Σελίδες

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2019

Οι αλλαγές στις 120 δόσεις

Οι αλλαγές στις 120 δόσεις

Του Σπύρου Δημητρέλη
Εκδόθηκε η αναλυτική εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με τις αλλαγές που έγιναν στη ρύθμιση των 120 δόσεων. Πρόκειται για αλλαγές όπως η ένταξη σε έως και 120 δόσεις των επιχειρήσεων με βασική οφειλή έως 1 εκατ. ευρώ καθώς και το πάγωμα των κατασχέσεων για όσους εντάσσονται στη ρύθμιση. Αναλυτικά, η εγκύκλιος προβλέπει τα εξής:
1. Παρέχεται η δυνατότητα στους οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ να ρυθμίσουν τις οφειλές τους σε έως και εκατόν είκοσι δόσεις, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, ανάλογα με τον αριθμό των δόσεων της ρύθμισης.

Συγκεκριμένα, οι υπαγόμενες στη ρύθμιση οφειλές καταβάλλονται εφάπαξ ή σε δόσεις με απαλλαγές από τόκους/προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής ως εξής:
α) με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τις προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
β) με απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και τέσσερις (4) μηνιαίες δόσεις,
γ) με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε πέντε (5) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δ) με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,
ε) με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις,
στ) με απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε τριάντα επτά (37) έως και σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις,
ζ) με απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε σαράντα εννέα (49) έως και εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις,
η) με απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε εξήντα μία (61) έως και εβδομήντα και δύο (72) μηνιαίες δόσεις,
θ) με απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα πέντε τοις εκατό (15%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε εβδομήντα τρεις (73) έως και ενενήντα έξι (96) μηνιαίες δόσεις,
ι) με απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε ενενήντα επτά (97) έως και εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις.

Επισημάνσεις:

• Στο ανώτατο όριο του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, ως κριτήριο για την ένταξη των οφειλετών στην ανωτέρω υποπερίπτωση, περιλαμβάνεται το σύνολο των βεβαιωμένων οφειλών στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα ή Τελωνεία,  χωρίς τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής και τα πρόστιμα  που τις επιβαρύνουν.

• Σε περίπτωση που οι ανωτέρω οφειλές είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας/ενός Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά Υπηρεσία.

• Στις ανωτέρω απαλλαγές τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής συμπεριλαμβάνεται το ποσοστό απαλλαγής δέκα τοις εκατό (10%).

• Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω οριζόμενα.

•  νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με συνολική υποχρεωτικά υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή, έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, που κατά την έναρξη ισχύος του ν.4621/2019 έχουν ήδη υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις  δύνανται να αιτηθούν τη ρύθμιση των οφειλών τους  μέχρι την καταληκτική ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η ρύθμιση εκπνέει στις 30 Σεπτεμβρίου.

Στην περίπτωση υπαγωγής σε ρύθμιση σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις σύμφωνα με τα ανωτέρω επέρχεται απώλεια του αρχικού προγράμματος ρύθμισης. Η απώλεια επέρχεται με την πίστωση της πρώτης δόσης της νέας ρύθμισης.

Όσοι από τους ανωτέρω οφειλέτες δεν επιλέξουν με σχετική αίτησή τους την υπαγωγή τους στη νέα μορφή της ρύθμισης θεωρείται ότι συνεχίζουν με το πρόγραμμα ρύθμισης που τους είχε χορηγηθεί σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις 

2. Το ελάχιστο ποσό δόσης της ρύθμισης μειώθηκε από τριάντα (30) σε είκοσι (20) ευρώ.
3. Παρέχεται στον οφειλέτη η δυνατότητα εξόφλησης μέρους της οφειλής του με προκαταβολή με χορήγηση ισόποσης απαλλαγής προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής. Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω παρατίθεται παράδειγμα: Φορολογούμενος με βασική οφειλή 100.000 ευρώ η οποία επιβαρύνεται με προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής 20.000 ευρώ, επιλέγει πρόγραμμα ρύθμισης 120 δόσεων για το οποίο, βάσει του νόμου, τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων/τόκων 10%. Εφόσον προκαταβάλλει ποσό 5.000 ευρώ, οι προσαυξήσεις/τόκοι θα μειωθούν ισόποσα και θα διαμορφωθούν σε 15.000 ευρώ (ήτοι 20.000-5.000). Στο εναπομείναν ποσό των 15.000 ευρώ θα υπολογιστεί και η απαλλαγή 10%, ήτοι οι τόκοι/προσαυξήσεις θα διαμορφωθούν τελικώς σε 13.500 ευρώ [ήτοι 15.000-(10%Χ15.000)].
Επισημάνσεις:

• Η αίτηση-δήλωση για προκαταβολή υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά. Σε περίπτωση που υφίσταται αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο ή άλλη Υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε., ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.

• Η αίτηση-δήλωση για προκαταβολή ποσού και υπαγωγή της οφειλής σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 98-109 του ν.4611/2019 δύναται να υποβληθεί έως και την καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής σε ρύθμιση.

• Το ελάχιστο ποσό προκαταβολής είναι το διπλάσιο της μηνιαίας δόσης του προγράμματος ρύθμισης που έχει επιλέξει ο οφειλέτης. Η προκαταβολή είναι καταβλητέα άπαξ, με εκούσια καταβολή, μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες μέρες από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων της ρύθμισης των άρθρων 98-109 του ν. 4611/2019, όπως η χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας κατά το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ., μετά την καταβολή της προκαταβολής.

• Ως προς τον τρόπο χορήγησης του πιστοποιητικού του άρθρου 105 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από τυχερά παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2961/2001 εξακολουθούν να ισχύουν τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1117/2015 εγκύκλιο (ΑΔΑ Ω89ΜΗ-Π0Ι).

• Στις περιπτώσεις στις οποίες απαιτείται η μνημόνευση και επισύναψη ή η προσκόμιση πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. σύμφωνα με το άρθρο 54 Α' του Κ.Φ.Δ. και ο φορολογούμενος έχει ανεξόφλητες οφειλές από διαφορετικές πηγές, συμπεριλαμβανομένων των Φ.Α.Π. και ΕΝ.Φ.Ι.Α., οι οποίες έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση και στις περιπτώσεις που υπάρχει υποχρέωση απόδοσης του επιμεριστικά αναλογούντος φόρου (Φ.Α.Π. ή/και ΕΝ.Φ.Ι.Α.) είτε από τον υπόχρεο είτε από συμβολαιογράφο, ισχύουν τα οριζόμενα στις ΠΟΛ.1004/2015 (Β'2) Απόφαση ΓΓΔΕ και ΠΟΛ.1117/2015 εγκύκλιο.

• Στις περιπτώσεις που κατά τη μεταβίβαση ή σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων κ.λπ. χορηγούνται σωρευτικά πιστοποιητικό/ά φόρου κληρονομιών ή/και ΕΝ.Φ.Ι.Α. ή/και αποδεικτικό ενημερότητας με τον όρο της παρακράτησης και απόδοσης των επ' αυτών αναγραφόμενων ποσών, ισχύουν τα οριζόμενα στην ΠΟΛ.1118/2016 εγκύκλιο (ΑΔΑ ΨΕ6ΣΗ-007).

• Το ποσό των δόσεων της ρύθμισης αναπροσαρμόζεται μετά την προκαταβολή σύμφωνα με το πλήθος των δόσεων, όπως αυτό έχει οριστεί προκειμένου να υπολογιστεί το ελάχιστο ποσό προκαταβολής, και υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, όπως ισχύει. Οι δόσεις της ρύθμισης είναι καταβλητέες έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών που έπονται του μήνα της αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η προκαταβολή δεν προσμετράται στο πλήθος των δόσεων της ρύθμισης.

• Στη βασική οφειλή της υποπερ. δ της περ. Γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, όπως ισχύει, δεν λαμβάνεται υπόψη το ποσό της τυχόν προκαταβολής που επιλέγει ο φορολογούμενος. Η ρύθμιση γίνεται ανά Υπηρεσία.

• Με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 2 του ν. 4621/2019 ορίζεται ότι όσοι οφειλέτες κατά την έναρξη ισχύος του ν.4621/2019 έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση με τις διατάξεις του ν.4611/2019, προκειμένου να τύχουν των απαλλαγών της παραγράφου 6 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, όπως τροποποιήθηκε, αναφορικά με τη δυνατότητα εξόφλησης μέρους της οφειλής τους με προκαταβολή, μπορούν να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4611/2019. Στην περίπτωση υπαγωγής εκ νέου σε ρύθμιση σύμφωνα με τα ανωτέρω επέρχεται, με την πίστωση της προκαταβολής, απώλεια του αρχικού προγράμματος ρύθμισης.

• Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 2 του ν. 4621/2019 τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 99 του ν.4611/2019 και μειώνεται ο τόκος με τον οποίο επιβαρύνονται οι υπαχθείσες στη ρύθμιση των ανωτέρω διατάξεων οφειλές σε τρεις εκατοστιαίες μονάδες (3%) ετησίως υπολογισμένος από πέντε εκατοστιαίες μονάδες (5%) που ίσχυε. Ο μειωμένος τόκος (3%) θα υπολογίζεται για τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του ν.4621/2019 (31.7.2019), σύμφωνα με την παράγραφο 13 του άρθρου 2 του νόμου αυτού.

Επισημάνσεις:

• Κατ' εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές ανά Υπηρεσία μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης εξακολουθούν να μην επιβαρύνονται με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.

• Στην περίπτωση της προκαταβολής που επιλέγει ο φορολογούμενος σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, το όριο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ ανά Υπηρεσία διαμορφώνεται με την αφαίρεση της προκαταβολής. Παρατίθεται παράδειγμα: Φορολογούμενος φυσικό πρόσωπο με εισόδημα έως και 10.000 ευρώ, με βασική οφειλή 4.500 ευρώ η οποία επιβαρύνεται με προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής 1.500 ευρώ, εφόσον προκαταβάλλει 1.500 ευρώ, δεν θα επιβαρυνθεί με τον τόκο της ρύθμισης (α' εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 99).

4. Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ν.4621/2019, προστίθεται νέα περίπτωση προαιρετικά υπαγόμενων οφειλών στο άρθρο 100 του ν.4611/2019. Πρόκειται για οφειλές, ληξιπρόθεσμες και μη, που βεβαιώνονται στη Φορολογική Διοίκηση, είτε κατόπιν ελέγχου είτε κατόπιν υποβολής δηλώσεως, είτε βάσει χρηματικού καταλόγου που παραλαμβάνεται από βεβαιούσα αρχή εκτός Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής σε ρύθμιση, οι οποίες δεν έχουν ρυθμισθεί βάσει δικαστικής απόφασης, προσωρινής διαταγής ή άλλων νομοθετικών διατάξεων, πλην των αναφερόμενων στο άρθρο 100 του ν.4611/2019 (δηλαδή της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 και της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994) και αφορούν σε υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31.12.2018, εξαιρουμένων των οφειλών για τις οποίες η προθεσμία υποβολής δήλωσης λήγει μετά τις 31.12.2018 (ενδεικτικά ετήσια δήλωση φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, δήλωση ΦΠΑ τελευταίου τριμήνου ή μηνός Δεκεμβρίου 2018 και περιόδων που λήγουν εφεξής). Δηλώσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών με λήξη προθεσμίας υποβολής δήλωσης εντός του 2018 και χρόνο φορολογίας έως και 31-12-2018, υπάγονται στη ρύθμιση.

Επισημάνσεις:

• Στην περίπτωση που από το χρηματικό κατάλογο ή τα συνοδευτικά αυτού έγγραφα δεν προκύπτει η αναγωγή της υποχρέωσης έως τις 31.12.2018, απαιτείται προς τούτο έγγραφη βεβαίωση της βεβαιούσας αρχής προς τον Προϊστάμενο της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας.

• Με τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 2 του ν. 4621/2019 ορίζεται ότι οφειλέτες που έχουν υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση κατά την έναρξη ισχύος του ν.4621/2019 με βάση τις προϊσχύσασες διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 98 και του άρθρου 100 του ν.4611/2019 μπορούν να ζητήσουν την εκ νέου ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, όπως τροποποιούνται με τις παραγράφους 3 (ελάχιστο ποσό δόσης) και 6 ( νέες προαιρετικά υπαγόμενες οφειλές) του άρθρου 2 του ν.4621/2019, μέχρι την καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του ν. 4611/2019. Στην περίπτωση υπαγωγής εκ νέου σε ρύθμιση σύμφωνα με τα ανωτέρω επέρχεται απώλεια του αρχικού προγράμματος ρύθμισης. Η απώλεια επέρχεται με την πίστωση της πρώτης δόσης της νέας ρύθμισης.
5. Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 2 του ν. 4621/2019 προστίθεται εδάφιο στο τέλος του άρθρου 103 του ν.4611/2019 με το οποίο ορίζεται ότι η ρύθμιση των άρθρων 98-109 του ν. 4611/2019 αποτελεί την τελευταία ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση με έκτακτο χαρακτήρα.
6. Με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του ν. 4621/2019 αντικαταστάθηκε η περίπτωση γ του άρθρου 104 του ν. 4611/2019 και προβλέπεται πέραν της αναστολής λήψης αναγκαστικών μέτρων επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων και συνέχισης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης (π.χ. έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού) και ο περιορισμός των συνεπειών των κατασχέσεων απαιτήσεων που έχουν ήδη επιβληθεί στα χέρια τρίτων, με τη θεσμοθέτηση της αποδέσμευσης των μελλοντικών απαιτήσεων.

Ειδικότερα, η συμμόρφωση με τις διατάξεις της ρύθμισης παρέχει τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) Μη λήψη αναγκαστικών μέτρων

Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και ο οφειλέτης τηρεί τους όρους αυτού, εφόσον έχει ελεγχθεί η συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων υπαγωγής και διατήρησής τους, αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων και απαιτήσεων.

β) Αποδέσμευση μελλοντικών απαιτήσεων επί κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων
Εξαιρετικά κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, περιορίζονται οι συνέπειες των κατασχέσεων που έχουν επιβληθεί στα χέρια παντός τρίτου, υπό την έννοια της αποδέσμευσης και απόδοσης κατά νόμο των μελλοντικών απαιτήσεων, ήτοι των απαιτήσεων που γεννώνται μετά τη γνωστοποίηση στον τρίτο της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 8 της υπ' αριθμ. Α.1196/2019 Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., όπως ισχύει, και εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης ή έχει καταβληθεί η προκαταβολή,
(ii) η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις των άρθρων 98 έως 109 του ν. 4611/2019, όπως ισχύει, και δεν περιλαμβάνει άλλα χρέη που δεν ρυθμίζονται κατά τις διατάξεις αυτές.

Επισημάνσεις:

• Κρίσιμος χρόνος για την έναρξη εφαρμογής του ανωτέρω ευεργετήματος είναι ο χρόνος γνωστοποίησης της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης στον τρίτο από τον οφειλέτη με κάθε πρόσφορο μέσο, το αργότερο εντός μηνός από την έκδοσή της. Συνεπώς από την γνωστοποίηση της ανωτέρω Βεβαίωσης στον τρίτο αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο αποκλειστικά μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι απαιτήσεις που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση. Αντιθέτως, ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ως άνω Βεβαίωσης αποδίδονται στο Δημόσιο.

• Σε κάθε περίπτωση ποσά απαιτήσεων που έχουν αποδοθεί ή αποδίδονται στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται και πιστώνονται έναντι της δόσης ή των δόσεων της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

• Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, ήτοι τις απαιτήσεις που τυχόν γεννήθηκαν και δεν έχουν αποδοθεί από τη γνωστοποίηση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης και μέχρι τη γνωστοποίηση στον τρίτο της ανατροπής της ρύθμισης καθώς και τις λοιπές μελλοντικές απαιτήσεις, ενώ τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Για το σκοπό αυτό, το αρμόδιο όργανο για την παρακολούθηση τήρησης της ρύθμισης, κατά το άρθρο 2 της υπ' αριθμ. Α.1196/2019 Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε, όπως ισχύει, ελέγχει αν συντρέχουν οι όροι τήρησης της ρύθμισης και ενημερώνει άμεσα με κάθε πρόσφορο μέσο, σε περίπτωση απώλειας αυτής, τα αρμόδια όργανα για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής και για την ανατροπή της αποδέσμευσης, προκειμένου να συνεχιστεί η διαδικασία της διοικητικής εκτέλεσης. Τα αρμόδια όργανα, κατά το άρθρο 8 της ως άνω Απόφασης, γνωστοποιούν στον τρίτο την ανάκληση της Βεβαίωσης Αποδέσμευσης, με την οποία καλείται ο τρίτος σε άμεση απόδοση των δεσμευθέντων ποσών, με την επισήμανση ότι τυχόν αποκτηθέντα στο μεταξύ δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου