Σελίδες

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

«Μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και την ενίσχυση της απασχόλησης: κίνητρα για την ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και έκτακτες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων»


«Μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και την ενίσχυση της απασχόλησης: κίνητρα για την ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και έκτακτες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Άρθρο 1
Θεσπιζόμενα μέτρα
Με τον παρόντα νόμο θεσπίζονται έκτακτα προσωρινά μέτρα για την ελάφρυνση του ιδιωτικού χρέους, ειδικότερα οφειλών βιώσιμων μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς χρηματοδοτικά ιδρύματα, το δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης (ΦΚΑ), καθώς και έκτακτες διαδικασίες για την εξυγίανση ή εκκαθάριση εν λειτουργία υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων.  Ειδικότερα, θεσπίζονται: α)  η ελάφρυνση και ο διακανονισμός χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών προς το Δημόσιο και ΦΚΑ που προβαίνουν σε ρύθμιση οφειλών τους προς χρηματοδοτικά ιδρύματα, β) έκτακτη διαδικασία ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών) και γ) έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης.  Προβλέπονται επίσης η παροχή κινήτρων για την συμμετοχή του οφειλέτη σε πρόγραμμα ρύθμισης των οφειλών προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, η παροχή φορολογικών κινήτρων προς τα χρηματοδοτικά ιδρύματα που προβαίνουν σε ρυθμίσεις χρεών καθώς και η σύσταση επιτροπής παρακολούθησης και συντονισμού της υλοποίησης των θεσπιζομένων μέτρων με στόχο την ταχεία και αποτελεσματική εφαρμογή τους.  Η εφαρμογή των θεσπιζομένων μέτρων από τα πιστωτικά ιδρύματα γίνεται, τέλος, εν όψει των διατάξεων του Κώδικα Δεοντολογίας που θέσπισε η Τράπεζα της Ελλάδος για τη ρύθμιση χρεών ιδιωτών και επιχειρήσεων σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις του ν. 4224/2013.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Άρθρο 2
Ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών
1.    Για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου,
α.     ως «μικρές επιχειρήσεις» νοούνται επιχειρήσεις που κατά την χρήση που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2013 είχαν κύκλο εργασιών έως Ευρώ 2.500.000,
β.     ως «επαγγελματίες» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αναπτύσσουν επαγγελματική δραστηριότητα η άσκηση της οποίας προϋποθέτει την εγγραφή του προσώπου σε ειδικό μητρώο και που κατά την χρήση που έληξε την 31η Δεκεμβρίου 2013 είχαν κύκλο εργασιών μέχρι Ευρώ 2.500.000,
γ.     ως «επιλέξιμοι οφειλέτες» νοούνται μικρές επιχειρήσεις και επαγγελματίες, που πληρούν σωρευτικώς τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
1)                δεν έχουν υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στις διατάξεις του Ν.3869/2010 ή έχουν εγκύρως παραιτηθεί από αυτήν,
2)                δεν έχουν λυθεί ούτε παύσει τις εργασίες τους και, εφόσον έχουν πτωχευτική ικανότητα,
3)                δεν έχει υποβληθεί αίτηση υπαγωγής τους σε οποιαδήποτε από τις διαδικασίες του Πτωχευτικού Κώδικα ή έχει υπάρξει έγκυρη παραίτηση από σχετική αίτηση, και
4)                δεν έχουν καταδικαστεί τελεσιδίκως για φοροδιαφυγή ή απάτη σε βάρος του Δημοσίου,
δ.     ως «συνοφειλέτης» νοείται κάθε πρόσωπο που ευθύνεται εις ολόκληρον με τον οφειλέτη, εκ του νόμου ή ως αποτέλεσμα δικαιοπραξίας, συμπεριλαμβανομένου και κάθε εγγυητή ως προς τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την εγγύηση, για την ομαλή εξόφληση των οφειλών του οφειλέτη προς το χρηματοδοτικό ίδρυμα,
ε.     ως «καθαρή περιουσιακή θέση» νοείται η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται στην βεβαίωση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, μείον το σύνολο των οφειλών του οφειλέτη προς κάθε πρόσωπο εκτός από το χρηματοδοτικό ίδρυμα στο οποίο απευθύνεται η βεβαίωση και των οφειλών κάθε συνοφειλέτη προς οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένου και του χρηματοδοτικού ιδρύματος στο οποίο απευθύνεται η βεβαίωση, για τις οποίες έχει συσταθεί προσημείωση υποθήκης ή υποθήκη ή ενέχυρο ή εξασφαλιστική εκχώρηση ή έχει παραχωρηθεί χάριν εξασφάλισης δικαίωμα συμψηφισμού επί περιουσιακού στοιχείου που περιλαμβάνεται στην βεβαίωση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου,
στ.   ως «χρηματοδοτικό ίδρυμα» νοείται κάθε τράπεζα, κάθε εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης και κάθε εταιρία πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων, εξαιρουμένων των υπό εκκαθάριση πιστωτικών ιδρυμάτων.
2.    Επιλέξιμες διαγραφές είναι διαγραφές απαιτήσεων ως προς κεφάλαιο και τόκο:
α. κατά επιλέξιμων οφειλετών, εφόσον τα πρόσωπα αυτά την 30η Ιουνίου 2014:
1)                Είχαν προς το χρηματοδοτικό ίδρυμα οφειλή σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90     ημερών, ή επίδικη ή ρυθμισμένη, ή
2)                δεν είχαν φορολογική ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών ή είχαν ενημερότητα λόγω ρύθμισης, ή
3)                δεν είχαν ασφαλιστική ενημερότητα λόγω ληξιπρόθεσμων οφειλών ή είχαν ενημερότητα λόγω ρύθμισης,
β. αφορούν μία ή περισσότερες πιστώσεις του χρηματοδοτικού ιδρύματος προς τον οφειλέτη, για τις οποίες το χρηματοδοτικό ίδρυμα έχει σχηματίσει σχετική πρόσθετη ειδική πρόβλεψη μέχρι τις 31.12.2014.
γ.  αφορούν μία ή περισσότερες πιστώσεις του χρηματοδοτικού ιδρύματος προς τον οφειλέτη και συνολικά ανά επιλέξιμο οφειλέτη δεν υπερβαίνουν το ποσό των Ευρώ 500.000,
δ.  ισούνται τουλάχιστον προς :
(1) το 50% των συνολικών απαιτήσεων του χρηματοδοτικού ιδρύματος κατά του οφειλέτη όπως αποτυπώνονται στα βιβλία του χρηματοδοτικού ιδρύματος την [ημερομηνία έγκρισης από το χρηματοδοτικό ίδρυμα της διαγραφής] ή, εφόσον είναι μικρότερο,
(2) του ποσού που απαιτείται έτσι ώστε μετά την διαγραφή το υπόλοιπο της απαίτησης του χρηματοδοτικού ιδρύματος κατά του οφειλέτη να μην υπερβαίνει το 75% της καθαρής περιουσιακής θέσης του οφειλέτη και των συνοφειλετών του σύμφωνα με τη βεβαίωση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου,
ε.  περιλαμβάνουν τον περιορισμό των δικαιωμάτων των πιστωτών κατά των συνοφειλετών του οφειλέτη, καθώς και τα περιουσιακά δικαιώματά τους σε περιουσιακά αντικείμενα του οφειλέτη ή τρίτων, στο ίδιο ποσό με την απαίτηση τους κατά του οφειλέτη όπως αυτή διαμορφώνεται με τη επιλέξιμη διαγραφή, και
στ. έχουν συντελεσθεί το αργότερο μέχρι την 30 Ιουνίου 2016.
3.    Για την παροχή επιλέξιμης διαγραφής από χρηματοδοτικό ίδρυμα απαιτείται η υποβολή αίτησης και βεβαίωσης με το περιεχόμενο που προσδιορίζεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. 
4.    Η συνδρομή των προϋποθέσεων που τον καθιστούν επιλέξιμο οφειλέτη καθώς και η καθαρή περιουσιακή θέση του αποτυπώνονται από τον οφειλέτη σε βεβαίωση που υπογράφεται από τον οφειλέτη και κάθε συνοφειλέτη του.  Ως αξία των δηλουμένων ακινήτων λαμβάνεται σε κάθε περίπτωση η αντικειμενική αξία ή άλλη αξία που τίθεται]σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες φορολογικές διατάξεις.  Στην  ίδια βεβαίωση ο οφειλέτης παρέχει πλήρη στοιχεία τυχόν ομοειδούς επιχείρησης με έναρξη λειτουργίας μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2010 την οποία ασκεί συγγενής πρώτου βαθμού ή σύζυγος του οφειλέτη (επί νομικών προσώπων ελέγχεται η σχέση με τον ομόρρυθμο εταίρο ή τον ελέγχοντα εταίρο, μεριδιούχο ή μέτοχο, κατά περίπτωση) καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων που τυχόν μεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη από την 1η Ιανουαρίου 2010 και εφεξής. Η βεβαίωση αυτή καθώς και η βεβαίωση της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου επέχουν τη θέση βεβαιωτικού όρκου, κατά την έννοια του άρθρου 861 του Κ.Πολ.Δ.  Σε περίπτωση ψευδορκίας, επιβάλλεται η προβλεπόμενη ποινή και πρόσθετη χρηματική ποινή ίση προς το εξαπλάσιο των συνολικών διαγραφών που έλαβε ο οφειλέτης  σε συνέπεια της επιλέξιμης ρύθμισης. 
5.    Το χρηματοδοτικό ίδρυμα παρέχει την αιτούμενη διαγραφή και ρύθμιση κατά τη διακριτική του ευχέρεια σύμφωνα με κριτήρια το οποία επιλέγει για την αξιολόγηση της ικανότητας του αιτούμενου την διαγραφή να αντεπεξέλθει στις ρυθμισθείσες υποχρεώσεις.  Σε άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας το χρηματοδοτικό ίδρυμα μπορεί να παράσχει διαγραφή ή / και ρύθμιση υπό διαφορετικούς όρους από τους περιλαμβανόμενους στην αίτηση ή και να αρνηθεί συνολικά τη διαγραφή ή / και ρύθμιση.
6.    Εφόσον πρόσωπο υπαγόμενο σε ρύθμιση σύμφωνα με τα άρθρα [  ]  ή [  ] του παρόντα νόμου προσκομίσει βεβαίωση χρηματοδοτικού ιδρύματος ότι έχει λάβει από χρηματοδοτικό ίδρυμα επιλέξιμη διαγραφή κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, δικαιούται να υπαχθεί σε πρόγραμμα εξυπηρέτησης της ληξιπρόθεσμης οφειλής του σε 100 μηνιαίες δόσεις και να λάβει πρόσθετη διαγραφή των προσαυξήσεων και προστίμων που το βαρύνουν ίση προς 20%  Το διαγραφόμενο ποσό θα αφαιρεθεί από τις οφειλόμενες δόσεις σε αντίστροφη χρονική σειρά μέχρις ολικού συμψηφισμού του και υπό την προϋπόθεση της ολοσχερούς εξυπηρέτησης του ποσού της οφειλομένης κυρίας οφειλής και των επ’ αυτής λογιζομένων τόκων καθώς και των υποχρεώσεων του ως προς τις ρυθμισθείσες από το χρηματοδοτικό ίδρυμα οφειλές.  Σε περίπτωση που το ανωτέρω πρόσωπο κατά το χρόνο που προσκομίζει την βεβαίωση έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο με πρόγραμμα εξόφλησης διαφορετικής διάρκειας από το εδώ προβλεπόμενο, και επιλέγει να ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που του παρέχει η παρούσα διάταξη, τότε με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας ή φορέα, κατά περίπτωση, υπολογίζεται εκ νέου η παρεχόμενη διαγραφή έτσι ώστε ως ποσοστό επί του συνολικού ποσού προσαυξήσεων και προστίμων (και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η με το παρόν παρεχόμενη πρόσθετη διαγραφή) να αντιστοιχεί στην δια το παρόντος νόμου παρεχόμενη για την εξόφληση της ρυθμισθείσας οφειλής σε 100 δόσεις.
7.            Η μη προσήκουσα εκπλήρωση από τον οφειλέτη των όρων ρύθμισης σύμφωνα με το παρόν άρθρο (από χρηματοδοτικό ίδρυμα ή δημόσια αρχή ή φορέα, κατά περίπτωση) για χρονικό διάστημα αθροιστικά μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών ως προς οποιαδήποτε από τις ρυθμισθείσες οφειλές, προκαλεί αυτοδικαίως την αναβίωση των ρυθμισθεισών οφειλών του σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου (μείον τυχόν καταβολές που έχουν γίνει στο πλαίσιο των ρυθμίσεων), οι οποίες καθίστανται στο σύνολό τους ληξιπρόθεσμες και απαιτητές, την ανατροπή των συνεπειών παροχής ρύθμισης της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, καθώς και την επέλευση των συνεπειών της παραγράφου 11 του άρθρου … (Ρύθμιση φορολογικών οφειλών) και της παραγράφου 12 του άρθρου … (Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας – Ρύθμιση οφειλών προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης) του παρόντος νόμου (υπ’ αρ. 1946/132/23.10.2014 προσθήκη – τροπολογία).
8.    Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ορίζεται η ειδικότερη μορφή και το περιεχόμενο της αίτησης της παραγράφου 3 και της βεβαίωσης της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, της βεβαίωσης της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, καθώς και το περιεχόμενο και η διαδικασία ενημέρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών ως προς οφειλέτες που αιτούνται ρύθμιση απαιτήσεων χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, αρχών και φορέων των οποίων οι απαιτήσεις ρυθμίζονται σύμφωνα με το παρόν, η παροχή άδειας από οφειλέτες για κοινοποίηση δεδομένων τους, καθώς και κάθε άλλο ειδικό θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την υλοποίηση των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
9.    Το ποσό το οποίο ωφελείται οφειλέτης από τη διαγραφή υποχρεώσεών του σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν αποτελεί φορολογητέο εισόδημα ούτε κτήση περιουσίας αιτία δωρεάς και επομένως, εξαιρείται από τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) καθώς και από τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών (ν. 2961/2001).
10. Τα φορολογικά ευεργετήματα του άρθρου 19 του παρόντος νόμου παρέχονται αποκλειστικά σε χρηματοδοτικά ιδρύματα που λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα και παρέχουν επιλέξιμες διαγραφές.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Έκτακτη διαδικασία ρύθμισης υποχρεώσεων εμπόρων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών)

Άρθρο 3
Υπαγωγή στην έκτακτη διαδικασία ρύθμισης υποχρεώσεων εμπόρων (με δεσμευτική δύναμη για το σύνολο των πιστωτών)
1.    Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν. 3588/2007), το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων των οφειλετών του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, δύναται να αιτείται τη ρύθμιση των υποχρεώσεών του κατά το παρόν άρθρο, εφόσον στη ρύθμιση αυτή συναινούν πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον 50,1% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται τουλάχιστον 50,1% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με άλλης μορφής εξασφαλιστική συμφωνία ως προς περιουσιακό στοιχείο (ενδεικτικά ενέχυρο απαίτησης, εξασφαλιστική εκχώρηση απαίτησης, πλασματικό ενέχυρο) ή προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον δύο χρηματοδοτικών ιδρυμάτων, κατά την έννοια του εδαφίου στ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, μεταξύ αυτών προς τα οποία οι υποχρεώσεις του οφειλέτη αντιπροσωπεύουν περισσότερο του 20% των συνολικών του υποχρεώσεων (όπως αυτές προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου).
2.    Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να αιτούνται την υπαγωγή στις διαδικασίες του παρόντος νόμου μέχρι τις 30.6.2016.
3.    Η συναίνεση των πιστωτών κατά την παρ. 1 αποτυπώνεται σε συμφωνία ρύθμισης, η οποία υποβάλλεται μαζί με την αίτηση του οφειλέτη. H συμφωνία ρύθμισης δύναται να προβλέπει μέτρα για την αναδιάρθρωση του δανεισμού, όπως μείωση απαιτήσεων, παράταση του χρόνου αποπληρωμής αυτών, μετοχοποίηση των απαιτήσεων ή κάθε άλλο πρόσφορο μέσο.  Δεν επιτρέπεται με οποιοδήποτε τρόπο η πρόβλεψη στην συμφωνία μείωσης ή αναδιάρθρωσης των απαιτήσεων πιστωτών που ρυθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 περ. δ ή το άρθρο 5 παράγραφος 2, και εφόσον κατά παράβαση των ανωτέρω υφίσταται παρόμοια πρόβλεψη δεν παράγει οποιαδήποτε αποτελέσματα.
4.    Για τις ανάγκες του παρόντος ως πιστωτές νοούνται τα πρόσωπα των οποίων οι απαιτήσεις κατά του οφειλέτη περιλαμβάνονται στην αποτύπωση των υποχρεώσεων του οφειλέτη κατά την έννοια του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (π.δ. 1123/1980) ή σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, προκειμένου για επιχειρήσεις που καταρτίζουν οικονομικές καταστάσεις, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, ενώ περιλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις που οφείλονται συμβατικά από τον χρόνο αναφοράς της παραγράφου 5 μέχρι την συμβατική ημερομηνία λήξης των συμβάσεων εφόσον σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές δεν αποτυπώνονται στις πιο πάνω οικονομικές καταστάσεις.  Κοινοπρακτούντες και ομολογιούχοι πιστωτές συμμετέχουν στον σχηματισμό του ποσοστού συναίνεσης κατά το λόγο συμμετοχής τους στο σύνολο των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη.  Για το σχηματισμό των ποσοστών δεν συνυπολογίζονται οι πιστωτές των οποίων η απαίτηση ρυθμίζεται αυτομάτως με την αποδοχή της αίτησης βάσει του άρθρου 5 παρ. 3 και οι πιστωτές που είναι πρόσωπα συνδεδεμένα προς τον οφειλέτη κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920.
5.    Ο υπολογισμός του ποσοστού των συναινούντων πιστωτών γίνεται με βάση κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται από κάτοχο άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α’ ή Β’ Τάξεως του Ν. 2515/1997 ή ορκωτό ελεγκτή, επισυνάπτεται στη συμφωνία  ρύθμισης, με ποινή απαραδέκτου, αναφέρεται σε ημερομηνία που δεν προηγείται της ημερομηνίας  υποβολής της αίτησης της παρ. 1 στο δικαστήριο περισσότερο από τρεις μήνες και περιλαμβάνει βεβαίωση του συντάκτη ότι συντρέχει η προϋπόθεση της πλειοψηφίας της παρ. 1.
6.    Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του, και δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι αποφάσεις  του δεν υπόκεινται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο.
7.    Για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της. Στη περίπτωση νομικών προσώπων, η αίτηση υποβάλλεται από το όργανο διοίκησης ή τον εξουσιοδοτημένο από αυτό εκπρόσωπο της εταιρίας.  Ο αρμόδιος δικαστής δύναται κατά το άρθρο 748 παράγραφος 3 Κ.Πολ.Δ. να διατάξει την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών του οφειλέτη, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία της κλήτευσης.
8.    Η υποβολή της αίτησης προκαλεί την αναστολή τυχόν εκκρεμουσών αιτήσεων υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 του Πτωχευτικού Κώδικα, ή εκκρεμουσών αιτήσεων ειδικής εκκαθάρισης ή κήρυξης πτώχευσης, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των παρ. 6 και 8 του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα.
9.   Κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μέχρι την έκδοση της απόφασης του άρθρου 4 μπορούν να διατάζονται από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου τα μέτρα του άρθρου 10 του Πτωχευτικού Κώδικα κατ’ αναλογική του εφαρμογή. Η μεγίστη διάρκεια ισχύος των προληπτικών μέτρων είναι έξι (6) μήνες.  Σε περίπτωση χορήγησης αναστολής διώξεων, η αναστολή αυτή α) επεκτείνεται και σε εγγυητές ή λοιπούς συνοφειλέτες του οφειλέτη και β)επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση της  διάθεσης των ακινήτων και του εξοπλισμού της επιχείρησης του οφειλέτη.
Άρθρο 4

Απόφαση του δικαστηρίου
1.    Το δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση και ρυθμίζει τις υποχρεώσεις του οφειλέτη σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην συνυποβληθείσα με την αίτηση συμφωνία ρύθμισης, εάν οι συμβαλλόμενοι πιστωτές στη συμφωνία ρύθμισης εκπροσωπούν το απαιτούμενο ποσοστό απαιτήσεων, κατά το άρθρο 3 παρ. 1.
2.    Το δικαστήριο δύναται σε περίπτωση που δεν του έχουν προσκομιστεί όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν το βάσιμο της αίτησης, αντί της απόρριψης της αίτησης να τάξει προθεσμία για την προσκομιδή εγγράφων ή την παροχή διευκρινίσεων.
3.    Η απόφαση επί της αιτήσεως εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση.
4.    Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Τομέας Νομικών) με επιμέλεια του οφειλέτη ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον.
  1. Τριτανακοπή κατά της επικυρωτικής απόφασης δύναται να ασκηθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη πρώτη δημοσίευσή της σε ένα από τα μέσα της προηγουμένης παραγράφου. 
  2. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου το δικαστήριο δεν επικυρώνει τη συμφωνία μόνο εάν ο επανυπολογισμός του ύψους των απαιτήσεων των συναινούντων πιστωτών ανατρέπει την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 3 παρ. 1 ή εφόσον δεν έχουν συμπεριληφθεί απαιτήσεις του τριτανακόπτοντος οι οποίες εάν ληφθούν υπόψη έχουν ως αποτέλεσμα να μην τηρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 παρ.1. Στον επανυπολογισμό αυτόν προβαίνει το ίδιο το δικαστήριο.
  3. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση του οφειλέτη επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της.
8.   Για διάστημα δώδεκα 12 μηνών από την απόρριψη αίτησης του άρθρου 3 του παρόντος δεν επιτρέπεται υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης ή άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης κατά τα άρ. 100 και 106β του Πτωχευτικού Κώδικα, αντιστοίχως.
Άρθρο 5

Αποτελέσματα της αποδοχής της αίτησης

1.    Η αποδοχή της αίτησης του άρθρου 3 από το δικαστήριο επιφέρει τα ακόλουθα αποτελέσματα:
α. εφόσον το προβλέπει η συμφωνία ρύθμισης, δύνανται να αναστέλλονται οι ατομικές και  συλλογικές διώξεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη, των εγγυητών και συνοφειλετών εις ολόκληρον για ορισμένο διάστημα, έως τριών μηνών, από την αποδοχή της αίτησης,
β. για την ίδια διάρκεια αναστέλλονται οι αποκλειστικές προθεσμίες άσκησης και παραγραφής, υπό τις οποίες τελούν οι απαιτήσεις των συμβαλλόμενων πιστωτών και τα δικαιώματα των υπέρ του οφειλέτη εγγυητών και συνοφειλετών του εις ολόκληρον, καθώς και οι προθεσμίες και η άσκηση διαδικαστικών πράξεων,
γ. αναστέλλεται, για περίοδο δώδεκα (12) μηνών από την έκδοση της απόφασης που αποδέχεται την αίτηση, η λήψη κάθε μέτρου συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένης της κήρυξης πτώχευσης, σε βάρος του οφειλέτη, και
δ. εξοφλείται το οφειλόμενο στους εργαζόμενους χρέος του εδαφίου (γ) του άρθρου 154 του Πτωχευτικού Κώδικα σε 12 ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις.
2.    Οφειλέτης του οποίου οι υποχρεώσεις έχουν ρυθμισθεί βάσει συμφωνίας επικυρωμένης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, δικαιούται να υπαχθεί σε πρόγραμμα εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης σε 100 μηνιαίες δόσεις και να λάβει πρόσθετη διαγραφή των προσαυξήσεων και προστίμων που το βαρύνουν ίση προς 20%  Το διαγραφόμενο ποσό θα αφαιρεθεί από τις οφειλόμενες δόσεις σε αντίστροφη χρονική σειρά μέχρις ολικού συμψηφισμού του και υπό την προϋπόθεση της ολοσχερούς εξυπηρέτησης του ποσού της οφειλομένης κυρίας οφειλής και των επ’ αυτής λογιζομένων τόκων καθώς και των υποχρεώσεων του ως προς τις ρυθμισθείσες από το χρηματοδοτικό ίδρυμα οφειλές.  Σε περίπτωση που το ανωτέρω πρόσωπο κατά το χρόνο που προσκομίζει την βεβαίωση έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο με πρόγραμμα εξόφλησης διαφορετικής διάρκειας από το εδώ προβλεπόμενο, και επιλέγει να ασκήσει το δικαίωμα επιλογής που του παρέχει η παρούσα διάταξη, τότε με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας υπολογίζεται εκ νέου η παρεχόμενη διαγραφή έτσι ώστε ως ποσοστό επί του συνολικού ποσού προσαυξήσεων και προστίμων (και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η με το παρόν παρεχόμενη πρόσθετη διαγραφή) να αντιστοιχεί στην δια του παρόντος νόμου παρεχόμενη για την εξόφληση της ρυθμισθείσας οφειλής σε 100 δόσεις.  Το περιεχόμενο της αίτησης του φορολογουμένου καθώς και ο τρόπος επικοινωνίας με τα χρηματοδοτικά ιδρύματα ως προς την εξυπηρέτηση ρυθμισθεισών οφειλών του αιτούντα, προσδιορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας. 
3.    Σε περίπτωση που λόγω ύψους οφειλής ο οφειλέτης δεν δύναται να ρυθμίσει τις οφειλές του προς τη Φορολογική Διοίκηση ή Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων [  ]  και [  ] του παρόντος νόμου, τότε εφόσον γίνει δεκτή η αίτηση του άρθρου 3 από το δικαστήριο, ο οφειλέτης δικαιούται να αιτηθεί προς την Φορολογική Διοίκηση ή Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, την διαγραφή ποσοστού 40% επί των προσαυξήσεων, τόκων και και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής που τον βαρύνουν και στην τμηματική εξόφληση του υπολοίπου της οφειλής του σε 100 μηνιαίες δόσεις.  Η αίτηση γίνεται δεκτή εκτός εάν ληφθεί αιτιολογημένη αντίθετη απόφαση από πλευράς της αρμόδιας υπηρεσίας εντός δύο (2) μηνών από την δημοσίευση της απόφασης του άρθρου 4.  Ως νόμιμη αιτιολογία αντίθεσης συνιστά η μη επίτευξη βιωσιμότητας για την επιχείρηση λαμβανομένης υπόψη της συνολικής ρύθμισης, η διαγραφή απαιτήσεων κατά του οφειλέτη για τις οποίες υφίστανται άμεσα ρευστοποιήσιμα εξασφαλιστικά στοιχεία ή επαρκείς εγγυήσεις ή  η προφανώς διακριτική μεταχείριση μετόχων, πιστωτών ή εγγυητών.  Ως προς τις ρυθμίσεις αυτές εφαρμόζονται αναλογικά στην  περίπτωση που αφορούν οφειλές προς την Φορολογική Διοίκηση οι διατάξεις των παραγράφων 4 έως και 18 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου και στην περίπτωση που αφορούν οφειλές προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης οι διατάξεις των παραγράφων 8 έως και 17 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.
4.    Η απόφαση που αποδέχεται την αίτηση του οφειλέτη αποτελεί τίτλο εκτελεστό για τις αναλαμβανόμενες με αυτήν υποχρεώσεις.
5.    Τα δικαιώματα των πιστωτών κατά των εγγυητών και συνοφειλετών εις ολόκληρον του οφειλέτη, καθώς και τα περιουσιακά δικαιώματά τους σε περιουσιακά αντικείμενα τρίτων, περιορίζονται στο ίδιο ποσό με την απαίτηση τους κατά του οφειλέτη όπως αυτή διαμορφώνεται με τη συμφωνία ρύθμισης. Σε περίπτωση ικανοποίησης πιστωτή από εγγυητή ή συνοφειλέτη εις ολόκληρο, ο οφειλέτης ευθύνεται έναντι των τελευταίων, εάν συντρέχει δικαίωμα αναγωγής, με τον ίδιο τρόπο που ευθύνεται κατά τη συμφωνία ρύθμισης έναντι του πιστωτή που ικανοποιήθηκε από αυτούς.
6.    Τα δικαιώματα των ενεγγύων πιστωτών διατηρούνται υπέρ της απαίτησής τους όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
7.    Από τη δημοσίευση της απόφασης που δέχεται την αίτηση και για δώδεκα (12) μήνες δεν επιτρέπεται υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης ή άμεσης επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης κατά τα άρ. 100 και 106β του Πτωχευτικού Κώδικα αντιστοίχως.
8.    Η παράβαση από τον οφειλέτη όρου της συμφωνίας ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της μη καταβολής για διάστημα αθροιστικά τριών (3) μηνών δόσεων οφειλόμενων προς το δημόσιο ή ασφαλιστικό φορέα, εφόσον το ποσό υπερημερίας είναι τουλάχιστον Ευρώ 5.000, παρέχει σε κάθε άλλο πιστωτή του οποίου οι απαιτήσεις ρυθμίζονται συναινετικά ή μη από τη συμφωνία ρύθμισης το δικαίωμα καταγγελίας της ενώ αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη ως προς τις διαγραφείσες οφειλές (μείον τυχόν καταβολές που έχουν γίνει στο πλαίσιο της συμφωνίας ρύθμισης) και καθίστανται αυτοδικαίως ληξιπρόθεσμες και απαιτητές όλες οι ρυθμισθείσες οφειλές όπως έχουν διαμορφωθεί μετά την αναβίωσή τους.  Η καταγγελία από τον χρόνο καταγγελίας της συμφωνίας ρύθμισης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ανατροπή των συνεπειών της επικύρωσης της συμφωνίας ρύθμισης της παραγράφου 1.
9.   Εξαιρούνται της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, πράξεις που έλαβαν χώρα σε εκπλήρωση της συμφωνίας ρύθμισης του άρθρου 5 παρ. 3 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 6

Χρηματοδότηση της επιχείρησης
Χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών προς τον οφειλέτη, οι οποίες γίνονται από τη στιγμή υποβολής της αίτησης του άρθρου 3 και για διάστημα ενός έτους από τη δημοσίευση της απόφασης του άρθρου 4, καταλαμβάνονται από το προνόμιο του άρθρου 154 περ. α΄ του Πτωχευτικού Κώδικα. Σε περίπτωση απόρριψης από το δικαστήριο της αίτησης του άρθρου 3, το ως άνω προνόμιο καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις που παρασχέθηκαν από την υποβολή της αίτησης μέχρι την έκδοση της δικαστικής απόφασης. Το προνόμιο του παρόντος άρθρου δεν καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών από ιδιοκτήτες, εταίρους ή μετόχους ή εισφορές στο πλαίσιο αύξησης κεφαλαίου.  Το προνόμιο καταλαμβάνει χρηματοδοτήσεις ή εισφορές μέχρις ορίου που προσδιορίζεται στην υποβληθείσα συμφωνία ρύθμισης και μόνο εφόσον προσδιορίζεται τέτοιο όριο.

Άρθρο  7

Δικαίωμα αποζημίωσης πιστωτών
Πιστωτές, οι οποίοι δεν έχουν συνυπογράψει τη συμφωνία του άρθρου 3 παρ. 3 του παρόντος κεφαλαίου και των οποίων οι απαιτήσεις έχουν περιοριστεί κατά την ονομαστική τους αξία, δικαιούνται να λάβουν αποζημίωση από τον οφειλέτη για την προκληθείσα σε αυτούς ζημία, εφόσον αποδεικνύουν ότι εξ αιτίας της εφαρμογής της συμφωνίας η αξία της απαίτησής τους μειώθηκε πέραν του ποσού που ευλόγως θα ανακτούσαν (α) μέσω της θέσης της επιχείρησης σε πτωχευτική ρευστοποίηση κατά τον αυτό χρόνο ή (β) εάν η απαίτησή τους είχε δυσμενέστερη μεταχείριση από απαίτηση πιστωτή που βρίσκεται στην ίδια θέση, χωρίς να συντρέχει σπουδαίος επιχειρηματικός ή κοινωνικός λόγος διακριτικής μεταχείρισης. Σε κάθε περίπτωση, η υποβολή αποζημιωτικής αγωγής αλλά και η αποδοχή της κατά τα ανωτέρω δεν επηρεάζει την εφαρμογή της συμφωνίας ρύθμισης.  Σε περίπτωση ευδοκίμησης της αγωγής ευθύνονται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως για την αποζημίωση του ενάγοντα πιστωτή οι εγγυητές και συνοφειλέτες εις ολόκληρον της απαίτησής του, ενώ ευθύνονται συμμέτρως προς τις ρυθμισμένες απαιτήσεις τους σύμφωνα με αίτηση του άρθρου 3 παρ.1 του παρόντος κεφαλαίου, οι συνυπογράφοντες τη συμφωνία πιστωτές.  Η αποζημιωτική αγωγή ασκείται εντός δύο (2) μηνών από την πρώτη δημοσίευση της απόφασης που δέχεται την αίτηση κατά την παρα. 4 του άρθρου 4 του παρόντος.

Άρθρο  8
Φορολογικές διευκολύνσεις – περιορισμός αμοιβών
1.    Οι πράξεις κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας ρύθμισης απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των  τελών χαρτοσήμου (πλην του Φ.Π.Α.).  Ως προς τις αμοιβές για τις αυτές πράξεις ή συμβάσεις εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 134 του Πτωχευτικού Κώδικα.
2.    Ως προς τα αποτελέσματα της συμφωνίας ρύθμισης του παρόντος κεφαλαίου που έχουν γίνει δεκτές από το αρμόδιο δικαστήριο σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως και 5 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 12 του παρόντος νόμου.
3.    Στην παράγραφο 1 του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ, ν. 4172/2013) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Το ποσό το οποίο ωφελείται οφειλέτης από τη διαγραφή υποχρεώσεών του σύμφωνα με τις διατάξεις  του νόμου με τίτλο «Μέτρα κλπ.» δεν αποτελεί φορολογητέο εισόδημα κι επομένως εξαιρείται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.»
4.   Στην παράγραφο 5 του άρθρου 34 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών (ν.2961/2001) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως  εξής: «Το ποσό το οποίο ωφελείται οφειλέτης από τη διαγραφή υποχρεώσεών του σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου με τίτλο «Μέτρα κλπ.» δεν αποτελεί  κτήση περιουσίας αιτία δωρεάς κι επομένως, εξαιρείται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης

Άρθρο 9

Αίτηση υπαγωγής στην έκτακτη διαδικασία ειδικής διαχείρισης

1.            Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν. 3588/2007), το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα και βρίσκεται σε κατάσταση παύσης πληρωμών, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, δύναται να υπάγεται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση κεφαλαιουχικών εταιριών, αυτές μπορούν να υπάγονται στη διαδικασία ειδικής διαχείρισης του παρόντος άρθρου και εφόσον συντρέχει ως προς αυτές για δύο συνεχόμενες χρήσεις λόγος λύσης κατά το άρθρο 48 παρ. 1 κ.ν. 2190/1920 (αναλογικά εφαρμοζομένου στις λοιπές μορφές κεφαλαιουχικών εταιριών).
2.    Η αίτηση υποβάλλεται από πιστωτή ή πιστωτές του οφειλέτη, στους οποίους περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένα χρηματοδοτικό ίδρυμα, κατά την έννοια της παραγράφου 1 περ. στ’ του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, οι οποίοι εκπροσωπούν τουλάχιστον το 40% του συνόλου των υποχρεώσεων με βάση τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις του οφειλέτη ή / και τα στοιχεία του πιστωτή ή πιστωτών, το αργότερο μέχρι την 30η Ιουνίου 2016.
3.    Για τις ανάγκες του παρόντος ως πιστωτές νοούνται όσοι έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη κατά την έννοια του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (π. δ. 1123/1980) ή σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, προκειμένου για επιχειρήσεις που καταρτίζουν οικονομικές καταστάσεις, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, ενώ περιλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις από χρηματοδοτικές μισθώσεις που οφείλονται συμβατικά από τον ως άνω χρόνο αναφοράς μέχρι την συμβατική ημερομηνία λήξης των συμβάσεων εφόσον σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες λογιστικές αρχές δεν αποτυπώνονται στις πιο πάνω οικονομικές καταστάσεις.
4.    Ο υπολογισμός του ποσοστού των συναινούντων πιστωτών για τις ανάγκες της παραγράφου 2 γίνεται με βάση κατάσταση πιστωτών που συντάσσεται από κάτοχο άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού [Α’ ή Β’ Τάξεως του Ν. 2515/1997 ή ορκωτό ελεγκτή], επισυνάπτεται στην αίτηση της παραγράφου 1, με ποινή απαραδέκτου, αναφέρεται σε ημερομηνία που δεν προηγείται της ημερομηνίας  υποβολής της αίτησης της παρ. 1 στο δικαστήριο περισσότερο από τρεις μήνες και περιλαμβάνει βεβαίωση του συντάκτη ότι συντρέχει η προϋπόθεση της πλειοψηφίας της παρ. 2.  Κοινοπρακτούντες και ομολογιούχοι πιστωτές συμμετέχουν στον σχηματισμό του ποσοστού της παραγράφου 2 κατά το λόγο συμμετοχής τους στο σύνολο των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. 
5.    Για το παραδεκτό της αίτησης απαιτείται η ταυτόχρονη κατάθεση δήλωσης του προτεινομένου ως ειδικού διαχειριστή (φυσικού ή νομικού προσώπου) περί αποδοχής του σχετικού έργου.

Άρθρο 10

Ορισμός Ειδικού Διαχειριστή

1.    Ως ειδικός διαχειριστής ορίζεται νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο, όπως ορίζονται στο ν. 3693/2008 (Α΄ 174) ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις. Αν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο, ως ειδικός διαχειριστής δύναται να ορίζεται και ελεγκτής πτυχιούχος ανωτάτης σχολής, που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α΄ τάξεως του ν. 2515/1997 (Α΄ 154). Ειδικός διαχειριστής μπορεί να ορισθεί και σύμπραξη προσώπων εφόσον συμμετέχει σε αυτή νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο ή δικηγόρος με οικονομοτεχνικές γνώσεις ή δικηγορική εταιρία στην οποία συμμετέχει δικηγόρος με οικονομoτεχνικές γνώσεις. 
2.    Ως προς τον ειδικό διαχειριστή ισχύει το άρθρο 106ι παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα.
3.    Η διαδικασία και το λειτούργημα του ειδικού διαχειριστή παύουν εντός δώδεκα (12) μηνών από την έκδοση της απόφασης του άρθρου 11, ανεξαρτήτως της αντικατάστασης του ειδικού διαχειριστή κατά το επόμενο εδάφιο, εκτός όπου άλλως προβλέπεται στο παρόν. Αν συντρέχει σπουδαίος λόγος ή ο ειδικός διαχειριστής παραιτηθεί, μπορεί ο τελευταίος να αντικαθίσταται κατόπιν αίτησης όποιου έχει έννομο συμφέρον προς το δικαστήριο άρθρου 11 του παρόντος, που δικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η αμοιβή του ειδικού διαχειριστή συμφωνείται μεταξύ του ειδικού διαχειριστή και των αιτούντων πιστωτών και καταβάλλεται από αυτούς, οπότε θα έχει εφαρμογή το προνόμιο του άρθρου 154 περ. α του Πτωχευτικού Κώδικα. Σε περίπτωση που θα συμφωνηθεί και αμοιβή επιτυχίας επί του προϊόντος της ειδικής διαχείρισης τότε αυτή εισπράττεται ως έξοδο διαχείρισης πριν τη διανομή στους πιστωτές. 
4.    Ο ειδικός διαχειριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια. Ο ειδικός διαχειριστής και, αν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, οι εκπρόσωποί του, δεν προσωποκρατούνται ούτε υπέχουν οποιαδήποτε αστική, ποινική ή άλλη ευθύνη για χρέη της υπό ειδική διαχείριση εταιρίας, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής τους και τον χρόνο στον οποίο ανάγονται.  Το λειτούργημα του ειδικού διαχειριστή δεν συνιστά ελεγκτική εργασία.

Άρθρο 11

Εκδίκαση της αίτησης

1.    Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του, και δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι αποφάσεις  του δεν υπόκεινται σε τακτικά ή έκτακτα ένδικα μέσα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.
2.    Για τη συζήτηση της αίτησης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της. Στη περίπτωση νομικών προσώπων εφαρμόζεται το άρθρο 96 παρ. 2 εδάφιο β΄ του Πτωχευτικού Κώδικα. Ο αρμόδιος δικαστής δύναται κατά το άρθρο 748 παράγραφος 3 Κ.Πολ.Δ. να διατάξει την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών του οφειλέτη, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία της κλήτευσης.
3.    Κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μέχρι την έκδοση της απόφασης του άρθρου 12 μπορούν να διατάζονται από τον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου τα μέτρα του άρθρου 10 του Πτωχευτικού Κώδικα κατ’ αναλογική του εφαρμογή. Σε περίπτωση χορήγησης αναστολής διώξεων, η αναστολή αυτή α) επεκτείνεται και σε εγγυητές ή λοιπούς συνοφειλέτες του οφειλέτη και β)επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση της  διάθεσης των ακινήτων και του εξοπλισμού της επιχείρησης του οφειλέτη.
4.    Η αίτηση του άρθρου 9 μαζί με την πράξη ορισμού δικασίμου κοινοποιείται στην επιχείρηση και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Τομέας Νομικών) δέκα (10) εργάσιμες ημέρες πριν τη δικάσιμο, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται η ημέρα της επίδοσης και της δικασίμου. Κύριες παρεμβάσεις κατατίθενται υποχρεωτικά και με ποινή απαραδέκτου το αργότερο τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από τη δικάσιμο, με τον ίδιο παραπάνω υπολογισμό των ημερών, και συνεκδικάζονται, υποχρεωτικώς, όπως και οι τυχόν πρόσθετες παρεμβάσεις, με την αίτηση. Οι κυρίως παρεμβαίνοντες φέρουν το βάρος απόδειξης ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9.
5.    Η υποβολή της αίτησης αναστέλλει τυχόν εκκρεμούσες αιτήσεις υπαγωγής σε καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 του Πτωχευτικού Κώδικα, ή εκκρεμούσες αιτήσεις ειδικής εκκαθάρισης ή κήρυξης πτώχευσης, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων των παρ. 6 και 8 του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα.

Άρθρο 12

Απόφαση του δικαστηρίου

1.            Το δικαστήριο αποδέχεται την αίτηση εάν υποβάλλεται παραδεκτώς και συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 9 παρ. 1 και 2.
2.            Το δικαστήριο αποδεχόμενο την αίτηση  διορίζει με την απόφαση του τον προτεινόμενο στην αίτηση ειδικό διαχειριστή, εκτός εάν υπάρχει πέραν της μιας αίτηση ή κύρια παρέμβαση με το αυτό αίτημα (θέση σε ειδική διαχείριση) και διαφορετική πρόταση ως προς τον ειδικό διαχειριστή, οπότε διορίζει τον κατά την κρίση του καταλληλότερο μεταξύ των προταθέντων.
3.            Η απόφαση επί της αιτήσεως εκδίδεται εντός μηνός από τη συζήτηση.
4.            Η απόφαση που δέχεται ή απορρίπτει την αίτηση δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (Τομέας Νομικών) με επιμέλεια του οφειλέτη.
5.                  Τριτανακοπή κατά της απόφασης που δέχεται την αίτηση δύναται να ασκηθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση σε ένα από τα μέσα της προηγουμένης παραγράφου, όποια προηγείται χρονικά. 
6.            Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση του άρθρου 9 παρ. 2 επιτρέπεται έφεση. Η έφεση ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών από την έκδοση της απόφασης, για τη δε συζήτηση της έφεσης ορίζεται δικάσιμος εντός διμήνου από την υποβολή της.

Άρθρο 13

Συνέπειες αποδοχής της αίτησης

1.    Η αποδοχή της αίτησης συνεπάγεται την αυτοδίκαιη αναστολή όλων των ατομικών διώξεων κατά της επιχείρησης καθ’ όλη τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένων και των διοικητικών ή φορολογικών μέτρων, ιδίως των αναγκαστικών μέτρων είσπραξης από το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και των μέτρων διασφάλισης του δημοσίου κατά το άρθρο 14 ν. 2523/1997. 
2.    Με τη δημοσίευση της απόφασης κατά την προηγούμενη παράγραφο η εξουσία των καταστατικών οργάνων διοίκησης και διαχείρισης της επιχείρησης περιέρχεται στο σύνολο της στον διοριζόμενο ειδικό διαχειριστή.  Ο ειδικός διαχειριστής αναλαμβάνει την εκπροσώπηση της εταιρίας έναντι τρίτων και την διεκπεραίωση των καθημερινών της συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης οικονομικών καταστάσεων και της υποβολής φορολογικών δηλώσεων, ενώ αναστέλλεται για την διάρκεια της ειδικής διαχείρισης η υποχρέωση έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
3.    Η θέση της επιχείρησης σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης δεν συνιστά σπουδαίο λόγο για την καταγγελία εκκρεμών συμβάσεων, ούτε αποτελεί λόγο ανάκλησης διοικητικών αδειών.

Άρθρο 14

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – διάθεση του ενεργητικού

1.    Ο ειδικός διαχειριστής εγκαθίσταται με τη βοήθεια της δημόσιας αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, συντάσσει αμελλητί απογραφή των στοιχείων της επιχείρησης, και εν συνεχεία καταρτίζει με βάση την απογραφή υπόμνημα προσφοράς, στο οποίο, πλην των απογραφέντων στοιχείων της επιχείρησης, περιλαμβάνει και κάθε πληροφορία χρήσιμη για την εικόνα του ενεργητικού της.
2.    Ο ειδικός διαχειριστής, προκειμένου να διατηρήσει την λειτουργία της επιχείρησης και να καλύψει δαπάνες και έξοδα της ειδικής διαχείρισης, περιλαμβανομένων και των δικών του αμοιβών, δύναται να λάβει κατά τη διάρκεια της ειδικής διαχείρισης χρηματοδοτήσεις ή εισφορές αγαθών ή υπηρεσιών, οι οποίες φέρουν το ειδικό προνόμιο του άρθρου 154 περ. α΄ του Πτωχευτικού Κώδικα.
3.    Το συντομότερο δυνατόν από την εγκατάστασή του, ο ειδικός διαχειριστής διενεργεί δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της υπό ειδική διαχείριση επιχείρησης ή επί μέρους λειτουργικών συνόλων της επιχείρησης (κλάδων) ή περιουσιακών της στοιχείων εφόσον αυτά δεν αποτελούν κλάδους.
4.    Για την εκποίηση του ενεργητικού, ως σύνολο ή ως μέρη, κατά περίπτωση, ο ειδικός διαχειριστής, δημοσιεύει με ολοσέλιδη καταχώρηση σε δύο καθημερινής πανελλήνιας κυκλοφορίας εφημερίδες, στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Τομέας Νομικών) και αναρτά επίσης στον τυχόν ιστότοπο της επιχείρησης στο διαδίκτυο πρόσκληση διενέργειας ενός ή περισσοτέρων, κατά περίπτωση, δημόσιων πλειοδοτικών διαγωνισμών .
5.    Στην πρόσκληση ορίζεται ημερομηνία για την ενώπιον του ειδικού διαχειριστή στα γραφεία της επιχείρησης ή κατά την κρίση του στο κατάστημα του αρμόδιου δικαστηρίου υποβολή δεσμευτικών προσφορών, απαλλαγμένων από οιαδήποτε αίρεση ή επιφύλαξη και συνοδευόμενων από εγγυητική επιστολή για το ισόποσο του προσφερομένου τιμήματος. Η ημερομηνία του προηγούμενου εδαφίου απέχει είκοσι (20) τουλάχιστον και το πολύ (40) εργάσιμες ημέρες από τη δημοσίευση της πρόσκλησης. Στην πρόσκληση καθορίζονται και οι λοιποί όροι του σχετικού πλειοδοτικού διαγωνισμού, μεταξύ των οποίων περιέχεται η δέσμευση ότι με την υπογραφή της σύμβασης μεταβίβασης θα καταβάλλεται τοις μετρητοίς το σύνολο του τιμήματος, ενώ περιλαμβάνεται και το κείμενο της σύμβασης μεταβίβασης για την σκοπούμενη δικαιοπραξία.
6.    Ο ειδικός διαχειριστής δύναται να διαθέτει προς ενδιαφερομένους πληροφορίες ως προς τα διατιθέμενα περιουσιακά στοιχεία και την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα εργασιακά θέματα και σχέσεις της υπό ειδική διαχείριση εταιρίας καθώς και πρόσβαση σε ενδιαφερομένους αγοραστές σε στοιχεία της εταιρίας.
7.    Μετά τη σύμφωνα με την πρόσκληση λήξη της διαδικασίας υποβολής, ο ειδικός διαχειριστής αποσφραγίζει τις προσφορές, και συντάσσει έκθεση, η οποία αναφέρει τον πλειοδοτήσαντα.  Η έκθεση αυτή κοινοποιείται σε όσους νόμιμα κατέθεσαν προσφορές και υποβάλλεται στο αρμόδιο δικαστήριο της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του παρόντος κεφαλαίου με σχετική αίτηση αποδοχής της.
8.    Σε περίπτωση που ο διαγωνισμός αφορά το σύνολο του ενεργητικού της επιχείρησης και κατατέθηκε μία μόνο προσφορά, συνέρχεται αμελλητί με πρόσκληση του ειδικού διαχειριστή συνέλευση των πιστωτών, η οποία με απόφαση της πλειοψηφίας επί του συνόλου των εκπροσωπουμένων στην συνέλευση απαιτήσεων (εφόσον υφίσταται η απαιτούμενη απαρτία που ορίζεται ως η πλειοψηφία των απαιτήσεων των πιστωτών οφειλέτη) αποφασίζει την υποβολή της έκθεσης της προηγούμενης παραγράφου στο δικαστήριο. Δέκα (10) τουλάχιστον μέρες πριν την συνέλευση των πιστωτών τίθεται στη διάθεση των πιστωτών η προσφορά. Δικαίωμα συμμετοχής στην συνέλευση έχουν οι αναφερόμενοι στην κατάσταση πιστωτών της παραγράφου 4 του άρθρου 9, ενώ η πρόσκλησή τους γίνεται με τον τρόπο δημοσίευσης της πρόσκλησης διενέργειας δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.   Σε περίπτωση λήψης απόφασης υποβολής, ο ειδικός διαχειριστής υποβάλει αίτηση αποδοχής στο δικαστήριο κατά την προηγούμενη παράγραφο. Σε περίπτωση μη λήψης απόφασης υποβολής, επέρχονται οι συνέπειες της επόμενης παραγράφου.
9.    Σε περίπτωση που ο διαγωνισμός αφορά το σύνολο του ενεργητικού της επιχείρησης και δεν κατατέθηκε καμία προσφορά ή δεν κατατέθηκε καμία προσφορά για οποιοδήποτε από τα λειτουργικά σύνολα, η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης σε βάρος του οφειλέτη. 
10. Σε περίπτωση που δεν κατατέθηκε προσφορά για ορισμένα μόνο από τα λειτουργικά σύνολα, ο ειδικός διαχειριστής δεν διενεργεί νέο διαγωνισμό ως προς αυτά αλλά περιορίζεται στην διάθεση αυτών για τα οποία ελήφθησαν προσφορές εφαρμόζοντας αναλογικά την παραπάνω διαδικασία. 

Άρθρο 15

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – εκδίκαση της αίτησης αποδοχής

1.    Για τη συζήτηση της αίτησης αποδοχής της παραγράφου 7 του άρθρου 14, τις τυχόν παρεμβάσεις κ.λπ. ισχύουν τα οριζόμενα για την αίτηση υπαγωγής σε ειδική διαχείριση, αναλόγως εφαρμοζόμενα.
2.    Το δικαστήριο αποδέχεται την υποβληθείσα αίτηση εφόσον διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι όροι του παρόντος και ότι η εισαγόμενη προς έγκριση προσφορά είναι του πλειοδοτήσαντα ή, σε περίπτωση μόνης προσφοράς, ότι έχει την έγκριση της συνέλευσης των πιστωτών και ανακηρύσσει τον Αγοραστή ή τους Αγοραστές, κατά περίπτωση με απόφαση του, που δεν υπάγεται σε ένδικα μέσα.
3.    Η απόφαση του δικαστηρίου δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γ.Ε.ΜΗ. και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Τομέας Νομικών). Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης το αρμόδιο δικαστήριο ορίζει και εισηγητή δικαστή για τις ανάγκες της διανομής του πλειστηριάσματος κατά το άρθρο 18 του παρόντος.
4.    Τριτανακοπή κατά της αποφάσεως δύναται να ασκηθεί από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νόμιμα σε αυτήν εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης κατά το προηγούμενο εδάφιο.

Άρθρο 16

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – μεταβίβαση του ενεργητικού

1.    Με τη δημοσίευση της τυχόν θετικής απόφασης ο ειδικός διαχειριστής απευθύνει εγγράφως προς τον αγοραστή ή τους αγοραστές σχετική πρόσκληση του για υπογραφή εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών της σύμβασης μεταβίβασης που περιλήφθηκε στην πρόσκληση.  Η παραπάνω σύμβαση επέχει θέση τελεσίδικης κατακύρωσης του 1003 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
2.    Εφόσον το τίμημα καταβληθεί εμπροθέσμως, ο ειδικός διαχειριστής συντάσσει αμελλητί πράξη εξόφλησης. Η πράξη αυτή προσαρτάται στη Σύμβαση Μεταβίβασης, επέχει θέση περίληψης έκθεσης κατακύρωσης του άρθρου 1005 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, εφαρμόζοντας ως προς αυτήν αναλόγως όσα ισχύουν επί της τελευταίας και έχει, στην περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων, ως άμεση έννομη συνέπεια, μετά τη μεταγραφή της και το σχετικό αίτημα προς τον υποθηκοφύλακα, υποθηκοφύλακα ή το κτηματολογικό γραφείο κατά τα οριζόμενα για την πράξη μεταγραφής ακινήτων, την εξάλειψη και διαγραφή των υπέρ τρίτων βαρών.
3.    Στη μεταβίβαση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή και λειτουργικών συνόλων αυτής, στο πλαίσιο της ειδικής διαχείρισης, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ.
4.    Ως προς την παραπάνω σύμβαση μεταβίβασης, τις εκκρεμείς συμβάσεις της επιχείρησης και τις διοικητικές άδειες ισχύουν τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 106θ του Πτωχευτικού Κώδικα.
5.    Οι πράξεις για την πραγματοποίηση της μεταβίβασης απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα Δημοσίου ή τρίτων, καθώς και τελών χαρτοσήμου (πλην του Φ.Π.Α.). 
6.    Ως προς αμοιβές για τις αυτές πράξεις ή συμβάσεις εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 134 του Πτωχευτικού Κώδικα. 
7.    Οι πράξεις αυτές εξαιρούνται επίσης της πτωχευτικής ανάκλησης, κατά την έννοια των άρθρων 41 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα.

Άρθρο 17

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – περάτωση της διαδικασίας

1.    Σε περίπτωση που δεν ολοκληρωθεί η όλη διαδικασία μεταβίβασης τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρίας (ως λογιστική αξία) εντός της προθεσμίας του άρθρου 9 παρ. 4, τότε η διαδικασία θεωρείται ότι έχει λήξει και ο ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη. Σε περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέταση της. Κατ’ εξαίρεση, εάν εντός της ανωτέρω προθεσμίας εκκρεμεί πλειοδοτική διαδικασία και υποβολή αίτησης προς το δικαστήριο για αποδοχή προσφοράς με την οποία να επιτυγχάνεται (λαμβανομένων υπόψη και τυχόν προηγουμένων διαθέσεων) η διάθεση τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της εταιρίας (ως λογιστική αξία και ανεξαρτήτως τρόπου διάθεσης), τότε η ειδική διαχείριση παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι την έκδοση των σχετικών αποφάσεων από το αρμόδιο δικαστήριο και την ολοκλήρωση της διαδικασίας μεταβίβασης των σχετικών στοιχείων. 
2.    Εφόσον ολοκληρωθεί επιτυχώς από τον ειδικό διαχειριστή η μεταβίβαση τουλάχιστον του 90% του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης (ως λογιστική αξία), και εάν κατά την εκτίμησή του, βάσει των αναγγελθεισών απαιτήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 18, το προϊόν ρευστοποίησης επαρκεί για την πλήρη ικανοποίηση όλων των πιστωτών, υποβάλλει σχετικό αίτημα στο αρμόδιο δικαστήριο το οποίο δύναται να παρατείνει τον διορισμό του με αποκλειστικό αντικείμενο την διάθεση του προϊόντος ρευστοποίησης προς τους δικαιούχους και, στην συνέχεια, την σύγκληση γενικής συνέλευσης των μετόχων με θέμα την θέση του φορέα της επιχείρησης σε εκκαθάριση και διορισμό εκκαθαριστή κατά τις εφαρμοζόμενες διατάξεις. Σε αντίθετη περίπτωση, ειδικός διαχειριστής υποχρεούται να υποβάλει αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη. Σε περίπτωση που εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης προχωρά η εξέταση της.
3.    Σε περίπτωση θέσης του φορέα της επιχείρησης σε πτώχευση, εάν εκκρεμεί η διάθεση προϊόντος διάθεσης μέρους του ενεργητικού της επιχείρησης στους πιστωτές, ο ειδικός διαχειριστής διατηρεί τον έλεγχο του ανωτέρω υπολοίπου και την ευθύνη διανομής του στους δικαιούχους σύμφωνα με το άρθρο 18 του παρόντος και η διανομή αυτή δεν υπόκειται σε πτωχευτική ανάκληση.

Άρθρο 18

Διενέργεια ειδικής διαχείρισης – διανομή προς πιστωτές
1.    Ο ειδικός διαχειριστής, το συντομότερο μετά τη μεταβίβαση του ενεργητικού της επιχείρησης (ή και μέρους αυτής ως λειτουργικού συνόλου) κατά τα προαναφερόμενα υποχρεούται να δημοσιοποιήσει, με τον τρόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 14, πρόσκληση αναγγελίας απαιτήσεων των πιστωτών. Οι πιστωτές αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από τη δημοσιοποίηση της πρόσκλησης.
2.    Στη συνέχεια ο ειδικός διαχειριστής, αφού αφαιρέσει από το προϊόν της ειδικής διαχείρισης τα έξοδα της διαδικασίας, μέσα στα οποία περιλαμβάνονται οι δαπάνες της λειτουργίας της επιχείρησης κατά την ειδική διαχείριση καθώς και την αμοιβή επιτυχίας που έχει συμφωνηθεί κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 10, και αποδώσει τα αντίστοιχα ποσά συμμέτρως προς τους δικαιούχους, επαληθεύει τις απαιτήσεις με βάση τα στοιχεία της επιχείρησης σύμφωνα με την απλοποιημένη διαδικασία του άρθρου 163 του Πτωχευτικού Κώδικα ανεξαρτήτως ποσού απαίτησης, και συντάσσει, για το απομένον υπόλοιπο, πίνακα κατάταξης κατά τις διατάξεις των άρθρων 153-161 του Πτωχευτικού Κώδικα εφαρμοζομένων αναλόγως.  Αρμόδιο για την εκδίκαση τυχόν ανακοπών κατά του πίνακα (τόσο ως προς την επαλήθευση όσο ως προς την κατάταξη) και την τυχόν αναμόρφωσή του είναι το δικαστήριο της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του παρόντος κεφαλαίου, το οποίο δικάζει κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις.
3.    Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του άρθρου 975 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 61 ν.δ. 356/1974, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 33 του ν. 4141/2013, οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του δημοσίου από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσης προσαυξήσεις, ικανοποιούνται όπως προβλέπεται στο άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Άρθρο 19

Λοιπές φορολογικές διατάξεις

Στο άρθρο 27 του ν. 4172/2013 προστίθεται παράγραφος 3 και οι υπάρχουσες παράγραφοι 3 και 4 αναριθμούνται ως παράγραφοι 4 και 5 ως εξής:
«3. Η χρεωστική διαφορά (οριστική ζημία) λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τους πιστωτές από τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου με τίτλο «Μέτρα κλπ.», εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά σε […δέκα…] ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση στην οποία πραγματοποιήθηκε η διαγραφή. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ως χρεωστική διαφορά λαμβάνεται η διαφορά από την [ονομαστική] αξία του κεφαλαίου και των εγγεγραμμένων τόκων της [αρχικής] απαίτησης του πιστωτή, η οποία καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της χρήσης στην οποία προκύπτει. Σε περίπτωση που ο πιστωτής έχει σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδά του, για το χρέος που διαγράφεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013, η πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσμάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή και αποτελεί για τον πιστωτή φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα. 

Άρθρο 20
Λοιπές διατάξεις
1.    Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας συστήνεται επιτροπή με αρμοδιότητες την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων του παρόντος νόμου, το συντονισμό και υποστήριξη των συμμετεχόντων φορέων και αρχών, τη συλλογή και επεξεργασία στατιστικών και άλλων στοιχείων ως προς την εφαρμογή τους και τις οικονομικές και άλλες επιπτώσεις, την υποβολή εισηγήσεων και προτάσεων προς την Τράπεζα της Ελλάδος και άλλα εποπτικά όργανα καθώς και προς τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται επίσης κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της επιτροπής αυτής και την εκπλήρωση του σκοπού της. 
2.    Η διαγραφή ή / και ρύθμιση υπολοίπου δανείου, το οποίο τελεί υπό την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, που συντελείται εντός του πλαισίου της διαδικασίας των άρθρων 2 ή 3 έως και 7 του παρόντος νόμου δεν νοείται ως μεταβολή των όρων της δανειακής συμφωνίας και δεν επηρεάζει την ισχύ της παρασχεθείσας εγγύησης από το ελληνικό δημόσιο.
3.    Tα άρθρα 479 ΑΚ και 13 παρ. 1 του ν. 2238/1994 δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις εταιρειών που μίσθωσαν ακίνητα, προμηθεύτηκαν ή μίσθωσαν μηχανήματα, έως την 30/6/2014, από άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν διακόψει τη λειτουργία τους, για οποιαδήποτε επαγγελματική χρήση, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. ο μισθωτής δεν έχει ως μετόχους τους μετόχους του εκμισθωτή ή συγγενείς του με βαθμό συγγένειας α’ βαθμού,
β. δεν μεταβιβάστηκε με σύμβαση στον μισθωτή η επιχείρηση του εκμισθωτή ή μετοχές αυτής και γ. δεν συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας του μισθωτή κανένα φυσικό πρόσωπο από τα συμμετέχοντα στο Διοικητικό Συμβούλιο της εκμισθώτριας εταιρείας.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Άρθρο 21
Τροποποίηση Καταστατικού της Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.
1.Μετά την περίπτωση ε της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Καταστατικού της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο «Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε.», όπως τέθηκε με το δεύτερο άρθρο του ν. 3912/2011 (Α 17), προστίθεται νέα περίπτωση στ ως εξής:
«στ) Με τη σύναψη συμβάσεων ομολογιακού δανείου που εκδίδουν νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού που έχουν ιδρυθεί και εδρεύουν στο Λουξεμβούργο, όπως το “IfG – Greek SME Finance SA” (αριθμός μητρώου  B 186984) ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διέπονται από την αντίστοιχη νομοθεσία, χρησιμοποιώντας πόρους προερχόμενους από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων μέχρι το ύψος που καθορίζεται και από την αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας και κατά παρέκκλιση τυχόν αντίθετων διατάξεων του παρόντος νόμου ή του Κανονισμού που προβλέπεται στο τέταρτο άρθρο του παρόντος νόμου. Η σύναψη των ανωτέρω ομολογιακών δανείων από την Εταιρεία επιτρέπεται αποκλειστικά για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3 του ν. 4224/2013 (Α 288) και ιδίως τη διοχέτευση πόρων στις ελληνικές πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ).
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται ο τρόπος, οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις, καθώς επίσης κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη σύναψη των ως άνω ομολογιακών δανείων.»

2. Στο άρθρο 6 του Καταστατικού της ανωτέρω ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Α.Ε.» όπως τέθηκε με το δεύτερο άρθρο του ν. 3912/2011, η υφιστάμενη παράγραφος 2 αναριθμείται σε παράγραφο 3 και προστίθεται νέα παράγραφος 2 ως εξής:
«2) Το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας αυξάνεται κατά εκατό εκατομμύρια (100.000.000) ευρώ, που εισφέρονται σε μετρητά από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Ελληνικού Δημοσίου, μέσω έκδοσης 1.000.000 νέων ονομαστικών μετοχών ονομαστικής αξίας 100 ευρώ εκάστη, τροποποιούμενης αναλόγως της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Το ποσό αυτό θα χρησιμοποιηθεί για την υλοποίηση του σκοπού που περιγράφεται στο εδ. στ. της παρ. 4 του άρθρου 4 του άρθρου δεύτερου του παρόντος.»


Άρθρο 22

1.Μετά το τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 4224/2013 (Α 288), όπως αυτό τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του ν. 4262/2014 (Α 114), προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:
«Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εγκρίνεται και ολοκληρώνεται η απορρόφηση των ανωτέρω υποκεφαλαίων από το Ταμείο.
Νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί ως διακριτές νομικές οντότητες ειδικού σκοπού στο Λουξεμβούργο, όπως είναι η ανώνυμη εταιρεία «IfG – Greek SME Finance S.A.» (αριθμός μητρώου B 186984) ή σε άλλο κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διέπονται από το αντίστοιχο δίκαιο και το Ελληνικό Δημόσιο κατά τη σύστασή τους δεν συμμετέχει στο εταιρικό τους κεφάλαιο, μπορούν να απορροφηθούν από το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο ως υποκεφάλαια αυτού εφόσον πληρούνται οι όροι του παρόντος νόμου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, καθορίζονται ο τρόπος, οι ειδικότερες προϋποθέσεις  και τυχόν αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος εδαφίου. Με όμοια απόφαση εγκρίνεται και ολοκληρώνεται η απορρόφηση των ανωτέρω νομικών οντοτήτων ως υποκεφαλαίων από το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο».

2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 του ν. 4224/2013 (Α 288 ), προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Ποσό εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) ευρώ από το ανωτέρω αναφερόμενο καταβάλλεται σε μετρητά από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Ελληνικού Δημοσίου στο Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (Ε.Τ.Ε.ΑΝ  Α.Ε.) του ν. 3912/2011 (Α 17), το οποίο προς τούτο υποχρεούται να προβεί σε αντίστοιχη αύξηση του μετοχικού του κεφαλαίου, μέσω της έκδοσης νέων ονομαστικών μετοχών. Το ποσό της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την χρηματοδότηση της ανώνυμης εταιρείας «IfG – Greek SME Finance S.A.» για τους σκοπούς του άρθρου 3 του παρόντος και ιδίως τη διοχέτευση πόρων στις ελληνικές πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ).»

3. Μετά το άρθρο 5 του ν. 4224/2013 (Α 288), προστίθεται νέο άρθρο 5Α ως εξής:
«Τα δάνεια που χορηγούν Πιστωτικά Ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα σε πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες Ελληνικές Επιχειρήσεις και προέρχονται από τα κεφάλαια που δανείζει μέσω ομολογιακού δανείου η Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε., στην ανώνυμη εταιρεία «IfG – Greek SME Finance S.A.» ή άλλα νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου απαλλάσσονται από την εισφορά του ν. 128/1975 (Α 178).
Τα δάνεια που χορηγούν, για τον ίδιο ανωτέρω σκοπό της δανειοδότησης πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων, η ανώνυμη εταιρεία «IfG – Greek SME Finance S.A.» ή άλλα νομικά πρόσωπα ειδικού σκοπού των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου, σε Πιστωτικά Ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα και προέρχονται από τα κεφάλαια που δάνεισε μέσω ομολογιακού δανείου η Ε.Τ.Ε.ΑΝ. Α.Ε. στην ανώνυμη εταιρεία «IfG – Greek SME Finance S.A.» ή άλλα ως άνω νομικά πρόσωπα, απαλλάσσονται από την εισφορά του ν. 128/1975, το τέλος χαρτοσήμου του π.δ. 28/1931 (Α 239) και από τη φορολόγηση του εισοδήματος που προκύπτει από τους τόκους σύμφωνα με το ν. 4172/2013 (Α167). Για τον ίδιο επίσης σκοπό, ισχύουν όλες οι απαλλαγές του παρόντος εδαφίου και για τα χορηγούμενα από την «IfG – Greek SME Finance S.A.» - κατά τα ανωτέρω - δάνεια σε Πιστωτικά Ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα, των οποίων η αρχική προέλευση των κεφαλαίων προέρχεται: α) από αλλοδαπό Δημόσιο ή οντότητα συνδεόμενη με αλλοδαπό Δημόσιο, β) από Διεθνή Οργανισμό ή γ) από άλλη οντότητα σε κάθε περίπτωση ανεξαρτήτως της νομικής μορφής που βάσει διεθνούς ή διμερούς συμφωνίας, ή των νομοθετικών, κανονιστικών, καταστατικών και λοιπών διατάξεων που τα ή τις διέπουν, απολαύουν φορολογικών προνομίων, δ) από κοινωφελές ίδρυμα και ε) μη κερδοσκοπικό οργανισμό. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζονται τυχόν αναγκαίες λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου».







Αθήνα, 24.10.2014
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΓΚΙΚΑΣ ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗΣ

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ


ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου