ΠΟΛ.1189/1.8.2014
Σας
κοινοποιούμε τις διατάξεις της ρύθμισης οφειλών του άρθρου 43 του Ν.4174/2013
(ΦΕΚ 170/Α’), όπως ισχύουν και την κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα απόφαση του ΓΓΔΕ
ΠΟΛ.1277/27.12.2013 (ΦΕΚ 3398/Β’) και παρέχουμε οδηγίες για ενημέρωση και
ενιαία εφαρμογή αυτών.
Σκοπός των νέων διατάξεων είναι η διαμόρφωση ενός πάγιου πλαισίου ρυθμίσεων
τμηματικής καταβολής των βεβαιωμένων οφειλών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής
του Ν.4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας – εφεξής ΚΦΔ) για την
απλοποίηση των διαδικασιών είσπραξης αυτών και την εδραίωση μιας σύγχρονης
αντίληψης φορολογικής συμμόρφωσης.
Αναλυτικότερα:
ΕΝΟΤΗΤΑ A’
ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
I. Οφειλές
που υπάγονται στη ρύθμιση
1. Στη ρύθμιση, υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων στις
Φορολογικές Αρχές (ΔΟΥ, Ελεγκτικά Κέντρα) ληξιπρόθεσμων, έως και την
ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής, οφειλών που εμπίπτουν στο πεδίο
εφαρμογής του ΚΦΔ και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο (αναστολή
πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής
ληξιπρόθεσμων οφειλών). Στις οφειλές αυτές συγκαταλέγονται και τυχόν συμβεβαιωμένες
υπέρ τρίτων (ΝΠΔΔ κ.λπ.), εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά.
2. Στη ρύθμιση, με τους ίδιους όρους δύνανται να υπαχθούν, εφόσον
αιτηθεί ο οφειλέτης και:
α) βεβαιωμένες οφειλές που τελούν σε αναστολή είσπραξης και εμπίπτουν
στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ,
β) βεβαιωμένες μη ληξιπρόθεσμες έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης
υπαγωγής στη ρύθμιση οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ.
Επισήμανση: Οι ανωτέρω οφειλές δύνανται να υπαχθούν ανεξαρτήτως
α) ημερομηνίας βεβαίωσης αυτών,
β) τυχόν απώλειας άλλης ρύθμισης ή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής
βεβαιωμένων οφειλών στην οποία είχαν υπαχθεί και η οποία έχει απολεσθεί κατά
την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
II.
Καθορισμός αυτών που δικαιούνται να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση
1. H ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές για τις οποίες
έχει ευθύνη καταβολής.
Επισήμανση: Σε περίπτωση που μετά την ημερομηνία υπαγωγής δημιουργηθούν νέες
ληξιπρόθεσμες οφειλές οι οποίες υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω
ρύθμισης, ο οφειλέτης δύναται να τις υπαγάγει σε ρύθμιση του άρθρου 43 του ΚΦΔ.
2. Στη ρύθμιση δύνανται να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής με τους ίδιους
όρους ο πρωτοφειλέτης (φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο διά του νομίμου
εκπροσώπου του) καθώς και τα πρόσωπα που ευθύνονται μαζί με τον πρωτοφειλέτη
κατά το μέρος της ευθύνης τους, όπως οι οφειλέτες σύζυγοι για φόρο εισοδήματος
φυσικών προσώπων που προέκυψε από την κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος,
δεδομένου ότι η ευθύνη καταβολής ανήκει στον κάθε σύζυγο χωριστά για το φόρο
που αναλογεί στα εισοδήματά του.
III.
Εξαίρεση από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Στη ρύθμιση δεν δύνανται να υπαχθούν:
1. Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί σε πρώτο
βαθμό για φοροδιαφυγή. Αυτό θα δηλώνεται υπεύθυνα από τον οφειλέτη φυσικό
πρόσωπο ή τον νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου και θα ελέγχεται από την
αρμόδια ΔΟΥ/Υπηρεσία σύμφωνα με τα στοιχεία που διαθέτει ή δειγματοληπτικά,
κατά την κρίση της.
2. Οφειλές που σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις δεν δύνανται να υπαχθούν
σε νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής ληξιπροθέσμων οφειλών.
ΕΝΟΤΗΤΑ B
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ
I. Υποβολή
αίτησης – Καταβολή δόσεων
1. H αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μέσω
διαδικτυακής εφαρμογής.
Μεταβατικά και για όσο διάστημα υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής
υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία. Το ίδιο ισχύει για
κάθε περίπτωση που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης της
ρύθμισης, όπως όταν απαιτούνται επιπλέον στοιχεία για την αξιολόγηση της
ρύθμισης.
Κατ’ εξαίρεση, όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται από τον πρωτοφειλέτη, η υποβολή
της διενεργείται αποκλειστικά στην αρμόδια Υπηρεσία.
2. H καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης γίνεται εντός τριών
εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης. Οι επόμενες δόσεις
καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών της
αίτησης, υποχρεωτικά στους φορείς είσπραξης.
Επισήμανση:
Εφόσον ο αιτών δεν καταβάλει την πρώτη δόση εντός της ανωτέρω αποκλειστικής
προθεσμίας, η ρύθμιση δεν ενεργοποιείται και ο οφειλέτης δύναται να υποβάλει
νέα αίτηση προκειμένου να ρυθμίσει τις οφειλές του.
II.
Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση
1. Σε κάθε περίπτωση για την υπαγωγή στη ρύθμιση θα πρέπει να
αποδεικνύεται τη δεδομένη χρονική στιγμή, η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής
σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού.
2. Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις απαιτούμενες φορολογικές
δηλώσεις της τελευταίας πενταετίας, ήτοι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος,
εκκαθαριστικές φόρου προστιθέμενης αξίας και τις περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ που
έπονται της τελευταίας εκκαθαριστικής και που η προθεσμία υποβολής τους έχει
λήξει ένα μήνα πριν την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
Επισήμανση: H ανωτέρω προϋπόθεση πληρούται εφόσον ο οφειλέτης έχει
υποβάλει εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα, αλλά υποχρεωτικά έως την ημερομηνία της
αίτησης, τις ανωτέρω δηλώσεις, εκτός εάν δεν είναι πλέον υπόχρεος για την
υποβολή τους.
3. Με την υποβολή της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει:
α) να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν.1599/1986 το
σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων (κινητή και ακίνητη περιουσία
οποιασδήποτε μορφής), όπως το μηνιαίο εισόδημά του, επενδύσεις/συμμετοχές κάθε
μορφής, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), κινητές αξίες ή
αυτοκίνητα, τα ακίνητα επί των οποίων έχει εμπράγματο δικαίωμα, απαιτήσεις από
τρίτους, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά
ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς
τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το αναμενόμενο (επιπλέον) εισόδημά
του (π.χ. εκτίμηση για τυχόν έσοδα από μελλοντική εκμίσθωση ακινήτου, εμπορική
συμφωνία κ.λπ.),
Επισήμανση:
-Κατά την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται να
συμπληρώνει τα σχετικά πεδία που εμφανίζονται στην οθόνη της αίτησης.
- Στις περιπτώσεις υποβολής της αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία η δήλωση των
ανωτέρω στοιχείων συνοδεύει την αίτηση.
β) για ποσό βασικής οφειλής άνω των 5.000 ευρώ υποχρεούται να
προσκομίσει δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την δυνατότητα καταβολής των
μηνιαίων δόσεων,
γ) για ποσό βασικής οφειλής άνω των 50.000 ευρώ υποχρεούται επίσης να
προσκομίσει δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής
καθώς και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού και
δ) για ποσό βασικής οφειλής άνω των 150.000 ευρώ, πέραν των ανωτέρω υπό
(α), (β) και (γ) στοιχείων, απαιτείται να παρέχει εγγυήσεις ή εμπράγματες
ασφάλειες για τη διασφάλιση της οφειλής οι οποίες μπορούν να συνίστανται
(διαζευκτικά ή σωρευτικά) σε προσκόμιση εγγυητικής επιστολής αναγνωρισμένης
στην Ελλάδα τράπεζας για όλο το διάστημα της ρύθμισης για το σύνολο της
ρυθμιζόμενης οφειλής πλέον των επιβαρύνσεων, πλήρη διασφάλιση της οφειλής με
εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου ελευθέρου βαρών αντικειμενικής αξίας τουλάχιστον
ίσης με το ύψος της συνολικής οφειλής ή επί βεβαρημένου ακινήτου αντικειμενικής
αξίας, αφαιρουμένων των ποσών για τα οποία έχουν εγγραφεί βάρη, τουλάχιστον
ίσης με τη συνολική οφειλή, εγγύηση τρίτου αξιόχρεου προσώπου και οποιοδήποτε
άλλο τρόπο εγγύησης αποδεκτό από τη Φορολογική Διοίκηση.
Επισήμανση:
- H ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση της περίπτωσης II. 3 (α) κατατίθεται ταυτόχρονα με
την υποβολή της αίτησης, ενώ τα στοιχεία (β), (γ) και (δ) καθώς και της
περίπτωσης II.2 αποστέλλονται με συστημένη επιστολή ή προσκομίζονται στην
αρμόδια υπηρεσία εντός μηνός από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.
- H αρμόδια υπηρεσία δύναται οποτεδήποτε να ζητά επιπλέον στοιχεία ή
πληροφορίες, οι οποίες πρέπει να αποστέλλονται – προσκομίζονται, άλλως θα
επέρχεται απώλεια της ρύθμισης.
- H αρμόδια υπηρεσία διατηρεί το δικαίωμα να περιορίσει τις δόσεις της
χορηγηθείσας ρύθμισης, εάν μετά τον έλεγχο των στοιχείων του φακέλου προκύψει
δυνατότητα του οφειλέτη να αποπληρώσει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από
τις αρχικά χορηγηθείσες.
- H εγγυητική επιστολή η οποία κατατίθεται κατά περίπτωση, ως προϋπόθεση για τη
χορήγηση ρύθμισης, πρέπει να εκδίδεται από αναγνωρισμένο στην Ελλάδα πιστωτικό
ίδρυμα και να διασφαλίζει την καταβολή του συνόλου της οφειλής για την οποία
χορηγήθηκε μαζί με τις επιβαρύνσεις της, στην περίπτωση που αυτή δεν καταβληθεί
από τον υπόχρεο μέσα στην ορισθείσα προθεσμία. H ανωτέρω εγγυητική επιστολή
πρέπει να είναι διάρκειας τριών μηνών πέραν της καταληκτικής ημερομηνίας
καταβολής της τελευταίας δόσης της χορηγηθείσας ρύθμισης και καταπίπτει υπέρ
του Δημοσίου για την εξόφληση του συνόλου του οφειλόμενου ποσού της ρύθμισης,
σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο αυτή απολεσθεί. H εγγυητική επιστολή
επιστρέφεται στον καταθέτη με την πληρωμή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης.
Για την κατάθεση ή και την επιστροφή της εγγυητικής επιστολής συντάσσεται
σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής και αυτή φυλάσσεται στο χρηματοκιβώτιο
της υπηρεσίας ή σε άλλο ασφαλές μέρος.
Επισήμανση:
Στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, απαιτούνται και τα
αντίστοιχα στοιχεία που πιστοποιούν και την περιουσιακή κατάσταση των προσώπων
που ευθύνονται για χρέη του νομικού προσώπου μαζί με αυτό.
VI. Αρμόδια
Υπηρεσία.
1. Αρμόδια Υπηρεσία για τη χορήγηση της ρύθμισης, την εξέταση των
δικαιολογητικών, την παρακολούθηση και την τήρηση των όρων της, την απώλεια
αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία, είναι η Υπηρεσία, ο προϊστάμενος της
οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής.
2. Για συνολικές βασικές οφειλές ανά οφειλέτη άνω των 1.500.000,00 ευρώ,
ανεξάρτητα του ύψους της ρυθμιζόμενης οφειλής, αρμόδια είναι η Επιχειρησιακή
Μονάδα Είσπραξης.
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
I.
Ευεργετήματα της ρύθμισης
1. Διακανονισμός πληρωμής
α) Δυνατότητα καταβολής των οφειλών που ρυθμίζονται σε μηνιαίες δόσεις,
έως 12. Κατ’ εξαίρεση παρέχεται η δυνατότητα καταβολής σε μηνιαίες δόσεις μέχρι
τις 24 για οφειλές που βεβαιώνονται και καταβάλλονται εφάπαξ.
Επισήμανση:
Στο ίδιο πρόγραμμα ρύθμισης είναι δυνατόν να υπάγονται οφειλές για τις οποίες
χορηγούνται έως 12 δόσεις και οφειλές για τις οποίες χορηγούνται άνω των 12 και
έως 24 δόσεις κατά περίπτωση. Στην περίπτωση αυτή ρυθμίζονται κατά
προτεραιότητα αυτές για τις οποίες χορηγούνται άνω των 12 δόσεων.
β) Το συνολικό ποσό κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 15 ευρώ
(βασική οφειλή).
γ) H υπαγωγή στη ρύθμιση μπορεί να γίνει οποτεδήποτε.
δ) H υπαγωγή του φορολογούμενου σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών δεν τον
απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής τόκων επί των ρυθμιζόμενων φορολογικών
οφειλών σύμφωνα με το άρθρο 53 του ΚΦΔ (σχετ. AYO 1198598/ΔΠΕΙΣ/31.12.2013).
Επισήμανση 1: H υπαγωγή οφειλών σε πρόγραμμα ρύθμισης δεν απαλλάσσει τον
φορολογούμενο από την υποχρέωση καταβολής τόκων του άρθρου 53 του ΚΦΔ (το οποίο
ανέρχεται σήμερα σε 8,76% ετησίως – σχετ. η 1198598/ΔΠΕΙΣ//31.12.2013 απόφαση του
υπουργού Οικονομικών – ΦΕΚ 19/Β’).
Επισήμανση 2.: Υπαχθείσες στη ρύθμιση οφειλές βεβαιωμένες πριν την
1.1.2014 δεν επιβαρύνονται με τους τόκους του άρθρου 53 του ΚΦΔ, αλλά μόνο με
προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά το άρθρο 6 του ΚΕΔΕ ως ίσχυε μέχρι και
την 31.12.2013.
ε) Στην περίπτωση καθυστέρησης μιας δόσης, αυτή πρέπει να καταβληθεί με
επιβάρυνση 15% εντός της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης. Στην
περίπτωση που η δόση της οποίας η καταβολή καθυστερεί για πρώτη φορά είναι η
τελευταία, αυτή πρέπει να καταβληθεί προσαυξημένη κατά 15% μέχρι την τελευταία
εργάσιμη του επόμενου από την ημερομηνία καταβολής αυτής μήνα.
2. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας
Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση μπορεί να χορηγείται αποδεικτικό
ενημερότητας των οφειλών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας, εφόσον είναι
ενήμερος και σε τυχόν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές και συντρέχουν και οι λοιπές
προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 12 του ΚΦΔ, όπως ισχύει σήμερα και στις
κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες αποφάσεις ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1274/27.12.2013 και
ΠΟΛ.1275/27.12.2013 – (ΦΕΚ 3398/Β’), όπως ισχύουν.
Τα ποσά που εισπράττονται από παρακράτηση, λόγω της χορήγησης αποδεικτικού
ενημερότητας, καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον αυτή
δεν έχει απολεσθεί κατά την ημερομηνία της απόδοσης.
3. Μη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης
Για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης και εφόσον ο φορολογούμενος
συμμορφώνεται με το πρόγραμμα, δεν διενεργείται αναγκαστική εκτέλεση, ήτοι η
λήψη αναγκαστικών μέτρων ή η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης
κινητών ή ακινήτων (έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού). Οι επιβληθείσες μέχρι
την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση κατασχέσεις στα χέρια τρίτων δεν αίρονται,
τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές καλύπτουν δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον
δεν πιστώνονται με άλλες μη ρυθμισμένες οφειλές.
II.
Δικαιώματα του Δημοσίου
1. Και μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα:
α) να μη χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας εφόσον δεν διασφαλίζονται τα
συμφέροντά του, ή να ορίζει ποσοστό παρακράτησης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα
στις διατάξεις του άρθρου 12 του ΚΦΔ, όπως ισχύει και τις αποφάσεις ΓΓΔΕ
ΠΟΛ.1274/27.12.2013 και ΠΟΛ.1275/27.12.2013 – (ΦΕΚ 3398/Β’), όπως
ισχύουν,
β) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη και των
συνυποχρέων προσώπων, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη και κατ’ εξαίρεση
να λαμβάνει τα μέτρα του άρθρου 49 καθώς και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 46 του
Ν.4174/2013, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις, όπως αυστηρά ορίζονται στις
διατάξεις αυτές,
2. H ρύθμιση οφειλών στην οποία υπάγεται οφειλέτης λόγω οικονομικής
αδυναμίας δεν επηρεάζει το συμψηφισμό απαίτησης του οφειλέτη κατά του Δημοσίου
(άρθρο 83 του Ν.Δ.356/74 – ΚΕΔΕ, όπως ισχύει και άρθρο 48 του ΚΦΔ), το δε ποσό
της απαίτησης αυτής συμψηφίζεται στο σύνολό του και μέχρι το μέρος που καλύπτει
την οφειλή.
Επισήμανση:
Εάν προκύψει συμψηφισμός κατά το άρθρο 83 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύει, στην περίπτωση
που η ημερομηνία συνάντησης των ανταπαιτήσεων είναι προγενέστερη της
ημερομηνίας υπαγωγής στη ρύθμιση, η οφειλή συμψηφίζεται και εκ των υστέρων
υπάγεται σε ρύθμιση το εναπομένον ποσό αυτής. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλέτης
ειδοποιείται για τη νέα Ταυτότητα Ρυθμισμένης Οφειλής (TPO), από την υπηρεσία
που υπάγει το εναπομείναν ποσό στη ρύθμιση. Στην περίπτωση που η ημερομηνία
συνάντησης των ανταπαιτήσεων είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας υπαγωγής στη
ρύθμιση, διενεργείται πίστωση στις μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης.
III. Ισχύς
ρύθμισης
1. H ρύθμιση καθίσταται καταρχήν ενεργή και ο οφειλέτης τυγχάνει των
ευεργετημάτων αυτής από την εμπρόθεσμη καταβολή της πρώτης δόσης.
2. Ωστόσο η ρύθμιση απόλλυται σε οποιοδήποτε στάδιο, εφόσον δεν
προσκομισθούν εγκαίρως τα απαραίτητα δικαιολογητικά ή τα αιτηθέντα
συμπληρωματικά στοιχεία, καθώς και όταν διαπιστωθεί κατά τον έλεγχο των
δηλούμενων ή και προσκομιζόμενων στοιχείων από την αρμόδια Υπηρεσία η
προσκόμιση ή δήλωση ελλιπών ή ανακριβών στοιχείων.
3. H αρμόδια υπηρεσία διατηρεί το δικαίωμα, εάν από τον έλεγχο των
στοιχείων του φακέλου προκύψει δυνατότητα του οφειλέτη να αποπληρώσει την
οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες, να περιορίσει τις
δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης.
IV. Απώλεια
της ρύθμισης
1. H ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του
υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη
της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα,
τηρουμένων και των διατάξεων περί δημοσιοποίησης ληξιπροθέσμων οφειλών του
άρθρου 9 του Ν.3943/2011 (ΦΕΚ 66/Α’) εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς,
β) δεν καταβάλει την τυχόν μία εκπρόθεσμη δόση της ρύθμισης με την
αναλογούσα προσαύξηση αυτής (15%) μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας
καταβολής της επόμενης δόσης,
γ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις υποβολής δηλώσεων φορολογίας
εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης
καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους,
δ) έχει υποβάλει ανακριβή ή ανεπαρκή στοιχεία προκειμένου να του
χορηγηθεί η ρύθμιση και
ε) δεν έχει υποβάλει τα απαραίτητα στοιχεία – πληροφορίες ή δεν
προσκομίζει τα επιπλέον στοιχεία που του ζητούνται.
2. Στην περίπτωση αυτή, για τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης δεν
απαιτείται κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης καταβολής οφειλής – υπερημερίας
(σχετ. απόφαση ΓΓΔΕ ΠΟΛ.1280/31.12.2013 – ΦΕΚ 3399/Β’).
3. Γενικώς, στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της
ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων του άρθρου 43 του ΚΦΔ και της
κατ’ εξουσιοδότηση Απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων
ΠΟΛ.1277/27.12.2013, η ρύθμιση απόλλυται και ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα
της ρύθμισης και καταπίπτουν οι προσφερθείσες εγγυήσεις.
V. Αναστολή
παραγραφής
H παραγραφή των χρεών που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτές:
α) για τις περιπτώσεις οφειλών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ
και για τις οποίες αποκτήθηκε εκτελεστός τίτλος από 1.1.2014 και μετά,
αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα χορηγήθηκε ρύθμιση τμηματικής καταβολής
και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από τη λήξη αυτής, σύμφωνα με τις
διατάξεις της περ. (α) της παρ. 1 του άρθρου 51 σε συνδυασμό με τις διατάξεις
της παρ. 14 του άρθρου 66 του Ν.4174/2013,
β) για τις λοιπές περιπτώσεις οφειλών, ήτοι οφειλών που εμπίπτουν στο
πεδίο εφαρμογής του ΚΦΔ και ο εκτελεστός τίτλος αποκτήθηκε προ της 1.1.2014, η
παραγραφή αναστέλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. (α) της παρ. 2 του
άρθρου 87 του Ν.2362/1995.
H ΓΕΝ.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
AIK ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 43. Πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών - τμηματικής
καταβολής σε δόσεις
1. Μετά από αίτηση του φορολογουμένου
πριν ή μετά τη λήξη της προθεσμίας καταβολής φόρου, η Φορολογική Διοίκηση
δύναται να εγκρίνει πρόγραμμα ρύθμισης καταβολής των φορολογικών οφειλών σε μία
ή περισσότερες δόσεις, εφόσον ο φορολογούμενος επικαλείται και αποδεικνύει ότι
αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία για την καταβολή του φόρου στη νόμιμη
προθεσμία και ότι έχει τη δυνατότητα συμμόρφωσης με το πρόγραμμα ρύθμισης. Το
πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Κατ' εξαίρεση
το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών μπορεί να εκτείνεται έως δύο (2) έτη για φόρους
που καταβάλλονται εφάπαξ.
2. Για την υποβολή αίτησης υπαγωγής σε
πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο φορολογούμενος πρέπει
να παράσχει στη Φορολογική Διοίκηση τα εξής στοιχεία:
α) αναλυτική δήλωση των εισοδημάτων του, περιουσιακών στοιχείων του και οφειλών
του σε τρίτους,
β) αποδεικτικά στοιχεία για την υποβολή όλων των φορολογικών δηλώσεων που
υποβλήθηκαν τα τελευταία πέντε (5) έτη, και
γ) ανάλογα με το ύψος των φορολογικών οφειλών για τις οποίες υποβάλλει αίτηση
ένταξης σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών:
αα) για φορολογικές οφειλές άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αποδεικτικά
στοιχεία για τη δυνατότητα καταβολής των μηνιαίων δόσεων,
ββ) για φορολογικές οφειλές άνω των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, έγγραφα με
τα οποία αποδεικνύεται, αφενός, η προσωρινή οικονομική του αδυναμία και,
αφετέρου, η δυνατότητα τήρησης των όρων του προγράμματος ρύθμισης οφειλών ή
γγ) για φορολογικές οφειλές άνω των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ,
εγγυήσεις ή άλλο εμπράγματο βάρος.
3. Φορολογούμενος, ο οποίος έχει
καταδικαστεί για φοροδιαφυγή δεν μπορεί να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης
οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 1.
4. Η πρώτη δόση του προγράμματος
ρύθμισης οφειλών καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την
ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογουμένου για την έγκριση του προγράμματος. Οι
υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε
επόμενου μήνα. Αν παραλειφθεί η καταβολή μίας δόσης, επιβάλλεται προσαύξηση ίση
με ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί του ποσού της καταβλητέας δόσης. Η
δόση που δεν έχει καταβληθεί εμπροθέσμως σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο
καταβάλλεται μαζί με την προσαύξηση το αργότερο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας
καταβολής της επόμενης δόσης.
5. Το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών παύει
να ισχύει με συνέπεια την υποχρέωση άμεσης καταβολής του υπόλοιπου της οφειλής
και την εφαρμογή όλων των διαθέσιμων μέτρων εκτέλεσης, εάν ο φορολογούμενος:
α) δεν καταβάλλει μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες περισσότερες από μία
δόσεις,
β) καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για περισσότερο από ένα μήνα,
γ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις φορολογίας εισοδήματος και φορολογίας
Φ.Π.Α. κατά την περίοδο του προγράμματος ρύθμισης οφειλών,
δ) παρείχε ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία για την έγκριση του προγράμματος ρύθμισης
οφειλών.
6. Η υπαγωγή του φορολογούμενου σε πρόγραμμα
ρύθμισης οφειλών δεν τον απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής τόκων επί των
ρυθμιζόμενων φορολογικών οφειλών.
7. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα
μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
8. Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης
επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλομένου φόρου από οφειλέτη που
βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά, μετά από αίτησή του, με
μεταβίβαση σε τρίτον της πλήρους κυριότητας του ακινήτου και ταυτόχρονη
εκχώρηση της απαίτησης καταβολής του τιμήματος ή μέρους αυτού στο Ελληνικό
Δημόσιο. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η
διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την
εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 53. Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής
1. Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν
καταβληθεί εντός της νόμιμης προθεσμία καταβολής, ο φορολογούμενος υποχρεούται
να καταβάλει τόκους επί του εν λόγω ποσού φόρου για τη χρονική περίοδο από την
επόμενη μέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης ή
τροποποιητικής δήλωσης καθώς και σε περίπτωση εκτιμώμενου, διορθωτικού ή
προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων
λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας κατά την οποία θα έπρεπε να είχε αρχικά
καταβληθεί, βάσει του νόμου, ο φόρος που προκύπτει από την εκπρόθεσμη ή
τροποποιητική δήλωση ή από την πράξη προσδιορισμού.
2. Σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος
ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή), καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για
τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος
ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την
επιστροφή του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί εντός ενενήντα (90)
ημερών από την παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου
του φορολογουμένου. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, εάν το
υπερβάλλον ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι
επιστράφηκε κατά το χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού.
3. Τόκοι επί των τόκων δεν υπολογίζονται
και δεν οφείλονται.
4. Ο Υπουργός Οικονομικών με απόφασή
του, ορίζει τα επιτόκια υπολογισμού τόκων, καθώς και όλες τις αναγκαίες
λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 356 Περί Κώδικος
Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων
- Αρθρο 6. Τόκοι και πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
1. Για οποιοδήποτε ποσό χρέους γίνεται
ληξιπρόθεσμο, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει τόκους και πρόστιμο
εκπρόθεσμης καταβολής κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 53 και 57
του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), όπως ισχύει.
Προκειμένου περί δημοσίων εσόδων, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ως
άνω Κώδικα, πλην των τελωνειακών, το χρονικό διάστημα των δύο (2) μηνών από την
παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυξάνεται σε έξι (6) μήνες. Πρόστιμο
εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, δεν
επιβάλλεται στις περιπτώσεις των οφειλών, οι οποίες προέρχονται από επιβολή
προστίμων σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη της κείμενης νομοθεσίας.
Για χρέη από συμβάσεις οι τόκοι ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη
ρύθμιση με ρητό όρο της σύμβασης, και υπολογίζονται από την επόμενη ημέρα της
προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβληθεί η οφειλή μερικά ή
ολικά.
2. Η πίστωση χρηματικών ποσών έναντι
συγκεκριμένης οφειλής αποσβένει την υποχρέωση του οφειλέτη με την ακόλουθη
σειρά:
α) έξοδα είσπραξης,
β) τόκοι
γ) πρόστιμο και
δ) αρχικό ποσό της οφειλής.
3. Οι τόκοι και το πρόστιμο της
παραγράφου 1 υπολογίζονται και επί των εσόδων υπέρ οργανισμών τοπικής
αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), Ειδικών Ταμείων και εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου
δικαίου που συνεισπράττονται με τα δημόσια έσοδα από τη Φορολογική Διοίκηση.
4. Ο οφειλέτης δύναται να ζητά απαλλαγή
των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και αυτών προς τους τρίτους, των
οποίων η είσπραξη έχει ανατεθεί στη Φορολογική Διοίκηση, από τους τόκους και το
πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής της παραγράφου 1, εφόσον η μη εμπρόθεσμη
καταβολή οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας. Απαλλαγή δεν χορηγείται, αν δεν
έχουν εξοφληθεί, πριν από το αίτημα απαλλαγής, όλοι οι φόροι για τους οποίους
επιβλήθηκαν οι τόκοι και το πρόστιμο. Το αίτημα απαλλαγής απευθύνεται στον
Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και:
α) υποβάλλεται εγγράφως,
β) περιέχει τα στοιχεία και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του οφειλέτη,
γ) φέρει την υπογραφή του οφειλέτη ή νόμιμα εξουσιοδοτημένου προσώπου και
δ) περιγράφει όλα τα γεγονότα και περιλαμβάνει τα αποδεικτικά στοιχεία που
αποδεικνύουν την ανωτέρα βία. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων αποφαίνεται
επί του αιτήματος εντός τριάντα (30) ημερών και κοινοποιεί την απόφαση στον
οφειλέτη κατά το άρθρο 5 του ν. 4174/2013. Αν η ανωτέρω
προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το αίτημα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.
5. Αναστολή είτε του νόμιμου τίτλου
βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής
εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν
απαλλάσσει τα χρέη από τους τόκους άρθρου 53 παρ. 1 του ν. 4174/2013, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή, για
το ποσό που εν τέλει οφείλεται.
6. Δεν υπόκεινται στους τόκους και το πρόστιμο
της παραγράφου 1 οι από κάθε αιτία οφειλές:
α) των στρατευμένων με υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, από την πρώτη ημέρα του
μήνα της στράτευσής τους, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τρίτου μήνα
από την αποστράτευσή τους, του μήνα της αποστράτευσης θεωρουμένου ως πρώτου, με
εξαίρεση τα ελλείμματα της δημόσιας διαχείρισης και
β) των ανηλίκων, για όσο διάστημα στερούνται εκπροσώπησης και επί ένα εξάμηνο
μετά την απόκτηση αυτής.
7. Σε περίπτωση κατά την οποία οι
διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου δεν είναι σύμφωνες με
τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013), οι διατάξεις αυτού υπερισχύουν, για τα έσοδα που εμπίπτουν στο πεδίο
εφαρμογής του.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 12. Αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση
οφειλής
1. Ο φορολογούμενος δύναται να ζητήσει
αποδεικτικό ενημερότητας ισχύος μέχρι και δύο μηνών για την πραγματοποίηση
πράξεων και συναλλαγών που ρητά ορίζονται.
2. Η Φορολογική Διοίκηση χορηγεί
αποδεικτικό ενημερότητας, μόνο εφόσον ο φορολογούμενος δεν έχει οφειλές στη
Φορολογική Διοίκηση από οποιαδήποτε αιτία και έχει υποβάλει τις απαιτούμενες
φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων πέντε ετών.
3. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να μη
χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας εάν ο φορολογούμενος έχει ληξιπρόθεσμες
οφειλές σε άλλη αρχή του δημόσιου τομέα. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα
ορίζεται η διαδικασία που ακολουθούν οι ανωτέρω αρχές για να ενημερώνουν τη
Φορολογική Διοίκηση σχετικά με φορολογουμένους που έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές
προς αυτές, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας
παραγράφου.
4. Κατά παρέκκλιση των οριζόμενων στις
παραγράφους 2 και 3, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ενταχθεί σε
πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών ή έχει οφειλές μη ληξιπρόθεσμες ή σε αναστολή,
δύναται να εκδοθεί αποδεικτικό ενημερότητας περιορισμένης ισχύος, η οποία δεν
μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα. Η Φορολογική Διοίκηση και μετά τη συμμόρφωση
του οφειλέτη σε πρόγραμμα ρύθμισης ορίζει υποχρεωτικά όρο παρακράτησης στις
περιπτώσεις που το αποδεικτικό ενημερότητας εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων ή
μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ' αυτού από επαχθή
αιτία. Το παρακρατούμενο ποσό λαμβάνεται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων
σύμφωνα με το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών.
5. Οι πράξεις και συναλλαγές για τις
οποίες προσκομίζεται αποδεικτικό ενημερότητας, οι προϋποθέσεις χορήγησής του,
οι τυχόν εξαιρέσεις από την υποχρέωση προσκόμισής του, οι οφειλές που
λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγησή του, οι φορολογικές δηλώσεις που απαιτείται
να έχουν υποβληθεί για την έκδοση του αποδεικτικού, ο τύπος του, το
περιεχόμενο, η διάρκεια ισχύος, τα ποσοστά παρακράτησης, τα τυχόν άλλα πρόσωπα
τα οποία δύνανται να ζητούν και να λαμβάνουν το αποδεικτικό, τα όργανα έκδοσής
του και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται με απόφαση του Γενικού
Γραμματέα.
6. Αν ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας
για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου και δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις
των παραγράφων 2, 3 και 4 για τη χορήγησή του, ούτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις
συμψηφισμού, εκδίδεται από την αρμόδια για την επιδίωξη της είσπραξης της
οφειλής υπηρεσία, βεβαίωση οφειλής προς το Δημόσιο, η οποία κατατίθεται αντί
του αποδεικτικού ενημερότητας στην υπηρεσία ή τον οργανισμό πληρωμής ή
κατατίθεται για τη μεταβίβαση ακινήτου. Με βάση τη βεβαίωση αυτή αποδίδεται το
προς είσπραξη ποσό ή το προϊόν του τιμήματος και μέχρι του ύψους της οφειλής,
στην εκδούσα τη βεβαίωση υπηρεσία.
7. Οι προϋποθέσεις χορήγησης βεβαίωσης
οφειλής, οι οφειλές που λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγησή της, τα όργανα
έκδοσης, ο τύπος, το περιεχόμενο, η διάρκεια ισχύος και κάθε αναγκαία
λεπτομέρεια εφαρμογής ορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα.
8. Σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης
σοβαρών συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και
μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής, μπορεί με γραπτή συναίνεση του Γενικού Γραμματέα
να μην χορηγηθεί αποδεικτικό ενημερότητας, ακόμη και αν συντρέχουν οι
προϋποθέσεις χορήγησης αυτού. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζονται
περιπτώσεις διασφάλισης δημοσίου συμφέροντος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για
την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 49. Λήψη μέτρων σε περίπτωση υπόνοιας
καταδολίευσης
1. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που
υπάρχουν πληροφορίες ή υπόνοιες ότι ο φορολογούμενος θα προβεί σε μεταβίβαση
περιουσιακών του στοιχείων ή προβαίνει σε προπαρασκευαστικές ενέργειες για να
εγκαταλείψει τη χώρα ή σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που θέτει σε κίνδυνο την
είσπραξη του φόρου, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να λαμβάνει με βάση τον
εκτελεστό τίτλο μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης ακόμη και πριν τη νόμιμη
ημερομηνία καταβολής της οφειλής ή την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης ή
την παρέλευση της τριακονθήμερης προθεσμίας που προβλέπεται για την καταβολή
της οφειλής.
2. Με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται
στην προηγούμενη παράγραφο μπορεί επίσης να εγγράφεται υποθήκη.
3. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος
μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία του η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προβαίνει
στην άσκηση αγωγής διάρρηξης για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου,
σύμφωνα με τα άρθρα 939 κ.ε. του ΑΚ.. Στην περίπτωση αυτή η Φορολογική Διοίκηση
μπορεί να ζητήσει ως ασφαλιστικό μέτρο τη δικαστική μεσεγγύηση σύμφωνα με τα
άρθρα 725 κ.ε. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
1. Η Φορολογική Διοίκηση, προκειμένου να
διασφαλίζει την είσπραξη φόρων, μπορεί σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να
αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος για την είσπραξη των φόρων, να προβαίνει με βάση
τον εκτελεστό τίτλο του άρθρου 45 του Κώδικα πριν τη λήξη της προθεσμίας
καταβολής της οφειλής και χωρίς δικαστική απόφαση στην επιβολή συντηρητικής
κατάσχεσης κινητών, ακινήτων, εμπραγμάτων δικαιωμάτων σε αυτά, απαιτήσεων και
γενικά όλων των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη του Δημοσίου είτε
βρίσκονται στα χέρια του είτε στα χέρια τρίτου. Η συντηρητική κατάσχεση
τρέπεται αυτοδίκαια σε αναγκαστική με την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας καταβολής
της οφειλής και έχει τις συνέπειες της αναγκαστικής κατάσχεσης από το χρόνο της
εγγραφής της. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αναλογικά τα άρθρα 707-723 του Κώδικα
Πολιτικής Δικονομίας, εξαιρουμένων των άρθρων 715 παρ.5 και 722 του ανωτέρω
Κώδικα.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές
διαδικασίες και άλλες διατάξεις
2. Η Φορολογική Διοίκηση μπορεί με τις
προϋποθέσεις της παραγράφου 1, να προβαίνει στη λήψη των προβλεπόμενων στον
Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ασφαλιστικών μέτρων με βάση τον εκτελεστό τίτλο αλλά
και πριν από την απόκτηση εκτελεστού τίτλου, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου
691 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 356 Περί Κώδικος
Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων
- Αρθρο 83. Ενέργειες και αποτελέσματα συμψηφισμού
1. Βέβαιη και εκκαθαρισμένη χρηματική
απαίτηση του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, η οποία αποδεικνύεται με τελεσίδικη
δικαστική απόφαση ή δημόσιο έγγραφο, συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη αυτού προς
το Δημόσιο.
2. Ο συμψηφισμός προτείνεται με δήλωση
του οφειλέτη που υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ., η οποία είναι αρμόδια για την είσπραξη
του χρέους. Ο συμψηφισμός μπορεί να ενεργείται και αυτεπάγγελτα, με πράξη του
προϊσταμένου της ίδιας υπηρεσίας, εφόσον από τα υπάρχοντα στοιχεία
αποδεικνύεται η απαίτηση του οφειλέτη. Απαίτηση του Δημοσίου παραγεγραμμένη
αντιτάσσεται σε συμψηφισμό για μια τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής.
Η δήλωση του οφειλέτη για συμψηφισμό της απαίτησης κατά του Δημοσίου ή το
έγγραφο του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. για αυτεπάγγελτο συμψηφισμό κοινοποιείται
στην εκκαθαρίζουσα την απαίτηση υπηρεσία, η οποία υποχρεούται σε άμεση απόδοση
του συμψηφισθέντος ποσού.
3. Με τις πιο πάνω προϋποθέσεις
επιτρέπεται ο συμψηφισμός απαιτήσεων κατά του Δημοσίου με χρέη προς το Δημόσιο
που καταβάλλονται με ταυτόχρονη υποβολή δήλωσης φόρου ή άλλου εσόδου. Η δήλωση
συμψηφισμού, που υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης
που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, δεν απαλλάσσει τον οφειλέτη από τις
συνέπειες της εκπρόθεσμης υποβολής της.
4. Με το συμψηφισμό οι αμοιβαίες
απαιτήσεις αποσβένονται από την ημερομηνία που συνυπήρξαν και κατά το μέρος που
καλύπτονται, με την επιφύλαξη των άρθρων 89 και 94 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α').
5. Αναστολή είτε του νόμιμου τίτλου
βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής
εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν
εμποδίζει τη διενέργεια του συμψηφισμού.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η ειδικότερη διαδικασία, με την τήρηση των
οποίων εξαιρούνται από τον αυτεπάγγελτο συμψηφισμό χρηματικές απαιτήσεις του
οφειλέτη έναντι του Δημοσίου με βεβαιωμένα αλλά μη ληξιπρόθεσμα χρέη του προς
το Δημόσιο.
7. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις
του Αστικού Κώδικα.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 48. Αναγκαστική εκτέλεση
1. Εξαιρουμένων των θεμάτων που
ρυθμίζονται διαφορετικά από τον παρόντα Κώδικα, η αναγκαστική είσπραξη των
φόρων και λοιπών εσόδων του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα
διενεργείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν.δ. 356/1974 περί Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.
2. Η Φορολογική Διοίκηση συμψηφίζει
απαιτήσεις από φόρους και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο
εφαρμογής του Κώδικα και σε όλη την εν γένει φορολογική και τελωνειακή
νομοθεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 83 ΚΕΔΕ. Η Φορολογική Διοίκηση
δύναται να συμψηφίζει κάθε άλλη απαίτηση σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο
προηγούμενο εδάφιο.
3. Όπου στον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων
Εσόδων γίνεται αναφορά στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., στον Διευθυντή του Δημοσίου
Ταμείου ή γενικότερα σε άλλο αρμόδιο όργανο νοείται στο εξής ο Γενικός
Γραμματέας.
4. Αναγκαστική εκτέλεση δεν διενεργείται
για οφειλές, η πληρωμή των οποίων τελεί σε νόμιμη ή δικαστική ή διοικητική
αναστολή του άρθρου 63 του Κώδικα και για όσο χρόνο αυτή διαρκεί. Αναγκαστική
εκτέλεση δεν διενεργείται επίσης για οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα
ρύθμισης οφειλών, εφόσον ο φορολογούμενος συμμορφώνεται με το πρόγραμμα.
ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 356 Περί Κώδικος
Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων
- Αρθρο 83. Ενέργειες και αποτελέσματα συμψηφισμού
1. Βέβαιη και εκκαθαρισμένη χρηματική
απαίτηση του οφειλέτη κατά του Δημοσίου, η οποία αποδεικνύεται με τελεσίδικη
δικαστική απόφαση ή δημόσιο έγγραφο, συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη αυτού προς
το Δημόσιο.
2. Ο συμψηφισμός προτείνεται με δήλωση
του οφειλέτη που υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ., η οποία είναι αρμόδια για την είσπραξη
του χρέους. Ο συμψηφισμός μπορεί να ενεργείται και αυτεπάγγελτα, με πράξη του
προϊσταμένου της ίδιας υπηρεσίας, εφόσον από τα υπάρχοντα στοιχεία
αποδεικνύεται η απαίτηση του οφειλέτη. Απαίτηση του Δημοσίου παραγεγραμμένη
αντιτάσσεται σε συμψηφισμό για μια τριετία από τη συμπλήρωση της παραγραφής.
Η δήλωση του οφειλέτη για συμψηφισμό της απαίτησης κατά του Δημοσίου ή το
έγγραφο του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. για αυτεπάγγελτο συμψηφισμό κοινοποιείται
στην εκκαθαρίζουσα την απαίτηση υπηρεσία, η οποία υποχρεούται σε άμεση απόδοση
του συμψηφισθέντος ποσού.
3. Με τις πιο πάνω προϋποθέσεις
επιτρέπεται ο συμψηφισμός απαιτήσεων κατά του Δημοσίου με χρέη προς το Δημόσιο
που καταβάλλονται με ταυτόχρονη υποβολή δήλωσης φόρου ή άλλου εσόδου. Η δήλωση
συμψηφισμού, που υποβάλλεται μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης
που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, δεν απαλλάσσει τον οφειλέτη από τις
συνέπειες της εκπρόθεσμης υποβολής της.
4. Με το συμψηφισμό οι αμοιβαίες
απαιτήσεις αποσβένονται από την ημερομηνία που συνυπήρξαν και κατά το μέρος που
καλύπτονται, με την επιφύλαξη των άρθρων 89 και 94 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α').
5. Αναστολή είτε του νόμιμου τίτλου
βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής
εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν
εμποδίζει τη διενέργεια του συμψηφισμού.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η ειδικότερη διαδικασία, με την τήρηση των
οποίων εξαιρούνται από τον αυτεπάγγελτο συμψηφισμό χρηματικές απαιτήσεις του
οφειλέτη έναντι του Δημοσίου με βεβαιωμένα αλλά μη ληξιπρόθεσμα χρέη του προς
το Δημόσιο.
7. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις
του Αστικού Κώδικα.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3943 Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής,
στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου
Οικονομικών.
- Αρθρο 9. Δημοσιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς
το Δημόσιο
1. Τα στοιχεία των συνολικών
ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο από κάθε αιτία, όταν αυτές υπερβαίνουν το
ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ ανά φυσικό ή νομικό πρόσωπο,
δημοσιοποιούνται υποχρεωτικά σε δικτυακό τόπο του Υπουργείου Οικονομικών,
εφόσον η καταβολή τους καθυστερεί για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους.
2. Από τη ρύθμιση της προηγούμενης
παραγράφου εξαιρούνται οι οφειλές, για τις οποίες έχει χορηγηθεί στον οφειλέτη
διευκόλυνση τμηματικής καταβολής του χρέους, για όσο χρόνο διαρκεί η
διευκόλυνση και εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής με τους όρους της, καθώς και
οι οφειλές για την καταβολή των οποίων έχει διαταχθεί αναστολή με δικαστική
απόφαση.
3. Δημοσιοποιούνται, επίσης, στοιχεία
των παραβάσεων του Κ.Β.Σ. οι οποίες συνίστανται στην έκδοση πλαστών ή στην
έκδοση και λήψη εικονικών ως προς τη συναλλαγή φορολογικών στοιχείων ή στη μη
έκδοση ή στην ανακριβή έκδοση φορολογικών στοιχείων, από τα οποία προκύπτει
απόκρυψη φορολογητέας ύλης, καθώς και παραβάσεων που συνίστανται στην
καταχώριση στα βιβλία αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν
έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών
ορίζονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και οι τεχνικές προδιαγραφές δημοσιοποίησης
στο διαδίκτυο, τα δεδομένα που δημοσιοποιούνται, μεταξύ των οποίων και τα
στοιχεία των οφειλετών, των παραβατών και των συνυπόχρεων με αυτούς προσώπων, η
διαδικασία και οι προϋποθέσεις άρσης της δημοσιοποίησης, τα οργανωτικά και
τεχνικά μέτρα για την ασφάλεια της επεξεργασίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα,
αφού ληφθούν υπόψη και οι διατάξεις του ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α').
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές
διαδικασίες και άλλες διατάξεις
- Αρθρο 43. Πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών - τμηματικής
καταβολής σε δόσεις
1. Μετά από αίτηση του φορολογουμένου
πριν ή μετά τη λήξη της προθεσμίας καταβολής φόρου, η Φορολογική Διοίκηση
δύναται να εγκρίνει πρόγραμμα ρύθμισης καταβολής των φορολογικών οφειλών σε μία
ή περισσότερες δόσεις, εφόσον ο φορολογούμενος επικαλείται και αποδεικνύει ότι
αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία για την καταβολή του φόρου στη νόμιμη
προθεσμία και ότι έχει τη δυνατότητα συμμόρφωσης με το πρόγραμμα ρύθμισης. Το
πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Κατ' εξαίρεση
το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών μπορεί να εκτείνεται έως δύο (2) έτη για φόρους
που καταβάλλονται εφάπαξ.
2. Για την υποβολή αίτησης υπαγωγής σε
πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο φορολογούμενος πρέπει
να παράσχει στη Φορολογική Διοίκηση τα εξής στοιχεία:
α) αναλυτική δήλωση των εισοδημάτων του, περιουσιακών στοιχείων του και οφειλών
του σε τρίτους,
β) αποδεικτικά στοιχεία για την υποβολή όλων των φορολογικών δηλώσεων που
υποβλήθηκαν τα τελευταία πέντε (5) έτη, και
γ) ανάλογα με το ύψος των φορολογικών οφειλών για τις οποίες υποβάλλει αίτηση
ένταξης σε πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών:
αα) για φορολογικές οφειλές άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αποδεικτικά
στοιχεία για τη δυνατότητα καταβολής των μηνιαίων δόσεων,
ββ) για φορολογικές οφειλές άνω των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, έγγραφα με
τα οποία αποδεικνύεται, αφενός, η προσωρινή οικονομική του αδυναμία και,
αφετέρου, η δυνατότητα τήρησης των όρων του προγράμματος ρύθμισης οφειλών ή
γγ) για φορολογικές οφειλές άνω των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ,
εγγυήσεις ή άλλο εμπράγματο βάρος.
3. Φορολογούμενος, ο οποίος έχει
καταδικαστεί για φοροδιαφυγή δεν μπορεί να υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης
οφειλών σύμφωνα με την παράγραφο 1.
4. Η πρώτη δόση του προγράμματος
ρύθμισης οφειλών καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την
ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογουμένου για την έγκριση του προγράμματος. Οι
υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε
επόμενου μήνα. Αν παραλειφθεί η καταβολή μίας δόσης, επιβάλλεται προσαύξηση ίση
με ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί του ποσού της καταβλητέας δόσης. Η
δόση που δεν έχει καταβληθεί εμπροθέσμως σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο
καταβάλλεται μαζί με την προσαύξηση το αργότερο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας
καταβολής της επόμενης δόσης.
5. Το πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών παύει
να ισχύει με συνέπεια την υποχρέωση άμεσης καταβολής του υπόλοιπου της οφειλής
και την εφαρμογή όλων των διαθέσιμων μέτρων εκτέλεσης, εάν ο φορολογούμενος:
α) δεν καταβάλλει μέσα στις προβλεπόμενες προθεσμίες περισσότερες από μία
δόσεις,
β) καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για περισσότερο από ένα μήνα,
γ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις φορολογίας εισοδήματος και φορολογίας
Φ.Π.Α. κατά την περίοδο του προγράμματος ρύθμισης οφειλών,
δ) παρείχε ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία για την έγκριση του προγράμματος ρύθμισης
οφειλών.
6. Η υπαγωγή του φορολογούμενου σε
πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών δεν τον απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής τόκων
επί των ρυθμιζόμενων φορολογικών οφειλών.
7. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα
μπορούν να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
8. Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης
επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλομένου φόρου από οφειλέτη που
βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά, μετά από αίτησή του, με
μεταβίβαση σε τρίτον της πλήρους κυριότητας του ακινήτου και ταυτόχρονη
εκχώρηση της απαίτησης καταβολής του τιμήματος ή μέρους αυτού στο Ελληνικό
Δημόσιο. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία
εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της
παρούσας παραγράφου.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 51. Παραγραφή είσπραξης φόρων
1. Το δικαίωμα του Δημοσίου για την
είσπραξη των φόρων και λοιπών εσόδων του που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του
Κώδικα παραγράφεται μετά την πάροδο πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους, εντός
του οποίου αποκτήθηκε νόμιμος τίτλος εκτέλεσης. Η κοινοποίηση στον
φορολογούμενο ατομικής ειδοποίησης και οποιασδήποτε πράξης αναγκαστικής
εκτέλεσης διακόπτει την παραγραφή. Επιπροσθέτως, την παραγραφή διακόπτουν η
αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση, προς κατάταξη στον υπάλληλο
πλειστηριασμού, καθώς και στον εκκαθαριστή κληρονομιάς ή διαλυθέντος νομικού προσώπου
ή στον ειδικό εκκαθαριστή επιχείρησης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, καθώς
και η εγγραφή προσημείωσης ή υποθήκης επί οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου
του φορολογούμενου. Επί αλληλεγγύως ευθυνόμενων, η διακοπή της παραγραφής ως
προς έναν από αυτούς ενεργεί και κατά των λοιπών. Η παραγραφή του παρόντος
άρθρου αναστέλλεται:
α) Για όσο χρονικό διάστημα είχε χορηγηθεί ρύθμιση τμηματικής καταβολής ή η
Φορολογική Διοίκηση δεν μπορούσε να εισπράξει το χρέος λόγω αναστολής
εκτελέσεως από οποιαδήποτε αιτία. Στην περίπτωση αυτή η παραγραφή δεν
συμπληρώνεται πριν περάσει ένα έτος από τη λήξη της αναστολής.
β) Κατά τη διάρκεια ανηλικότητας του φορολογούμενου.
γ) Κατά τη διάρκεια της δικαστικής αμφισβήτησης του εκτελεστού τίτλου της
απαίτησης, ή της νομιμότητας της είσπραξης, ή του κύρους πράξης της εκτέλεσης
και μέχρι τη συμπλήρωση ενός έτους από την επίδοση στη Φορολογική Διοίκηση με
δικαστικό επιμελητή αμετάκλητης δικαστικής απόφασης.
Η μη εκκίνηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης για την είσπραξη των φόρων
που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη
του έτους, εντός του οποίου ο φορολογούμενος κατέστη υπερήμερος, συνεπάγεται
την πειθαρχική ευθύνη του αρμοδίου οργάνου της φορολογικής διοίκησης, εκτός εάν
αιτιολογημένα κρίνεται από τον Γενικό Γραμματέα, ότι η μη εκκίνηση της
διαδικασίας αυτής είναι δικαιολογημένη.
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4174 Φορολογικές διαδικασίες και άλλες
διατάξεις
- Αρθρο 66. Μεταβατικές διατάξεις
14. Οι διατάξεις του άρθρου 51 του
Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, σχετικά με το χρόνο παραγραφής και τους λόγους
διακοπής και αναστολής αυτής, εφαρμόζονται για φόρους και λοιπά έσοδα για τα
οποία η Φορολογική Διοίκηση αποκτά εκτελεστό τίτλο από την 1.1.2014 και εφεξής.