Δεν υπάρχουν περιθώρια παροχών τονίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού
Προειδοποίηση να μην υποκύψει σε πολιτικές πιέσεις για παροχές μετά την έξοδο από το μνημόνιο απηύθυνε χθες το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, μέσω της δημοσιοποίησης της έκθεσης για το β΄ τρίμηνο, ενώ και ο ίδιος ο συντονιστής του, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, τόνισε ότι τα μηνύματα που θα σταλούν αμέσως μετά την 20ή Αυγούστου θα είναι κρίσιμα.
Οπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Κουτεντάκης, αν φανεί ότι αλλάζει κατεύθυνση η οικονομική πολιτική θα δημιουργηθεί πρόβλημα. «Θα είσαι στο στόχαστρο των αγορών, θα σε κοιτούν με καχυποψία, η οικονομική πολιτική πρέπει να είναι συντηρητική και προσεκτική», είπε. Στην έκθεση του Γραφείου σημειώνεται ότι «θα πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο οι κίνδυνοι που προέρχονται από τις πολιτικές πιέσεις που θα ασκηθούν για περισσότερο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική και επιβράδυνση εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων μετά το τέλος του προγράμματος».
Πάντως, η επεξεργασία των στοιχείων του προϋπολογισμού από το Γραφείο δείχνει ότι πιθανότατα θα υπάρξει και φέτος υπερπλεόνασμα, κάτι που αφήνει περιθώρια να εξετασθεί από την κυβέρνηση ένας νέος κύκλος παροχών. Συγκεκριμένα, το πρωτογενές πλεόνασμα του πρώτου εξαμήνου είναι κατά 613 εκατ. ευρώ υψηλότερο από το αντίστοιχο του 2017. Δεδομένου ότι το 2017 ο προϋπολογισμός έκλεισε με πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% του ΑΕΠ, μπορεί να εκτιμήσει κανείς με σχετική ασφάλεια ότι και το φετινό αποτέλεσμα θα ξεπερνά τον στόχο του 3,56% του ΑΕΠ και άρα θα υπάρξουν δημοσιονομικά περιθώρια για το «κοινωνικό μέρισμα» που σχεδιάζει να δώσει η κυβέρνηση, σύμφωνα με πληροφορίες. Ωστόσο, το Γραφείο Προϋπολογισμού συνιστά συγκράτηση.
«Η εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνει μια σχετικά σταθερή υπέρβαση σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Με δεδομένο ότι το περσινό αποτέλεσμα ήταν κοντά στο 4% του ΑΕΠ, τα μέχρι τώρα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της επίτευξης του στόχου για το 2018. Ωστόσο η υπέρβαση αυτή δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη και η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να παραμείνει προσεκτική κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους (με δεδομένο μάλιστα ότι ο φετινός στόχος είναι διπλάσιος του περσινού)», αναφέρει.
Σε ό,τι αφορά το επίμαχο θέμα της μείωσης ή μη των συντάξεων, ο κ. Κουτεντάκης κράτησε αποστάσεις. Περιορίστηκε να σημειώσει ότι δημοσιονομικά δεν είναι απαραίτητη, αλλά παρατήρησε ότι πολιτικά έχει συμφωνηθεί και είναι νομοθετημένο μέτρο.
Σε ό,τι αφορά την έξοδο στις αγορές, ο κ. Κουτεντάκης τόνισε ότι «δεν χρειάζεται βιασύνη» και άλλωστε «δεν έχουμε άμεση ανάγκη», ενώ στο ίδιο πνεύμα η έκθεση αναφέρει ότι «οι όποιες κινήσεις εξόδου στις αγορές, θα πρέπει να είναι καλοσχεδιασμένες και προσεκτικές».
Για το χρέος, η έκθεση του Γραφείου χαρακτηρίζει σημαντική τη συμφωνία που επιτεύχθη στο Eurogroup της 22ας Ιουνίου. Σημειώνει, ωστόσο, ότι αυτή εμπεριέχει ένα στοιχείο αβεβαιότητας όσον αφορά τη διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητάς του, καθώς αναφέρει ότι θα ληφθούν πρόσθετα μέτρα εφόσον χρειασθούν μετά το 2032. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα, αναφέρει το Γραφείο, η έκθεση του ΔΝΤ χαρακτηρίζει το χρέος βιώσιμο μέχρι το 2038. Ο κ. Κουτεντάκης σημείωσε ότι «αν το ΔΝΤ εκφράζει επιφυλάξεις, οι αγορές το καταγράφουν».
Κατά την άποψη του κ. Κουτεντάκη, μακροπρόθεσμα, κρίσιμη θα είναι η πορεία του εξωτερικού τομέα, καθώς πρέπει να εξασφαλισθεί ότι η αύξηση των εισαγωγών θα καλύπτεται από την αύξηση των εξαγωγών. Κρίσιμη μεταβλητή είναι και η παραγωγικότητα της εργασίας, που έχει μειωθεί δραματικά στην περίοδο της κρίσης, λόγω μείωσης του κεφαλαιακού αποθέματος, αλλά και της ειδικευμένης εργασίας, εξαιτίας του brain drain, όπως εξήγησε ο κ. Κουτεντάκης. Μακροπρόθεσμα, σημείωσε, δεν είναι βιώσιμο ένα σενάριο συνεχούς μείωσης της παραγωγικότητας με τους μισθούς να συμπιέζονται. Πάντως, για το θέμα της αύξησης του κατώτατου μισθού, η άποψή του είναι ότι «οι μισθοί πρέπει να αυξάνονται όσο η παραγωγικότητα».
Η έκθεση κάνει ειδική αναφορά στα πρόσφατα καταστροφικά γεγονότα στην Αττική (πλημμύρες στη Μάνδρα και πυρκαγιές στην Αττική), για να τονίσει ότι «υποδηλώνουν την ύπαρξη αδυναμιών του κρατικού μηχανισμού», ενώ τονίζει ότι «πολλά από αυτά τα προβλήματα οφείλονται και στις χρόνιες παθογένειες του ελληνικού κράτους», όπως η έλλειψη εθνικού κτηματολογίου και κατάλληλου χωροταξικού σχεδιασμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου