Διαχωρίζει οριστικά η ΕΚΤ τα παλιά από τα νέα "κόκκινα" δάνεια
του Γ. Αγγέλη
Τις επόμενες εβδομάδες οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα λάβουν μία επιστολή από την Φρανκφούρτη με την οποία θα διευκρινίζεται το πώς βλέπουν στην ΕΚΤ την αλλαγή των κανόνων για τις (αυξημένες) προβλέψεις στα NPLs.
Το βασικό στοιχείο διευκρίνισης της επιστολής αφορά στον "οριστικό” διαχωρισμό των παλιών με τα νέα (μετά την 1/1/2018) "κόκκινα δάνεια”.
Στην ίδια επιστολή θα διευκρινίζεται ότι μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2018 θα εξαιτασθεί με όρους συνεργασίας το πλάνο της κάθε τράπεζας για την εκκαθάριση των "κοκκινων δανείων” και θα αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητά του. Δηλαδή θα αποφασισθεί αν θα πρέπει να "βελτιωθεί”, να αλλάξει ή αν είναι επαρκές.
Αυτό όμως θα αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μέχρι τις 31/12/2017, όχι τα νέα, για τα οποία θα ισχύσουν οι νέοι κανόνες αυξημένων προβλέψεων που έχουν ήδη δοθεί προς διαβούλευση. Ο διαχωρισμός αυτός είναι ιδιαίτερα σημαντικός καθώς τελευταία είχε δημιουργηθεί αρκετή σύγχυση για το ενδεχόμενο επέκτασης των κανόνων που θα ισχύσουν για τα νέα NPLs και στα παλιά.
Για τα νέα δάνεια η πρόθεση αλλά και τα αποτελέσματα της μέχρι στιγμής διαβούλευσης οδηγούν σύμφωνα με διοικητικά στελέχη της ΕΚΤ σε οριστικοποίηση κανόνων που θα προβλέπουν αυξημένη στο 100% κάλυψη των μη εγγυημένων δανείων (NPLs) μέσα σε μία διετία, ενώ η αντίστοιχη πρόβλεψη θα πρέπει να γίνει σε μία επταετία για τα NPLs που διαθέτουν εγγυήσεις.
Ένα επιπλέον στοιχείο που έρχεται στο προσκήνιο μέσω άτυπων ενημερώσεων που γίνονται τελευταία από στελέχη της ΕΚΤ είναι ότι προχωρά "η προσπάθεια να συγκεντρωθεί η προσοχή στο θέμα της εποπτείας των παράγωγων προϊόντων στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα...”.
Το σημείο αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό καθώς πέραν του ότι αγγίζει μεγάλο αριθμό γαλλικών και γερμανικών τραπεζών, αφορά και σε θέματα που εγείρουν οι αμερικανικές τράπεζες απέναντι σε ρυθμίσεις που έχουν να κάνουν με το κανονιστικό πλαίσιο των ευρωπαϊκών τραπεζών που θα εμπλακούν σε διαδικασίες αναδιάρθρωσης ή εκκαθάρισης. Τα μεγέθη στον τομέα των παράγωγων προϊόντων είναι τεράστια, σύμφωνα με εκτιμήσεις ξεπερνούν το μισό τρισ ευρω και ανησυχούν ιδιαίτερα την ΕΚΤ...
Τα 2+1 σενάρια για τις τράπεζες - με βούλα ΔΝΤ τα stress tests
Από τη Νένα Μαλλιάρα
Οι ισορροπίες που έχουν επιτευχθεί µε το ΔΝΤ για τις ελληνικές τράπεζες, µετά την πρόσφατη "οπισθοχώρηση" από την απαίτησή του για τη διεξαγωγή AQRs, είναι εύθραυστες και αναμφίβολα παρεμβαίνουν ανάμεσα σ' αυτές και την εποπτεία της ΕΚΤ.
Η βάση αυτής της συμφωνίας, που έχει εμφανισθεί ως συμβιβαστική μεταξύ ΔΝΤ και ΕΚΤ, στην πραγματικότητα αυξάνει τα σενάρια του stress test σε "δύο συν ένα".
Τα δύο σενάρια που, ούτως ή άλλως, η ΕΚΤ τοποθετεί ως βάση με μια ευνοϊκή και μια αναμενόμενη συνθήκη, συμπληρώνονται από μία τρίτη δυσμενή εκδοχή, της οποίας οι παράμετροι θα επηρεασθούν από τις απαιτήσεις/προβλέψεις του ΔΝΤ.
Αυτό το σενάριο που εμμέσως θα έχει τη "βούλα" του ΔΝΤ, καθορίζεται από μια εξαιρετικά αρνητική πρόβλεψη για την πορεία της οικονομίας (μεγάλη ύφεση) και κατά συνέπεια τη νέα σημαντική αύξηση και εκτροχιασμό από τους στόχους των μη εξυπηρετούμενων δανείων...
Είναι χαρακτηριστικό ότι ορισμένοι Έλληνες τραπεζίτες δεν διστάζουν να σχολιάσουν τη δυσκολία της κατάστασης και να προβλέψουν ότι σε ένα τέτοιο περιβάλλον (αρνητικό σενάριο) το ενδεχόμενο νέων συγχωνεύσεων δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί, πέραν των αναγκαίων ΑΜΚ.
Ανάμεσα στα αναμενόμενα σενάρια της ΕΚΤ και το εξαιρετικά αυστηρό τρίτο σενάριο με όρους ΔΝΤ μεσολαβεί η "διακεκαυμένη ζώνη" της διαδικασίας των πλειστηριασμών και των πωλήσεων δανείων, από τη διαχείριση της οποίας θα κριθεί και η αξιολόγηση του αποτελέσματος των stress tests του Φεβρουαρίου...
Σ' αυτήν τη "διακεκαυµένη ζώνη" ειδικά των ηλεκτρονικών πλειστηριασµών, από τους οποίους θα εξαρτηθεί τόσο η εφεξής στάση του ΔΝΤ όσο και η στάση της ΕΚΤ εν όψει των stress tests του 2018, οι τράπεζες καλούνται να φέρουν αποτέλεσµα σε σύντοµο χρόνο για τη µείωση των "κόκκινων" δανείων. Ειδάλλως, διακινδυνεύουν να αξιολογηθούν µε πολύ αυστηρά κριτήρια στα επικείµενα τεστ αντοχής, µε κίνδυνο, όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές στο "Κεφάλαιο", να αναδειχθούν σε βασικό σενάριο οι παραδοχές του δυσµενούς σεναρίου με την "υπογραφή" του ΔΝΤ.
Η προοπτική αυτή, ενισχυµένη στην περίπτωση πιθανού εκτροχιασµού των θετικών προσδοκιών για την ανάπτυξη της oικονοµίας, αυξάνει την πίεση στις τράπεζες για "επιθετική" αντιµετώπιση των NPLs, κάνοντας αθροιστική χρήση όλων των µέσων για τη µείωσή τους.
Στόχος είναι όχι απλώς να επιτύχουν, αλλά να υπερβούν τη στοχοθεσία για τα τέλη του 2019, δείχνοντας άµεσα δείγµατα προς αυτή την κατεύθυνση, ικανά να άρουν τις ανησυχίες και τις "σιωπηρές" επιφυλάξεις που διατηρεί ακόµη το ΔΝΤ για την ανάγκη νέων κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες.
Στο πλαίσιο αυτό, οι πληροφορίες του "Κ" αναφέρουν ότι οι τράπεζες έχουν ανεβάσει τον στόχο για µείωση των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων τους µέχρι τα τέλη του 2019 κατά περίπου 4,5 δισ. ευρώ, στοχεύοντας το σύνολο των NPEs να έχει υποχωρήσει τότε στα 62,3 δισ. ευρώ, από 66,7 δισ. ευρώ που ανέφερε η αρχική στοχοθεσία του Ιουνίου 2016. Μάλιστα, ο στόχος των 62,3 δισ. ευρώ φέρεται να είναι βελτιωµένος κατά 1 δισ. ευρώ από ενδιάµεσο βελτιωµένο στόχο που είχαν θέσει οι τράπεζες για NPEs στα 63,4 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019.
Την ανάγκη έντασης των προσπαθειών στο µέτωπο των "κόκκινων" δανείων διαµηνύει σταθερά, είτε αµέσως είτε εµµέσως στις ελληνικές τράπεζες, ο SSM. Πέρα από τις τελευταίες επαφές που είχαν στη Φρανκφούρτη οι Έλληνες τραπεζίτες µε την αντιπρόεδρο του SSM, Σαµπίνε Λάουτενσλαγκερ, και το εκτελεστικό µέλος της ΕΚΤ, Μπενουά Κερέ, όπου κατέστη σαφής η κρισιµότητα που αποδίδεται στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασµούς και στο αποτέλεσµά τους, η επικεφαλής του SSM, Ντανιέλ Νουί, έστειλε την εβδοµάδα αυτή στις ελληνικές τράπεζες µήνυµα µέσω Κύπρου.
"Δεν πρέπει να υπάρχει καµία αµφιβολία ότι εξακολουθούν να απαιτούνται πρόσθετες και επίµονες προσπάθειες προκειµένου να διασφαλιστεί ότι µπορεί να επιτευχθεί διαρκής µείωση του επιπέδου των µη εξυπηρετούµενων δανείων σε µακροπρόθεσµο ορίζοντα.
Όσο περισσότερο διαρκεί η διαδικασία µείωσης των υψηλών επιπέδων µη εξυπηρετούµενων δανείων, ανάλογα πρέπει να επαναξιολογούνται και να αναπροσαρµόζονται τα επίπεδα των προβλέψεων. Αυτό τελικά λειτουργεί προς όφελος των τραπεζών, καθώς ελαχιστοποιεί τους κινδύνους που απειλούν την κεφαλαιακή τους βάση", είπε σε συνέντευξή της η επικεφαλής του SSM, αναφερόµενη µεν στο κυπριακό τραπεζικό σύστηµα, αλλά εµµέσως προφανώς και στο ελληνικό, το οποίο έχει αυτήν τη στιγµή τον υψηλότερο δείκτη NPLs πανευρωπαϊκά.
Η αναπροσαρμογή των στόχων
Οι εύθραυστες ισορροπίες με το ΔΝΤ και το ζητούμενο ΕΚΤ και τραπεζών να αποφευχθεί ο αιφνιδιασμός μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης, που μπορεί να προκύψει ως αναγκαία από τα stress tests του ερχόμενου έτους, προδιαγράφουν ότι η "μάχη" κατά των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα υιοθετήσει προσεχώς πολύ πιο επιθετική στρατηγική. Όπως αποκάλυψε το "Κ" την προηγούμενη εβδομάδα, σχεδόν διπλάσιος σε σχέση με τον αρχικό είναι πλέον ο στόχος για τις πωλήσεις "κόκκινων" δανείων, οι οποίες μέχρι τα τέλη του 2019 προγραμματίζονται σε περίπου 13 δισ. ευρώ, από 7,4 δισ. ευρώ προηγουμένως.
Σύμφωνα με νεότερες πληροφορίες του "Κ", τα επίπεδα των 13 δισ. ευρώ πρόκειται να ξεπεράσουν και οι ρευστοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς οι τράπεζες έχουν ανεβάσει κατά 2 δισ. ευρώ τον στόχο για τους πλειστηριασμούς μέχρι τα τέλη του 2019. Με βάση τον αρχικό σχεδιασμό, οι τράπεζες υπολόγιζαν μείωση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους μέχρι το 2019, μέσω πλειστηριασμών, κατά 11,5 δισ. ευρώ.
Η ενίσχυση της συμβολής πλειστηριασμών και πωλήσεων στο μείγμα μείωσης των "κόκκινων" δανείων θα αντισταθμίσει το μερίδιο των διαγραφών. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του "Κ", μετά τον "πάγο" που έβαλε ο SSM στις διαγραφές μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι τράπεζες χαμηλώνουν τον πήχη για μελλοντικές διαγραφές κατά 2,5 δισ. ευρώ, έναντι του αρχικού σχεδιασμού για διαγραφές NPLs ύψους 13,9 δισ. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2019.
Σημειώνεται ότι στην τελευταία έκθεσή της για τους επιχειρησιακούς στόχους μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών η ΤτΕ είχε επισημάνει ότι οι εκτεταμένες διαγραφές δανείων ήταν το σημαντικότερο μέσο μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο α' εξάμηνο του 2017. Όπως ανέφερε η ΤτΕ, στο β' τρίμηνο του 2017 οι διαγραφές δανείων ανήλθαν σε 1,9 δισ. ευρώ, αγγίζοντας τα 3,3 δισ. ευρώ για το πρώτο μισό του έτους.
Σύμφωνα με όσα αναφέρουν τραπεζίτες στο "Κ" και τα οποία επιβεβαιώνουν προηγούμενα ρεπορτάζ περί του "κορεσμού" των ρυθμίσεων δανείων, οι προβλέψεις πλέον για τις εκτιμώμενες ανακτήσεις οφειλών από "κόκκινα" δάνεια μέχρι το 2019 περιορίζονται γύρω στα 2,5 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι το ποσό που αρχικώς είχε εκτιμηθεί ότι θα ανακτούσαν οι τράπεζες μέσω των ρυθμίσεων δανείων, το οποίο ήταν ούτως ή άλλως μικρό, αφού προσδιοριζόταν σε μόλις 6 δισ. ευρώ, τώρα χαμηλώνει στα 3,5 δισ. ευρώ.
Πρόκειται για το στοιχείο που "προσυπογράφει" την αναγκαιότητα πολύ δραστικών κινήσεων (πλειστηριασμών και πωλήσεων δανείων) για τη μείωση του όγκου των σημερινών περίπου 103 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών. Και το οποίο κρούει επίσης τον κώδωνα του κινδύνου για τυχόν καθυστερήσεις και αστοχίες, δεδομένου ότι, σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι τραπεζίτες στο "Κ", παράλληλα θα υπάρξουν δάνεια, τα οποία οι ίδιοι υπολογίζουν στο 1 δισ. ευρώ, τα οποία θα καταστούν εκ νέου μη εξυπηρετούμενα στο διάστημα μέχρι τα τέλη του 2019.
Σημειώνεται ότι ο τριμηνιαίος (για το β' τρίμηνο 2017) δείκτης αθέτησης (default rate) παραμένει σε επίπεδα άνω του 2%, ξεπερνώντας τον ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) και καθιστώντας, έτσι, τις εκτεταμένες διαγραφές δανείων το σημαντικότερο μέσο μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Ο κίνδυνος να επανέλθουν οι απαιτήσεις του Ταμείου
Οι φιλόδοξοι στόχοι των τραπεζών για τη μείωση των "κόκκινων" δανείων ανεβάζουν στα ύψη τον βαθμό δυσκολίας και την αγωνία των τραπεζιτών να ανταποκριθούν επιτυχώς στην πρόκληση των NPLs, καθιστώντας πολύ πιο απειλητικό –σε περίπτωση διαφαινόμενης αποτυχίας– το ενδεχόμενο επανόδου του ΔΝΤ στις αρχικές του απαιτήσεις. Την ίδια στιγμή, η "μάχη" για τη μείωση τωνNPLs θα δοθεί σε συνθήκες πολύ αυστηρότερων εποπτικών προαπαιτουμένων, τοποθετώντας και την ΕΚΤ απέναντι στις ελληνικές τράπεζες σε περίπτωση αστοχιών τους.
Στο πλαίσιο αυτό, η αγωνία κορυφώνεται για τα δείγματα που θα προκύψουν από την έναρξη των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και τα οποία θα δώσουν την εικόνα για το εύρος των δυνατοτήτων των τραπεζών να ανακτήσουν οφειλές από "κόκκινα" δάνεια. Όπως έχει γράψει το "Κ", οι τιμές που θα προκύψουν από τους πλειστηριασμούς θα είναι το στοιχείο που θα διαμορφώσει κατεξοχήν τις παραδοχές των επικείμενων stress tests, κρίνοντας τελικά και το εάν οι τράπεζες θα χρειαστούν νέα κεφάλαια και πόσα. Κατόπιν αυτού, όχι μόνο οι εξελίξεις στις τράπεζες, αλλά και οι εξελίξεις στην αγορά των ακινήτων είναι άμεσα συνδεδεμένες με την αξία των εξασφαλίσεων των τραπεζών, όπως αυτή θα προκύψει από τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς. Σημειώνεται ότι το 87% των συνολικών εξασφαλίσεων των μη εξυπηρετούμενων δανείων αφορά ακίνητα, εκ των οποίων το 50% οικιστικά και το υπόλοιπο εμπορικά και βιομηχανικά. Η συνολική αξία αυτών ανερχόταν σε 46,1 δισ. ευρώ το 2016 (κατά 6% χαμηλότερη από το 2015), σύμφωνα με την ΤτΕ.
Το "πρόκριμα" της αξίας των ενεχύρων για τα επικείμενα stress tests έρχεται να ενισχύσει τον βαθμό δυσκολίας που έχουν ήδη οι τράπεζες από την ορατή προοπτική της ενίσχυσης των προβλέψεών τους για επισφάλειες. Όπως έχει γράψει το "Κ", η εφαρμογή του νέου λογιστικού προτύπου IFRS 9 από 1/1/2018, με βάση το οποίο οι τράπεζες θα πρέπει να υπολογίζουν προβλέψεις στη βάση της μελλοντικής δυνητικής και όχι απλώς πραγματοποιηθείσας ζημίας, συν το γεγονός ότι τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών μπορεί να αποδειχθούν σε ορισμένες περιπτώσεις υποκαλυμμένα, θα οδηγήσουν τον SSM σε αύξηση του ελάχιστου δείκτη κάλυψης από προβλέψεις λίγο άνω του 55%. Αυτό υπολογίζεται ότι συνολικά για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες θα οδηγήσει σε αύξηση των προβλέψεων κατά 6 δισ. ευρώ. Οι προβλέψεις αυτές μπορούν να καλυφθούν από τα κεφαλαιακά "μαξιλάρια" που έχουν ήδη οι τράπεζες. Ωστόσο, το ζητούμενο είναι η χρήση τους να μην εξαντλήσει το υπάρχον κεφαλαιακό απόθεμα, αφήνοντας περιθώρια ασφαλείας τέτοια που να μη δημιουργούν βάσιμες ανησυχίες για νέα ανακεφαλαιοποίηση, η οποία θα επιβληθεί στις τράπεζες αντί να την επιλέξουν οι ίδιες.
Έρχονται αυστηρότερα κριτήρια για την ένταξη δανειοληπτών στον νόμο Κατσέλη
Δεν θα παραταθεί η προστασία της πρώτης κατοικίας μετά τις 31/12/2018, έχουν διαμηνύσει οι "θεσμοί" στην κυβέρνηση
Κομβικής σημασίας για το ύψος των ανακτήσεων οφειλών από "κόκκινα" δάνεια είναι και η λειτουργία του νόμου Κατσέλη.
Η επανεξέταση του νόμου, ώστε αυτός να λειτουργεί εφεξής αποκλειστικά και μόνο για τους πραγματικά αδύναμους οφειλέτες, αποκλείοντας τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, θα έρθει προσεχώς στο προσκήνιο, με καταρχήν ζητούμενο από τους "θεσμούς" να αποκλειστεί κάθε περίπτωση επέκτασης της προστασίας του νόμου (βλ. πρώτη κατοικία) μετά την εκπνοή του στα τέλη του 2018.
Παρά το ότι μετά τις βελτιώσεις του νόμου Σταθάκη (4336/2015) έχει επέλθει συντόμευση της εκδίκασης των αιτήσεων ένταξης στο καθεστώς προστασίας μέχρι και κατά 5 χρόνια, ο νόμος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται καταχρηστικά από στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Προς αυτή την κατεύθυνση, οι τράπεζες έχουν ζητήσει να υπάρχουν "φίλτρα" στον νόμο που θα λειτουργούν ταυτόχρονα με την υποβολή της αίτησης, κάνοντας face control σε όλους τους αιτούντες. Και αυτό, διότι από το στάδιο της υποβολής της αίτησης μέχρι και την εκδίκασή της, ο δανειολήπτης σήμερα μπαίνει αυτομάτως στο "απυρόβλητο", ανεξαρτήτως της πραγματικής αδυναμίας του να εξυπηρετήσει το χρέος του. Έτσι, όπως έχει διαπιστώσει και ο SSM, οι τράπεζες είναι δέσμιες σε αδράνεια –η οποία μπορεί να ανανεώνεται τεχνηέντως από τους επιτήδειους οφειλέτες– για την ανάκτηση οφειλών ή των ενεχύρων τους. Και αυτό τη στιγμή που το 15% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων (και άνω του 30% στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο!) τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία και οι τραπεζίτες υπολογίζουν ότι 5 δισ. ευρώ από τα δάνεια των 20 δισ. ευρώ του ν. Κατσέλη ανήκουν σε στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Στο πλαίσιο αυτό, όπως ακριβώς ισχύει με την ένταξη υπερχρεωμένων επιχειρήσεων στον εξωδικαστικό μηχανισμό όπου προαπαιτούμενο για την υποβολή αίτησης είναι η άρση του τραπεζικού και περιουσιακού απορρήτου, αναλόγως αναμένεται να τροποποιηθεί ο νόμος Κατσέλη, με άρση του απορρήτου των καταθέσεων για τους αιτούντες την προστασία του νόμου.
Επιπλέον, κατόπιν της διαπίστωσης ότι πολλοί δανειολήπτες που λαμβάνουν την προστασία του νόμου καθίστανται εκ νέου υπερήμεροι στην αποπληρωμή των χαμηλών συμφωνημένων δόσεων, αναμένεται να προβλεφθεί αποβολή τους από την "ομπρέλα" του νόμου άπαξ και το δάνειό τους ξαναγίνει "κόκκινο" (μη εξυπηρετούμενο άνω των 90 ημερών).
*Αναδημοσίευση από το "Κεφάλαιο" που κυκλοφορεί.
Τι δείχνει η γεωγραφία των "κόκκινων" δανείων
της Νένας Μαλλιάρα
Στη Δυτική Ελλάδα συγκεντρώνεται το υψηλότερο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων, σύμφωνα με έρευνες που έχουν πραγματοποιήσει οι τράπεζες. Την ίδια ώρα, οι περιφέρειες με τα χαμηλότερα ποσοστά NPLs είναι αυτές της Δυτικής Μακεδονίας, της Ηπείρου και του Βορείου Αιγαίου.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, η Δυτική Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στα "κόκκινα" δάνεια, με το ποσοστό αυτών να ανέρχεται στο 47% των συνολικών δανείων που έχουν δοθεί από τις τράπεζες στη συγκεκριμένη περιφέρεια. Στον αντίποδα, το χαμηλότερο ποσοστό NPLs, στο 37%, έχουν οι γεωγραφικές περιφέρειες της Δυτικής Μακεδονίας, της Ηπείρου και του Βορείου Αιγαίου.
Ο μέσος όρος μη εξυπηρετούμενων δανείων στις 13 γεωγραφικές περιφέρεις της χώρας ανέρχεται στο 41% των χορηγηθέντων δανείων. Πέραν των τριών ανωτέρω περιφερειών με το χαμηλότερο ποσοστό NPLs, κάτω του μέσου όρου μη εξυπηρετούμενων δανείων – συγκεκριμένα στο 40% -, κινούνται οι περιφέρειες Αττικής και Νοτίου Αιγαίου.
Στο μέσο όρο του 41% κινούνται οι περιφέρειες Ιονίων Νήσων, Κρήτης, Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης και ακολουθούν με 42% η Θεσσαλία, 43% η Κεντρική Μακεδονία, 45% η Πελοπόννησος, 46% η Στερεά Ελλάδα και 47% η Δυτική Ελλάδα.
Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο Capital.gr, τα στοιχεία για τη "γεωγραφία" των "κόκκινων" δανείων που έχουν συγκεντρώσει οι τράπεζες δείχνουν σημεία αναντιστοιχίας μεταξύ διαθέσιμου εισοδήματος και συνέπειας στην αποπληρωμή δανείων. Παράλληλα, προβληματίζει το γεγονός ότι περιοχές με αυξημένα έσοδα από τον τουρισμό, δεν παρουσιάζουν χαμηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων, όπως θα ήταν το αναμενόμενο.
Τα παραπάνω συμπεράσματα από τις εσωτερικές στατιστικές μελέτες των τραπεζών, πέραν των επιπτώσεων της κρίσης, αποτυπώνουν και την κουλτούρα πληρωμών ανά γεωγραφική περιφέρεια της χώρας. Αν και οι τράπεζες αποφεύγουν να συνδέσουν ευθέως τα ευρήματά τους με γεωγραφική κατανομή των στρατηγικών κακοπληρωτών, εντούτοις πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οι μελέτες αυτές θα αποτελέσουν σημαντικό στοιχείο για το κυνήγι των τελευταίων.
Σημειώνεται ότι με βάση τα τελευταία επικαιροποιημένα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ ανά γεωγραφική περιφέρεια της χώρας, αυτό διαμορφώνεται σε 22.377 ευρώ στην Αττική, 17.899 ευρώ στο Νότιο Αιγαίο, 15.624 ευρώ στη Δυτική Μακεδονία, 14.826 ευρώ στα Ιόνια Νησιά, 13.917 ευρώ στη Στερεά Ελλάδα, 13.773 ευρώ στην Κρήτη, 13.134 ευρώ στην Πελοπόννησο, 12.956 ευρώ στην Κεντρική Ελλάδα, 12.919 ευρώ στο Βόρειο Αιγαίο, 12.500 ευρώ στην Κεντρική Μακεδονία, 12.237 ευρώ η Θεσσαλία, 12.214 ευρώ η Δυτική Ελλάδα, 11.606 ευρώ η Ήπειρος και 11.366 ευρώ η Ανατολική Μακεδονία & Θράκη.
Πάντως, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, και οι δεκατρείς περιφέρειες της χώρας έχουν πληγεί τα μέγιστα από την κρίση. Στην πιο πρόσφατη έρευνα της Eurostat για το ΑΕΠ σε περιφερειακό επίπεδο διαπιστώνεται ότι σε 38 περιφέρειες σε ολόκληρη την ΕΕ των 28, το διαθέσιμο εισόδημα ανά κάτοικο μειώθηκε κατά περισσότερο από 1.000 μονάδες αγοραστικής δύναμης αναφορικά με την κατανάλωση, από το 2008 έως το 2013. Σε αυτή την ομάδα περιλαμβάνονται και οι 13 ελληνικές περιφέρειες, οι δε εννέα περιφέρειες με τη μεγαλύτερη μείωση σε ολόκληρη την ΕΕ – 28 ήταν στο σύνολό τους ελληνικές (από αυτές, η μεγαλύτερη μείωση σημειώνεται στην περιφέρεια της Αττικής).
Σημειώνεται ότι πανελλαδικά, σύμφωνα με την τελευταία Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (2016) της ΕΛΣΤΑΤ, τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιµώνται σε 832.065 επί συνόλου 4.168.784 νοικοκυριών και τα µέλη τους σε 2.262.808 επί συνόλου 10.651.929 ατόμων του πληθυσμού της χώρας.
Πέμπτη, 02-Νοε-2017 17:10
Καταθέσεις 115 δισ. ευρώ στέρησε από την Οικονομία η οκταετής κρίση
Της Νένας Μαλλιάρα
Επιστροφή καταθέσεων της τάξεως του 1 δισ. ευρώ αναμένουν οι τράπεζες μέχρι τα τέλη του έτους, ενώ σύμφωνα με το αισιόδοξο σενάριό τους, μέχρι την έξοδο της χώρας από το πρόγραμμα προσαρμογής, οι ρυθμοί αύξησης των καταθέσεων δεν θα ξεπερνούν τα 1,5 – 2 δισ. ευρώ ανά τρίμηνο.
Με καταθέσεις 115 δισ. ευρώ να έχουν χαθεί στην οκταετή κρίση, από το 2010 μέχρι σήμερα, οι τράπεζες έχουν ακόμη έναν άθλο, αντίστοιχο της μείωσης των "κόκκινων" δανείων, να επιτύχουν. Συγκριτικά με τα ευρωπαϊκά μεγέθη, μάλιστα, ο άθλος της επιστροφής καταθέσεων είναι μεγαλύτερος αναλογικά. Ενώ στο πανευρωπαϊκό "στοκ" μη εξυπηρετούμενων δανείων, ύψους περίπου 1 τρισ. ευρώ, τα 100 δισ. ευρώ αναλογούν στην Ελλάδα, οι ελληνικές καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών ανέρχονται σε 122,5 δισ. ευρώ έναντι καταθέσεων 15,9 τρισ. ευρώ στην Ε.Ε. και 11,8 τρισ. ευρώ στην ευρωζώνη.
Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αν και έχουν σταθεροποιηθεί και πλέον δεν υπάρχουν οι εκροές που σημειώνονταν μέχρι τον Ιούνιο του 2015 και την επιβολή των capital controls, εντούτοις παραμένουν αναιμικές: στα 122,577 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2017 από 120,833 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2015. Σημειώνεται ότι τον Ιανουάριο του 2010, οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων ανέρχονταν σε 237,531 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 115 δισ. ευρώ υψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα. Από τον Δεκέμβριο του 2014 (160,285 δισ. ευρώ) μέχρι τον Ιούλιο του 2015 (120,833 δις. ευρώ) χάθηκαν καταθέσεις περίπου 40 δισ. ευρώ, καταφέροντας στις τράπεζες το "τελειωτικό χτύπημα" και κρατώντας την Οικονομία δέσμια της ελλιπούς χρηματοδότησης.
Οι τραπεζίτες έχουν επισημάνει, παράλληλα με το επενδυτικό κενό, το τεράστιο αποταμιευτικό κενό που παρουσιάζει η χώρα. Η εγχώρια αποταμίευση βρέθηκε πέρυσι στο 10% του ΑΕΠ από περίπου 17% που ήταν στις αρχές του 2000, την ώρα που στην ευρωζώνη το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 35%. Πρόσφατα, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Ν. Καραμούζης ανέφερε ότι δεδομένου του τεράστιου αποταμιευτικού κενού, η χώρα χρειάζεται καθαρές επενδύσεις 75 – 80 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια προκειμένου να επανέλθει στα επίπεδα του ΑΕΠ του 2010.
Η αποταμίευση μοιάζει, πάντως, "ξεχασμένη υπόθεση" για το προσεχές μέλλον. Χθες, επομένη της 31ης Οκτωβρίου, ημέρας της Αποταμίευσης, τα στοιχεία από την Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ που δημοσιεύτηκαν για το μήνα Οκτώβριο, ήταν απογοητευτικά για την προοπτική της αποταμίευσης. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες επιδεινώθηκε τον Οκτώβριο και διαμορφώθηκε στις -78,6 μονάδες (από -75,8 μονάδες τον προηγούμενο μήνα). Το 89% (από 87%) των νοικοκυριών δεν θεωρεί καθόλου πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 10% τη θεωρεί αρκετά πιθανή.
Σημειώνεται ότι το τρίτο τρίμηνο του έτους, οι αγροτικές επιδοτήσεις που μπήκαν στο σύστημα ενίσχυσαν σημαντικά τις καταθέσεις των τραπεζών. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι αγροτικές επιδοτήσεις που μπήκαν ανέρχονται σε 800 εκατ. ευρώ, ενώ άλλα 400 εκατ. ευρώ αναμένονται μέχρι τα τέλη του έτους.
Συνολικά από τις καταθέσεις που μπήκαν στο τραπεζικό σύστημα το γ΄ τρίμηνο του έτους, το 40% κατευθύνθηκε στην Τράπεζα Πειραιώς. Όπως ανέφερε χθες η διοίκηση της Τράπεζας, πρόκειται για καταθέσεις περί το 1 δισ. ευρώ από τα 2,4 δισ. ευρώ που ήταν η αύξηση των καταθέσεων στο σύνολο της αγοράς. Οι καταθέσεις της Τράπεζας Πειραιώς αυξάνονται σταθερά κάθε μήνα και ενισχύει το μερίδιό της στις νέες καταθέσεις. Με στοιχεία α΄ εξαμήνου, η Τρ. Πειραιώς έχει στην Ελλάδα καταθέσεις 38,2 δισ. ευρώ, το 30% της αγοράς, ενώ η αύξηση των καταθέσεων της επιτρέπει να βελτιώνει τον δείκτη δανείων προς καταθέσεις: από 115% τον Ιούνιο 2017, στο 111% τον Σεπτέμβριο. Παράλληλα, αποκλιμακώνεταιη χρήση του ELA από την Τράπεζα, με στόχο τον μηδενισμό του μέσα στο επόμενο έτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου