Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

ΣτΕ 424/2013 Σε περίπτωση κατά την οποία αποδεικνύεται ότι το πρόσωπο (εικονική εταιρεία και γενικά εικονική επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής ή φυσικό πρόσωπο) που φέρεται ως λήπτης συγκεκριμένου φορολογικού στοιχείου είναι παντελώς αμέτοχο προς τη συναλλαγή στην οποία αφορά το εν λόγω στοιχείο, με συνέπεια την εικονικότητα αυτού για τον πιο πάνω λόγο, τότε δεν επιβάλλονται σε βάρος του οι προβλεπόμενες από το νόμο διοικητικές και ποινικές κυρώσεις


ΣτΕ 424/2013
Σε περίπτωση κατά την οποία αποδεικνύεται ότι το πρόσωπο (εικονική εταιρεία και γενικά εικονική επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής ή φυσικό πρόσωπο) που φέρεται ως λήπτης συγκεκριμένου φορολογικού στοιχείου είναι παντελώς αμέτοχο προς τη συναλλαγή στην οποία αφορά το εν λόγω στοιχείο, με συνέπεια την εικονικότητα αυτού για τον πιο πάνω λόγο, τότε δεν επιβάλλονται σε βάρος του οι προβλεπόμενες από το νόμο διοικητικές και ποινικές κυρώσεις

Κατά την έννοια του τελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρ.19 του ν. 2523/1997, σε περίπτωση κατά την οποία αποδεικνύεται ότι το πρόσωπο (εικονική εταιρεία και γενικά εικονική επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής ή φυσικό πρόσωπο) που φέρεται ως λήπτης συγκεκριμένου φορολογικού στοιχείου είναι παντελώς αμέτοχο προς τη συναλλαγή στην οποία αφορά το εν λόγω στοιχείο, με συνέπεια την εικονικότητα αυτού για τον πιο πάνω λόγο, τότε δεν επιβάλλονται σε βάρος του οι προβλεπόμενες από το νόμο διοικητικές και ποινικές κυρώσεις για τη λήψη εικονικού φορολογικού στοιχείου, οι οποίες, αντιθέτως, επιβάλλονται σε βάρος των προσώπων που πράγματι ενεπλάκησαν στην εν λόγω συναλλαγή. Του νόμου δε μη διακρίνοντος, τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία ο φορολογούμενος, έχοντας υποβάλει στη φορολογική αρχή δήλωση έναρξης ασκήσεως επιτηδεύματος και θεωρήσει σχετικά βιβλία και στοιχεία, παρέδωσε αυτά οικειοθελώς, προς ελευθέρα χρήση σε τρίτο πρόσωπο.

Παραπομπή σε  επταμελή σύνθεση για νέα κρίση

ΣτΕ   424/2013

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Β` Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 28 Νοεμβρίου 2012 με την εξής σύνθεση: Ε. Γαλανού, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος και του αρχαιοτέρου της Συμβούλου, που είχαν κώλυμα, Α.-Γ. Βώρος, Γ. Τσιμέκας, Σύμβουλοι, Σ. Βιτάλη, Ο.-Μ. Βασιλάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 15 Ιουνίου 2010 αίτηση:
του Προϊσταμένου ΔΟΥ .... Θεσσαλονίκης, ο οποίος παρέστη με τη ..................., Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
κατά της ............................., η οποία παρέστη με το δικηγόρο .............................., που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Προϊστάμενος επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ` αριθμ. 204/2010 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Ο.-Μ. Βασιλάκη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο του αναιρεσείοντος Προϊσταμένου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο της αναιρεσίβλητης, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου.

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 204/2010 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία, κατ` αποδοχήν εφέσεως της αναιρεσίβλητης, εξαφανίσθηκε η υπ` αριθμ. 3014/2007 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, έγινε ακολούθως δεκτή η προσφυγή της και ακυρώθηκε η υπ` αριθμ. 751/2005 απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, με την οποία είχε επιβληθεί σε βάρος της συνολικό πρόστιμο, ύψους 60.396,14 ευρώ, για τις παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

3. Επειδή, ο ν. 2523/1997 («Διοικητικές και ποινικές κυρώσεις στη φορολογική νομοθεσία...», Α`179) ορίζει στο άρθρο 5 ότι
«1. Όποιος παραβαίνει τις διατάξεις του Κώδικα βιβλίων και Στοιχείων... τιμωρείται με πρόστιμο που προσδιορίζεται κατ` αντικειμενικό τρόπο .....
10. Οι παρακάτω περιπτώσεις ... θεωρούνται αυτοτελείς παραβάσεις, για τις οποίες εφαρμόζεται η Βάση Υπολογισμού Νο2 (ΒΑΣ.ΥΠ.2), όπως ειδικότερα προσδιορίζεται στις κατ` ιδίαν διατάξεις, με τις οποίες προσδιορίζεται και η τιμή του κατά περίπτωση ισχύοντος συντελεστή βαρύτητας:
α)...
β) Η έκδοση ...... εικονικών φορολογικών στοιχείων και η λήψη εικονικών... θεωρείται ιδιάζουσα φορολογική παράβαση και επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της αξίας κάθε στοιχείου, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) δραχμών...»
και στο άρθρο 19 ότι
«1...4. Εικονικό είναι το στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολο της ή για μέρος αυτής ή για συναλλαγή που πραγματοποιήθηκε από πρόσωπα διαφορετικά από αυτά που αναγράφονται στο στοιχείο ή το ένα από αυτά είναι άγνωστο φορολογικώς πρόσωπο, με την έννοια ότι δεν έχει δηλώσει την έναρξη του επιτηδεύματος του ούτε έχει θεωρήσει στοιχεία στην κατά τόπο αρμόδια, σύμφωνα με την αναγραφόμενη στο στοιχείο διεύθυνση, δημόσια οικονομική υπηρεσία. Εικονικό είναι επίσης το στοιχείο που φέρεται ότι εκδόθηκε ή έχει ληφθεί από εικονική εταιρία, κοινοπραξία, κοινωνία ή άλλη οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή από φυσικό πρόσωπο, για το οποίο αποδεικνύεται ότι είναι παντελώς αμέτοχο με τη συγκεκριμένη συναλλαγή, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η σχετική διοικητική κύρωση επιβάλλεται, καθώς και η ποινική δίωξη ασκείται κατά του πραγματικού υπευθύνου που υποκρύπτεται».

Κατά την έννοια του τελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρ.19 του ν. 2523/1997, σε περίπτωση κατά την οποία αποδεικνύεται ότι το πρόσωπο (εικονική εταιρεία και γενικά εικονική επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής ή φυσικό πρόσωπο) που φέρεται ως λήπτης συγκεκριμένου φορολογικού στοιχείου είναι παντελώς αμέτοχο προς τη συναλλαγή στην οποία αφορά το εν λόγω στοιχείο, με συνέπεια την εικονικότητα αυτού για τον πιο πάνω λόγο, τότε δεν επιβάλλονται σε βάρος του οι προβλεπόμενες από το νόμο διοικητικές και ποινικές κυρώσεις για τη λήψη εικονικού φορολογικού στοιχείου, οι οποίες, αντιθέτως, επιβάλλονται σε βάρος των προσώπων που πράγματι ενεπλάκησαν στην εν λόγω συναλλαγή. Του νόμου δε μη διακρίνοντος, τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία ο φορολογούμενος, έχοντας υποβάλει στη φορολογική αρχή δήλωση έναρξης ασκήσεως επιτηδεύματος και θεωρήσει σχετικά βιβλία και στοιχεία, παρέδωσε αυτά οικειοθελώς, προς ελευθέρα χρήση σε τρίτο πρόσωπο.

Μειοψήφησε ο Σύμβουλος Γ.Τσιμέκας, με τη γνώμη του οποίου συντάχθηκε η Πάρεδρος Ο.-Μ.Βασιλάκη, οι οποίοι υποστήριξαν ότι, αν ο φορολογούμενος, έχοντας υποβάλει στη φορολογική αρχή δήλωση έναρξης ασκήσεως επιτηδεύματος και θεωρήσει σχετικά βιβλία και στοιχεία, παρέδωσε αυτά οικειοθελώς, προς ελευθέρα χρήση σε τρίτο πρόσωπο, διατηρεί έναντι της φορολογικής αρχής την ευθύνη για τις περί την τήρηση των ανωτέρω βιβλίων και στοιχείων παραβάσεις και τις απορρέουσες από αυτήν φορολογικές υποχρεώσεις, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι τυχόν δεν αναμίχθηκε περαιτέρω στις δραστηριότητες της επιχείρησης, την οποία αφορούν τα εν λόγω βιβλία και στοιχεία, είναι δε άλλο το θέμα αν, συνεπεία τέλεσης αξιόποινης πράξης (π.χ. κλοπής - υπεξαγωγής - απάτης - πλαστογραφίας), αφαιρέθηκαν από τον φορολογούμενο τα βιβλία και στοιχεία ή χρησιμοποιήθηκαν παρά την θέληση του κατ` άλλο τρόπο, οπότε στην εν λόγω περίπτωση, αυτός δεν φέρει ευθύνη για όσα στοιχεία εκδίδονται μετά την διάπραξη των αξιόποινων πράξεων (ΣτΕ 964/2012, ΣτΕ 361/2009, 2937, ΣτΕ 2940/2006), περίπτωση στην οποία, κατά την έννοια της, αναφέρεται η προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 19 παρ. 4 του ν. 2523/1997.

4. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, κατά τα γενόμενα δεκτά με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η αναιρεσίβλητη, κατά τον κρίσιμο χρόνο (1998) φέρεται ότι διατηρούσε επιχείρηση με αντικείμενο δραστηριότητας το εμπόριο ................... χονδρικώς και λιανικώς, με έδρα την........................................., καθόσον, με τις 0000327/23-7-1997 και 0000144/31-10-1997 δηλώσεις της προς τη ΔΟΥ Θεσσαλονίκης, έκανε έναρξη εργασιών για τη συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα με την πρώτη υποκαταστήματος και ακολούθως με τη δεύτερη μετατροπή σε κεντρικό. Με την υπ` αριθμ. 751/2005 απόφαση του Προϊσταμένου της πιο πάνω Δ.Ο.Υ. επιβλήθηκαν σε βάρος της, κατ` εφαρμογήν του αρθρ. 5 παρ. 10 εδ, β του ν. 2523/1997, πρόστιμα συνολικού ύψους 60.396,14 ευρώ, με την αιτιολογία ότι κατά τη χρήση 1998 έλαβε τέσσερα (4) εικονικά φορολογικά στοιχεία (τιμολόγια-δελτία αποστολής) συνολικής αξίας 10.290.000 πλέον ΦΠΑ, με εκδότρια την ανώνυμη εταιρεία παραγωγής και εμπορίας ειδών οικιακής χρήσης και αφρώδους πλαστικού με διακριτικό τίτλο .................... Με την προσφυγή της κατά της ανωτέρω πράξης, η αναιρεσίβλητη υποστήριξε ότι μη νόμιμα επιβλήθηκαν σε βάρος της τα ένδικα πρόστιμα, τα οποία, αντιθέτως, έπρεπε να επιβληθούν, βάσει του αρθρ. 19 παρ. 4 του ν. 2523/1997, σε βάρος του ................ , ο οποίος ήταν και ο πραγματικός φορέας της επιχείρησης. Ειδικότερα ισχυρίσθηκε ότι η ίδια διατηρούσε αρχικά επιχείρηση κατασκευής και εμπορίας γυναικείων ενδυμάτων στην..................... της ...................... και, κατόπιν συμφωνίας με τον ως άνω ................. και το λογιστή της .............. , προχώρησε στην έναρξη εργασιών υποκαταστήματος με αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία υλικών χυτηρίου (και ακολούθως διακοπή της αρχικής δραστηριότητας και μεταφορά της έδρας στο υποκατάστημα), την οποία, όμως, εν τοις πράγμασι ασκούσε ο ..................... , ο οποίος από ετών ασκούσε στην ίδια διεύθυνση την εν λόγω δραστηριότητα είτε αυτοπροσώπως είτε μετά την κήρυξη του σε πτώχευση μέσω συγγενικών ή φιλικών προσώπων. Για τη διευκόλυνση αυτή που του παρείχε λάμβανε μηνιαίως 60.000 δρχ και εξασφάλιζε ένσημα για τη συνταξιοδότηση της από το ΤΕΒΕ, δεν είχε όμως καμία ανάμειξη στη λειτουργία της επιχείρησης, καθώς δεν ήλθε ποτέ σε επαφή με κάποιον πελάτη ή προμηθευτή ούτε ασχολήθηκε με την τήρηση των βιβλίων και στοιχείων και ως εκ τούτου αγνοεί τις συναλλαγές που αναφέρονται στα επίδικα τιμολόγια. Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έκρινε ότι τα πιο πάνω τέσσερα φορολογικά στοιχεία αντιστοιχούν σε εικονικές συναλλαγές και ότι η αναιρεσίβλητη, η οποία εμφανιζόταν στη φορολογική αρχή ως επιτηδευματίας, υπέπεσε στις παραβάσεις που τις αποδίδονται με την ένδικη πράξη, ανεξάρτητα από τη μη ενεργό συμμετοχή της στις δραστηριότητες της συγκεκριμένης επιχείρησης, και ότι επομένως νόμιμα επεβλήθη σε βάρος της το ένδικο πρόστιμο, απέρριψε την προσφυγή. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εκτιμώντας τα προσκομισθέντα από αυτήν, τόσο πρωτοδίκως όσο και ενώπιον του, αποδεικτικά στοιχεία (ένορκες βεβαιώσεις του .................. και του .................. , απόσπασμα αθωωτικής ποινικής απόφασης κλπ), έκρινε, αντιθέτως προς ό,τι έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ότι, εφόσον η αναιρεσίβλητη ήταν μόνο τυπικά φορέας της ως άνω ατομικής επιχείρησης, με αντικείμενο δραστηριότητας το εμπόριο υλικών χυτηρίου και ουδεμία πραγματική και ουσιαστική σχέση είχε με τη λειτουργία της, την οποία ασκούσε εν τοις πράγμασι ο ευρισκόμενος σε κατάσταση πτωχεύσεως .................. και κατά συνέπεια ουδεμία συμμετοχή είχε στις επίμαχες συναλλαγές, ήτοι της λήψης των ως άνω τεσσάρων φορολογικών στοιχείων, μη νόμιμα επιβλήθηκαν σε βάρος της τα ένδικα πρόστιμα για τις επίμαχες παραβάσεις, τα οποία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 4 του ν. 2523/1997 έπρεπε να επιβληθούν σε βάρος που πραγματικού υπευθύνου που υπεκρύπτετο. Με τις σκέψεις αυτές εδέχθη την έφεση και ακολούθως την προσφυγή της αναιρεσίβλητης και ακύρωσε την ένδικη καταλογιστική πράξη. Η κρίση αυτή του δικάσαντος διοικητικού εφετείου αιτιολογείται, σύμφωνα με τα ανωτέρω γενόμενα κατά πλειοψηφία δεκτά, νομίμως. Επομένως ο περί του αντιθέτου μοναδικός λόγος αναιρέσεως θα έπρεπε να απορριφθεί.

5. Επειδή, εν όψει των προεκτεθέντων, λόγω της μείζονος σπουδαιότητας του τιθέμενου στην κρινόμενη υπόθεση ζητήματος, αλλά και της αντίθετης νομολογίας του Δικαστηρίου κατά την ερμηνεία της προϊσχύουσας διατάξεως του άρθρου 31 του Ν. 1591/1986, Α 50 (ΣτΕ 964/2012, ΣτΕ 361/2009, ΣτΕ 2940/2006), το Τμήμα κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί προς εκδίκαση στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, κατ` εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 5 εδαφ. β` του π.δ. 18/1989.


Διά ταύτα
Παραπέμπει την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης του Τμήματος.
Ορίζει δικάσιμο ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης την 5η Ιουνίου 2013 και εισηγητή την Πάρεδρο Ο.-Μ. Βασιλάκη.
H διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 4 Δεκεμβρίου 2012

Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος Η Γραμματέας
Ε. Γαλανού Α. Ζυγουρίτσα
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 1ης Φεβρουαρίου 2013.
Ο Πρόεδρος του Β` Τμήματος Ο Γραμματέας του Β` Τμήματος
Φ. Αρναούρογλου Ι. Μητροτάσιος

Δεν υπάρχουν σχόλια: