Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

ΣτΕ 535/2013 Φόρος μεταβίβασης ακινήτων σε περιπτώσεις αναγκαστικού πλειστηριασμού

ΣτΕ 535/2013
Φόρος μεταβίβασης ακινήτων σε περιπτώσεις αναγκαστικού πλειστηριασμού
Περίληψη
Σε περίπτωση μεταβιβάσεως ακινήτου με αναγκαστικό πλειστηριασμό, ο φόρος μεταβιβάσεως υπολογίζεται με βάση το εκπλειστηρίασμα, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο από την αξία που προκύπτει με βάση το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού. Συνεπώς, στην περίπτωση που το επιτευχθέν εκπλειστηρίασμα είναι μικρότερο της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται επί της αξίας αυτής, εκτός εάν ο φορολογούμενος αμφισβητήσει τις προκαθορισμένες τιμές του αντικειμενικού συστήματος, οπότε ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας ενεργείται κατά τις πάγιες διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 4 και 3 παρ. 2 του α.ν. 1521/1959, που κυρώθηκε με το ν. 1587/1950, σύμφωνα με τις οποίες η φορολογική αρχή και, στη συνέχεια, τα διοικητικά δικαστήρια, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του εκπλειστηριαζόμενου ακινήτου αποβλέπουν στην αγοραία αξία αυτού.


ΣτΕ 535/2013
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2009 με την εξής σύνθεση: Δ. Κωστόπουλος, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Α.-Γ. Βώρος, Μ. Σταματελάτου-Μπεριάτου, Σύμβουλοι, Σ. Βιτάλη, Μ.-Α. Τσακάλη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κ. Κεχρολόγου.
Για να δικάσει την από 17 Σεπτεμβρίου 2007 αίτηση:
του Προϊσταμένου ......... , ο οποίος παρέστη με τον Γεώργιο Καρακώστα, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
κατά του ......................................... ο οποίος παρέστη με το δικηγόρο ...................................., που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 1204/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Μ.-Α. Τσακάλη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο του αναιρεσίβλητου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου
κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου.

2. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση ζητείται, παραδεκτώς, η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 1204/2006 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του Δημοσίου κατά της υπ’ αριθμ. 2882/2004 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά. Με την τελευταία αυτή απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή του αναιρεσιβλήτου κατά της πράξεως βεβαιώσεως φόρου μεταβιβάσεως ακινήτου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ...................και προσδιορίσθηκε η φορολογητέα αξία του ακινήτου που μεταβιβάσθηκε σ’ αυτόν κατόπιν αναγκαστικού πλειστηριασμού σε 89.983.419 δρχ. (264.074 ευρώ) έναντι 166.563.084 δρχ. που είχε δηλωθεί, σύμφωνα με το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων.

3. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 1 του α.ν. 1521/1950 ( Α΄ 245), που κυρώθηκε, τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το ν. 1587/1950 ( Α΄ 294), ορίζεται ότι "Εφ` εκάστης εξ επαχθούς αιτίας μεταβιβάσεως ακινήτου ή πραγματικού επί ακινήτου δικαιώματος . . . επιβάλλεται φόρος επί της αξίας αυτών", στη δε παρ. 4 του ίδιου άρθρου ότι "Ως αξία λογίζεται η αγοραία αξία την οποίαν έχει το ακίνητον ή το πραγματικόν επί του ακινήτου δικαίωμα . . κατά την ημέραν της μεταβιβάσεώς των". Εξάλλου, στο άρθρο 41 του ν. 1249/1982 (Α΄ 43), όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1473/1984 ( Α΄ 127), την παρ. 8 του άρθρου 24 του ν. 1828/1989 (Α΄ 2) και την παρ. 11 του άρθρου 14 του ν. 1882/1990(Α΄ 43) ορίζονται τα εξής : "1. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαμβάνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ` είδος ακινήτου . . . Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών . . . 2. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται : α) η καταχώρηση των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσής τους σε πίνακες … β) . . . Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε ολόκληρη τη χώρα ή ορισμένες περιοχές αυτής ή πόλεις και για όλα τα ακίνητα ή ορισμένη κατηγορία τούτων. γ) . . 3. Κάθε άλλη διάταξη, η οποία ρυθμίζει διαφορετικά τη φορολογητέα αξία των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου . . . εξακολουθεί να εφαρμόζεται και μετά την έναρξη ισχύος των προεδρικών διαταγμάτων της προηγούμενης παραγράφου μόνο στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος αμφισβητήσει τις προκαθορισμένες τιμές με προσφυγή του ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων. 4. . . . 6. Σε περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου ........................ο φορολογούμενος αναγράφει στην οικεία φορολογική δήλωση την κατά τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου οριζόμενη αξία τους, με βάση την οποία βεβαιώνεται ο φόρος που αναλογεί. Αν ο υπόχρεος σε φόρο θεωρεί την προκαθορισμένη αξία μεγαλύτερη από την αγοραία έχει το δικαίωμα . . . να ζητήσει με προσφυγή τον προσδιορισμό της αξίας, από το αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο . . . Για κάθε θέμα που δε ρυθμίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις των φορολογιών μεταβίβασης ακινήτων, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών ... .". Τέλος, με την παρ. 10 του άρθρου 14 του ν.1882/1990 προστέθηκε εδάφιο στην παραπάνω παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, το οποίο, στη συνέχεια, αντικαταστάθηκε από την παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 2579/1998 (Α΄ 31/17-2-1998), ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση που στο μεταβιβαστικό συμβόλαιο το τίμημα ή επί αναγκαστικού ή εκούσιου πλειστηριασμού το εκπλειστηρίασμα είναι μεγαλύτερο της αξίας που προκύπτει με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται με βάση το τίμημα ή το εκπλειστηρίασμα αντίστοιχα».

4. Επειδή, από τις προαναφερθείσες διατάξεις προκύπτει ότι σε περίπτωση μεταβιβάσεως ακινήτου με αναγκαστικό πλειστηριασμό, ο φόρος μεταβιβάσεως υπολογίζεται με βάση το εκπλειστηρίασμα, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο από την αξία που προκύπτει με βάση το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού. Συνεπώς, στην περίπτωση που το επιτευχθέν εκπλειστηρίασμα είναι μικρότερο της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται επί της αξίας αυτής, εκτός εάν ο φορολογούμενος αμφισβητήσει τις προκαθορισμένες τιμές του αντικειμενικού συστήματος, οπότε ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας ενεργείται κατά τις πάγιες διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 4 και 3 παρ. 2 του α.ν. 1521/1959, που κυρώθηκε με το ν. 1587/1950, σύμφωνα με τις οποίες η φορολογική αρχή και, στη συνέχεια, τα διοικητικά δικαστήρια, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας του εκπλειστηριαζόμενου ακινήτου αποβλέπουν στην αγοραία αξία αυτού.


5. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη και την πρωτόδικη απόφαση, στις 30-10-1998, ο αναιρεσίβλητος υπέβαλε στη...........................την υπ’ αριθμ. 553 δήλωση φόρου μεταβιβάσεως ακινήτου, που απέκτησε κατόπιν αναγκαστικού πλειστηριασμού, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 7086/30-9-1998 έκθεση του συμβολαιογράφου Πειραιά, Γεωργίου Παπαθανασίου. Όπως αναφέρεται στην ανωτέρω δήλωση, πρόκειται για ένα ακίνητο, κτήμα- οικόπεδο, εμβαδού 562 τ.μ. που βρίσκεται στον Πειραιά στη θέση ...................... και επί της οδού ...........................με την επ’ αυτού πεπαλαιωμένη οικοδομή, η οποία αποτελείται από ισόγειο, ημιώροφο, πρώτο και δεύτερο όροφο (όλα αίθουσες-επαγγελματικοί χώροι), συνολικής επιφανείας 1.467 τ.μ., στη δήλωση δε αυτή ανεγράφη ως αξία εκπλειστηριάσματος το ποσό των 72.500.000 δρχ. και ως αντικειμενική αξία το ποσό των 166.563.084 δρχ. Επί της τελευταίας αυτής (αντικειμενικής) αξίας υπολογίσθηκε ο οφειλόμενος φόρος μεταβιβάσεως, συνολικού ποσού μετά του προσθέτου 22.543.994 δρχ., ο οποίος και καταβλήθηκε από τον αναιρεσίβλητο. Με την προσφυγή του, όπως αυτή αναπτύχθηκε με το από 27-9-2002 υπόμνημά του, ο αναιρεσίβλητος προέβαλε ότι εσφαλμένα και μη νομίμως προσδιορίσθηκε η φορολογητέα αξία του επίμαχου ακινήτου στο ως άνω ποσό διότι: 1) το εν λόγω ακίνητο εξελήφθη ως «επαγγελματική στέγη», ενώ έπρεπε να κριθεί ως «βιομηχανικό ή βιοτεχνικό» κτίριο, ήτοι ειδικό κτίριο του άρθρου 2 παρ. 21 του ν. 1577/1985, του οποίου η αντικειμενική αξία θα ήταν πολύ μικρότερη, 2) έπρεπε να λάβει χώρα αυτοψία και επιτόπιος έλεγχος, προκειμένου να διακριβωθεί ο προορισμός και η αξία του συγκεκριμένου ακινήτου, 3) ως φορολογητέα αξία θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη το ποσό του εκπλειστηριάσματος. Προς απόδειξη δε των ισχυρισμών του ο αναιρεσίβλητος επικαλέσθηκε και προσκόμισε, μεταξύ άλλων, φύλλο υπολογισμού της αξίας του ένδικου ακινήτου, έτους 2001, όταν αυτό μεταβιβάσθηκε από αυτόν σε τρίτο, σύμφωνα με το οποίο το επίμαχο κτίριο χαρακτηρίσθηκε ως «ειδικό κτίριο» και προσδιορίσθηκε η αντικειμενική αξία του μεν οικοπέδου σε 60.680.300 δρχ. του δε κτίσματος σε 46.027.800 δρχ. και συνολικά στο ποσό των 106.438.775 δρχ., καθώς και φύλλα υπολογισμού αξίας του ως άνω ακινήτου σε συνδυασμό με έντυπα Κ4 («Υπολογισμού αξίας κτισμάτων ειδικών κτιρίων με αντικειμενικά κριτήρια»), κατά το κρίσιμο έτος 1998, σύμφωνα με τα οποία, εάν αυτό φορολογείτο ως ειδικό κτίριο, η αντικειμενική αξία του μεν οικοπέδου θα ανερχόταν σε 43.836.000 δρχ., του δε κτίσματος σε 46.147.500 δρχ. και συνολικά στο ποσό των 89.983.500 δρχ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την υπ’ αριθμ. 207/2003 απόφασή του, ανέβαλε την έκδοση οριστικής αποφάσεως, προκειμένου η φορολογική αρχή να διενεργήσει έλεγχο για τον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του κρινομένου ακινήτου και να προσκομίσει σχετική έκθεση. Σε εκτέλεση της αποφάσεως αυτής, προσκομίσθηκε η από 27-6-2003 έκθεση ελέγχου, στην οποία παρατίθεται το εξής συγκριτικό στοιχείο: το μεταβιβασθέν - με το υπ’ αριθμ. 18085/18-5-1998 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Πειραιά Ζαφειρίας Σουρή- ακίνητο, που βρίσκεται στην ίδια περιοχή με το κρινόμενο και επί της οδού .................... και αποτελείται από α) αποθήκη-οριζόντια ιδιοκτησία του ισογείου (κατάστημα), επιφανείας 148,02 τ.μ. και β) αποθήκη-οριζόντια ιδιοκτησία του ισογείου (κατάστημα), επιφανείας 159,31 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας 12% εκάστη, καθώς και το δικαίωμα υψούν πάνω από αυτές με ποσοστό συνιδιοκτησίας 64% επί οικοπέδου συνολικής εκτάσεως 667,46 τ.μ., του οποίου το τίμημα δηλώθηκε σε 62.000.000 δρχ. και προσδιορίσθηκε αντικειμενικά σε 95.814.990 δρχ. Με βάση το εν λόγω συγκριτικό στοιχείο, σύμφωνα με το οποίο η αξία των καταστημάτων ανήλθε βάσει του αντικειμενικού συστήματος σε 126.430 δρχ. το τ.μ. και σε 96.146 δρχ. το τ.μ. του οικοπέδου, η φορολογική αρχή προσδιόρισε την αξία του κρινόμενου ακινήτου σε 253.072.000 δρχ. (1.465 τ.μ. χ 134.000= 196.310.000 δρχ. η αξία των κτισμάτων και 562 τ.μ. χ101.000 δρχ.= 56.762.000 δρχ. η αξία του οικοπέδου). Το Δ. Πρωτοδικείο, με την υπ’ αριθμ. 2882/2004 απόφασή του, έκρινε ότι το ως άνω συγκριτικό στοιχείο δεν ήταν πρόσφορο προς σύγκριση με το κρινόμενο, διότι το τελευταίο αποτελεί πολυώροφη οικοδομή που χρησιμοποιείτο ως βιομηχανικός και βιοτεχνικός χώρος, στοιχεία που το διαφοροποιούν από το συγκριτικό, του οποίου η φορολογική αρχή δεν αναφέρει την παλαιότητα, καθώς και την χρήση του. Ενόψει τούτου, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι προσφορότερο συγκριτικό στοιχείο συνιστά η μεταγενέστερη μεταβίβαση του ιδίου (επίδικου) ακινήτου, κατά την οποία, η (αντικειμενική) αξία του ακινήτου ανήλθε συνολικά σε 106.438.775 δρχ., (60.680.300 συν 46.027.800 δρχ. για το οικόπεδο και το κτίσμα, αντίστοιχα), λόγω όμως του ότι η μεταβίβαση αυτή έγινε δύο και μισό περίπου έτη μετά την ένδικη μεταβίβαση, προσδιόρισε την αξία του κρινόμενου ακινήτου συνολικά σε 89.983.419 δρχ. (43.836.000 συν 46.147.419 δρχ. για το οικόπεδο και το κτίσμα, αντίστοιχα), κάνοντας εν μέρει δεκτή την προσφυγή. Κατά της αποφάσεως αυτής, το Δημόσιο άσκησε έφεση, προέβαλε δε ότι μη νομίμως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο προέβη σε προσδιορισμό της αξίας του επίδικου ακινήτου βάσει συγκριτικών στοιχείων και ότι νομίμως η φορολογική αρχή προσδιόρισε αυτή με το αντικειμενικό σύστημα, βάσει των στοιχείων που είχε προσκομίσει ο αναιρεσίβλητος, στα οποία, πάντως, δεν περιλαμβανόταν άδεια πολεοδομίας, από την οποία να προκύπτει ο χαρακτήρας αυτού ως «ειδικού κτιρίου». Με την προσβαλλόμενη απόφασή του, το δικάσαν Δ.Εφετείο απέρριψε τον παραπάνω λόγο και την έφεση στο σύνολό της, με τη σκέψη ότι εφόσον ο αναιρεσίβλητος αμφισβήτησε με την προσφυγή του την αντικειμενική αξία, ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας του ένδικου ακινήτου έπρεπε να εξευρεθεί βάσει συγκριτικών στοιχείων και, επομένως, νομίμως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο προέβη στον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας αυτού. Η κρίση, όμως, αυτή δεν είναι νόμιμη, διότι με την προσφυγή του ο αναιρεσίβλητος δεν απέκρουσε την εφαρμογή του αντικειμενικού συστήματος υπολογισμού της φορολογητέας αξίας του ένδικου ακινήτου, ώστε να ανακύπτει ζήτημα εξευρέσεως της αγοραίας αξίας αυτού με βάση τις πάγιες διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 4 και 3 παρ. 2 του α.ν. 1521/1950, αλλά ζήτησε ορθό υπολογισμό της αντικειμενικής αξίας του εν λόγω ακινήτου, με βάση τον, κατά τους ισχυρισμούς του, χαρακτήρα του κτιρίου ως «ειδικού», θέμα για το οποίο δεν έλαβε θέση το δικάσαν δικαστήριο. Για το λόγο δε αυτό, που βασίμως προβάλλεται, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, ενώ η υπόθεση, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση στο πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο, για νέα κρίση.
Διά ταύτα
Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.
Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 1204/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά το σκεπτικό.
Επιβάλλει στον αναιρεσίβλητο τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 9 Μαρτίου 2010
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας
Δ. Κωστόπουλος Κ. Κεχρολόγου
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 6ης Φεβρουαρίου 2013.
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Η Γραμματέας
Ν. Μαρκουλάκης Κ. Κεχρολόγου

Δεν υπάρχουν σχόλια: