Σελίδες

Παρασκευή 10 Απριλίου 2015

Υψηλό το κόστος στήριξης των τραπεζών

ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 

Υψηλό το κόστος στήριξης των τραπεζών

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Η στήριξη των τραπεζών στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης είχε βαρύτατο κόστος για την Ιρλανδία και την Ελλάδα, τις χώρες που επιβαρύνθηκαν περισσότερο από όλες τις ευρωπαϊκές. Οι δύο χώρες διοχέτευσαν στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και στην αγορά τοξικών στοιχείων ενεργητικού το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων που δαπάνησαν για τον κλάδο και πολύ μικρό τμήμα στην αγορά περιουσιακών στοιχείων που μπορούν να αποδώσουν έσοδα στο κράτος. Η εικόνα προκύπτει από μελέτη που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η ΕΚΤ σχετικά με το κόστος που είχε η στήριξη του χρηματοπιστωτικού τομέα για τις χώρες της Ευρωζώνης και για τη Βρετανία από το 2008 ώς το 2013, καθώς και πόσο τμήμα των δαπανών διοχετεύθηκε σε στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να αποφέρουν έσοδα στις κυβερνήσεις. Η εν λόγω μελέτη φέρει την Ιρλανδία να έχει καταβάλει ποσοστό ύψους 37,3% του ΑΕΠ της για τη στήριξη των τραπεζών της. Ακολουθεί η Ελλάδα με 24,8% και τρίτη η Σλοβενία με αντίστοιχο ποσοστό το 14,2% του ΑΕΠ της.
Στο σύνολο της Ευρωζώνης, η στήριξη των τραπεζών έφθασε στο 5,1% του ΑΕΠ στα τέλη του 2013, ποσοστό που αντιπροσωπεύει ένα ποσό λίγο μεγαλύτερο από 500 δισ. ευρώ. Είναι, όμως, πολύ μεγάλες οι αποκλίσεις μεταξύ των χωρών. Κι αυτό, γιατί ορισμένες χώρες έκαναν μεγάλες δαπάνες για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους, ενώ άλλες αγόρασαν κυρίως στοιχεία ενεργητικού των τραπεζών που μπορούν να τους αποφέρουν έσοδα. Το τίμημα της στήριξης των ιρλανδικών και των ελληνικών τραπεζών ήταν ιδιαίτερα βαρύ, επειδή οι δύο χώρες ανήκουν στην πρώτη κατηγορία γι’ αυτό και η μεν Ιρλανδία έχασε κυριολεκτικά το 25% του ΑΕΠ της και η Ελλάδα το 12,1% του δικού της. Ο λόγος είναι ακριβώς ότι τα 2/3 των κεφαλαίων που διοχέτευσαν οι δύο χώρες στον τραπεζικό τους τομέα προορίζονταν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τους και για την αγορά τοξικών στοιχείων ενεργητικού, ενώ μόλις το 1/3 δαπανήθηκε σε περιουσιακά στοιχεία τα οποία είναι δυνατόν να αποφέρουν κέρδος. Σημειωτέον, άλλωστε, ότι στο ποσοστό του ΑΕΠ που χάθηκε δεν περιλαμβάνεται το ευρύτερο κόστος που είναι αυτονόητο ότι επέφεραν στις ευρωπαϊκές οικονομίες οι δαπάνες για τις τράπεζες. Αναμφίβολα προκάλεσαν επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης και αύξηση της ανεργίας που μεταφράστηκαν σε αύξηση του χρέους της Ευρωζώνης στο σύνολό της κατά περισσότερο από το 25% του συνολικού ΑΕΠ της.
Μεγάλες διαφοροποιήσεις
Οπως σχολίασαν οι ερευνητές της ΕΚΤ, Ενρί Μάουρερ και Πάτρικ Γκρουσενμάγιερ, σχετικά με το κόστος που είχε η στήριξη του τραπεζικού τομέα για τις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, «τα στοιχεία δείχνουν μια κατάσταση εντελώς ανομοιόμορφη». Στον αντίποδα της Ελλάδας και της Ιρλανδίας βρίσκονται, έτσι, η Γερμανία, η Ολλανδία και η εκτός Ευρωζώνης Βρετανία που δαπάνησαν σε αγορές κερδοφόρων περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών τουλάχιστον τα 2/3 της οικονομικής στήριξης του τραπεζικού τους τομέα. Η Γερμανία δαπάνησε περισσότερο από το 1/10 του ΑΕΠ της για τη στήριξη του τραπεζικού της κλάδου όπως επίσης και η Πορτογαλία, ενώ η Βρετανία λιγότερο από το 7%. Σύμφωνα, όμως, με τη σχετική έκθεση της ΕΚΤ, Γερμανία, Βρετανία και Ολλανδία έχουν κατορθώσει ήδη να αναπληρώσουν τμήμα των χρημάτων που δαπάνησαν στη διάρκεια της κρίσης. Η Βρετανία κατόρθωσε, άλλωστε, να διακόψει τις εγγυήσεις δανείων που το 2009 είχαν φθάσει στο επίπεδο ρεκόρ του 34% του ΑΕΠ. Οι εγγυήσεις δανείων εξακολουθούν να υπάρχουν στην Ευρωζώνη και στα τέλη του 2013 πλησίαζαν το 5% του ΑΕΠ.
Έντυπη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου