Στο πλαίσιο λειτουργίας του Δικτύου Υπηρεσιών Πληροφόρησης και Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων έχει υποβληθεί σημαντικός αριθμός ερωτημάτων από εργαζόμενους, που σχετίζονται με περιστατικά αναληθών ή καθυστερημένων αναγγελιών οικειοθελούς αποχώρησης (παραίτησης) από εργοδότες.
Τόσο ο αριθμός, όσο και το περιεχόμενο των ερωτημάτων καθιστούν αναγκαία τη γενική πληροφόρηση σχετικά με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, όπως έχει πρόσφατα τροποποιηθεί (άρθρο 38 του Ν. 4488/2017) ως προς τη διαδικασία δήλωσης της οικειοθελούς αποχώρησης (παραίτησης) των εργαζομένων. 

 Εισαγωγικά 

Η εργασιακή σχέση λύεται κατόπιν καταγγελίας του εργοδότη (απόλυση) ή με πρωτοβουλία του εργαζομένου, δηλαδή κατόπιν παραίτησης ή οικειοθελούς αποχώρησής του από την εργασία του. Η τελευταία ρυθμίστηκε εσχάτως από το άρθρο 38 του Ν. 4488/2017 ως εξής: 

 Ηλεκτρονική αναγγελία της οικειοθελού ςαποχώρησης 

Ο εργοδότης υποχρεούται να αναγγείλει με ηλεκτρονική υποβολή στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης «ΕΡΓΑΝΗ» κάθε περίπτωση οικειοθελούς αποχώρησης μισθωτού το αργότερο τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες από την ημέρα αποχώρησης του μισθωτού. 
Η αναγγελία οικειοθελούς αποχώρησης θα πρέπει να συνοδεύεται είτε από ηλεκτρονικά σαρωμένο έντυπο υπογεγραμμένο από τον εργοδότη και τον εργαζόμενο είτε από εξώδικη δήλωση του εργοδότη προς τον εργαζόμενο, με την οποία τον ενημερώνει ότι έχει γίνει οικειοθελής αποχώρησή του και ότι επίκειται η αναγγελία της. Στην περίπτωση αυτή, εξώδικη δήλωση του εργοδότη επιδίδεται στον εργαζόμενο το αργότερο τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες από την οικειοθελή του αποχώρηση και η αναγγελία γίνεται την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την επίδοση της εξώδικης δήλωσης. Αν ο εργοδότης δεν τηρήσει εμπρόθεσμα τις υποχρεώσεις αναγγελίας οικειοθελούς αποχώρησης, συμπεριλαμβανομένης της υποβολής των συνοδευτικών εγγράφων της παρούσας, η σύμβαση εργασίας θεωρείται ότι λύθηκε με καταγγελία του εργοδότη. 

Έννομες συνέπειες της ρύθμισης 

Με τις ανωτέρω διατάξεις θεσπίστηκε υποχρέωση του εργοδότη να γνωστοποιήσει με εξώδικη δήλωση την πρόθεσή του να αναγγείλει την οικειοθελή αποχώρηση του εργαζομένου και την κατά τον τρόπο αυτό λήξη της σχέσης εργασίας του. Ο εργαζόμενος ενημερώνεται με τον τρόπο αυτό άμεσα για τη λήξη της σχέσης εργασίας του, δυνάμενος να εγείρει σε άμεσο χρόνο τυχόν αντιρρήσεις του. Η σκοπιμότητα της ρύθμισης έγκειται στην αντιμετώπιση των αμφισβητούμενων περιπτώσεων ως προς το αν μια συγκεκριμένη συμπεριφορά του εργαζομένου δύναται να εκληφθεί ως αποχώρηση από την εργασία του, δηλαδή ως σιωπηρή παραίτηση. Η υποχρέωση του εργοδότη να γνωστοποιήσει στον εργαζόμενο με εξώδικη δήλωση τη βούλησή του για αναγγελία της λύσης της εργασιακής σχέσης δημιουργεί ασφάλεια δικαίου ως προς την ύπαρξη ή όχι της υπό κρίση εργασιακής σχέσης. 
Εφόσον ο εργοδότης δεν τηρήσει εμπρόθεσμα όλες τις ανωτέρω διαδικασίες, ο εργαζόμενος μπορεί να θεωρήσει ότι η εργασιακή σχέση λύθηκε κατόπιν καταγγελίας εκ μέρους του εργοδότη, δηλαδή κατόπιν απόλυσης. Εάν δεν έχουν τηρηθεί οι τυπικές προϋποθέσεις για τη νομιμότητα της απόλυσης, δηλαδή αν δεν έχει επιδοθεί το έγγραφο της καταγγελίας στον εργαζόμενο, δεν έχει καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση απόλυσης και δεν έχει προηγηθεί η ασφάλιση του εργαζομένου, τότε η καταγγελία θα κριθεί από τα δικαστήρια ως άκυρη, τουλάχιστον για την αιτία αυτή. Συνεπεία τούτου, ο εργαζόμενος θα δικαιωθεί ως προς την καταβολή μισθών υπερημερίας για το διάστημα μη αποδοχής της εργασίας του από την πλευρά του εργοδότη. Με την τροποποίηση που επήλθε, η μη τήρηση των διαδικασιών ηλεκτρονικής αναγγελίας της οικειοθελούς αποχώρησης δημιουργεί δικαστικό τεκμήριο υπέρ του εργαζομένου, το οποίο τον διευκολύνει να διεκδικήσει την επαναφορά στη θέση εργασίας του και την καταβολή των αποδοχών του. 
πηγή:ΓΣΕΕ