Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

ΕΜΜΕΣΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ Μέρος 1ο Γράφει ο Θοδωρής Δ. Καβούκης

ΕΜΜΕΣΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Μέρος 1ο

Γράφει ο Θοδωρής Δ. Καβούκης

 

Με τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου επιδιώκεται η ανεύρεση και ο εντοπισμός της αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης με έμμεσο τρόπο, ήτοι με την αξιοποίηση πληροφοριών, δεδομένων και εν γένει κάθε διαθέσιμου στοιχείου που προέρχεται είτε από τον ίδιο τον φορολογούμενο είτε από τρίτες πηγές. Η φιλοσοφία των ως άνω τεχνικών ελέγχου διαφέρει ουσιωδώς από την μεθοδολογία που εφαρμόζει ο φορολογικός έλεγχος όταν προσδιορίζει το εισόδημα του διοικούμενου με άμεσο τρόπο, σύμφωνα με τον οποίο  διενεργείται ο έλεγχος και η επαλήθευση των λογιστικών αρχείων (βιβλίων, στοιχείων, οικονομικών καταστάσεων κλπ). Η Φορολογική Διοίκηση με την χρήση των έμμεσων τεχνικών ελέγχου προσπαθεί να αναδημιουργήσει και να αναπροσδιορίσει το συνολικό εισόδημα του ελεγχόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου με τρόπο αντικειμενικό χρησιμοποιώντας «έμμεσες αποδείξεις» (ΣτΕ 884/2016) με βάση τις γενικά παραδεκτές αρχές και τεχνικές της ελεγκτικής. 

Οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου ή αλλιώς οι «μέθοδοι έμμεσου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης», όπως προβλέπονται στο άρθρο 32 του ν. 5104/2024 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας εφεξής ΚΦΔ), παρατηρούνται με παρόμοια μορφή  στα φορολογικά δίκαια αρκετών ανεπτυγμένων κρατών όπως των Ηνωμένων Πολιτείων Αμερικής (ΗΠΑ), της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Ιταλίας κλπ. Στο ελληνικό φορολογικό δίκαιο οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου εισήχθησαν το πρώτον με την παρ. 14 του άρθρου 4 του ν. 4038/2012 η οποία προσέθεσε το άρθρο 67Β «Έμμεσες τεχνικές ελέγχου» στον ν. 2238/1994 . Βέβαια, αναφορά στον όρο «τεχνικές και μέθοδοι ελέγχου» γίνεται και στην παρ. 3 του άρθρου 81 του ν. 3842/2010. Σήμερα θεσπίζονται νομοθετικά με το άρθρο 32 του ΚΦΔ και αποτελούν ένα σημαντικό «όπλο» της Φορολογικής Διοίκησης στην μάχη κατά της φοροδιαφυγής.

Οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου, ενώ τα προηγούμενα χρόνια αποτελούσαν ένα συμπληρωματικό εργαλείο της Φορολογικής Διοίκησης προκειμένου να εντοπίσει το πραγματικό εισόδημα του ελεγχόμενου, τα τελευταία χρόνια τείνουν να μετατραπούν σε κύριο και πρωταρχικό εργαλείο με αποτέλεσμα ο φορολογικός έλεγχος να καταλήγει σε κάποιες περιπτώσεις σε υπερβολικούς και δυσανάλογους καταλογισμούς φόρων λόγω της μη ορθής χρήσης των έμμεσων τεχνικών. Σε κάθε περίπτωση,  τόσο η ενεργοποίηση εκ μέρους της Φορολογικής Διοίκησης των  εμμέσων τεχνικών ελέγχου, όσο και τρόπος εφαρμογής αυτών πρέπει να γίνεται με σύνεση και λελογισμένα και τούτο διότι στόχος του νομοθέτη με την θέσπιση των έμμεσων τεχνικών ελέγχου είναι η σύλληψη της διαφεύγουσας φορολογητέας ύλης καθώς και  ο αντικειμενικός προσδιορισμός του εισοδήματος των φορολογουμένων και όχι η δημιουργία υπέρογκων φορολογικών επιβαρύνσεων. Σημειωτέο δε ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις φορολογουμένων που έχουν προσφύγει κατά των πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης με τις οποίες είχε γίνει χρήση των έμμεσων τεχνικών ελέγχου.

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΜΜΕΣΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

            Σύμφωνα με το άρθρο 32 του ΚΦΔ η  Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβαίνει σε εκτιμώμενο, διορθωτικό ή ενδιάμεσο προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης και με την εφαρμογή μιας ή περισσοτέρων από τις κατωτέρω τεχνικές ελέγχου:
α) της αρχής των αναλογιών
β) της ανάλυσης ρευστότητας του φορολογούμενου
γ) της καθαρής θέσης του φορολογούμενου
δ) της σχέσης της τιμής πώλησης προς τον συνολικό όγκο κύκλου εργασιών
ε) του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά

Με τις ως άνω τεχνικές μπορούν να προσδιορίζονται τα φορολογητέα εισοδήματα των φορολογουμένων, τα ακαθάριστα έσοδα, οι εκροές και τα φορολογητέα κέρδη των υπόχρεων βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής.

Αντικείμενο των περιπτώσεων α’ και δ’ των ως άνω τεχνικών ελέγχου είναι ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης μέσω μεθοδολογίας εξεύρεσης αξιόπιστων αναλογιών ή σχέσεων, προκειμένου να εκδοθεί πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ αντικείμενο των περιπτώσεων β', γ' και ε' των ως άνω τεχνικών ελέγχου είναι ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης προκειμένου να εκδοθεί πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου σε φορολογούμενο φυσικό πρόσωπο ανεξαρτήτως πηγής εισοδήματός του, μέσω μιας μεθοδολογίας που αξιοποιεί τα στοιχεία, τις πληροφορίες και τα δεδομένα για έσοδα κάθε πηγής και πραγματοποιηθείσες δαπάνες πάσης φύσεως, που η Φορολογική Διοίκηση διαθέτει ή συγκεντρώνει για τον ίδιο τον/την σύζυγο του και τα προστατευόμενα μέλη αυτών.

ΕΜΜΕΣΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΦΥΣΙΚΩΝ Ή ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

            Η μεθοδολογία που ακολουθείται από την Φορολογική Διοίκηση όταν εφαρμόζει την μέθοδο της αρχής των αναλογιών ή την μέθοδο της σχέσης της τιμής πώλησης προς τον συνολικό όγκο κύκλου εργασιών βασίζεται στην εξεύρεση αξιόπιστων αναλογιών ή σχέσεων οι οποίες θα αναδείξουν το συνολικό εισόδημα του φορολογούμενου. Ως αξιόπιστη αναλογία ή σχέση θεωρείται το ποσοστό ή ο δείκτης ή η αναλογική σχέση που είναι κατάλληλη βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής, λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων και του τρόπου λειτουργίας της για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, του κόστους πωληθέντων, του μικτού και του καθαρού κέρδους. Τα στοιχεία για τον υπολογισμό των αναλογιών ή σχέσεων λαμβάνονται από τα δεδομένα του ελεγχόμενου προσώπου καθώς και από τρίτες πηγές.

1.ΑΡΧΗ ΤΩΝ ΑΝΑΛΟΓΙΩΝ

                Με την μέθοδο της αρχής ων αναλογιών (mark up method) προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα με βάση ποσοστά και δείκτες, ιδίως με βάση το πραγματικό περιθώριο μικτού κέρδους, που θεωρούνται αξιόπιστα βάσει των γενικά παραδεκτών αρχών και τεχνικών της ελεγκτικής και προέρχονται είτε από την ίδια την επιχείρηση είτε από τρίτες πηγές.

Κύρια πηγή πληροφοριών πρέπει να είναι η ίδια η επιχείρηση. Έτσι ο έλεγχος, για τον καθορισμό των αναλογιών (ποσοστών), που θα εφαρμοσθούν για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, εξαντλεί τη δυνατότητα δημιουργίας αναλογιών με βάση τα πραγματικά δεδομένα της επιχείρησης (κόστος, δαπάνες, τιμές πώλησης κ.λπ.), στοιχεία τα οποία προκύπτουν αφενός από τα λογιστικά αρχεία του φορολογουμένου και αφετέρου από κάθε είδους διαθέσιμα στοιχεία, καθώς και πληροφορίες και διευκρινίσεις που θα παρασχεθούν είτε από τον ίδιο τον ελεγχόμενο είτε από τρίτες πηγές (π.χ. αντισυμβαλλόμενους). Συνεπώς, το πραγματικό περιθώριο μικτού κέρδους δύναται να προσδιορισθεί συγκρίνοντας τιμολόγια αγορών με τιμολόγια πωλήσεων ή αναλύοντας τιμοκαταλόγους ή τιμές ραφιών ή ερευνώντας αρχεία αποθήκης και βιβλία παραγγελιών ή και άλλες συναφείς πληροφορίες.

                Σε περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατός ο καθορισμός των αναλογιών σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση, ποσοστά και δείκτες δύνανται να προκύψουν και με βάση δεδομένα ομοειδών επιχειρήσεων. Στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος δύναται να αναπροσαρμόζει τα εν λόγω ποσοστά και τους δείκτες λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά της ελεγχόμενης επιχείρησης και ιδίως τον τύπο του εμπορεύματος, τη γεωγραφική θέση της επιχείρησης, το μέγεθός της, την ελεγχόμενη φορολογική περίοδο, τη γενικότερη εμπορική πολιτική, ώστε οι αναλογίες που τελικά θα εφαρμοσθούν για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα να ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά του ελεγχόμενου προσώπου.

                Για την επαλήθευση του κόστους πωληθέντων ο έλεγχος συνεκτιμά στοιχεία αντισυμβαλλόμενων, υφιστάμενες παραβάσεις, τεχνικές προδιαγραφές κ.λπ. Κατά την εφαρμογή της τεχνικής της αρχής των αναλογιών για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν διάφορες αναλογίες (ποσοστά/δείκτες), όπως ενδεικτικά η αναλογία περιθωρίου μικτού κέρδους - πωλήσεων, η αναλογία περιθωρίου μικτού κέρδους - κόστους, η αναλογία κόστους πωληθέντων - πωλήσεων, η αναλογία καθαρής τιμής πώλησης - τιμής κόστους κ.λπ., οι οποίες εφαρμόζονται επί του συνολικού κόστους ώστε να προσδιορισθούν τα έσοδα.


                Συνεπώς η τεχνική της αρχής των αναλογιών ενδείκνυται για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα, των εκροών και των φορολογητέων κερδών σε:

·         επιχειρήσεις με σχετικά περιορισμένο εύρος δραστηριοτήτων.

·         επιχειρήσεις όπου η κύρια πηγή εσόδων προέρχεται κυρίως από τη διάθεση των αποθεμάτων ή όταν οι παράμετροι που διαμορφώνουν το κόστος των πωληθέντων ή οι πηγές από τις οποίες προέρχονται οι αγορές των εμπορευμάτων είναι περιορισμένες και ταυτόχρονα υφίσταται σε ένα βαθμό ομοιομορφία στις τιμές πώλησης.

·         επιχειρήσεις των οποίων το απόθεμα είναι ελεγχόμενο (πχ. τήρηση βιβλίου απογραφών), ή το απόθεμα μπορεί να προσδιοριστεί με αξιόπιστο τρόπο, ή τα αγαθά τα οποία εμπορεύονται έχουν όμοιο μικτό κέρδος.

                Η εφαρμογή της μεθόδου ανάλυσης ρευστότητας πρέπει να είναι σύμφωνη με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής καθώς και με τους κανόνες της λογιστικής και της οικονομικής επιστήμης. Σε κάθε περίπτωση ο ελεγχόμενος δύναται να αμφισβητήσει την εφαρμογή της ως άνω μεθόδου επικαλούμενος σφάλματα ή παραλείψεις της ελεγκτικής διαδικασίας, προσκομίζοντας όμως συγκεκριμένα στοιχεία που αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς του. Η απλή επίκληση ότι το ποσοστό συνολικού μικτού κέρδους είναι υπερβολικό δεν αρκεί. 

2.ΣΧΕΣΗ ΤΙΜΗΣ ΠΩΛΗΣΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΟΓΚΟ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

Με την μέθοδο της σχέσης τιμής πώλησης προς τον συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών (unit and volume method)  προσδιορίζονται τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα με την εφαρμογή της τιμής πώλησης στον αριθμό των μονάδων ή το συνολικό όγκο κύκλου εργασιών.

 Για την εφαρμογή της τεχνικής της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών ο έλεγχος προσδιορίζει, χρησιμοποιώντας τεχνικές ανάλυσης και έρευνας καθώς και αξιοποιώντας στοιχεία κόστους με βάση τα λογιστικά αρχεία του ελεγχόμενου ή μέσω τρίτων πηγών, τον αριθμό των μονάδων ή τον όγκο κύκλου εργασιών που πραγματοποίησε ο ελεγχόμενος, με βάση τη συνάρτηση παραγωγής που απεικονίζει τον μετασχηματισμό συγκεκριμένης εισροής (πρώτη ύλη) σε εκροή (προϊόν/υπηρεσία) και την ποσότητα της εισροής που απαιτείται για την παραγωγή μιας μονάδας προϊόντος ή την παροχή μιας μονάδας υπηρεσίας.

                Η εν λόγω μέθοδος δύναται να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα μέσω της εύρεσης της δυνατότητας παραγωγής της  επιχείρησης όταν η επιχείρηση παράγει ένα ή περισσότερα ομοειδή προϊόντα, τα οποία έχουν μια σταθερή σχέση μεταξύ των συντελεστών παραγωγής (π.χ. σχέση υφάσματος με τα παραγόμενα πουκάμισα, παραγγελίες εξαρτημάτων που απαιτούνται για παρασκευή εμπορευσίμων προϊόντων) ή μέσω προσδιορισμού του όγκου κύκλου εργασιών όταν το ύψος των πωλήσεων συνδέεται με μεταβλητές δαπάνες/λειτουργικά έξοδα που είναι ανάλογα του κύκλου εργασιών (π.χ. σχέση συσκευασίας με μερίδες διανεμόμενου φαγητού, σχέση δαπανών προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος και νερού με παρεχόμενη υπηρεσία). Κατά την εφαρμογή της εν λόγω μεθόδου πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη ειδικότεροι παράγοντες που υπεισέρχονται στην παραγωγική διαδικασία (π.χ. φύρα) καθώς και τυχόν ιδιαιτερότητες της κάθε επιχείρησης.

Ουσιαστικά η ορθή εφαρμογή της εν λόγω μεθόδου προϋποθέτει:

1.       Την ύπαρξη επιχειρήσεων που διαθέτουν περιορισμένο αριθμό ειδών (προϊόντων ή υπηρεσιών) με σχετικά σταθερές τιμές πώλησης σε όλη την διάρκεια της φορολογικής περιόδου

2.       Την δυνατότητα του ελέγχου να προσδιορίσει την τιμή πώλησης ανά μονάδα και τον αριθμό των μονάδων (προϊόντων ή υπηρεσιών)  ή τον όγκο συναλλαγών με βάση το κόστος των αγαθών που πωλούνται ή τις δαπάνες που διενεργούνται.

ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΕΜΜΕΣΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ

                Η επιλογή της μεθόδου έμμεσων τεχνικών που θα εφαρμόσει η Φορολογική Διοίκηση πρέπει να αιτιολογείται. Συγκεκριμένα στην παρ. 2 του άρθρου 32 του ΚΦΔ προβλέπεται ότι «Η Φορολογική Διοίκηση παραθέτει στο σημείωμα διαπιστώσεων της παρ. 1 του άρθρου 33 και την έκθεση ελέγχου της παρ. 2 του ίδιου άρθρου ειδική αιτιολογία αναφορικά με τον λόγο εφαρμογής των μεθόδων έμμεσου προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης και την επιλογή της συγκεκριμένης κάθε φορά μεθόδου».

                Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 32 του ΚΦΔ η  Φορολογική Διοίκηση δύναται να προβαίνει σε εκτιμώμενο, διορθωτικό ή ενδιάμεσο προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης και με την εφαρμογή μιας ή περισσοτέρων από έμμεσες τεχνικές ελέγχου. Ως εκ τούτου, δεν αποκλείεται η χρήση τόσο της αρχής των αναλογιών όσο και της σχέσης της τιμής πώλησης προς το συνολικό όγκο του κύκλου εργασιών για τον προσδιορισμό των εσόδων φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και δραστηριοποιείται σε διαφορετικούς κλάδους, εφαρμόζοντας την καταλληλότερη ανά κλάδο έμμεση μέθοδο. Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή της έμμεσης μεθόδου για τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης συναρτάται από τα δεδομένα της κάθε υπόθεσης καθώς και από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελεγχόμενης επιχείρησης.

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ - ΕΚΡΟΩΝ - ΚΕΡΔΩΝ ΜΕ ΤΙΣ ΕΜΜΕΣΕΣ ΤΕΧΙΚΕΣ

                Τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα που προσδιορίζονται με βάση τις προαναφερόμενες έμμεσες τεχνικές ελέγχου συνιστούν τα τελικά έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον είναι μεγαλύτερα από τα αντίστοιχα δηλωθέντα και στην περίπτωση αυτή ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα για κάθε φορολογικό έτος θεωρείται το σύνολο των προσδιορισθέντων με τις έμμεσες μεθόδους εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα μετά την αφαίρεση των επιχειρηματικών δαπανών, των αποσβέσεων και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις.

                Να τονιστεί ότι στις περιπτώσεις που διενεργείται προσδιορισμός του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 4172/2013 (ΚΦΕ) και το εισόδημα που προκύπτει από τη χρήση κάθε διαθέσιμου στοιχείου ή των έμμεσων μεθόδων ελέγχου υπερβαίνει το δηλωθέν, δηλαδή διαπιστώνεται αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη που αποδίδεται στη μη έκδοση φορολογικών στοιχείων και δεν προκύπτει το πλήθος των συναλλαγών και η αξία εκάστης συναλλαγής, για την οποία έπρεπε να εκδοθεί το σχετικό φορολογικό στοιχείο, παρά μόνο η συνολική αποκρυβείσα αξία, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο της παρ. 6 του άρθρου 57 του ΚΦΔ και επιβάλλονται μόνο τα πρόστιμα περί ανακριβούς υποβολής δήλωσης που προβλέπονται με τις διατάξεις των άρθρων 53 παρ.6, 54 παρ.1 και 54 παρ.2 του ΚΦΔ.

Τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως αυτά προσδιορίζονται με βάση τις έμμεσες τεχνικές, λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των τυχόν οφειλόμενων λοιπών φόρων, τελών και εισφορών, που προκύπτουν για τις λοιπές φορολογίες. Ο προσδιορισμός διενεργείται σύμφωνα με τις ισχύουσες για κάθε φορολογία διατάξεις.

Ειδικότερα για το φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), όταν τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα που προσδιορίζονται με τη χρήση των ανωτέρω έμμεσων μεθόδων αποδεδειγμένα αφορούν αγαθά και υπηρεσίες για τα οποία εφαρμόζεται συγκεκριμένος συντελεστής Φ.Π.Α., τότε το ποσό της διαφοράς των εσόδων προστίθεται στις φορολογητέες εκροές του συγκεκριμένου αυτού συντελεστή Φ.Π.Α. Περαιτέρω, εφόσον τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα που προσδιορίζονται με τη χρήση των  έμμεσων τεχνικών ελέγχου δεν αφορούν αποδεδειγμένα αγαθά και υπηρεσίες για τα οποία εφαρμόζεται συγκεκριμένος συντελεστής Φ.Π.Α., τότε η τυχόν διαφορά στις εκροές από τον προσδιορισμό των εσόδων με βάση τις ως άνω έμμεσες τεχνικές επιμερίζεται σε κάθε περίπτωση κατ' αναλογία της συμμετοχής των εφαρμοζόμενων συντελεστών Φ.Π.Α. στις δηλούμενες φορολογητέες και απαλλασσόμενες χωρίς δικαίωμα έκπτωσης εκροές. Για τον επιμερισμό αυτό δεν λαμβάνονται υπόψη οι απαλλασσόμενες με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών εκροές (εξαγωγές, ενδοκοινοτικές παραδόσεις κ.λπ.), καθώς για τις πράξεις αυτές απαιτείται ύπαρξη συγκεκριμένων δικαιολογητικών για την ορθή εφαρμογή της απαλλαγής. Όμως οι απαλλασσόμενες με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών εκροές, για τις οποίες δεν απαιτείται η ύπαρξη συγκεκριμένων δικαιολογητικών για την ορθή εφαρμογή της απαλλαγής (π.χ. σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που μεσολαβούν στη διάθεση των εφημερίδων και περιοδικών στο κοινό, καρτών τηλεπικοινωνίας και εισιτηρίων μεταφοράς προσώπων των οποίων προβλέπεται η ακύρωση σε ειδικά μηχανήματα), λαμβάνονται υπόψη στον επιμερισμό της τυχόν διαφοράς στις εκροές κατά τον προσδιορισμό των εσόδων με τη χρήση έμμεσων μεθόδων. Επίσης δεν λαμβάνονται υπόψη και τυχόν ποσά απαλλασσόμενα του Φ.Π.Α. για τα οποία υπάρχουν συγκεκριμένα δικαιολογητικά που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν όπως επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, επιχορηγήσεις, συναλλαγματικές διαφορές, τόκοι κλπ.

 

 

ΘΟΔΩΡΗΣ Δ. ΚΑΒΟΥΚΗΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

 Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ της εταιρίας PIM (τεύχος Αυγούστου Σεπτεμβρίου)


ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΜΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΑΝΙΚΗΣ Γράφει ο Θοδωρής Δ. Καβούκης Το δείχνουν τα στοιχεία από την ελεγκτική επιχείρηση «Θέρος» της ΑΑΔΕ, και ποιες ποινές προβλέπονται για τους παραβάτες


 

ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΜΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΜΗ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΛΙΑΝΙΚΗΣ

Γράφει ο Θοδωρής Δ. Καβούκης

Το δείχνουν τα στοιχεία από την ελεγκτική επιχείρηση «Θέρος» της ΑΑΔΕ, και ποιες ποινές προβλέπονται για τους παραβάτες

Σύμφωνα με πρόσφατο Δελτίο Τύπου της ΑΑΔΕ από την 1η Ιουνίου έως τις 15 Ιουλίου πραγματοποιήθηκαν 9.140 έλεγχοι σε όλη την ελληνική επικράτεια και με ειδική στόχευση σε δημοφιλείς καλοκαιρινούς προορισμούς καθώς και σε κλάδους επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό. Η ως άνω ελεγκτική επιχείρηση της ΑΑΔΕ με το όνομα «Θέρος», που βρίσκεται σε εξέλιξη, επιδιώκει τον έλεγχο επιχειρήσεων προκειμένου να διαπιστωθεί, μεταξύ άλλων, αν οι ελεγχόμενες επιχειρήσεις εκδίδουν αποδείξεις, αν έχουν διασυνδέσει POS με ταμειακές μηχανές και αν διαβιβάζουν τις αποδείξεις στο e-send της ΑΑΔΕ.

Εντοπίστηκαν 3.120 επιχειρήσεις με φορολογικές παραβάσεις και σε 87 εξ αυτών κυρίως από τον χώρο της εστίασης επιβλήθηκε η αναστολή λειτουργίας 48 ή και περισσότερων ωρών. Επιπλέον, υπήρξαν 173 περιπτώσεις μη διασύνδεσης POS – ταμειακών μηχανών με συνολικό ύψος προστίμων 2.310.500 €. Αναλυτικότερα, τον Ιούνιο έγιναν 6.045 έλεγχοι με ποσοστό παραβατικότητας ίσο με 36,16% και επιβλήθηκε το μέτρο της αναστολής λειτουργίας σε 52 επιχειρήσεις.  Το δε πρώτο  15ήμερο του Ιουλίου διενεργήθηκαν 3.095 έλεγχοι με ποσοστό παραβατικότητας ίσο με 30,17% και επιβλήθηκε το μέτρο της αναστολής λειτουργίας σε 35 επιχειρήσεις.

 

ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΜΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

                        Όταν οι ελεγκτές της Α.Α.Δ.Ε. κατά την διάρκεια επιτόπιου φορολογικού ελέγχου διαπιστώσουν ότι μια επιχείρηση δεν εξέδωσε ένα ή περισσότερα φορολογικά στοιχεία εσόδων, τότε στην εν λόγω επιχείρηση επιβάλλεται το πρόστιμο που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 57 του ν. 5104/2024 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας ή εφεξής ΚΦΔ). Ειδικότερα σε πρόσωπο, που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν εκδίδει παραστατικά πώλησης ή εκδίδει ανακριβή φορολογικά στοιχεία για πράξεις που επιβαρύνονται με Φ.Π.Α., επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα. Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος. Να επισημανθεί ότι ανακριβές είναι το φορολογικό στοιχείο στο οποίο αναγράφεται αξία συναλλαγής μικρότερη της πραγματικής. Σε περίπτωση που  το πρόσωπο, που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν εκδίδει λογιστικά αρχεία ή εκδίδει ανακριβή λογιστικά αρχεία (παραστατικά) για πράξεις που δεν επιβαρύνονται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), επιβάλλεται πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο αν είναι υπόχρεο τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και χιλίων (1.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο αν είναι υπόχρεο τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

1.      Επιτόπιος φορολογικός έλεγχος διαπιστώνει ότι επιχείρηση, η οποία είναι υπόχρεη τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, δεν εξέδωσε μία απόδειξη λιανικής πώλησης για συναλλαγή αξίας 100 ευρώ πλέον ΦΠΑ 24 ευρώ. Στην εν λόγω επιχείρηση θα επιβληθεί πρόστιμο ίσο με 250 ευρώ, δεδομένου ότι το 50% του ΦΠΑ που αντιστοιχεί στο μη εκδοθέν στοιχείο (24*50%= 12 ευρώ)είναι μικρότερο από τα 250 ευρώ.

2.      Επιτόπιος φορολογικός έλεγχος διαπιστώνει ότι επιχείρηση, η οποία είναι υπόχρεη τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος, δεν εξέδωσε οκτώ αποδείξεις λιανικής πώλησης για συναλλαγές συνολικής αξίας 5000 ευρώ πλέον ΦΠΑ 1200 ευρώ. Στην εν λόγω επιχείρηση θα επιβληθεί πρόστιμο ίσο με 600 ευρώ, που αντιστοιχεί σε ποσοστό 50% του ΦΠΑ του μη εκδοθέντος  φορολογικού στοιχείου (1200*50%= 600 ευρώ), το οποίο υπερβαίνει τα 500 ευρώ που είναι το κατώτερο ύψος του προστίμου που επιβάλλεται σε υπόχρεους τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

 Σε περίπτωση υποτροπής επιβάλλεται πρόστιμο σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο των πεντακοσίων (500) ευρώ, αν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος. Σε περίπτωση κάθε νέας υποτροπής επιβάλλεται πρόστιμο σε ποσοστό διακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

 

ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΜΗ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

            Παρόμοιο είναι και το πρόστιμο που επιβάλλεται σε περίπτωση  που διαπιστώνεται από τους ελεγκτές της Α.Α.Δ.Ε. κατά την διάρκεια επιτόπιου φορολογικού ελέγχου η μη διαβίβαση εκδοθέντος φορολογικού στοιχείου λιανικής πώλησης στο σύστημα «e send» της Α.Α.Δ.Ε. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται το πρόστιμο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 58 του ΚΦΔ. Ειδικότερα, όταν στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου διαπιστώνεται ότι δεν έχουν διαβιβασθεί συνόψεις εκδοθέντων παραστατικών εσόδων λιανικής στην ψηφιακή πλατφόρμα «MyData» μέσω του πληροφοριακού συστήματος Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (Φ.Η.Μ.) της Α.Α.Δ.Ε., επιβάλλονται στους παραβάτες οι παρακάτω κυρώσεις:

·         όταν τα μη διαβιβασθέντα στοιχεία αφορούν πράξεις που επιβαρύνονται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το πενήντα τοις εκατό (50%) του ποσού του Φ.Π.Α. των μη διαβιβασθέντων στοιχείων, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο για υπόχρεο τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο για υπόχρεο τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος

 

·         για κάθε μη διαβιβασθέν στοιχείο που αφορά πράξη που δεν επιβαρύνεται με Φ.Π.Α. επιβάλλεται πρόστιμο πεντακοσίων (500) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο σε υπόχρεο τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και χιλίων (1.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο για υπόχρεο τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

 

Υπενθυμίζεται ότι, όπως αναλυτικότερα εκτέθηκε στο προηγούμενο άρθρο μου, αναστέλλεται άμεσα για σαράντα οκτώ ώρες η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης μιας επιχείρησης, στην περίπτωση που διαπιστώνεται από τον ίδιο μερικό επιτόπιο έλεγχο τα παρακάτω:

·         η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση πλέον των δέκα (10) προβλεπόμενων παραστατικών πώλησης ή ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών, όταν η αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία δεν εκδόθηκε παραστατικό πώλησης ή αυτό εκδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ ή

·         η μη διαβίβαση στο Πληροφοριακό Σύστημα Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (ΦΗΜ) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων πλέον των δέκα (10) στοιχείων λιανικής πώλησης, που έχουν εκδοθεί μέσω Φορολογικού Ηλεκτρονικού Μηχανισμού (ΦΗΜ) ή ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών, όταν η αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών των φορολογικών στοιχείων που δεν διαβιβάστηκαν υπερβαίνει τα πεντακόσια  ευρώ

 

ΘΟΔΩΡΗΣ Δ. ΚΑΒΟΥΚΗΣ

Δικηγόρος – Οικονομολόγος

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Voice (Finance & Markets Voice) , την Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ Γράφει ο Θοδωρής Δ. Καβούκης Σε ποιες περιπτώσεις αυξάνονται τα πρόστιμα και πότε επιβάλλεται χρηματική κύρωση αντί αναστολή λειτουργίας

 


ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Γράφει ο Θοδωρής Δ. Καβούκης

Σε ποιες περιπτώσεις αυξάνονται τα πρόστιμα και πότε επιβάλλεται χρηματική κύρωση αντί αναστολή λειτουργίας

 

 

            Με το νομοσχέδιο που κατατέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στη Βουλή «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας και άλλες διατάξεις - συνταξιοδοτικές διατάξεις» πραγματοποιούνται μεταξύ άλλων τροποποιήσεις σε ορισμένες διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ). Από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις  θα αναλυθούν στο παρόν άρθρο οι διατάξεις που αφορούν την αύξηση των επιβαλλόμενων προστίμων σε περίπτωση διακίνησης αγαθών χωρίς την ύπαρξη παραστατικών διακίνησης (παρ. 13 αρ. 57 ΚΦΔ) και οι διατάξεις που τροποποιούν την αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων σε περίπτωση φοροδιαφυγής (αρ. 13Α ν. 2523/1997). Να σημειωθεί ότι   μέχρι τη στιγμή που γράφεται το παρόν άρθρο το νομοσχέδιο δεν έχει ψηφιστεί ακόμα και για τον λόγο αυτό οι οποιεσδήποτε μεταβολές στις διατάξεις του που θα προκύψουν από την κατάθεση αυτού στην Βουλή μέχρι την ψήφισή του θα δημοσιευτούν σε επόμενη αρθρογραφία.

ΜΗ ΕΚΔΟΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ

            Στο άρθρο 214 του ως άνω νομοσχεδίου, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση αυτού,  προβλέπεται η θέσπιση αυστηρότερων προστίμων σε περίπτωση διακίνησης αγαθών χωρίς την ύπαρξη παραστατικών στοιχείων διακίνησης σε σχέση με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο. Ειδικότερα επιβάλλεται ανά φορολογικό έλεγχο πρόστιμο πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ στην περίπτωση που η οντότητα είναι υπόχρεη  τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ στην περίπτωση που είναι υπόχρεη τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος. Σημειωτέο δε ότι με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο τα επιβαλλόμενα πρόστιμα για την διακίνηση αγαθών χωρίς την ύπαρξη στοιχείων διακίνησης είναι   πεντακόσια (500) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, αν φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και χιλίων (1.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, αν είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.

 

ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

            Στο άρθρο 13α του ν. 2523/1997 θεσπίζονται διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες προβλέπεται η αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων σε περίπτωση φοροδιαφυγής. Σύμφωνα με τις διατάξεις του ως άνω άρθρου, όπως αυτές προκύπτουν ύστερα από τις τροποποιήσεις που επιφέρει το ως άνω νομοσχέδιο, η λειτουργία της εγκατάστασης μίας επιχείρησης αναστέλλεται άμεσα για σαράντα οκτώ (48) ώρες, εφόσον από τον ίδιο μερικό επιτόπιο φορολογικό έλεγχο διαπιστώνεται, είτε η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση πλέον των δέκα (10) προβλεπόμενων παραστατικών πώλησης, είτε ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών, όταν η αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία δεν εκδόθηκε παραστατικό πώλησης ή αυτό εκδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) ευρώ. Η αναστολή λειτουργίας επαγγελματικής εγκατάστασης για σαράντα οκτώ (48) ώρες εφαρμόζεται και στην περίπτωση που διαπιστωθεί από τον ίδιο μερικό επιτόπιο φορολογικό έλεγχο η μη διαβίβαση στο Πληροφοριακό Σύστημα Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (ΦΗΜ) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)  πλέον των δέκα (10) στοιχείων λιανικής πώλησης που έχουν εκδοθεί μέσω Φορολογικού Ηλεκτρονικού Μηχανισμού (ΦΗΜ), ή ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών, ότι η μη διαβιβασθείσα αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) ευρώ.

            Εάν εντός του ίδιου ή του επόμενου φορολογικού έτους από τη διαπίστωση των ως άνω παραβάσεων, διαπιστωθεί εκ νέου από τον ίδιο μερικό επιτόπιο έλεγχο στην ίδια ή σε άλλη επαγγελματική εγκατάσταση του υπόχρεου, είτε η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση τουλάχιστον τριών (3) παραστατικών πώλησης ή ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών όταν η αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία δεν εκδόθηκε παραστατικό πώλησης ή αυτό εκδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) ευρώ είτε η μη διαβίβαση στο Πληροφοριακό Σύστημα των Φορολογικών Ηλεκτρονικών Μηχανισμών (ΦΗΜ) της Α.Α.Δ.Ε. τουλάχιστον τριών (3) στοιχείων λιανικής πώλησης που έχουν εκδοθεί μέσω ΦΗΜ ή ανεξαρτήτως του πλήθους αυτών, όταν η μη διαβιβασθείσα αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) ευρώ τότε η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος αναστέλλεται αμελλητί για ενενήντα έξι (96) ώρες.

Σε κάθε επόμενη διαπίστωση από τον ίδιο μερικό επιτόπιο έλεγχο των  παραβάσεων της προηγούμενης παραγράφου, εντός του ίδιου ή του επόμενου φορολογικού έτους από τη διαπίστωσή τους, σε οποιαδήποτε επαγγελματική εγκατάσταση του υπόχρεου, η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος αναστέλλεται αμελλητί για δέκα (10) ημέρες.

Σε κάποιες κατηγορίες φορολογούμενων δύναται να επιβάλλεται αντί της αναστολής λειτουργίας, κατά περίπτωση, ειδική χρηματική κύρωση ως εξής:

·         εφόσον συντρέχουν οι διαπιστώσεις που επιβάλλουν την αναστολή λειτουργίας εγκατάστασης για σαράντα οκτώ ώρες (48) από χίλια (1.000) έως χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ για τους φορολογούμενους που εφαρμόζουν απλογραφικό σύστημα και από δύο χιλιάδες (2.000) έως δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ για τους φορολογούμενους που εφαρμόζουν διπλογραφικό λογιστικό σύστημα

·         εφόσον συντρέχουν οι διαπιστώσεις που επιβάλλουν την αναστολή λειτουργίας εγκατάστασης για ενενήντα έξι (96) ώρες από δύο χιλιάδες πεντακόσια ένα (2.501) έως τρεις χιλιάδες πεντακόσια (3.500) ευρώ για τους φορολογούμενους που εφαρμόζουν απλογραφικό σύστημα και από τρεις χιλιάδες πεντακόσια ένα (3.501) έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για τους φορολογούμενους που εφαρμόζουν διπλογραφικό λογιστικό σύστημα

·         εφόσον συντρέχουν οι διαπιστώσεις που επιβάλλουν την αναστολή λειτουργίας εγκατάστασης για δέκα (10) μέρες πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ ανεξαρτήτως εφαρμογής λογιστικού συστήματος.

Οι κατηγορίες των φορολογουμένων για τους οποίους αντί της αναστολής λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης επιβάλλεται η ειδική χρηματική κύρωση είναι οι εξής:

·         Ιατροί και οδοντίατροι όλων των ειδικοτήτων και εταιρείες που παρέχουν ιατρικές και οδοντιατρικές υπηρεσίες.

·          Φυσιοθεραπευτές και ασκούντες παραϊατρικά επαγγέλματα και εταιρείες που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες.

·          Κλινικές ή θεραπευτήρια.

·         Οίκοι ευγηρίας.

·         Λοιπά καταλύματα για άτομα που χρήζουν νοσοκομειακής φροντίδας ή κοινωνικής μέριμνας.

·         Εκπαιδευτήρια, σχολές, φροντιστήρια, εργαστήρια ελευθέρων σπουδών, παιδικοί βρεφονηπιακοί σταθμοί και κάθε άλλης φύσης δραστηριότητες με χαρακτήρα διδακτικό ή επαγγελματικής κατάρτισης.

·         Ξενοδοχεία, ξενώνες, επιπλωμένα δωμάτια, διαμερίσματα κατοικίες.

·         Οργανωμένες τουριστικές κατασκηνώσεις (camping).

·          Δικηγόροι και εταιρείες δικηγόρων.

·         Λογιστές, φοροτεχνικοί και εταιρείες που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες.

·         Επιχειρήσεις ενοικίασης αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών, μοτοποδηλάτων, σκαφών και αεροσκαφών.

·         Γραφεία τελετών.

·         Επιχειρήσεις εκμετάλλευσης τουριστικών λεωφορείων.

·         Άμισθοι υποθηκοφύλακες, συμβολαιογράφοι και συμβολαιογραφικές εταιρείες.

·         Φαρμακεία ανεξαρτήτως νομικής μορφής.

 

 

ΘΟΔΩΡΗΣ Δ. ΚΑΒΟΥΚΗΣ

Δικηγόρος – Οικονομολόγος

 

   Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Voice (Finance & Markets Voice) , την Κυριακή 27 Ιουλίου  2025


Αλλαγές στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ) με τον νόμο για το Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα Γράφει ο Απόστολος Αλωνιάτης Οι φορολογικές αλλαγές που περιλαμβάνει ο νέος νόμος που ψηφίστηκε για τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικά


 

 

Αλλαγές στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ) με τον νόμο για το Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα

Γράφει ο Απόστολος Αλωνιάτης

Οι φορολογικές αλλαγές που περιλαμβάνει ο νέος νόμος που ψηφίστηκε για τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικά

Με την δημοσίευση στο ΦΕΚ έγινε νόμος του κράτους πλέον (ν. 5222/2025 (ΦΕΚ Α' 134, 28/07/2025), ο Τελωνειακός Κώδικας («Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας και άλλες διατάξεις»). Όπως έχουμε ξαναγράψει ο νόμος δεν περιείχε μόνο τον Τελωνειακό Κώδικα αλλά και μια σειρά από άλλες διατάξεις με αλλαγές στην φορολογία, τα ενοίκια, τα πρόστιμα του Κώδικά Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), την υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση B2B, θέμα που παρουσιάσαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, αλλά και το ΦΠΑ. Θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε τις αλλαγές αυτές.

Αλλαγές στο εισόδημα.

Ο νόμος περιλαμβάνει αλλαγές στην φορολογία εισοδήματος όπως:

Αλλαγές στην φορολογία των άρθρων 5 Α, 5 Β και 5 Γ

·         για την εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή φυσικών προσώπων που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα (non-dom, τροποποίηση άρθρων 5Α, 5Β, 5Γ ΚΦΕ) (Άρθρο 206 «Εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή φυσικών προσώπων που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα - Τροποποίηση παρ. 2, 3, 4 και 8 άρθρου 5Α, παρ. 3 άρθρου 5Β και παρ. 3 και 6 άρθρου 5Γ Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος)

Απαλλαγές του άρθρου 14

·         για την εξαίρεση από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία των παροχών του εργοδότη προς τον εργαζόμενο για την κάλυψη δαπανών νοσηλείας του εργαζομένου ή συγγενικού του προσώπου (Άρθρο 207 Εξαιρέσεις από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία - Προσθήκη περ. κβ) στην παρ. 1 του άρθρου 14  Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος

Να θυμίσουμε ότι το άρθρο 14 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ – ν.4175/2013) είναι το άρθρο που αφορά τις «Απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις» στο άρθρο αυτό λοιπόν προστέθηκαν και νέες  διατάξεις και συγκεκριμένα η περίπτωση (κθ) η οποία αναφέρεται στην παροχή του εργοδότη προς τον εργαζόμενο για την κάλυψη δαπανών νοσηλείας του εργαζομένου ή συγγενικού του προσώπου.

Ποιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με την διάταξη του νόμου

«Στην παρ. 1 του άρθρου 14 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013, Α’ 167), περί απαλλαγών εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις, προστίθεται περ. κβ) ως εξής:

«κβ) Η παροχή του εργοδότη προς τον εργαζόμενο για την κάλυψη δαπανών νοσηλείας του εργαζομένου ή συγγενικού του προσώπου κατά την έννοια της περ. στ) του άρθρου 2, εφόσον η παροχή:

α) καταβάλλεται απευθείας από τον εργοδότη στον τρίτο πάροχο των υπηρεσιών ή

β) καταβάλλεται σε χρήμα στον εργαζόμενο, εφόσον αυτός καταβάλλει το ποσό στον τρίτο που παρέχει τις σχετικές υπηρεσίες και στη συνέχεια προσκομίσει το οικείο φορολογικό στοιχείο στον εργοδότη.»

 

Προσοχή: Η περίπτωση (στ) του άρθρου 2 του ΚΦΕ, αφορά την έννοια  του συγγενικού προσώπου «στ) «συγγενικό πρόσωπο»: ο/η σύζυγος και οι ανιόντες ή κατιόντες σε ευθεία γραμμή».

Συνεπώς η αναφορά στην νέα διάταξη αφορά την κάλυψη δαπανών νοσηλείας για την σύζυγο και τα παιδιά (ανιόντες και κατιόντες) σε ευθεία γραμμή.  

Φορολόγηση ναυτικών

·         για τη φορολογική αντιμετώπιση αμοιβών ναυτικών σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής (Άρθρο 208: «Φορολογική αντιμετώπιση αμοιβών ναυτικών - Τροποποίηση περ. α) και β) παρ. 2 άρθρου 15 και παρ. 2 άρθρου 60 Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος )

Με την συγκεκριμένη διάταξη οι συντελεστές φορολόγησης των ναυτικών δηλαδή η φορολόγηση με συντελεστές των αξιωματικών και του κατώτερου πληρώματος  με συντελεστή 15% και 10% αντίστοιχα θα  εφαρμόζονται και στους ναυτικούς που υπηρετούν σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής, οι προβλέψεις φορολόγησης εισοδήματος από μισθωτή εργασία ναυτικών που υπηρετούν σε πλοία του Εμπορικού Ναυτικού

Πιο συγκεκραμένα και σύμφωνα με την νέα διάταξη:

1. Στην παρ. 2 του άρθρου 15 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013, Α’ 167), περί φορολογικού συντελεστή, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α) μετά από τις λέξεις «του ν.4555/2018 (Α’ 133) και» προστίθενται οι λέξεις «σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής, και», β) στην περ. β) μετά τις λέξεις «του ν.4555/2018 και» προστίθενται οι λέξεις «σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής, και» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Η παρ. 1 δεν εφαρμόζεται για το εισόδημα από μισθωτή εργασία που αποκτούν:

α) οι αξιωματικοί που υπηρετούν σε πλοία του Εμπορικού Ναυτικού, σε πλωτά ναυπηγήματα του άρθρου 267 του ν.4555/2018 (Α’ 133) και σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής, και το οποίο φορολογείται με φορολογικό συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και β) το κατώτερο πλήρωμα που υπηρετεί σε πλοία του Εμπορικού Ναυτικού, σε πλωτά ναυπηγήματα του άρθρου 267 του ν.4555/2018 και σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής, και το οποίο φορολογείται με φορολογικό συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),

γ) οι κυβερνήτες, οι συγκυβερνήτες και οι μηχανικοί αεροσκαφών αεροπορικών εταιρειών με φορολογική κατοικία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας για τη μηναία αποζημίωση που λαμβάνουν και η οποία φορολογείται με φορολογικό συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),

δ) τα μέλη των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών του άρθρου 5 του ν.4375/2016 (Α’ 51) για τη μηνιαία αποζημίωση που λαμβάνουν και η οποία φορολογείται με φορολογικό συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),

ε) το ιατρικό προσωπικό που υπάγεται στο άρθρο 45 του ν.3205/2003 (Α’ 293) για την αμοιβή που λαμβάνει για εφημερίες και η οποία φορολογείται με φορολογικό συντελεστή είκοσι δύο τοις εκατό (22%). Η παρούσα περίπτωση εφαρμόζεται και για τα ωρομίσθια εφημεριών της υπό στοιχεία 15993/Ζ2/14.2.2022 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας (Β’ 686), περί καθορισμού του ύψους αμοιβής εφημεριών των μελών Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού (Ε.ΔΙ.Π.) και ακαδημαϊκών υποτρόφων, στα πανεπιστημιακά νοσοκομεία Αρεταίειο και Αιγινήτειο.

Τα ως άνω εισοδήματα φορολογούνται αυτοτελώς με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης των δικαιούχων τους μόνο για αυτά.»

2. Στην παρ. 2 του άρθρου 60 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, περί φορολογικού συντελεστή, μετά από τις λέξεις «σε πλοία του εμπορικού ναυτικού,» προστίθενται οι λέξεις «σε πλωτά ναυπηγήματα του άρθρου 267 του ν.4555/2018 (Α’ 133), καθώς και σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής,» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Με την επιφύλαξη της παρ. 1, το εισόδημα από μισθωτή εργασία που αποκτούν οι αξιωματικοί και το κατώτερο πλήρωμα που υπηρετεί σε πλοία του εμπορικού ναυτικού, σε πλωτά ναυπηγήματα του άρθρου 267 του ν.4555/2018 (Α’ 133), καθώς και σε ιδιωτικά πλοία αναψυχής, οι κυβερνήτες, οι συγκυβερνήτες και οι μηχανικοί αεροσκαφών αεροπορικών εταιρειών με φορολογική κατοικία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, τα μέλη των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών του άρθρου 5 του ν.4375/2016, καθώς και το ιατρικό προσωπικό και τα λοιπά πρόσωπα της περ. ε) της παρ. 2 του άρθρου 15 του παρόντος για την αμοιβή που λαμβάνουν για εφημερίες, υπόκειται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με τους συντελεστές της παρ. 2 του άρθρου 15 του παρόντος.»

 

Διευκρίνηση:

Άρθρο 267 - Νόμος 4555/2018 - Πλωτοί τερματικοί σταθμοί παραλαβής, προσωρινής αποθήκευσης και επαναεριοποίησης φυσικού αερίου

1. Πλοία που εκ κατασκευής ή εκ μετασκευής προορίζονται να χρησιμοποιούνται ως πλωτοί τερματικοί σταθμοί παραλαβής, προσωρινής αποθήκευσης και επαναεριοποίησης φυσικού αερίου χαρακτηρίζονται ως πλωτά ναυπηγήματα.

2. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η οργανική σύνθεση των πλωτών ναυπηγημάτων της παραγράφου 1, για το χρονικό διάστημα που χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς αυτούς και είναι μόνιμα αγκυροβολημένα εντός ελληνικών χωρικών υδάτων, με Βάση τον απαιτούμενο, για το χειρισμό και τη στελέχωση των σωστικών μέσων του πλωτού ναυπηγήματος, αριθμό ναυτικών, όπως αυτός καθορίζεται, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, λαμβάνοντας υπόψη και τις αντίστοιχες απαιτήσεις της Σύμβασης Ναυτικής Εργασίας, 2006, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, η οποία κυρώθηκε με το ν. 4078/2012 (Α΄179). Με την ίδια απόφαση, καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης των απαραίτητων εγγράφων αρμοδιότητας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με τα οποία εφοδιάζονται τα πλωτά ναυπηγήματα της παραγράφου 1 που είναι μόνιμα αγκυροβολημένα εντός ελληνικών χωρικών υδάτων.

3. Τα πλοία της παραγράφου 1, που έχουν ήδη υπαχθεί στις διατάξεις του Ν.Δ. 2687/1953 (Α΄317) και χρησιμοποιούνται ως πλωτά ναυπηγήματα για τους σκοπούς της παραγράφου 1, εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις αυτές.

Φορολογική αντιμετώπιση πλανόδιων λαχειοπωλών στο τεκμαρτό εισόδημα

·         για τη φορολογική αντιμετώπιση της προμήθειας που λαμβάνουν οι πλανόδιοι λαχειοπώλες (προβλέπεται αυτοτελής φορολόγηση με φορολογικό συντελεστή 1%) (άρθρο 209 « Φορολογική αντιμετώπιση της προμήθειας που λαμβάνουν οι πλανόδιοι λαχειοπώλες - Τροποποίηση άρθρων 28Α, 29, 62, 64, 69 Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος)»

Ποιο συγκεκριμένα:

1. Στην παρ. 6 του άρθρου 28Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α' 167), περί ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος από την άσκηση ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, προστίθεται περ. στ) ως εξής:

«στ) στους πλανόδιους λαχειοπώλες.»

2. Στο άρθρο 29 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, περί φορολογικού συντελεστή, προστίθεται παρ. 7, ως εξής:

«7. Η προμήθεια που λαμβάνουν οι πλανόδιοι λαχειοπώλες από τον προμηθευτή τους φορολογείται αυτοτελώς με φορολογικό συντελεστή ένα τοις εκατό (1%). Ο φόρος αυτός υπολογίζεται κάθε τρίμηνο κατά τον χρόνο της εκκαθάρισης των συναλλαγών μεταξύ των λαχειοπωλών και των προμηθευτών τους και αποδίδεται με δήλωση από τους προμηθευτές μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της προμήθειας. Με την παρακράτηση του φόρου εξαντλείται κάθε άλλη φορολογική υποχρέωση για το εισόδημα αυτό.»

3. Στην παρ. 1 του άρθρου 64 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, περί συντελεστών παρακράτησης φόρου, προστίθεται περ. ζ), ως εξής:

«ζ) για την προμήθεια που λαμβάνουν οι πλανόδιοι λαχειοπώλες από τον προμηθευτή τους ένα τοις εκατό (1%)»

4. Στην παρ. 2 του άρθρου 69 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, περί προκαταβολής του φόρου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα, προστίθεται δεύτερο εδάφιο και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το πρώτο και το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 δεν εφαρμόζονται όταν το ποσό που πρέπει να βεβαιωθεί δεν υπερβαίνει τα τριάντα (30) ευρώ.

Η παρ. 1 δεν εφαρμόζεται στο εισόδημα των πλανόδιων λαχειοπωλών για την προμήθεια που λαμβάνουν από την πώληση λαχείων και η οποία φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή ένα τοις εκατό (1%), με εξάντληση κάθε άλλης φορολογικής υποχρέωσης.»

Να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με τη παράγραφο 6 του άρθρου 28 Α:

6. Το τεκμήριο του παρόντος δεν εφαρμόζεται:

α) στα κέρδη από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα,

β) σε όσους αμείβονται σύμφωνα με την περ. στ) της παρ. 2 του άρθρου 12, εφόσον συμβάλλονται με έως και τρία (3) φυσικά ή νομικά πρόσωπα, και σε ασφαλιστικούς δια-μεσολαβητές που συμβάλλονται με έως και δύο (2) ασφαλιστικές επιχειρήσεις και δηλώ-νουν ως επαγγελματική έδρα την κατοικία τους,

γ) σε πρόσωπα που παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του ογδόντα τοις εκατό (80%),

δ) σε καφενεία που βρίσκονται σε οικισμούς της χώρας με πληθυσμό μικρότερο των             πεντακοσίων (500) κατοίκων,

ε) στους υποδιανομείς και υποπράκτορες τύπου, εφόσον συμβάλλονται με έως τρία (3) κεντρικά ή περιφερειακά πρακτορεία διανομής ημερήσιου τύπου, περιοδικού τύπου και εν γένει εντύπων, για τις προμήθειες που εισπράττουν από την παροχή υπηρεσίας προς τα πρακτορεία.

στ) στους πλανόδιους λαχειοπώλες.

Συνεπώς προσδιορίζεται νέο πλαίσιο φορολόγησης εισοδήματος πλανόδιων λαχειοπωλών (προβλέπεται αυτοτελής συντελεστής φορολόγησης 1% για την προμήθεια που λαμβάνουν οι πλανόδιοι πωλητές λαχείων από τον προμηθευτή τους, καθώς και η εξαίρεση αυτού του εισοδήματος από τον υπολογισμό του τεκμηρίου) (άρθρο 209).

Πληρωμή μισθωμάτων μέσω τράπεζων

για την πληρωμή μισθωμάτων μέσω τραπεζικού λογαριασμού (άρθρο 210 «Πληρωμή μισθωμάτων μέσω τραπεζικού λογαριασμού - Προσθήκη περ. ιζ) στο άρθρο 23, προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος).

 Με τις διατάξεις του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου προβλέπεται ότι σε περίπτωση μη καταβολής του μισθώματος μέσω τραπέζης προβλέπεται ότι:

 α) δεν εκπίπτουν οι δαπάνες για το εισόδημα που αποκτά ο εκμισθωτής,

β) ο μισθωτής αποκλείεται για τη μίσθωση αυτή από ευεργέτημα, ενίσχυση ή επίδομα που παρέχεται από το κράτος για μισθώσεις και

γ) το μίσθωμα που δεν έχει καταβληθεί ηλεκτρονικά από ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα δεν αποτελεί εκπιπτόμενη επιχειρηματική δαπάνη

Σύμφωνα με την διάταξη

1. Μετά την περ. ιστ) του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013, Α’ 167), προστίθεται περ. ιζ) ως εξής:

«ιζ) οι επιχειρηματικές δαπάνες που πραγματοποιούνται από εκμισθωτή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα και αφορούν ακίνητο για το οποίο η καταβολή του μισθώματος δεν έχει πραγματοποιηθεί κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 39.»

2. Στο άρθρο 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προστίθεται παρ. 5 ως εξής:

«5. Σε περίπτωση εκμίσθωσης ή υπεκμίσθωσης ακινήτου σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η εξόφληση του μισθώματος, το οποίο δεν αποτελεί επιχειρηματική δαπάνη πραγματοποιείται υποχρεωτικά σε τραπεζικό λογαριασμό του εκμισθωτή, ο οποίος γνωστοποιείται στην Α.Α.Δ.Ε..

Σε περίπτωση μη καταβολής του μισθώματος κατά τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται η περ. α) της παρ. 3 για το εισόδημα που αποκτά ο εκμισθωτής.»

3. Σε περίπτωση μη καταβολής του μισθώματος κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, ο μισθωτής αποκλείεται για τη μίσθωση αυτή από κάθε ευεργέτημα, ενίσχυση ή επίδομα που παρέχεται από το κράτος για μισθώσεις.

4.α) Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., δύναται να καθορίζονται εξαιρέσεις από την εφαρμογή των κυρώσεων της παρ. 5 του άρθρου 39 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

β) Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζεται η διαδικασία συγκέντρωσης των απαραίτητων δεδομένων από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

Κίνητρα

Τέλος με το άρθρο 211 «Φορολογικά κίνητρα για εταιρείες ειδικού σκοπού διαχείρισης οικογενειακής περιουσίας – Τροποποίηση άρθρου 71Η Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος» δίνονται και νέα φορολογικά κίνητρα για εταιρείες ειδικού σκοπού διαχείρισης οικογενειακής περιουσίας .

Αλωνιάτης Απόστολος

  Οικονομολόγος - φοροτεχνικός, Α' Αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών & Φορολογικών Μελετών (Ι.Ο.ΦΟ.Μ), Σύμβουλος Διοίκησης της PROSVASIS AEBE και συγγραφέας.

   Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Voice (Finance & Markets Voice) , την Κυριακή 10 Αυγούστου 2025