Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2018

Απασχολούμενοι σε γεωργικές εργασίες. Ισχύει γι’ αυτούς η εργατική νομοθεσία; (πρόσληψη, υπερωρίες, άδεια κλπ)

Απασχολούμενοι σε γεωργικές εργασίες. Ισχύει γι’ αυτούς η εργατική νομοθεσία; (πρόσληψη, υπερωρίες, άδεια κλπ)

15/10/2018
farner.jpg?fit=849%2C497&ssl=1
Σύμφωνα με το υπ’ αρ. 30160/ 681 / 01 -08 -2016, έγγραφο του υπουργείου εργασίας,
Α. Κατά τα κριθέντα εκ της νομολογίας των δικαστηρίων, έχει γίνει δεκτό ότι άμεσες γεωργικές εργασίες είναι εκείνες που συμβάλλουν ευθέως στην παραγωγή γεωργικών ή κτηνοτροφικών προϊόντων, όπως η καλλιέργεια της γης, η ανάπτυξη ζώων, η επιτήρηση των καλλιεργουμένων, η φύλαξη των προϊόντων και των ζώων, σε κάθε περίπτωση δε, έως την ολοκλήρωση της παραγωγικής διαδικασίας, η οποία στις καλλιέργειες συμπίπτει με την συγκομιδή (Α.Π. 794/1995, Α.Π. 72/1975, Α.Π. 614/1966).
Οι κατά την ανωτέρω έννοια απασχολούμενοι στις άμεσες γεωργικές εργασίες, καθώς εμφαίνεται από τις συνδυασμένες διατάξεις του αρ. 42 παρ. 3 του Ν. 3239/55 έτσι όπως τροποποιήθηκε με το αρ. 10 παρ. 12 του Ν. 3755/57 καθώς και τις αποφάσεις των δικαστηρίων, εξαιρούντο από ένα μέρος της εργατικής νομοθεσίας. (π.χ. χρονικά όρια εργασίας) Εφ. Αθηνών 13529/1988, Εφ. Θεσ/νίκης 1127/1990, κ.λ.π.).
Β. Το παραπάνω εξαιρετικό νομοθετικό καθεστώς σε σχέση με τους όρους εργασίας των αμέσως, στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων απασχολουμένων μισθωτών, μετέβαλε ο Ν.1876/90. Οι διατάξεις του νόμου αυτού, επεξέτειναν από την 8-5-1990 τους κανονιστικούς όρους της εκάστοτε Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και στους αμέσως εργαζόμενους στη γεωργία.
Ως εκ τούτου είναι δυνατόν, να εφαρμόζονται για τους εργαζόμενους στη γεωργία οι διατάξεις για τους ελάχιστους όρους εργασίας, όπως είναι τα χρονικά όρια εργασίας, συνεκτιμώντας και το γεγονός ότι δεν έχουν υπογραφεί ακόμη κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές Συλλ. Συμβάσεις Εργασίας.
Επισημαίνεται ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι ρυθμίσεις των ΕΓΣΣΕ έχουν άμεση εφαρμογή και επί των σχέσεων εργασίας που γεννήθηκαν υπό το προγενέστερο του Ν. 1876/90 νομικό καθεστώς (Α.Π. 794/95).
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, τα χρονικά όρια εργασίας των γεωργικών μισθωτών -έως ότου συναφθούν κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας- διέπονται από το άρ. 6 εδ. α΄ της από 14.2.1984 ΕΓΣΣΕ, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με την 11770/20/20.2.1984 απόφαση του Υπουργού Εργασίας (ΦΕΚ Β’, 81), κατά το οποίο “Η διάρκεια της εβδομαδιαίας εργασίας των εργαζομένων που απασχολούνται σε οποιοδήποτε εργοδότη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου όλης της χώρας, ορίζεται σε 40 ώρες..»(Εφ. Αθηνών 4604/2006, Ολ ΑΠ 36/2007, ΑΠ 1322/2008).
Εξ άλλου σύμφωνα με την οικεία νομολογία, οι ανωτέρω εργαζόμενοι υπάγονται στις σχετικές διατάξεις περί υπερεργασίας και υπερωριακής απασχόλησης τηρώντας τις προϋποθέσεις που ορίζονται νομίμως ( ΕΓΣΣΕ 14.2.1984, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρ.1 του Ν.3385/2005 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει), ( βλ. ΑΠ 131/2015, Ολ ΑΠ 36/2007 ).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Β.Δ. 748/66, κατά τις Κυριακές και τις οριζόμενες στο άρθρο 4 αργίες, υπό την επιφύλαξη των διακρίσεων του σχετικού Β.Δ./τος, απαγορεύεται κάθε βιομηχανική, βιοτεχνική, εμπορική εργασία και πάσα επαγγελματική εν γένει δραστηριότης. Εξ άλλου με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 προβλέπεται ότι το Δ/μα αυτό δεν εφαρμόζεται: «α) επί γεωργικών, κτηνοτροφικών, θηρευτικών και αλιευτικών επιχειρήσεων, εκμεταλλεύσεων και εργασιών εν γένει, πλήν των μισθωτών των κατά κύριαν απασχόλησιν παρεχόντων την εργασίαν των εις εργαστήρια, γραφεία ή καταστήματα τούτων»….
Οι ίδιοι εργαζόμενοι, εφ’ όσον προσφέρουν εργασία κατά τις Κυριακές και εορτές, δικαιούνται να λάβουν την προσαύξηση την οποία καθορίζουν η 8900/46 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και το άρθρο 1 της 25825/51 αποφάσεως των ιδίων Υπουργών. Η ρύθμιση αυτή διατηρήθηκε και μετά την ισχύ του ν. 1876/1990, γιατί το σχετικό θέμα δεν έχει διευθετηθεί κατά ευνοϊκότερο τρόπο από την έκδοση κάποιας μεταγενέστερης συλλογικής συμβάσεως εργασίας (Ολομ. Α.Π. 36/2007., Εφ. Αθ. 4604/2006, ΑΠ 794/1995).
Γ. Αναφορικά με την ετήσια άδεια και τις αποδοχές αδείας, ο Ν. 539/45, ο οποίος αποτελεί το θεμελιώδες νομοθέτημα για την χορήγηση της άδειας αυτής και ειδικότερα σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 539/1945, δεν εμπεριείχε στο πεδίο εφαρμογής του τους απασχολουμένους αμέσως εις την γεωργία, εφ’ όσον δεν έχει εκδοθεί ακόμη διάταγμα που να επεκτείνει τις διατάξεις του στους οικείους εργαζόμενους. Μεταγενέστερα, με την διάταξη του άρθρου 7 του Π.Δ. 88/1999 (Α΄ 94), προβλέφθηκε ότι στους εργαζόμενους μετά από συνεχή απασχόληση τουλάχιστον 12 μηνών παρέχεται ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών τεσσάρων εβδομάδων τουλάχιστον, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω Π.Δ. καθορίζεται από τις παραγράφους 3, 4 και 5 του άρθρου 1 όπως αυτές αντικαταστάθηκαν και συμπληρώθηκαν από τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 του Π.Δ. 76/2005 (Α΄ 117), σε συνδυασμό με την παρ.3 του άρ.1 του Π.Δ. 17/1996.
Οι σχετικές ρυθμίσεις δεν εξαιρούν από το πεδίο εφαρμογής τους εργαζόμενους σε γεωργικές εργασίες, αντιθέτως, περιλαμβάνουν ρητώς αυτούς ( βλ. παρ.3 του άρ.1 του Π.Δ. 17/1996), στις διατάξεις των Διαταγμάτων αυτών και ως εκ τούτου και στην διάταξη περί χορήγησης ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών. Επιπλέον τα σχετικά Δ/τα αποτελούν υπερεθνικό δίκαιο και κατισχύουν οποιασδήποτε δυσμενέστερης διάταξης, δεδομένου ότι ενσωμάτωσαν σχετικές Οδηγίες της Ευρ. Ένωσης. ( άρ.28 του Συντάγματος).
Εξ άλλου κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 539/1945 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 229), όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 13 του Ν. 3227/2004 (Φ.Ε.Κ. Α΄31) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 3302/2004 (ΦΕΚ 267/ Α’/28-12-2004), καθώς επίσης και με την αρ. πρωτ. 3392/01-03-2005 εγκύκλιο του Υπουργού Απασχόλησης, κάθε μισθωτός ο οποίος συνδέεται με σύμβαση εξαρτημένης σχέσης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούται να λάβει ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής του σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ.16 του αρ.3 του Ν.4504/1966, οι μισθωτοί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οποιονδήποτε εργοδότη δικαιούνται κατ’ έτος και επιδόματος αδείας ίσου προς το σύνολο των αποδοχών αδείας αναπαύσεως, υπό τον περιορισμό ότι το επίδομα αυτό δεν δύναται να υπερβαίνει τις αποδοχές ενός 15νθημέρου για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και των 13 εργάσιμων ημερών για όσους μισθωτούς αμείβονται με ημερομίσθιο. Το ως άνω επίδομα καταβάλλεται μαζί με τις αποδοχές αδείας του μισθωτού.
Δ. Εξ άλλου όπως έχει κριθεί από τη νομολογία, οι γεωργικοί εργάτες που δεν παρέχουν την εργασία τους με ελεύθερη επιλογή και με ίδια αυτών ευθύνη για τον κίνδυνο που προέρχεται από την χρησιμοποίηση της εργασίας τους, αλλά σύμφωνα με τις οδηγίες, διαταγές, κατευθύνσεις του εργοδότη και την επίβλεψη του τελευταίου, ο οποίος καθορίζει τον τόπο, το χρόνο και τον τρόπο παροχής της εργασίας τους και υπάρχει προσωπική (νομική) εξάρτηση, όπως και οικονομική εξάρτηση των εργαζόμενων από τον εργοδότη, συνδέονται με τον τελευταίο με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
Η ένδικη διαφορά κατά την κρίση του Δικαστηρίου, που προέρχεται από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπάγεται στην ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών των άρθρων 664-676 ΑΚ, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν εφαρμόζεται στο σύνολό της η εργατική νομοθεσία αλλά σε κάποια ζητήματα μόνο ο Αστικός Κώδικας και ανεξάρτητα από το νομικό χαρακτηρισμό που προσδίδουν οι συμβαλλόμενοι στην έννομη σχέση τους, αφού είναι γνωστό ότι όλες οι διαφορές που πηγάζουν από τη σχέση εξαρτημένης εργασίας των γεωργικών εργατών υπάγονται αποκλειστικά στην εργατική διαδικασία, εφόσον δεν γίνεται διάκριση από το άρθρο 663 ΚπολΔ (Πολ. Πρωτ. Βέροιας 149/1992).
Εν κατακλείδι, την ύπαρξη εξαρτημένης εργασίας κρίνει το δικαστήριο, εκτιμώντας το σύνολο των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης κάθε φορά περίπτωσης, χωρίς να δεσμεύεται απ` το χαρακτηρισμό που έδωσαν σ` αυτή οι διάδικοι. (Στ. Γ. Βλαστός, Επίτομο Ατομικό Εργατικό Δίκαιο, 2001, σ.σ. 61-63, Εφ. Αθ. 6937/1989, Α.Π. 539/1992, Α.Π. 1356/1992, Μ. Πρ. Ροδ.126/1989).
Ευνόητο είναι ότι οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας ισχύουν σε κάθε περίπτωση απασχολουμένων με εξαρτημένη σχέση εργασίας.
Ε. Πέραν των άλλων, επισημαίνεται ότι, ο τρόπος αποτύπωσης της αμοιβής και ασφάλισης των εργατών γης με τη διαδικασία έκδοσης και εξαργύρωσης της ειδικής επιταγής «Εργόσημο», ρυθμίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 74 του Ν. 4144/2013 «Αντιμετώπιση της παραβατικότητας στην Κοινωνική Ασφάλιση και στην αγορά εργασίας και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας» (ΦΕΚ 88 Α΄), με τις οποίες αντικαθίστανται τα άρθρα 20 και 21 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115 Α΄), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους από την παρ. 8 του άρθρου 76 του ν. 3996/2011 (ΦΕΚ 170 Α΄). Οι διατάξεις αυτές ανήκουν στις καθ’ ύλην αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Σε κάθε περίπτωση δε, οι σχετικές ρυθμίσεις περί εργοσήμου δεν καταργούν υφιστάμενες ρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας.
Τέλος, σύμφωνα με τη αριθ. πρωτ. 40090/Δ1.14024/19-7-2018 απόφαση της υπουργού εργασίας, κάθε εργοδότης που απασχολεί εργαζόμενο με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να υποβάλει ηλεκτρονικά, στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», τα έντυπα Ε3 έως Ε10.
Ερώτημα του ergasiaka-gr: Σε ποιο βαθμό είναι εφαρμόσιμα τα παραπάνω; Μήπως θα πρέπει να υπάρξουν ειδικές διατάξεις – ρυθμίσεις, προσαρμοσμένες στην πραγματικότητα;
Μανώλης Αμαργιωτάκης
Σύμβουλος Εργασιακών Σχέσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια: