ΣτΕ 171/2018
Η απόρριψη αιτήματος διενέργειας επανελέγχου σε φορολογούμενο, σε βάρος του οποίου έχουν καταλογισθεί φορολογικές και συναφείς επιβαρύνσεις, παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους
Περίληψη
Η απόρριψη αιτήματος διενέργειας επανελέγχου σε φορολογούμενο, σε βάρος του οποίου έχουν καταλογισθεί φορολογικές και συναφείς επιβαρύνσεις, παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους, πλήσσεται άνευ εννόμου συμφέροντος, κατά το μέρος που αφορά όχι στον επανέλεγχο του ίδιου του αιτούντος φορολογουμένου αλλά στον έλεγχο των λοιπών φορολογουμένων ώστε να καταλογισθούν σε βάρος τους τυχόν διαφυγόντες φόροι και πρόστιμα.
Και τούτο διότι, πέραν της δυνατότητάς του να γνωστοποιήσει στη φορολογική αρχή στοιχεία που γνωρίζει για τυχόν φορολογικές παραβάσεις άλλων φορολογουμένων, η φορολογική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει στον φορολογούμενο αυτοτελές δικαίωμα να μετάσχει στη διαδικασία του ελέγχου των άλλων φορολογουμένων και επιβολής, κατόπιν εκτίμησης του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού, φόρων και κυρώσεων σε βάρος όποιου παραβίασε τη φορολογική νομοθεσία.
ΣτΕ 171/2018
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β'
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 25 Οκτωβρίου 2017, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β' Τμήματος, Σ. Βιτάλη, Α. Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, Σύμβουλοι, Αγ. Σδράκα, Κ. Λαζαράκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 27 Οκτωβρίου 2016 αίτηση: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ".............................." και το διακριτικό τίτλο ".............", (προηγούμενη επωνυμία «.....................................»), που εδρεύει στην Αθήνα (.............................), η οποία παρέστη με τους δικηγόρους: 1) Γρηγόριο-Ευάγγελο Καλαβρό (A.M. 4307) και 2) Φίλιππο Λέντζα (A.M. 21796), που τους διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Χρήστο Κοραντζάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η υπ' αριθμ. ΔΕΛ Β 1119646 ΕΞ 2016/11.8.2016 απόφαση της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ελέγχων-Τμήμα Β' της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε. και 2) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Κ. Λαζαράκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους της αιτούσας εταιρείας, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση και τον εκπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (1415616, 2547804, 3093942/2016 ειδικά γραμμάτια παραβόλου Α' σειράς).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση του ΔΕΑ Β 1119646 ΕΞ 2016/11.8.2016 εγγράφου της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ελέγχων-Τμήμα Β' της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) με θέμα "Απάντηση σε αίτημα", κατά το μέρος που αφορά σε αίτημα που υπέβαλε η αιτούσα με την 01122 εμπ/23-6-2016 αίτησή της προς τη Γ.Γ.Δ.Ε. για διενέργεια συνδυαστικού ελέγχου Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) σε τρεις επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και η ίδια, με εκ νέου επέκταση επανελέγχου Κ.Β.Σ. σε δύο από αυτές, στις οποίες ομοίως συγκαταλεγόταν.
3. Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 820/1978 (Α' 174) «Ο αρμόδιος Επιθεωρητής Οικονομικών Εφοριών δύναται να διατάσση επανέλεγχον επί οιασδήποτε φορολογικής υποθέσεως [...]», συμφωνά δε με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2343/1995 (Α' 211) «Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές δύνανται να ασκούν οι ίδιοι, ως και να αναθέτουν τη διενέργεια επανελέγχου οποιασδήποτε υπόθεσης των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών [...]».
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1914/1990 (Α' 178), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 2526/1997 (Α' 205) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 5α του ν. 2833/2000 (Α' 40), «Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών δύναται να συγκροτούνται ειδικά συνεργεία ελέγχου από εφοριακούς υπαλλήλους για τη διενέργεια ελέγχων και επανελέγχων [...]».
Ο δε Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α' 170/26.7.2013 - έναρξη ισχύος από την 1.1.2014, σύμφωνα με το άρθρο 67 του νόμου αυτού, που αναριθμήθηκε σε άρθρο 73 με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015, Α 123), στο πεδίο εφαρμογής του οποίου εμπίπτουν και οι χρηματικές κυρώσεις για τη βεβαίωση ή είσπραξη των οποίων, κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα, εφαρμόζονται αναλόγως οι αντίστοιχες διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος (άρθρο 2 παρ. 1 περ. ε και α ν. 4174/2013), όπως τα πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (άρθρα 5, 9 παρ. 4 του ν. 2523/1997), όριζε στο άρθρο 25, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 45 παρ. 6 του ν. 4223/2013 (Α 287) και ίσχυε πριν από την τροποποίηση της παραγράφου 5 με το άρθρο 40 παρ. 11 του ν. 4410/2016 (Α' 141/3-8-2016), ότι «1. [...] 5. Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου φορολογικής περιόδου που έχει ήδη ελεγχθεί μόνον εάν προκύψουν νέα στοιχεία, τα οποία επηρεάζουν τον υπολογισμό της φορολογικής οφειλής. Ως «νέο στοιχείο» νοείται κάθε στοιχείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο. 6. [...]».
Με το άρθρο 40 παρ. 11 του ν. 4410/2016 η εν λόγω παρ. 5 τροποποιήθηκε ως εξής «Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου φορολογικής περιόδου ή υπόθεσης για την οποία έχει ήδη διενεργηθεί πλήρης έλεγχος, μόνον εάν προκύψουν νέα στοιχεία, «από τα οποία προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου».
Ως «νέο στοιχείο» νοείται κάθε στοιχείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο».
4. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου καθώς και από εκείνα που προσκομίζει η αιτούσα, με τις 1, 2, 3 και 4/2013 αποφάσεις του Προϊσταμένου του Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών επιβλήθηκαν στην αιτούσα πρόστιμα για λήψη και καταχώριση στα λογιστικά βιβλία της εικονικών φορολογικών στοιχείων εκδόσεως της εταιρείας «...........................», καθώς και για έκδοση και καταχώριση στα λογιστικά βιβλία της εικονικών φορολογικών στοιχείων προς την εταιρεία «...........................», συνολικού ύψους 6.507.648, 13.199.708,78, 24.750.811,94 και 33.552.000,32 ευρώ για τις διαχειριστικές περιόδους 2002, 2003, 2004 και 2005, αντιστοίχως. Κατά των εν λόγω αποφάσεων, καθώς και κατά της απόρριψης από την Επιτροπή του άρθρου 70Α του ν. 2238/1994 των ενδικοφανών προσφυγών της αιτούσας κατ' αυτών, η αιτούσα άσκησε προσφυγές ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (ΠΡΦ 1585, 1584, 1587, 1586/2013, αντιστοίχως· στην κρινόμενη αίτηση αναφέρεται και ο αριθμός ΠΡΦ 1458/2013, πλην τέτοια προσφυγή δεν προσκομίζεται από την αιτούσα). Επί της από 6-12-2013 αιτήσεως προς τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (αριθ. πρωτ. Γ.Γ. 0010437/1 ..... 2-2013) και τον Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης (αριθ. πρωτ. Γεν. Δ/νσης Διοικ. Υποστήριξης Γ.Γ.Δ.Ε. με προορισμό τη Γεν. Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης 1189706/10-12-2013) για επανέλεγχο, κατ' επίκληση των διατάξεων των άρθρων 25 παρ. 3 ν. 820/1978, 66 παρ. 5 ν. 2238/1994, 2 παρ. 8 ν. 2343/1995 και 3 παρ. 1 περ. στ' π.δ. 211/1996, εκδόθηκε τελικώς η ΔΕΛ Β 1000144 ΕΞ 2015/30- 12-2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, με την οποία συγκροτήθηκε ειδικό συνεργείο ελέγχου για τη διενέργεια επανελέγχου που θα κατελάμβανε την υπόθεση συμπληρωματικού ελέγχου (εντολή ελέγχου 201/0/9701/29-2-2012), με βάση την οποία εκδόθηκαν οι προαναφερόμενες 1 έως 4/2013 πράξεις επιβολής προστίμων Κ.Β.Σ., καθώς και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων επανελέγχου και την αποστολή τους στη Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες. Στη συνέχεια, κατόπιν των εγγράφων 1213/12-1-2015 της Δ.Ο.Υ. Καβάλας, ΕΜΠ 417 ΕΞ Β/13-1-2015 της Υπηρεσίας Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (Υ.Ε.Δ.Δ.Ε.), διαβιβαστικού της 417/30-12-2014 καταγγελίας της αιτούσας με θέμα τη διάπραξη απάτης σχετικής με Φ.Π.Α. από την εταιρεία «...........................», και ΕΜΠ 139 ΕΞ/2-2- 2015 της αυτής Υπηρεσίας κοινοποιηθέντος προς τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε., με τη ΔΕΛ Β 1061760 ΕΞ 2015/5-5- 2015 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων συγκροτήθηκε ειδικό συνεργείο ελέγχου για τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου όλων των ανέλεγκτων χρήσεων καθώς και επανελέγχου, όπου συνέτρεχε περίπτωση, της επιχείρησης «...........................», καθώς και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων ελέγχου και την αποστολή τους στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες (η απόφαση αυτή τροποποιήθηκε με την ΔΕΛ Β 1105980 ΕΞ 2015/27-7- 2015 της αυτής Γενικής Γραμματέως με αντικατάσταση του προϊσταμένου του συνεργείου). Παράλληλα, με την ΔΕΛ Β 1061764/ΕΞ 2015/5-5-2015 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων τροποποιήθηκε η ΔΕΛ Β 1000144 ΕΞ 2015/30-12-2014 απόφαση κατά το ότι, μεταξύ άλλων, προσετέθη προς επανέλεγχο η επιχείρηση «............................», ενώ ακολούθησε και νεότερη τροποποίησή της για την αντικατάσταση του προϊσταμένου του συνεργείου με την ΔΕΛ Β 1105974 ΕΞ 2015/27-7-2015 όμοια. Στη συνέχεια, όμως, με την ΔΕΛ Β 135940 ΕΞ 2015 ΕΜΠ/4-11-2015 απόφαση του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων αποφασίσθηκε ότι η ΔΕΛ Β 1000144 ΕΞ 2015/30-12- 2014 «παύει να ισχύει».
Κατά της τελευταίας απόφασης η αιτούσα άσκησε προσφυγή (ΠΡΦ 1455/2015) ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Ακολούθως, η αιτούσα απευθύνθηκε με σειρά εγγράφων της στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (αριθ. · πρωτ. 00346εμπ/19-2-2016, 1038302/9-3-2016, 01122εμπ/23-6-2016) αναφορικά με τον επανέλεγχο της επιχείρησής της και τον συνδυαστικό έλεγχο Κ.Β.Σ. της αιτούσας με τις εταιρείες «...........................» και «...........................», καθώς και με λοιπά συναφή έγγραφά της [0002488/12-4-2016 περί λήψεως αντιγράφου ενημερωτικού σημειώματος της Γεν. Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης προς τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σύμφωνα με το ΔΕΛ Β 1048771 ΕΞ 2016/29-3-2016 έγγραφο αυτής, από 27-5-2016 εξώδικη γνωστοποίηση-όχληση κοινοποιηθείσα (και) στη Διεύθυνση Ελέγχων Γεν. Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε. με θέμα επιπλέον στοιχεία προς απόδειξη των εξαγωγών της Μ.Ε.Π.Ε., 01237 εμπ/6-7-2016 με θέμα διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης σε βάρος τριών υπαλλήλων της φορολογικής αρχής, 0004705/14-7-2016 συναφές υπόμνημα]. Ειδικότερα, στο 01122εμπ/23-6-2016 έγγραφο της διατυπώθηκε, μεταξύ άλλων, αίτημα για διενέργεια συνδυαστικού ελέγχου Κ.Β.Σ. και για τις τρεις επιχειρήσεις με εκ νέου επέκταση του επανελέγχου Κ.Β.Σ. στην αιτούσα και την εταιρεία «............................» ώστε να «καταδειχθεί η ύπαρξη (ή μη) εικονικότητας κατά την έκδοση και λήψη τιμολογίων και λοιπών στοιχείων [...] από την [αιτούσα] [...] και από τις αντισυμβαλλόμενές της εταιρείες».
Ακολούθησε η έκδοση του προσβαλλόμενου ΔΕΛ Β 1119646 ΕΞ 2016/11-8-2016 εγγράφου, στο οποίο αναφέρονται τα ακόλουθα: «Σε απάντηση στην από 23-6-2016 αίτησή σας, σας γνωρίζουμε τα εξής: 1. Σε ό,τι αφορά στο αίτημά σας για επανέλεγχο σας γνωρίζουμε ότι σχετικά με το δικαίωμα της φορολογικής διοίκησης για επανέλεγχο έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 25 του ν. 4174/2013 [...] όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 40 του ν. 4410/2016 [...]. 2. Όσον αφορά στο αίτημά σας να λάβετε το πόρισμα ελέγχου του Ειδικού Συνεργείου ελέγχου της επιχείρησης ..........................., έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013».
Τέλος, υπεβλήθησαν και νεότερα σχετικά έγγραφα της αιτούσας προς τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (αριθ. πρωτ. 0006079/16-9-2016 υπόμνημα, 0006400/29-9-2016 εξώδικη γνωστοποίηση-όχληση) με αίτημα και πάλι τη διενέργεια συνδυαστικού ελέγχου Κ.Β.Σ. για τις τρεις επιχειρήσεις με εκ νέου επέκταση του επανελέγχου Κ.Β.Σ. στην αιτούσα και την εταιρεία «............................». Του (υπ' αριθ. 1) μέρους του ως άνω ΔΕΛ Β 1119646 ΕΞ 2016/11-8-2016 εννράφου, με το οποίο, κατά την αιτούσα, απορρίφθηκε το αίτημα συνδυαστικού ελέγχου των τριών επιχειρήσεων με εκ νέου επέκταση του επανελέγχου Κ.Β.Σ. σ' αυτήν και την εταιρεία «..................», ζητείται ήδη η ακύρωση, όπως ρητώς αναφέρεται στην εισαγωγή του κρινόμενου δικογράφου αλλά και προκύπτει από το όλο περιεχόμενο του, παρά τη διατύπωση του αιτητικού μέρους αυτού περί ακυρώσεως του προσβαλλομένου εγγράφου «στο σύνολο» του. Ζητείται, δηλαδή, πράγματι να ακυρωθεί η κατά την αιτούσα εκδηλωθείσα στο εν λόγω προσβαλλόμενο μέρος του ως άνω εγγράφου άρνηση της φορολογικής αρχής να διατάξει συνδυαστικό έλεγχο Κ.Β.Σ. των τριών (με επανέλεγχο Κ.Β.Σ. των δύο) επιχειρήσεων.
Δεν μπορεί δε να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη η «παράλειψη της Διοίκησης να εκδώσει εκτελεστή πράξη επί των από 18-2-2016, 9-3-2016, 12-4-2016 αιτήσεων» της αιτούσας, όπως αβασίμως υποστηρίζει η αιτούσα με το υπόμνημα που κατέθεσε μετά τη συζήτηση μέσα στην ταχθείσα προς τούτο προθεσμία, επικαλούμενη ότι ρητώς στην αίτησή της αναφέρει ότι προσβάλλει και κάθε άλλη συναφή πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης, προεχόντως επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 (βλ. και άρθρο 68 παρ. 4 ν. 2717/1999, Α' 97), η αόριστη μνεία στο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης ως προσβαλλόμενης και κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης δεν υποχρεώνει το Δικαστήριο να ερευνήσει την υπόθεση από την άποψη αυτή (ΣτΕ 711/2017 Ολομ., ΣτΕ 628/2017 κ.ά.).
5. Επειδή, η απόρριψη αιτήματος φορολογουμένου, όπως εν προκειμένω η αιτούσα σε βάρος της οποίας έχουν καταλογισθεί επιβαρύνσεις (πρόστιμα για αποδοθείσες σ' αυτήν παραβάσεις του Κ.Β.Σ.), για διενέργεια επανελέγχου στον ίδιο παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους, ώστε να εξακριβωθούν τυχόν πλημμέλειες του αρχικού ελέγχου και να ανατραπούν τα πορίσματά του, τα οποία και οδήγησαν στον καταλογισμό των επιβαρύνσεων, έχει, για τον εν λόγω φορολογούμενο, ως μόνη συνέπεια την εξακολούθηση του καταλογισμού του με τις ως άνω επιβαρύνσεις και, ως εκ τούτου, δεν δημιουργεί νέα διαφορά, δυνάμενη να αχθεί παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή με προσφυγή ουσίας ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθόσον δεν επάγεται για τον αιτούντα φορολογούμενο αυτοτελείς βλαπτικές έννομες συνέπειες σε σχέση με τις πράξεις, με τις οποίες καταλογίσθηκαν εις βάρος του οι ως άνω επιβαρύνσεις, ικανές να της προσδώσουν εκτελεστό χαρακτήρα.
Τούτο δεν θίγει το (κατά το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος) δικαίωμα του αιτούντος φορολογουμένου για παροχή δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι αυτός έχει το δικαίωμα να ασκήσει, υπό τις οριζόμενες στον νόμο προϋποθέσεις, προσφυγή κατά της οικείας καταλογιστικής πράξης της φορολογικής αρχής (πρβλ. ΣτΕ 2131/2016, ΣτΕ 2183/2016), όπως και συνέβη εν προκειμένω (βλ. σκέψη 4), το διοικητικό δε δικαστήριο, το οποίο θα επιληφθεί της εν λόγω προσφυγής, είναι αρμόδιο να κρίνει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση της καταλογιστικής πράξης.
Ειδικότερα, στην περίπτωση της αιτούσας, το διοικητικό δικαστήριο, το οποίο θα επιληφθεί των προσφυγών που έχει ασκήσει η αιτούσα κατα των αναφερομένων στη σκέψη 4 αποφάσεων επιβολής προστίμων για λήψη και καταχώριση ή έκδοση και καταχώριση στα λογιστικά βιβλία της εικονικών φορολογικών στοιχείων, είναι αρμόδιο να κρίνει, μετά από εκτίμηση του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού τόσο από τη φορολογική αρχή όσο και από την αιτούσα, αν τα στοιχεία αυτά είναι εικονικά.
Εξάλλου, η απόρριψη του αυτού αιτήματος διενέργειας επανελέγχου σε φορολογούμενο, σε βάρος του οποίου έχουν καταλογισθεί φορολογικές και συναφείς επιβαρύνσεις, παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους, πλήσσεται άνευ εννόμου συμφέροντος, κατά το μέρος που αφορά όχι στον επανέλεγχο του ίδιου του αιτούντος φορολογουμένου αλλά στον έλεγχο των λοιπών φορολογουμένων ώστε να καταλογισθούν σε βάρος τους τυχόν διαφυγόντες φόροι και πρόστιμα.
Και τούτο διότι, πέραν της δυνατότητάς του να γνωστοποιήσει στη φορολογική αρχή στοιχεία που γνωρίζει για τυχόν φορολογικές παραβάσεις άλλων φορολογουμένων, η φορολογική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει στον φορολογούμενο αυτοτελές δικαίωμα να μετάσχει στη διαδικασία του ελέγχου των άλλων φορολογουμένων και επιβολής, κατόπιν εκτίμησης του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού, φόρων και κυρώσεων σε βάρος όποιου παραβίασε τη φορολογική νομοθεσία.
Εξάλλου, η αιτούσα δεν υφίσταται βλάβη από την απόρριψη, κατά το μέρος που αφορά στους άλλους φορολογουμένους, του αιτήματος της, ώστε να στοιχειοθετείται έννομο συμφέρον της να ζητήσει την ακύρωση αυτής (πρβλ. ΣτΕ 2348/2008, ΣτΕ 1477/2011, ΣτΕ 1108/2016, ΣτΕ 1909/2016), διότι ο αιτηθείς από την αιτούσα έλεγχος άλλων φορολογουμένων θα μπορούσε να οδηγήσει ενδεχομένως σε επιβολή και σε αυτούς φόρων και κυρώσεων λόγω παραβάσεων και από αυτούς της φορολογικής νομοθεσίας, αλλά δεν θα απήλλασσε το γεγονός αυτό και μόνον την αιτούσα από τη δική της ευθύνη για παραβάσεις που αυτή έχει τελέσει, δοθέντος, άλλωστε, ότι το γενικό ενδιαφέρον όλων των Ελλήνων πολιτών για την τήρηση της φορολογικής νομοθεσίας δεν αρκεί για να θεμελιώσει έννομο συμφέρον προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξης όπως η ήδη προσβαλλόμενη (πρβλ. ΣτΕ 2913/2017 Ολομ.).
Είναι δε απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αιτούσα και ειδικότερα ότι η προσβαλλόμενη πράξη παράγει δυσμενείς έννομες συνέπειες σε αυτήν, καθώς της στερεί το νόμιμο δικαίωμά της περί επανελέγχου, υπό την έννοια του δικαιώματος του φορολογουμένου να αιτηθεί από την αρμόδια αρχή επανέλεγχο σε περίπτωση που είτε κριθεί ότι στον αρχικό έλεγχο εμφιλοχώρησαν πλημμέλειες είτε προκύψουν νέα κρίσιμα στοιχεία που ανατρέπουν τα πορίσματα του αρχικού ελέγχου, εν προκειμένω δε η ίδια στερείται του δικαιώματος να διαταχθεί συνδυαστικός έλεγχος επί των τριών επιχειρήσεων ώστε να ελεγχθούν τα στοιχεία που έχει προσκομίσει στις φορολογικές αρχές και να αποκατασταθεί η νομιμότητα που έχει τρωθεί λόγω των πλημμελειών των έως σήμερα φορολογικών ελέγχων που οδήγησαν σε επιβολή υπέρογκων προστίμων στην ίδια και σε απώλεια εσόδων του Δημοσίου λόγω μη καταβολής φόρων (εισοδήματος, φ.π.α. κ.ά.) και μη επιβολής προστίμων. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη στο σύνολο της.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 6 και 15 Νοεμβρίου 2017 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεορτάσει της 24ης Ιανουαρίου 2018.
https://www.taxheaven.gr
Η απόρριψη αιτήματος διενέργειας επανελέγχου σε φορολογούμενο, σε βάρος του οποίου έχουν καταλογισθεί φορολογικές και συναφείς επιβαρύνσεις, παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους
Περίληψη
Η απόρριψη αιτήματος διενέργειας επανελέγχου σε φορολογούμενο, σε βάρος του οποίου έχουν καταλογισθεί φορολογικές και συναφείς επιβαρύνσεις, παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους, πλήσσεται άνευ εννόμου συμφέροντος, κατά το μέρος που αφορά όχι στον επανέλεγχο του ίδιου του αιτούντος φορολογουμένου αλλά στον έλεγχο των λοιπών φορολογουμένων ώστε να καταλογισθούν σε βάρος τους τυχόν διαφυγόντες φόροι και πρόστιμα.
Και τούτο διότι, πέραν της δυνατότητάς του να γνωστοποιήσει στη φορολογική αρχή στοιχεία που γνωρίζει για τυχόν φορολογικές παραβάσεις άλλων φορολογουμένων, η φορολογική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει στον φορολογούμενο αυτοτελές δικαίωμα να μετάσχει στη διαδικασία του ελέγχου των άλλων φορολογουμένων και επιβολής, κατόπιν εκτίμησης του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού, φόρων και κυρώσεων σε βάρος όποιου παραβίασε τη φορολογική νομοθεσία.
ΣτΕ 171/2018
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β'
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 25 Οκτωβρίου 2017, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β' Τμήματος, Σ. Βιτάλη, Α. Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, Σύμβουλοι, Αγ. Σδράκα, Κ. Λαζαράκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 27 Οκτωβρίου 2016 αίτηση: της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ".............................." και το διακριτικό τίτλο ".............", (προηγούμενη επωνυμία «.....................................»), που εδρεύει στην Αθήνα (.............................), η οποία παρέστη με τους δικηγόρους: 1) Γρηγόριο-Ευάγγελο Καλαβρό (A.M. 4307) και 2) Φίλιππο Λέντζα (A.M. 21796), που τους διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Χρήστο Κοραντζάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) η υπ' αριθμ. ΔΕΛ Β 1119646 ΕΞ 2016/11.8.2016 απόφαση της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ελέγχων-Τμήμα Β' της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε. και 2) κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Κ. Λαζαράκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους της αιτούσας εταιρείας, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση και τον εκπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (1415616, 2547804, 3093942/2016 ειδικά γραμμάτια παραβόλου Α' σειράς).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση του ΔΕΑ Β 1119646 ΕΞ 2016/11.8.2016 εγγράφου της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Ελέγχων-Τμήμα Β' της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) με θέμα "Απάντηση σε αίτημα", κατά το μέρος που αφορά σε αίτημα που υπέβαλε η αιτούσα με την 01122 εμπ/23-6-2016 αίτησή της προς τη Γ.Γ.Δ.Ε. για διενέργεια συνδυαστικού ελέγχου Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) σε τρεις επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και η ίδια, με εκ νέου επέκταση επανελέγχου Κ.Β.Σ. σε δύο από αυτές, στις οποίες ομοίως συγκαταλεγόταν.
3. Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 820/1978 (Α' 174) «Ο αρμόδιος Επιθεωρητής Οικονομικών Εφοριών δύναται να διατάσση επανέλεγχον επί οιασδήποτε φορολογικής υποθέσεως [...]», συμφωνά δε με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2343/1995 (Α' 211) «Οι Οικονομικοί Επιθεωρητές δύνανται να ασκούν οι ίδιοι, ως και να αναθέτουν τη διενέργεια επανελέγχου οποιασδήποτε υπόθεσης των υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών [...]».
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1914/1990 (Α' 178), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 2526/1997 (Α' 205) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 παρ. 5α του ν. 2833/2000 (Α' 40), «Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών δύναται να συγκροτούνται ειδικά συνεργεία ελέγχου από εφοριακούς υπαλλήλους για τη διενέργεια ελέγχων και επανελέγχων [...]».
Ο δε Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α' 170/26.7.2013 - έναρξη ισχύος από την 1.1.2014, σύμφωνα με το άρθρο 67 του νόμου αυτού, που αναριθμήθηκε σε άρθρο 73 με το άρθρο 8 του ν. 4337/2015, Α 123), στο πεδίο εφαρμογής του οποίου εμπίπτουν και οι χρηματικές κυρώσεις για τη βεβαίωση ή είσπραξη των οποίων, κατά την έναρξη ισχύος του Κώδικα, εφαρμόζονται αναλόγως οι αντίστοιχες διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος (άρθρο 2 παρ. 1 περ. ε και α ν. 4174/2013), όπως τα πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (άρθρα 5, 9 παρ. 4 του ν. 2523/1997), όριζε στο άρθρο 25, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 45 παρ. 6 του ν. 4223/2013 (Α 287) και ίσχυε πριν από την τροποποίηση της παραγράφου 5 με το άρθρο 40 παρ. 11 του ν. 4410/2016 (Α' 141/3-8-2016), ότι «1. [...] 5. Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου φορολογικής περιόδου που έχει ήδη ελεγχθεί μόνον εάν προκύψουν νέα στοιχεία, τα οποία επηρεάζουν τον υπολογισμό της φορολογικής οφειλής. Ως «νέο στοιχείο» νοείται κάθε στοιχείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο. 6. [...]».
Με το άρθρο 40 παρ. 11 του ν. 4410/2016 η εν λόγω παρ. 5 τροποποιήθηκε ως εξής «Η Φορολογική Διοίκηση έχει δικαίωμα επανελέγχου φορολογικής περιόδου ή υπόθεσης για την οποία έχει ήδη διενεργηθεί πλήρης έλεγχος, μόνον εάν προκύψουν νέα στοιχεία, «από τα οποία προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου».
Ως «νέο στοιχείο» νοείται κάθε στοιχείο, το οποίο δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στη Φορολογική Διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο».
4. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου καθώς και από εκείνα που προσκομίζει η αιτούσα, με τις 1, 2, 3 και 4/2013 αποφάσεις του Προϊσταμένου του Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών επιβλήθηκαν στην αιτούσα πρόστιμα για λήψη και καταχώριση στα λογιστικά βιβλία της εικονικών φορολογικών στοιχείων εκδόσεως της εταιρείας «...........................», καθώς και για έκδοση και καταχώριση στα λογιστικά βιβλία της εικονικών φορολογικών στοιχείων προς την εταιρεία «...........................», συνολικού ύψους 6.507.648, 13.199.708,78, 24.750.811,94 και 33.552.000,32 ευρώ για τις διαχειριστικές περιόδους 2002, 2003, 2004 και 2005, αντιστοίχως. Κατά των εν λόγω αποφάσεων, καθώς και κατά της απόρριψης από την Επιτροπή του άρθρου 70Α του ν. 2238/1994 των ενδικοφανών προσφυγών της αιτούσας κατ' αυτών, η αιτούσα άσκησε προσφυγές ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (ΠΡΦ 1585, 1584, 1587, 1586/2013, αντιστοίχως· στην κρινόμενη αίτηση αναφέρεται και ο αριθμός ΠΡΦ 1458/2013, πλην τέτοια προσφυγή δεν προσκομίζεται από την αιτούσα). Επί της από 6-12-2013 αιτήσεως προς τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων (αριθ. πρωτ. Γ.Γ. 0010437/1 ..... 2-2013) και τον Γενικό Διευθυντή Οικονομικής Επιθεώρησης (αριθ. πρωτ. Γεν. Δ/νσης Διοικ. Υποστήριξης Γ.Γ.Δ.Ε. με προορισμό τη Γεν. Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης 1189706/10-12-2013) για επανέλεγχο, κατ' επίκληση των διατάξεων των άρθρων 25 παρ. 3 ν. 820/1978, 66 παρ. 5 ν. 2238/1994, 2 παρ. 8 ν. 2343/1995 και 3 παρ. 1 περ. στ' π.δ. 211/1996, εκδόθηκε τελικώς η ΔΕΛ Β 1000144 ΕΞ 2015/30- 12-2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, με την οποία συγκροτήθηκε ειδικό συνεργείο ελέγχου για τη διενέργεια επανελέγχου που θα κατελάμβανε την υπόθεση συμπληρωματικού ελέγχου (εντολή ελέγχου 201/0/9701/29-2-2012), με βάση την οποία εκδόθηκαν οι προαναφερόμενες 1 έως 4/2013 πράξεις επιβολής προστίμων Κ.Β.Σ., καθώς και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων επανελέγχου και την αποστολή τους στη Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες. Στη συνέχεια, κατόπιν των εγγράφων 1213/12-1-2015 της Δ.Ο.Υ. Καβάλας, ΕΜΠ 417 ΕΞ Β/13-1-2015 της Υπηρεσίας Ερευνών και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (Υ.Ε.Δ.Δ.Ε.), διαβιβαστικού της 417/30-12-2014 καταγγελίας της αιτούσας με θέμα τη διάπραξη απάτης σχετικής με Φ.Π.Α. από την εταιρεία «...........................», και ΕΜΠ 139 ΕΞ/2-2- 2015 της αυτής Υπηρεσίας κοινοποιηθέντος προς τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε., με τη ΔΕΛ Β 1061760 ΕΞ 2015/5-5- 2015 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων συγκροτήθηκε ειδικό συνεργείο ελέγχου για τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου όλων των ανέλεγκτων χρήσεων καθώς και επανελέγχου, όπου συνέτρεχε περίπτωση, της επιχείρησης «...........................», καθώς και τη σύνταξη των σχετικών εκθέσεων ελέγχου και την αποστολή τους στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες (η απόφαση αυτή τροποποιήθηκε με την ΔΕΛ Β 1105980 ΕΞ 2015/27-7- 2015 της αυτής Γενικής Γραμματέως με αντικατάσταση του προϊσταμένου του συνεργείου). Παράλληλα, με την ΔΕΛ Β 1061764/ΕΞ 2015/5-5-2015 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων τροποποιήθηκε η ΔΕΛ Β 1000144 ΕΞ 2015/30-12-2014 απόφαση κατά το ότι, μεταξύ άλλων, προσετέθη προς επανέλεγχο η επιχείρηση «............................», ενώ ακολούθησε και νεότερη τροποποίησή της για την αντικατάσταση του προϊσταμένου του συνεργείου με την ΔΕΛ Β 1105974 ΕΞ 2015/27-7-2015 όμοια. Στη συνέχεια, όμως, με την ΔΕΛ Β 135940 ΕΞ 2015 ΕΜΠ/4-11-2015 απόφαση του Αναπληρωτή Γενικού Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων αποφασίσθηκε ότι η ΔΕΛ Β 1000144 ΕΞ 2015/30-12- 2014 «παύει να ισχύει».
Κατά της τελευταίας απόφασης η αιτούσα άσκησε προσφυγή (ΠΡΦ 1455/2015) ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Ακολούθως, η αιτούσα απευθύνθηκε με σειρά εγγράφων της στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (αριθ. · πρωτ. 00346εμπ/19-2-2016, 1038302/9-3-2016, 01122εμπ/23-6-2016) αναφορικά με τον επανέλεγχο της επιχείρησής της και τον συνδυαστικό έλεγχο Κ.Β.Σ. της αιτούσας με τις εταιρείες «...........................» και «...........................», καθώς και με λοιπά συναφή έγγραφά της [0002488/12-4-2016 περί λήψεως αντιγράφου ενημερωτικού σημειώματος της Γεν. Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης προς τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σύμφωνα με το ΔΕΛ Β 1048771 ΕΞ 2016/29-3-2016 έγγραφο αυτής, από 27-5-2016 εξώδικη γνωστοποίηση-όχληση κοινοποιηθείσα (και) στη Διεύθυνση Ελέγχων Γεν. Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης της Γ.Γ.Δ.Ε. με θέμα επιπλέον στοιχεία προς απόδειξη των εξαγωγών της Μ.Ε.Π.Ε., 01237 εμπ/6-7-2016 με θέμα διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης σε βάρος τριών υπαλλήλων της φορολογικής αρχής, 0004705/14-7-2016 συναφές υπόμνημα]. Ειδικότερα, στο 01122εμπ/23-6-2016 έγγραφο της διατυπώθηκε, μεταξύ άλλων, αίτημα για διενέργεια συνδυαστικού ελέγχου Κ.Β.Σ. και για τις τρεις επιχειρήσεις με εκ νέου επέκταση του επανελέγχου Κ.Β.Σ. στην αιτούσα και την εταιρεία «............................» ώστε να «καταδειχθεί η ύπαρξη (ή μη) εικονικότητας κατά την έκδοση και λήψη τιμολογίων και λοιπών στοιχείων [...] από την [αιτούσα] [...] και από τις αντισυμβαλλόμενές της εταιρείες».
Ακολούθησε η έκδοση του προσβαλλόμενου ΔΕΛ Β 1119646 ΕΞ 2016/11-8-2016 εγγράφου, στο οποίο αναφέρονται τα ακόλουθα: «Σε απάντηση στην από 23-6-2016 αίτησή σας, σας γνωρίζουμε τα εξής: 1. Σε ό,τι αφορά στο αίτημά σας για επανέλεγχο σας γνωρίζουμε ότι σχετικά με το δικαίωμα της φορολογικής διοίκησης για επανέλεγχο έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 25 του ν. 4174/2013 [...] όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 40 του ν. 4410/2016 [...]. 2. Όσον αφορά στο αίτημά σας να λάβετε το πόρισμα ελέγχου του Ειδικού Συνεργείου ελέγχου της επιχείρησης ..........................., έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013».
Τέλος, υπεβλήθησαν και νεότερα σχετικά έγγραφα της αιτούσας προς τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (αριθ. πρωτ. 0006079/16-9-2016 υπόμνημα, 0006400/29-9-2016 εξώδικη γνωστοποίηση-όχληση) με αίτημα και πάλι τη διενέργεια συνδυαστικού ελέγχου Κ.Β.Σ. για τις τρεις επιχειρήσεις με εκ νέου επέκταση του επανελέγχου Κ.Β.Σ. στην αιτούσα και την εταιρεία «............................». Του (υπ' αριθ. 1) μέρους του ως άνω ΔΕΛ Β 1119646 ΕΞ 2016/11-8-2016 εννράφου, με το οποίο, κατά την αιτούσα, απορρίφθηκε το αίτημα συνδυαστικού ελέγχου των τριών επιχειρήσεων με εκ νέου επέκταση του επανελέγχου Κ.Β.Σ. σ' αυτήν και την εταιρεία «..................», ζητείται ήδη η ακύρωση, όπως ρητώς αναφέρεται στην εισαγωγή του κρινόμενου δικογράφου αλλά και προκύπτει από το όλο περιεχόμενο του, παρά τη διατύπωση του αιτητικού μέρους αυτού περί ακυρώσεως του προσβαλλομένου εγγράφου «στο σύνολο» του. Ζητείται, δηλαδή, πράγματι να ακυρωθεί η κατά την αιτούσα εκδηλωθείσα στο εν λόγω προσβαλλόμενο μέρος του ως άνω εγγράφου άρνηση της φορολογικής αρχής να διατάξει συνδυαστικό έλεγχο Κ.Β.Σ. των τριών (με επανέλεγχο Κ.Β.Σ. των δύο) επιχειρήσεων.
Δεν μπορεί δε να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη η «παράλειψη της Διοίκησης να εκδώσει εκτελεστή πράξη επί των από 18-2-2016, 9-3-2016, 12-4-2016 αιτήσεων» της αιτούσας, όπως αβασίμως υποστηρίζει η αιτούσα με το υπόμνημα που κατέθεσε μετά τη συζήτηση μέσα στην ταχθείσα προς τούτο προθεσμία, επικαλούμενη ότι ρητώς στην αίτησή της αναφέρει ότι προσβάλλει και κάθε άλλη συναφή πράξη ή παράλειψη της Διοίκησης, προεχόντως επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 (βλ. και άρθρο 68 παρ. 4 ν. 2717/1999, Α' 97), η αόριστη μνεία στο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης ως προσβαλλόμενης και κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης δεν υποχρεώνει το Δικαστήριο να ερευνήσει την υπόθεση από την άποψη αυτή (ΣτΕ 711/2017 Ολομ., ΣτΕ 628/2017 κ.ά.).
5. Επειδή, η απόρριψη αιτήματος φορολογουμένου, όπως εν προκειμένω η αιτούσα σε βάρος της οποίας έχουν καταλογισθεί επιβαρύνσεις (πρόστιμα για αποδοθείσες σ' αυτήν παραβάσεις του Κ.Β.Σ.), για διενέργεια επανελέγχου στον ίδιο παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους, ώστε να εξακριβωθούν τυχόν πλημμέλειες του αρχικού ελέγχου και να ανατραπούν τα πορίσματά του, τα οποία και οδήγησαν στον καταλογισμό των επιβαρύνσεων, έχει, για τον εν λόγω φορολογούμενο, ως μόνη συνέπεια την εξακολούθηση του καταλογισμού του με τις ως άνω επιβαρύνσεις και, ως εκ τούτου, δεν δημιουργεί νέα διαφορά, δυνάμενη να αχθεί παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή με προσφυγή ουσίας ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθόσον δεν επάγεται για τον αιτούντα φορολογούμενο αυτοτελείς βλαπτικές έννομες συνέπειες σε σχέση με τις πράξεις, με τις οποίες καταλογίσθηκαν εις βάρος του οι ως άνω επιβαρύνσεις, ικανές να της προσδώσουν εκτελεστό χαρακτήρα.
Τούτο δεν θίγει το (κατά το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος) δικαίωμα του αιτούντος φορολογουμένου για παροχή δικαστικής προστασίας, δεδομένου ότι αυτός έχει το δικαίωμα να ασκήσει, υπό τις οριζόμενες στον νόμο προϋποθέσεις, προσφυγή κατά της οικείας καταλογιστικής πράξης της φορολογικής αρχής (πρβλ. ΣτΕ 2131/2016, ΣτΕ 2183/2016), όπως και συνέβη εν προκειμένω (βλ. σκέψη 4), το διοικητικό δε δικαστήριο, το οποίο θα επιληφθεί της εν λόγω προσφυγής, είναι αρμόδιο να κρίνει αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση της καταλογιστικής πράξης.
Ειδικότερα, στην περίπτωση της αιτούσας, το διοικητικό δικαστήριο, το οποίο θα επιληφθεί των προσφυγών που έχει ασκήσει η αιτούσα κατα των αναφερομένων στη σκέψη 4 αποφάσεων επιβολής προστίμων για λήψη και καταχώριση ή έκδοση και καταχώριση στα λογιστικά βιβλία της εικονικών φορολογικών στοιχείων, είναι αρμόδιο να κρίνει, μετά από εκτίμηση του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού τόσο από τη φορολογική αρχή όσο και από την αιτούσα, αν τα στοιχεία αυτά είναι εικονικά.
Εξάλλου, η απόρριψη του αυτού αιτήματος διενέργειας επανελέγχου σε φορολογούμενο, σε βάρος του οποίου έχουν καταλογισθεί φορολογικές και συναφείς επιβαρύνσεις, παραλλήλως και σε συνδυασμό προς άλλους φορολογούμενους, πλήσσεται άνευ εννόμου συμφέροντος, κατά το μέρος που αφορά όχι στον επανέλεγχο του ίδιου του αιτούντος φορολογουμένου αλλά στον έλεγχο των λοιπών φορολογουμένων ώστε να καταλογισθούν σε βάρος τους τυχόν διαφυγόντες φόροι και πρόστιμα.
Και τούτο διότι, πέραν της δυνατότητάς του να γνωστοποιήσει στη φορολογική αρχή στοιχεία που γνωρίζει για τυχόν φορολογικές παραβάσεις άλλων φορολογουμένων, η φορολογική νομοθεσία δεν αναγνωρίζει στον φορολογούμενο αυτοτελές δικαίωμα να μετάσχει στη διαδικασία του ελέγχου των άλλων φορολογουμένων και επιβολής, κατόπιν εκτίμησης του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού, φόρων και κυρώσεων σε βάρος όποιου παραβίασε τη φορολογική νομοθεσία.
Εξάλλου, η αιτούσα δεν υφίσταται βλάβη από την απόρριψη, κατά το μέρος που αφορά στους άλλους φορολογουμένους, του αιτήματος της, ώστε να στοιχειοθετείται έννομο συμφέρον της να ζητήσει την ακύρωση αυτής (πρβλ. ΣτΕ 2348/2008, ΣτΕ 1477/2011, ΣτΕ 1108/2016, ΣτΕ 1909/2016), διότι ο αιτηθείς από την αιτούσα έλεγχος άλλων φορολογουμένων θα μπορούσε να οδηγήσει ενδεχομένως σε επιβολή και σε αυτούς φόρων και κυρώσεων λόγω παραβάσεων και από αυτούς της φορολογικής νομοθεσίας, αλλά δεν θα απήλλασσε το γεγονός αυτό και μόνον την αιτούσα από τη δική της ευθύνη για παραβάσεις που αυτή έχει τελέσει, δοθέντος, άλλωστε, ότι το γενικό ενδιαφέρον όλων των Ελλήνων πολιτών για την τήρηση της φορολογικής νομοθεσίας δεν αρκεί για να θεμελιώσει έννομο συμφέρον προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά πράξης όπως η ήδη προσβαλλόμενη (πρβλ. ΣτΕ 2913/2017 Ολομ.).
Είναι δε απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αιτούσα και ειδικότερα ότι η προσβαλλόμενη πράξη παράγει δυσμενείς έννομες συνέπειες σε αυτήν, καθώς της στερεί το νόμιμο δικαίωμά της περί επανελέγχου, υπό την έννοια του δικαιώματος του φορολογουμένου να αιτηθεί από την αρμόδια αρχή επανέλεγχο σε περίπτωση που είτε κριθεί ότι στον αρχικό έλεγχο εμφιλοχώρησαν πλημμέλειες είτε προκύψουν νέα κρίσιμα στοιχεία που ανατρέπουν τα πορίσματα του αρχικού ελέγχου, εν προκειμένω δε η ίδια στερείται του δικαιώματος να διαταχθεί συνδυαστικός έλεγχος επί των τριών επιχειρήσεων ώστε να ελεγχθούν τα στοιχεία που έχει προσκομίσει στις φορολογικές αρχές και να αποκατασταθεί η νομιμότητα που έχει τρωθεί λόγω των πλημμελειών των έως σήμερα φορολογικών ελέγχων που οδήγησαν σε επιβολή υπέρογκων προστίμων στην ίδια και σε απώλεια εσόδων του Δημοσίου λόγω μη καταβολής φόρων (εισοδήματος, φ.π.α. κ.ά.) και μη επιβολής προστίμων. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη στο σύνολο της.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 6 και 15 Νοεμβρίου 2017 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεορτάσει της 24ης Ιανουαρίου 2018.
https://www.taxheaven.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου