Αν και ήταν γνωστό τι ισχύει από προφορικές απαντήσεις στελεχών του υπουργείου εργασίας για το ποιος πληρώνει άδεια και επίδομα άδειας κατά την αναστολή σύμβασης λόγω κορωνοϊού, τώρα το έχουμε και εγγράφως.
Σε σχετικό έγγραφό του λοιπόν (38404/1238/2020) το υπουργείο εργασίας, αναφέρει:
– Η αναστολή της εργασιακής σχέσης, αναστέλλει κατ’ αρχήν την εκτέλεση των υποχρεώσεων των μερών για το χρονικό διάστημα αυτής, όμως δεν την καταλύει. Απλώς αναστέλλει την ενέργεια και τη λειτουργία της εργασιακής σχέσης, με διατήρησή της όμως προς το σκοπό της συνέχισής της, όταν εκλείψει ο λόγος αναστολής. Η αναστολή αναφέρεται στις κύριες υποχρεώσεις των μερών από την εργασιακή σχέση, δηλαδή στην υποχρέωση παροχής της συμφωνημένης εργασίας και σ’ εκείνη της υποχρέωσης καταβολής του συμφωνημένου ή νόμιμου μισθού. Αντιθέτως, οι λοιπές παρεπόμενες υποχρεώσεις των μερών δεν επηρεάζονται, ενώ ο χρόνος αναστολής υπολογίζεται κατά κανόνα, ως χρόνος εργασίας για όλα τα δικαιώματα του εργαζόμενου, που στηρίζονται στην απασχόλησή του (Α.Π. 317/53, 463/63, Πρωτ. Θεσ/κης 30/60, Α.Π. 231/53, Π. Θεσ/κης 1312/72,Α.Π. 751/87 κλπ.,Ι. Κουκιάδης: εργατικό δίκαιο 1984 σελ. 643- 649).
Ειδικότερα και σε ότι αφορά την ετήσια κανονική άδεια των μισθωτών, επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παρ.6 του αρ.2 του Α.Ν. 539/1945, για τον υπολογισμό του χρόνου απασχόλησης των μισθωτών, τα διαστήματα, κατά τα οποία ο μισθωτός απείχε ή απέχει από την εργασία του, λόγω βραχείας ασθενείας στρατεύσεως, απεργίας, ανταπεργίας ή ανωτέρας βίας, δεν θεωρούνται ως χρόνος μη απασχολήσεως, ούτε συμψηφίζονται με τις ημέρες αδείας τις οποίες αυτός δικαιούται.
Ενόψει των ανωτέρω νομικών και νομολογιακών δεδομένων, καθίσταται εμφανές ότι οι εργαζόμενοι που τελούν σε αναστολή της εργασιακής τους σχέσης, είτε λόγω απαγόρευσης λειτουργίας της επιχειρηματικής δραστηριότητας της επιχείρησης στην οποία εργάζονται, με εντολή δημόσιας αρχής, είτε επειδή οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται έχουν προβεί σε αναστολή των συμβάσεων εργασίας μέρους ή συνόλου των εργαζομένων τους, προκειμένου να προσαρμόσουν τις λειτουργικές ανάγκες τους στο δυσμενές περιβάλλον που δημιουργείται, εξακολουθούν να δικαιούνται άδεια και επίδομα αδείας καθώς ο χρόνος αναστολής υπολογίζεται ως χρόνος εργασίας για τα συγκεκριμένα δικαιώματα.
Ευνόητο είναι ότι οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι δεν μπορούν να λάβουν την ετήσια κανονική τους άδεια κατά το χρονικό διάστημα που τελούν σε προσωρινή αναστολή της εργασιακής τους σχέσης, δεδομένου ότι η άδεια χορηγείται σε εργάσιμες ημέρες, οι οποίες δεν συμψηφίζονται με τις ημέρες τις οποίες ο εργαζόμενος ήταν σε αναστολή.
Επιπλέον και σε ότι αφορά στο επίδομα αδείας, αυτό με βάση τις γενικές διατάξεις για την άδεια, ακολουθεί την άδεια και καταβάλλεται, από τον εργοδότη, μαζί με τις αποδοχές αδείας του μισθωτού, κατά την έναρξη της αδείας του μισθωτού, κατ΄αναλογία πάντα των ημερών αδείας που λαμβάνει κάθε φορά ο μισθωτός.
Επιπροσθέτως, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Α.Ν. 539/1945, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 15 του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966, σε συνδυασμό με την παρ. 1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 539/1945, όπως ισχύει, με το άρθρο 1 του Ν. 3302/2004, καθώς και με την αρ.πρ. 3392/1-3-2005 Εγκύκλιο επί του άρθρου αυτού, η κανονική άδεια θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη κατά τέτοιο τρόπο ώστε να έχει εξαντληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους, ακόμη και εάν δεν έχει ζητηθεί από τον εργαζόμενο, δεδομένου ότι δεν επιτρέπεται μεταφορά της αδείας σε επόμενο έτος, έστω και αν αυτό έγινε με τη συναίνεση του εργαζομένου.
Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο (απόλυση, αποχώρηση απ’ την εργασία κ.λ.π.) πριν λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός δικαιούται από τον εργοδότη, σύμφωνα με το άρθρο 1, παρ. 3 του Ν. 1346/1983, αποζημίωση αδείας και επίδομα αδείας σύμφωνα με τις αποδοχές που θα ελάμβανε αν του είχε χορηγηθεί η άδεια.
Η αποζημίωση αδείας καθώς και το επίδομα αδείας θα πρέπει, σύμφωνα και με την υπ. Αρ. 97/09 Απόφαση του Αρείου Πάγου, να λαμβάνονται από τον εργαζόμενο κατά το χρόνο της λύσης της σχέσης εργασίας, που αποτελεί και τη δήλη ημέρα πληρωμής.
Εύλογο είναι ότι το ίδιο ισχύει και επί συμβάσεων ορισμένου χρόνου των οποίων η διάρκεια έληξε χωρίς να έχει χορηγηθεί η νομίμως προβλεπόμενη άδεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου