Σελίδες

Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

Κρυφές αυξήσεις στις νέες συντάξεις λόγω… πληθωρισμού – Αναλυτικά παραδείγματα

Κρυφές αυξήσεις στις νέες συντάξεις λόγω… πληθωρισμού – Αναλυτικά παραδείγματα

Αγωνία για τη στάση των δανειστών και την πιθανότητα νέου "δημοσιονομικού κενού"
Τα πάνω κάτω στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων φέρνει η καινούργια «φόρμουλα» που θέλει να εφαρμόσει το υπουργείο Εργασίας. Μετά το θόρυβο που προκλήθηκε εξαιτίας της αδυναμίας χρήσης του «ετήσιου δείκτη μισθών» η κυβέρνηση κατέθεσε τελικώς την τροπολογία η οποία προβλέπει τη χρήση του δείκτη τιμών καταναλωτή για την περίοδο τουλάχιστον μέχρι το 2020. Η τροπολογία δόθηκε στη δημοσιότητα προ 10ημέρου, «αποσύρθηκε» και τελικώς κατατέθηκε στη Βουλή την Τετάρτη. Η «απόσυρση» δεν αιτιολογήθηκε ποτέ από την κυβέρνηση και σίγουρα δεν ήταν τυχαία. Με τη χρήση του δείκτη τιμών καταναλωτή, οι συντάξεις διαμορφώνονται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τις αντίστοιχες που θα προέκυπταν αν εφαρμοζόταν στην πράξη η διάταξη που έχει ήδη ψηφίσει η Βουλή τον περασμένο Μάιο.
Το δημοσιονομικό κόστος είναι προφανές και μεγάλο όπως προφανές είναι και το ότι η συγκεκριμένη τροπολογία πρέπει να «περάσει» από την έγκριση των δανειστών λόγω δημοσιονομικού κόστους. Σε κάθε περίπτωση, το αλαλούμ με τον υπολογισμό των συντάξεων για όσους αποχώρησαν ή θα αποχωρήσουν μετά τον Μαίο του 2016 από την αγορά εργασίας συνεχίζεται. Παρά την κατάθεση της τροπολογίας, το υπουργείο Εργασίας θα πρέπει να απαντήσει σε βασικά ερωτήματα:
1. Βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή θα γίνει και ο υπολογισμός της «προσωπικής διαφοράς» για όλους τους υφιστάμενους συνταξιούχους; Ο νόμος Κατρούγκαλου αυτό προβλέπει τη στιγμή μάλιστα που η «προσωπική διαφορά» έχει μπει στο μικροσκόπιο των θεσμών για να περικοπεί.
2. Μετά το 2021 θα γίνει εκ νέου υπολογισμός των συντάξεων καθώς τότε η Ελληνική Στατιστική Αρχή θα είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει τον δείκτη μισθών (σ.σ στην ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ αναφέρεται ότι έχει προταθεί η ανάπτυξη της εθνικής μεθοδολογίας κατάρτισης του συντελεστή μεταβολής μισθών); Και αν αυτό συμβεί, τι θα γίνει με τις συντάξεις που θα έχουν δοθεί εν τω μεταξύ; Θα υπολογιστούν εκ νέου; Εκ νέου θα υπολογιστεί και η προσωπική διαφορά;
3. Θα προκαλέσει ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων «δημοσιονομικό κενό» και την απαίτηση για νέες περικοπές ενδεχομένως και στη βασική εθνική σύνταξη; Έχουν υπολογιστεί οι δημοσιονομικές επιπτώσεις από τη χρήση του δείκτη τιμών καταναλωτή τη στιγμή μάλιστα που ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων έχει ενταχθεί στα μέτρα και του 2017 και του 2018 που πρέπει να υλοποιηθούν για να επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος; Η έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνόδευε την τροπολογία, δεν αναφέρει τίποτα επί αυτού.
Από την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ με την οποία και αποσαφηνίστηκε ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί ο «νόμος Κατρούγκαλου» με τον τρόπο που ψηφίστηκε τον Μαίο του 2016, προκύπτει ότι το πρόβλημα ήταν γνωστό στο υπουργείο Εργασίας και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή ήδη από το 2010: «οι διαθέσιμες στατιστικές της ΕΛΣΤΑΤ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κατάρτιση του εν λόγω συντελεστή, επειδή αυτός αποκλίνει από το Δείκτη Κόστους Εργασίας που καταρτίζει και δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ. Η εν λόγω απόκλιση είχε επισημανθεί στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή και στο πλαίσιο παλαιότερου αιτήματός της προς την ΕΛΣΤΑΤ σχετικά με την κατάρτιση του συντελεστή ωρίμανσης για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών, σε εφαρμογή του Νόμου 3863/2010».
Η επιμονή στο λάθος, οδήγησε ήδη στην αναστάτωση καθώς πρακτικά, αυτή τη στιγμή ούτε συντάξεις μπορούν να υπολογιστούν ούτε η «προσωπική διαφορά». Όσον αφορά στο ύψος των συντάξεων που προκύπτουν με την υιοθέτηση της φόρμουλας με τον δείκτη τιμών καταναλωτή, το ακόλουθο παράδειγμα είναι αποκαλυπτικό:
Οι μέσες απολαβές του εργαζόμενου για την περίοδο 2002-2016, διαμορφώθηκαν στα 1000 ευρώ. Με την εφαρμογή του δείκτη τιμών καταναλωτή, οι συντάξιμες αποδοχές ανέρχονται στα 1096,93 ευρώ. Δηλαδή, ο πληθωρισμός της περιόδου προσαυξάνει τις συντάξιμες αποδοχές κατά περίπου 10%. Όσο για τη σύνταξη διαμορφώνεται στα:
· 443,96 ευρώ με 15 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 40%)
· 524,6 ευρώ με 20 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 48%)
· 574,2 ευρώ με 25 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 52%)
· 632,87 ευρώ με 30 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 58%) και
· 709,58 ευρώ με 35 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 65%).
Το ερώτημα που γεννάται είναι ποιο θα ήταν το αντίστοιχο ύψος της σύνταξης αν εφαρμοζόταν ο νόμος Κατρούγκαλου και ο δείκτης μισθών. Η ΕΛΣΤΑΤ κατέστησε σαφές ότι δεν θα διαθέτει δείκτη ετήσιας μεταβολής μισθών. Διαθέτει όμως τον τριμηνιαίο δείκτη μισθών ο οποίος μπορεί να κρίθηκε ακατάλληλος για τον υπολογισμό των συντάξεων, ωστόσο, δίνει μια σαφή εικόνα του πώς θα διαμορφωνόταν η σύνταξη αν λαμβανόταν υπόψη η εξέλιξη του μέσου μισθού στην Ελλάδα από το 2002 και μετά. Για τον ίδιο ασφαλισμένο που θα έπαιρνε 1000 ευρώ τον μήνα (κατά μέσο όρο) για την περίοδο 2002-2016, οι συντάξιμες αποδοχές θα έπεφταν στα 900,23 ευρώ αντί για τα 1096 ευρώ που προκύπτουν με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή. Έτσι, η σύνταξη θα διαμορφωνόταν:
· Στα 422,6 ευρώ με 15 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 47%)
· Στα 495,25 ευρώ με 20 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 55%)
· Στα 535,96 ευρώ με 25 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 60%)
· Στα 584,11 ευρώ με 30 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 65%) και
· Στα 647,06 ευρώ με 35 χρόνια προϋπηρεσίας (συντελεστής αναπλήρωσης 72%)
Όπως προκύπτει, με τον δείκτη μισθών, οι συντάξεις εμφανίζονται μειωμένες από 4,81% έως 8,81% συγκριτικά με το δείκτη καταναλωτή. Ή το ανάποδο: Ο ΔΤΚ, επιφέρει αυξήσεις από 5,05% έως 9,66% σε σχέση με τον τριμηνιαίο δείκτη μισθών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου