Του ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΚΥΡΙΤΣΗ
Με τόκους θα φορτώνει η εφορία όσους θελήσουν να υπαχθούν σε ρύθμιση για τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους. Κι όσο περισσότερες θα είναι οι δόσεις που θα ζητήσει ο οφειλέτης για να αποπληρώσει τα χρέη του τόσο περισσότεροι θα είναι και οι τόκοι που θα κληθεί να καταβάλει στο ελληνικό δημόσιο. Η νέα ρύθμιση χρεών θα έχει μόνιμο χαρακτήρα καθώς θα αποτελέσει τμήμα του νέου Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων ο οποίος οδεύει προς αναθεώρηση. Στη ρύθμιση θα μπορούν να ενταχθούν μόνο όσοι είναι σε θέση να αποδείξουν ότι βρίσκονται σε οικονομική αδυναμία, κάτι για το οποίο θα αποφασίζει ο έφορος και υπό την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης προσκομίσει σειρά δικαιολογητικών.
Το μοντέλο της «έντοκης ρύθμισης χρεών» -το οποίο κινείται στα πρότυπα που ακολουθούν οι τράπεζες για να ρυθμίσουν τις οφειλές από καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια- έχει ήδη επεξεργαστεί ο νέος γενικός γραμματέας φορολογικών εσόδων Χάρης Θεοχάρης και, σύμφωνα με ανώτατους παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, μπορεί να εξασφαλίσει και την έγκριση της τρόικας. Και αυτό διότι η κυβέρνηση θα προβάλει το επιχείρημα ότι δεν πρόκειται για «χαριστική ρύθμιση» αλλά για μια διευκόλυνση η οποία μάλιστα θα παρέχεται επιλεκτικά μόνο στους οικονομικά ασθενέστερους. Η χαριστική ρύθμιση οφειλών απαγορεύεται διά… μνημονίου (σ.σ.: έχουμε αναλάβει υποχρέωση να μην υπάρξει χαριστική διάταξη καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος).
Το θέμα θα εξεταστεί αναλυτικά στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής για τη φορολογική μεταρρύθμιση και η σχετική νομοθετική διάταξη θα ενταχθεί στον νέο νόμο φορολογικών διαδικασιών. Σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν συγκεντρώσει οι «6μέρες», τα βασικά χαρακτηριστικά της νέας ρύθμισης που προωθείται θα είναι τα εξής:
1.Θα θεσπιστούν ισχυρά κίνητρα για την εφάπαξ αποπληρωμή του χρέους. Ισχυρότερο κίνητρο θα είναι η διαγραφή μεγάλου μέρους ή ακόμη και του συνόλου των προσαυξήσεων.
2.Το επιτόκιο με το οποίο θα φορτώνονται όσοι επιλέξουν το σύστημα των δόσεων θα είναι χαμηλότερο από το επιτόκιο με το οποίο υπολογίζονται οι προσαυξήσεις σε όσους δεν εντάσσονται σε ρύθμιση (σ.σ.: σήμερα είναι 1% μηνιαίως για οφειλές από φόρο εισοδήματος και φτάνει μέχρι και το 3%, αν και μελετάται η θέσπιση ενός ενιαίου συντελεστή προσαυξήσεων ανεξάρτητα από την προέλευση της οφειλής). Ετσι, το ποσοστό της μηνιαίας προσαύξησης εκτιμάται ότι θα είναι χαμηλότερο της τάξεως του 0,5-0,7% αν και ακόμη δεν έχει ανοίξει συζήτηση για ποσοστά.
3.Το κίνητρο για τους οφειλέτες του Δημοσίου προκειμένου να ενταχθούν στη ρύθμιση θα είναι ότι θα διακόπτονται τα αναγκαστικά μέτρα -εφόσον, βέβαια, πληρώνονται κανονικά οι δόσεις στην ώρα τους- κάτι που σημαίνει ότι ο οφειλέτης δεν θα απειλείται με κατάσχεση μισθού, τραπεζικής κατάθεσης ή ακόμη και ακίνητης περιουσίας. Φυσικά, κίνητρο θα αποτελεί το γεγονός ότι θα τοκίζεται για το χρέος του με χαμηλότερο ποσοστό από αυτό που προβλέπεται για τα ληξιπρόθεσμα χρέη.
Στη ρύθμιση θα εντάσσεται κάποιος μόνο εφόσον μπορεί να αποδείξει οικονομική αδυναμία. Τον τελικό λόγο θα έχει ο έφορος, αν και στον νόμο θα συμπεριληφθούν τα δικαιολογητικά που θα πρέπει να προσκομίσει κάποιος (π.χ. να αποδεικνύει ότι τα εισοδήματα δεν επαρκούν για καταβολή υψηλότερων δόσεων, ότι δεν υπάρχουν καταθέσεις στις τράπεζες κ.λπ.). Θεωρητικά, αυτό ανοίγει παράθυρο «συνδιαλλαγής» ανάμεσα στον έφορο και στον οφειλέτη. Για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει να θέσει συγκεκριμένους στόχους στους εφόρους.
Ο στόχος τους θα έχει να κάνει όχι με το πόσους οφειλέτες θα εντάξει στη ρύθμιση αλλά με το ποσό που θα καταφέρει να συγκεντρώσει. Μάλιστα, εξετάζεται ο έφορος να συγκεντρώνει περισσότερα… μόρια στην περίπτωση που οι οφειλέτες της εφορίας του θα πληρώνουν και άλλες δόσεις πέραν της πρώτης. Και αυτό διότι παρατηρείται το φαινόμενο, ο οφειλέτης να εντάσσεται στη ρύθμιση, να πληρώνει μόνο την πρώτη δόση προκειμένου να πάρει φορολογική ενημερότητα και στη συνέχεια να εξαφανίζεται.
Για όσους θα υπάγονται σε ρύθμιση χρεών αλλά θα χάνουν τη ρύθμιση επειδή δεν θα πληρώνουν τις δόσεις, η ευκαιρία επανένταξης θα δίδεται υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Για να δοθεί δεύτερη ευκαιρία, ο οφειλέτης θα πρέπει να προπληρώνει ένα σημαντικό μέρος της συνολικής οφειλής που του έχει απομείνει (π.χ. το 15%) ενώ η χορήγηση της τρίτης ευκαιρίας θα προϋποθέτει την προπληρωμή ακόμη μεγαλύτερου ποσοστού του συνολικού χρέους.
Ημ.δημοσίευσης: Σάββατο 16-2-13
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου