Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

Ομιλία στην Ένωση Ελλήνων Δημοσιολόγων - Φορολογική πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση: εξελίξεις και προκλήσεις Published on October 20, 2018

Στη σημερινή ομιλία μου θα αναφερθώ στις εξελίξεις στο πεδίο του φορολογικού δικαίου στην ΕΕ από τις αρχές του 2018 έως σήμερα. Ειδικότερα θα αναφερθώ τόσο στο νομοθετικό έργο της ΕΕ στον φορολογικό τομέα, όσο και σε άλλες εξελίξεις. Καταρχήν, όσον αφορά το νομοθετικό έργο της ΕΕ στον φορολογικό τομέα, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το 2018 ήταν μια πολύ δημιουργική χρονιά υπό την έννοια της υποβολής νέων προτάσεων Οδηγιών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή της έγκρισης τέτοιων προτάσεων από το Συμβούλιο.   
Καταρχήν, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθέτησε στη σύνοδο του Συμβουλίου Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων στις 25 Μαϊου 2018 την Οδηγία 2018/822/ΕΕ για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/16/ΕΕ όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας σχετικά με δηλωτέες διασυνοριακές ρυθμίσεις (“DAC 6”).
Η Οδηγία, η οποία έχει στόχο την ενίσχυση της φορολογικής διαφάνειας με σκοπό την περαιτέρω πρόληψη και αντιμετώπιση του επιθετικού διασυνοριακού φορολογικού σχεδιασμού, αποτελεί το πιο πρόσφατο σε μια σειρά μέτρων που έχουν ως σκοπό την αντιμετώπιση της εταιρικής φοροαποφυγής επιτρέποντας τον αυξημένο έλεγχο στις δραστηριότητες των φορολογικών ενδιάμεσων (διαμεσολαβητών).
Σύμφωνα με την Οδηγία, προβλέπεται η υποχρέωση των φορολογούμενων και των (διαμεσολαβητών) που σχεδιάζουν, προωθούν, οργανώνουν, καθιστούν διαθέσιμα για υλοποίηση ή διαχειρίζονται την εφαρμογή μιας δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης (σχήματος φορολογικού σχεδιασμού), να αναφέρουν στις αντίστοιχες φορολογικές αρχές τα εν λόγω σχήματα που θεωρούν δυνάμει επιθετικά και που περιέχουν ένα ή περισσότερα στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε φοροδιαφυγή. Φορολογικός ενδιάμεσος (διαμεσολαβητής) είναι οποιοδήποτε πρόσωπο (φυσικό πρόσωπο ή εταιρεία), όπως λογιστές, φορολογικοί σύμβουλοι, δικηγόροι, τράπεζες, συμβουλευτικές εταιρείες κλπ, οι οποίοι συνδράμουν τους πελάτες τους στη δημιουργία σχημάτων με σκοπό την ελάφρυνση των φορολογικών τους υποχρεώσεων. Φορολογικός ενδιάμεσος (διαμεσολαβητής) είναι, επίσης, κάθε πρόσωπο, το οποίο απευθείας ή μέσω άλλων προσώπων, παρέχει συνδρομή ή συμβουλή αναφορικά με τον σχεδιασμό, την προώθηση, οργάνωση, την διαθεσιμότητα για υλοποίηση ή την διαχείριση μιας δηλωτέας διασυνοριακής ρύθμισης.
Η οδηγία θεσπίζει ειδικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα για να τυποποιούνται οι τύποι των ρυθμίσεων (σχημάτων) που πρέπει να αναφέρονται στις φορολογικές αρχές. Η απαίτηση αναφοράς της ρύθμισης (σχήματος) δεν σημαίνει ότι είναι επιβλαβές, αλλά ότι ενδέχεται να παρουσιάζει ενδιαφέρον για περαιτέρω έλεγχο από τις φορολογικές αρχές. Ειδικότερα προβλέπονται πέντε κατηγορίες ρυθμίσεων που συγκεντρώνουν τα προβλεπόμενα στην Οδηγία ειδικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα (“Hallmarks”). Μία ρύθμιση είναι δηλωτέα εάν συγκεντρώνει τα ειδικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα έστω μιας κατηγορίας. Να σημειωθεί ότι για τις κατηγορίες Α΄ και Β΄ και ορισμένα στοιχεία της κατηγορίας Γ΄, μια ρύθμιση είναι δηλωτέα εάν καταλαμβάνεται και από τον λεγόμενο έλεγχο «κύριου πλεονεκτήματος» που σημαίνει ότι ένας από τους κύριους στόχους της ρύθμισης (σχήματος) είναι η απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος.
Η αναφορά στις φορολογικές αρχές των δηλωτέων διασυνοριακών ρυθμίσεων (σχημάτων) θα πραγματοποιείται εντός τριάντα ημερών από την ημέρα που η ρύθμιση (σχήμα) κατέστη διαθέσιμη προς υλοποίηση, δηλαδή όταν πραγματοποιήθηκε το πρώτο βήμα της υλοποίησης της ρύθμισης (σχήματος).
Στη συνέχεια, προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν αυτόματα τις πληροφορίες που λαμβάνουν από τους ενδιάμεσους (διαμεσολαβητές) μέσω μιας κεντρικής βάσης δεδομένων. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούν να εντοπίζονται νωρίτερα νέοι κίνδυνοι φοροαποφυγής και να λαμβάνονται μέτρα για να εξουδετερώνονται επιβλαβείς ρυθμίσεις. Τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να επιβάλλουν κυρώσεις στους ενδιάμεσους (διαμεσολαβητές) που δεν συμμορφώνονται με τα προβλεπόμενα στην Οδηγία μέτρα διαφάνειας.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν την Οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019. Οι νέες απαιτήσεις αναφοράς θα τεθούν σε εφαρμογή την 1η Ιουλίου 2020. Τα κράτη μέλη θα υποχρεούνται να ανταλλάσσουν πληροφορίες ανά τρίμηνο, εντός ενός μηνός από το τέλος του τριμήνου, κατά το οποίο υποβλήθηκαν οι πληροφορίες. Συνεπώς, η πρώτη αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών θα ολοκληρωθεί έως τις 31 Οκτωβρίου 2020.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται από τη θεωρία, η υποχρέωση να δηλωθούν οι σχετικές συναλλαγές είναι πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα, καθώς μολονότι η Οδηγία θα τεθεί σε ισχύ 1η Ιουλίου 2020, ωστόσο θα ισχύσει αναδρομικά για τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν από τις 25 Ιουνίου 2018. Έτσι, οι συναλλαγές που έχουν ήδη ξεκινήσει να είναι διαθέσιμες προς εφαρμογή ή έχουν εφαρμοστεί από τις 25 Ιουνίου 2018 και μετά, πρέπει να δηλωθούν αναδρομικά στις φορολογικές αρχές μέχρι τις 31 Αυγούστου 2020 αν θεωρηθεί ότι εμπίπτουν σε κάποια από τις προβλεπόμενες στην Οδηγία κατηγορίες.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Οδηγία για τους φορολογικούς (δια)μεσολαβητές αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τη δράση 12 του σχεδίου δράσης του ΟΟΣΑ του 2013 για την πρόληψη της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μεταφοράς κερδών (“BEPS project”) αναφορικά με τους κανόνες υποχρεωτικής αποκάλυψης/αναφοράς σχημάτων επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού.
Μία άλλη σημαντική πρωτοβουλία για την ενίσχυση της φορολογικής διαφάνειας είναι η πρόταση Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον καθορισμό ελάχιστων κοινών προτύπων για την ενίσχυση της προστασίας των προσώπων που καταγγέλλουν παραβάσεις του δικαίου της Ένωσης (των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος στην ΕΕ).
Σε δελτίο τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Απρίλιο του 2018 αναφέρεται ότι τα πρόσφατα σκάνδαλα, όπως το “Dieselgate”, τα “LuxLeaks”, τα “Panama Papers” ή οι εν εξελίξει αποκαλύψεις για την “Cambridge Analytica”, καταδεικνύουν ότι οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην αποκάλυψη παράνομων δραστηριοτήτων που βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον και την ευημερία των πολιτών και της κοινωνίας γενικότερα.
Οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος μπορούν να βοηθούν στον εντοπισμό, τη διερεύνηση και την επιβολή κυρώσεων για παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου. Η πρόταση προβλέπει την προστασία των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος για ένα ευρύ φάσμα παραβιάσεων της ενωσιακής νομοθεσίας σε διάφορους τομείς, μεταξύ των οποίων τις παραβάσεις των ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού, τις παραβιάσεις και την κατάχρηση των κανόνων για τη φορολόγηση των εταιρειών και τη ζημία στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ, καθώς και την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Ειδικότερα, στον τομέα της φορολογίας, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι πράξεις που παραβιάζουν τους κανόνες για τη φορολογία των εταιρειών και διακανονισμοί με στόχο την απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος και την αποφυγή νόμιμων υποχρεώσεων ματαιώνουν το αντικείμενο ή τον σκοπό της εφαρμοστέας νομοθεσίας περί φορολογίας εταιρειών και επηρεάζουν αρνητικά την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Μπορούν να προκαλέσουν αθέμιτο φορολογικό ανταγωνισμό και εκτεταμένη φοροδιαφυγή, στρεβλώνοντας τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις και επιφέροντας απώλεια φορολογικών εσόδων για τον προϋπολογισμό των κρατών μελών και της Ένωσης συνολικά.
Η Οδηγία καθορίζει ασφαλείς διαύλους για την υποβολή αναφορών τόσο εντός ενός οργανισμού όσο και στις δημόσιες αρχές που θα διασφαλίζουν την εμπιστευτικότητα· και απαιτεί από τις εθνικές αρχές να ενημερώνουν τους πολίτες και να παρέχουν κατάρτιση για τις δημόσιες αρχές σχετικά με τον τρόπο χειρισμού των μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος.
Ειδικότερα, προβλέπεται ένα τριαδικό σύστημα υποβολής αναφορών που αποτελείται από εσωτερικούς διαύλους υποβολής αναφορών, από την υποβολή αναφορών στις αρμόδιες αρχές σε περίπτωση που οι εσωτερικοί δίαυλοι δεν λειτουργούν ή δεν θα μπορούσε εύλογα να αναμένεται ότι λειτουργούν (π.χ. σε περίπτωση που η χρήση εσωτερικών διαύλων θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των ερευνητικών δράσεων των επιφορτισμένων αρχών), καθώς και από την υποβολή αναφορών δημοσίως / στα μέσα ενημέρωσης σε περίπτωση που δεν αναληφθεί προσήκουσα δράση μετά την υποβολή αναφορών μέσω άλλων διαύλων ή σε περίπτωση επικείμενου ή πρόδηλου κινδύνου για το δημόσιο συμφέρον ή πρόκλησης ανεπανόρθωτης βλάβης.
Τέλος, προβλέπονται κατάλληλες, αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις οι οποίες είναι απαραίτητες αφενός, προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των κανόνων σχετικά με την προστασία των καταγγελλόντων, ώστε να τιμωρούνται και να αποθαρρύνονται προληπτικά ενέργειες που αποσκοπούν στην παρακώλυση της υποβολής καταγγελιών, αντίποινα, κακόβουλες αγωγές σε βάρος καταγγελλόντων και παραβάσεις της υποχρέωσης τήρησης του εμπιστευτικού χαρακτήρα της ταυτότητά τους, και, αφετέρου, προκειμένου να αποθαρρύνεται η κακόβουλη και καταχρηστική υποβολή καταγγελιών. Όσοι επηρεάζονται από αναφορά μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος θα απολαύουν πλήρως του τεκμηρίου της αθωότητας, του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής, δίκαιης δίκης και του δικαιώματος υπεράσπισης.
Στη συνέχεια, εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η 5η Οδηγία κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Να υπενθυμίσουμε ότι η πρόταση είχε υποβληθεί από την Επιτροπή τον Ιούλιο του 2016 στον απόηχο των τρομοκρατικών επιθέσεων και των αποκαλύψεων του σκανδάλου των «εγγράφων του Παναμά» (“Panama Papers”), και αποτελεί μέρος του σχεδίου δράσης της Επιτροπής του Φεβρουαρίου 2016 για την ενίσχυση της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Καθορίζει μια σειρά μέτρων για την καλύτερη καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και για τη διασφάλιση αυξημένης διαφάνειας στις οικονομικές συναλλαγές.
Τέλος, εντός του 2018 υπήρξε σημαντική πρόοδος και στο ζήτημα του ενωσιακού καταλόγου των μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας, ο οποίος δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το Δεκέμβριο του 2017 και είχε ως στόχο την προώθηση της χρηστής διακυβέρνησης στον τομέα της φορολογίας παγκοσμίως και την αποτροπή της φοροαποφυγής, της φορολογικής απάτης και της φοροδιαφυγής.
Ειδικότερα, ο κατάλογος επικαιροποιήθηκε λαμβάνοντας υπόψη αφενός τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει οι περιοχές δικαιοδοσίας που βρίσκονται στον κατάλογο για τη μεταρρύθμιση των φορολογικών πολιτικών τους, καθώς και μια αξιολόγηση των περιοχών δικαιοδοσίας, για τις οποίες δεν είχε ακόμη ληφθεί απόφαση για την καταχώρησή τους στον κατάλογο. Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο διέγραψε από τον κατάλογο τρεις δικαιοδοσίες, ενώ πρόσθεσε άλλες τρεις, καθώς οι χώρες αυτές απέτυχαν να αναλάβουν δεσμεύσεις σε υψηλό πολιτικό επίπεδο που να ανταποκρίνονται στο σύνολο των ανησυχιών της ΕΕ. Ταυτόχρονα, το Συμβούλιο αποφάσισε να προσθέσει στο παράρτημα ΙΙ ορισμένες περιοχές και συγκεκριμένα, λόγω των δεσμεύσεων που αναλήφθηκαν για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που εντοπίστηκαν από την ΕΕ. Μετά τις αλλαγές, παραμένουν στον κατάλογο της ΕΕ εννέα περιοχές δικαιοδοσίας.
Περαιτέρω, πρέπει να σημειωθεί ότι έχουν γίνει ενέργειες προς ενίσχυση της διαφάνειας αναφορικά με την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν οι αρχές τρίτων χωρών.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τον Μάρτιο του 2018 Ανακοίνωση αναφορικά με τις νέες απαιτήσεις για την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής στην ενωσιακή νομοθεσία που αφορά κυρίως στις δραστηριότητες χρηματοδότησης και επενδύσεων υλοποιώντας με τον τρόπο αυτό τη δέσμευσή της να συμπληρώσει τον κοινό ενωσιακό κατάλογο των μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας με αποτελεσματικά αντίμετρα. Στο πλαίσιο αυτό εγκρίθηκαν κατευθυντήριες γραμμές, οι οποίες αποτελούν το πρώτο βήμα για να σταματήσει η μεταφορά κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης από διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (ΔΧΟ), όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), οι φορείς αναπτυξιακής χρηματοδότησης (DFI), συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Ταμείου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (ΕΤΒΑ), και άλλους επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους μέσω μη συνεργάσιμων περιοχών φορολογικής δικαιοδοσίας και εξασφαλίζουν ότι τα κονδύλια της ΕΕ δεν συμβάλλουν ακούσια στην παγκόσμια φοροαποφυγή.
Περαιτέρω, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε τον Απρίλιο του 2018 πρόταση για την υιοθέτηση Οδηγίας για την τροποποίηση της οδηγίας 2017/1132 όσον αφορά τις διασυνοριακές μετατροπές, συγχωνεύσεις και διασπάσεις. Ειδικότερα, πρότεινε νέους κανόνες για το εταιρικό δίκαιο, με σκοπό να καταστεί ευκολότερη η συγχώνευση, η διάσπαση ή η μετακίνηση εταιρειών εντός της ενιαίας αγοράς. Οι νέοι κανόνες θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να μετακινούνται ή να αναδιοργανώνονται χωρίς άσκοπες νομικές επιπλοκές και με χαμηλότερο κόστος στην ενιαία αγορά, ενώ θα διασφαλίσουν, εκτός από την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων και των συμφερόντων των πιστωτών ή των μειοψηφούντων μετόχων, την πρόληψη καταχρηστικών ρυθμίσεων που αποσκοπούν στην παράκαμψη φορολογικών κανόνων ή θέτουν σε κίνδυνο.
Στόχος της Οδηγίας είναι να παρασχεθεί μια ειδική, διαρθρωμένη και πολυεπίπεδη διαδικασία για τις διασυνοριακές μετατροπές, η οποία θα διασφαλίζει έλεγχο της νομιμότητας της διασυνοριακής μετατροπής, συγχώνευσης ή διάσπασης αρχικά από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους αφετηρίας και στη συνέχεια από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προορισμού, λαμβανομένων υπόψη όλων των συναφών στοιχείων και πληροφοριών. Κρίσιμο στοιχείο της προβλεπόμενης διαδικασίας είναι ότι θα εμποδίζεται η διασυνοριακή μετατροπή ή διάσπαση όταν κρίνεται ότι συνιστά κατάχρηση, δηλαδή όταν αποτελεί τεχνητή μεθόδευση που αποσκοπεί στην αποκόμιση αδικαιολόγητων φορολογικών πλεονεκτημάτων ή στην αδικαιολόγητη προσβολή των νόμιμων ή συμβατικών δικαιωμάτων εργαζομένων, πιστωτών ή εταίρων της μειοψηφίας.
Οι νέοι κανόνες συμπληρώνουν πρόσφατες πρωτοβουλίες για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης. Όπως αναφέρεται και στο Προοίμιο της Οδηγίας, η αύξηση των δυνατοτήτων διασυνοριακής πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με τις εταιρείες θα συμβάλει στη διασφάλιση της δίκαιης φορολόγησης εκεί όπου παράγονται τα κέρδη. Οι προβλεπόμενες εγγυήσεις κατά της κατάχρησης των διαδικασιών μετατροπής και διάσπασης με σκοπό την αποκόμιση, μέσω τεχνητών ρυθμίσεων, αδικαιολόγητων φορολογικών πλεονεκτημάτων θα συμβάλουν στις προσπάθειες της Ένωσης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής.
Περαιτέρω, προβλέπεται η χρήση ψηφιακών εργαλείων, και ιδίως η ανταλλαγή πληροφοριών για τις εταιρείες που συμμετέχουν σε διασυνοριακές μετατροπές, συγχωνεύσεις και διασπάσεις μεταξύ των μητρώων επιχειρήσεων μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων επιχειρήσεων (“BRIS”), η οποία συνάδει απόλυτα με τον στόχο της ψηφιοποίησης των διαδικασιών εταιρικού δικαίου στο πλαίσιο της ψηφιακής ενιαίας αγοράς και συμπληρώνει τα στοιχεία ψηφιοποίησης που περιλαμβάνονται στην πρόταση για την ψηφιοποίηση, η οποία αποσκοπεί στην προώθηση ψηφιακών εργαλείων και διαδικασιών σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής των εταιρειών.
Σημαντική πρόοδος επιτεύχθηκε εντός του 2018 και στο ζήτημα του πακέτου μεταρρυθμίσεων του συστήματος εταιρικού φόρου. Ειδικότερα τον Μάρτιο του 2015 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε τις τροποποιήσεις της Πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ψήφιση Οδηγίας της Κοινής Ενοποιημένης Εταιρικής Φορολογικής Βάσης (“Common Consolidated Corporate Tax Base” (CCCTB)). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε επίσης το σύστημα Κοινής Εταιρικής Φορολογικής Βάσης (“Common Corporate Tax Base” (CCTB)). Εντωμεταξύ η Γαλλία και η Γερμανία εξέδωσαν τον Ιούνιο του 2018 ένα κοινό έγγραφο αναφορικά με τις προτάσεις, με το οποίο υιοθετούν μια κοινή θέση όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, την φορολογική βάση και τα μέτρα για την αντιμετώπιση της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών στην αλλοδαπή που υποστηρίζουν σε σχέση με την Κοινή Εταιρική Φορολογική Βάση.
Στη συνέχεια, τον Μάϊο του 2018 δόθηκε στη δημοσιότητα το Ψηφιακό Φορολογικό Πακέτο (Digital Tax Package), το οποίο περιλαμβάνει δύο προτάσεις Οδηγιών αναφορικά με την φορολογία των ψηφιακών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (digital business activities) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και μια Σύσταση για την επαναδιαπραγμάτευση των φορολογικών συμβάσεων των κρατών μελών της ΕΕ με τις χώρες εκτός Ένωσης. 
Η πρώτη Πρόταση αφορά στην κοινή μεταρρύθμιση των κανόνων της ΕΕ για τη φορολόγηση των εταιρειών στον τομέα των ψηφιακών δραστηριοτήτων, ώστε τα κέρδη να καταγράφονται και να φορολογούνται εκεί όπου οι επιχειρήσεις έχουν σημαντική αλληλεπίδραση με τους χρήστες μέσω ψηφιακών διαύλων. Η προσέγγιση αυτή αποτελεί την προτιμώμενη μακροπρόθεσμη λύση της Επιτροπής.
Η πρόταση αυτή θα δώσει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να φορολογούν τα κέρδη που παράγονται στην επικράτειά τους, ακόμη και αν η επιχείρηση δεν έχει φυσική παρουσία εκεί. Οι νέοι κανόνες θα διασφαλίσουν ότι οι διαδικτυακές επιχειρήσεις συνεισφέρουν στα δημόσια οικονομικά στο ίδιο επίπεδο με τις συμβατικού τύπου επιχειρήσεις με φυσική παρουσία.
Η δεύτερη πρόταση προβλέπει τη θέσπιση ενός προσωρινού φόρου που να καλύπτει τις κύριες ψηφιακές δραστηριότητες, οι οποίες επί του παρόντος διαφεύγουν εντελώς τη φορολόγηση στην ΕΕ. Ο προσωρινός φόρος διασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες που επί του παρόντος δεν υπόκεινται σε πραγματική φορολόγηση θα αρχίσουν να παράγουν άμεσα έσοδα για τα κράτη μέλη. Ο φόρος αυτός θα συμβάλει επίσης στο να αποφευχθεί η λήψη μονομερών μέτρων για τη φορολόγηση των ψηφιακών δραστηριοτήτων σε ορισμένα κράτη μέλη, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα συνονθύλευμα εθνικών κανόνων, το οποίο θα ήταν επιζήμιο για την ενιαία αγορά.
Σε αντίθεση με την κοινή μεταρρύθμιση των υποκείμενων κανόνων φορολόγησης σε επίπεδο ΕΕ, ο έμμεσος αυτός φόρος θα εφαρμόζεται στα έσοδα που παράγονται από ορισμένες ψηφιακές δραστηριότητες που εκφεύγουν εντελώς του ισχύοντος φορολογικού πλαισίου. Το σύστημα αυτό θα εφαρμοστεί μόνον ως προσωρινό μέτρο, έως ότου τεθεί σε εφαρμογή η ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση με ενσωματωμένους μηχανισμούς για τη μείωση του ενδεχομένου διπλής φορολόγησης.
Ακολούθως, τον Μάϊο 2018 η Επιτροπή πρότεινε δέσμη μέτρων για τη δημιουργία ενός μελλοντικού συστήματος ΦΠΑ στην ΕΕ που θα είναι θωρακισμένο έναντι της απάτης. Τον Οκτώβριο 2017 η Επιτροπή πρότεινε τις βασικές αρχές για τη δημιουργία ενιαίου χώρου ΦΠΑ στην ΕΕ για την αντιμετώπιση της απάτης που πλήττει τους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών της ΕΕ και εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 50 δισ. ευρώ ετησίως.
Στα βασικά στοιχεία της πρότασης περιλαμβάνεται η απλούστευση του τρόπου φορολόγησης των αγαθών, από την οποία αναμένεται δραστική μείωση της απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, και η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα οι διασυνοριακές εμπορευματικές συναλλαγές να ορίζονται ως «ενιαία φορολογητέα παροχή» και έτσι να διασφαλίζεται ότι τα αγαθά φορολογούνται στο κράτος μέλος, στο οποίο τελειώνει η μεταφορά των αγαθών, η δημιουργία μιας ενιαίας διαδικτυακής πύλης («μονοαπευθυντικής θυρίδας») για τους συναλλασσομένους στην ΕΕ που πραγματοποιούν συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων (B2B), καθώς και η μείωση της γραφειοκρατίας.
Σημαντικές εξελίξεις εντός του 2018 υπήρξαν και αναφορικά με τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε σχέση με τις φορολογικές κρατικές ενισχύσεις. Να υπενθυμίσουμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το 2013 είχε προχωρήσει στη διεξαγωγή έρευνας αναφορικά με τις πρακτικές έκδοσης φορολογικών συμφωνιών (tax rulings) στα Κράτη μέλη της ΕΕ. Μετά από μια σειρά αποφάσεις στις υποθέσεις Fiat, Starbucks, καθεστώς απαλλαγής για τα πλεονάζοντα κέρδη στο Βέλγιο (Excess Profit Exemption in Belgium), Apple και Amazon τα προηγούμενα χρόνια, το 2018 προχώρησε στην δημοσίευση δύο ακόμη αποφάσεων στις υποθέσεις Engie και McDonald’s.
Ενώ στην υπόθεση Engie, η Επιτροπή κατέληξε ότι οι φορολογικές αποφάσεις/συμφωνίες (tax rulings) χορηγούσαν ένα επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα στην εταιρεία επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό στον όμιλο να καταβάλλει λιγότερους φόρους σε σχέση με άλλες εταιρείες που υπόκεινται στους ίδιους εθνικούς φορολογικούς κανόνες και επομένως παραβίαζαν του ενωσιακούς κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, αντιθέτως στην υπόθεση McDonaln’s η Επιτροπή κατέληξε ότι οι φορολογικές αρχές του Λουξεμβούργου δεν εφάρμοσαν εσφαλμένως την επίμαχη Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας μεταξύ Λουξεμβούργου και ΗΠΑ και ότι το πλεονέκτημα που χορηγήθηκε στην εταιρεία McDonald’s δεν μπορούσε να θεωρηθεί παράνομη κρατική ενίσχυση.
Καταληκτικά να σημειωθεί ότι η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην υπόθεση McDonald’s και ιδίως η προσέγγισή της αναφορικά με την έννοια της επιλεκτικότητας των φορολογικών μέτρων είναι ιδιαιτέρως σημαντική ενόψει και των εκκρεμών υποθέσεων στο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο οποίο έχουν προσφύγει οι εταιρείες Starbucks, Apple, Fiat, Amazon και ENGIE, καθώς και αναφορικά με το καθεστώς απαλλαγής για τα πλεονάζοντα κέρδη στο Βέλγιο (Excess Profit Exemption in Belgium), για την ακύρωση των σχετικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί ύπαρξης κρατικών ενισχύσεων στις εν λόγω υποθέσεις.
Τέλος, θα κάνω μια σύντομη αναφορά σε ορισμένες εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύθηκαν εντός του 2018. Καταρχήν, δημοσιεύθηκε η έκθεση για τους δείκτες επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, στις οποίες εντοπίζονται κράτη μέλη της ΕΕ (Κύπρος, Μάλτα, Ολλανδία και Ιρλανδία), όπου οι οικονομικοί δείκτες, όπως ο δείκτης των αλλοδαπών άμεσων επενδύσεων, των εταιρικών κερδών, της πληρωμής καθαρών δικαιωμάτων (royalties) ως ποσοστό του ΑΕΠ, δείχνουν ότι οι χώρες αυτές διευκολύνουν τις επιζήμιες φορολογικές πρακτικές.
Επίσης, εντός του 2018 δημοσιεύθηκαν και οι Εκθέσεις για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο. Σε συνέχεια των εκθέσεων, το Συμβούλιο Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών Υποθέσεων ενέκρινε στη συνεδρίαση στις 22 Ιουνίου 2018 σχέδιο συστάσεων αναφορικά με τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές με βάση τη διαδικασία παρακολούθησης των Εκθέσεων Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για το 2018.    
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε, επίσης, τον Ιούνιο του 2018 μια έκθεση, στην οποίαν αναλύει τα χαρακτηριστικά της φορολογίας που διαπιστώθηκαν στα κράτη μέλη της ΕΕ, την Ισλανδία και την Νορβηγία. Στην έκθεση εξετάσθηκαν βασικοί φορολογικοί δείκτες για την περίοδο 2004 έως 2016. Σύμφωνα με την έκθεση, τα φορολογικά έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξήθηκαν σε δέκα εννέα κράτη μέλη της ΕΕ στην προαναφερθείσα περίοδο, αν και οι συντελεστές φορολογίας διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών αυτών. Μεταξύ των διαπιστώσεων της έκθεσης, σημαντικές είναι η μείωση των φορολογικών εσόδων από την μισθωτή εργασία την περίοδο από το 2009 έως το 2016, η συνεχόμενη αύξηση των εσόδων από την περιουσία από το 2009 και εφεξής, καθώς και η σταδιακή μείωση της φορολογίας εισοδήματος εταιρειών μετά το 2009 (αν και αυξανόμενη σε σχέση με το ΑΕΠ). Η έκθεση στηρίζεται σε συγκρίσιμα φορολογικά δεδομένα από τις Εθνικές Στατιστικές Υπηρεσίες των κρατών μελών της ΕΕ, τα οποία απεστάλησαν και επικυρώθηκαν στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) και τα οποία είναι σύμφωνα με το εναρμονισμένο Σύστημα Εθνικών και τοπικών Λογαριασμών (ESA 2010).
Καταληκτικά οι προαναφερόμενες δράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχουν ως σκοπό την αντιμετώπιση των προκλήσεων, όπως αυτές έχουν διατυπωθεί στο κείμενο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναφορικά νε την φορολογική πολιτική στην ΕΕ και ειδικότερα την δίκαιη φορολόγηση, την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της φορολογικής απάτης, καθώς και την μείωση της φοροαποφυγής, με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.
Η φορολογική πολιτική της ΕΕ σύμφωνα με την παραδοσιακή προσέγγιση αποτελεί το απαραίτητο συμπληρωματικό μέτρο για την διευκόλυνση της ορθής λειτουργίας της ενιαίας αγοράς, κάτι το οποίο δεν απαιτούσε την πλήρη εναρμόνιση των φορολογικών συστημάτων των κρατών μελών της ΕΕ. Ωστόσο, σήμερα υπό την πίεση των νέων προκλήσεων της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, ο σκοπός της φορολογικής πολιτικής της ΕΕ επεκτάθηκε από την κατάργηση των φορολογικών εμποδίων στην αντιμετώπιση του επιζήμιου φορολογικού ανταγωνισμού, της φορολογικής απάτης και της φοροαποφυγής, γεγονός που απαιτεί μεγαλύτερη συνοχή της φορολογικής πολιτικής της ΕΕ.
Η δημιουργία μιας δημοσιονομικής Ένωσης αποτελεί σύμφωνα με ορισμένους την απάντηση στις προαναφερόμενες προκλήσεις, κάτι που προς στιγμήν φαίνεται να μην είναι απολύτως ρεαλιστικό, εάν μάλιστα σκεφτούμε ότι οι αποφάσεις για τα φορολογικά ζητήματα λαμβάνονται στο Συμβούλιο με ομοφωνία, ενώ οι σχετικές προτάσεις για την υιοθέτηση του κανόνα της πλειοψηφίας εξακολουθούν και βρίσκουν αντίδραση από πολλά κράτη μέλη της ΕΕ κατ’επίκληση της εθνικής φορολογικής κυριαρχίας._ 
 AIKATERINI SAVVAIDOU

AIKATERINI SAVVAIDOU 

 1st degree connection

Associate Professor at Aristotle University, Jean Monnet Chair holder, Former Secretary General for Public Revenue

Greece

Δεν υπάρχουν σχόλια: