Σελίδες

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

'Δυσάρεστες'' εκπλήξεις σε χιλιάδες ιδιοκτήτες φέρνει ο ΕΝΦΙΑ - Αυξήσεις φωτιά στα ακίνητα

Photo: Eurokinissi

Αντιμέτωποι με τους παραλογισμούς στον τρόπο υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ και του συμπληρωματικού φόρου έρχονται εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων, μελετώντας τα φετινά ειδοποιητήρια που βρίσκονται ήδη αναρτημένα από την περασμένη Τρίτη στο Taxisnet. Αυξήσεις φωτιά στις αντικειμενικές των ακινήτων.

Οπως προκύπτει και από τα συγκεκριμένα παραδείγματα που έρχονται στην επιφάνεια μέσα από τα εκκαθαριστικά, κάθε περίπτωση κρύβει και μια «έκπληξη» δυσάρεστη ή ευχάριστη.
Σε περιοχή με αύξηση 10% στην τιμή ζώνης, καταγράφεται αύξηση 28% στον ΕΝΦΙΑ.
Σε περιοχή όπου η τιμή ζώνης παρέμεινε αμετάβλητη, ο ΕΝΦΙΑ μειώθηκε. Σε άλλες «ζώνες», ναι μεν υπήρξε αύξηση στην αντικειμενική αξία (και μάλιστα σημαντική, της τάξεως του 19%-22%), αλλά ο κύριος φόρος παρέμεινε αμετάβλητος για να καταγραφεί επιβάρυνση μόνο σε όσους υπόκεινται στον συμπληρωματικό φόρο.
Ενδεικτικά είναι τα ακόλουθα παραδείγματα σύμφωνα με την Καθημερινή:
• Διαμέρισμα 85,5 τετραγωνικών στον Αγιο Δημήτριο, κατασκευής του 1981, είχε αντικειμενική αξία 56.551 ευρώ το 2017 πριν από την αλλαγή της τιμής ζώνης, η οποία μέχρι και πέρυσι διαμορφωνόταν στα 1.000 ευρώ. Η τιμή ζώνης αυξήθηκε κατά 100 ευρώ, δηλαδή κατά 10%. Η αντικειμενική αξία αυξήθηκε από τις 56.551 στις 62.206 ευρώ και ο ΕΝΦΙΑ, από τα 255,41 ευρώ, ανήλθε στα 325,87 ευρώ. Δηλαδή, αύξηση της τιμής ζώνης κατά 10% έφερε στην προκειμένη περίπτωση αύξηση του ΕΝΦΙΑ κατά 28% ή κατά 70,4 ευρώ.
• Κατάστημα 36 τ.μ. στη λεωφόρο Φιλαδελφείας στην περιοχή Αχαρνών επιβαρυνόταν το 2017 με ΕΝΦΙΑ 401 ευρώ, καθώς παρά το γεγονός ότι η τιμή ζώνης ήταν στα 900 ευρώ το μέτρο, με τον συντελεστή εμπορικότητας, η αντικειμενική αξία ανέβαινε στις 193.068 ευρώ. Η τιμή ζώνης στην περιοχή αυξήθηκε κατά μόλις 50 ευρώ ή κατά 8%. Ομως η αύξηση αυτή εκτόξευσε τον ΕΝΦΙΑ στα 499,86 ευρώ, δηλαδή σε ποσοστό 24,57%, ενώ επιβάρυνε τον ιδιοκτήτη του συγκεκριμένου καταστήματος και με πρόσθετο συμπληρωματικό φόρο.
• Διαμέρισμα στη Νέα Ερυθραία 133 τετραγωνικών μέτρων είχε αντικειμενική αξία 141.618 ευρώ το 2017, καθώς η τιμή ζώνης είχε οριστεί στα 1.150 ευρώ. Μετά την αύξηση της τιμής ζώνης στα 1.400 ευρώ, η νέα αντικειμενική αξία υπολογίστηκε στις 172.404 ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, ο ΕΝΦΙΑ παρέμεινε αμετάβλητος στα 615,32 ευρώ, καθώς η αύξηση της τιμής ζώνης δεν οδήγησε και σε αλλαγή κλιμακίου στον ΕΝΦΙΑ. Ο συγκεκριμένος ιδιοκτήτης βέβαια έχει να αντιμετωπίσει τον πρόσθετο συμπληρωματικό φόρο, καθώς η περιουσία του εμφανίζεται αυξημένη κατά 31.000 ευρώ.
• Αντίστοιχη είναι και η περίπτωση διαμερίσματος στη Μεταμόρφωση. Κατοικία 1ου ορόφου 81 τετραγωνικών μέτρων είχε αντικειμενική αξία 48.412 ευρώ το 2017, η οποία αυξήθηκε στις 57.508 ευρώ το 2018 λόγω της αύξησης της τιμής ζώνης από τα 950 στα 1.050 ευρώ. Ο ΕΝΦΙΑ παρέμεινε αμετάβλητος στα 248 ευρώ, παρά την αύξηση της τιμής ζώνης κατά 19%.
• Διαμέρισμα 100 τετραγωνικών μέτρων στην Η΄ Ζώνη του Δήμου Αιγάλεω επιβαρύνθηκε φέτος με 80 ευρώ λιγότερο ΕΝΦΙΑ (290 ευρώ από 370 ευρώ πέρυσι), παρά το γεγονός ότι η τιμή ζώνης στη συγκεκριμένη περιοχή –και κατά συνέπεια και η αντικειμενική αξία του ακινήτου– παρέμεινε αμετάβλητη (σ.σ. στα 1.050 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο στη συγκεκριμένη περιοχή). Αντίστοιχο διαμέρισμα στη Ζ΄ Ζώνη του ίδιου δήμου είχε επιβάρυνση 80 ευρώ ή 27,6%, παρά το γεγονός ότι η τιμή ζώνης αυξήθηκε κατά μόλις 10% (από τα 1.000 στα 1.100 ευρώ).
Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι
Αύξηση έως και κατά 4,7 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο στον κύριο ΕΝΦΙΑ αποκαλύπτουν τα φετινά ειδοποιητήρια, αν και η μεγάλη πλειονότητα του περίπου ενός εκατομμυρίου άτυχων της φετινής χρονιάς, υφίσταται αυξήσεις της τάξεως του 1,5 έως 1,9 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο πλήρους κυριότητας. Το παράδειγμα της ΚΕ΄ Ζώνης στο 1ο Διαμέρισμα του Δήμου Αθηναίων έχει γίνει το πιο δημοφιλές λόγω της αύξησης της τιμής ζώνης κατά 1.300 ευρώ. Από την άλλη, η λίστα με τις περιοχές στις οποίες εντοπίζεται πρόσθετη επιβάρυνση 150-190 ευρώ για ένα διαμέρισμα 100 τετραγωνικών μέτρων είναι μακρύς: περιλαμβάνει περιοχές της Βουλιαγμένης, της Γλυφάδας, της Κηφισιάς, της Καλλιθέας, του Παλαιού Φαλήρου, της Νέας Ερυθραίας αλλά και της Δάφνης, του Αιγάλεω ή του Αγίου Δημητρίου. Στη μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων, ο ΕΝΦΙΑ παρέμεινε αμετάβλητος, είτε γιατί δεν μεταβλήθηκε η τιμή ζώνης είτε γιατί η μεταβολή δεν επηρέασε τον ΕΝΦΙΑ, ενώ ο κατάλογος με τους κερδισμένους περιλαμβάνει περιοχές στις οποίες εντοπίζονται μειώσεις κυρίως της τάξεως των 0,8 ευρώ έως 1,5 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.
Πρωτιά στην αύξηση φορολογικών βαρών στα ακίνητα
Μελετώντας το φετινό εκκαθαριστικό του ΕΝΦΙΑ που έχει ήδη φτάσει στα χέρια τους, 6,3 εκατομμύρια φυσικά πρόσωπα και περισσότερα από 50.000 νομικά πρόσωπα μπορούν να αισθάνονται εθνικά υπερήφανα για το γεγονός ότι συνέβαλαν στο να κατακτηθεί μια ακόμη παγκόσμια διάκριση: η Ελλάδα είναι η 2η παγκοσμίως χώρα με τη μεγαλύτερη αύξηση στην απόδοση του φόρου περιουσίας στο χρονικό διάστημα 2008-2016.
Μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα είναι –μαζί με την Ιταλία– οι μοναδικές που είχαν τόσο μεγάλη αύξηση στην αναλογία των φόρων στην περιουσία αναλογικά με το ΑΕΠ. Για την Ελλάδα μάλιστα, το στατιστικό εύρημα έχει αυξημένη βαρύτητα, δεδομένου ότι η επίδοση σημειώθηκε σε μια περίοδο πρωτοφανούς ύφεσης.
Τα στοιχεία ανά χώρα δείχνουν ότι φτάσαμε να πληρώνουμε ανά έτος το 2,6%-3% του ΑΕΠ σε φόρους περιουσίας, όταν στην προ κρίσης περίοδο το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνούσε το 1,3%-1,6% του ΑΕΠ. Ειδικά στην περίοδο 2008-2016, η αναλογία ως προς το ΑΕΠ στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 0,87 ποσοστιαίες μονάδες, που είναι και η δεύτερη μεγαλύτερη επίδοση μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ μετά την αντίστοιχη της Ιταλίας (0,988 μονάδες).
Η έρευνα για τους φόρους στην περιουσία σε παγκόσμιο επίπεδο περιλαμβάνει όχι μόνο τους φόρους κατοχής αλλά και της μεταβίβασης. Η ελληνική πρωτιά οφείλεται προφανώς στον ΕΝΦΙΑ, ενώ αν απομονωθούν οι εισπρακτικές επιδόσεις στον φόρο κατοχής, η επίδοση θα αναδειχθεί ακόμη περισσότερο και στους αριθμούς. Το... δυστύχημα για τους Ελληνες ιδιοκτήτες είναι ότι θα υπάρξει και συνέχεια. Το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής στρατηγικής αποκαλύπτει ότι οι εισπράξεις από τον ΕΝΦΙΑ προσδοκάται να παραμείνουν στα επίπεδα κοντά στα 3 δισ. ευρώ τουλάχιστον μέχρι το 2022, ενώ η όποια συζήτηση γίνεται αυτή την περίοδο για φορολογικές ελαφρύνσεις, στην πραγματικότητα αφορά ένα μικρό πακέτο μείωσης με προϋπολογισμό της τάξεως των 150-200 εκατ. ευρώ, το οποίο θα μειώσει το συνολικό βάρος όχι παραπάνω από 70 ευρώ για κάθε ιδιοκτήτη.
Η σημερινή κυβέρνηση που υποστήριξε σθεναρά κατά την προεκλογική περίοδο την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, ολοκληρώνει τη θητεία της –εκτός συνταρακτικού απροόπτου τα ειδοποιητήρια του 2019 θα τα «υπογράψει» η επόμενη κυβέρνηση– έχοντας καταλογίσει στους ιδιοκτήτες φόρους 12,66 δισ. ευρώ κατά την περίοδο 2015-2018.
Σε αυτή την 4ετία, το μόνο που καταγράφηκε είναι οριακές αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού, ώστε να «απορροφηθούν» οι επιπτώσεις από τις δύο μεταβολές που υπήρξαν στις τιμές ζώνης. Ετσι, το 2015, με τον ΕΝΦΙΑ βεβαιώθηκαν 3,25 δισ. ευρώ, ενώ με την τελευταία εκκαθάριση της τελευταίας εβδομάδας η βεβαίωση διαμορφώθηκε στα 3,093 δισ. ευρώ. Για τα φυσικά πρόσωπα, υπήρξε μείωση του βεβαιωθέντος ποσού κατά 183 εκατ. ευρώ σε αυτή την τετραετία. Ειδικά όμως τα φυσικά πρόσωπα που υπάγονται στον συμπληρωματικό φόρο, εξακολουθούν να πληρώνουν περισσότερα σε σχέση με τέσσερα χρόνια πριν. Τις απώλειες από τα φυσικά πρόσωπα, η κυβέρνηση επιδίωξε να τις εξισορροπήσει σε ένα βαθμό, αυξάνοντας το συνολικό βεβαιωθέν ποσό για τις επιχειρήσεις οι οποίες επιβαρύνονται για τα ακίνητά τους με 450 εκατ. ευρώ, περίπου 25 εκατ. ευρώ περισσότερα σε σχέση με το 2015.
Μπροστά τους η σημερινή αλλά και η επόμενη κυβέρνηση εξακολουθούν να έχουν μια μεγάλη εκκρεμότητα. Η χώρα έχει δεσμευτεί κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο να προχωρήσει σε δύο ακόμη αλλαγές των αντικειμενικών αξιών (μία το 2019 και το 2020), ώστε να επιτύχει την πλήρη εξίσωση των εμπορικών αξιών ακινήτων με τις αντικειμενικές. Αυτό θα επηρεάσει τον ΕΝΦΙΑ και θα πρέπει να βρεθεί και πάλι «φόρμουλα», ώστε το τελικό ποσό της βεβαίωσης να μην περιοριστεί κάτω από τα 3 δισ. ευρώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου