Κυριακή 4 Απριλίου 2021

Πώς θα επιδράσει στην οικονομία το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης 2021-2026: Αύξηση ΑΕΠ 6,9%, επενδύσεων 19,75% και απασχόλησης 3,93%

 

Πώς θα επιδράσει στην οικονομία το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης

2021-2026: Αύξηση ΑΕΠ 6,9%, επενδύσεων 19,75% και απασχόλησης 3,93%
Σάββατο, 03 Απριλίου 2021 10:32
EUROKINISSI/ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
A- A A+

Από την έντυπη έκδοση

Υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) σημαίνει ότι κάθε χρόνο από φέτος και μέχρι το 2026 θα πέφτουν πόροι στην οικονομία της τάξεως των 5,3 δισ. ευρώ, με εξαίρεση τη φετινή χρονικά, κατά την οποία οι πόροι εκτιμώνται στα 3,97 δισ. ευρώ. 

Κατατέθηκε στη Βουλή

H αναλυτική έκθεση του προγράμματος Ελλάδα 2.0, που κατατέθηκε χθες στο Κοινοβούλιο, ενσωματώνει τόσο τις χρηματοδοτικές όσο και τις μακροοικονομικές επιπτώσεις που προβλέπεται ότι θα επιφέρει η υλοποίηση του προγράμματος. Αυτά τα 4-5 δισ. ευρώ ετησίως που θα πέφτουν στην οικονομία εκτιμάται από την Τράπεζα της Ελλάδος ΕΛΛ+0,50% ότι μπορούν να αυξήσουν το πραγματικό ΑΕΠ κατά 6,9% μέχρι το 2026 -περίπου 1,15 ποσοστιαία μονάδα ανά έτος-, τις ιδιωτικές επενδύσεις κατά 19,75% μέχρι το ίδιο έτος, τον δείκτη απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα κατά 3,93% και τον λόγο των φορολογικών εσόδων προς το ΑΕΠ κατά 2,8%. 

«Η πλήρης εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (χρήση του συνόλου της χρηματοδότησης και πλήρης εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων) μπορεί δυνητικά να αυξήσει το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ κατά 6,9% έως το 2026. 

Αυτό συνεπάγεται θετική συμβολή στο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ κατά περίπου 1,15 ποσοστιαία μονάδα κατά μέσο όρο κάθε χρόνο για την περίοδο 2021-2026», αναφέρει η έκθεση. Δηλαδή, το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να επιταχύνει τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,15 ποσοστιαία μονάδα πάνω από το σενάριο βάσης, το οποίο ορίζεται ως η κατάσταση της οικονομίας χωρίς την εφαρμογή του Σχεδίου. 

Οι ιδιωτικές επενδύσεις αυξάνονται κατά περίπου 20% το 2026 και η απασχόληση κατά 4%. Αυτό μεταφράζεται σε δημιουργία 180 έως 200 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας έως το 2026, επιπλέον του σεναρίου βάσης. Ταυτόχρονα, η φορολογική βάση διευρύνεται, οδηγώντας σε άνοδο του λόγου φορολογικών εσόδων προς ΑΕΠ κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες το 2026. «Ως αποτέλεσμα, βελτιώνεται το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης, δημιουργώντας έτσι επιπρόσθετο δημοσιονομικό χώρο». Αυτός είναι και ένας βασικός στόχος της κυβέρνησης. Η χώρα, ύστερα από μια διετία μεγάλων ελλειμμάτων (σ.σ.: και το 2021 αναμένεται να καταγραφεί πρωτογενές έλλειμμα άνω των 13 δισ. ευρώ) θα επιστρέψει στα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 2% του ΑΕΠ (ικανοποιώντας και τον σχετικό μεταμνημονιακό στόχο, καθώς κάποια στιγμή η πανδημία θα τελειώσει και οι δεσμεύσεις της χώρας θα πρέπει να υλοποιηθούν), χωρίς όμως να επιβληθούν αυτή τη φορά πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα. 

Η οικονομική επέκταση χρηματοδοτούμενη από επιχορηγήσεις και δάνεια αυξάνει το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 4,3% το 2026 και συμβάλλει σε επιπλέον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 0,7 ποσοστιαία μονάδα κατά μέσο όρο κάθε έτος την περίοδο 2021-2026. Η επέκταση χρηματοδοτούμενη από δάνεια, που διοχετεύονται προς τις ιδιωτικές επενδύσεις, οδηγεί σε αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων κατά περίπου 20% έως το 2026. 

Συμβολή μεταρρυθμίσεων

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συνεισφέρουν επιπλέον στον ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ 0,45 ποσοστιαία μονάδα κατά μέσο όρο κάθε χρόνο την περίοδο 2021-2026. Σε αντίθεση με την τελικά παροδική οικονομική επέκταση που χρηματοδοτείται από επιχορηγήσεις και δάνεια, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οδηγούν σε μόνιμη αύξηση της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας. 

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αυξάνουν μακροπρόθεσμα τα επίπεδα του πραγματικού προϊόντος, της ιδιωτικής επένδυσης και της απασχόλησης κατά 6%, 8,5% και 4%, αντιστοίχως. Επιπροσθέτως, οι μεταρρυθμίσεις οδηγούν σε μόνιμη αύξηση της φορολογικής βάσης, που συνεπάγεται αύξηση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά περίπου 2,5 ποσοστιαίες μονάδες μακροπρόθεσμα.

Όπως αναφέρεται στο κείμενο των 200 σελίδων που κατατέθηκε στη Βουλή, οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για το μέγεθος της επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να θεωρηθούν ως ένα κατώτατο όριο για την πραγματική επίδραση του Σχεδίου στην ελληνική οικονομία. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ποσοτικοποίηση αφορά τρεις από τις κατηγορίες μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο: Μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα στις αγορές προϊόντων, μεταρρυθμίσεις που υποστηρίζουν υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, και μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα. Επιπλέον αυτών, υπάρχουν μεταρρυθμίσεις-ορόσημα που περιλαμβάνονται στο Σχέδιο και αφορούν τη διακυβέρνηση και τη Δικαιοσύνη οι οποίες δεν έχουν ποσοτικοποιηθεί. 

Οι μεταρρυθμίσεις αυτές ωστόσο έχουν δυνητικά πολύ μεγάλη επίδραση στην αύξηση της παραγωγικότητας και στη διανεμητική αποτελεσματικότητα (allocative efficiency). Κατά συνέπεια, οι μεταρρυθμίσεις αυτές οδηγούν σε σημαντική επιπρόσθετη αύξηση στα μακροοικονομικά οφέλη και στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στις παραπάνω εκτιμήσεις.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: