ΣΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ «ΛΙΜΝΑΖΟΥΝ» ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
Λεφτά υπάρχουν αλλά χάνονται - Στον αέρα έσοδα εκατομμυρίων
Της Μαρίας Βουργάνα
Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών συστάθηκε στο υπουργείο Οικονομικών με στόχο να ξεμπλοκάρουν οι δικαστικές αίθουσες από τις εκατοντάδες χιλιάδες φοροδίκες. Έπηξε όμως με χιλιάδες φορολογικές υποθέσεις, χωρίς επαρκές προσωπικό και με περιορισμένα χρονικά περιθώρια για την εξέταση όλων των υποθέσεων.
Το πρακτικό αποτέλεσμα δεν είναι άλλο από το προφανές: Περνά η προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να εξεταστούν οι ενδικοφανείς προσφυγές, οι φορολογούμενοι που αμφισβητούν αποφάσεις επιβολής φόρων ή προστίμων της φορολογικής διοίκησης φεύγουν με άδεια χέρια και το Δημόσιο χάνει έσοδα εκατομμυρίων ευρώ που θα μπορούσαν να είχαν εισρεύσει τα κρατικά ταμεία εάν έκλειναν οριστικά οι φορολογικές υποθέσεις.
Από τη στιγμή που παρέρχεται η προθεσμία -όπως από τον νόμο προκύπτει- η προσφυγή θεωρείται ότι απορρίφθηκε και ανοίγει ο δρόμος για να προσφύγει ο φορολογούμενος στα διοικητικά δικαστήρια για να βρει το δίκιο του. Μόνο που στις δικαστικές αίθουσες εκκρεμούν περισσότερες από 100.000 φορολογικές υποθέσεις.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όποιος φορολογούμενος αμφισβητεί πράξεις της Φορολογικής Διοίκησης μπορεί να προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών. Δεν μπορεί να προσφύγει απευθείας στη Δικαιοσύνη. Προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια χωρίς να έχει προηγηθεί ενδικοφανής προσφυγή στη Διεύθυνση θεωρείται απαράδεκτη.
Έτσι η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δέχεται καθημερινά δεκάδες υποθέσεις τις οποίες όμως δεν προλαβαίνει να εξετάσει παρά το γεγονός ότι από τον Ιούλιο του 2015 η προθεσμία των 90 ημερών εντός της οποίας όφειλε να αποφανθεί θετικά ή αρνητικά επί των αιτημάτων των προσφυγών αυξήθηκε σε 120 ημέρες.
Τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων είναι αποκαλυπτικά της χαοτικής κατάστασης που έχει δημιουργηθεί.
Σε σύνολο 20.203 ενδικοφανών προσφυγών που υποβλήθηκαν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών από τον Σεπτέμβριο του 2013 έως το τέλος Ιανουαρίου 2016, έγιναν δεκτές εν όλω ή εν μέρει μόλις 1.871 ή μόλις το 9,26%. Οι υπόλοιπες 18.332 υποθέσεις είτε απορρίφθηκαν είτε δεν εξετάστηκαν ποτέ και απορρίφθηκαν σιωπηρώς είτε βρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα.
Ειδικότερα σε εκκρεμότητα βρίσκονται 1.951 υποθέσεις, 8.033 υποθέσεις απορρίφθηκαν ενώ 7.927 απορρίφθηκαν σιωπηρά, καθώς δεν πρόλαβαν να εξετασθούν γιατί εξέπνευσε η προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία χωρίς να ληφθεί απόφαση.
Μόνο τον Ιανουάριο του 2016 υποβλήθηκαν 619 ενδικοφανείς προσφυγές και έγιναν δεκτές εν όλω ή εν μέρει μόλις 28, καθώς οι 233 απορρίφθηκαν σιωπηρώς και οι 201 δεν πρόλαβαν να εξετασθούν εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, με αποτέλεσμα να απορριφθούν.
Από τον Σεπτέμβριο του 2013 μέχρι και τον περασμένο Ιανουάριο υποβλήθηκαν 4.462 αιτήσεις αναστολής της καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου φόρου. Από τις αιτήσεις αυτές μέχρι το περασμένο Ιανουάριο εγκρίθηκαν μόλις 124, ενώ οι 908 απορρίφθηκαν και για τις υπόλοιπες 3.236 υποθέσεις παρήλθε η προθεσμία χωρίς να ολοκληρωθεί η εξέτασή τους, με αποτέλεσμα να απορριφθούν.
Με αίτηση
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όποιος φορολογούμενος θεωρεί ότι αδικήθηκε από κάποια απόφαση επιβολής φόρου ή προστίμου της φορολογικής διοίκησης δεν έχει πλέον το δικαίωμα να προσφύγει απ’ ευθείας στα διοικητικά δικαστήρια, αλλά είναι υποχρεωμένος να ασκήσει «ενδικοφανή προσφυγή» υποβάλλοντας σχετική αίτηση στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών του υπουργείου Οικονομικών. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης επιβολής φόρου ή προστίμου, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο 50%, εκτός αν υποβληθεί γι’ αυτό και γίνει αποδεκτό αίτημα αναστολής.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όποιος φορολογούμενος θεωρεί ότι αδικήθηκε από κάποια απόφαση επιβολής φόρου ή προστίμου της φορολογικής διοίκησης δεν έχει πλέον το δικαίωμα να προσφύγει απ’ ευθείας στα διοικητικά δικαστήρια, αλλά είναι υποχρεωμένος να ασκήσει «ενδικοφανή προσφυγή» υποβάλλοντας σχετική αίτηση στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών του υπουργείου Οικονομικών. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης επιβολής φόρου ή προστίμου, υπό την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το υπόλοιπο 50%, εκτός αν υποβληθεί γι’ αυτό και γίνει αποδεκτό αίτημα αναστολής.
Για να επιταχυνθεί ο έλεγχος των ενδικοφανών προσφυγών το υπουργείο Οικονομικών προετοιμάζει την ηλεκτρονική υποβολή των αιτήσεων και την καταχώριση των δεδομένων, αλλά μέχρι τότε οι φορολογούμενοι θα φεύγουν με άδεια χέρια από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών.
Εννέα απαντήσεις για τις ενδικοφανείς προσφυγές
Απαντήσεις στα βασικότερα ερωτήματα των φορολογουμένων που θέλουν να προσφύγουν στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών δίνει η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων:
1. Πότε και γιατί υποβάλλονται οι ενδικοφανείς προσφυγές;
Οι ενδικοφανείς προσφυγές υποβάλλονται για την επανεξέταση των πράξεων της φορολογικής διοίκησης στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας. Στόχος είναι η επίλυση των φορολογικών διαφορών σε σύντομες προθεσμίες, ώστε να επιτυγχάνεται η συντομότερη είσπραξη δημοσίων εσόδων και η αποσυμφόρηση των διοικητικών δικαστηρίων από υποθέσεις που μπορούν να επιλυθούν σε επίπεδο φορολογικής διοίκησης.
2. Σε ποιες περιπτώσεις και πώς μπορώ να υποβάλω ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών;
Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί πράξεις, ρητές ή σιωπηρές, που εκδίδονται ή συντελούνται από 1/1/2014 και εφεξής σε βάρος του από τη Φορολογική Αρχή και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας οφείλει, πριν από την προσφυγή του στη Διοικητική Δικαιοσύνη, να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα επανεξέτασης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας. Η ενδικοφανής προσφυγή κατατίθεται στην αρμόδια φορολογική αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη. Για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών δεν απαιτείται παράβολο.
3. Μπορώ να υποβάλω άλλου είδους διοικητική προσφυγή κατά των πράξεων που προσβάλλονται με την ενδικοφανή προσφυγή;
Όχι. Η άσκηση οποιασδήποτε άλλης διοικητικής προσφυγής κατά των υποκειμένων στην ενδικοφανή προσφυγή πράξεων των φορολογικών αρχών είναι απαράδεκτη.
4. Μπορώ να ασκήσω προσφυγή απευθείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια κατά των πράξεων που υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή;
Όχι. Η άσκηση προσφυγής απευθείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια κατά των υποκειμένων στην ενδικοφανή προσφυγή πράξεων των φορολογικών αρχών είναι απαράδεκτη.
5. Μέσα σε ποια προθεσμία μπορώ να ασκήσω ενδικοφανή προσφυγή;
Εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών που αρχίζει από την κοινοποίηση της πράξεως ή τη συντέλεση της παράλειψης. Η προθεσμία αυτή αναστέλλεται για το χρονικό διάστημα από την 1η έως την 31η Αυγούστου.
6. Σε ποια υπηρεσία θα καταθέσω την ενδικοφανή προσφυγή;
Η ενδικοφανής προσφυγή κατατίθεται στην αρμόδια φορολογική αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη.
7. Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης;
Με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής αναστέλλεται η καταβολή ποσοστού 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, υπό την προϋπόθεση ότι έχει ήδη καταβληθεί το υπόλοιπο 50%, εκτός αν υποβληθεί γι' αυτό και γίνει αποδεκτό αίτημα αναστολής. Η αναστολή δεν ισχύει επί του άμεσου προσδιορισμού του φόρου, καθώς και επί πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, που εκδίδεται με βάση στοιχεία που έχουν παρασχεθεί από τον φορολογούμενο σε φορολογική του δήλωση.
8. Με ποιο τρόπο μπορώ να υποβάλω αίτημα αναστολής του καταβλητέου ποσοστού 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης;
Ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή.
9. Σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να γίνει δεκτό το αίτημα αναστολής;
Μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι αυτό θα είχε ως συνέπεια ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο.
Αποψη του Γ. Κορομηλά
Ο χρόνος δεν αρκεί
Ο χρόνος δεν αρκεί
Σύμφωνα με τον πρόεδρο Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών Γ. Κορομηλά η όλη διαδικασία, ως ισχύει σήμερα για τις φορολογικές υποθέσεις, δεν λειτουργεί με τον τρόπο που ο νομοθέτης θα ήθελε. Οι υποθέσεις είναι πολλές, η ουσιαστική μελέτη των οποίων απαιτεί περισσότερο χρόνο από τον προβλεπόμενο των 120 ημερών και σαφώς ακόμα μεγαλύτερο αριθμό εξειδικευμένων υπαλλήλων. Ο χρόνος όμως είναι ελάχιστος και οι υπάλληλοι δεν επαρκούν για τη μελέτη όλων των υποθέσεων, με αποτέλεσμα να παρέρχεται η σχετική προθεσμία και η πλειοψηφία των υποθέσεων να θεωρείται ότι έχουν απορριφθεί εκ του λόγου αυτού, από όσες δε έχουν εξετασθεί, η συντριπτική πλειοψηφία τους πάλι έχει απορριφθεί. Αποτέλεσμα, μα φυσικά αυτό που ήθελε να αποφύγει ο νομοθέτης, δηλαδή η συσσώρευση πολλών υποθέσεων ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων η εκδίκαση των οποίων είναι χρονοβόρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται αφενός για το φορολογούμενο και αφετέρου για τη Φορολογική Διοίκηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου