Από την ελληνική νομοθεσία, προκύπτει ότι ο εργαζόμενος υποχρεούται να εκπληρώσει την παροχή του, δηλαδή να προσφέρει την εργασία του και στη συνέχεια, ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει το μισθό. Απαραίτητη προϋπόθεση επομένως, για την γέννηση της υποχρέωσης του εργοδότη για καταβολή μισθού, είναι η παροχή από τον εργαζόμενο της εργασίας του, διότι ο μισθός ορίζεται ως αντάλλαγμα της παραχθείσας εργασίας. Πρόκειται για τον κανόνα «χωρίς εργασία κανένας μισθός», ο οποίος αποτελεί εκδήλωση του ανταλλακτικού χαρακτήρα της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας.
Εντούτοις, ενόψει της σημασίας που έχει για τον εργαζόμενο ο μισθός ως μέσο βιοπορισμού και της ανάγκης ιδιαίτερης προστασίας του, υπάρχουν αρκετές εξαιρέσεις από τον παραπάνω κανόνα, περιπτώσεις δηλαδή που οφείλεται ο μισθός, μολονότι δεν παρέχεται εργασία. Ειδικότερα, ο εργοδότης οφείλει στον εργαζόμενο μισθό στις εξής περιπτώσεις :
Α) Όταν είναι υπερήμερος ως προς την αποδοχή εργασίας από τον εργαζόμενο. Αυτό συμβαίνει π.χ. στην περίπτωση της άκυρης απόλυσης και της, συνεπεία αυτής, μη αποδοχής εκ μέρους του εργοδότη της προσφερόμενης εργασίας του εργαζομένου. Ο εργαζόμενος, έχει τότε το δικαίωμα να αξιώσει τις αποδοχές που θα ελάμβανε, αν ο εργαζόταν κανονικά και ο εργοδότης αποδεχόταν τις υπηρεσίες του.
Β) Όταν η αδυναμία αποδοχής της εργασίας, οφείλεται σε λόγους που αφορούν τον ίδιο κι όχι λόγους ανωτέρας βίας. Η αξίωση στο μισθό δηλαδή διατηρείται, ακριβώς επειδή οι λόγοι για την μη παροχή εργασίας από τον εργαζόμενο, βρίσκονται στη σφαίρα κινδύνου του εργοδότη. Τέτοιο λόγοι είναι η βλάβη των μηχανημάτων, η έλλειψη πρώτων υλών κτλ.
Γ) Όταν η αποχή του εργαζόμενου από την εργασία του οφείλεται σε σπουδαίο λόγο. Ο σπουδαίος λόγος, προκειμένου να δικαιούται ο εργαζόμενος το μισθό του, δεν θα πρέπει να οφείλεται σε υπαιτιότητα του, π.χ. ασθένεια. Επίσης, απαραίτητη προϋπόθεση είναι, πριν την αδυναμία παροχής της εργασίας του για σπουδαίο λόγο, να έχει συμπληρώσει 10 ημέρες πραγματικής εργασίας.
Δ) Κατά τη διάρκεια άδειας αναψυχής του εργαζομένου. Η κανονική άδεια του εργαζομένου είναι άδεια μετ’ αποδοχών και κατά τη διάρκειά της, ο εργαζόμενος λαμβάνει από τον εργοδότη τις αποδοχές που θα ελάμβανε, όπως αν απασχολούνταν και παρείχε την εργασία του ως συνήθως.
Ε) Κατά τη διάρκεια διαθεσιμότητας, οπότε ο εργαζόμενος δεν παρέχει την εργασία του. Λαμβάνει ωστόσο, το ήμισυ του μέσου όρου των τακτικών αποδοχών του των δύο τελευταίων μηνών με καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα, διατηρεί το δικαίωμα απασχόλησης σε άλλον εργοδότη, (κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας), χωρίς αυτό να συνεπάγεται τον συμψηφισμό των αποδοχών διαθεσιμότητας με τις αποδοχές που ο εργαζόμενος εισέπραξε από άλλη απασχόληση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου