ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΜΟΛΙΣ ΤΟ 20% ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
«Ασφυξία» για την πρωτοβάθμια περίθαλψη
Της Ελένης Πετροπούλου
Σε «φτωχό συγγενή» του συστήματος Υγείας έχει μετατραπεί η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, στην οποία κατευθύνεται μόλις το 20% των δαπανών Υγείας, όταν σε όλες τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ αντιστοιχεί τουλάχιστον το 31%! Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα μόλις ένα στα πέντε ευρώ που δαπανώνται για την Υγεία αφορούν τις υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Η υποχρηματοδότηση έχει οδηγήσει σε δραματικές ελλείψεις υλικών και ήδη οι Μονάδες Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης δεν μπορούν να προμηθευτούν το στοιχειώδες υγειονομικό και φαρμακευτικό υλικό (γάντια, βαμβάκι, γάζες, σύριγγες, φάρμακα, βενζίνη για τα οχήματα κ.ά.). Μάλιστα, όπως καταγγέλλει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), οι μονάδες «συντηρούνται με εράνους και δωρεές ή οικονομική ενίσχυση και χορήγηση υλικών που προσφέρουν οι ΟΤΑ Α’ και β’ βαθμού»! Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, οι Μονάδες Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης στενάζουν και από τις ελλείψεις προσωπικού:
Στις Υγειονομικές Μονάδες πρώην Πολυϊατρεία του ΕΟΠΥΥ από τους 5.500 ιατρούς που υπηρετούσαν, σήμερα υπηρετούν 2.000. Από τις 390 μονάδες που λειτουργούσαν σήμερα λειτουργούν 200.
Σε 29 δήμους όλης της χώρας δεν υπάρχουν ειδικευμένοι ιατροί στο Δημόσιο Σύστημα Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης (Κέντρα Υγείας, Πολυϊατρεία, συμβεβλημένοι Ιατροί με τον ΕΟΠΥΥ).
Σε 140 δήμους δεν υπάρχει Καρδιολόγος,
Σε 110 δήμους δεν υπάρχει γυναικολόγος και 70 δήμοι έμειναν χωρίς Παιδίατρο.
Δραματική είναι η κατάσταση και στα Κέντρα Υγείας. Στα 209 Κέντρα Υγείας που λειτουργούν (εκ των οποίων 9 μόνο στα χαρτιά), υπηρετούν 3.000 ιατροί στις 7.000 οργανικές θέσεις, εκ των οποίων οι 2.000 είναι αγροτικοί ιατροί. Το ποσοστό κάλυψης ειδικευμένων ιατρών είναι 20% και των αγροτικών ιατρών 80%. Στα Κέντρα Υγείας της χώρας υπηρετούν 3.500 επαγγελματίες υγείας (πλην ιατρών) στις 10.000 οργανικές θέσεις. Ποσοστό κάλυψης 35%.
Ενδεικτικά στην 5η ΥΠΕ Θεσσαλίας - Στερεάς Ελλάδας: στα Κέντρα Υγείας Θεσσαλίας στις 566 οργανικές θέσεις ιατρών υπηρετούν 284, εκ των οποίων οι 225 είναι αγροτικοί ιατροί. Στις 726 οργανικές θέσεις Επαγγελματιών Υγείας (πλην Ιατρών) υπηρετούν 302. Στα Κέντρα Υγείας Στερεάς Ελλάδας στις 535 οργανικές θέσεις ιατρών υπηρετούν 253, εκ των οποίων οι 198 είναι αγροτικοί ιατροί. Στις 673 οργανικές θέσεις Επαγγελματιών Υγείας (πλην Ιατρών) υπηρετούν 269. Η κατάσταση είναι ίδια με τη στελέχωση σε όλα τα Κέντρα Υγείας της χώρας.
Τα παραπάνω στοιχεία έδωσε χθες στη δημοσιότητα η ΠΟΕΔΗΝ με αφορμή τη συμπλήρωση των 31 ετών από τη δημιουργία του πρώτου Κέντρου Υγείας στην Ελλάδα. Η Ομοσπονδία κατηγορεί την κυβέρνηση ότι έχει εγκαταλείψει πλήρως την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, ενώ προβλέπει ότι και φέτος τα Κέντρα Υγείας και οι μονάδες του ΠΕΔΥ θα αντιμετωπίσουν προβλήματα στην κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών, αφού η κρατική επιχορήγηση για τα 209 Κέντρα Υγείας και τις 200 μονάδες (πρώην ιατρεία ΕΟΠΥΥ), παραμένει για το 2016 στα 373 εκατομμύρια ευρώ, το ίδιο δηλαδή ποσό με πέρυσι, που ωστόσο οι μονάδες εξυπηρετήθηκαν σε υλικά και φάρμακα από τα νοσοκομεία.
Καταγγέλλει επίσης ότι στους υφιστάμενους Οργανισμούς των Κέντρων Υγείας δεν περιλαμβάνονται Οργανικές Μονάδες Ευθύνης επιπέδου Διεύθυνσης (πλην του Διευθυντή Ιατρού), Υποδιευθύνσεων και Τμημάτων παρότι είναι Αυτοτελείς Οργανισμοί με πολλές οργανικές θέσεις, υψηλό προϋπολογισμό και συντελούν σημαντικό κοινωνικό έργο.
Σημειώνεται ότι σήμερα στο Σύστημα Πρωτοβάθμιας Περίθαλψης υπηρετούν περίπου 12.000 υπάλληλοι όλων των ειδικοτήτων.
ΤτΕ: Καταρρέουν οι δείκτες υγείας των Ελλήνων
Ανησυχητικά στοιχεία σε έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τις επιπτώσεις της κρίσης
Ανησυχητικά στοιχεία σε έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τις επιπτώσεις της κρίσης
«Καταρρέουν» και οι δείκτες υγείας των Ελλήνων! Ειδικότερα, σοβαρά προβλήματα υγείας ακόμη και στα Ελληνόπουλα περιγράφει παράρτημα στην ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας. Σύμφωνα με την έκθεση, «αν και απαιτούνται αρκετά χρόνια ώστε να αποκαλυφθούν οι πλήρεις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην υγεία του πληθυσμού, στην Ελλάδα αρκετοί δείκτες υγείας έχουν αρχίσει να επιδεινώνονται».
Ειδικότερα, σε έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφεται σημαντική αύξηση (κατά 24,2%) στον πληθυσμό ηλικίας 15 ετών και άνω (15+) που δηλώνει ότι πάσχει από κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση (τα περιστατικά χρόνιας νοσηρότητας αυξήθηκαν από 39,7% το 2009 σε 49,3% το 2014). Επιπρόσθετα, την περίοδο της κρίσης αυξήθηκε το ποσοστό του πληθυσμού (15+) που περιόρισε τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας από 22,8% το 2009 σε 29,8% το 2014. Αξιοσημείωτο είναι το εύρημα ότι η σωματική υγεία των παιδιών έχει επηρεαστεί αρνητικά από την οικονομική κρίση.
Όπως αναφέρεται, το ποσοστό των γεννήσεων παιδιών χαμηλού βάρους (κάτω από 2,5 κιλά) στην Ελλάδα έχει αυξηθεί κατά 19% την περίοδο 2008-2010, γεγονός που συνδέεται με μακροχρόνιες αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία και την ανάπτυξη των παιδιών. Επιπρόσθετα, η παιδική θνησιμότητα αυξήθηκε από 2,65 το 2008 σε 3,75 το 2014. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται αφενός στην αύξηση κατά περίπου 10% των θανάτων βρεφών κάτω του ενός έτους και αφετέρου στην υποχώρηση των γεννήσεων κατά 22,1% την προαναφερθείσα περίοδο.
Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν 92.149 γεννήσεις το 2014, έναντι 118.302 το 2008 (που ήταν η υψηλότερη τιμή της περιόδου 1985-2014). Τέλος, οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην ψυχική υγεία του πληθυσμού είναι σημαντικές και εμφανείς. Ενδεικτικά, καταγράφεται ραγδαία αύξηση της μείζονος κατάθλιψης από 3,3% το 2008 σε 6,8% το 2009, 8,2% το 2011 και 12,3% το 2013. Όπως αποτυπώνεται στα στοιχεία της έρευνας υγείας της ΕΛΣΤΑΤ, το 2014, το 4,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι είχε κατάθλιψη, έναντι 2,6% το 2009.
Η έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής έρχεται να καταδείξει τη μεγάλη ζήτηση των υπηρεσιών Υγείας από τον πληθυσμό. Σύμφωνα με την έρευνα, το 2014 έξι στους δέκα Ελληνες επισκέφθηκαν ή συμβουλεύθηκαν γιατρό γενικής ιατρικής ή παθολόγο, το 46,5% γιατρό άλλης ειδικότητας ή χειρουργό και το 47,4% οδοντίατρο ή ορθοδοντικό.
Το 2014, καθυστέρησε να λάβει ή δεν έλαβε καθόλου την αναγκαία ιατρονοσηλευτική φροντίδα λόγω μεγάλης λίστας αναμονής το 12,9% του πληθυσμού, λόγω μεγάλης απόστασης ή προβλημάτων στη μεταφορά το 6% και λόγω έλλειψης ειδικοτήτων γιατρών και επαγγελματιών υγείας το 9,4%. Το 13,6% δήλωσε ότι δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να λάβει ιατρική φροντίδα, και το 11,3% να αγοράσει φάρμακα που είχαν συσταθεί από γιατρό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου