Δευτέρα 7 Μαΐου 2018

Ποια είναι τα επόμενα βήματα των 4 συστημικών τραπεζών Stress tests: Χωρίς άμεσες ανάγκες πρόσθετων κεφαλαίων - Βελτιώνονται οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας

Ποια είναι τα επόμενα βήματα των 4 συστημικών τραπεζών

Stress tests: Χωρίς άμεσες ανάγκες πρόσθετων κεφαλαίων - Βελτιώνονται οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας 
Δευτέρα, 07 Μαΐου 2018 09:36
 
UPD:09:37
Από την έντυπη έκδοση 
Της Ειρήνης Σακελλάρη
esak@naftemporiki.gr
H επόμενη μέρα των stress tests βρίσκει τις τράπεζες ανακουφισμένες αλλά και την κυβέρνηση να έχει κλείσει ένα από τα ανοιχτά κεφάλαια που την οδηγούν στο τέλος της διαπραγμάτευσης και στην έξοδο από τα μνημόνια.
Από τα αποτελέσματα της άσκησης οι τράπεζες αναδεικνύονται χωρίς άμεσες ανάγκες πρόσθετων κεφαλαίων, αφού οι ελάχιστοι δείκτες των εποπτικών τους κεφαλαίων όπως αυτοί ορίζονται στο δυσμενές σενάριο, κινήθηκαν από 5,90% μέχρι 9,69%. 
Μεταξύ του βασικού και του δυσμενούς σεναρίου οι τράπεζες παρουσιάζουν μία διαφορά στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας η οποία μετριέται κατά μέσο όρο σε 9 ποσοστιαίες μονάδες βάσης.
Οι παραδοχές που έγιναν κατά τη διάρκεια της άσκησης για την πορεία της οικονομίας και συγκεκριμένα ως προς την πορεία του ΑΕΠ της χώρας καθιστούν κατανοητό γιατί προκύπτουν διαφορετικές κεφαλαιακές ανάγκες στο βασικό και στο δυσμενές σενάριο για τα τέσσερα συστημικά πιστωτικά ιδρύματα. Οι παραδοχές λοιπόν αυτές προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ 2,4% το 2018, 2,5% το 2019 και 2,5% το 2020 στο βασικό σενάριο και ύφεση 1,3%, 2,1% το 2018 και 2019 και ανάπτυξη 0,2% το 2020 στο δυσμενές σενάριο. Αυτές οι διαφορές για τις τράπεζες μεταφράζονται σε ένα μαξιλάρι κεφαλαίων ύψους 15,5 δισ. ευρώ προκειμένου να καλυφθούν τυχόν ανάγκες του δυσμενούς σεναρίου που θα προκύψουν σε περίπτωση ύφεσης της οικονομίας από τη δημιουργία νέων NPL’s, από τη μείωση κερδοφορίας κ.λπ.
Έτσι λοιπόν ο δείκτης CET 1 το 2020, στο δυσμενές σενάριο, διαμορφώνεται σε 9,69% για την Alpha Bank, ΑΛΦΑ-0,58% 6,75% για τη Eurobank, 6,92% για την Εθνική και 5,90% για την Πειραιώς, ενώ στο βασικό οι δείκτες διαμορφώνονται αντιστοίχως στο 20,37% για την Alpha Bank, 16,56% για τη Eurobank, 15,99% για την Εθνική και 14,52% για την Πειραιώς.
Από τη στιγμή που έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα, οι τράπεζες Alpha, Eurobank και Εθνική, απελευθερωμένες από τις δεσμεύσεις σημείωσαν στις ανακοινώσεις τους πως με βάση την ενημέρωση που είχαν από τον SSM, δεν προέκυψε στο πλαίσιο της άσκησης κεφαλαιακό έλλειμμα, ούτε ανάγκη κατάρτισης και υποβολής σχεδίου κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Σε ό,τι αφορά την Τράπεζα Πειραιώς, ΠΕΙΡ-1,53% αυτή ανακοίνωσε πως υλοποιεί ήδη σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης. Με αυτόν τον τρόπο η τράπεζα θα συνεχίζει να υπερτερεί των κεφαλαιακών απαιτήσεων και θα μειώσει τους κινδύνους που ανακύπτουν από τον ισολογισμό της.
H αγορά είχε εκφράσει ανοιχτά την εκτίμηση για τις πολύ καλύτερες επιδόσεις της Αlpha και της Εθνικής και μερικώς δικαιώθηκε. Βεβαίως, σε ό,τι αφορά την Εθνική Τράπεζα, ΕΤΕ-1,48% τα πράγματα θα είχαν εξελιχθεί ακόμη καλύτερα αν είχε ολοκληρωθεί η πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής. Υπενθυμίζεται, άλλωστε, πως παραμονή της ανακοίνωσης των stress tests παραιτήθηκε ο CEO της τράπεζας Λεωνίδας Φραγκιαδάκης.
Η Eurobank, από την πλευρά της, εμφανίζει τη μικρότερη επίπτωση υπό το δυσμενές σενάριο, ενώ δεν προσμετρήθηκε η πώληση της Bancpost, θυγατρικής της τράπεζας στη Ρουμανία που θα ενίσχυε τον σχετικό δείκτη με 40 μονάδες βάσης, καθώς τούτη ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2018. Όμως θα προσμετρηθεί στο SREP (Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης). 
Η Πειραιώς, με τον CET I να διαμορφώνεται στο 5,9% υπό το δυσμενές σενάριο, έχει συμφωνήσει με τον SSM τις περαιτέρω δράσεις περικοπής στα κόστη και πωλήσεις μη τραπεζικών στοιχείων ενεργητικού αλλά και θυγατρικών στο εξωτερικό.
Η άσκηση δεν έθετε στις ελληνικές τράπεζες όριο στην επιτυχία ή την αποτυχία του test.
Tα αποτελέσματα της άσκησης πρόκειται να ενσωματωθούν στο πλαίσιο των συμπερασμάτων του ελέγχου SREP που διενεργούν στις τράπεζες οι εποπτικές αρχές. Προκειμένου να διασφαλίζονται ίσοι όροι ανταγωνισμού είναι καίριας σημασίας να εφαρμόζεται ένα κοινό μέτρο σύγκρισης για όλες τις τράπεζες. 
Η διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP) παρέχει στους επόπτες ένα εναρμονισμένο σύνολο εργαλείων για την εξέταση του προφίλ κινδύνου κάθε τράπεζας από τέσσερις διαφορετικές οπτικές γωνίες: 1. Το επιχειρηματικό μοντέλο /Έχει η τράπεζα βιώσιμη επιχειρηματική στρατηγική; 2. Τη διακυβέρνηση και τους κινδύνους/ Είναι τα διοικητικά όργανα κατάλληλα και αντιμετωπίζονται οι κίνδυνοι σωστά; 3. Το κεφάλαιο/ Διαθέτει η τράπεζα επαρκή αποθέματα κεφαλαίου ώστε να απορροφά τις ζημίες; 4. Τη ρευστότητα/ Μπορεί η τράπεζα να καλύψει βραχυπρόθεσμες ταμειακές ανάγκες;
Το SREP είναι μία δυναμική διαδικασία που αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέσα στον Οκτώβριο. Τότε λοιπόν και με βάση τις παραπάνω παραμέτρους οι εποπτικές αρχές θα λάβουν κατά περίπτωση την απόφαση για το αν κάποια τράπεζα πέραν των δράσεων πρέπει να προχωρήσει και σε αύξηση κεφαλαίου.
Προσδοκίες
Παρά το γεγονός πως οι επιμέρους «αποχρώσεις» των stress tests μπορεί να είναι διαφορετικές, υπάρχουν κάποια σημαντικά δεδομένα που αλλάζουν προς το θετικότερο τις προσδοκίες για την ελληνική οικονομία.
Τα δεδομένα αυτά μπορούν να συνοψιστούν:
  • Στη λήξη μιας σημαντικής εκκρεμότητας για τη χώρα που επιτρέπει στη μεν κυβέρνηση να διαπραγματευτεί το πέρας του μνημονίου, στις δε τράπεζες αλλά και στην ίδια τη χώρα, τους δίνεται πλέον η δυνατότητα να απευθυνθούν για δανεισμό στις αγορές. Ας σημειωθεί πως οι τράπεζες ετοιμάζουν ήδη υβριδικές εκδόσεις στις δράσεις τους.
  • Στην απελευθέρωση πόρων -οι «FT» τους προσδιορίζουν σε 20 δισ. ευρώ- που διακρατούντο για ενδεχόμενες κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών, ενώ τώρα θα αποτελέσουν είτε κεφαλαιακό μαξιλάρι για άλλες χρήσεις είτε θα αποπληρώσουν κομμάτι δανειακών υποχρεώσεων της χώρας.
Οι ίδιες οι τράπεζες στις ανακοινώσεις τους αναφέρονται στις επιδόσεις τους και στον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν τις επιδόσεις αυτές την επόμενη μέρα.
Επικεντρώνεται στον στόχο μείωσης των NPLs η Alpha Bank
Σε ανακοίνωσή της η τράπεζα επισημαίνει πως ολοκλήρωσε με επιτυχία την Άσκηση Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων 2018. 
Η άσκηση πραγματοποιήθηκε υπό το βασικό και το δυσμενές σενάριο μακροοικονομικών παραδοχών, με χρονικό ορίζοντα τριών ετών (2018-2020) και σημείο αναφοράς τον ισολογισμό της 31 Δεκεμβρίου 2017, αναμορφωμένο για την επίδραση της εφαρμογής του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 9 (IFRS 9). 
Το αποτέλεσμα προσδιορίστηκε σε όρους του Δείκτη Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1). 
Στο πλαίσιο της άσκησης, δεν εφαρμόστηκε κανένα ελάχιστο όριο ή όριο κεφαλαίων. Υπό το βασικό σενάριο, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) διαμορφώθηκε σε 20,4% για το έτος 2020 μετά τη σταδιακή ενσωμάτωση της επίδρασης από την εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου IFRS 9, ενισχυμένος κατά 212 μονάδες βάσης, κυρίως ως αποτέλεσμα της υψηλής κερδοφορίας προ προβλέψεων σύμφωνα με τις παραδοχές του βασικού σεναρίου. 
Υπό το δυσμενές σενάριο, ο ελάχιστος Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) ανήλθε σε 9,7% για το έτος 2020 μετά τη σταδιακή ενσωμάτωση της επίδρασης από την εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου IFRS 9, μειωμένος κατά 856 μονάδες βάσης, κυρίως ως αποτέλεσμα της αρνητικής επίπτωσης του πιστωτικού κινδύνου που οφείλεται στο μακροοικονομικό περιβάλλον, καθώς και στη μεθοδολογία που εφαρμόστηκε. 
Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του SSM, το αποτέλεσμα, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, αξιολογήθηκε από το Εποπτικό του Συμβούλιο και διαπιστώθηκε η μη ύπαρξη κεφαλαιακού ελλείμματος, επομένως δεν προκύπτουν κεφαλαιακές ανάγκες ως αποτέλεσμα της άσκησης.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank Δημήτριος Π. Μαντζούνης δήλωσε: «Η εξαιρετική επίδοση στην Άσκηση Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων επιβεβαιώνει την ισχυρή κεφαλαιακή βάση της Alpha Bank και την ικανότητά μας να επιτυγχάνουμε τους στρατηγικούς στόχους μας. H κεφαλαιακή θέση της τράπεζας, η υψηλότερη μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, μας επιτρέπει να εφαρμόσουμε το σχέδιό μας για τη μείωση των Μη Εξυπηρετουμένων Ανοιγμάτων και να συμβάλουμε στην ανάκαμψη της οικονομίας, ενισχύοντας περαιτέρω την ανάπτυξη των ελληνικών επιχειρήσεων».
Εθνική: Μελλοντικές κεφαλαιακές ενέργειες
Ολοκληρώθηκε η διενέργεια άσκησης προσομοίωσης από την ΕΚΤ για την περίοδο 2018-20, με ενσωμάτωση για πρώτη φορά του λογιστικού προτύπου IFRS9, αναφέρει στην ανακοίνωσή της η Εθνική Τράπεζα.
Σύμφωνα με τη μεθοδολογία της EBA, τόσο το βασικό όσο και το δυσμενές σενάριο διενεργήθηκαν σε στατικό ισολογισμό της 31.12.17, περιλαμβανομένης της επίπτωσης από την εφαρμογή του IFRS9. Συνεπώς, η επίδραση μελλοντικών κεφαλαιακών ενεργειών, όπως η πώληση θυγατρικών, δεν λήφθηκε υπ’ όψιν.
Η ΕΤΕ ενημερώθηκε ότι το αποτέλεσμα της άσκησης, καθώς και άλλοι παράγοντες εκτιμήθηκαν από το Supervisory Board του SSM. Κατόπιν τούτων, δεν προκύπτει κεφαλαιακό έλλειμμα ή ανάγκη κατάρτισης πλάνου κεφαλαιακής ενίσχυσης ως αποτέλεσμα της άσκησης.
Η άσκηση του 2018 διενεργήθηκε κάτω από σημαντικά αυστηρότερες παραδοχές σε σχέση με αυτή του 2015, έχοντας ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη κεφαλαιακή απομείωση στο δυσμενές σενάριο.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, η επίδραση του δυσμενούς σεναρίου της άσκησης ανήλθε σε 9,6 ποσοστιαίες μονάδες, με τον δείκτη των Κύριων Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων (CET1) να μειώνεται σε 6,9% το 2020, συμπεριλαμβανομένης της επίδρασης του IFRS9 μετά την 01.01.2018 (-70 μ.β.) καθώς και της επίδρασης της Βασιλείας (CRDIV -20 μ.β.). Κάτω από το βασικό σενάριο, ο δείκτης των Κύριων Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων μειώνεται κατά 50 μ.β., φθάνοντας στο 16% το 2020, συμπεριλαμβανομένης της επίδρασης από IFRS9 (-70 μ.β.) και CRDIV (-20 μ.β.).
Στη χρηματοδότηση της οικονομίας εστιάζει η Eurobank
Στην επιτυχή ολοκλήρωση της Άσκησης Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναφέρεται και η Eurobank στην ανακοίνωσή της. Βάσει της ενημέρωσης που έλαβε η τράπεζα από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, το αποτέλεσμα της άσκησης συνεξετάστηκε με άλλους παράγοντες από το Εποπτικό του Συμβούλιο και από την άσκηση δεν προέκυψε κεφαλαιακό έλλειμμα, ούτε ανάγκη υποβολής σχεδίου κεφαλαιακής ενίσχυσης.
Στο δυσμενές σενάριο, ο δείκτης συνολικής κεφαλαιακής επάρκειας (CAD), συμπεριλαμβανομένων των ομολόγων Tier 2 εκδόσεως Ιανουαρίου 2018, είναι 9,5% και ο δείκτης βασικών ιδίων κεφαλαίων (CET1) 6,8%. 
Και οι δύο δείκτες θα ήταν περίπου 40 μ.β. υψηλότεροι, στο 9,9% και το 7,2% αντίστοιχα, εάν είχε συνυπολογιστεί η θετική επίδραση από την πώληση της ρουμανικής θυγατρικής Bancpost, η οποία ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2018. Η απομείωση κεφαλαίου ήταν 3,4 δισ. ευρώ (8,7 ποσοστιαίες μονάδες).
Στο βασικό σενάριο, η τράπεζα ενισχύει την κεφαλαιακή της βάση με τους δείκτες CAD και CET1 να ανέρχονται σε 19,3% και 16,6% αντίστοιχα. Και σε αυτό το σενάριο, οι δύο δείκτες θα ήταν περίπου 40 μ.β. υψηλότεροι, συνυπολογιζόμενης της επίδρασης από την πώληση της Bancpost.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Φωκίων Καραβίας δήλωσε: «Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι με την επίδοση της τράπεζας στο stress test. Η άσκηση της ΕΚΤ επιβεβαιώνει ότι, παρά τις αυστηρές υποθέσεις του δυσμενούς σεναρίου, η Eurobank παραμένει ανθεκτική σε αρνητικούς εξωγενείς παράγοντες. Το αποτέλεσμα των stress tests έρχεται μετά από μια πολυετή περίοδο αναταραχής στον ελληνικό τραπεζικό τομέα. Τα συνολικά κεφάλαια της Eurobank, από τα υψηλότερα στον κλάδο, και η συνολική ισχυρή της επίδοση μας επιτρέπουν να εστιάσουμε στην αποδοτική εφαρμογή του επιχειρησιακού μας σχεδιασμού. Έχουμε δύο άξονες προτεραιότητας: Πρώτον, την αποτελεσματική διαχείριση και την ταχεία μείωση του αποθέματος μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, με βάση τους στόχους που έχουμε θέσει. Δεύτερον, τη χρηματοδότηση των πελατών μας, νοικοκυριών και επιχειρήσεων, και της οικονομίας στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες όπου έχουμε δραστηριότητα».
Πειραιώς: Σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης
Η Τράπεζα Πειραιώς αναφέρει στην ανακοίνωσή της πως η άσκηση πραγματοποιήθηκε με σημείο αναφοράς τα μεγέθη του ισολογισμού της 31.12.2017, με προσομοίωση ακραίων καταστάσεων υπό τις παραδοχές «βασικού» και «δυσμενούς» σεναρίου.
Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι για την Τράπεζα Πειραιώς στο τέλος του 2020, ο μεταβατικός Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (Transitional Common Equity Tier 1 CET-1) υπό το «βασικό» σενάριο διαμορφώνεται σε 14,5%, ενώ υπό το «δυσμενές» σενάριο σε 5,9%. 
Η μεθοδολογία του stress test βασίζεται στην παραδοχή στατικού ισολογισμού και δεν λαμβάνει υπ’ όψιν οποιεσδήποτε προγραμματισμένες ή εν εξελίξει ενέργειες, σημειώνει η τράπεζα.
H Τράπεζα Πειραιώς υλοποιεί Σχέδιο Κεφαλαιακής Ενίσχυσης, προκειμένου να διασφαλίσει ότι συνεχίζει να υπερτερεί των κεφαλαιακών απαιτήσεων και με σκοπό να επιταχύνει τη διαδικασία μείωσης των κινδύνων του ισολογισμού και τη στρατηγική απομόχλευσης των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων. 
Η Τράπεζα Πειραιώς εξακολουθεί να επικεντρώνεται στην εφαρμογή του στρατηγικού της σχεδίου «Ατζέντα 2020», με στόχο την εξομάλυνση του ισολογισμού της μέσω στοχευμένων πρωτοβουλιών, καθώς και την αποκατάσταση της κερδοφορίας της.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου δήλωσε: «Τα αποτελέσματα του stress test που διενήργησε η ΕΚΤ επιβεβαιώνουν ότι οι συνθήκες αγοράς στην Ελλάδα βελτιώνονται αισθητά, ακόμη και κάτω από τις συντηρητικές υποθέσεις που εφαρμόζονται σε μια τόσο απαιτητική εποπτική άσκηση. Παραμένουμε δεσμευμένοι στην υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου “Ατζέντα 2020” για την περαιτέρω ενίσχυση της χρηματοοικονομικής θέσης της Τράπεζας Πειραιώς, καθώς και τη στήριξη της συνεχιζόμενης οικονομικής ανάκαμψης της χώρας».   

Τι γράφουν τα ξένα μέσα για τα αποτελέσματα των stress tests

Σάββατο, 05 Μαΐου 2018 18:09
 
UPD:18:12
EUROKINISSI/ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Τα αποτελέσματα των stress tests των ελληνικών τραπεζών φιγουράρουν ψηλά στην ξένη ειδησεογραφία, με θετικές αναφορές για την πρόοδο, που έχει γίνει στην ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης, αλλά και επισημάνσεις για τις προκλήσεις, που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ο ελληνικός τραπεζικός τομέας. 
Το θέμα είναι δεύτερο στην ηλεκτρονική έκδοση της Wall Street Journal, η οποία επισημαίνει ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας εξασφάλισαν «καθαρό λογαριασμό» από τις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές. Η κορυφαία αμερικανική οικονομική εφημερίδα κάνει λόγο για ένα σημαντικό βήμα προς την ολοκλήρωση της οχταετούς περιόδου της χώρας σε καθεστώς μνημονίου. 
Στο ίδιο μήκος κύματος και το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg επισημαίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες βγήκαν αλώβητες από τη διαδικασία. «Η εξέλιξη αφαιρεί μία έγνοια από τους Ευρωπαίους, καθώς σχεδιάζουν το τέλος του ελληνικού προγράμματος τον Αύγουστο» αναφέρει, ενώ υπογραμμίζει ότι τα θετικά αποτελέσματα σημαίνουν ότι τα 20 δισ. ευρώ, που είχαν μπει στην άκρη για τη στήριξη του τραπεζικού τομέα, μπορούν τώρα να απελευθερωθούν για άλλους σκοπούς.
Στο δυσμενές σενάριο εστιάζει από την πλευρά του το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters,σημειώνοντας πως σε αυτό οι τέσσερις τράπεζες θα έχαναν περί τα 15,5 δισ. ευρώ από το κεφάλαιό τους έως το 2020. Υπενθυμίζει δε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές από το 2010, αλλά εξακολουθούν να βαρύνονται με κόκκινα δάνεια ύψους 96 δισ. ευρώ. Έχουν δεσμευθεί να το μειώσουν στα 65 δισ. ευρώ έως το 2019. 
Στο πιθανό πλήγμα των 15,5 δισ. ευρώ, σε περίπτωση μίας οικονομικής ύφεσης, εστιάζουν και οι Financial Times, αν και επισημαίνουν ότι αυτό δεν είναι το πιθανό σενάριο. 
H Aθήνα καλωσορίζει τα αποτελέσματα των τραπεζικών stress tests αναφέρει το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Xihnua και επισημαίνει ότι «τα αποτελέσματα του Σαββάτου έδειξαν ότι ύστερα από οχτώ χρόνια οξείας κρίσης, παρά τις δυσκολίες, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πια ανθεκτικό και δεν θα χρειαστεί ανακεφαλαιοποίηση. 

Πώς αποκωδικοποιεί ο SSM τα αποτελέσματα των stress tests για τις ελληνικές τράπεζες

Σάββατο, 05 Μαΐου 2018 12:37
 
UPD:15:03
Eurokinissi/
Τα αποτελέσματα των stress tests για τις ελληνικές τράπεζες αποκωδικοποιεί ο SSM μέσα από 10 ερωτήσεις απαντήσεις λύνοντας όλες τις απορίες για το τι ίσχυσε για τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα.
1. Οι ελληνικές τράπεζες συμμετέχουν στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) του 2018 σε επίπεδο ΕΕ. Γιατί τα αποτελέσματα για τις ελληνικές τράπεζες ανακοινώθηκαν νωρίτερα;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2018 για τις ελληνικές σημαντικές τράπεζες διενεργήθηκε με την ίδια ακριβώς προσέγγιση όπως αυτή που χρησιμοποιείται για τις επερχόμενες ασκήσεις της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ). Η μόνη διαφορά έγκειται στο χρονοδιάγραμμα, το οποίο ήταν συντομότερο προκειμένου τα αποτελέσματα να είναι έτοιμα πριν από την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για την Ελλάδα (20 Αυγούστου 2018). Η επίσπευση της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων της άσκησης διασφαλίζει ότι τυχόν μέτρα που θα κριθούν αναγκαία θα μπορούν να ληφθούν πριν από τη λήξη του προγράμματος του ΕΣΜ.
2. Ποιο ήταν το αντικείμενο αυτής της άσκησης; Διέφερε καθόλου η μεθοδολογία για τις ελληνικές τράπεζες από τη μεθοδολογία για τις άλλες τράπεζες;
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για τις ελληνικές σημαντικές τράπεζες είχε ως σκοπό να αξιολογηθεί η ανθεκτικότητά τους σε δυσμενείς εξελίξεις στις αγορές με βάση την υπόθεση για στατικούς ισολογισμούς. Οι παράγοντες κινδύνου που καλύπτει η άσκηση καθορίζονται στην ενότητα 1.3.10 της μεθοδολογίας της ΕΑΤ. Τέλος, η μεθοδολογία για τις ελληνικές τράπεζες ήταν ακριβώς ίδια με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τις άλλες τράπεζες που συμμετέχουν στην άσκηση της ΕΑΤ.
3. Ποια ήταν η καταληκτική ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων για τους σκοπούς της άσκησης;
Η ημερομηνία αναφοράς για την άσκηση που καλύπτει τις ελληνικές σημαντικές τράπεζες ήταν η 31η Δεκεμβρίου 2017. Επιπλέον, τα στοιχεία τέλους του 2017 επαναδιατυπώθηκαν προκειμένου να ληφθεί υπόψη η εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9). Λόγω της υπόθεσης για στατικούς ισολογισμούς, οι εκποιήσεις που δεν είχαν ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2017 δεν ελήφθησαν υπόψη στην άσκηση, έστω και αν είχαν ήδη συμφωνηθεί. Αυτό είχε ενδεχομένως ως αποτέλεσμα οι κεφαλαιακοί δείκτες να είναι χαμηλότεροι από ό,τι θα ήταν εάν είχαν ληφθεί υπόψη εκποιήσεις με θετική κεφαλαιακή επίδραση.
4. Γιατί η μείωση κεφαλαίου ήταν μεγαλύτερη στην άσκηση αυτή από ό,τι το 2015;
Οι διαφορές στη μείωση κεφαλαίου μεταξύ των ασκήσεων του 2018 και του 2015 μπορούν να αποδοθούν στους ακόλουθους βασικούς παράγοντες:
• διαφορές στη μεθοδολογία, ιδίως για τον πιστωτικό κίνδυνο (π.χ. η εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9),
• χρήση της προσέγγισης στατικών ισολογισμών το 2018 αντί της προσέγγισης δυναμικών ισολογισμών όπως το 2015,
• διαφορές στον χρονικό ορίζοντα της άσκησης (2,5 έτη το 2015 έναντι 3 ετών το 2018).
5. Τι σημαίνει η υπόθεση για στατικούς ισολογισμούς;
Ο στατικός ισολογισμός είναι μια τυπική υπόθεση που χρησιμοποιείται στις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μεθοδολογία της ΕΑΤ για τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων του 2018, ο στατικός ισολογισμός βασίζεται στην υπόθεση ότι:
• τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού που λήγουν εντός του χρονικού ορίζοντα της άσκησης αντικαθίστανται στην αρχή της άσκησης με παρόμοια χρηματοδοτικά μέσα ως προς το είδος, το νόμισμα, την πιστωτική ποιότητα στην ημερομηνία λήξης και την αρχική διάρκεια,
• τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ΜΕΑ) δεν υπόκεινται σε διευθέτηση ή ρύθμιση (π.χ. στοιχεία ενεργητικού του Σταδίου 3),
• δεν λαμβάνονται μέτρα για την κάλυψη κεφαλαίου μετά την ημερομηνία αναφοράς (31 Δεκεμβρίου 2017).
6. Τι θα συνέβαινε αν τα αποτελέσματα μιας τράπεζας ήταν κάτω από τον ανεπίσημο ελάχιστο δείκτη του 8% για το βασικό σενάριο ή του 5,5% για το δυσμενές σενάριο; Σε τι αύξηση κεφαλαίου θα έπρεπε να προβούν οι τράπεζες;
Με βάση την ίδια προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκε και στην προηγούμενη άσκηση του 2016 σε επίπεδο ΕΕ και σύμφωνα με την Ενότητα 1.3.6 της μεθοδολογίας της ΕΑΤ, για την άσκηση του 2018 δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας. Δεν προσδιορίστηκαν προκαθορισμένα κατώτατα όρια κεφαλαίου τα οποία θα προκαλούσαν την ανάγκη για ανακεφαλαιοποίηση. Η όποια απόφαση για ανακεφαλαιοποίηση θα ληφθεί κατά περίπτωση, αφού αξιολογηθεί η κατάσταση κάθε τράπεζας με βάση τα αποτελέσματα της άσκησης και τυχόν άλλες σχετικές εποπτικές πληροφορίες, σύμφωνα με μια συνολική προσέγγιση.
7. Γιατί δεν τέθηκε όριο επιτυχίας ή αποτυχίας; Πώς καθορίζει το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ την ανάγκη για αύξηση κεφαλαίου χωρίς προκαθορισμένο ελάχιστο δείκτη;
Σύμφωνα με την ΕΑΤ, για την άσκηση αυτή δεν έχει τεθεί ελάχιστο όριο επιτυχίας ή αποτυχίας· οι δε εποπτικές αρχές θα χρησιμοποιήσουν τα αποτελέσματα της άσκησης στη Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP). Το βασικό επίκεντρο της τρέχουσας άσκησης είναι κυρίως να επικαιροποιηθεί η αξιολόγηση της ανθεκτικότητας των τραπεζών σύμφωνα με ένα βασικό και ένα δυσμενές σενάριο. Βασιζόμενη στην ίδια προσέγγιση που είχε χρησιμοποιηθεί στην προηγούμενη άσκηση της ΕΑΤ το 2016, η τρέχουσα άσκηση δεν περιλαμβάνει ελάχιστα όρια δεικτών.
Η άσκηση του 2018 έχει ως σκοπό να αξιολογηθούν οι ευπάθειες και να γίνουν κατανοητές οι επιδράσεις που ασκεί στις τράπεζες η υπόθεση για δυσμενή οικονομική δυναμική και όχι να εντοπιστούν τυχόν υστερήσεις κεφαλαίου και να απαιτηθεί η άμεση λήψη μέτρων ανακεφαλαιοποίησης.
Προκειμένου να ληφθεί απόφαση από το Εποπτικό Συμβούλιο για ενδεχόμενη ανακεφαλαιοποίηση, λαμβάνονται υπόψη διάφοροι παράγοντες. Τυχόν ανακεφαλαιοποίηση θα αποφασιστεί κατά περίπτωση και προς τον σκοπό αυτό θα ληφθούν επίσης υπόψη τα αποτελέσματα της άσκησης σε συνδυασμό με άλλες σχετικές εποπτικές πληροφορίες, σύμφωνα με μια συνολική προσέγγιση. Είναι σημαντικό, εν προκειμένω, να τονιστεί ότι η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν αποτελεί πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων αλλά είναι μια άσκηση προληπτικού χαρακτήρα η οποία βασίζεται σε συγκεκριμένη μεθοδολογία και σε διάφορες υποθέσεις και σενάρια, με σκοπό να εξεταστεί η ικανότητα των τραπεζών να αντεπεξέρχονται σε ασθενέστερες οικονομικές συνθήκες. Η άσκηση έχει καίρια σημασία αλλά δεν αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα βάσει του οποίου αξιολογούνται πιθανές κεφαλαιακές ανάγκες. Η ίδια συνολική προσέγγιση θα χρησιμοποιηθεί για όλες τις συμμετέχουσες τράπεζες προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν αυθαίρετη αντιμετώπιση.
8. Ποιες είναι οι άλλες εποπτικές πληροφορίες τις οποίες εξετάζουν οι επόπτες;
Οι άλλες σχετικές εποπτικές πληροφορίες μπορεί να αφορούν, μεταξύ άλλων, παραμέτρους, αξιολογήσεις και στοιχεία συγκεκριμένα για κάθε ίδρυμα, όπως το προφίλ κινδύνου μιας τράπεζας, τα ευρήματα πιθανών επιθεωρήσεων (π.χ. επιτόπιες επιθεωρήσεις ή σχέδια βιωσιμότητας), τις ουσιώδεις αλλαγές που προέκυψαν μετά την καταληκτική ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων για τους σκοπούς της άσκησης και τα μέτρα που
έλαβε στο μεταξύ η τράπεζα για τον περιορισμό των κινδύνων. Εν ολίγοις, διατίθεται ένα ευρύ φάσμα εργαλείων τα οποία μπορούν να εφαρμοστούν κατά περίπτωση.
9. Πώς θα ενσωματωθούν τα αποτελέσματα της άσκησης στη Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (SREP);
Αν το Εποπτικό Συμβούλιο αποφασίσει ότι δεν προκύπτει ανάγκη για ανακεφαλαιοποίηση, τότε τα αποτελέσματα της άσκησης θα ληφθούν υπόψη στον ορισμό εποπτικών μέτρων και, ιδίως, θα χρησιμοποιηθούν ως παράμετροι για τον καθορισμό των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 (Pillar 2 Guidance – P2G), που εφαρμόζονται σε όλες τις τράπεζες υπό την εποπτεία της ΕΚΤ, σύμφωνα με τις κοινές διαδικασίες και μεθοδολογίες για τη SREP. Πιο συγκεκριμένα, τα ποσοτικά αποτελέσματα της άσκησης θα αξιολογηθούν με μη μηχανιστικό τρόπο, σε συνδυασμό με άλλες σχετικές εποπτικές πληροφορίες (αξιολογήσεις και στοιχεία συγκεκριμένα για κάθε τράπεζα, όπως το προφίλ κινδύνου της, τα πορίσματα επιθεωρήσεων, οι ουσιώδεις μεταβολές που προέκυψαν μετά την καταληκτική ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων για τους σκοπούς της άσκησης, τα μέτρα που έλαβε στο μεταξύ η τράπεζα για τον περιορισμό των κινδύνων). Εν συντομία, οι επόπτες διαθέτουν ένα ευρύ φάσμα εργαλείων που εφαρμόζονται κατά περίπτωση όταν αξιολογείται η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών και ιδίως η ικανότητά τους να πληρούν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων τους στη διάρκεια του οικονομικού κύκλου.
10. Οι ενέργειες που ανέλαβαν οι ελληνικές τράπεζες τους τελευταίους μήνες για τη βελτίωση των ισολογισμών τους είχαν ως αποτέλεσμα να σημειωθούν καλύτερες επιδόσεις στην άσκηση;
Επειδή η άσκηση στηρίχθηκε στην υπόθεση για στατικούς ισολογισμούς, οι εκποιήσεις που δεν είχαν ολοκληρωθεί πριν από την τελική ημερομηνία συμπερίληψης στοιχείων (31 Δεκεμβρίου 2017) δεν λήφθηκαν υπόψη στην άσκηση, έστω και αν αυτές είχαν ήδη συμφωνηθεί και οι αντίστοιχες απομειώσεις είχαν ήδη εγγραφεί το 2017. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι δείκτες κεφαλαίου να είναι χαμηλότεροι από ό,τι θα ήταν εάν είχαν ληφθεί υπόψη αυτές οι εκποιήσεις με θετική κεφαλαιακή επίδραση.

Πώς πήγαν οι ελληνικές τράπεζες στα stress tests

Σάββατο, 05 Μαΐου 2018 11:26
 
UPD:12:31
REUTERS/Ralph Orlowski
Της Ειρήνης Σακελλάρη
esak@naftemporiki.gr
Για τον Οκτώβριο μετατίθεται η πλήρης αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών που υπέστησαν τη βάσανο των stress tests νωρίτερα σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες κι αυτό διότι τον Αύγουστο λήγει το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας και προκειμένου να συμβεί αυτό, δεν θα έπρεπε να υπάρχει εκκρεμότητα σε σχέση με τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα.
Έτσι πολλά στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί υπόψη σχετικά με την πορεία των τραπεζών (πρόοδος στα κόκκινα δάνεια κλπ) δεν ελήφθησαν. Παρ' όλα αυτά, οι τράπεζες προβιβάστηκαν τόσο στο δυσμενές όσο και στο βασικό σενάριο. Η διαφορά μεταξύ των δύο αυτών σεναρίων κοστολογείται σε 15,5 δισ. ευρώ ή 9 μονάδες βάσης στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας  των τραπεζών. Το τεστ κατέγραψε πως τόσο σε ακραίες καταστάσεις όσο και σε κανονικές οι τράπεζες διαθέτουν την απαιτούμενη κεφαλαιακή επάρκεια.
Η ολοκληρωμένη εικόνα του Οκτωβρίου θα καταγράψει πιθανόν κάποιες κεφαλαιακές ανάγκες τις οποίες οι τράπεζες θα έχουν μπροστά τους μεγάλο χρονικό ορίζοντα να τις καλύψουν και όχι μόνον με αυξήσεις κεφαλαίου.
Ειδικότερα, κατά 9 περίπου μονάδες μειώθηκε ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας από το βασικό στο δυσμενές σενάριο με αποτέλεσμα το Cor Tier I, ενώ ισοδυναμεί με 15,5 δισ. ευρώ όπως καταγράφουν τα αποτελέσματα των stress tests που δημοσιοποιήθηκαν πριν από λίγο από τον SSM.
Η διαφοροποίηση της άσκησης όπως σημειώνει η EBA είναι το επιταχυνόμενο χρονοδιάγραμα. Τα αποτελέσματα της δοκιμασίας ακραίων καταστάσεων 2018 των ελληνικών σημαντικών ιδρυμάτων δείχνουν ότι η μέση υποτίμηση του κεφαλαίου στο αρνητικό σενάριο, η οποία κάλυπτε μια τριετή περίοδο με βάση στατικούς υποθετικούς ισολογισμούς ήταν 9 εκατοστιαίες μονάδες, που αντιστοιχούσαν σε 15,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Η μείωση κεφαλαίου ανερχόταν σε 8,56 ποσοστιαίες μονάδες για την Alpha Bank, ΑΛΦΑ-0,97% 8,68 ποσοστιαίες μονάδες για την Eurobank, 9,56 ποσοστιαίες μονάδες για την Εθνική Τράπεζα ΕΤΕ-2,26% (ΕΤΕ) και 8,95 ποσοστιαίες μονάδες για την Τράπεζα Πειραιώς.
Οι τέσσερις τράπεζες υποβλήθηκαν σε δοκιμασία προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων ακολουθώντας την ίδια μεθοδολογία και προσέγγιση με την άσκηση EBA σε ολόκληρη την Ε.Ε., αλλά με ένα επιταχυνόμενο χρονοδιάγραμμα προκειμένου να ολοκληρωθεί η δοκιμασία πριν από το τέλος του Προγράμματος Στήριξης Σταθερότητας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας για την Ελλάδα τον Αύγουστο.
Ο έλεγχος ακραίων καταστάσεων δεν αποτελεί άσκηση ή αποτυχία. Τα αποτελέσματά της, μαζί με άλλες σχετικές πληροφορίες εποπτείας, χρησιμοποιούνται για να διαμορφώσουν μια συνολική εποπτική αξιολόγηση της κατάστασης των τραπεζών.
Όπως καθίσταται φανερό, στο αρνητικό σενάριο οι τράπεζες διαμορφώνουν δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας 9,69% Alpha Bank, 6,75% Eurobank, 6,92% Εθνική, και 5,90% η Tράπεζα Πειραιώς.
Οι παραδοχές που έγιναν ως προς το ΑΕΠ προβλέπουν αύξηση 2,4% το 2018, 2,5% το 2019 και 2,5% το 2020 στο βασικό σενάριο και ύφεση 1,3% , 2,1% το 2018 και 2019 και ανάπτυξη 0,2% το 2020 στο δυσμενές σενάριο.
O SSM σημειώνει ότι λόγω της υπόθεσης για στατικούς ισολογισμούς, οι εκποιήσεις που δεν είχαν ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2017 δεν ελήφθησαν υπόψη στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι κεφαλαιακοί δείκτες να είναι χαμηλότεροι από ό,τι θα ήταν εάν αυτές οι εκποιήσεις με θετική κεφαλαιακή επίδραση είχαν ληφθεί υπόψη στην τελική επίδραση.
Η διαφορά μεταξύ του αρχικού επιπέδου κεφαλαίου CET1 και του εκτιμώμενου κεφαλαίου CET1 για το 2020 για την Eurobank δεν συμπεριλαμβάνει αρνητική επίδραση 250 μονάδων βάσης που σχετίζεται με τη σταδιακή κατάργηση προνομιούχων μετοχών του ελληνικού Δημοσίου που είχαν εκδοθεί για την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία. Αυτές οι προνομιούχες μετοχές μετατράπηκαν σε μέσα της κατηγορίας ΙΙ τον Ιανουάριο του 2018 και λόγω της υπόθεσης για στατικούς ισολογισμούς δεν συμπεριλήφθηκαν στα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Πιστωτικός κίνδυνος: ενώ υπό το βασικό σενάριο η αρνητική επίδραση του πιστωτικού κινδύνου στους δείκτες κεφαλαίου CET1 ήταν κατά μέσο όρο περίπου 260 μονάδες βάσης, υπό το δυσμενές σενάριο αυξήθηκε στις 850 μονάδες βάσης.
Καθαρά έσοδα από τόκους: τα καθαρά έσοδα από τόκους υπό το δυσμενές σενάριο μειώθηκαν κατά 22,5% σε σύγκριση με το βασικό σενάριο.
Τα σενάρια της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων περιλαμβάνουν τις ακόλουθες προβολές για το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας, όπως παρουσιάζεται στον παρακάτω πίνακα:
Τα αποτελέσματά της, μαζί με άλλες σχετικές εποπτικές πληροφορίες, χρησιμοποιούνται για να σχηματιστεί μια συνολική εποπτική αξιολόγηση της κατάστασης μιας τράπεζας (SREP), τον Οκτώβριο. 
Έκθεση της Goldman Sachs
To ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα απαιτήσει το χρόνο του. Αυτό εκτιμά η Goldman Sachs ενώ ο διεθνής οίκος χαρακτηρίζει ως ένα από τα σημαντικότερα ορόσημα του ελληνικού banking τα αποτελέσματα των stress tests των ελληνικών τραπεζών .
Ειδικότερα, στην τελευταία ανάλυσή της με τίτλο «Οι ελληνικές τράπεζες αναμένουν το αποτέλεσμα των stress tests», ο διεθνής οίκος τονίζει ότι η ανακοίνωση των stress tests θα είναι ένα σημαντικό ορόσημο, ικανό να εξαλείψει τους κινδύνους βραχυπρόθεσμου dilution για τις τραπεζικές μετοχές, το οποίο και θα είναι καθοριστικό και στις διαπραγματεύσεις για την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα του ESM.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Goldman Sachs αυξάνει την τιμή στόχο της Alpha bank στα 2,55 ευρώ, από 2,36 ευρώ προηγουμένως, της Εθνικής στα 0,30 ευρώ, από 0,28 ευρώ προηγουμένως, στα 1 ευρώ από 0,88 ευρώ προηγουμένως στη Eurobank, ενώ στην Πειραιώς αύξησε την τιμή στόχο στα 3,55 ευρώ, από 3,10 ευρώ προηγουμένως. Παρ' όλα αυτά, η Goldman Sachs μειώνει τις εκτιμήσεις της για τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) κατά 20%-11% κατά μέσο όρο την περίοδο 2018-2019, ενώ κάνει μικρές αναπροσαρμογές για τα έτη 2020-2022.
Η Alpha Bank (Σύσταση Αγορά) παραμένει η κορυφαία επιλογή της στην Ελλάδα, ενώ για τις άλλες τρεις συστημικές η σύσταση είναι ουδέτερη.


Δεν υπάρχουν σχόλια: