Δεν μειώνει αυτόματα τους μισθούς. Απαιτείται συναίνεση του υπαλλήλου
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Τζώρτζης Ρούσσος
Πολύ μελάνι χύθηκε την προηγούμενη εβδομάδα με αφορμή τις διαπραγματεύσεις για τη συλλογική σύμβαση εργασίας των εμποροϋπαλλήλων και τη λήξη της μετενέργειας της προηγούμενης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Τι σημαίνει όμως όλο αυτό για τους εργαζομένους;
Κατάργηση της μετενέργειας σημαίνει πως στην πράξη ο μισθός κάθε εργαζομένου, νέου ή παλαιού στη δουλειά, με προϋπηρεσία ή άνευ, μπορεί να επαναπροσδιοριστεί από «μηδενική» βάση και με σημείο εκκίνησης τον εκάστοτε κατώτατο μισθό (πλέον 586 € για τους πάνω από 25 ετών και 511 € για τους κάτω από 25) και όχι την τελευταία κλαδική σύμβαση ή την ευνοϊκότερη επιχειρησιακή που έχει υπογραφεί.
Ομως θα πρέπει να επισημανθεί ότι αυτό δεν γίνεται αυτόματα. Προϋποθέτει τη συναίνεση του εργαζομένου.
Αυτό γιατί με βάση την κείμενη νομοθεσία «οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύμβασης, που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα τρίμηνο και εφαρμόζονται και στους εργαζομένους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό».
Μετά την πάροδο του τριμήνου όμως, οπότε παύει η προστατευτική ισχύς της συλλογικής σύμβασης εργασίας, όλοι οι υφιστάμενοι όροι που ίσχυαν προηγουμένως εξακολουθούν να ισχύουν, απλώς η συλλογική σύμβαση μετατρέπεται σε ατομική, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου λυθεί ή τροποποιηθεί η ατομική σχέση εργασίας.
Εδώ όμως εντοπίζεται η μεγάλη διαφορά… Πλέον αφού δεν υπάρχει η προστασία της συλλογικής σύμβασης, αυτή η μεταβληθείσα ατομική σύμβαση εργασίας δύναται να τροποποιηθεί κατόπιν συμφωνίας εργοδότη και εργαζομένου, καθότι οι ατομικές συμβάσεις εργασίας συνάπτονται ελεύθερα μεταξύ των μερών χωρίς να υφίσταται κάποιο προστατευτικό πλαίσιο που να ορίζει κατώτατα όρια (πέραν αυτών του κατώτατου μισθού).
Ωστόσο να επισημανθεί ότι ο εργοδότης μπορεί μεν να ζητήσει, αλλά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να επιβάλει μονομερώς σε οποιονδήποτε εργαζόμενο τη μείωση των υφιστάμενων αποδοχών του. Σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Ετσι, σύμφωνα με τον Αρειο Πάγο, βλαπτική μεταβολή συνιστά και η μείωση των αποδοχών. Τον μισθό δεν δικαιούται να μειώσει ο εργοδότης μονομερώς, εκτός αν επιφύλαξε στον εαυτό του τέτοιο δικαίωμα με τη σύμβαση. Πρέπει δηλαδή ρητώς να αναγράφεται στη σύμβαση εργασίας αυτή η δυνατότητα του εργοδότη.
Από νομικής πλευράς προκύπτει ότι, σε περίπτωση μονομερούς βλαπτικής μεταβολής των όρων εργασίας, ο μισθωτός, εφόσον δεν αποδέχεται τη μεταβολή, δικαιούται είτε να τη θεωρήσει άτακτη καταγγελία της σύμβασης και να αξιώσει τη νόμιμη αποζημίωση είτε, εμμένοντας στη σύμβαση, να απαιτήσει από τον εργοδότη να αποδέχεται την προσφερόμενη εργασία αυτού με τους αρχικούς (πριν από τη μεταβολή) όρους της. Εάν δε η προσφορά αυτή αποκρουστεί, ο εργοδότης περιέρχεται σε υπερημερία ως προς την αποδοχή της εργασίας του μισθωτού, ο οποίος τότε έχει κατά του εργοδότη αξίωση για πραγματική απασχόληση με τους αρχικούς όρους εργασίας και για καταβολή μισθών υπερημερίας.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ
Αρνηση μείωσης μισθού και απόλυση
Είναι δικαίωμα του εργαζομένου να αρνηθεί την πρόταση του εργοδότη για μείωση μισθού. Η άρνηση του εργαζομένου να αποδεχθεί μια τέτοια μείωση δεν μπορεί να συνιστά λόγο απόλυσης. Συγκεκριμένα, έχει κριθεί και είναι παγίως νομολογημένο ότι είναι άκυρη και καταχρηστική η καταγγελία της σύμβασης επειδή ο εργαζόμενος δεν αποδέχθηκε μείωση των αποδοχών του, η οποία συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.
Εχει κριθεί ότι αν ο εργοδότης, εκδικούμενος τον εργαζόμενο, προβεί σε τροποποιητική καταγγελία, δηλαδή καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, που οφείλεται στη μη αποδοχή από τον μισθωτό της μονομερώς βλαπτικής μεταβολής των όρων της σύμβασης εργασίας, η καταγγελία αυτή, ενέχουσα καταχρηστική άσκηση του σχετικού δικαιώματος του εργοδότη και υπερβαίνουσα προφανώς τα όρια που θέτει το άρθρο 281 ΑΚ, είναι άκυρη.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι μια τέτοια κίνηση από την πλευρά του εργοδότη (δηλαδή απόλυση λόγω μη αποδοχής της προτάσεως μείωσης αποδοχών) θα έχει ως αποτέλεσμα (εφόσον ασκηθεί η σχετική αγωγή) την υπερημερία του εργοδότη και την οφειλή μισθών υπερημερίας για όσο χρονικό διάστημα ο απολυμένος περιμένει να εκδικαστεί η υπόθεσή του ή μέχρι να βρει εργασία ίδιου περιεχομένου σε άλλον εργοδότη και σε ίδια ακριβώς θέση.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ
Πόσο πληρώνεται η πρακτική σε ξενοδοχείο
Δεν μπορεί να πληρώνει λιγότερο από το 60% του κατώτατου βασικού μισθού (πλέον 586 ευρώ για τους πάνω από 25 και 511 ευρώ για τους κάτω από 25) ο εργοδότης που απασχολεί με όρους πρακτικής άσκησης προσωπικό σε ξενοδοχεία. Ετσι, η αποζημίωση της πρακτικής άσκησης των ασκούμενων ανέρχεται κατ’ ελάχιστο στο 60% του κατώτατου μισθού. Οσες, δε, επιχειρήσεις δεν παρέχουν στέγη στους ασκούμενους, των οποίων η κατοικία είναι εκτός του νομού που βρίσκεται το ξενοδοχείο και σε νησιωτικά συμπλέγματα εκτός νήσου, καταβάλλουν σε αυτούς επιπλέον αποζημίωση στέγης ίση κατ’ ελάχιστο με το 20% του κατώτατου μισθού (ωστόσο, ο νόμος καθιερώνει την εξαίρεση των ασκουμένων που προέρχονται από τα ελληνικά ΤΕΙ και την πρώην ΣΕΛΕΤΕ). Πάντως, από 1-1-2011 ισχύει και ο κανόνας ότι το ποσοστό των ασκούμενων που τοποθετούνται σε κάθε ξενοδοχείο δεν δύναται να υπερβαίνει το 17% του τακτικού προσωπικού του και σε κάθε περίπτωση τα 40 άτομα, αν ο αριθμός που προκύπτει από την ποσόστωση είναι μεγαλύτερος. Βέβαια όλα αυτά δεν ισχύουν όταν πρόκειται για αλλοδαπούς από τρίτες χώρες (εκτός Ε.Ε. δηλαδή), αφού στις περιπτώσεις αυτές τα προγράμματα πρακτικής άσκησης διέπονται από διμερείς ή διακρατικές συμφωνίες μεταξύ της Ελλάδας και των άλλων χωρών.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΕΥΡΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Μέχρι την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013 θα μπορούν οι ενδιαφερόμενοι πτυχιούχοι να καταθέτουν αιτήσεις για τη συμμετοχή τους στον διαγωνισμό για την εισαγωγή τους στη Διπλωματική Ακαδημία του υπουργείου Εξωτερικών, όπου ακολούθως θα αναλάβουν θέσεις ακολούθων πρεσβείας. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν την ελληνική ιθαγένεια, να έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους και να μην έχουν υπερβεί το 35ο, να έχουν πτυχίο Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής ή ισοτίμου της αλλοδαπής, αναγνωρισμένο από το ΔΟΑΤΑΠ (πρώην ΔΙΚΑΤΣΑ) και, προκειμένου για άνδρες, να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή να έχουν νομίμως απαλλαγεί από αυτές. Για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό απαιτείται η υποβολή (αυτοπροσώπως ή μέσω τρίτου με σχετική εξουσιοδότηση) ή η αποστολή ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή και την ένδειξη «Για τον διαγωνισμό των Ακολούθων» στο υπουργείο Εξωτερικών (ΣΤ1 Διεύθυνση Προσωπικού και Διοικητικής Οργάνωσης, Ακαδημίας 1, 10671, Αθήνα -γραφείο 208, ώρες 11.00-13.00 καθημερινά, τηλ.: 210-3681139, 3681138) αίτησης συμμετοχής-υπεύθυνης δήλωσης σε ειδικό έντυπο, μαζί με πρόσφατη φωτογραφία διαβατηρίου ή ταυτότητας και λοιπά δικαιολογητικά. Η εμπρόθεσμη ταχυδρομική αποστολή αποδεικνύεται από τη σφραγίδα του ταχυδρομείου.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑ
Συνυπολογίζονται οι ημέρες της επίσχεσης στην ασφάλιση ενός εργαζόμενου καίτοι ο ΟΑΕΔ χορηγεί στον υπό επίσχεση εργαζόμενο το επίδομα ανεργίας. Ετσι, με βάση τη συγκεκριμένη θεώρηση του ΙΚΑ, αυτές οι μέρες επίσχεσης περιλαμβάνονται και στον υπολογισμό των ημερών που απαιτούνται για να συμπληρωθεί η προϋπόθεση της συμπλήρωσης συγκεκριμένων ημερών για τη χορήγηση παροχών ασθένειας σε είδος από τον ΕΟΠΥΥ. Αυτό συμβαίνει διότι ρητά από τη νομοθεσία ορίζεται ότι, σε περίπτωση άσκησης του δικαιώματος της επίσχεσης εργασίας, ο εργαζόμενος που απέχει από την εργασία του μπορεί να λάβει επίδομα ανεργίας (οι άλλες περιπτώσεις όπου χορηγείται επίδομα ανεργίας είναι η διακοπή των εργασιών της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης και η αδυναμία έκδοσης σχετικής βεβαίωσης από τον εργοδότη). Οπως αναφέρει σχετικά σε εγκύκλιό του το ΙΚΑ, «η καταβολή επιδότησης ανεργίας λόγω επίσχεσης διαθέτει τα ίδια χαρακτηριστικά με την τακτική επιδότηση ανεργίας και οι επιδοτούμενοι ασφαλίζονται για τον κλάδο ασθενείας βάσει της ασφαλιστικής νομοθεσίας».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ
Είναι γνωστό ότι η σύμβαση ορισμένου χρόνου λήγει αυτόματα με τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου και δεν απαιτείται έγγραφη αναγγελία και καταβολή αποζημίωσης. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση κατά την οποία ένας εργαζόμενος συνεχίσει να εργάζεται παρότι έληξε η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου που είχε υπογράψει;
Σύμφωνα με τη δικαστηριακή πρακτική, λοιπόν, εάν μετά τη λήξη της σύμβασης ο εργαζόμενος συνεχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες του, αυτή θεωρείται ότι ανανεώθηκε για αόριστο χρόνο, οπότε σε περίπτωση απόλυσης πρέπει να τηρηθούν οι νόμιμες προϋποθέσεις (έγγραφο, αποζημίωση).
Οταν δε πρόκειται για αλλεπάλληλες συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, χωρίς οι συνεχείς ανανεώσεις να δικαιολογούνται εκ των πραγμάτων, αλλά έγιναν με σκοπό να αποφύγει ο εργοδότης την καταβολή αποζημίωσης στον μισθωτό, σε περίπτωση απόλυσής του, θεωρείται ότι πρόκειται για ενιαία σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου επί της οποίας δεν είναι δυνατή η απόλυση του μισθωτού χωρίς έγγραφη καταγγελία και καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης.