Σελίδες

Σάββατο 8 Απριλίου 2017

Πού αποδίδει και πού πάσχει η ελληνική οικονομία

Πού αποδίδει και πού πάσχει η ελληνική οικονομία

Η επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας κάνει πιο επιτακτική μια νέα ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Το δυσοίωνο outlook, οι εκροές καταθέσεων και η επίμονα υψηλή ανεργία. Μόνο φωτεινό σημείο η αύξηση των εσόδων.
Πού αποδίδει και πού πάσχει η ελληνική οικονομία
της Kerin Hope
Καθώς η Ελλάδα συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές για τα επόμενα στάδια του διεθνούς προγράμματος διάσωσης, ο πρόεδρος της Ε.Ε., Ντόναλντ Τουσκ, προειδοποιεί πως ακόμα δεν έχουμε ένα «success story».
Σήμερα θα γίνουν περαιτέρω συζητήσεις στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει απευθύνει έκκληση για μια έκτακτη σύνοδο των ηγετών της Ε.Ε., αν δεν υπάρξει συμφωνία ως το τέλος της εβδομάδας.
Αλλά ενώ η Ελλάδα προσπαθεί να περάσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να απελευθερωθεί η επόμενη δόση, η οικονομία της διολισθαίνει προς την ύφεση, κάνοντας ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για περαιτέρω χρηματοδότηση. Οι παρακάτω πίνακες δίνουν ένα μέτρο της υγείας της ελληνικής οικονομίας μέχρι σήμερα.

Αναθεώρηση των προβλέψεων προς τα κάτω

Το Δεκέμβριο, η Ελλάδα φαινόταν έτοιμη για μια ισχυρή ανάκαμψη, με την κεντρική τράπεζα της χώρας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να προβλέπουν ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με τουλάχιστον 2,7% το 2017. Οι προβλέψεις τους ήταν αρκετά πιο αισιόδοξες από ότι αυτές της πλειοψηφίας των κορυφαίων διεθνών οικονομολόγων.
Αλλά μια επιστροφή στην ύφεση στο τέταρτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, μαζί με την αποτυχία της ελληνικής κυβέρνησης να ολοκληρώσει την τελευταία αξιολόγηση εντός του 2016, όπως είχε υποσχεθεί ο κ. Τσίπρας, έφερε μια καθοδική αναθεώρηση.
Η κεντρική τράπεζα τον περασμένο μήνα έκοψε την πρόβλεψη της για την ανάπτυξη το 2017 στο 1,5%.
«Δεν υπήρξε θετική μεταφερόμενη επίδραση από την προηγούμενη χρονιά όπως αναμενόταν και η ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου προβλεπόταν να είναι από αρνητική ως στάσιμη» δήλωσε ο Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής στην ΑΣΟΕΕ.
Εν τω μεταξύ, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη έχει υποχωρήσει σημαντικά, καθώς αυξάνονται οι φόβοι ενός παρατεταμένου αδιεξόδου με τους πιστωτές. Οι ελπίδες για γρήγορη συμφωνία ματαιώθηκαν από τους πολιτικούς διαξιφισμούς στον ΣΥΡΙΖΑ για τις συντάξεις και τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.
Μια συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης το Μάιο θεωρείται από τους αναλυτές ως μια κρίσιμη στιγμή για την εκτιμώμενη ανάκαμψη της Ελλάδας. «Αν δεν υπάρξει ολοκλήρωση της διάσωσης τον επόμενο μήνα μπορούμε να δούμε ακόμα πιο υποτονική ανάπτυξη αυτό το χρόνο» προειδοποιεί ο κ. Παγουλάτος.

Υψηλή ανεργία

Το ποσοστό ανεργίας της Ελλάδας σκαρφάλωσε στο 23,5% τον Ιανουάριο από 23,2% τον Σεπτέμβριο, αντιστρέφοντας μιας μικρή πτώση από το τέλος του 2015.
Ανεπίσημα στοιχεία από τον ΟΑΕΔ δείχνουν επίσης μια απότομη άνοδο στους εγγεγραμμένους ανέργους τους πρώτους δύο μήνες του έτους.
Η Αθήνα παραμένει αρκετά πίσω από τους 28 εταίρους της στην Ε.Ε., όπου η μέση ανεργία έχει υποχωρήσει στο χαμηλό τεσσάρων ετών του 8%. Παρ’ όλα αυτά, αναλυτές επισημαίνουν πως η ανεργία θα μπορούσε να είναι ακόμα μεγαλύτερη αν δεν είχαν εφαρμοσθεί οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων μνημονίων.
«Οι μεταρρυθμίσεις βοήθησαν να απομακρυνθούν ακαμψίες που εμπόδιζαν τους μισθούς να προσαρμοστούν στις οικονομικές συνθήκες, μέσω μεγάλης μείωσης των κατώτατων μισθών και αναστολής των αυτόματων αυξήσεων λόγω προϋπηρεσίας» λέει η Μιράντα Ξαφά, ερευνήτρια στο Centre for International Governance Innovation.
Αλλά οι προοπτικές παραμένουν θολές. Περίπου οι μισοί εγγεγραμμένοι άνεργοι στην Ελλάδα έχουν μείνει χωρίς δουλειά εδώ και πάνω από ένα χρόνο, ενώ πολλοί από αυτούς έχουν σταματήσει να ψάχνουν. Η συμμετοχή του εργατικού δυναμικού υποχώρησε στο 52% περίπου, το χαμηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε. των 28 μετά την Κροατία. Ένας λόγος για την πτώση είναι ότι περίπου 300.000 μορφωμένοι νέοι Έλληνες έχουν εγκαταλείψει τη χώρα από το 2011 αναζητώντας εργασία αλλού.

Φωτεινό σημείο τα έσοδα 

Η Ελλάδα ξεπέρασε το στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 με μεγάλη διαφορά, κυρίως χάρη στην αναπάντεχη βελτίωση των φορολογικών εσόδων. Αλλά το ακριβές ποσό του πλεονάσματος – το οποίο δεν περιλαμβάνει τις πληρωμές τόκων – δεν θα ανακοινωθεί ως το τέλος Απριλίου.
Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι ένα φωτεινό σημείο σε ένα κατά τα άλλα δυσοίωνο οικονομικό outlook. Οικονομολόγοι με έδρα την Αθήνα έχουν προβλέψει ένα πλεόνασμα περίπου 2% για το 2016, αλλά ο Πιέρ Μοσκοβισί, ο Ευρωπαίος Επίτροπος για Οικονομικά Θέματα, εξέπληξε τους αναλυτές αυτήν την εβδομάδα λέγοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι ξεπέρασε το 3% του ΑΕΠ πέρυσι, πολλαπλάσιο από τον στόχο του 0,5% του ΑΕΠ.
Οι αναλυτές σημειώνουν πως η υπέρβαση προήλθε από τις αυξήσεις στους φόρους, την πιο αποτελεσματική είσπραξη τoυς και τις περαιτέρω περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Ο κ. Μοσκοβισί ανέφερε ότι το πλεόνασμα πιθανότατα θα υποχωρήσει φέτος στο 1,75% προτού ανακάμψει στο 3,5% το 2018, πάνω από το στόχο του 3%.
Αλλά ορισμένοι οικονομολόγοι είναι επιφυλακτικοί για τις πιθανότητες της Ελλάδας να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, όπως απαιτούν οι πιστωτές.
«Η κυβέρνηση τα πήγε πολύ καλά στην συλλογή των εσόδων πέρυσι, κυρίως λόγω της υπεργφορολόγησης» υποστηρίζει ο Γκίκας Χαρδούβελης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιά. «Αλλά το κίνητρο για φοροδιαφυγή έχει γίνει τεράστιο, εξαιτίας των μεγάλων αυξήσεων στους φορολογικούς συντελεστές και στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης».

Νέες εκροές καταθέσεων

Οι νέες εκροές καταθέσεων από τις τράπεζες τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο προκαλούν ανησυχία σε ορισμένους αξιωματούχους της κεντρικής τράπεζας. Δεν έχουν περάσει ακόμα δύο χρόνια από τότε που η κεντρική τράπεζα της Ελλάδας έκλεισε τις τράπεζες για τρεις εβδομάδες και επέβαλε κεφαλαιακούς ελέγχους για να αποφευχθεί μια συστημική κατάρρευση. Από τότε έχει υπάρξει μόνο μια μερική χαλάρωση των ελέγχων.
Περίπου 1,5 δισ. ευρώ καταθέσεων έφυγαν από τις τράπεζες τον Ιανουάριο και περαιτέρω 1 δισ. ευρώ το Φεβρουάριο. Από τις καταθέσεις των επιχειρήσεων, το μεγαλύτερο μέρος των εκροών προήλθε από ιδιοκτήτες μικρομεσαίων επιχειρήσεων που ανησυχούν ότι θα παραταθούν οι διαπραγματεύσεις, προκαλώντας μια τραπεζική κρίση.
Αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας έχουν τονίσει πως η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική από το 2015, όταν η κυβέρνηση εγκλωβίστηκε σε μια σκληρή σύγκρουση με τους πιστωτές και μια έξοδος από το ευρώ φαινόταν πιθανή.
Αλλά ορισμένοι Έλληνες επιχειρηματίες δεν έχουν πεισθεί ακόμα. Ανησυχούν πως με βάση τους υφιστάμενους τραπεζικούς κανονισμούς της Ε.Ε., οι καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ θα υποστούν bail-in μετά από μια τραπεζική χρεοκοπία, το οποίο θα έπληττε περισσότερο τους πλούσιους Έλληνες.
Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας έχουν επαρκή κεφάλαια, αλλά έχουν σημειώσει αργή πρόοδο στην αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που ανέρχονται στο 50% του συνολικού τους χαρτοφυλακίου.
Η νομοθεσία για την επιτάχυνση της εκκαθάρισης των NPLs έχει καθυστερήσει, καθώς η κυβέρνηση είναι επικεντρωμένη στις διαπραγματεύσεις.
«Οι ιδιοκτήτες ΜμΕ γνωρίζουν τα ρίσκα και παίρνουν προφυλάξεις» λέει ο κ. Παγουλάτος. «Τα χρήματα αυτά δεν θα επιστρέψουν στις τράπεζες μέχρι να κλείσει η αξιολόγηση».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου