Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Απαγόρευση συναθροίσεων: Αντιδράσεις νομικών για επίθεση στα συνταγματικά δικαιώματα

 

Απαγόρευση συναθροίσεων: Αντιδράσεις νομικών για επίθεση στα συνταγματικά δικαιώματα

Απαγόρευση συναθροίσεων: Αντιδράσεις νομικών για επίθεση στα συνταγματικά δικαιώματα
Απαγόρευση συναθροίσεων: Έγκριτοι νομικοί ψέγουν την διάταξη ως αντισυνταγματική. Οξύνεται η αντιπαράθεση με φόντο το Πολυτεχνείο.

Οξύνεται η αντιπαράθεση με φόντο το Πολυτεχνείο και την απαγόρευση των συναθροίσεων άνω των τεσσάρων ατόμων που ισχύει από σήμερα τα ξημερώματα και μέχρι τις 18 Νοέμβρη το βράδυ. Η απαγόρευση αυτή έρχεται με δημοσίευση στην  της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας. Ωστόσο εκφράζεται έντονος αντίλογος για την συνταγματικότητα της διάταξης, ενώ κόμματα της Αριστεράς κατηγορούν την κυβέρνηση για αντιδημοκρατικό κατήφορο.

Ο Δημήτρης Χριστόπουλος, καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και επίτιμος πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στηλιτεύει την διάταξη ως αντισυνταγματική ενώ αναφέρει ότι θα υπάρξουν αντίστοιχες ενστάσεις στο ΣτΕ.

Η τοποθέτηση του Δημήτρη Χριστόπουλου

Το άρθρο 11 του άρτι ψηφισθέντος από την παρούσα κυβέρνηση νόμου για τις συναθροίσεις, (αυτού που σύμφωνα με τον κυβερνητικό λόγο έβαλε σε τάξη τα πράγματα) προβλέπει πως «αρμόδια για την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή» σύμφωνα με το πνεύμα το Άρθρου 11 του Συντάγματος που προβλέπει ότι «οι υπαίθριες συναθροίσεις μπορούν να απαγορευτούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, σε ορισμένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής, όπως νόμος ορίζει.»

Καθολική απαγόρευση συναθροίσεων δεν προβλέπεται στην έννομη τάξη της χώρας παρά μόνο σε περιπτώσεις οριακές που αναφέρονται στο Άρθρο 48 του Συντάγματος με απόφαση της Βουλής. Αν η Κυβέρνηση θέλει να προσφύγει στην «κατάσταση πολιορκίας» είναι μείζον πολιτικό θέμα, καθώς αυτό δεν έχει ξαναγίνει, πλην όμως αυτός είναι ο μόνος συνταγματικά ορθός δρόμος.

Επομένως, εδώ έχουμε μείζον θέμα το οποίο δείχνει διαζευκτικά δύο πράγματα.

  • είτε απόλυτη ταραχή, έλλειψη ψυχραιμίας, κακή ως τραγική αίσθηση του συσχετισμού και εμφανής αδιαφορία για τη συνταγματική νομιμότητα (που φοβάμαι πως είναι το πιθανότερο) είτε
  • κάποιον στοιχειώδη σχεδιασμό που για να δώσει μια διέξοδο στο αδιέξοδο που δημιουργήθηκε ενώπιον της 17ης Νοεμβρίου πετάει το μπαλάκι στο  για να αποφασίσει, αφού αύριο πρωι θα κατατεθούν αιτήσεις αναστολής του μέτρου.

Ο  έχει γράψει πως «ο πόλεμος ξεκινά όταν θέλεις, αλλά δεν τελειώνει όταν θέλεις.» Μακάρι λοιπόν να ισχύει το δεύτερο σενάριο διότι αν ισχύει το πρώτο, οδεύουμε για δύσκολα τιθασεύσιμες καταστάσεις, η πολιτική ευθύνη για τις οποίες θα βαραίνει αντικειμενικά την κυβέρνηση. Την εκάστοτε κυβέρνηση. 

Στο ίδιο μήκος κύματος και η τοποθέτηση του Θανάση Καμπαγιάννη, δικηγόρου της Πολιτικής Αγωγής στη Δίκη της Χρυσής Αυγής.

Κάθε λέξη της αστυνομικής διαταγής είναι ένα ψέμα και μια προσβολή στις δημοκρατικές ευαισθησίες του λαού μας.

  • Η αναφορά στο άρθρο 11 του Συντάγματος (δικαίωμα συνέρχεσθαι) γίνεται καθαρά προσχηματικά, καθώς η παράγραφος 2 επιτρέπει γενική απαγόρευση μόνο για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Η παραπομπή στην ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 5 του Συντάγματος για “τη λήψη μέτρων που επιβάλλονται για την προστασία της δημόσιας υγείας” δεν μπορεί να παράσχει δικαιολογητική βάση γενικευμένης απαγόρευσης δημόσιων συναθροίσεων που ισοδυναμεί με προσωρινή αναστολή του άρθρου 11. Τέτοια δυνατότητα προβλέπεται στο Σύνταγμα μόνον δυνάμει του άρθρου 48 (Κατάσταση Πολιορκίας) με αυστηρές οριοθετήσεις (απόφαση Βουλής, δημοσίευση της απόφασης από τον ).
  • Η αναφορά στην ΚΥΑ 71342/6-11-2020 αποσιωπά τη ρητή επιφύλαξη που αυτή προβλέπει για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις του άρθρου 11 του Συντάγματος και του ν. 4703/2020. Είναι τέτοια η κυβερνητική αμηχανία που η απόφαση απαγόρευσης δεν παραπέμπει καν στον ν. 4703/2020 (“νόμο Χρυσοχοϊδη”) που μετά βαϊων και κλάδων ψήφισε η κυβέρνηση (τον αναφέρει μόνον στο διατακτικό), αφού ούτε καν σ’ αυτόν δεν περιλαμβάνεται νόμιμη δικαιολογητική βάση για την αποφασισθείσα απαγόρευση. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση προσπερνά την υποχρέωση που η ίδια έχει νομοθετήσει για “σύμφωνη γνώμη του Προέδρου Πρωτοδικών” σε περίπτωση απαγόρευσης επικείμενης δημόσιας συνάθροισης (άρθρα 7 και 10 παρ. 1 του ν. 4703/2020).
  • Η αναφορά στην ΠΝΠ της 20/3/2020, άρθρο 68 παρ. 2, που προβλέπει “απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων για επιτακτικούς λόγους αντιμετώπισης σοβαρού κινδύνου δημόσιας υγείας που συνίστανται στη μείωση του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊου COVID-19… με απόφαση του Αρχηγού της ” δεν θεραπεύει την ως άνω αντισυνταγματικότητα, καθώς μία Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου δεν δύναται να υπερισχύει διατάξεων συνταγματικής περιωπής. Τουναντίον, εκθέτει τους συντάκτες τής αποφασισθείσας απαγόρευσης, καθώς θέτει ως προϋπόθεση της έκδοσης της αποφάσεως την γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της δημόσιας υγείας. Όμως η παρατιθέμενη γνώμη έχει ημερομηνία 4/11/2020 και αποτυπώθηκε νομικά στις διατάξεις της ΚΥΑ της 6/11/2020, στις οποίες δεν προβλεπόταν γενική απαγόρευση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων του άρθρου 11 του Συντάγματος.
  • Η αναφορά στην τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση της χώρας και την ανάγκη εξειδίκευσης και αυστηροποίησης των ισχυόντων εκτάκτων μέτρων προστασίας είναι ένα παράθυρο για την γενικευμένη αναστολή διατάξεων του Συντάγματος για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, πέραν των 15 ημερών που τάσσει ως όριο το άρθρο 48 του Συντάγματος και της αυστηρά οριοθετημένης εκεί διαδικασίας για την έκδοση και παράταση μιας τέτοιας απόφασης.

Παράνομες οι ενέργειες των κρατικών λειτουργών μέχρι την έκδοση της απόφασης

Η ημερομηνία έκδοσης και ισχύος της απόφασης καθιστά προφανώς παράνομες όλες τις ενέργειες κρατικών λειτουργών (αστυνομία, κατά τόπο Εισαγγελίες, κλπ) στις 13 και 14 Νοεμβρίου, με τις οποίες παρενοχλήθηκαν ή διώχθηκαν πολίτες με αφορμή κάλεσμα συμμετοχής στις εκδηλώσεις της 17 Νοέμβρη. Η έκδοση της απόφασης έγινε, κατά το χρόνο της ηλεκτρονικής σφραγίδας του ΦΕΚ, δηλαδή στις 14 Νοεμβρίου και ώρα 18:45 (ασχέτως του αν αναγράφεται ως ημερομηνία έκδοσης η 13η Νοεμβρίου), ενώ η ισχύς της προσδιορίζεται από 15 Νοεμβρίου και ώρα 6:00. Συνεπώς, είναι νόμω αβάσιμες και παράνομες: η προκαταρκτική εξέταση που διέταξε η Εισαγγελέας Πρωτοδικών στη Θεσσαλονίκη κατά της ιατρού Προέδρου της ΕΝΙΘ Δάφνης Κατσίμπα, η προσαγωγή, σύλληψη και κράτηση 5 μελών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ το μεσημέρι της 14ης Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη και η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος τους, η κλήση σε εξέταση μέλους της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών και πλήθους πολιτών στην Καρδίτσα για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κοκ. Για τις ενέργειες αυτές των κρατικών λειτουργών, θα πρέπει να αναζητηθούν πειθαρχικές και ποινικές ευθύνες. svg%3E

Τέλος, όσον αφορά το χρονικό τέλος της αντισυνταγματικής ανωμαλίας που δημιουργεί η ως άνω απόφαση, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι ο ορισμός της χρονικής λήξης της την 18η Νοεμβρίου και ώρα 21:00 συμπίπτει με την έναρξη της  που είναι γενικά σε ισχύ καθ’ άπασαν την επικράτεια από ώρα 21:00 έως τις 5:00 της επομένης. Πρόκειται για “κρατική ειρωνεία”: η κυβέρνηση και οι αστυνομικές αρχές στέλνουν το μήνυμα στους πολίτες ότι τα συνταγματικά κατοχυρώμενα δικαιώματά τους τελούν υπό την αίρεση ενός δαιδαλώδους, πολυπλόκαμου αυταρχικού πλαισίου, η ενάσκηση των οποίων ρυθμίζεται ανά ώρα από διαφορετικές απαγορεύσεις. Το μήνυμα είναι σαφές: ο χρόνος λήξης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης είναι απροσδιόριστος.

Η απόφαση της κυβέρνησης που αποτυπώνεται στην Απόφαση του Αρχηγού της ΕΛΑΣ είναι δικαστικά ελεγκτέα. Για τους πολίτες και τις συλλογικότητες του εργατικού και του λαϊκού κινήματος, η ελευθερία της συνάθροισης είναι θεμελιώδης και απαράγραπτη. Είναι συστατική του Συντάγματος, η δε κοινή νομοθεσία επιτρέπεται μόνο να τη ρυθμίζει και όχι να την περιορίζει αυθαίρετα. Σε κάθε περίπτωση, η αντίσταση σε κάθε σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας αποτελεί όχι απλώς δικαίωμα, αλλά συνταγματική υποχρέωση κάθε Έλληνα πολίτη, όπως αυτή διατυπώνεται στην ακροτελεύτια διάταξη (άρθρο 120) του Συντάγματος. 


Δεν υπάρχουν σχόλια: