Η ελληνική τραγωδία: Πώς η μερική απασχόληση σαρώνει την αγορά
Τι δείχνουν τα στοιχεία από την επεξεργασία των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων που υποβάλλουν οι εργοδότες στο ΙΚΑ.
| upd:
Κάθε πέρυσι και… καλύτερα. Τα στοιχεία από την επεξεργασία των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων που υποβάλλουν οι εργοδότες στο ΙΚΑ δείχνουν ότι χρόνο με τον χρόνο, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα υποχωρεί σε ολοένα και χαμηλότερα επίπεδα. Μπορεί μερικές χιλιάδες να βρίσκουν δουλειά και να γλιτώνουν προσωρινά από τις συνθήκες απόλυτης ανέχειας, ωστόσο ακόμη και η εύρεση μιας θέσης εργασίας δεν φέρνει τη … λύτρωση. Και πώς θα μπορούσε όταν ο μέσος μισθός για την πλήρη απασχόληση έχει υποχωρήσει πλέον στα 1196 ευρώ μεικτά ενώ για την μερική απασχόληση έχει «βουλιάξει» πλέον για πρώτη φορά κάτω και από τα 400 ευρώ (σ.σ 397,67 ευρώ ήταν η μέση μεικτή αμοιβή τον περασμένο Νοέμβριο).
Ο μέσος μισθός στην Ελλάδα υποχώρησε τον Νοέμβριο του 2016 έναντι του 2015 παρά το γεγονός ότι ο συνολικός αριθμός των ασφαλισμένων αυξήθηκε. Αυτό σημαίνει ότι οι δουλειές που ανοίγουν είναι με λίγα λεφτά με αποτέλεσμα να υποχωρεί ο μέσος όρος. Έτσι, τον Νοέμβριο του 2015 το ΙΚΑ μετρούσε 1828900 ασφαλισμένους οι οποίοι τον Νοέμβριο του 2016 αυξήθηκαν σε 1.925.391. Όμως ο μέσος μισθός υποχώρησε από τα 974 ευρώ πέρυσι, στα 954 ευρώ φέτος. Ο μέσος μισθός των ανδρών έπεσε από τα 1083 στα 1056 ευρώ και ο μέσος μισθός των γυναικών από τα 852 στα 837 ευρώ. Τέτοιο μέσο μισθό, είχε να καταγράφει το ΙΚΑ από πριν το 2004. Και σε μισθολογικό επίπεδο, γυρίζουμε στα…. χρόνια της δραχμής.
Tο δεύτερο εξαιρετικά ανησυχητικό στοιχείο είναι η… επέλαση της μερικής απασχόλησης. Τον Νοέμβριο του 2015, το ΙΚΑ μέτρησε 519.359 μερικώς απασχολούμενους οι οποίοι τον Νοέμβριο του 2016 αυξήθηκαν σε 585.572. Όσο για το μισθό τους, περιορίστηκε στα 397,67 ευρώ από 401,16 ευρώ τον Νοέμβριο του 2015. Το καλοκαίρι του 2011 και του 2012, οι μερικώς απασχολούμενοι έπαιρναν πάνω από 600 ευρώ. Με τη μείωση όμως του κατώτατου μισθού στα 586 ευρώ (ή στα 511 ευρώ για τους νέους κάτω των 25 ετών) άνοιξε ο δρόμος για την κατρακύλα των μισθών.
Είναι κοινό μυστικό ότι πίσω από τις 585.572 δηλωμένες θέσεις μερικής απασχόλησης κρύβονται χιλιάδες περιπτώσεις εισφοροδιαφυγής. Οι εργοδότες, επιλέγουν να δηλώνουν τον εργαζόμενο ως 4ωρης απασχόλησης καθώς με αυτό τον τρόπο αποφεύγουν και την καταβολή φόρου μισθωτών υπηρεσιών (σ.σ στα 400 ευρώ δεν γίνεται καμία παρακράτηση φόρου ούτε θα γίνεται μετά τη μείωση του αφορολογήτου) ενώ αποδίδουν στο ΙΚΑ ποσά της τάξεως των… 120 ευρώ τον μήνα.
Ο εργαζόμενος μπορεί να δουλεύει περισσότερες από τέσσερες ώρες αλλά την υπόλοιπη αμοιβή του την εισπράττει με μαύρα. Ο μόνος τρόπος για να εντοπιστεί η συγκεκριμένη παράβαση, είναι με τις… εφόδους στον χώρο εργασίας εκτός του δηλωθέντος ωραρίου. Πόσοι έλεγχοι να γίνουν όμως και σε ποιους; Το σύνολο των εργοδοτών είναι πλέον 247.212. Οι μεγάλοι εργοδότες είναι 31.453 (σ.σ είναι αυτοί που απασχολούν πάνω από 10 άτομα ο καθένας και συνολικά 1.361.619 άτομα στο σύνολο). Είναι γεγονός ότι οι μεγάλοι εργοδότες δίνουν υψηλότερους μισθούς σε σχέση με τους μικρομεσαίους. Και εκεί όμως, υπάρχουν πάνω από 512.000 εργαζόμενοι εκ των οποίων οι 238.448 μερικής απασχόλησης. Όσο για τους μισθούς που προσφέρουν οι μικρομεσαίοι εργοδότες; 615 ευρώ κατά μέσο όρο. Περίπου 802 ευρώ στην πλήρη απασχόληση και μόλις 343 ευρώ στην μερική.
Μισθοί-φιλοδώρημα κάτω από 400 ευρώ για μερική απασχόληση
Ημερομίσθιο 23 ευρώ και μηνιαίο μισθό 397 ευρώ κατά μέσο όρο στους εργαζόμενους με μερική απασχόληση.
| upd:
Στα 51,54 ευρώ ανέρχεται το μέσο ημερομίσθιο, στο σύνολο των κοινών επιχειρήσεων, σε ασφαλισμένους με πλήρη απασχόληση και ο μέσος μισθός σε 1.196,30 ευρώ, αντίστοιχα στη μερική απασχόληση ανέρχονται σε 23,70 ευρώ και 397,67 ευρώ. Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων, από την επεξεργασία των «Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων» (ΑΠΔ) που υποβλήθηκαν για τον Νοέμβριο του 2016 και από τις εγγραφές, οι οποίες έχουν ελεγχθεί κατά το χρόνο επεξεργασίας, όπως δημοσίευσε ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ).
Επιχειρήσεις-ασφαλισμένοι
Υποβλήθηκαν και επεξεργάστηκαν ΑΠΔ από 235.129 κοινές επιχειρήσεις και 12.083 από οικοδομοτεχνικά έργα. Ο αριθμός των ασφαλισμένων οι οποίοι έχουν δηλωθεί στις ΑΠΔ, ανέρχεται σε 1.871.040, εκ των οποίων 1.834.633 σε κοινές επιχειρήσεις και 36.407 σε οικοδομοτεχνικά έργα.
Δημογραφικά στατιστικά στοιχεία
Οι άνδρες αντιπροσωπεύουν το 54,14% των ασφαλισμένων στο σύνολο των επιχειρήσεων και το 53,25% στις κοινές επιχειρήσεις. Στους εργαζόμενους με πλήρη απασχόληση στις κοινές επιχειρήσεις, οι άνδρες αντιπροσωπεύουν το 57,27%, ενώ με μερική απασχόληση το 44,30%. Στο σύνολο των επιχειρήσεων, 21,90% των ασφαλισμένων είναι έως 29 ετών και 53,46% έως 39 ετών. Επίσης, 72,83% του συνόλου των ασφαλισμένων είναι ηλικίας 25 έως 49 ετών, στις κοινές επιχειρήσεις 72,95% και στα οικοδομοτεχνικά έργα είναι 66,65%. Τέλος, στο σύνολο των επιχειρήσεων, 17,44% των ασφαλισμένων είναι 50 έως 64 ετών, στις κοινές επιχειρήσεις 17,18% και στα οικοδομοτεχνικά έργα είναι 30,57%.
Στο σύνολο των ασφαλισμένων, 90,15% έχουν ελληνική υπηκοότητα, 1,74% άλλης χώρας Ε.Ε. και 8,11% χώρας εκτός Ε.Ε.. Στους ασφαλισμένους στις κοινές επιχειρήσεις, 90,79% έχουν ελληνική υπηκοότητα, 1,73% άλλης χώρας Ε.Ε. και 7,48% χώρας εκτός Ε.Ε., ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά στα οικοδομοτεχνικά έργα είναι 57,80%, 2,29% και 39,91%. Οι αλλοδαποί άνδρες αντιπροσωπεύουν το 11,38% των ασφαλισμένων ανδρών και οι αλλοδαπές γυναίκες το 8,05% των ασφαλισμένων γυναικών.
Στο σύνολο των αλλοδαπών ασφαλισμένων, 54,02% έχουν αλβανική υπηκοότητα. Στους αλλοδαπούς άντρες, 56,51% είναι αλβανικής υπηκοότητας, ακολουθούν οι υπήκοοι του Πακιστάν με 8,94%, και της Ρουμανίας με 4,54%. Στις αλλοδαπές γυναίκες, 49,87%, είναι αλβανικής υπηκοότητας, ακολουθούν οι ασφαλισμένες βουλγαρικής υπηκοότητας με 8,73% και ρουμάνικης με 7,83%.
Η οικονομική δραστηριότητα των ασφαλισμένων έχει, ως εξής: Στο σύνολο των ασφαλισμένων, 22,44% απασχολείται στον κλάδο «Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο», 14,34% στις «Μεταποιητικές Βιομηχανίες» και 13,68% στον κλάδο «Ξενοδοχεία και Εστιατόρια». 22,87% των ασφαλισμένων με Ελληνική υπηκοότητα απασχολείται στο «Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο», 13,77% στις «Μεταποιητικές Βιομηχανίες» και 12,37% σε «Ξενοδοχεία και Εστιατόρια». 26,37% των ασφαλισμένων με υπηκοότητα άλλης χώρας Ε.Ε. απασχολείται σε «Ξενοδοχεία και Εστιατόρια», 16,65% στο «Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο» και 16,11% στις «Μεταποιητικές Βιομηχανίες».
Στους ασφαλισμένους αλβανικής υπηκοότητας, 26,52% εργάζεται σε «Ξενοδοχεία και Εστιατόρια», 18,51% στις «Κατασκευές» και 18,39% στις «Μεταποιητικές Βιομηχανίες». Στους υπόλοιπους αλλοδαπούς ασφαλισμένους, (πλην αυτών της Ε.Ε. και των Αλβανών υπηκόων), 23,87% απασχολείται στις «Μεταποιητικές Βιομηχανίες», 23,70% σε «Ξενοδοχεία και Εστιατόρια» και 23,26% στο «Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο». Από τους εργαζόμενους στις «Κατασκευές», το 27,62% είναι αλλοδαποί, ενώ στο συγκεκριμένο κλάδο απασχολείται το 4,43% των ασφαλισμένων.
Από τους εργαζόμενους σε «Ξενοδοχεία και Εστιατόρια», το 18,51% είναι αλλοδαποί, ενώ στο συγκεκριμένο κλάδο απασχολείται το 13,68% των ασφαλισμένων. Ακόμη, από τους εργαζόμενους στις «Μεταποιητικές Βιομηχανίες», το 13,42% είναι αλλοδαποί, ενώ στο συγκεκριμένο κλάδο απασχολείται το 14,34% των ασφαλισμένων. Η κατηγορία επαγγέλματος στην οποία απασχολείται ο μεγαλύτερος αριθμός ασφαλισμένων στις κοινές επιχειρήσεις, είναι «Υπάλληλοι Γραφείου» με ποσοστό 22,84%. 27,22% των ασφαλισμένων με ελληνική υπηκοότητα είναι «Υπάλληλοι Γραφείου», 21,53% είναι «Απασχολούμενοι στην Παροχή Υπηρεσιών και ως Πωλητές σε καταστήματα και υπαίθριες αγορές», ενώ 13,52% είναι «Ανειδίκευτοι Εργάτες, Χειρώνακτες και Μικροεπαγγελματίες». 32,41% των ασφαλισμένων με υπηκοότητα άλλης χώρας Ε.Ε. είναι «Ανειδίκευτοι Εργάτες, Χειρώνακτες και Μικροεπαγγελματίες», 24,64% απασχολούνται στην «Παροχή Υπηρεσιών και ως Πωλητές σε καταστήματα και υπαίθριες αγορές» και 18,06% είναι «Υπάλληλοι Γραφείου». Οι ασφαλισμένοι Αλβανικής υπηκοότητας στη συντριπτική τους πλειοψηφία (49,77%) απασχολούνται ως «Ανειδίκευτοι Εργάτες, Χειρώνακτες και Μικροεπαγγελματίες», 24,01% απασχολούνται στην «Παροχή Υπηρεσιών και ως Πωλητές σε καταστήματα και υπαίθριες αγορές» και 9,59% ως «Ειδικευμένοι Τεχνίτες».
Σχετικά με τους υπόλοιπους αλλοδαπούς ασφαλισμένους, (πλην αυτών της Ε.Ε και των Αλβανών υπηκόων), 43,41% απασχολούνται ως «Ανειδίκευτοι Εργάτες, Χειρώνακτες και Μικροεπαγγελματίες», 23,33% στην «Παροχή Υπηρεσιών και ως Πωλητές σε καταστήματα και υπαίθριες αγορές» και 11,71% ως «Υπάλληλοι Γραφείου».
Βασικά στοιχεία μηνιαίας απασχόλησης
Στο σύνολο των ασφαλισμένων, η μέση απασχόληση είναι 21,14 ημέρες, στους ασφαλισμένους στις κοινές επιχειρήσεις 21,28 και στους ασφαλισμένους στα οικοδομοτεχνικά έργα 14,10. Στο σύνολο των κοινών επιχειρήσεων, σε ασφαλισμένους με πλήρη απασχόληση, το μέσο ημερομίσθιο ανέρχεται σε 51,54 ευρώ και ο μέσος μισθός σε 1.196,30 ευρώ, αντίστοιχα στη μερική απασχόληση ανέρχονται σε 23,70 ευρώ και 397,67 ευρώ.
Στα οικοδομοτεχνικά έργα, το μέσο ημερομίσθιο είναι 40,09 ευρώ και ο μέσος μισθός 565,27 ευρώ. Επισημαίνεται ότι στις κοινές επιχειρήσεις η μέση απασχόληση και το μέσο ημερομίσθιο έχουν υπολογιστεί για τις ασφαλιστέες ημέρες, ενώ στα οικοδομοτεχνικά έργα για τις πραγματοποιηθείσες ημέρες.
Στις επιχειρήσεις με λιγότερους από δέκα μισθωτούς, το μέσο ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης ανέρχεται στο 62,51% του μέσου ημερομισθίου των ασφαλισμένων σε επιχειρήσεις με πάνω από δέκα μισθωτούς, ενώ ο μέσος μισθός ανέρχεται σε 59,26%. Το μέσο ημερομίσθιο των γυναικών στις κοινές επιχειρήσεις με πλήρη απασχόληση αντιπροσωπεύει το 85,56% του αντίστοιχου ημερομισθίου των ανδρών, ενώ στη μερική απασχόληση το 96,93%.
Σύγκριση βασικών μεγεθών Νοεμβρίου 2016-Οκτωβρίου 2016
Ο αριθμός των ασφαλισμένων στις κοινές επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 5,45%, στα οικοδομοτεχνικά έργα αυξήθηκε κατά 4,18% και στο σύνολο των επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 5,28%. Ο αριθμός των αλλοδαπών ασφαλισμένων μειώθηκε κατά 15,26%.
Η μέση απασχόληση στις κοινές επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 1,29%, στα οικοδομοτεχνικά έργα αυξήθηκε κατά 1,51% και στο σύνολο των επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 1,20%. To μέσο ημερομίσθιο στις κοινές επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 0,65% και στα οικοδομοτεχνικά έργα μειώθηκε κατά 0,07%. Ο μέσος μισθός στις κοινές επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 1,92% και στα οικοδομοτεχνικά έργα αυξήθηκε κατά 1,44%.
Σύγκριση βασικών μεγεθών Νοεμβρίου 2016-Νοεμβρίου 2015
Ο αριθμός των ασφαλισμένων στις κοινές επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 4,59%, στα οικοδομοτεχνικά έργα μειώθηκε κατά 14,27% και στο σύνολο των επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 4,15%. Ο αριθμός των ασφαλισμένων στις κοινές επιχειρήσεις με πλήρη απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,34%, ενώ με μερική απασχόληση αυξήθηκε κατά 12,75%. Ο αριθμός των αλλοδαπών ασφαλισμένων αυξήθηκε κατά 5,61%. Το ποσοστό των ασφαλισμένων γυναικών επί του συνόλου των ασφαλισμένων μειώθηκε από 46,01% σε 45,86%. Η μέση απασχόληση στις κοινές επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 0,37%, ενώ στα οικοδομοτεχνικά έργα μειώθηκε κατά 2,08%.
To μέσο ημερομίσθιο στις κοινές επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 1,69%, στα οικοδομοτεχνικά έργα αυξήθηκε κατά 0,83% και στο σύνολο μειώθηκε κατά 1,62%. Ο μέσος μισθός μειώθηκε στις κοινές επιχειρήσεις κατά 2,06% και στα οικοδομοτεχνικά έργα μειώθηκε κατά 1,27%. Στις κοινές επιχειρήσεις με πλήρη απασχόληση, το μέσο ημερομίσθιο μειώθηκε κατά 0,85%, ενώ ο μέσος μισθός μειώθηκε κατά 0,34%.
Η ζούγκλα της εργασίας: μερική απασχόληση και μισθοί πείνας
Ο μέσος μισθός υποχωρεί διότι η μεγάλη πλειοψηφία των προσλήψεων γίνεται με μερική απασχόληση. Αντίθετα, οι θέσεις πλήρους απασχόλησης είναι περίπου στάσιμες.
| upd:
Το ότι ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα υποχωρεί περίπου κατά 27% από το 2009 –οπότε και ξέσπασε η μεγάλη κρίση- μέχρι σήμερα, δεν προκαλεί έκπληξη σε κανέναν.
Το ότι συνεχίζει όμως να μειώνεται παρά το γεγονός ότι η οικονομία έχει –υποτίθεται- σταθεροποιηθεί, σίγουρα δημιουργεί δεν λειτουργεί καθησυχαστικά. Τα αναλυτικά στοιχεία του ΕΦΚΑ, δίνουν αμέσως την απάντηση στο ερώτημα «που οφείλεται η συνεχιζόμενη μείωση».
Ο μέσος μισθός υποχωρεί διότι η μεγάλη πλειοψηφία των προσλήψεων γίνεται με μερική απασχόληση. Αντίθετα, οι θέσεις πλήρους απασχόλησης είναι περίπου στάσιμες. Δεδομένου μάλιστα ότι ο μέσος όρος αποδοχών για τους τετράωρους έπεσε κάτω και από τα 400 ευρώ τον μήνα, είναι προφανές το γιατί ο μέσος μισθός στην Ελλάδα υποχώρησε τον Σεπτέμβριο του 2016 στα 940 ευρώ ποσό το οποίο αποτελεί αρνητικό ρεκόρ για τα ελληνικά δεδομένα από τον Ιούλιο του 2004 (τουλάχιστον).
Η κυβέρνηση, για προφανείς επικοινωνιακούς λόγους βλέπει το «δέντρο»: πράγματι η απασχόληση εμφανίζεται να αυξάνεται και στις στατιστικές του ΕΦΚΑ. Τον Σεπτέμβριο του 2016, οι ασφαλισμένοι μετρήθηκαν 2.078.649 έναντι 2.030.980 τον Αύγουστο. Ενώ λοιπόν οι ασφαλισμένοι αυξήθηκαν κατά περίπου 48 χιλιάδες, ο αριθμός των πλήρως απασχολούμενων ανήλθε στο 1,476.303 άτομακαταγράφοντας πολύ μικρή αύξηση μόλις 6000 ανθρώπων περίπου συγκριτικά με τον Αύγουστο.
Από την άλλη, ο αριθμός των μερικώς απασχολούμενων εκτοξεύτηκε για πρώτη φορά πάνω από τις 604.513 θέσεις. Ο μέσος μισθός των μερικώς απασχολούμενων κατέρρευσε στα 394,81 ευρώ, ποσό που είναι το μικρότερο που έχει καταγραφεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας μερικώς απασχολούμενος το 2009, έπαιρνε 605 ευρώ ενώ τώρα αμείβεται με 35% λιγότερα χρήματα. Αυτή η πτώση είναι που παρασύρει και τον μέσο όρο του μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Οι αποδοχές των 940 ευρώ είναι κατά 27% χαμηλότερες σε σχέση με το 2009.
Πρέπει δε να σημειωθεί ότι τα 940 ευρώ περιλαμβάνουν και τις ασφαλιστικές εισφορές του εργαζόμενου. Κάτι που σημαίνει στην πράξη ότι οι καθαρές μέσες αποδοχές, έχουν πέσει πλέον κάτω και από τα 800 ευρώ.
Κάτω από 1.000 € για το 70% στον ιδιωτικό τομέα- Οι μισθοί στο δημόσιο
Οι συντάκτες της έκθεσης του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ εκφράζουν έντονο προβληματισμό για την πορεία της οικονομίας
| upd:
Την αισιοδοξία ότι η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει μέσα στο 2017 στα μονοπάτια της ανάπτυξης, τουλάχιστον με τον ρυθμό που προβάλλει η κυβέρνηση, αμφισβητεί ανοικτά μέσα από την ετήσια έκθεσή του το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ. Με το 51,6% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα να αμείβεται με λιγότερα από 800 ευρώ –το αντίστοιχο ποσοστό για τον δημόσιο τομέα είναι μόλις 11%- την αποταμίευση να έχει καταστεί αρνητική, τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης να κυριαρχούν και την εικόνα της ανεργίας να χαρακτηρίζεται ως «πλασματική» οι συντάκτες της έκθεσης εκφράζουν έντονο προβληματισμό για την πορεία της οικονομίας χαρακτηρίζοντας τη δυναμική του ΑΕΠ ως «εύθραυστη και αδύναμη». Ενστάσεις εγείρονται και για τις τρεις βασικές συνιστώσες του ΑΕΠ:
1. την κατανάλωση η οποία όπως αναφέρεται στηρίζεται κυρίως από τη μείωση του «πλούτου» και των καταθέσεων γεγονός που χτυπάει ή θα χτυπήσει στην εξυπηρέτηση των δανείων αλλά και στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων απέναντι στο δημόσιο
2. τις εξαγωγές η πρόβλεψη για αύξηση των οποίων μπορεί να μην επιβεβαιωθεί λόγω της αρνητικής διεθνούς συγκυρίας αλλά και τις επενδύσεις οι οποίες «παραμένουν αρνητικές με αποτέλεσμα να μειώνεται το κεφαλαιακό απόθεμα της οικονομίας»
Αναλυτικά, οι εκτιμήσεις των αναλυτών του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για βασικά μεγέθη και δείκτες της ελληνικής οικονομίας είναι τα εξής:
ΑΕΠ: Η επεκτατική δυναμική της οικονομίας χαρακτηρίζεται εύθραυστη και αδύναμη. Όπως επισημαίνεται, σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, η ανάκαμψη του πραγματικού τομέα βασίστηκε κυρίως στους κλάδους της μεταποίησης και της πληροφορικής και επικοινωνίας, ενώ σε όρους απασχόλησης συνέβαλαν επίσης η γεωργία και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Η μεγάλη αύξηση της παραγωγής στον κλάδο των κατασκευών θεωρείται συγκυριακή ενώ η βελτίωση της απασχόλησης στο σύνολο της οικονομίας αφορά κυρίως επισφαλείς θέσεις εργασίας: «δεν παρατηρείται κάποιος ουσιαστικός παραγωγικός μετασχηματισμός που θα δημιουργούσε βάσιμες προσδοκίες μετάβασης της οικονομίας σε νέο, εξωστρεφές και διατηρήσιμο μοντέλο οικονομικής μεγέθυνσης» αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης.
Κατανάλωση: Σημειώνει σημαντική απόκλιση από το διαθέσιμο εισόδημα μετά το 2012. Τα νοικοκυριά, στο σύνολό τους, εμφανίζονται να έχουν αρνητικές νέες αποταμιεύσεις. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι τα νοικοκυριά έχουν αρνητικό νέο δανεισμό συνεπάγεται ότι είναι πολύ πιθανό η κατανάλωση να χρηματοδοτείται από μη δηλωμένα εισοδήματα και από τη μείωση του πλούτου τους. Ωστόσο, η μείωση του πλούτου των νοικοκυριών έχει αρνητική επίδραση στις καταθέσεις τους και στη δυνατότητα ικανοποίησης των φορολογικών και των δανειακών υποχρεώσεών τους. Το ίδιο ισχύει και για τον επιχειρηματικό τομέα της οικονομίας. «Αυτές οι τάσεις επηρεάζουν αρνητικά τη φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος και προκαλούν εμπλοκή στο ρόλο του στο σύστημα πληρωμών και χρηματοδότησης της οικονομίας».
Επενδύσεις: Παρατηρείται μικρού μεγέθους και αργός μετασχηματισμός της σύνθεσης των επενδύσεων με τον κύριο όγκο να προέρχεται από επιχειρήσεις σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο, που προερχόταν από τα νοικοκυριά. Οι επιχειρήσεις έχουν υποστεί απώλεια κεφαλαιακού αποθέματος ύψους 33,9 δισ. ευρώ στο διάστημα β΄ τρίμηνο 2009-β΄ τρίμηνο 2016, ενώ για το σύνολο της οικονομίας το αντίστοιχο μέγεθος υπερβαίνει τα 76 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι, παρά την αύξηση των ακαθάριστων επενδύσεων των επιχειρήσεων, οι καθαρές επενδύσεις εξακολουθούν να είναι αρνητικές, μειώνοντας περαιτέρω το κεφαλαιακό απόθεμα της οικονομίας.
Εξαγωγές: Οι συνθήκες στο διεθνές περιβάλλον χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερη αβεβαιότητα, επομένως οι προσδοκίες για ενδεχόμενη βελτίωση της εξαγωγικής επίδοσης της ελληνικής οικονομίας είναι υψηλού ρίσκου. Οι εξαγωγές αυξάνονται οριακά μέσω της υποκατάστασης των εξαγωγών υπηρεσιών από εξαγωγές προϊόντων, με το εμπόριο καυσίμων και τις θαλάσσιες μεταφορές −που αποτελούσαν σημαντικές συνιστώσες των εξαγωγών− να παρουσιάζουν κάμψη. Ο εξαγωγικός τομέας καλείται να αυξήσει το μερίδιό του στο σύνολο του διεθνούς εμπορίου, το οποίο το 2015 συρρικνώθηκε κατά 12%, ενώ οι προοπτικές μετά το Brexit και την αβεβαιότητα που συνοδεύει την αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στις ΗΠΑ, καθώς και η πιθανή ενεργοποίηση προστατευτικών πολιτικών δεν είναι ενθαρρυντικές για τις εξαγωγικές προοπτικές της χώρας.
Ανεργία: Κάνοντας χρήση εναλλακτικών δεικτών εκτίμησης του ποσοστού ανεργίας, που αποτυπώνουν πληρέστερα την κατάσταση της αγοράς εργασίας και που λαμβάνουν υπόψη τους ανέργους, τους αποθαρρημένους ανέργους, το λοιπό εν δυνάμει πρόσθετο εργατικό δυναμικό και τη μη ηθελημένη μερική απασχόληση, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το «πραγματικό» ποσοστό ανεργίας φτάνει το 29,6%. Η μακροχρόνια ανεργία συνεχίζει να κινείται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 70%.
Ευέλικτες μορφές απασχόλησης: Το 68,9% των εργαζομένων με μερική απασχόληση δηλώνει ότι ο λόγος για τον οποίο απασχολείται με αυτή τη μορφή εργασίας είναι ότι δεν μπορούσε να βρει πλήρη απασχόληση. Το ποσοστό των εργαζομένων στο όριο της φτώχειας που έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου είναι περίπου τριπλάσιο από εκείνο των εργαζομένων με συμβάσεις αορίστου χρόνου.
Μισθοί: Με λιγότερα από 800 ευρώ μηνιαίως, αμείβεται το 51,6% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Από αυτούς, το 15,2% έχει μισθό έως 499 ευρώ, το 23,6% μεταξύ 500-699 ευρώ και το 12,8% μεταξύ 700-800 ευρώ. Μισθό της τάξεως των 800-999 ευρώ εισπράττει το 17,3% ενώ το όριο των 1.000 ευρώ ξεπερνά μόλις το 17,8% (σ.σ εκ των οποίων 11,1% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 6,7% άνω των 1.300 ευρώ). Αντίστοιχα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα: κάτω των 800 ευρώ ποσοστό 11% (3,1% έως 499 ευρώ, 3,5% μεταξύ 500-699 ευρώ και 4,4% μεταξύ 700-799 ευρώ), μεταξύ 800-999 ευρώ ποσοστό 23,6% και άνω των 1.000 ευρώ ποσοστό 54,4% (38,5% μεταξύ 1.000-1.299 ευρώ και 15,7% άνω των 1.300 ευρώ).
Φτώχεια: Ο δείκτης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από 27,7% το 2010 σε 35,7% το 2015. Όπως ήταν αναμενόμενο, το μεγαλύτερο ποσοστό εντοπίζεται στους ανέργους, το οποίο αυξήθηκε την περίοδο 2010-2015 κατά 14,3%. Το ποσοστό φτώχειας στους μισθωτούς εργαζομένους αυξήθηκε σημαντικά μετά το 2011, και το 2015 βρίσκεται κοντά στο 18%. Όσον αφορά τις υπόλοιπες πληθυσμιακές ομάδες, εμφανίζουν αύξηση στο ποσοστό φτώχειας μέσα στην κρίση με εξαίρεση τους συνταξιούχους, οι οποίοι παρουσιάζουν μείωση της τάξης των 2,2 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ 2010-2015. Το γεγονός ότι οι συνταξιούχοι αποτελούν μια από τις πολυπληθέστερες κοινωνικές ομάδες συνέβαλε σημαντικά στη συγκράτηση του συνολικού ποσοστού φτώχειας.
Κατά 3,1% μειώνονταν κάθε χρόνο οι μισθοί στην Ελλάδα μεταξύ 2009 και 2016
Σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων, οι μισθοί είναι σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με οκτώ χρόνια πριν σε επτά κράτη μέλη της ΕΕ
Κατά 3,1% μειώνονταν κάθε χρόνο οι μισθοί στην Ελλάδα μεταξύ 2009 και 2016 σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύει σήμερα ηΕυρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (ETUC) και το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Συνδικάτων (ETUI).
Σύμφωνα με την έρευνα οι εργαζόμενοι στην Ευρώπη συνεχίζουν σήμερα να μην αισθάνονται την οικονομική ανάκαμψη, καθώς οι μισθοί είναι σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με οκτώ χρόνια πριν, σε επτά κράτη μέλη της ΕΕ.
Ειδικότερα, μεταξύ 2009-2016 ο μέσος (αποπληθωρισμένος) μισθός μειώνεται κάθε χρόνο κατά 3,1% στην Ελλάδα, 1% στην Κροατία, 0,9% στην Ουγγαρία, 0,7% στην Πορτογαλία, 0,6% στην Κύπρο, 0,4% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 0,3% στην Ιταλία.
Επιπλέον, στην έρευνα σημειώνεται ότι σε 18 χώρες της ΕΕ οι μισθοί έχουν αυξηθεί με πολύ πιο αργό ρυθμό κατά τη διάρκεια των επτά αυτών ετών που ακολούθησαν την κρίση από ό,τι τα οκτώ χρόνια που προηγήθηκαν.
Μόνο σε 3 χώρες -τη Γερμανία, την Πολωνία και τη Βουλγαρία- οι αυξήσεις στους μισθούς κατά την περίοδο 2009-2016 ξεπέρασαν τις αντίστοιχες αυξήσεις της περιόδου 2001-2008.
Ακόμη και το 2016, χρονιά κατά την οποία οι πραγματικοί μισθοί άρχισαν να αυξάνονται, στην πραγματικότητα μειώθηκαν στο Βέλγιο και έμειναν σχεδόν στάσιμοι στην Ιταλία, στη Γαλλία και στην Ελλάδα, καταλήγει η έρευνα.
«Αυτές είναι πολύ κακές ειδήσεις, όχι μόνο για τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, αλλά και για τις επιχειρήσεις. Αν οι εργαζόμενοι ξοδεύουν λιγότερα, οι επιχειρήσεις υποφέρουν επίσης», δήλωσε η Έστερ Λιντς, γραμματέας της ETUC.
«Ήρθε η ώρα για μια πραγματική ανάκαμψη. Οι εργαζόμενοι σε όλη την Ευρώπη χρειάζονται τις αυξήσεις στους μισθούς. Οι μισθοί έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν, αλλά υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος για να ισορροπήσουν τις απώλειες του παρελθόντος», κατέληξε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου