Αλυτη εξίσωση παραμένει το ασφαλιστικό
Στην Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων κατοίκων, «μετράμε» ήδη περίπου 2,65 εκατομμύρια συνταξιούχους. Στον αριθμό αυτό δεν συμπεριλαμβάνονται περίπου 150.000 άτομα τα οποία έχουν καταθέσει τα χαρτιά τους για σύνταξη χωρίς αυτή να τους έχει δοθεί ακόμη. Ετσι, στην πραγματικότητα οι συνταξιούχοι στην Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή περίπου 2,8 εκατομμύρια. Από την άλλη, οι απασχολούμενοι, από 4,6 εκατομμύρια που ήταν το 2008, έχουν περιοριστεί σε μόλις 3,5 εκατομμύρια σήμερα. Ποτέ στο παρελθόν η Ελλάδα δεν είχε τόσο κακή αναλογία απασχολουμένων - συνταξιούχων, καθώς σε κάθε συνταξιούχο έχει φτάσει να αντιστοιχεί πλέον περίπου 1,25 απασχολούμενος. Σε αυτό το ποσοστό υπολογίζονται οι απλήρωτοι επί σειρά μηνών, οι μερικώς απασχολούμενοι που συμβάλλουν ελάχιστα με τις ασφαλιστικές εισφορές που πληρώνουν αλλά και νέοι των 511 ή 586 ευρώ μηνιαίως.
Αυτή η αναλογία, η οποία επιδεινώνεται συνεχώς, μας κατατάσσει σε μια από τις χειρότερες θέσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σε χώρες όπως η Φινλανδία, η Γερμανία, η Αυστρία, η Πολωνία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Σουηδία, ακόμη και η Κύπρος, η αναλογία των απασχολουμένων προς τους συνταξιούχους ξεπερνά το 170%, που σημαίνει ότι σε κάθε συνταξιούχο αντιστοιχεί 1,7 εργαζόμενος.
Με τη σχέση απασχολουμένων - συνταξιούχων να βαίνει συνεχώς επιδεινούμενη τα τελευταία έξι χρόνια της ύφεσης, η κυβέρνηση αποφασίζει για ακόμη μία φορά να λάβει μέτρα που κινούνται στην εντελώς διαφορετική κατεύθυνση:
• Ενα σκληρό πακέτο μέτρων για τον ιδιωτικό τομέα θα παγώσει κάθε σχέδιο για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε μια περίοδο μάλιστα που ο δημόσιος τομέας δεν μπορεί να κάνει προσλήψεις. Το «κοκτέιλ» της έκτακτης εισφοράς και της αύξησης του συντελεστή φορολόγησης των νομικών προσώπων, αντί για προσλήψεις είναι πιθανό να προκαλέσει απολύσεις ή ακόμη περισσότερες μετατροπές συμβάσεων από πλήρους σε μερικής απασχόλησης, έτσι ώστε να αντισταθμιστεί η ζημιά από την αύξηση των φόρων.
Περισσότερο από 1,7 δισ. ευρώ θα αφαιρεθεί από τα ταμεία των επιχειρήσεων. Μέρος αυτών των χρημάτων θα μπορούσαν να γίνουν επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Με τα νέα δεδομένα, θα γίνουν… φόροι, που θα πρέπει να καταβληθούν, λειτουργώντας ως αντικίνητρο για οποιαδήποτε αναπτυξιακή προσπάθεια.
• Την ώρα που ο αριθμός αυτών που καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές γίνεται -λόγω της αυξανόμενης ανεργίας- ολοένα και μικρότερος, η κυβέρνηση επιδιώκει διά της αύξησης των συντελεστών υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών να μαζέψει περισσότερα έσοδα για τα Ταμεία.
Κι όλα αυτά, ενώ ήδη το 30% των εργαζομένων είναι αδήλωτο, ενώ η αναρρίχηση των συντελεστών στα υψηλότερα επίπεδα της Ευρώπης (το άθροισμα εισφορών εργαζομένου και εργοδότη θα επιστρέψει στο 44%) αναμένεται να επιτείνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα της «μαύρης εργασίας».
Πιο απλά, τη στιγμή που υπάρχει αθρόα προσφορά εργαζομένων και εξαιρετικά περιορισμένη ζήτηση για προσλήψεις, η κυβέρνηση αποφασίζει να κάνει ακριβότερη την προσφορά εργασίας (η πρόσληψη ακριβαίνει κατά 4%), με τον συνολικό λογαριασμό να ξεπερνάει το 1,15 δισεκατομμύριο ευρώ για το επόμενο 18μηνο.
• Στην επιδείνωση της σχέσης εργαζομένων - συνταξιούχων συμβάλλει επίσης και η «φιλολογία» των τελευταίων μηνών -που ολοένα και μεγενθύνεται- περί αλλαγής στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης μέσα από τις παρεμβάσεις για τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.
Η αβεβαιότητα, όπως είναι φυσικό, έχει στείλει δεκάδες χιλιάδες στη σύνταξη τις τελευταίες εβδομάδες υπό το κράτος της ανασφάλειας για το ποιους τελικά θα αγγίξει και πότε η απόφαση περί κατάργησης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Αυτό αναμένεται να συνεχιστεί μέχρι να κατατεθεί το νομοσχέδιο και να αποσαφηνιστεί πλήρως το ποιοι τελικώς θα την… πληρώσουν από τα νέα μέτρα. Κατά συνέπεια, ο αριθμός όσων στριμώχνονται στην είσοδο των Ταμείων για να υποβάλουν τα χαρτιά τους θα αυξάνει ολοένα και πιο επικίνδυνα.
Μείωση εργαζομένων, αύξηση συνταξιούχων
Η αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού προκύπτει από την έρευνα εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής:
• Στο 1ο τρίμηνο του 2015, οι μη οικονομικά ενεργοί πολίτες αναρριχήθηκαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών. Το 48,41% του πληθυσμού -ως πληθυσμός λαμβάνονται υπόψη τα άτομα ηλικίας άνω των 15 ετών, δηλαδή 9,26 εκατ. πολίτες- θεωρείται μη οικονομικά ενεργό. Στο 1ο τρίμηνο του 2008, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 47,15%. Σε απόλυτους αριθμούς, προκύπτει ότι ο μη οικονομικά ενεργός πληθυσμός ήταν 4,45 εκατ. άτομα το 2008 για να φτάσει στα 4,48 εκατ. το 2015. Η διαφορά των περίπου 35.000 ατόμων μπορεί να φαίνεται μικρή, ωστόσο πρέπει να συνδυαστεί με την κατάρρευση του αριθμού των απασχολουμένων αλλά και τη μείωση του πληθυσμού των ατόμων ηλικίας άνω των 15 ετών. Στα 4,45 εκατ. μη ενεργών οικονομικά πολιτών, εκτός από τους συνταξιούχους, περιλαμβάνονται και οι νέοι οι οποίοι στην ηλικία των 16 ή 17 ετών εξακολουθούν να φοιτούν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
• Ο αριθμός των απασχολουμένων έχει βυθιστεί, καθώς από τα 4,567 εκατομμύρια άτομα που ήταν στο πρώτο τρίμηνο του 2008, έχει περιοριστεί πλέον στα 3,504 εκατ. άτομα στο α΄ τρίμηνο του 2015, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Το μερίδιο των απασχολουμένων στο σύνολο του πληθυσμού άνω των 15 ετών έπεσε από το 48,42% το 2008 στο 37,85%.
• Το μερίδιο που έχασαν οι απασχολούμενοι στην «πίτα» του πληθυσμού το κέρδισαν οι άνεργοι. Από 418,6 χιλιάδες στο α΄ τρίμηνο του 2008, έφτασαν στο 1,27 εκατ. στο α΄ τρίμηνο του 2015, με αποτέλεσμα το μερίδιό τους στον πληθυσμό άνω των 15 ετών από το 4,44% να εκτιναχθεί στο 13,74%.
Κακές αναλογίες
Με 2,65 εκατ. συνταξιούχους και 4,2 εκατομμύρια εισφέροντες ασφαλιστικές εισφορές, η Ελλάδα παρουσιάζει μια από τις χειρότερες αναλογίες ασφαλισμένων - συνταξιούχων μεταξύ των 19 χωρών-μελών της Ευρωζώνης. Μάλιστα, τα στοιχεία που προέρχονται από έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μάλλον… ωραιοποιούν την κατάσταση στην Ελλάδα, καθώς:
1. Τα στοιχεία αφορούν το 2013 (είναι και τα τελευταία διαθέσιμα συγκρίσιμα μεταξύ όλων των χωρών της Ευρώπης). Εκτοτε, ο αριθμός των πολιτών που μπορούν να εισφέρουν στη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα έχει μειωθεί περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (οι απασχολούμενοι από 3,78 εκατομμύρια στο τέλος του 2012 έχουν μειωθεί σε 3,5 εκατ. στις αρχές του 2015).
1. Τα στοιχεία αφορούν το 2013 (είναι και τα τελευταία διαθέσιμα συγκρίσιμα μεταξύ όλων των χωρών της Ευρώπης). Εκτοτε, ο αριθμός των πολιτών που μπορούν να εισφέρουν στη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα έχει μειωθεί περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (οι απασχολούμενοι από 3,78 εκατομμύρια στο τέλος του 2012 έχουν μειωθεί σε 3,5 εκατ. στις αρχές του 2015).
2. Στη στατιστική της Κομισιόν δεν περιλαμβάνεται ο «κρυφός» αριθμός των 150.000 συνταξιούχων (άτομα που έχουν καταθέσει χαρτιά, αλλά περιμένουν ακόμη και πάνω από δύο χρόνια να εισπράξουν τη σύνταξή τους).
3. Από τα στατιστικά απουσιάζει το ποιοτικό στοιχείο. Δηλαδή, το γεγονός ότι από τους εμφανιζόμενους ως εισφέροντες στη χρηματοδότηση του συστήματος, στην Ελλάδα περιλαμβάνονται οι εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες που έχουν κηρύξει στάση πληρωμών στον ΟΑΕΕ, αλλά και οι περισσότεροι από 400.000 μερικώς απασχολούμενοι που καταβάλλουν ελάχιστες εισφορές.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία θεωρούνται συγκρίσιμα -καθώς ακολουθείται η ίδια μεθοδολογία για τη συλλογή τους- και δείχνουν τα εξής: μεταξύ των 19 χωρών-μελών της Ευρωζώνης, η Ελλάδα έχει την 6η χειρότερη αναλογία εισφερόντων - συνταξιούχων. Ο σχετικός δείκτης διαμορφώνεται στο 159% για το 2013. Ποιες χώρες βρίσκονται -πάντοτε με βάση τον συγκεκριμένο δείκτη- σε χειρότερη κατάσταση από την Ελλάδα;
• Η Σλοβενία με 606 χιλιάδες συνταξιούχους και 833 χιλιάδες εισφέροντες.
• Η Πορτογαλία με 2,55 εκατ. συνταξιούχους και 3,58 εκατ. εισφέροντες. Ο σχετικός δείκτης διαμορφώνεται στο 140,5%.
• Η Γαλλία με 18,39 εκατομμύρια συνταξιούχους και 26,38 εκατ. εισφέροντες.
• Η Πορτογαλία με 2,55 εκατ. συνταξιούχους και 3,58 εκατ. εισφέροντες. Ο σχετικός δείκτης διαμορφώνεται στο 140,5%.
• Η Γαλλία με 18,39 εκατομμύρια συνταξιούχους και 26,38 εκατ. εισφέροντες.
• Η Εσθονία με 413 χιλιάδες συνταξιούχους και 622 χιλιάδες εισφέροντες.
• Η Ιταλία με 15,44 εκατ. συνταξιούχους και 23,3 εκατ. εισφέροντες.
Εκτός από τα… χειρότερα, υπάρχουν και οι χώρες -και είναι οι περισσότερες στην Ευρωζώνη- οι οποίες έχουν σαφώς καλύτερη αναλογία συγκριτικά με την Ελλάδα. Οι Βέλγοι, για παράδειγμα, μια χώρα με αντίστοιχο πληθυσμό με αυτόν της Ελλάδας, μετρούν 2,65 εκατ. συνταξιούχους -ακριβώς όσοι είναι και στη χώρα μας- αλλά περισσότερα από 4,6 εκατ. εργαζομένους. Δηλαδή, η αναλογία εργαζομένων - συνταξιούχων διαμορφώνεται περίπου στο 1,7. Υπάρχουν και χώρες που βρίσκονται σε ακόμη καλύτερη κατάσταση όπως είναι η Σλοβακία, η Ισπανία, η Μάλτα, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Ιρλανδία και η Κύπρος.
Ορια βάσει προσδόκιμου ζωής
Μπορεί ο δείκτης του προσδόκιμου ζωής να φαντάζει κάτι «θεωρητικό» στο μυαλό των περισσότερων Ελλήνων, η αύξησή του ωστόσο μπορεί να επηρεάσει άμεσα τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών. Η ισχύουσα ασφαλιστική νομοθεσία προβλέπει ότι τα γενικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης -δηλαδή το 67ο έτος και το 62ο για όσους έχουν 40 χρόνια προϋπηρεσίας- θα επανεξετάζονται -από το 2021 και μετά- ανά 3ετία, ανάλογα με την εξέλιξη του προσδόκιμου. Ηδη, η αύξηση του προσδόκιμου μας έχει «κοστίσει», καθώς η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες στην Ευρώπη που έχουν ήδη ανεβάσει το γενικό όριο στα 67. Οι άλλες δύο χώρες είναι η Σουηδία και η Νορβηγία.
Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι το προσδόκιμο ζωής θα εξακολουθήσει να ανεβαίνει τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα.
Για το 2013, το προσδόκιμο ζωής των ανδρών είχε υπολογιστεί σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπή στα 78 έτη. Για το 2020, προβλέπεται ότι θα αναρριχηθεί στα 79,2 έτη. Αντίστοιχα, για τις γυναίκες το προσδόκιμο ζωής διαμορφώθηκε το 2013 στα 83,3 έτη με προοπτική περαιτέρω αύξηση στα 84,2 έτη.
Το προσδόκιμο ζωής μετριέται διεθνώς και με έναν δεύτερο δείκτη: το προσδόκιμο ζωής πάνω από τα 65. Για τους άνδρες διαμορφώθηκε το 2013 στα 18 έτη με προοπτική να αυξηθεί στα 18,8 έτη μέχρι το τέλος του 2020. Οσο για τις γυναίκες, διαμορφώθηκε το 2013 στα 20,8 έτη με προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 21,5 έτη μέχρι το 2020.
Το προσδόκιμο ζωής μετριέται διεθνώς και με έναν δεύτερο δείκτη: το προσδόκιμο ζωής πάνω από τα 65. Για τους άνδρες διαμορφώθηκε το 2013 στα 18 έτη με προοπτική να αυξηθεί στα 18,8 έτη μέχρι το τέλος του 2020. Οσο για τις γυναίκες, διαμορφώθηκε το 2013 στα 20,8 έτη με προοπτική περαιτέρω αύξησης στα 21,5 έτη μέχρι το 2020.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου