Τελευταίος μήνας για την κάλυψη των τεκμηρίων
Γράφει ο Απόστολος Αλωνιάτης
– Ποια έσοδα τα καλύπτου και τι πρέπει να κάνουμε για να
μην βρεθούμε προ εκπλήξεων
Νέος μήνας, ο τελευταίος της χρονιάς και είναι φυσικό να
είναι γεμάτος από υποχρεώσεις. Δεν θα θέλαμε να ασχοληθούμε ακόμη με τις
τελευταίες υποχρεώσεις του μήνα, κάτι που θα κάνουμε στην πορεία του μήνα ,
αλλά θα θέλαμε να ασχοληθούμε λίγο με δυο υποχρεώσεις που έρχονται να καλύψουν
την επιπλέον πληρωμή του φόρου. Αναφερόμαστε στην κάλυψη των τεκμηρίων, ώστε να
μη φορολογηθούν με τον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης, που θα δούμε σήμερα και
την κάλυψη του 30% των εισοδημάτων από μισθούς, συντάξεις, εμπορική
δραστηριότητα και ενοίκια, ώστε να μην πληρώσουν το πρόστιμο του 22% , στο
κόμματι που δεν έχει καλυφθεί με την χρήση ηλεκτρονικής εξόφλησης των
αποδείξεων.
Κάλυψη τεκμηρίων
Ο μήνας αυτός είναι ο τελευταίος στον οποίο μπορούμε να
καλύψουμε τα τεκμήρια.
Ας δούμε τι λέει ο νόμος σχετικά με τους τρόπους που μπορούν
αυτά να καλυφθούν, όπως αυτά αναλύονται, από την διοίκηση, στην ΠΟΛ.1076/2015,
με θέμα «Οδηγίες για την ορθή εφαρμογή
του εναλλακτικού τρόπου υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας εισοδήματος (άρθρα
30-34 Ν.4172/13)»
Να σημειώσουμε ότι η ΠΟΛ. βρίσκεται σε ισχύ, με ορισμένες
τροποποιήσεις , τροποποιήσεις που δεν αφορούν όμως τους τρόπους κάλυψης τόσο
των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης (Αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες),
όσο και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.
Σήμερα θα ασχοληθούμε ποιο συγκεκριμένα με το άρθρο 34
«Διαφορά εισοδήματος και υπολογισμός του φόρου αυτής» και συγκεκριμένα με το
μέρος που αφορά την κάλυψη αυτής της διαφοράς.
Μείωση της διαφοράς
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 34 η
Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς, που προκύπτει,
υποχρεούται να λάβει υπόψη της τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά που
εισπράχθηκαν και τα οποία αποδεικνύονται με νόμιμα παραστατικά στοιχεία. Αν τα
ποσά αυτά έχουν απλώς πιστωθεί, χωρίς να έχουν εισπραχθεί δεν μπορούν να
ληφθούν υπόψη κατά την εφαρμογή, αυτής της περίπτωσης, καθόσον δεν είναι
δυνατόν, να χρησιμοποιηθούν εφόσον δεν εισπράχθηκαν.
Προσοχή: Ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της
απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων για τα ποσά αυτά που περιορίζουν τη
διαφορά μεταξύ συνολικού εισοδήματος και τεκμαρτού εισοδήματος.
Στο νόμο αναφέρονται ενδεικτικά ορισμένες κατηγορίες
εισοδημάτων ή εσόδων που περιορίζουν την πιο πάνω διαφορά. Τονίζεται ότι και
οποιοδήποτε άλλο έσοδο που δεν αναφέρεται ρητά στο νόμο (π.χ. Κέρδη από τυχερά
παίγνια, Λαχεία, ΠPO-ΠO, ΛOTTO, TZΟKEP, Προκαθορισμένο Στοίχημα κ.λπ.)
λαμβάνεται υπόψη, εφόσον αποδεικνύεται η είσπραξη του, η φορολόγηση του ή η
απαλλαγή του από τη φορολογία.
Τα ποσά που ιδίως λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη ή τον
περιορισμό της υπόψη διαφοράς είναι τα εξής:
α) Πραγματικά
εισοδήματα τα οποία αποκτήθηκαν από τον ίδιο το φορολογούμενο, τη σύζυγο
του και τα εξαρτώμενα μέλη του και τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή
φορολογούνται με ειδικό τρόπο, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Αν τα εισοδήματα αυτά αποκτήθηκαν στην αλλοδαπή
αναγνωρίζονται εφόσον έχουν φορολογηθεί στην Ελλάδα ή απαλλάσσονται νομίμως από
τη φορολόγηση αυτή. Προς απόδειξη της φορολογίας ή της νόμιμης απαλλαγής πρέπει
τα εισοδήματα αυτά να έχουν περιληφθεί σε δήλωση φορολογίας εισοδήματος εφ'
όσον υπήρχε σχετική υποχρέωση.
Στην περίπτωση που αγορά περιουσιακού στοιχείου (όπως π.χ.
αυτοκινήτου) γίνει στο εξωτερικό από φυσικό πρόσωπο που είναι φορολογικός
κάτοικος Ελλάδος τότε στον υπολογισμό της δαπάνης απόκτησης λαμβάνεται υπόψη το
τίμημα που καταβλήθηκε στο εξωτερικό. Αν για την κάλυψη της δαπάνης αυτής που
έγινε στο εξωτερικό γίνει επίκληση εισοδήματος που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή θα
αναγνωριστεί σύμφωνα με τα ανωτέρω εφόσον έχει περιληφθεί σε δήλωση φορολογίας
εισοδήματος στην Ελλάδα, εφ' όσον βέβαια υπήρχε υποχρέωση. (Δείτε και Ε.
2008/2019 "Διευκρινίσεις για θέματα απόκτησης περιουσιακών στοιχείων στην
αλλοδαπή από φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας.")
Διευκρινίζεται ότι οι κάτοικοι της αλλοδαπής που δεν έχουν
τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα και πραγματοποιούν δαπάνες στην
αλλοδαπή, δεν υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 32, (Δαπάνες απόκτησης
περιουσιακών στοιχείων), ανεξάρτητα του αν αποκτούν πραγματικό εισόδημα στην
Ελλάδα.
β) Χρηματικά ποσά που δε θεωρούνται εισόδημα κατά
τις ισχύουσες διατάξεις και αποκτήθηκαν από το φορολογούμενο.
γ) Χρηματικά ποσά
που προέρχονται από την διάθεση περιουσιακών στοιχείων. Σε κάθε περίπτωση
θα πρέπει ο φορολογούμενος που επικαλείται τίμημα από διάθεση περιουσιακού
στοιχείου να αποδεικνύει με επίσημα στοιχεία ότι αυτός είναι ο κύριος του
περιουσιακού στοιχείου, καθώς και το τίμημα της πώλησης του στοιχείου αυτού.
δ) Εισαγωγή
συναλλάγματος που δεν είναι υποχρεωτικά εκχωρητέο στην Τράπεζα της Ελλάδος,
εφόσον δικαιολογείται η απόκτησή του στην αλλοδαπή. Για τα ποσά που
εισάγονται, απαιτείται πρωτότυπο παραστατικό που εκδίδει η τράπεζα με το οποίο
θα μπορεί να εξακριβωθεί ότι ο φορολογούμενος είναι ο δικαιούχος του
εισαγόμενου χρηματικού κεφαλαίου, το ύψος του εισαγόμενου ποσού, το νόμισμα, η
ευρωποίηση του και η χώρα προέλευσης. Όταν ως δικαιούχος του ποσού που
εισάγεται εμφανίζεται άλλο πρόσωπο από τον αγοραστή του συναλλάγματος, η
βεβαίωση εισαγωγής χρηματικών κεφαλαίων από την αλλοδαπή μπορεί να
χρησιμοποιηθεί μόνο από τον δικαιούχο του ποσού. Αν η εισαγωγή χρηματικών
κεφαλαίων γίνει χωρίς ευρωποίηση μπορεί να ευρωποιηθεί μεταγενέστερα και να
περιληφθεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του έτους κατά το οποίο έγινε η
ευρωποίηση. Όλα τα παραπάνω εφαρμόζονται ανάλογα και για χρηματικά κεφάλαια σε
ευρώ.
Επίσης, όταν πρόκειται για κάλυψη δαπάνης απόκτησης
περιουσιακού στοιχείου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 32, (Δαπάνες
απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), πρέπει να αποδεικνύεται ότι η εισαγωγή
χρηματικών κεφαλαίων και η ευρωποίησή τους, αν είναι σε ξένο νόμισμα, έγινε
πριν από την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης.
Επισημαίνεται ότι το
Μοναδικό Δελτίο εισαγόμενων μετρητών και αξιών που εκδίδεται από το Τμήμα
Ασφαλείας αερολιμένων - τελωνείων της ΕΛΑΣ δεν αποτελεί πλέον αποδεικτικό
στοιχείο εισαγωγής χρηματικών κεφαλαίων στην Ελλάδα για κάλυψη δαπανών. Για τη
δικαιολόγηση της απόκτησης των εισαγόμενων χρηματικών κεφαλαίων από το
εξωτερικό απαιτούνται επίσημα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η απόκτησή
τους, όπως π.χ. η βεβαίωση της αρμόδιας φορολογικής αρχής της αλλοδαπής,
αντίγραφα φορολογικών δηλώσεων που είχαν υποβληθεί κ.τ.λ.
Δεν απαιτείται η δικαιολόγηση της
απόκτησης χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό για τα πρόσωπα:
i.
που είναι
φορολογικοί κάτοικοι άλλου κράτους,
ii.
που είχαν
διαμείνει τουλάχιστον επί τρία (3) χρόνια στην αλλοδαπή και η εισαγωγή
χρηματικών κεφαλαίων από το εξωτερικό γίνεται μέσα σε 2 χρόνια από τη
μετοικεσία τους,
iii.
που είχαν
διαμείνει πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή χρόνια στην αλλοδαπή και τα επικαλούμενα
χρηματικά κεφάλαια από το εξωτερικό προέρχονται από καταθέσεις στο όνομά τους ή
στο όνομα του άλλου συζύγου σε τραπεζικό λογαριασμό ανοιγμένο σε χώρα της
Ε.Ε./ΕΟΧ ή σε υποκατάστημα Ελληνικής τράπεζας στο εξωτερικό κατά το χρόνο που
διέμεναν στην αλλοδαπή ή από καταθέσεις τους μέσα σε 1 χρόνο από τη μετοικεσία
τους στην Ελλάδα χωρίς τα χρηματικά κεφάλαια αυτά να έχουν επανεξαχθεί στην
αλλοδαπή. Η προϋπόθεση της μη επανεξαγωγής των εισαγόμενων χρηματικών κεφαλαίων
από το εξωτερικό δεν απαιτείται για το ποσό εκείνο των εισαγόμενων χρηματικών
κεφαλαίων που έχει επανεξαχθεί στην αλλοδαπή για την απόκτηση περιουσιακού
στοιχείου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 32 εφόσον η δαπάνη για την
απόκτηση αυτού του στοιχείου έχει ληφθεί υπόψη κατά την εφαρμογή των άρθρων 32
ή 34 (δηλαδή έχει ληφθεί υπόψη προκειμένου να κριθεί εάν θα φορολογηθεί με βάση
τη συνολική τεκμαρτή δαπάνη).
Επισημαίνεται ότι διευκρινίσεις σχετικά με ειδικότερα θέματα
της περίπτωσης αυτής έχουν δοθεί με τις ΠΟΛ.1106/14.4.2014 ( Προϋποθέσεις
δικαιολόγησης εισοδήματος από μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών) και
ΠΟΛ.1228/15.10.2014 (Παροχή πρόσθετων οδηγιών στο πλαίσιο χειρισμού των
υποθέσεων φορολογουμένων που αποστέλλουν εμβάσματα στο εξωτερικό κατά τα έτη
2009-2011) οι οποίες δεν θίγονται.
ε) Δάνεια τα οποία έχουν ληφθεί και
αποδεικνύονται με έγγραφα στοιχεία ότι φέρουν βέβαιη χρονολογία. Απαιτείται
συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό έγγραφο με βέβαιη χρονολογία, που να
αποδεικνύει τη σύναψη δανείου και την καταβολή των χρηματικών ποσών που καταβλήθηκαν
το κρίσιμο φορολογικό έτος. Σύμβαση δανείου που έχει καταρτιστεί στο εξωτερικό,
απαιτείται επίσημη μετάφρασή της στα ελληνικά. Επίσης, απαιτείται βεβαίωση
εισαγωγής συναλλάγματος για τα εν λόγω ποσά και πιστοποιητικό ευρωποίησης αν
είναι σε ξένο νόμισμα.
Προσοχή: Όταν πρόκειται για κάλυψη δαπάνης απόκτησης
περιουσιακού στοιχείου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 32 (Δαπάνες
απόκτησης περιουσιακών στοιχείων), πρέπει να αποδεικνύεται ότι το δάνειο
λήφθηκε πριν από την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης.
Αν η σύναψη δανείου προκύπτει από λογιστικά βιβλία, τότε
απαιτείται σχετική βεβαίωση από την επιχείρηση.
στ) Δωρεά
χρηματικών ποσών ή γονική παροχή χρημάτων για τις οποίες η οικεία
φορολογική δήλωση (δωρεάς ή γονικής παροχής) έχει υποβληθεί μέχρι τη λήξη του
έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σχετική δαπάνη.
Προσοχή και εδώ ισχύει ότι για την κάλυψη Δαπάνες
απόκτησης περιουσιακών στοιχείων πρέπει να αποδεικνύεται ότι η δωρεά έγινε πριν
από την πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης.
Ακόμη μην ξεχνάμε ότι η δωρεά χρημάτων έχει αυτοτελή φόρο ,
ανάλογα με τον βαθμός συγγένειας που υπάρχει μεταξύ του «παρέχοντος» την δωρεά
και τον/την « προς ον η παροχής»
Ποιο συγκεκριμένα :
·
Η
γονική παροχή χρηματικών ποσών φορολογείται αυτοτελώς και είναι αφορολόγητη
μέχρι του ποσού των 800.000 ευρώ και για την γονική παροχή και για δωρεοδόχους
που υπάγονται στην Α΄ κατηγορία,
·
Είκοσι
τοις εκατό (20%) για δωρεοδόχους που υπάγονται στη Β΄ κατηγορία και
·
Σαράντα τοις εκατό (40%) για δωρεοδόχους που
υπάγονται στην Γ΄ κατηγορία.»
Στην Α
κατηγορία εντάσσονται:
1.
Ο/η
σύζυγος ή το πρόσωπο με το οποίο ο δωρητής έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, κατά
τις διατάξεις του ν. 3719/2008 (εφόσον η συμβίωση είχε διάρκεια τουλάχιστον δύο
ετών) ή του ν. 4356/2015,
2.
τα
τέκνα,
3.
οι
εγγονοί και
4.
οι
γονείς του δωρητή.
ζ) Ανάλωση
κεφαλαίου που αποδεδειγμένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούμενα έτη ή νόμιμα
είχε απαλλαγεί από το φόρο.
Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό κάθε χρόνο, του κεφαλαίου
που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος, από τα πραγματικά εισοδήματα που
έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα έχουν απαλλαγεί της φορολογίας καθώς και από τα
χρηματικά ποσά που ορίζονται στις περιπτώσεις β', γ' , δ' , ε', και στ' του
παρόντος άρθρου, δηλαδή καθώς και από οποιαδήποτε άλλο ποσό το οποίο
αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα
άρθρα 31 (Αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες) και 32 (Δαπάνες απόκτησης
περιουσιακών στοιχείων) του ΚΦΕ (Ν.4172/2014) , ανεξάρτητα αν απαλλάσσονται της
εφαρμογής των άρθρων αυτών. Σημειώνουμε ότι δεν υπάγονται οι επιχορηγήσεις που
λαμβάνει ο φορολογούμενος λόγω υπαγωγής σε αναπτυξιακό νόμο για πραγματοποίηση
επενδύσεων.
Κατά ρητή διατύπωση του νόμου, τα αρνητικά εισοδήματα
(ζημίες) πρέπει να συμψηφίζονται με τα θετικά και η αφαίρεση των δαπανών που
προσδιορίζονται στα άρθρα 31 και 32 πρέπει να γίνεται έστω και αν ο
φορολογούμενος εξαιρείται από αυτά (π.χ. ανάπηρος για τη δαπάνη επιβατικού
αυτοκινήτου, που απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορίας, αγορά επιβατικού
αυτοκινήτου Ι.Χ., ειδικά διασκευασμένου από πρόσωπο με κινητική αναπηρία άνω
του 67%).
Διευκρινίζεται ότι τα έτη για τα οποία γίνεται επίκληση με
σκοπό την ανάλωση θα πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φθάνουν μέχρι το
προηγούμενο του κρινόμενου έτους. Το θετικό αλγεβρικό άθροισμα των ετών αυτών
θα αποτελέσει το συνολικό κεφάλαιο που σχηματίστηκε αυτά τα έτη. Αν σε κάποιο
έτος ο προσδιορισμός του εισοδήματος πραγματοποιηθεί με βάση την τεκμαρτή
δαπάνη τότε θεωρείται ότι δεν απομένει κεφάλαιο προς επίκληση για το έτος αυτό
(θεωρείται μηδενικό) και δεν επηρεάζει αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων
ετών. Αν όμως σε κάποιο έτος προκύψει αρνητικό υπόλοιπο και υπάρχει απαλλαγή
από τις αντικειμενικές δαπάνες των άρθρων 31 και 32 του Κ.Φ.Ε. τότε το έτος
αυτό επηρεάζει αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων ετών.
Κάλυψη τεκμηρίων μεταξύ συζύγων
Αν και οι δύο σύζυγοι έχουν τεκμαρτή δαπάνη, η οποία
συνολικά και για τους δύο συζύγους υπερβαίνει το φορολογούμενο εισόδημα, στην
περίπτωση που η συνολική δαπάνη του ενός συζύγου είναι μεγαλύτερη από το
εισόδημα που δηλώθηκε από αυτόν και τα εξαρτώμενα μέλη του και η διαφορά που
προκύπτει δεν καλύπτεται με τα ποσά της παραγράφου 2 του άρθρου 34 (σ.σ. όσα
αναφέραμε παραπάνω), που δηλώνονται από τον ίδιο σύζυγο, τότε η διαφορά αυτή ή
το υπόλοιπο αυτής μπορεί να καλυφθεί με τα ποσά της ίδιας παραγράφου 2 του άλλου
συζύγου.
Όταν και στους δύο συζύγους η διαφορά δεν καλύπτεται, τότε
για τον καθένα σύζυγο λαμβάνεται υπόψη η διαφορά που προκύπτει από τις δαπάνες
του.
Οικονομολόγος - φοροτεχνικός, Α' Αντιπρόεδρος του
Ινστιτούτου Οικονομικών & Φορολογικών Μελετών (Ι.Ο.ΦΟ.Μ), Σύμβουλος
Διοίκησης της PROSVASIS AEBE και συγγραφέας.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Voice (Finance &
Markets Voice) , την Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2024.