ και Ανείσπρακτες αποδοχές οι οποίες φορολογούνται στο έτος που καταβάλλονται 500 ευρώ.
Με βάση τα παραπάνω, εκτός του προβλήματος που δημιουργεί η διατύπωση των κωδικών 6 και 7 περί έτους, ενώ πλέον δύναται να χρησιμοποιούνται μηνιαία, μπορεί να εμφανίζονται ανείσπρακτες αποδοχές ενώ έχουν εισπραχθεί σε επόμενο μήνα.
Β. Έως σήμερα, δεν έχει εκδοθεί απόφαση που να ορίζει ότι θα υποβάλλεται στο τέλος του έτους και οριστική δήλωση παρακράτησης φόρου. Επομένως, δεν γνωρίζουμε αν μπορούμε να καταχωρούμε τις αποδοχές κάθε μήνα με κωδικό 1 και στο τέλος του έτους να προχωρήσουμε σε διορθώσεις με την τροποποιητική, αν η οδηγία του Υπουργείου είναι αυτή ή αν θα πρέπει να γίνουν τροποποιητικές στις μηνιαίες δηλώσεις.
(Απάντηση στο ερώτημα του κόμβου με τίτλο «Δήλωση ανείσπρακτων αποδοχών στην δήλωση ΦΜΥ»).
Σημείωση:Απαιτούνται διευκρινίσεις όσον αφορά τις παροχές σε είδος, καθώς κατά την ταυτόχρονη υποβολή αναλυτικά ανά ΑΦΜ των αποδοχών (με τον τρόπο που υποβάλλονται έως σήμερα οι ετήσιες βεβαιώσεις αποδοχών) με τις δηλώσεις παρακράτησης φόρου μισθωτών υπηρεσιών, δεν μπορεί να προσδιοριστεί εάν οι παροχές σε είδος της παρ. 1 του άρθρου 13 ξεπερνούν τα 300 ευρώ και επομένως να συνυπολογιστούν στο φορολογητέο εισόδημα.
(Απάντηση στο ερώτημα του κόμβου με τίτλο «Παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος από μισθωτή εργασία»).
Δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις του Κ.Φ.Δ. στις μηδενικές δηλώσεις φόρου και εισφοράς που υποβάλλονται εκπρόθεσμα.
Για τις τροποποιητικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενου φόρου και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του Ν.4172/2013 που υποβάλλονται μέχρι 31/12/2019 και αφορούν τις αναλυτικές εγγραφές που δεν είχαν συμπεριληφθεί στις αρχικές δηλώσεις που είχαν υποβληθεί εμπρόθεσμα σύμφωνα με την ΠΟΛ.1049/2014 απόφαση ΓΓΔΕ δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα και ο τόκος του Κ.Φ.Δ..
Σημείωση:
Προφανώς, η ανωτέρω διευκόλυνση αφορά δηλώσεις παρακράτησης φόρου για εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις μηνός Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 2019 που οι αρχικές τους υποβλήθηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες της ΠΟΛ. 1049/2014, πριν την κοινοποίηση των νέων εγκυκλίων και αφορούν συμπλήρωση των αναλυτικών εγγραφών.

2. Δήλωση απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα

Τρόπος υποβολής

Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες, καθώς και οι τροποποιητικές, δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα, που αποκτώνται από τη δημοσίευση της απόφασης Α.1100/2019, ήτοι από 20/3/2019 και εφεξής, υποβάλλονται αποκλειστικά μέσω TAXISnet.
Ειδικά, για τις περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 63 (Απαλλαγή για ορισμένες ενδοομιλικές πληρωμές) του Ν. 4172/2013, η δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου καθώς και τα οριζόμενα από την ΠΟΛ. 1036/2015 απόφαση έντυπα, υποβάλλονται από τον υπόχρεο υποχρεωτικά στην αρμόδια για τη φορολογία του Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.).
Οι τροποποιητικές δηλώσεις που αφορούν αρχικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενων φόρων στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα, που υποβλήθηκαν χειρόγραφα με βάση την ΠΟΛ.1011/2014 απόφαση της ΓΓΔΕ, δηλαδή πριν από τη δημοσίευση της Α. 1100/2019 υποβάλλονται και αυτές χειρόγραφα με βάση την ΠΟΛ.1011/2014 απόφαση της ΓΓΔΕ.
Στις περιπτώσεις που οι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου διαβιβάζουν, στη Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Α.Α.Δ.Ε., καταστάσεις σε ηλεκτρονικό αρχείο, με βάση τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1033/2014 απόφαση (ΦΕΚ Β΄276/10-02-2014), υποβάλλουν τη δήλωση ηλεκτρονικά μέσω TAXISnet, χωρίς να υποβάλλουν εκ νέου τις αναλυτικές εγγραφές.

Χρόνος καταβολής

Ως «καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής» νοείται και η πίστωση των δικαιούχων με τα εισοδήματα των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 62 του Ν. 4172/2013.
Πέραν των ανωτέρω, ειδικά για το εισόδημα από μερίσματα, η καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής, σε κάθε περίπτωση, νοείται ότι έχει διενεργηθεί μέσα σε ένα μήνα από την έγκριση του ισολογισμού από τα αρμόδια όργανα.
Αν διανεμηθούν μερίσματα από κέρδη προηγούμενων χρήσεων, η καταβολή θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της απόφασης διανομής από τα αρμόδια όργανα.
Ειδικά επί διανομής προμερισμάτων, καθώς και προσωρινών απολήψεων κερδών, η καταβολή θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί, σε κάθε περίπτωση, μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη της απόφασης διανομής.
Για το εισόδημα που προκύπτει από τα μαθηματικά αποθέματα, η καταβολή της σχετικής πληρωμής ενεργείται και κατά την εγγραφή τους σε πίστωση του δικαιούχου ή της εγγραφής αυτών στον οικείο λογαριασμό των βιβλίων της ασφαλιστικής εταιρείας.
Για τις προσωπικές εταιρείες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία η καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής θεωρείται ότι έχει διενεργηθεί, σε κάθε περίπτωση, μέσα σε ένα μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης φόρου εισοδήματος.
Η δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου, υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την καταβολή ή την πίστωση των ποσών των σχετικών εισοδημάτων. Σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης, καθώς και μη καταβολής ή εκπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωθέντος φόρου επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4174/2013.
Σημείωση:
Για πληρωμές που διενεργούνται από 20/3/2019 και μετά, παύει να ισχύει η ΠΟΛ.1011/2014.
Ακόμα, παύει να εφαρμόζεται η ΠΟΛ.1012/2014, σύμφωνα με την οποία όσοι παρακρατούν φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α΄ 167), υποχρεούνται να υποβάλλουν δήλωση για την απόδοση αυτού, το αργότερο τρείς (3) ημέρες πριν το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής.
Σημείωση:
Οι δηλώσεις διακρίνονται σε 3 κατηγορίες:
1. Δήλωση Παρακρατούμενων Φόρων από Μισθωτή Εργασία και Συντάξεις
Σύμφωνα με το παράρτημα Α της Α.1099/2019 υφίσταται μια δήλωση.
2. Δήλωση Παρακρατούμενων και Προκαταβλητέων Φόρων σε αμοιβές από Επιχειρηματική Δραστηριότητα
Σύμφωνα με τα παραρτήματα Α.1 και Α.2 της Α.1101/2019 υφίστανται δύο δηλώσεις που αφορούν:
– Παρακρατούμενος φόρος σε αμοιβές από Επιχειρηματική Δραστηριότητα (Άρθρο 64, παρ. 1, περ. δ του Ν.4172/2013)– Προκαταβλητέος φόρος επί δικηγορικών αμοιβών (Άρθρο 69, παρ. 5, περ. α΄ του ν. 4172/2013) και Προκαταβλητέος φόρος επί του μερίσματος δικηγόρων (Άρθρο 69, παρ. 5, περ. γ΄ του Ν.4172/2013)
3. Δήλωση Απόδοσης Παρακρατούμενων Φόρων από Μερίσματα – Τόκους – Δικαιώματα
Σύμφωνα με τα παραρτήματα Α1, Α2 και Α3 της Α.1100/2019 υφίστανται τρεις δηλώσεις που αφορούν:
– Μερίσματα– Τόκους– Δικαιώματα
Προσοχή!!! Για κάθε μήνα η εφαρμογή δέχεται μόνο ένα αρχείο. Όταν ανεβάζουμε δεύτερο αρχείο γίνεται πλήρης αντικατάσταση στο προηγούμενο. Π.χ. αν έχουμε σε έναν μήνα Μερίσματα, τόκους, δικαιώματα, ανεβάζουμε 1 αρχείο για την συγκεκριμένη κατηγορία και υποβάλουμε τις αντίστοιχες 3 δηλώσεις.

3. Δήλωση απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου για αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες και αμοιβές – μερίσματα που λαμβάνουν δικηγόροι

Οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες, καθώς και οι τροποποιητικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενου φόρου και του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου κατά περίπτωση, στις αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 , στις αμοιβές δικηγόρων της περίπτωσης α΄ και μερισμάτων της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 69 του Ν. 4172/2013 που αποκτώνται από την 1 Ιανουαρίου 2019 και εφεξής, υποβάλλονται αποκλειστικά μέσω TAXISnet. Οι μηδενικές δηλώσεις για τις οποίες εκ του νόμου δεν προκύπτει φόρος ή τέλος χαρτοσήμου προς απόδοση υποβάλλονται προαιρετικά.
Σημείωση:Στο παράρτημα Β της απόφασης Α.1101/2019, εκτός των άλλων, ορίζεται ο κωδικός 10 που αφορά αμοιβή μικρότερη των 300€ της παραγράφου 8 του άρθρου 64 N.4172/2013 (Στην παρ. 8 του άρθρου 64 του Ν.4172/2013 ορίζεται ότι σε περίπτωση που ο λήπτης της αμοιβής σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 ενεργείται μόνον εφόσον η συναλλαγή υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ).
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, κατά την άποψή μας, προτείνεται η υποβολή δήλωσης και για αμοιβές κάτω των 300 ευρώ όπου δεν παρακρατείται φόρος. Επισημαίνουμε ότι όσον αφορά τις βεβαιώσεις αποδοχών, η υποχρέωση αναγραφής και των εισοδημάτων αυτών συνεχίζει να υφίσταται. Ο προβληματισμός αφορά τη χρήση ενιαίου αρχείου αναλυτικών εγγραφών από το οποίο προκύπτει και η δήλωση παρακρατούμενων φόρων και οι αντίστοιχες βεβαιώσεις αποδοχών. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι στην Α.1101/2019 αναφέρεται μεταξύ άλλων: «Έχοντας υπόψη: … Την ανάγκη διασταύρωσης και προσυμπλήρωσης κατά περίπτωση των δηλούμενων εισοδημάτων και παρακρατούμενων φόρων στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με εκείνα που αναγράφονται στις βεβαιώσεις εισοδημάτων από επιχειρηματική δραστηριότητα από τους καταβάλλοντες τα παραπάνω εισοδήματα».
(upd)_19/4/2019 – Αναδιατυπώσαμε το τελευταίο απόσπασμα λόγω προσπάθειας παρερμηνείας των θέσεών μας, αν και θεωρούμε ότι είναι κατανοητές. Σημειώνουμε ότι αυτή τη στιγμή (Απρίλιος 2019) δεν έχει αποφασίσει η Α.Α.Δ.Ε. εάν θα υπάρχει η δυνατότητα αποστολής επιπλέον αρχείου βεβαιώσεων αποδοχών ετησίως. Η λογική της αποστολής των μηνιαίων βεβαιώσεων αποδοχών αποσκοπεί στην κατάργηση της ετήσιας δήλωσης, όμως προς το παρόν (για λόγους που και στο άρθρο αυτό αναφέρονται) μπορεί να είναι χρήσιμη. Στην περίπτωση αποστολής μηνιαίων βεβαιώσεων αποδοχών επιχειρηματικής δραστηριότητας στις οποίες περιλαμβάνονται όλες οι αμοιβές, η ετήσια δήλωση είναι περιττή. Στην περίπτωση όμως που (όπως δίνεται η δυνατότητα προαιρετικής δήλωσης για εισοδήματα κάτω των 300 ευρώ) δεν περιλαμβάνονται κάποιες αμοιβές, υποχρεωτικά θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα αποστολής της ετήσιας δήλωσης ή δυνατότητα τροποποίησης των μηνιαίων για προσθήκη αποκλειστικά και μόνο των αμοιβών αυτών που δεν περιλήφθηκαν στα αρχικά αρχεία.. Η δεύτερη εναλλακτική ιδιαίτερα, θα προσέθετε τεράστιο όγκο στα λογιστικά γραφεία. Κατά την άποψή μας, όπως προαναφέραμε, η αποστολή όλων των αμοιβών (και αυτών που αφορούν εισοδήματα κάτω των 300 ευρώ) εξασφαλίζει την πληρότητα των αρχείων βεβαιώσεων αποδοχών και παρακρατούμενων φόρων χωρίς την ανάγκη έρευνας για όλες τις αμοιβές του έτους που δεν περιλήφθηκαν στα αρχικά αρχεία.
Τέλος, να επισημάνουμε ότι θεωρούμε αυτονόητο ότι το επίπεδο των συνδρομητών και επισκεπτών του e-forologia είναι σε θέση να αντιληφθεί τη φράση «Οι μηδενικές δηλώσεις για τις οποίες εκ του νόμου δεν προκύπτει φόρος ή τέλος χαρτοσήμου προς απόδοση υποβάλλονται προαιρετικά». Θα μπορούσαμε να παραμείνουμε στην αποτύπωση της φράσης που πράγματι δεν επιδέχεται άλλης ερμηνείας. Η άποψή μας λαμβάνει υπόψη την ανάγκη εξαγωγής 2 αρχείων από μία βάση αναλυτικής καταγραφής εισοδημάτων και παρακρατούμενων φόρων, την ανάγκη συμπλήρωσης των εισοδημάτων που δεν έχουν δηλωθεί στις μηνιαίες δηλώσεις και προέκυψε μετά από μελέτη των σχετικών παραμέτρων και αλλεπάληλες επικοινωνίες με στελέχη της ΑΑΔΕ. Φυσικά εκφράζουμε την άποψή μας, δεν υποκαθιστούμε τις υπηρεσίες του Υπουργείου και κάθε άλλη άποψη είναι καλοδεχούμενη, αρκεί να αποσκοπεί στη βελτίωση της εργασίας του λογιστή.
Σημείωση:
Όσον αφορά την παρακράτηση φόρου για αμοιβές εργοληπτών όπου είχε εκδοθεί η ΠΟΛ. 1027/2014, παρόλο που οι αμοιβές αυτές περιλαμβάνονται στην περίπτωση δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 64 του Ν.4172/2013, δεν αναφέρεται η κατάργηση της εν λόγω ΠΟΛ.. Επιπρόσθετα, στο παράρτημα Β της απόφασης Α.1101/2019 στο οποίο αναφέρεται η κωδικοποίηση αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα, δεν γίνεται αναφορά στις αμοιβές εργοληπτών στις οποίες παρακρατείται φόρος με συντελεστή 3%.
Ελλείψει περισσότερων οδηγιών, κατά την άποψή μας οι δηλώσεις παρακράτησης φόρου για τις συγκεκριμένες αμοιβές συνεχίζουν να υποβάλλονται σύμφωνα με την ΠΟΛ. 1027/2014.

Χρόνος καταβολής

Ως «καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής» νοείται και η πίστωση των δικαιούχων με τα εισοδήματα των περιπτώσεων δ΄ παραγράφου 1 του άρθρου 62 του Ν. 4172/2013 και των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 69 του Ν. 4172/2013.
Η δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την καταβολή ή την πίστωση των ποσών των σχετικών εισοδημάτων. Σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης, καθώς και μη καταβολής ή εκπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωθέντος φόρου επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 4174/2013.
Σημείωση:
Σύμφωνα με την απόφαση Α.1115/2019:
Οι αρχικές δηλώσεις απόδοσης:
α) παρακρατούμενου φόρου και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του Ν.4172/2013 στο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις και
β) παρακρατούμενου φόρου των διατάξεων της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 64 και των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 69 του Ν.4172/2013,
που αφορούν εισοδήματα που αποκτήθηκαν ή πληρωμές που καταβλήθηκαν στον μήνα Ιανουάριο του 2019 και έχουν καταληκτική ημερομηνία την 1η Απριλίου 2019 και υποβάλλονται αντίστοιχα, με αναλυτικές εγγραφές, σύμφωνα με τις α) Α.1099/2019 και β) Α.1101/2019 Αποφάσεις Διοικητή ΑΑΔΕ, υποβάλλονται εμπροθέσμως μέχρι την 22 Απριλίου 2019.
Η απόφαση Α.1101/2019 ισχύει για πληρωμές που αφορούν εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2019 και μετά. Στις τροποποιητικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενων φόρων που υποβάλλονται μέχρι 31/12/2019 και αφορούν τις αναλυτικές εγγραφές που δεν είχαν συμπεριληφθεί στις αρχικές δηλώσεις που είχαν υποβληθεί εμπρόθεσμα σύμφωνα με τις ΠΟΛ.1048/2014 και ΠΟΛ.1031/2014 αποφάσεις ΓΓΔΕ δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα και ο τόκος του Κ.Φ.Δ..
Σημείωση:
Προφανώς, η ανωτέρω διευκόλυνση αφορά δηλώσεις παρακράτησης φόρου μηνός Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 2019 που οι αρχικές τους υποβλήθηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες της ΠΟΛ. 1049/2014, πριν την κοινοποίηση των νέων εγκυκλίων και αφορούν συμπλήρωση των αναλυτικών εγγραφών.
Οι αποφάσεις ΠΟΛ.1048/2014 και ΠΟΛ.1031/2014 καταργούνται, από την έναρξη ισχύος των νέων εγκυκλίων.

4. Διαδικασία υποβολής

Στην ιστοσελίδα της ΑΑΔΕ αναρτήθηκε το παρακάτω εγχειρίδιο «Οδηγίες χρήσης της εφαρμογής «Δήλωση απόδοσης Παρακρατούμενων και Προκαταβλητέων Φόρων από Μισθωτή Εργασία και Συντάξεις, από Αμοιβές Επιχειρηματικής Δραστηριότητας καθώς και από Μερίσματα, Τόκους και Δικαιώματα».», με το οποίο περιγράφεται συνοπτικά η διαδικασία που θα ακολουθηθεί για την υποβολή κάθε είδους δήλωσης, ενώ στο τέλος παρουσιάζεται ένα αναλυτικό παράδειγμα υποβολής αρχικής και τροποιητικής δήλωσης για αμοιβές από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Η διαδικασία που περιγράφεται αναλυτικά στο παράδειγμα ακολουθείται αντίστοιχα και για τα υπόλοιπα είδη δηλώσεων.
Με βάση τις παραπάνω οδηγίες η υποβολή της δήλωσης γίνεται σε 3 βήματα.
Κατά το πρώτο βήμα, η παραγωγή του αρχείου υποβολής θα γίνει από την Εφαρμογή δημιουργίας αρχείων προς υποβολή (συμπιεσμένο αρχείο zip) που βρίσκεται στην ιστοσελίδα της ΑΑΔΕ στο ακόλουθο link:
Παραλλαγή της εφαρμογής αυτής έχει ήδη χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν για την υποβολή των αρχείων βεβαιώσεων αποδοχών (οδηγίες εγκατάστασης περιλαμβάνονται στην ιστοσελίδα της ΑΑΔΕ).
Υπάρχει δυνατότητα δημιουργίας 3 ειδών αρχείων ανάλογα με την πηγή του εισοδήματος:
1. Βεβαίωση αποδοχών ή συντάξεων
2. Βεβαίωση αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα
3. Βεβαίωση εισοδημάτων από μερίσματα τόκους και δικαιώματα
Το αρχείο θα περιλαμβάνει αναλυτικά, ανά ΑΦΜ, την απόδοση της εκάστοτε αμοιβής, και των παρακρατούμενων φόρων, εισφορών και χαρτοσήμων, όπου υπάρχουν, σύμφωνα με την κωδικοποίηση των ειδών αμοιβών για τις παραπάνω πηγές εισοδήματος.
Κατά το δεύτερο βήμα, μετά την παραγωγή του αρχείου, το αρχείο θα υποβάλλεται στο link:
για να λάβει αριθμό πρωτοκόλλου. Ο αριθμός πρωτοκόλλου του αρχείου είναι σημαντικός, καθώς αποτελεί προσδιοριστικό στοιχείο της δήλωσης που θα υποβληθεί.
Το Link αυτό, σε μεταγενέστερη έκδοση της εφαρμογής, δε θα είναι διαθέσιμο, καθώς η πλοήγηση για την ολοκλήρωση του βήματος αυτού θα πραγματοποιείται με τη χρήση κουμπιών ανακατεύθυνσης από μια εφαρμογή.


Κατά το τρίτο και τελευταίο βήμα, μετά την υποβολή του αρχείου και τη λήψη αριθμού πρωτοκόλλου ακολουθεί η υποβολή της δήλωσης. Η εφαρμογή είναι διαθέσιμη στο link των «Δηλώσεων παρακρατούμενων φόρων και άλλων δηλώσεων» με την ονομασία «Δήλωση απόδοσης Παρακρατούμενων και Προκαταβλητέων Φόρων από Μισθωτή Εργασία και Συντάξεις, από Αμοιβές Επιχειρηματικής Δραστηριότητας καθώς και από Μερίσματα,Τόκους και Δικαιώματα». Η εφαρμογή αφορά δηλώσεις αρχικές, και τροποποιητικές είτε λιγότερο, είτε το ίδιο, είτε περισσότερο χρεωστικές, για το έτος 2019 και μετά.
Οι υπόχρεοι παρακράτησης φόρου από Μισθωτή Εργασία και Συντάξεις καθώς και από Αμοιβές Επιχειρηματικής Δραστηριότητας που έχουν υποβάλει ήδη δηλώσεις για τους μήνες Ιανουάριο του 2019 έως και σήμερα (η ημερομηνία ενημέρωσης του αρχείου είναι 3/4/2019 ), θα πρέπει να προβούν, μέχρι την 31η/12/2019, σε τροποιητικές δηλώσεις των περιόδων που υπέβαλαν, προκειμένου να υποβληθεί στην Α.Α.Δ.Ε το αναλυτικό αρχείο εγγραφών των περιόδων αυτών. (Αποφάσεις Α.1099/2019 και Α.1101/2019).
Η «Προσωρινή Δήλωση Παρακρατούμενων και Προκαταβλητέων Φόρων από Μισθωτή Εργασία και Συντάξεις καθώς και από Αμοιβές Επιχειρηματικής Δραστηριότητας» εξακολουθεί να παραμένει ενεργή για τα έτη 2014 έως και 2018 όπου και θα υποβάλλονται οι αρχικές και οι περισσότερο ή καθόλου χρεωστικές τροποποιητικές δηλώσεις των ετών αυτών.
Όσον αφορά τις αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις τόκων μερισμάτων και δικαιωμάτων, αυτές υποβάλλονται έγχαρτα στη Δ.Ο.Υ. για τις πληρωμές των αμοιβών αυτών που πραγματοποιήθηκαν μέχρι και τις 20/3/2019 (ημερομηνία δημοσίευσης Α. 1100/2019). Πιο συγκεκριμένα, οι αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις που αφορούν πληρωμές για αμοιβές από τόκους, μερίσματα και δικαιώματα που καταβλήθηκαν από τους υπόχρεους παρακράτησης φόρου στους δικαιούχους έως και 20/3/2019, υποβάλλονται έγχαρτα στη Δ.Ο.Υ (Απόφαση Α.1100/2019 – Άρθρα 1 και 5).
Τα πεδία της δήλωσης της εφαρμογής θα προσυμπληρώνονται με τα συγκεντρωτικά ποσά που θα προκύπτουν βάσει των αναλυτικών εγγραφών του αρχείου που υποβλήθηκε στο 2οβήμα.
Tolink με το οποίο ο χρήστης μπορεί να κάνει είσοδο στην εφαρμογή είναι το ακόλουθο:
Στην περίπτωση που ο χρήστης επιθυμεί την υποβολή τροποιητικής δήλωσης, θα πρέπει να προβεί στις εξής ενέργειες:
1. Να δημιουργήσει ένα νέο αρχείο αναλυτικών εγγραφών, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφηκε στο 1ο βήμα.
2. Να υποβάλει εκ νέου το νέο αρχείο, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφηκε στο 2οβήμα, για να λάβει και αυτό αριθμό πρωτοκόλλου.
3. Να μπει εκ νέου στην εφαρμογή, με τη διαδικασία που περιγράφηκε στο 3ο βήμα, και φτάνοντας στην ακόλουθη οθόνη, να πατήσει το κουμπί «Υποβολή τροπ/κής». Η διαδικασία υποβολής της τροποιητικής είναι αντίστοιχη της υποβολής της αρχικής.
Σημεία που χρήζουν προσοχής μόνο για το αρχείο αναλυτικών εγγραφών που αφορά την επιχειρηματική δραστηριότητα (desktop εφαρμογή)
1. Δεν είναι υποχρεωτική η συμπλήρωση του πεδίου του «ΑΜΚΑ» σε κάθε εγγραφή.
2. Τα πεδία «Χαρτόσημο» και «ΟΓΑ χαρτοσήμου» μπορεί να συμπληρώνονται όπου απαιτείται. Συγκεκριμένα, στην κάθε εγγραφή για τους κωδικούς αμοιβής 6 «Ακαθάριστα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα απαλλασσόμενων, μη υπόχρεων σε τήρηση βιβλίων (ενδεικτικά ελεγκτές Α.Ε., εισηγητές σεμιναρίων), συγγραφείς δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι (μη υπόχρεοι σε τήρηση βιβλίων, οι οποίοι εκδίδουν με δικά τους έξοδα βιβλία και στη συνέχεια τα διαθέτουν έναντι αμοιβής προς τους φορείς γενικής κυβέρνησης)», 10 «Αμοιβή μικρότερη των 300€ της παραγράφου 8 του άρθρου 64 §8 N.4172/2013» και 11 «Ατομική εφάπαξ καταβολή σε δικαιούχους εργαζομένους στον Ο.Τ.Ε.». Στα αντίστοιχα πεδία της δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από επιχειρηματική δραστηριότητα (παρακράτηση), τα συγκεντρωτικά ποσά «Χαρτοσήμου» και «ΟΓΑ χαρτοσήμου» θα προέρχονται ΜΟΝΟ από τις εγγραφές που θα αφορούν αμοιβές της κατηγορίας 6, 10 και 11.
3. Δεν θα συμπληρωθούν, για καμία εγγραφή, τα πεδία «Αλλοδαπός», «Χώρα» και «Συντελεστής Φορολόγησης».
4. Στην περίπτωση που απαιτείται να χρησιμοποιηθεί ο κωδικός 97 «Ακαθάριστα έσοδα ιατρών Ε.Σ.Υ. από απογευματινά ιατρεία νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ. που καταβλήθηκαν στο έτος 2019 και αφορούν τα φορολογικά έτη 2014, 2015, 2016, 2017, 2018 (υποβάλλεται τροποποιητική δήλωση για τα έτη αυτά), τα οποία λαμβάνονται αναλυτικά βάσει των διατάξεων της Απόφασης Α.1009/19, όπως ισχύει», από τα υπόχρεα σε παρακράτηση Ν.Π.Δ.Δ., δεν θα δημιουργούνται αναλυτικές εγγραφές. Το υπόχρεο Ν.Π.Δ.Δ. θα προβαίνει στη δημιουργία μιας εγγραφής όπου δεν θα συμπληρώνεται το πεδίο «ΑΦΜ» και στα πεδία «Επώνυμο» και «Όνομα» θα εισάγεται ο χαρακτήρας της παύλας (-).
Σημεία που χρήζουν προσοχής μόνο για το αρχείο αναλυτικών εγγραφών που αφορά σε τόκους μερίσματα και δικαιώματα (desktop εφαρμογή)
1. Δεν είναι υποχρεωτική η συμπλήρωση του πεδίου του «ΑΜΚΑ» σε κάθε εγγραφή.
2. Τα πεδία «Χαρτόσημο» και «ΟΓΑ χαρτοσήμου» δεν συμπληρώνονται για κανέναν κωδικό αμοιβής τόκων, μερισμάτων, δικαιωμάτων.
3. Τα πεδία «Αλλοδαπός», «Χώρα» και «Συντελεστής Φορολόγησης» θα συμπληρώνονται για τις περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται καταχώρηση εγγραφής για αλλοδαπό δικαιούχο είτε διαθέτει είτε δε διαθέτει ελληνικό ΑΦΜ. Οι περιπτώσεις αυτές αποτυπώνονται στους κωδικούς 16 «Μερίσματα που καταβάλλονται σε φορολογικούς κατοίκων χωρών με τις οποίες υπάρχουν Σ.Α.Δ.Φ», 29 «Τόκοι που καταβάλλονται σε φορολογικούς κατοίκων χωρών με τις οποίες υπάρχουν Σ.Α.Δ.Φ» και 34 «Δικαιώματα που καταβάλλονται σε φορολογικούς κατοίκους με τις οποίες υπάρχουν Σ.Α.Δ.Φ». Στις περιπτώσεις αυτές θα επιλέγεται η ένδειξη «ναι» στο πεδίο «Αλλοδαπός», η «Χώρα» φορολόγησης, και κατόπιν θα συμπληρώνεται από το χρήστη ο «Συντελεστής Φορολόγησης». Στις περιπτώσεις αλλοδαπών δικαιούχων, που είτε διαθέτουν είτε δε διαθέτουν ελληνικό ΑΦΜ, έχουν φορολογική κατοικία σε χώρα που δεν υπάρχει Σ.Α.Δ.Φ. με την Ελλάδα, θα επιλέγεται η ένδειξη «ναι» στο πεδίο «Αλλοδαπός», θα συμπληρώνεται η «Χώρα» φορολογικής κατοικίας και ως «Συντελεστής Φορολόγησης» θα συμπληρώνεται ο ελληνικός συντελεστής που αντιστοιχεί στον κωδικό της κατηγορίας της αντίστοιχης αμοιβής. Στις περιπτώσεις αυτές δεν επιλέγονται οι κωδικοί αμοιβής 16, 29, 34, όπως και οι κωδικοί 98, 99.
4. Στην περίπτωση που απαιτείται να χρησιμοποιηθεί ο κωδικός 98 «Πληρωμές μερισμάτων για τις οποίες η υποβολή του αρχείου γίνεται με βάση τις διατάξεις της ΠΟΛ 1033/14 και άλλων διατάξεων» και 99 «Πληρωμές τόκων για τις οποίες η υποβολή του αρχείου γίνεται με βάση τις διατάξεις της ΠΟΛ 1033/14 και άλλων διατάξεων», από τους υπόχρεους σε παρακράτηση, δεν θα δημιουργούνται αναλυτικές εγγραφές. Ο υπόχρεος θα προβαίνει στη δημιουργία μιας εγγραφής όπου δεν θα συμπληρώνεται το πεδίο «ΑΦΜ» και στα πεδία «Επώνυμο» και «Όνομα» θα εισάγεται ο χαρακτήρας της παύλας (-).
5. Ισχύει γενικά ότι όταν ο χρήστης θέλει να εισάγει πολλές εγγραφές για υπόχρεους χωρίς ΑΦΜ (αλλοδαπούς) με τον ίδιο κωδικό αποδοχών, δεν θα πρέπει να αφήνει εντελώς κενά τα ΑΦΜ, αλλά θα πρέπει να εισάγει κάτι διαφορετικό σε κάθε εγγραφή στο πεδίο ΑΦΜ (οτιδήποτε, π.χ. 1, 2, 3). Σε αντίθετη περίπτωση θα τους εμφανίζεται το μήνυμα «Υπάρχουν πολλαπλές εγγραφές με τον ίδιο ΑΦΜ και είδος αποδοχών).
πηγή: e-forologia