«Πέρασε» από το ΣτΕ ο Φόρος Ακίνητης Περιουσίας
Νόμιμη έκρινε την επιβολή του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας το Συμβούλιο της Επικρατείας, ενός χαρατσιού που επιβλήθηκε επί υπουργίας Γιώργου Παπακωνσταντίνου και αφορούσε ιδιοκτήτες με ακίνητα αντικειμενικής αξίας άνω των 400.000 ευρώ.
Το όριο αυτό, με το μνημόνιο ψαλιδίστηκε στις 200.000 ευρώ, παραδίδοντας στη συνέχεια τη σκυτάλη στον Ενιαίο Φόρο Ακίνητης Περιουσίας.
Η επταμελής σύνθεση του Β΄Τμήματος του Συμβούλιου της Επικρατείας (ΣτΕ) με την υπ' αριθμ. 6/2015 απόφασή της, έκρινε συνταγματικό τον Ν. 3842/2010, καθώς δεν θεσπίζεται αμάχητο τεκμήριο ο προσδιορισμός της αξίας των ακινήτων και οι ιδιοκτήτες των ακινήτων μπορούν να προσφύγουν στα Διοικητικά Δικαστήρια να αμφισβητήσουν το ύψος της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων.
Συγκεκριμένα στάλθηκε στο ΣτΕ, με τη διαδικασία της πιλοτικής δίκης (Ν. 3900/2010) να κριθεί «το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα» κατά πόσον ο πολίτης «ο υποκείμενος σε ΦΑΠ βάσει του άρθρου 32 του νόμου 3842/2010 έχει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει με προσφυγή του στο Διοικητικό δικαστήριο το ύψος της αντικειμενικής αξίας του βαρυνόμενου με τον επίμαχο φόρο ακινήτου του, σε αρνητική δε περίπτωση να κριθεί η συνταγματικότητα της διατάξεως αυτής».
Το Β΄Τμήμα του ΣτΕ αναφέρει, ότι «οι διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 δεν είναι αντίθετες με το Σύνταγμα, αφού με αυτές δεν θεσπίζεται αμάχητο τεκμήριο προσδιορισμού της αξίας των εν λόγω ακινήτων, δεδομένου, ότι ο φορολογούμενος δύναται με δική του πρωτοβουλία να αποστεί από την εφαρμογή του αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού της αγοραίας αξίας, ζητώντας από το δικαστήριο, κατά την παράγραφο 6 της ως άνω διατάξεως, τον εκ μέρους του προσδιορισμό της».
Κατ' αναλογία, υπογραμμίζεται στην απόφαση του ΣτΕ, «και οι διατάξεις των άρθρων 32 και 34 του ν. 3842/2010, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με εκείνες της εκδοθείσης ΠΟΛ 1225/24/12/2012 απόφασης του υφυπουργού Οικονομικών, με τις οποίες επίσης παρέχεται στον φορολογούμενο η δυνατότητα να αμφισβητήσει την φορολογητέα αξία ακινήτων, όπως έχει προσδιοριστεί στο εκκαθαριστικό σημείωμα-δήλωση ΦΑΠ βάσει του αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού αγοραίας αξίας και, στη συνέχεια, να ζητήσει από το δικαστήριο, με προσφυγή του κατά της σχετικής απορριπτικής πράξης του προϊσταμένου της αρμόδιας ΔΟΥ, τον εκ μέρους του προσδιορισμό της, δεν είναι κατά το μέρος αυτό, αντίθετες με το Σύνταγμα».
Και καταλήγει η απόφαση του ΣτΕ:
«Εφόσον, ο φορολογούμενος ο υποκείμενος σε φόρο ακίνητης περιουσίας έχει τη δυνατότητα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 32 και 34 του ν. 3842/2010, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 4 της κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 34 παράγραφος 6 του νόμου τούτου (ν. 3842/2010) εκδοθείσης ΠΟΛ 1225/24.12.2010 απόφασης του υφυπουργού Οικονομικών να αμφισβητήσει με προσφυγή του στο Διοικητικό Δικαστήριο το ύψος της αντικειμενικής αξίας του βαρυνόμενου με τον ως άνω φόρο ακινήτου του, η ως άνω ρύθμιση δεν αντίκειται στο Σύνταγμα».
Στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών είχε προσφύγει ιδιοκτήτης ακινήτου στο Ψυχικό και στάλθηκε (σύμφωνα με την διαδικασία του Ν. 3900/2010) να επιλυθεί στο ΣτΕ το επίμαχο νομικό ζήτημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου