Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕΙ ΣΕ ΠΑΡΟΧΕΣ ΔΥΣΧΕΡΑΙΝΕΙ ΤΙΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ
«Νάρκη» στην οικονομία με πλεονάσματα 3,5% για 5 χρόνια
Της Ελευθερίας Αρλαπάνου
Με ναρκοπέδιο μοιάζει πια η επίτευξη πολιτικής συμφωνίας για το ελληνικό ζήτημα, με ανοικτά όλα τα σενάρια εν αναμονή του νέου κύκλου συνομιλιών με την τρόικα, εκτός απροόπτου, την ερχόμενη εβδομάδα, στην Αθήνα. Κοινός τόπος μέχρι στιγμής για τα καυτά μέτωπα της διαπραγμάτευσης και κυρίως για το εύρος των πρόσθετων μέτρων που θα ζητηθούν από την Ελλάδα, δεν υπάρχει μεταξύ των πιστωτών. Είναι όμως, κοινός τόπος πως ο λογαριασμός θα είναι βαρύς ενώ πολιτική συμφωνία δύσκολα επιτυγχάνεται φέτος, ειδικά τώρα, που η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στις παροχές, φέρεται να δυσχεραίνει σημαντικά τις συνομιλίες.
Το Eurogroup ήταν δύσκολο, παραδέχεται ξένος αξιωματούχος ο οποίος δε διστάζει να επισημάνει πως το ανακοινωθέν που προέκυψε, πέραν από τις αποφάσεις για το χρέος, είναι εξαιρετικά δυσμενές για την Αθήνα. Μάλιστα σύμφωνα με πληροφορίες στην κρίσιμη συνεδρίαση της Δευτέρας που σημαδεύτηκε ουσιαστικά, από την όξυνση της κόντρας μεταξύ ευρωζώνης και ΔΝΤ, πρακτικά η Κομισιόν ήταν η μόνη πλευρά που - παραδοσιακά - επιχειρούσε να δράσει συμβιβαστικά. Το πόσο εύκολο όμως θα είναι αυτό να συνεχιστεί από εδώ και στο εξής είναι αμφίβολο, ειδικά μετά τις τελευταίες πρωτοβουλίες της ελληνικής πλευράς, που σύμφωνα με ξένους αξιωματούχους εκτιμάται πως επιδεινώνουν το κλίμα και την επιχειρηματολογία υπέρ ενός θετικού και για την Ελλάδα συμβιβασμού.
«Το ΔΝΤ επιθυμεί πλεονάσματα 1,5% του ΑΕΠ και θεωρεί μη ρεαλιστικό το στόχο του 3,5%. Θα μπορούσε να συμβιβαστεί με υψηλότερα πλεονάσματα, μόνο όμως εφόσον αυτά είναι διασφαλισμένα με τη λήψη πρόσθετων μέτρων. Ο Β. Σόιμπλε θέλει το ΔΝΤ μέσα στο ελληνικό πρόγραμμα αλλά παράλληλα θέλει και πλεονάσματα 3,5%. Οι Έλληνες δεν είναι διατεθειμένοι να λάβουν πρόσθετα μέτρα. Αυτή είναι η κατάσταση και δεν μπορώ να εκτιμήσω ούτε πως αλλά ούτε και πότε θα δοθεί λύση» σημειώνει χαρακτηριστικά ξένο στέλεχος, μιλώντας στην «Η».
Πλεόνασμα 3,5% για 3 - 5 χρόνια
Ενδεικτική της ακραίας κόπωσης που κυριαρχεί μεταξύ των πιστωτών για το ελληνικό ζήτημα είναι η επιμονή στελεχών του ΔΝΤ, επισήμως και ανεπισήμως να υποστηρίζει πως δεν είναι εκείνο που ζητά λιτότητα από την Ελλάδα. Όμως εάν οι Ευρωπαίοι απαιτήσουν και η Αθήνα δεχθεί πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, για να συμμετάσχει το ΔΝΤ θα πρέπει αυτά τα πλεονάσματα να διασφαλίζονται με πρόσθετα μέτρα, όχι μόνο για το διάστημα μετά το 2018 αλλά και για το 2018, με τον κατ' αρχήν λογαριασμό να κινείται στα 4 δισ. ευρώ.
Ξένοι και εγχώριοι αναλυτές συγκλίνουν στην άποψη πως εάν δεν πυροδοτηθούν πολιτικές εξελίξεις στο επόμενο διάστημα, η όποια συμφωνία επιτευχθεί, το 2017, θα είναι ένας ιδιαίτερα επώδυνος συμβιβασμός για την Ελλάδα. Ο πήχης έχει ανέβει ψηλά ήδη από το ανακοινωθέν στο τελευταίο Eurogroup, και τις διαρροές από την πλευρά του Βερολίνου για διατήρηση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα για δέκα χρόνια. Το πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, δίνει αρκετούς πόντους για ένα συμβιβασμό στη διατήρηση του στόχου του 3,5%, κατ' ελάχιστο για 3 - 5 χρόνια. Αυτό θα σημάνει σαφώς πρόσθετα μέτρα από την πλευρά της Ελλάδας, με το ΔΝΤ αλλά και την ευρωπαϊκή πλευρά των θεσμών να διατηρούν ψηλά το θέμα των νέων περικοπών στις συντάξεις αλλά και της περικοπής του αφορολόγητου.
Τρία σενάρια
Οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε εξαιρετικά κρίσιμη καμπή και ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος για κανέναν παίκτη αν και η ελληνική πλευρά εκ των πραγμάτων είναι εκείνη που επείγεται περισσότερο με δεδομένο ότι πρέπει να ενταχθεί στην ποσοτική χαλάρωση, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Αυτό επειδή εάν δεν ξεκινήσει να υλοποιείται το ταχύτερο δυνατό το θετικό σενάριο, με ποσοτική χαλάρωση, μείωση στο κόστος δανεισμού, ανάκαμψη και έξοδο στις αγορές, το τρέχον πρόγραμμα απειλείται με εκτροχιασμό.
Οι διαπραγματεύσεις βρίσκονται σε εξαιρετικά κρίσιμη καμπή και ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος για κανέναν παίκτη αν και η ελληνική πλευρά εκ των πραγμάτων είναι εκείνη που επείγεται περισσότερο με δεδομένο ότι πρέπει να ενταχθεί στην ποσοτική χαλάρωση, μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Αυτό επειδή εάν δεν ξεκινήσει να υλοποιείται το ταχύτερο δυνατό το θετικό σενάριο, με ποσοτική χαλάρωση, μείωση στο κόστος δανεισμού, ανάκαμψη και έξοδο στις αγορές, το τρέχον πρόγραμμα απειλείται με εκτροχιασμό.
Το θετικό σενάριο, που με τα σημερινά δεδομένα χαρακτηρίζεται από αυξημένο βαθμό δυσκολίας, προβλέπει η αξιολόγηση να κλείσει κάποια στιγμή έως τα μέσα Ιανουαρίου και να προκύψει το συντομότερο δυνατό μέσα στο 2017 μια πολιτική συμφωνία για χρέος, πλεονάσματα και συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Αυτό θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να συντάξει μια έκθεση βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος και λαμβάνοντας υπόψη και άλλες παραμέτρους να ανοίξει την πόρτα για συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση. Με τον τρόπο αυτό θα δώσει την εγγύηση της στην ελληνική οικονομία έναντι των επενδυτών και σηματοδοτώντας την έναρξη περιόδου συμπίεσης του κόστους δανεισμού για την οικονομία, που θα φέρει μια σειρά αλυσιδωτών επιπτώσεων επιτρέποντας και την επιστροφή του δημοσίου στις αγορές. Βεβαίως στην περίπτωση αυτή, ο όποιος συμβιβασμός επιτευχθεί με τους πιστωτές θα είναι επώδυνος για την ελληνική πλευρά, αφού θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία για πρόσθετα μέτρα, τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ.
Σε ένα άλλο σενάριο, οι διαπραγματεύσεις οδηγούνται σε αδιέξοδο, υπό την πίεση για πρόσθετα μέτρα, και πυροδοτούνται πολιτικές εξελίξεις, παγώνοντας τις διαδικασίες και ενισχύοντας την αβεβαιότητα για την, ούτως ή άλλως δύσκολη, επιχείρηση ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Σε ένα ενδιάμεσο αλλά επίσης επικίνδυνο σενάριο, υπάρχει η απειλή σημαντικών καθυστερήσεων και φθοράς. Εδώ θα μπορούσε να προκύψει μια μέση, προσωρινή λύση, εάν ΔΝΤ και Βερολίνο δεν καταλήξουν σε συμφωνία για πλεονάσματα και χρέος, που θα διασφαλίζει στην Ελλάδα την παροχή της απολύτως απαραίτητης ρευστότητας, υπό προαπαιτούμενα. Θα διατηρεί όμως την οικονομία εκτός ποσοτικής χαλάρωσης, μέχρι τουλάχιστον τις γερμανικές εκλογές το Σεπτέμβριο του 2017, ψαλιδίζοντας ουσιαστικά τη δυναμική ανάκαμψης.
Επέκταση κόφτη και συντάξεις
Πέραν των εκκρεμοτήτων στα εργασιακά, η μεγάλη μάχη αναμένεται να δοθεί στο πεδίο των πλεονασμάτων και των διατυπώσεων για το μεσοπρόθεσμο πακέτο μέτρων αναδιάρθρωσης του χρέους, από την πλευρά των Ευρωπαίων. Η ένταση μεταξύ Βερολίνου και Ουάσινγκτον είναι υπαρκτή, αλλά όμως για τη Γερμανία και ειδικά για τη προεκλογική Γερμανία, απαράβατος όρος είναι η συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές κομβικό σημείο στην επίτευξη συμβιβασμού μεταξύ των δύο πλευρών, θα είναι αφενός το πακέτο των πρόσθετων μέτρων με την ευρωπαϊκή πλευρά των θεσμών να βάζει στο κάδρο και νέες παρεμβάσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα, αλλά και η αναμόρφωση - επέκταση του κόφτη δαπανών. Το τελευταίο ενδεχόμενο φωτογράφιζε και το ανακοινωθέν του τελευταίου Eurogroup, ενώ κορυφαία κυβερνητική πηγή δεν απέκλειε το ενδεχόμενο να δεχθεί και η Αθήνα μια τέτοια συζήτηση, υπό προϋποθέσεις.
Το πρόβλημα όμως και σε αυτό το σημείο, είναι η στάση του ΔΝΤ, το οποίο εκφράζει μια απέχθεια προς τις οριζόντιες παρεμβάσεις που προβλέπει ο μηχανισμός του κόφτη. Δεν είναι τυχαίο ότι υψηλόβαθμος αξιωματούχος του Ταμείου μετά το Eurogroup δήλωνε με νόημα πως το ΔΝΤ είχε δηλώσει πως δεν πρέπει να προχωρήσει το θέμα των οριζόντιων περικοπών μέσω του κόφτη, όμως η ελληνική κυβέρνηση το ψήφισε. Πάντως η λύση αυτή είναι κάτι που φαίνεται να προωθεί η ευρωπαϊκή πλευρά των θεσμών. Είναι ενδεικτικές οι δηλώσεις του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης Κλ. Ρέγκλινγκ στην ιστοσελίδα www.capital.gr όπου ο κ. Ρέγκλινγκ διατηρεί ανοικτό το ενδεχόμενο νέας παρέμβασης στο συνταξιοδοτικό σύστημα και εκτιμά πως ίσως απαιτηθεί να ισχυροποιηθεί ο μηχανισμός για συμπληρωματικά μέτρα έκτακτης ανάγκης προκειμένου να επιτυγχάνεται ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα.
Όπως επισημαίνει ο κ. Ρέγκλινγκ «το Eurogroup ζήτησε από τα θεσμικά όργανα να αναπτυχθεί ένας μηχανισμός που μπορεί να το χειριστεί αυτό ( το θέμα της επίτευξης υψηλών πλεονασμάτων)». «Είχαμε αποφασίσει συμπληρωματικά μέτρα έκτακτης ανάγκης και στο παρελθόν. Μπορούμε να οικοδομήσουμε πάνω σε αυτό, αλλά θα πρέπει να γίνει λίγο ισχυρότερο - αυτό είναι ένα από τα καθήκοντα των θεσμών μέσα στις επόμενες εβδομάδες» προσθέτει. Όσον αφορά στο χρέος, επαναλαμβάνει την πάγια θέση της ευρωζώνης πως τα μεσοπρόθεσμα μέτρα θα συζητηθούν μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, ενώ χαρακτήρισε δε «πολύ δαπανηρό επεισόδιο» την έλλειψη πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα το 2015. Πάντως το πλαίσιο που θέτουν οι Ευρωπαίοι για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα, πρέπει να βρεθεί τρόπος να γίνει διαχειρίσιμο τουλάχιστον σε επίπεδο διατυπώσεων ή δεσμεύσεων από το Eurogroup, προκειμένου να διευκολυνθεί και η είσοδος του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αλλά και η ανάλυση βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος από την ΕΚΤ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου