Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Κάτω από 1.000 ευρώ τον μήνα 8 στους 10 Ελληνες


Κάτω από 1.000 ευρώ τον μήνα 8 στους 10 Ελληνες

ΘΑΝΟΣ ΤΣΙΡΟΣ

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Η ολοκλήρωση του 3ου μνημονίου το 2018, θα βρει το 90% των Ελλήνων φορολογουμένων να εμφανίζουν στις δηλώσεις τους καθαρό ατομικό εισόδημα αισθητά χαμηλότερο των 1.000 ευρώ τον μήνα. Ηδη, πάνω από το 80% των φορολογουμένων –περισσότεροι από 6,5 εκατομμύρια πολίτες– δηλώνουν καθαρές τριψήφιες μηνιαίες αποδοχές, ενώ μετά τα μέτρα που ψηφίστηκαν τον Μάιο σε ασφαλιστικό και φορολογικό, η «φτωχοποίηση» θα συνεχιστεί με αμείωτο ρυθμό.
Μέχρι το 2018, υπολογίζεται ότι επιπλέον 500.000 πολίτες θα σπάσουν προς τα κάτω το φράγμα των 1.000 ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι 7 εκατομμύρια πολίτες, σε σύνολο 8 εκατομμυρίων, εργαζομένων και συνταξιούχων, θα συμβιβάζονται με καθαρές αποδοχές κάτω των 12.000 ευρώ τον χρόνο.
Η νέα μετατόπιση πληθυσμού προς τα φτωχότερα εισοδηματικά κλιμάκια έχει ήδη δρομολογηθεί καθώς:
1. Οσοι συνταξιοδοτούνται –υπολογίζονται σε περίπου 60-80.000 ανά έτος– θα υφίστανται μείωση μηνιαίου εισοδήματος ακόμη και άνω του 40-50%, καθώς ο μισθός των 1.500 ή των 2.000 ευρώ, θα αντικαθίσταται από σύνταξη κάτω των 800 ευρώ. Τα στοιχεία που επεξεργάστηκε η «Κ», δείχνουν ότι από το σύνολο των ασφαλισμένων στο ΙΚΑ, πιθανότητες να πάρουν σύνταξη άνω των 1.000 ευρώ, ύστερα από την αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, έχουν μόνο... 70.000 εργαζόμενοι σε σύνολο περίπου 2 εκατομμυρίων ασφαλισμένων.
2. Οι θέσεις εργασίας που θα «αδειάζουν», λόγω των συνταξιοδοτήσεων, θα καλύπτονται με εργαζομένους οι οποίοι θα εισπράττουν χαμηλότερες αποδοχές. Και αυτό διότι οι «αντικαταστάτες» θα αμείβονται βάσει των νέων ατομικών ή κλαδικών συμβάσεων ή βάσει των κατώτατων αποδοχών που ορίζει ο βασικός μισθός των 586 ευρώ.
3. Η Ελλάδα θα εξακολουθήσει τη διαδικασία «σύγκλισης» με την υπόλοιπη Ευρώπη όσον αφορά τα ποσοστά της μερικής απασχόλησης. Σε σύνολο 2 εκατομμυρίων εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, μερικώς απασχολούμενοι είναι οι περίπου 550.000. Στο σύνολο της οικονομίας, το ποσοστό της μερικής απασχόλησης με βάση τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής διαμορφώνεται στο 9,8% και είναι περίπου το μισό σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Η «σύγκλιση» της Ελλάδας θα φέρει την επόμενη 3ετία τουλάχιστον 100-150.000 εργαζομένους σε μια θέση εργασίας η οποία θα προσφέρει περί τα 400 ευρώ μεικτά.
Διαγραφές
4. Μείωση μέσων αποδοχών προκαλεί τα τελευταία χρόνια και η φυσική μεταβολή του πληθυσμού. Οι συντάξεις όσων αποβιώνουν έχουν υπολογιστεί με συστήματα του παρελθόντος, τα οποία «έβγαζαν» και υψηλότερες συντάξεις. Δεδομένου ότι κάθε χρόνο οι θάνατοι στην Ελλάδα είναι περίπου 80-90.000, κάθε χρόνο που θα περνάει η μέση σύνταξη θα μειώνεται. Και αυτό διότι θα διαγράφονται οι υψηλότερες συντάξεις του παρελθόντος και θα προστίθενται οι καινούργιες, οι οποίες είναι σαφώς μικρότερες. Αρκεί να σημειωθεί ότι οι συντάξεις χηρείας, είναι πλέον από 30-50% χαμηλότερες σε σχέση με τις συντάξεις γήρατος που αντικαθιστούν.
Την τάση «φτωχοποίησης» των Ελλήνων αποτυπώνουν όλες οι επίσημες στατιστικές: τα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων, το σύστημα «Ηλιος», στο οποίο καταγράφονται οι καταβαλλόμενες συντάξεις, αλλά και η επεξεργασία των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων που υποβάλλουν οι εργοδότες στο ΙΚΑ. Οσο και αν ο παράγοντας της φοροδιαφυγής ενισχύει την εικόνα της ταχύτατης μείωσης του μέσου εισοδήματος, τα ευρήματα είναι αποκαλυπτικά:
1. Με βάση τα στοιχεία δηλωθέντων εισοδημάτων του 2014, που επεξεργάστηκε η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, σε σύνολο 7,98 εκατομμυρίων φορολογουμένων, 6,532 εκατομμύρια παρουσίασαν ατομικό φορολογητέο εισόδημα χαμηλότερο των 15.000 ευρώ. Δεδομένου ότι στο φορολογητέο εισόδημα συμπεριλαμβάνονται και οι φόροι, προκύπτει ότι αυτά τα 6,532 εκατομμύρια πολιτών, είχαν καθαρές αποδοχές κάτω των 968 ευρώ τον μήνα ο καθένας.
Από τα 6,532 εκατομμύρια, τα 4,077 εκατομμύρια ήταν μισθωτοί και συνταξιούχοι, τα 1,632 εκατομμύρια εισοδηματίες, οι 407.000 επαγγελματίες και επιτηδευματίες και οι 414.000 αγρότες. Ηδη, η αντίστοιχη στατιστική του 2015 θα δείξει περαιτέρω αύξηση του αριθμού των φορολογουμένων που θα δηλώνουν αποδοχές κάτω των 1.000 ευρώ. Οι συνταξιούχοι υπέστησαν μείωση το 2015 λόγω της εφαρμογής των εισφορών υπέρ υγείας, ενώ ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα υποχώρησε ακόμη περισσότερο, λόγω ατομικών συμβάσεων αλλά και μετατροπών θέσεων πλήρους απασχόλησης σε θέσεις μερικής απασχόλησης.
2. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος «Ηλιος», από το σύνολο των 2,66 εκατομμυρίων συνταξιούχων, 1,745 εκατομμύρια έχουν άθροισμα κύριων και επικουρικών συντάξεων κάτω των 1.000 ευρώ τον μήνα. Υπάρχουν και 556.000 συνταξιούχοι οι οποίοι κατατάσσονται στο κλιμάκιο από 1.000 έως 1.500 ευρώ. Δεδομένου ότι η κατανομή έχει γίνει με βάση τα εισοδήματα προ φόρων, εκτιμάται ότι από το σύνολο των 2,66 εκατομμυρίων συνταξιούχων, περίπου τα δύο εκατομμύρια –περίπου οι τρεις στους τέσσερις– καταλήγουν με καθαρές μηνιαίες αποδοχές χαμηλότερες των 1.000 ευρώ.
3. Από την επεξεργασία των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων που υποβάλλουν οι εργοδότες στο ΙΚΑ (σ.σ. τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία αφορούν τον Ιούνιο του 2015) προκύπτει ότι σε σύνολο 1,896 εκατομμυρίων ασφαλισμένων, τα 1,423 εκατομμύρια ή το 75% έχουν μεικτές αποδοχές κάτω των 1.300 ευρώ. Αφαιρουμένου του φόρου και των ασφαλιστικών εισφορών, το ποσό που απομένει διαμορφώνεται κάτω των 1.000 ευρώ καθαρά.
«Μαχαίρι» στις συντάξεις στον ιδιωτικό τομέα
Αποκαλυπτικά για το δυσοίωνο μέλλον των σημερινών ασφαλισμένων στο ΙΚΑ είναι τα στοιχεία που παρουσιάζει η «Κ». Η έρευνα απαντά στο ερώτημα: ποιο θα ήταν το καθαρό ύψος της σύνταξης που θα λάμβαναν οι σημερινοί εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα αν έβγαιναν στη σύνταξη εδώ και τώρα; Με δεδομένο πλέον το «γκρέμισμα» των μισθών, ειδικά μετά το 2011, προκύπτει ότι οι πιθανότητες να πάρει κάποιος «καθαρή σύνταξη» πάνω από 1.000 ευρώ είναι απειροελάχιστες. Και αυτό διότι θα πρέπει:
1. Να έχει συμπληρώσει 25 χρόνια ασφάλισης και να διαμορφώσει μέσο όρο μηνιαίων αποδοχών της τάξεως των 2.500-3.000 ευρώ καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού του βίου (σ.σ. πρακτικά μετά το 2002, διότι τα προηγούμενα δεδομένα δεν λαμβάνονται υπόψη) ή,
2. Να έχει συμπληρώσει 35 χρόνια ασφάλισης με μέσο όρο αποδοχών κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου ύψους 1.750 ευρώ και άνω. Τα επίσημα στοιχεία του ΙΚΑ αποδεικνύουν ότι ο αριθμός των ασφαλισμένων που έχει πιθανότητες να συγκεντρώσει αυτές τις πιθανότητες είναι πολύ μικρός για τους ακόλουθους λόγους:
1. Με μεικτές μηνιαίες αποδοχές κάτω των 1.750 ευρώ, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να προκύψει σύνταξη άνω των 1.000 ευρώ ακόμη και με περισσότερα από 35 χρόνια ασφάλισης. Αυτομάτως, το όνειρο σβήνει για 1,635 εκατ. εργαζομένους σε σύνολο 1,896 εκατομμυρίων, δηλαδή για το 86% των σημερινών εργαζομένων.
2. Από τους υπόλοιπους, 260.000 που έχουν αποδοχές άνω των 1.750 ευρώ, το αν θα πάρουν σύνταξη άνω των 1.000 ευρώ εξαρτάται:
α. Από το αν τα 1.750 ευρώ και άνω θα αποτελέσουν τον μέσο όρο του εργάσιμου βίου και όχι τις αποδοχές μιας χρονιάς.
β. Από τα χρόνια ασφάλισης. Με 15 χρόνια, το νέο σύστημα υπολογισμού της σύνταξης δεν βγάζει καθαρό ποσό άνω των 1.000 ευρώ όποιες και αν είναι οι αποδοχές. Χρειάζονται τουλάχιστον 25 χρόνια για να υπάρξουν πιθανότητες.
γ. Από το αν θα υπάρχουν και στο μέλλον οι επικουρικές, καθώς ισχύει η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος (σ.σ. στους υπολογισμούς της «Κ» έχει ληφθεί υπόψη το αισιόδοξο σενάριο ότι οι επικουρικές θα υπάρχουν).

Αν δεν υπάρξει θεαματική ανάπτυξη στην οικονομία, που θα επιφέρει και ταχεία αύξηση των αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα, εκτιμάται ότι από τους σημερινούς ασφαλισμένους, μόνο 100-120.000 –δηλαδή μόνο οι 6-7 στους 100– θα κατορθώσουν να εξασφαλίσουν σύνταξη άνω των 1.000 ευρώ. Η συντριπτική πλειονότητα –τουλάχιστον 1,5 εκατ.– που θα αποχωρήσει με περίπου 25 χρόνια ασφάλισης θα συμβιβαστεί με συντάξεις από 400 έως 750 ευρώ.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 

Η ώρα του… λογαριασμού για εργοδότες, εργαζομένους

ΘΑΝΟΣ ΤΣΙΡΟΣ
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
O εργοδότης θα πληρώνει από το 2016 και μετά 100 ευρώ για τον εργαζόμενό του, αλλά από αυτά θα καταλήγουν στην τσέπη του υπαλλήλου από 42,5 ευρώ έως και 67 ευρώ ανάλογα με το ύψος του μισθού. Τα υπόλοιπα, από 33 ευρώ έως και… 57,5 ευρώ στο 100άρικο, θα μπαίνουν στο ταμείο του κράτους είτε με τη μορφή ασφαλιστικών εισφορών είτε με τη μορφή φόρων.
Η ώρα του… λογαριασμού έφτασε για εργοδότες και εργαζομένους. Ο φόρος και η εισφορά αλληλεγγύης ξεκίνησαν να παρακρατούνται από τον μεικτό μισθό του εργαζομένου βάσει της νέας φορολογικής κλίμακας, ενώ προστίθεται από μισή ποσοστιαία μονάδα τόσο στις ασφαλιστικές εισφορές του εργαζομένου όσο και σε αυτές του εργοδότη. Για έναν μέσο μισθό ενός εργαζομένου με δύο παιδιά, της τάξεως των 20.296 ευρώ τον χρόνο μεικτά, οι κρατήσεις θα φτάνουν συνολικά στο διόλου ευκαταφρόνητο 40,9% το 2016. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι ο εργοδότης θα πληρώνει 25.573 ευρώ και από αυτά:
1. Το 33,33% θα καταλήγει στα ασφαλιστικά ταμεία είτε ως ασφαλιστικές εισφορές είτε ως εισφορές εργαζομένου, ενώ
2. Το 7,56% θα πηγαίνει στην εφορία είτε υπό μορφή φόρου εισοδήματος είτε υπό μορφή εισφοράς αλληλεγγύης.
Τι θα απομένει στην τσέπη του εργαζομένου των 20.110 ευρώ ετησίως; Περί τα 1.080 ευρώ καθαρά στην καλύτερη περίπτωση –σε μηνιαία βάση– τη στιγμή που ο εργοδότης θα πληρώνει 1.826 ευρώ. Αυτή η διαφορά των 746 ευρώ τον μήνα που θα καταλήγει στο κράτος υπό μορφή κρατήσεων (εργοδοτικών εισφορών, ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων και φόρων) αντιστοιχεί στο 40,9% του εργοδοτικού κόστους, δηλαδή του ποσού που πληρώνει ένας εργοδότης για να απασχολεί έναν εργαζόμενο σε 8ωρη βάση (δηλαδή με πλήρη απασχόληση). Τέτοιο ποσοστό –ακόμη και για τα χαμηλά μισθολογικά δεδομένα της Ελλάδας– δεν υπάρχει πουθενά στην Ευρωζώνη ούτε και στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ. Με το 40,9% η Ελλάδα θα είναι και το 2016 η χώρα με τις υψηλότερες κρατήσεις στους μισθούς διεθνώς. Αυτό ίσχυσε άλλωστε και το 2015.
Με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ που επεξεργάστηκε η «Κ», και το 2015, η Ελλάδα κατατάχθηκε στην πρώτη θέση με συντελεστή κρατήσεων 41,06%. Μάλιστα, η σύγκριση δεν έγινε επί του ιδίου επιπέδου αποδοχών.
Ελήφθησαν υπόψη οι μέσες ετήσιες μεικτές αποδοχές ανά χώρα. Αυτό σημαίνει ότι για την Ελλάδα οι κρατήσεις υπολογίστηκαν επί μεικτών αποδοχών 20.296 ευρώ, για τη Γαλλία με 37.792 ευρώ τον χρόνο κ.ο.κ.
Από τη σύγκριση προκύπτουν και άλλα εντυπωσιακά συμπεράσματα: η Ελλάδα λειτουργεί τιμωρητικά –περισσότερο από κάθε άλλη χώρα-μέλος του ΟΟΣΑ– για όποιον υπάλληλο καταφέρνει να αμειφθεί με υψηλότερες αμοιβές από τον μέσο όρο της χώρας και φυσικά και για τον εργοδότη που θέλει να του προσφέρει αυτές τις αμοιβές.
Οταν η σύγκριση κρατήσεων γίνεται με αμοιβές στο 200% του μέσου όρου της χώρας (σ.σ. στην περίπτωση της Ελλάδας περίπου 40.000 ευρώ τον χρόνο), η Ελλάδα όχι μόνο καταλαμβάνει την πρώτη θέση, αλλά έχει και πολύ μεγάλη διαφορά από τη 2η χώρα. Το 2015, οι κρατήσεις έφταναν στο… 54,1%, όταν η 2η «ακριβότερη» χώρα (το Βέλγιο) ήταν στο 54,02%, η 3η Ιταλία στο 53,58% και όλες οι υπόλοιπες χώρες της 10άδας κάτω από το 50%.
Οταν του χρόνου την άνοιξη θα κυκλοφορήσει η ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ για τις κρατήσεις στους μισθούς (Taxing Wages), η Ελλάδα θεωρείται δεδομένο ότι θα κρατήσει τα σκήπτρα, ειδικά σε ό,τι αφορά τις κρατήσεις όσων εξακολουθούν να αμείβονται με αποδοχές υψηλότερες του μέσου όρου (1.080 ευρώ καθαρά σε μηνιαία βάση).
Οι εκκαθαρίσεις μισθοδοσίας δείχνουν ότι οι κρατήσεις εκτοξεύονται πλέον σε πρωτοφανή δεδομένα. Στέλεχος επιχείρησης, το οποίο αμείβεται με 80.000 ευρώ μεικτά σε ετήσια βάση, θα κοστίσει το 2016 στον εργοδότη του 100.800 ευρώ, καθώς στις μεικτές αποδοχές ενσωματώνονται και οι ασφαλιστικές εισφορές του εργοδότη. Από αυτά τα 100.800 ευρώ:
1. Τα 20.800 ευρώ θα πάνε στο ΙΚΑ ως εργοδοτικές εισφορές.
2. Τα 12.400 ευρώ θα καταλήξουν και πάλι στο ΙΚΑ ως εισφορές εργαζομένου.
3. Η εφορία θα πάρει 24.997 ευρώ.
Στον εργαζόμενο θα απομείνουν 42.603 ευρώ ή 3.043 ευρώ τον μήνα. Είναι προφανές ότι το κράτος θα βγάζει περισσότερα από ό,τι ο εργαζόμενος, καθώς θα εισπράττει το… 57,74% του ποσού που θα πληρώνει ο εργοδότης (100.800 ευρώ), αφήνοντας στον εργαζόμενο το 42,26%. Είναι αποκαλυπτικό ότι ο Γερμανός με ετήσιες αποδοχές της τάξεως των 80.000 ευρώ, έχει συνολικές κρατήσεις της τάξεως του 38%, δηλαδή 20 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα συγκριτικά με την Ελλάδα. Προφανώς είναι πολύ πιο πιθανό να βρει κάποιος θέση στη Γερμανία με 80.000 ευρώ (σ.σ. δεδομένου ότι αντιστοιχεί περίπου στο 170% του μέσου μισθού) παρά στην Ελλάδα (όπου τα 80.000 ευρώ αντιστοιχούν σε τέσσερις φορές το μέσο ετήσιο εισόδημα).
Στην 1η θέση των κρατήσεων η Ελλάδα
Κάθε χρόνο, ο ΟΟΣΑ υπολογίζει τις κρατήσεις από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές στον μέσο μισθό για όλες τις χώρες-μέλη του Οργανισμού. Για τα εισοδήματα του 2015, η Ελλάδα κατετάγη στην 6η θέση μεταξύ όλων των χωρών-μελών με ένα ποσοστό της τάξεως του 38%. Αυτό το ποσοστό όμως αφορά μόνο τις κρατήσεις που γίνονται στον εργαζόμενο (ασφαλιστικές εισφορές και φόροι). Αν στους υπολογισμούς συμπεριληφθούν και οι εργοδοτικές εισφορές, τότε η Ελλάδα εκτοξεύεται στην πρώτη θέση. Τα στοιχεία δείχνουν σοβαρό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Ο μέσος μισθωτός κοστίζει πολλά στον εργοδότη, αλλά του μένουν λίγα στην τσέπη. Η πολυεθνική που θα θελήσει να προσεγγίσει ένα στέλεχος στην Πορτογαλία και να του προσφέρει αμοιβή διπλάσια του μέσου όρου της αγοράς, θα δαπανήσει 42.767 ευρώ και ο εργαζόμενος θα εισπράξει 25.058 ευρώ. Η ίδια πολυεθνική στην Ελλάδα, θα πρέπει να δαπανήσει (πάντοτε για αμοιβές διπλάσιες του μέσου όρου) 51.559,48 ευρώ για να απομείνουν στον εργαζόμενο 23.663 ευρώ. Είναι το απίστευτο και όμως ελληνικό: η επιχείρηση στην Πορτογαλία να ξοδεύει περίπου 9.000 ευρώ λιγότερα από ό,τι η αντίστοιχη στην Ελλάδα, και ο Πορτογάλος να παίρνει περίπου 1.500 ευρώ περισσότερα. Ο σχετικός πίνακας δείχνει τα ποσοστά κρατήσεων (συμπεριλαμβανομένων πάντοτε των εργοδοτικών εισφορών) σε 10 χώρες της Ευρωζώνης, οι οποίες θεωρούνται από τις «ακριβότερες» (δηλαδή εφαρμόζουν τα υψηλότερα ποσοστά κρατήσεων). Η Ελλάδα φιγουράρει στην πρώτη θέση και στις τρεις μισθολογικές κατηγορίες: 100% του μέσου μισθού, 150% του μέσου μισθού και 200% του μέσου μισθού.
Έντυπη
Έντυπη

Δεν υπάρχουν σχόλια: