Σελίδες

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

ΠΟΙΟΙ ΧΑΝΟΥΝ, ΠΟΙΟΙ ΚΕΡΔΙΖΟΥΝ Συντάξεις: Τα νέα ποσά μετά τον επανυπολογισμό

ΠΟΙΟΙ ΧΑΝΟΥΝ, ΠΟΙΟΙ ΚΕΡΔΙΖΟΥΝ

Συντάξεις: Τα νέα ποσά μετά τον επανυπολογισμό

Συντάξεις: Τα νέα ποσά μετά τον επανυπολογισμό
Ο καλός μέσος όρος μισθού και τα πολλά έτη ασφάλισης εξασφαλίζουν τελικά μεγαλύτερο ποσό στη σύνταξη, παρά τα όσα αρχικά προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου. Οι απώλειες για όσους έχουν πολλά έτη στην εργασία και μισθό άνω των 1.500 ευρώ περιορίζονται.
Τα ποσά της σύνταξης που προκύπτουν με βάση τον νέο υπολογισμό είναι μεγαλύτερα για μια μεγάλη κατηγορία ασφαλισμένων, ειδικά στον δημόσιο τομέα όπου οι αμοιβές ήταν αυξημένες.
Αναλυτικά τα ποσά των συντάξεων βάσει Δείκτη Τιμών Καταναλωτή:
ΔΗΜΟΣΙΟ :
Έτη ασφάλισηςΠΕΤΕΔΕ
25694681649
30799782737
35926902845
401.0781.047974

ΙΚΑ – ΟΑΕΕ - ΕΤΑΑ :
Έτη ασφάισηςΑποδοχες 1.200Αποδοχές 1.500 Αποδοχές 1.800Αποδοχές 2.000
25584632721905
306277358921.179
357718661.1071.294
408871.0491.1061.329

Πηγή: newsit


ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ








ΜΕΛΕΤΗ EUROBANK

Συντάξεις: Τι γίνεται στην Ελλάδα, τι συμβαίνει στην Ευρώπη

Συντάξεις: Τι γίνεται στην Ελλάδα, τι συμβαίνει στην Ευρώπη
Η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank δημοσίευσε σήμερα ειδική μελέτη με τίτλο «Δαπάνη για συντάξεις και κοινωνική προστασία: Πώς συγκρίνεται η Ελλάδα με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.». Τη συγγραφή της έκθεσης επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank.
Βασικές επισημάνσεις & συμπεράσματα μελέτης
1. Για δύο δεκαετίες πριν από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης χρέους, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα σημείωσε μεγάλη άνοδο συνεπικουρούμενη, μεταξύ άλλων, από την ταχεία αύξηση των μισθών και τις συγκριτικά γενναιόδωρες παροχές του συνταξιοδοτικού συστήματος. Σε σύγκριση με τις άλλες δύο οικονομίες της ευρωζώνης με τις δυσμενέστερες δημογραφικές προοπτικές, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα την περίοδο 1991 – 2009 ανήλθε κατά μέσο όρο σε 8,3% σε σχέση με 3,8% στην Ιταλία και 3,6% στη Γερμανία.
2. Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά δυσμενείς δημογραφικές τάσεις, οδήγησαν τον ΟΟΣΑ το 2007 να χαρακτηρίσει το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας ως «δημοσιονομική ωρολογιακή βόμβα». Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2014 (τα τελευταία διαθέσιμα) σε κάθε δικαιούχο σύνταξης στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν μόνο 1,3 εργαζόμενοι, αναλογία που αποτελεί τη χαμηλότερη στην Ε.Ε. των 28. Επιπροσθέτως, το ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων στην Ελλάδα (ο πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω προς τον πληθυσμό από 15 έως 64 ετών) εκτιμήθηκε ότι θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 2060 επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από το μέσο όρο της Ε.Ε. των 28 αλλά και των αντίστοιχων ποσοστών άλλων οικονομιών της Ε.Ε. (π.χ. Ιταλία και Γερμανία) που χαρακτηρίζονται από αρνητικές δημογραφικές τάσεις. Στο ίδιο πνεύμα, σύμφωνα με τα νεότερα διαθέσιμα στοιχεία (βάση δεδομένων Ήλιος, Ιούλιος 2015), περίπου το 31,4% του συνολικού κονδυλίου για συντάξεις γήρατος, επιζώντων, αναπηρίας κ.α. προοριζόταν για δικαιούχους κάτω των 65 ετών.
3. Εξαιτίας των προκλήσεων αυτών, σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο των τριών διαδοχικών προγραμμάτων σταθεροποίησης της Ελλάδας. Μετά τη μεταρρύθμιση του 2010, την οποία το ΔΝΤ χαρακτήρισε ως «περιεκτική», ακολούθησαν άλλες δύο μεταρρυθμιστικές προσπάθειες το 2011-12 και το 2015-16 με στόχο να μειωθούν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δαπάνες και να αντιμετωπιστεί μια σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος.
4. Συγκεκριμένα, οι προαναφερθείσες παρεμβάσεις στόχευαν μεταξύ άλλων: στην αύξηση των ορίων ηλικίας πρόωρης και νόμιμης συνταξιοδότησης, στη σύσφιξη των κανόνων πρόωρης συνταξιοδότησης, στην αύξηση των ελάχιστων απαιτούμενων ετών για την καταβολή εισφορών, στην εναρμόνιση των εισφορών κύριας σύνταξης στο 20% για όλους τους εργαζόμενους, στην καθιέρωση ενός ενιαίου κανόνα παροχών τόσο για τους υφιστάμενους όσο και για τους νέους συνταξιούχους, στο σχεδιασμό επιλεγμένων περικοπών στις επικουρικές συντάξεις για δικαιούχους με συνολικές συνταξιοδοτικές αποδοχές άνω των 1.300 ευρώ/μήνα, στο πάγωμα των επικουρικών συντάξεων για όσο διάστημα τα ασφαλιστικά ταμεία θα παραμένουν ελλειμματικά, στην εξάλειψη των χρεώσεων υπέρ τρίτων που προορίζονται για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων των αυτοαπασχολούμενων και στην αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης των αυτοαπασχολούμενων με βάση πραγματικά εισοδηματικά κριτήρια από ένα ελάχιστο ύψος εισοδήματος και άνω, αντί του τεκμαρτού εισοδήματος που ίσχυε έως τώρα.
5. Οι προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις πέτυχαν πράγματι να αντιμετωπίσουν κάποιες από τις δομικές αδυναμίες του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, τουλάχιστον σύμφωνα με τα όσα καταδεικνύουν τα διαθέσιμα στοιχεία και οι επίσημες προβλέψεις. Για παράδειγμα, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα προβλέπεται να μειωθεί κατά 1,9 π.μ. την περίοδο 2013-2060, φτάνοντας το 14,3% του ΑΕΠ στο τέλος αυτής της περιόδου (έναντι επιπέδων της τάξεως του 24% του ΑΕΠ πριν τις μεταρρυθμίσεις), σε σύγκριση με 11,1% του ΑΕΠ στην Ε.Ε. των 28 και 12,3% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Έκθεση για τη δημογραφική γήρανση, 2015). Προς την ίδια κατεύθυνση συγκλίνουν και άλλες μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προβλέψεις σχετικά με τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος, π.χ. μέση διάρκεια συνταξιοδότησης και μέση διάρκεια συνταξιοδότησης προς το μέσο όρο του εργασιακού βίου.
6. Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί έως τώρα ως προς την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος της Ελλάδας, η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ σημείωσε κατακόρυφη αύξηση τα τελευταία έτη, φτάνοντας το 17,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2014 (περίπου 17,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2016, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία), με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. των 28, μετά την Ιταλία και την Πορτογαλία.
7. Με βάση τις παραπάνω μετρήσεις, φαίνεται ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλή σχετικά με το τρέχον ονομαστικό επίπεδο του εγχώριου προϊόντος. Στο ίδιο πνεύμα, η μέση σύνταξη ως ποσοστό του μέσου μισθού στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά υψηλότερη συγκριτικά με εκείνη της Γερμανίας (65% έναντι 39%), σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (ΔΝΤ, Φεβ. 2017).
8. Επιπρόσθετα, παρόλο που στην Ελλάδα η συνταξιοδοτική δαπάνη σε ονομαστικούς όρους μειώθηκε σημαντικά (-9,1%) την περίοδο 2010-2014 (πλέον πρόσφατα στοιχεία), άλλες χώρες της Ε.Ε. που αντιμετώπισαν μικρότερη δημοσιονομική πίεση επίσης εφάρμοσαν μειώσεις στις ονομαστικές συντάξεις την ίδια περίοδο (Τσεχία: -0,7%, Ολλανδία -2,6% και Ουγγαρία: -10,8%).
9. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλότερα από τους αντίστοιχους μέσους της Ε.E. όσον αφορά τη μέση ονομαστική μηνιαία σύνταξη, δηλαδή, για τους άνδρες: €954 έναντι €1.530 στην Ε.Ε. των 27 και για τις γυναίκες: €738 έναντι €915 στην Ε.Ε. των 27 (βλέπε σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διασφάλιση επαρκών συντάξεων στις μελλοντικές γενιές συνταξιούχων «Pension Adequacy Report” Τόμος 1, 2015).
10. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα προαναφερθέντα στοιχεία αντιστοιχούν στο έτος 2012, Έκτοτε οι συντάξεις στην Ελλάδα έχουν υποστεί περαιτέρω μειώσεις. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία (βάση δεδομένων Ήλιος) η μέση μηνιαία σύνταξη στην Ελλάδα ήταν €893 τον Ιούλιο 2015, με την πλειοψηφία των συνταξιούχων (περίπου 83%) να λαμβάνουν μηνιαία σύνταξη χαμηλότερη από €1.500 (περίπου 59% λαμβάνουν μηναία σύνταξη μεταξύ €500-€1.000).
11. Επιπλέον, η συνολική δαπάνη κοινωνικής προστασίας στην Ελλάδα (παροχές σε χρήμα και παροχές σε είδος για ηλικιωμένους, επιζώντες και συντάξεις αναπηρίας καθώς επίσης για υγειονομική περίθαλψη, ενίσχυση οικογενειών, ανεργία, στέγαση και άλλες κρίσιμες κοινωνικές υπηρεσίες) παραμένει σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τους αντίστοιχους μέσους της Ε.Ε. των 28 και της Ευρωζώνης, ακόμα και αν μετράται ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται στην ασθενή κάλυψη που παρέχει το κράτος πρόνοιας στην Ελλάδα και αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι συντάξεις στηρίζουν το οικογενειακό εισόδημα και άλλες κρίσιμες κοινωνικές ανάγκες (π.χ. για υγεία, στέγαση, στήριξη άνεργων μελών της οικογένειας) την περίοδο της κρίσης.
12. Όσον αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης, σχετικές μετρήσεις δείχνουν ότι έχει ήδη λάβει μεγάλες διαστάσεις, αν και ο πληθυσμός της χώρας σε ηλικία εργασίας φαίνεται να έχει πληγεί σφοδρότερα από τους συνταξιούχους. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το ποσοστό του εγχώριου πληθυσμού που ζει με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, ήταν το 4ο υψηλότερο στην Ε.Ε. των 28 το 2015 μετά την ΠΓΔΜ (στη χειρότερη θέση), τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
13. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας έχει πράγματι μειωθεί από το 2011, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ατόμων που ανήκουν σε νεότερες ηλικιακές ομάδες έχει εκτιναχθεί στα ύψη. Εντούτοις θα πρέπει να σημειωθεί ότι η φτώχεια συνήθως μετράται σε σχετικούς όρους δηλαδή, σε σύγκριση με ένα μέτρο ίσο με το μέσο εισόδημα ενός αντιπροσωπευτικού ατόμου. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη ότι το όριο της φτώχειας για ένα άτομο μειώθηκε σημαντικά από το 2009, το αντίστοιχο ποσοστό για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω στην Ελλάδα είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερο από αυτό που υποδηλώνουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
14. Στην τελευταία αξιολόγησή του για το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα (Φεβ. 2017), το ΔΝΤ σημειώνει ότι η πιο πρόσφατη μεταρρύθμιση που εφαρμόστηκε το 2015-16 κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση εξαλείφοντας ορισμένες στρεβλώσεις και μειώνοντας το κόστος. Ωστόσο υπολείπεται των παρεμβάσεων που απαιτούνται για τον εξορθολογισμό του συστήματος και την παροχή ισχυρών κινήτρων για εργασία και συνεισφορά στο σύστημα, ενώ ενέχει σημαντικούς κινδύνους ως προς την εφαρμογή της. Ως εκ τούτου, το Ταμείο καλεί τις αρχές όχι μόνο να εφαρμόσουν πλήρως την πρόσφατη μεταρρύθμιση αλλά και να τη συμπληρώσουν με επιπρόσθετες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των εναπομεινάντων στρεβλώσεων. Συμπερασματικά, οι όποιες νέες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των εναπομεινάντων διαρθρωτικών αδυναμιών του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος θα πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα για την ενίσχυση του αδύναμου συστήματος κοινωνικής πρόνοιας της χώρας.


ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Αποκαλυπτική μελέτη: Ετσι έγινε ωρολογιακή βόμβα το συνταξιοδοτικό

Αποκαλυπτική μελέτη: Ετσι έγινε ωρολογιακή βόμβα το συνταξιοδοτικό
Μια αποκαλυπτική μελέτη για το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας και πώς αυτό μετατράπηκε σε δημοσιονομική ωρολογιακή βόμβα, δημοσιεύει η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank.
Τίτλος της ειδικής μελέτης: «Δαπάνη για συντάξεις και κοινωνική προστασία: Πώς συγκρίνεται η Ελλάδα με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.». Τη συγγραφή της έκθεσης επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank.
Στην έρευνα καταγράφεται η πορεία του συνταξιοδοτικού μέχρι τα χρόνια της κρίσης, οι αιτίες που έχουν οδηγήσει το σύστημα ένα βήμα πριν την κατάρρευση, οι μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν αλλά και να συνοδευτούν με ενίσχυση των αδύναμων ομάδων και της κοινωνικής πρόνοιας στη χώρα.
Αναλυτικά:
Βασικές επισημάνσεις & συμπεράσματα μελέτης
  1. Για δύο δεκαετίες πριν από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης χρέους, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα σημείωσε μεγάλη άνοδο συνεπικουρούμενη, μεταξύ άλλων, από την ταχεία αύξηση των μισθών και τις συγκριτικά γενναιόδωρες παροχές του συνταξιοδοτικού συστήματος. Σε σύγκριση με τις άλλες δύο οικονομίες της ευρωζώνης με τις δυσμενέστερες δημογραφικές προοπτικές, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα την περίοδο 1991 – 2009 ανήλθε κατά μέσο όρο σε 8,3% σε σχέση με 3,8% στην Ιταλία και 3,6% στη Γερμανία.
  2. Οι εξελίξεις αυτές σε συνδυασμό με τις εξαιρετικά δυσμενείς δημογραφικές τάσεις, οδήγησαν τον ΟΟΣΑ το 2007 να χαρακτηρίσει το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας ως «δημοσιονομική ωρολογιακή βόμβα». Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2014 (τα τελευταία διαθέσιμα) σε κάθε δικαιούχο σύνταξης στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν μόνο 1,3 εργαζόμενοι, αναλογία που αποτελεί τη χαμηλότερη στην Ε.Ε. των 28. Επιπροσθέτως, το ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων στην Ελλάδα (ο πληθυσμός ηλικίας 65 ετών και άνω προς τον πληθυσμό από 15 έως 64 ετών) εκτιμήθηκε ότι θα αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, φτάνοντας το 2060 επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από το μέσο όρο της Ε.Ε. των 28 αλλά και των αντίστοιχων ποσοστών άλλων οικονομιών της Ε.Ε. (π.χ. Ιταλία και Γερμανία) που χαρακτηρίζονται από αρνητικές δημογραφικές τάσεις. Στο ίδιο πνεύμα, σύμφωνα με τα νεότερα διαθέσιμα στοιχεία (βάση δεδομένων Ήλιος, Ιούλιος 2015), περίπου το 31,4% του συνολικού κονδυλίου για συντάξεις γήρατος, επιζώντων, αναπηρίας κ.α. προοριζόταν για δικαιούχους κάτω των 65 ετών.
  3. Εξαιτίας των προκλήσεων αυτών, σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο των τριών διαδοχικών προγραμμάτων σταθεροποίησης της Ελλάδας. Μετά τη μεταρρύθμιση του 2010, την οποία το ΔΝΤ χαρακτήρισε ως «περιεκτική», ακολούθησαν άλλες δύο μεταρρυθμιστικές προσπάθειες το 2011-12 και το 2015-16 με στόχο να μειωθούν οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δαπάνες και να αντιμετωπιστεί μια σειρά διαρθρωτικών αδυναμιών του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος.
  4. Συγκεκριμένα, οι προαναφερθείσες παρεμβάσεις στόχευαν μεταξύ άλλων: στην αύξηση των ορίων ηλικίας πρόωρης και νόμιμης συνταξιοδότησης, στη σύσφιξη των κανόνων πρόωρης συνταξιοδότησης, στην αύξηση των ελάχιστων απαιτούμενων ετών για την καταβολή εισφορών, στην εναρμόνιση των εισφορών κύριας σύνταξης στο 20% για όλους τους εργαζόμενους, στην καθιέρωση ενός ενιαίου κανόνα παροχών τόσο για τους υφιστάμενους όσο και για τους νέους συνταξιούχους, στο σχεδιασμό επιλεγμένων περικοπών στις επικουρικές συντάξεις για δικαιούχους με συνολικές συνταξιοδοτικές αποδοχές άνω των 1.300 ευρώ/μήνα, στο πάγωμα των επικουρικών συντάξεων για όσο διάστημα τα ασφαλιστικά ταμεία θα παραμένουν ελλειμματικά, στην εξάλειψη των χρεώσεων υπέρ τρίτων που προορίζονται για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων των αυτοαπασχολούμενων και στην αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης των αυτοαπασχολούμενων με βάση πραγματικά εισοδηματικά κριτήρια από ένα ελάχιστο ύψος εισοδήματος και άνω, αντί του τεκμαρτού εισοδήματος που ίσχυε έως τώρα.
  5. Οι προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις πέτυχαν πράγματι να αντιμετωπίσουν κάποιες από τις δομικές αδυναμίες του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, τουλάχιστον σύμφωνα με τα όσα καταδεικνύουν τα διαθέσιμα στοιχεία και οι επίσημες προβλέψεις. Για παράδειγμα, η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα προβλέπεται να μειωθεί κατά 1,9 π.μ. την περίοδο 2013-2060, φτάνοντας το 14,3% του ΑΕΠ στο τέλος αυτής της περιόδου (έναντι επιπέδων της τάξεως του 24% του ΑΕΠ πριν τις μεταρρυθμίσεις), σε σύγκριση με 11,1% του ΑΕΠ στην Ε.Ε. των 28 και 12,3% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Έκθεση για τη δημογραφική γήρανση, 2015). Προς την ίδια κατεύθυνση συγκλίνουν και άλλες μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προβλέψεις σχετικά με τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος, π.χ. μέση διάρκεια συνταξιοδότησης και μέση διάρκεια συνταξιοδότησης προς το μέσο όρο του εργασιακού βίου.
  6. Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί έως τώρα ως προς την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος της Ελλάδας, η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ σημείωσε κατακόρυφη αύξηση τα τελευταία έτη, φτάνοντας το 17,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2014 (περίπου 17,4% του ΑΕΠ στο τέλος του 2016, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία), με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. των 28, μετά την Ιταλία και την Πορτογαλία.
  7. Με βάση τις παραπάνω μετρήσεις, φαίνεται ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα είναι αρκετά υψηλή σχετικά με το τρέχον ονομαστικό επίπεδο του εγχώριου προϊόντος. Στο ίδιο πνεύμα, η μέση σύνταξη ως ποσοστό του μέσου μισθού στην Ελλάδα παραμένει σημαντικά υψηλότερη συγκριτικά με εκείνη της Γερμανίας (65% έναντι 39%), σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (ΔΝΤ, Φεβ. 2017).
  8. Επιπρόσθετα, παρόλο που στην Ελλάδα η συνταξιοδοτική δαπάνη σε ονομαστικούς όρους μειώθηκε σημαντικά (-9,1%) την περίοδο 2010-2014 (πλέον πρόσφατα στοιχεία), άλλες χώρες της Ε.Ε. που αντιμετώπισαν μικρότερη δημοσιονομική πίεση επίσης εφάρμοσαν μειώσεις στις ονομαστικές συντάξεις την ίδια περίοδο (Τσεχία: -0,7%, Ολλανδία -2,6% και Ουγγαρία: -10,8%).
  9. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλότερα από τους αντίστοιχους μέσους της Ε.E. όσον αφορά τη μέση ονομαστική μηνιαία σύνταξη, δηλαδή, για τους άνδρες: €954 έναντι €1.530 στην Ε.Ε. των 27 και για τις γυναίκες: €738 έναντι €915 στην Ε.Ε. των 27 (βλέπε σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη διασφάλιση επαρκών συντάξεων στις μελλοντικές γενιές συνταξιούχων «Pension Adequacy Report” Τόμος 1, 2015).
  10. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα προαναφερθέντα στοιχεία αντιστοιχούν στο έτος 2012, Έκτοτε οι συντάξεις στην Ελλάδα έχουν υποστεί περαιτέρω μειώσεις. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα οικονομικά στοιχεία (βάση δεδομένων Ήλιος) η μέση μηνιαία σύνταξη στην Ελλάδα ήταν €893 τον Ιούλιο 2015, με την πλειοψηφία των συνταξιούχων (περίπου 83%) να λαμβάνουν μηνιαία σύνταξη χαμηλότερη από €1.500 (περίπου 59% λαμβάνουν μηναία σύνταξη μεταξύ €500-€1.000).
  11. Επιπλέον, η συνολική δαπάνη κοινωνικής προστασίας στην Ελλάδα (παροχές σε χρήμα και παροχές σε είδος για ηλικιωμένους, επιζώντες και συντάξεις αναπηρίας καθώς επίσης για υγειονομική περίθαλψη, ενίσχυση οικογενειών, ανεργία, στέγαση και άλλες κρίσιμες κοινωνικές υπηρεσίες) παραμένει σημαντικά χαμηλότερη σε σύγκριση με τους αντίστοιχους μέσους της Ε.Ε. των 28 και της Ευρωζώνης, ακόμα και αν μετράται ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται στην ασθενή κάλυψη που παρέχει το κράτος πρόνοιας στην Ελλάδα και αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι συντάξεις στηρίζουν το οικογενειακό εισόδημα και άλλες κρίσιμες κοινωνικές ανάγκες (π.χ. για υγεία, στέγαση, στήριξη άνεργων μελών της οικογένειας) την περίοδο της κρίσης.
  12. Όσον αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης, σχετικές μετρήσεις δείχνουν ότι έχει ήδη λάβει μεγάλες διαστάσεις, αν και ο πληθυσμός της χώρας σε ηλικία εργασίας φαίνεται να έχει πληγεί σφοδρότερα από τους συνταξιούχους. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το ποσοστό του εγχώριου πληθυσμού που ζει με τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, ήταν το 4ο υψηλότερο στην Ε.Ε. των 28 το 2015 μετά την ΠΓΔΜ (στη χειρότερη θέση), τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
  13. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας έχει πράγματι μειωθεί από το 2011, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ατόμων που ανήκουν σε νεότερες ηλικιακές ομάδες έχει εκτιναχθεί στα ύψη. Εντούτοις θα πρέπει να σημειωθεί ότι η φτώχεια συνήθως μετράται σε σχετικούς όρους δηλαδή, σε σύγκριση με ένα μέτρο ίσο με το μέσο εισόδημα ενός αντιπροσωπευτικού ατόμου. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη ότι το όριο της φτώχειας για ένα άτομο μειώθηκε σημαντικά από το 2009, το αντίστοιχο ποσοστό για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω στην Ελλάδα είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερο από αυτό που υποδηλώνουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
  14. Στην τελευταία αξιολόγησή του για το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα (Φεβ. 2017), το ΔΝΤ σημειώνει ότι η πιο πρόσφατη μεταρρύθμιση που εφαρμόστηκε το 2015-16 κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση εξαλείφοντας ορισμένες στρεβλώσεις και μειώνοντας το κόστος. Ωστόσο υπολείπεται των παρεμβάσεων που απαιτούνται για τον εξορθολογισμό του συστήματος και την παροχή ισχυρών κινήτρων για εργασία και συνεισφορά στο σύστημα, ενώ ενέχει σημαντικούς κινδύνους ως προς την εφαρμογή της. Ως εκ τούτου, το Ταμείο καλεί τις αρχές όχι μόνο να εφαρμόσουν πλήρως την πρόσφατη μεταρρύθμιση αλλά και να τη συμπληρώσουν με επιπρόσθετες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των εναπομεινάντων στρεβλώσεων. Συμπερασματικά, οι όποιες νέες μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των εναπομεινάντων διαρθρωτικών αδυναμιών του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος θα πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα για την ενίσχυση του αδύναμου συστήματος κοινωνικής πρόνοιας της χώρας.


ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΦΚΑ

Ποιοι δικαιούνται το ΕΚΑΣ και ποιοι πρέπει να το επιστρέψουν

Ποιοι δικαιούνται το ΕΚΑΣ και ποιοι πρέπει να το επιστρέψουν
Εγκύκλιο για τη χορήγηση του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων κατά το έτος 2017 εξέδωσε ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, στην οποία επισημαίνονται, μεταξύ άλλων, οι περιπτώσεις που αναζητούνται στο διπλάσιο τα ποσά τα οποία καταβλήθηκαν αχρεωστήτως.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την εγκύκλιο του ΕΦΚΑ, συνταξιούχοι οι οποίοι δικαιούνταν το ΕΚΑΣ, από 1/6 μέχρι 31/12/2016, αλλά το στερούνται για το 2017, σύμφωνα με τα νέα κριτήρια, δικαιούνται τις ακόλουθες αντισταθμιστικές παροχές:
α) Πλήρη απαλλαγή από τη συμμετοχή στη φαρμακευτική δαπάνη,
β) έκτακτη μηνιαία οικονομική ενίσχυση, η οποία χορηγείται στον σύζυγο με το μικρότερο ατομικό εισόδημα, σε περίπτωση που έπαυσε η καταβολή ΕΚΑΣ και στους δύο συζύγους, ίση με την παροχή ΕΚΑΣ 2016 που αντιστοιχεί στο εισόδημα αυτό,
γ) έκτακτη μηνιαία οικονομική ενίσχυση, η οποία χορηγείται σε συνταξιούχους με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, ισόποση με την παροχή ΕΚΑΣ 2016 που απώλεσαν.
Αναφορικά με τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά που χορηγήθηκαν ως αντισταθμιστικά κατάργησης του ΕΚΑΣ, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθ. 7 της από 13.9.2016 Υπουργικής Απόφασης.
Όσον αφορά τις οδηγίες που είχαν δοθεί με το Γ.Ε. του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ σχετικά με τη χορήγηση του ΕΚΑΣ για το χρονικό διάστημα από 01/01/2016 μέχρι 31/05/2016 και, συγκεκριμένα, σχετικά με τον έλεγχο των δικαιούχων τόσο από την ΗΔΙΚΑ ΑΕ, όσο και από τις υπηρεσίες συντάξεων (στις περιπτώσεις που δεν χορηγήθηκε αυτομάτως), γνωστοποιείται ότι, προς το παρόν, εκκρεμεί η υλοποίηση του έργου από την ΗΔΙΚΑ ΑΕ.
Επομένως, αναμένονται οδηγίες για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί από τους συνταξιούχους στις υπηρεσίες, «μετά την ενημέρωσή μας από την ΗΔΙΚΑ ΑΕ».
Για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να παραμείνουν σε εκκρεμότητα και τυχόν υποβληθείσες αιτήσεις για τη χορήγηση των αντισταθμιστικών μέτρων κατάργησης του ΕΚΑΣ για το χρονικό διάστημα από 01/08/2016 μέχρι 31/12/2016.
Προκειμένου να υπάρχει ορθή και ενιαία εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 92 του Ν. 4387/2016, στην εγκύκλιο σημειώνονται τα εξής: «Η εν λόγω διάταξη διακρίνει σαφώς τις περιπτώσεις στις οποίες αναζητούνται στο διπλάσιο τα ποσά του ΕΚΑΣ που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως:
α) Υποβολή εκ μέρους του συνταξιούχου με δόλο ανακριβούς δήλωσης είτε για το φορέα καταβολής του επιδόματος είτε για τα εισοδηματικά στοιχεία
β) πολλαπλή είσπραξη του επιδόματος.
Επομένως, πρόκειται για τις περιπτώσεις που αποδεικνύεται ότι ο συνταξιούχος, προκειμένου να εισπράττει το ΕΚΑΣ είτε χωρίς να έχει τις νόμιμες προϋποθέσεις είτε πολλαπλά, λειτουργεί με δόλο, ενεργητικά (υποβολή ανακριβούς αίτησης/δήλωσης) ή παθητικά (αποσιώπηση της χορήγησης του επιδόματος και είσπραξή του από περισσότερους του ενός ασφαλιστικούς φορείς).
Στην πρώτη περίπτωση, η ανακριβής/ψευδής δήλωση μπορεί να αφορά, ενδεικτικά, την απόκρυψη του γεγονότος ότι το ΕΚΑΣ χορηγείται από άλλον φορέα ή ότι ο συνταξιούχος έχει υποβάλει αίτηση, ώστε να του χορηγηθεί και από άλλον φορέα, το ύψος και τις πηγές των εισοδημάτων που περιέχονται στη δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων στη ΔΟΥ, την οικογενειακή κατάσταση, προκειμένου να μην ελέγχεται το οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα, τον τόπο μόνιμης κατοικίας, κ.ά.
Στη δεύτερη περίπτωση, ο νόμος αναφέρεται στην πολλαπλή είσπραξη του επιδόματος, δηλαδή στην περίπτωση που, ενώ ο συνταξιούχος δεν συνήργησε, με σκοπό να του χορηγηθεί το ΕΚΑΣ από περισσότερους του ενός φορείς, γεγονός που μπορεί να οφείλεται σε μηχανογραφική αστοχία, το εισέπραττε συστηματικά από όλους, αποσιωπώντας την αλήθεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Συνεπώς, εάν δεν αποδεικνύεται πλήρως και αιτιολογημένα ότι συντρέχουν οι ως άνω συγκεκριμένες περιπτώσεις της παρ. 5 του άρθρου 92 του Ν. 4387/2016, δεν είναι επιτρεπτό να αναζητούνται στο διπλάσιο τα ποσά ΕΚΑΣ που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως.
Υπενθυμίζεται ότι, όταν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την επιστροφή των ποσών ΕΚΑΣ στο διπλάσιο, γίνεται συμψηφισμός του ποσού με την καταβαλλόμενη σύνταξη, ύστερα από απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, σύμφωνα με την ισχύουσα ειδική διάταξη, δηλαδή σε έξι μηνιαίες δόσεις, ενώ, εάν το ποσό της σύνταξης δεν επαρκεί, για να καλύψει το επιστρεπτέο ποσό σε έξι δόσεις, το ποσό αυτό επιμερίζεται σε τόσες ισόποσες μηνιαίες δόσεις, όσες απαιτούνται για τον συμψηφισμό του με τη σύνταξη».
ΑΠΕ-ΜΠΕ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου