Σελίδες

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Οι μισθωτοί που απασχολούνται μερικώς κατά πλήρη εβδομαδιαία εργασία, με ημερήσια αμοιβή ίση με το 1/2 του νομίμου ωραρίου και άνω αναγνωρίζουν στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σύμφωνα με την παρακάτω απόφαση του ΣτΕ, 25 Η.Ε. εργασίας και δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής το Άρθρο 12 παρ. 3 του Κανονισμού Ασφάλισης.

Οι μισθωτοί που απασχολούνται μερικώς κατά πλήρη εβδομαδιαία εργασία, με ημερήσια αμοιβή ίση με το 1/2 του νομίμου ωραρίου και άνω αναγνωρίζουν στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σύμφωνα με την παρακάτω απόφαση του ΣτΕ, 25 Η.Ε. εργασίας και δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής το Άρθρο 12 παρ. 3 του Κανονισμού Ασφάλισης.








Σ.τ Ε. 2331/2003 (τμ. Α΄)







Πρόεδρος: Γ. Ανεμογιάννης



Εισηγήτρια: Π. Μπραΐμη



Δικηγόρος: Ι. Ευαγγελόπουλος







1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως δεν απαιτείται καταβολή τελών και παραβόλου σύμφωνα με το Άρθρο 21 παρ. 9 του Ν. 1902/1990 (Α΄ 138). Συνεπώς, τα τέλη και το παράβολο που έχουν καταβληθεί πρέπει να επιστραφούν στο αναιρεσείον ΙΚΑ.



2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται, εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, η αναίρεση της 501/1997 απόφασης του Διοικ. Εφετείου Τρίπολης, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή έφεση της αναιρεσίβλητης, μεταρρυθμίστηκε η 53/1995 απόφαση του Διοικ. Πρωτοδικείου Τρίπολης, κατά το κεφάλαιό της που αναφέρεται στην ασφαλιστέα στο ΙΚΑ εργασιακή απασχόληση του Δ.Μ. συζύγου της αναιρεσίβλητης, κατά την χρονική περίοδο από 1-11-1975 έως 11-7-1977 και συνακόλουθα, η 67/Συν.15/13-4-1982 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του Περιφ. Υποκ/τος Τρίπολης του ΙΚΑ κατά το αυτό κεφάλαιο και προσδιορίστηκαν σε 509 οι υποκείμενες στην ασφάλιση του ΙΚΑ ημέρες εργασίας που πραγματοποίησε ο σύζυγος της αναιρεσίβλητης στο Δήμο Λεωνιδίου Κυνουρίας. Με την πρωτόδικη απόφαση είχε απορριφθεί η προσφυγή της αναιρεσίβλητης.



3. Επειδή, το Άρθρο 18 του Κανονισμού Ασφαλίσεως του ΙΚΑ (Απόφαση Υπουργού Εργασίας 55575/18-11-1965, ΦΕΚ 816 τ. Β΄), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την 21/21/320/11-2-1975 απόφαση του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών (ΦΕΚ 200 τ. Β΄), ορίζει τα εξής:



«1. Εάν δια την παροχήν της εργασίας συνεφωνήθη η καταβολή μηνιαίου μισθού ως ημερήσιος μισθός του ησφαλισμένου λογίζεται το εικοστόν πέμπτον του μηνιαίου μισθού, εκτός εάν ο ησφαλισμένος δεν απησχολήθη καθ' όλον τον μήνα και δεν εδικαιούτο δια τας ημέρας καθ' ας δεν ειργάσθη μισθού, οπότε ο αριθμός είκοσι πέντε (25) μειούται κατά τον αριθμό των ημερών δι' ας δεν κατεβλήθη μισθός... 2. Εάν δια την παροχήν της εργασίας συνεφωνήθη η καταβολή αποδοχών υπολογιζομένων καθ' ημέραν, εβδομάδαν, δεκαήμερον, εικοσαήμερον κ.λπ. ο ημερήσιος μισθός του ησφαλισμένου εξευρίσκεται διαιρουμένου του λαμβανομένου παρ' αυτού δι' εκάστην μισθοδοτικήν περίοδον ποσού δια του αριθμού των ημερών καθ' ας παρέσχεν ούτος εργασίαν ή δι' ας δικαιούται αποδοχών εν όλω ή εν μέρει. 3. Εάν εις τας ως άνω περιπτώσεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου ο εξευρισκόμενος ημερήσιος μισθός υπολείπεται του τεκμαρτού ημερομισθίου (Τ.Η.) της εκάστοτε ισχυούσης πρώτης (1) ασφαλιστικής κλάσεως λόγω παροχής εργασίας καθ' ημέραν επί χρόνον ελάσσονα του 1/2 του νομίμου ωραρίου πλήρους απασχολήσεως του ισχύοντος δι' εκάστην κατηγορίαν απασχολουμένων, αι εν ασφαλίσει ημέραι εργασίας κατά μήνα εξευρίσκονται δια της διαιρέσεως του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών τούτων δια του ποσού του εκάστοτε ισχύοντος τεκμαρτού ημερομισθίου της πρώτης ασφαλιστικής κλάσεως. Το τυχόν προκύπτον εκ της διαιρέσεως κλάσμα θεωρείται πλήρης ημέρα εργασίας δι' ην ο ησφαλισμένος και ο εργοδότης υποχρεούται εις την καταβολήν της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κλάσεως. 4. ...».



Από τις διατάξεις του Κανονισμού Ασφαλίσεως του ΙΚΑ προκύπτει ότι για να γίνει ο υπολογισμός των υπαγόμενων στην ασφάλιση του ΙΚΑ ημερών εργασίας με τον ειδικό τρόπο που προβλέπεται στην παρ. 3 του Άρθρου 18 αυτού, πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: α) ο ημερήσιος μισθός που εξευρίσκεται σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του ίδιου άρθρου να υπολείπεται του τεκμαρτού ημερομισθίου της εκάστοτε ισχύουσας πρώτης (1) ασφαλιστικής κλάσης και β) τούτο να οφείλεται στην παροχή καθημερινής εργασίας επί χρόνο μικρότερο του μισού του νόμιμου ωραρίου πλήρους απασχόλησης που ισχύει για κάθε κατηγορία απασχολούμενων.



Συνεπώς, εάν η καθημερινή αυτή εργασία παρέχεται επί χρόνο ίσο με το μισό ή μεγαλύτερο από το μισό του πιο πάνω ωραρίου, για την εξεύρεση των ημερών εργασίας που υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 3 του Άρθρου 18 του πιο πάνω Κανονισμού.



4. Επειδή, με την προσβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα εξής: Ο Δ.Μ., σύζυγος της αναιρεσίβλητης, απασχολήθηκε ως ημερομίσθιος εργάτης-οδοκαθαριστής στο Δήμο Λεωνιδίου, από 1-1-1972 έως την 11-7-1977, ημερομηνία του θανάτου του, προσληφθείς με αποφάσεις του Δημάρχου Λεωνιδίου. Κατόπιν ελέγχου που διενήργησε στο Δήμο Λεωνιδίου Κυνουρίας, στις 22-1-1976, το ελεγκτικό όργανο Π.Σ. που υπηρετούσε στο Υποκ/μα Τρίπολης του ΙΚΑ, εκδόθηκε η 39/1976 πράξη επιβολής εισφορών (Π.Ε.Ε.) σε βάρος του αναφερόμενου Δήμου, με την οποία του επιβλήθηκαν εισφορές συνολικού ποσού 137.647 δραχμών για την ασφαλιστική τακτοποίηση των αναφερόμενων στην πράξη αυτή προσώπων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και ο Δ.Μ. για 850 ημέρες εργασίας της χρονικής περιόδου 1-1-1972 έως 31-10-1975, που δεν είχε ασφαλισθεί.



Κατά της αναφερόμενης Π.Ε.Ε. ο Δήμος Λεωνιδίου άσκησε, στις 20-11-1976, ένσταση, η οποία με την 35/Συν.15/16-2-1978 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του Περιφ. Υπ/τος Τρίπολης του ΙΚΑ έγινε εν μέρει δεκτή και, εφόσον αφορά ειδικότερα τον Δ.Μ. (που ήδη είχε αποβιώσει), οι ημέρες εργασίας του στο Δήμο Λεωνιδίου, που είχε πραγματοποιήσει το χρονικό διάστημα από 1-1-1972 έως 31-10-1975, από 850 ημέρες εργασίας περιορίστηκαν σε 685. Τόσο το ΙΚΑ όσο και ο Δήμος Λεωνιδίου, δεν άσκησαν προσφυγή κατά της πιο πάνω απόφασης της Τ.Δ.Ε.



Στη συνέχεια η αναιρεσίβλητη με τις 249/21-3-1978 και 227/29-3-1980 αιτήσεις-επιστολές της προς το Τοπικό Παράρτημα Άστρους του ΙΚΑ ζήτησε να επικολληθούν και τα υπόλοιπα ένσημα στο βιβλιάριο του συζύγου της. Τα ένσημα αυτά αφορούσαν το χρονικό διάστημα από 1-1-1972 έως 11-7-1977 και δεν είχαν επικολληθεί από τον Δήμο Άστρους, στον οποίον, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, ο σύζυγός της εργάσθηκε συνεχώς ως οδοκαθαριστής.



Ο Διευθυντής του Περιφ. Υπ/τος Τρίπολης του ΙΚΑ εξέδωσε την 1001/10-2-1982 απόφασή του, με την οποία αποφάνθηκε ότι: α) κατά την περίοδο από 1-1-1972 έως 31-10-1975 ο σύζυγός της πραγματοποίησε συνολικώς 685 ημέρες εργασίας στο Δήμο Λεωνιδίου, τόσες ακριβώς όσες είχαν καθορισθεί με την 35/15/16-2-1978 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του Υπ/τος, η οποία είχε καταστεί οριστική και β) κατά την επόμενη περίοδο απασχόλησης του συζύγου της στον ίδιο εργοδότη, δηλαδή από 1-11-1975 έως 11-7-1977, πραγματοποίησε συνολικά 286 ημέρες εργασίας, αναλυόμενες κατά έτη σε 28 το 1975, 168 το 1976 και 90 το 1977 για τις οποίες τον είχε ασφαλίσει ο εργοδότης (Δήμος Λεωνιδίου) με αγορά ενσήμων.



Ένσταση της αναιρεσίβλητης κατά της ως άνω απόφασης του Διευθυντή απορρίφθηκε με την 67/Συν.15/13-4-1982 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του Περιφ. Υπ/τος Τρίπολης του ΙΚΑ. Προσφυγή της αναιρεσίβλητης κατά της απόφασης της Τ.Δ.Ε. έγινε εν μέρει δεκτή με την 248/1982 απόφαση του Διοικ. Πρωτ. Τρίπολης και προσδιορίστηκαν οι ημέρες εργασίας του συζύγου της αναιρεσίβλητης σε 504 για το χρονικό διάστημα από 1-11-1975. Η πρωτόδικη αυτή απόφαση όμως αναιρέθηκε με την 4558/1986 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας λόγω μη νομίμου συνθέσεως του δικάσαντος δικαστηρίου.



Ακολούθως το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε την 202/1987 απόφασή του με την οποία απέρριψε την προσφυγή της αναιρεσίβλητης. Συγκεκριμένα, το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι για τη χρονική περίοδο από 1-1-1972 έως 31-10-1975 οι ημέρες εργασίας του συζύγου της αναιρεσίβλητης είχαν προσδιορισθεί οριστικώς σε 685 με την απόφαση 35/1978 της Τ.Δ.Ε. και για το χρονικό διάστημα από 1-11-1975 έως 11-7-1977 ο ασφαλισμένος Δ.Μ. είχε εργαστεί με μειωμένο ωράριο, ενόψει του είδους της εργασίας του και του ημερομισθίου του, το οποίο ανερχόταν στο ποσό των 220.290 δραχμών.



Η πρωτόδικη αυτή απόφαση αναιρέθηκε με την 3400/1990 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι η απόφαση αυτή είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη και κατά τα δύο σκέλη της και, ειδικότερα: α) καθόσον αφορά τις ημέρες εργασίας της περιόδου από 1-1-1972 έως 31-10-1975, διότι δεν αιτιολογείται επαρκώς με ποιο τρόπο η κρίση της Τ.Δ.Ε., η οποία έγινε με την 35/1978 απόφασή της, κατέστη οριστική και απρόσβλητη γα την αναιρεσίβλητη, ενόψει της ασάφειας και αντίφασης της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ενώ δέχθηκε ότι κατά της 39/1976 Π.Ε.Ε. άσκησε ένσταση η ίδια η αναιρεσίβλητη, γενομένη «μερικά δεκτή», ακολύθως δέχθηκε ότι μειώθηκαν τα αναγνωρισθέντα ημερομίσθια από 850 σε 685 και β) καθόσον αφορά την περίοδο από 1-1-1975 έως 11-7-1977, διότι το είδος της εργασίας του ασφαλισμένου και το ύψος των ημερομισθίων του, στα οποία και μόνον στηρίχθηκε η κρίση του Διοικ. Πρωτοδικείου δεν δικαιολογούν επαρκώς την κρίση του, ενόψει και των διατάξεων του νόμου περί παροχής εργασίας με μειωμένο ωράριο.



Μετά την αναιρετική αυτή απόφαση, το Διοικ. Πρωτοδικείο Τρίπολης, με την 53/1995 απόφασή του, απέρριψε την προσφυγή. Έφεση της αναιρεσίβλητης κατά της πρωτόδικης απόφασης έγινε εν μέρει δεκτή με την προσβαλλόμενη απόφαση και μεταρρυθμίστηκε η πρωτόδικη απόφαση, κατά το κεφάλαιό της που αναφέρεται στην ασφαλιστέα στο ΙΚΑ εργασιακή απασχόληση του Δ.Μ. κατά τη χρονική περίοδο από 1-11-1975 έως 11-7-1977 καθώς και η 67/Συν.15/13-4-1982 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του Περιφ. Υπ/τος Τρίπολης του ΙΚΑ, κατά το αυτό κεφάλαιο. Περαιτέρω με την προσβαλλόμενη απόφαση προσδιορίστηκαν οι υποκείμενες στην ασφάλιση του ΙΚΑ ημέρες εργασίας που πραγματοποίησε ο παραπάνω ασφαλισμένος στο Δήμο Λεωνιδίου κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα σε 509.



Ειδικότερα το Διοικητικό Εφετείο, όσον αφορά το χρονικό διάστημα από 1-1-1972 έως 31-10-1975, έκρινε ότι οι ημέρες εργασίας του συζύγου της αναιρεσίβλητης στο Δήμο Λεωνιδίου ως εργάτη οδοκαθαριστή ορθώς προσδιορίστηκαν σε 685, αφού η 35/Συν.15/16-2-1978 απόφαση της Τ.Δ.Ε. είχε καταστεί οριστική. Περαιτέρω, όσον αφορά το χρονικό διάστημα από 1-11-1975 έως 11-7-1977, το Διοικ. Εφετείο έλαβε υπόψη ότι η επί 25 ημέρες κατά μήνα απασχόληση του Δ.Μ. ως εργάτη-οδοκαθαριστή στο Δήμο Λεωνιδίου δεν αμφισβητείται από τα ασφαλιστικά όργανα του ΙΚΑ και από το Δήμο Λεωνιδίου και ότι ο καθορισμός των κατά μήνα ημερών εργασίας που υπόκεινται στην ασφάλιση του ΙΚΑ σε 14 (και για όλο το χρονικό διάστημα αυτό σε 286) έγινε με πεποίθηση των ασφαλιστικών οργάνων του ΙΚΑ ότι στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν για τον Δ.Μ. οι νόμιμες και πραγματικές προϋποθέσεις εφαρμογής (για την εξεύρεση των ασφαλιστέων στο ΙΚΑ ημερών εργασίας του αναφερόμενου χρονικού διαστήματος) της ειδικής μεθόδου που προβλέπει η διάταξη της παρ. 3 του Άρθρου 18 του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ, αφενός μεν γιατί ο ημερήσιος μισθός του ασφαλισμένου αυτού υπολείπεται του τεκμαρτού ημερομισθίου της εκάστοτε ισχύουσας πρώτης (1) ασφαλιστικής κλάσης, αφετέρου δε γιατί ο ασφαλισμένος αυτός παρείχε κατά τις ημέρες εργασίας του 4ωρη καθημερινή εργασία (δηλαδή εργασία ίση με το μισό του ισχύοντος νόμιμου οκταώρου ημερήσιας απασχόλησης).



Με τα δεδομένα αυτά το Διοικ. Εφετείο έκρινε ότι η ερμηνεία αυτή των διατάξεων της παρ. 3 του Άρθρου 18 (όπως ισχύει) του πιο πάνω Κανονισμού είναι εσφαλμένη. Και αυτό γιατί, κατά την έννοια της πιο πάνω διάταξης, εάν ο χρόνος της ημερήσιας απασχόλησης ισούται με το μισό και άνω μέχρι τη συμπλήρωση του νόμιμου ωραρίου πλήρους απασχόλησης, που ισχύει για τη συγκεκριμένη κατηγορία απασχολουμένων, η κάθε ημέρα απασχόλησης θεωρείται υπαγόμενη στην ασφάλιση του ΙΚΑ και δεν χωρεί εφαρμογή της ειδικής μεθόδου εξεύρεσης των ασφαλιστέων ημερών εργασίας που προβλέπει η παρ. 3 του Άρθρου 1 του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ (όπως ισχύει), η οποία προϋποθέτει ημερήσια εργασία, η οποία υπολείπεται του μισού χωρίς να φθάνει αυτό.



Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, που όπως δέχονται το πρωτόδικο δικαστήριο, τα ασφαλιστικά όργανα του ΙΚΑ και ο Δήμος Λεωνιδίου, ο Δ.Μ. εργαζόταν ως εργάτης-οδοκαθαριστής στο Δήμο Λεωνιδίου καθημερινώς πλην των κατά νόμο εξαιρετέων ημερών, όλο το χρονικό διάστημα από 1-11-1975 έως 11-7-1977, επί 4ωρης καθημερινής βάσης (η οποία αντιστοιχεί ακριβώς στο μισό του νόμιμου, προβλεπόμενου, οκτάωρου, πλήρους καθημερινής εργασίας), το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι έπρεπε να μην εφαρμοσθεί η ειδική μέθοδος της πιο πάνω αναφερόμενης παραγράφου και να αναγνωρισθούν, στον ασφαλισμένο αυτόν, ως πραγματοποιηθείσες, εντός του χρονικού διαστήματος από 1-11-1975 έως 11-7-1977, στην ασφάλιση του ΙΚΑ 509 (25 ημέρες εργασίας που πραγματοποίησε τον κάθε παρεμβαλλόμενο μήνα Χ 30 μήνες = 500 ημ. Εργασίας + 9 ημ. Εργασίας του χρονικού υποδιαστήματος 1-11/7/1977 = 509) ημέρες εργασίας.



5. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι το Διοικ. Εφετείο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφήρμοσε τη διάταξη του Άρθρου 18 παρ. 3 του Κανονισμού Ασφάλισης του ΙΚΑ. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, κατά τα ήδη εκτεθέντα στην τρίτη σκέψη, για την εφαρμογή της πιο πάνω διάταξης απαιτείται παροχή καθημερινής εργασίας επί χρόνο μικρότερο του μισού του νομίμου ωραρίου πλήρους απασχόλησης, προϋπόθεση η οποία δεν συντρέχει εν προκειμένω, αφού ο σύζυγος της αναιρεσίβλητης, όπως βεβαιώνεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, εργαζόταν 4 ώρες ημερησίως. Εξάλλου, ο λόγος αναιρέσεως ότι εσφαλμένως εστάθμισε το δικάσαν δικαστήριο τα ενώπιον αυτού στοιχεία είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι πλήσσει την ανέλεγκτη περί πραγμάτων εκτίμηση των αποδείξεων από το δικαστήριο της ουσίας.



6. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση.







Copyright 2012 ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ Επιμέλεια: Σπύρος Νιάρχος



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου