Εκτός νόμου Κατσέλη τα χρέη στα Ταμεία σύμφωνα με τα ειρηνοδικεία.
Πρόσφατη απόφαση του ειρηνοδικείου Αθηνών (ΕιρΑθ 771/2016) έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική η υπαγωγή των οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία στον νόμο 3869/2010.
Αντισυνταγματική η υπαγωγή των ασφαλιστικών οργανισμών στο άρθρο 1§2β του Ν. 3869/2010 διότι αντίκειται στο άρθρο 22 του Συντάγματος που επιβάλλει την λειτουργία βιώσιμων ασφαλιστικών οργανισμών και υποχρεώνει τον νομοθέτη να προβαίνει σε ειδικές ρυθμίσεις με γνώμονα πάντοτε την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και την προαγωγή της ίδιας της κοινωνικής ασφάλισης. Πέραν αυτού σχετικά με τα χρέη προς ασφαλιστικούς φορείς προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του Ν. 3869/2010, ειδικός νόμος γενναίας περικοπής (άρθρο 10 Ν. 4374/2016) δια της οποίας δόθηκε η δυνατότητα στους ασφαλισμένους να προβούν σε ρυθμίσεις για την ελάφρυνση τους χρέους τους. Εξαιρεί τον ΟΑΕΕ από την ρύθμιση. Δέχεται κατά τα λοιπά την αίτηση.
ΕιρΑθ 771/2016
Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της - μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και χρέη προς το Δημόσιο και φορέα κοινωνικής ασφάλισης - ζητεί τη διευθέτηση τους από το δικαστήριο με την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της, κατά το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρο 3 του Ν. 3869/2010) στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η άνω οφειλέτρια και σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. με το άρθρο 3 του Ν. 3869/2010. Για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκαν όσα προβλέπονται στο άρθρ. 4 παρ. 2 Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του από την παρ.4 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της υποπαρ Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά τις 19.8.2015, αφού προσκομίστηκαν τα αναφερόμενα στην ανωτέρω διάταξη έγγραφα, έκθεση επίδοσης της αίτησης προς την εγγυήτρια (1018Β/16.11.2015 του αυτού δικαστικού επιμελητή) καθώς επίσης και υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων της, των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Επίσης, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές της (άρθρο 13 παρ.2 Ν.3869/2010).
Η μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων στην Ελλάδα εκδηλώνεται στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει σχετικά ότι «το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει». Με το άρθρο αυτό κατοχυρώνεται μια θεσμική εγγύηση, που οριοθετεί τη διακριτική ευχέρεια του νομοθέτη. Η εγγύηση αυτή διασφαλίζει το θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης παρεμποδίζοντας την αλλοίωση του οργανωτικού πυρήνα του, χωρίς όμως να αποκλείεται η αναδιάρθρωση του, η αυστηροποίηση των προϋποθέσεων απονομής ασφαλιστικών παροχών, το ύψος ή η έκταση τους. Συνεπώς, ο κοινός νομοθέτης οφείλει να παραμείνει σύμφωνος με τις Βασικές αρχές, οι οποίες είναι σύμφυτες με την οργάνωση της κοινωνικής ασφάλισης και προσδίδουν τη διαχρονική ταυτότητα του θεσμού αυτού. Η πολιτειακή εγγύηση του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης διασφαλίζεται με τη λειτουργία Βιώσιμων ασφαλιστικών οργανισμών, που στηρίζονται σε υγιείς οικονομικές βάσεις, και υποχρεώνει το ασφαλιστικού κεφαλαίου και την προαγωγή της ίδιας της κοινωνικής ασφάλισης.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρ. 1 παρ. 2 εδ.β Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με την παρ.1 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της υποπαρ.Α.4 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του προβλέπεται ότι πλέον "Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου περιλαμβάνονται επίσης:
α) οι βεβαιωμένες οφειλές στην Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν,
β) οι βεβαιωμένες οφειλές προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.T.A.) α' και β' βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, συμπεριλαμβανομένων των οφειλών που προκύπτουν από εισφορά σε χρήμα ή την μετατροπή εισφοράς γης σε χρήμα των προς ένταξη ή και των ήδη ενταγμένων ιδιοκτησιών, σύμφωνα με το ν.1337/1983 από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και
γ) ασφαλιστικές οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Τα αναφερόμενα στα στοιχεία α', β' και γ' πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών του αιτούντος και οι οφειλές του προς αυτά υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τον παρόντα νόμο μαζί με τις οφειλές του προς τους ιδιώτες πιστωτές". Εν προκειμένω με την νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με την οποία εντάχθηκαν στο Ν. 3869/2010 και οι ασφαλιστικές εισφορές προς τους Ο.Κ.Α. όπως έχουν διαμορφωθεί με Βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, παρέχεται η δυνατότητα σε μία κατηγορία ασφαλισμένων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και ειδικότερα σε εκείνους των οποίων οι οφειλές έναντι των εν λόγω οργανισμών (από ασφαλιστικές εισφορές) συντρέχουν με οφειλές προς ιδιώτες πιστωτές να ζητήσουν και να επιτύχουν ακόμη και την πλήρη διαγραφή των οφειλομένων από αυτούς ασφαλιστικών εισφορών. Με το σοβαρό πλήγμα που προκάλεσε η μείωση κατά 53% (ύψους 18,7 δις ευρώ) της ονομαστικής αξίας των ομολόγων στα οποία είχαν επενδύσει τα ασφαλιστικά ταμεία η οποία και ολοκληρώθηκε με τη 2η φάση του PSI με περαιτέρω μείωση η οποία ανήλθε στο ποσό των 1,2 δις ευρώ (βλ. το υπ' αριθμ. 13.6.8.12/Β/1168 έγγραφο Γενικής Δ/νσης Οικονομικής Πολιτικής Δ/νση Πιστ. και Δημ/κών Υποθέσεων Υπουργείου Οικονομικών στο οποίο επισυνάπτεται το με αρ. πρωτ. ............... έγγραφο της δ/νσης ανθρώπινου δυναμικού και οργάνωσης της Τράπεζας της Ελλάδος ) τα αποθεματικά των Ο.Κ.Α. έχουν περιοριστεί σημαντικά, ενώ στην μείωση των εσόδων και στην αύξηση των ελλειμμάτων τους που σημειώθηκε κατά τα τελευταία έτη λόγω της αύξησης των δεικτών ανεργίας, της αδήλωτης εργασίας κ.λπ. έρχεται να προστεθεί η ανωτέρω διάταξη του άρθρ. 1 παρ. 2 εδ.β περ. γ' του Ν. 3869/2010 η εφαρμογή της οποίας σημαίνει ότι θα επέλθουν νέα σημαντικά ελλείμματα που θα οδηγήσουν σε περαιτέρω συρρίκνωση τα αποθεματικά τους. Συνακόλουθα, με την ένταξη των ασφαλιστικών οφειλών προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης στο άρθρ. 1 παρ. 2 εδ.β Ν. 3869/2010 παραβιάζεται ευθέως η πολιτειακή εγγύηση που κατοχυρώνεται στο άρθρ. 22 παρ. 5 του Συντάγματος και αφορά το θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης η οποία διασφαλίζεται με τη λειτουργία βιώσιμων ασφαλιστικών οργανισμών και υποχρεώνει το νομοθέτη να προβαίνει σε ειδικές ρυθμίσεις με γνώμονα πάντοτε την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και την προαγωγή της ίδιας της κοινωνικής ασφάλισης . Για τους παραπάνω λόγους η διάταξη αυτή είναι ανίσχυρη επειδή κρίνεται ως αντισυνταγματική από το παρόν Δικαστήριο χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραβιάζεται έτσι η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, την οποία θεσπίζουν τα άρθρα 1, 26, 73 επ. και 87 επ. του Συντάγματος (Ολ ΑΠ 3/2013, ΑΠ 46/2005, ΑΠ 9/2004). Σημειωτέον δε ότι όσον αφορά τα χρέη προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του Ν. 3869/2010 με το Ν. 4336/2010 ειδικός νόμος γενναίας περικοπής (άρθρ. 10 Ν. 4374/2016) με τον οποίο δόθηκε η δυνατότητα στα αναφερόμενα σε αυτόν πρόσωπα να προβούν σε ρυθμίσεις για την ελάφρυνση του χρέους τους προς τους φορείς αυτούς.
Από την ανώμοτη κατάθεση της αιτούσας που περιέχεται στα πρακτικά της δίκης, από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (αρ. 744 ΚΠολΔ) και την επ’ ακροατηρίου προφορική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:
Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος 1962, είναι άγαμη και κατοικεί στην Αθήνα σε διαμέρισμα στο οποίο είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος ψιλής κυριότητας κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου και πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου. Από το έτος 2000 παρείχε υπηρεσίες σχεδιάστριας μόδας (μοντελίστ) με έδρα το Δήμο ..................., δραστηριότητα την οποία διέκοψε οριστικά στις 20.1.2012. Από τότε έμεινε άνεργη και παραμένει έως σήμερα, είναι δε κάτοχος δελτίου ανεργίας του ΟΑΕΔ. Από τα προσκομισθέντα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος των τεσσάρων τελευταίων φορολογιών ετών προκύπτει ότι το ετήσιο εισόδημα της αιτούσας ήταν μηδενικό με εξαίρεση το 2013 που εμφανίζει ετήσιο εισόδημα μόλις 527,99 € από μισθωτές υπηρεσίες. Ωστόσο κατά το παρελθόν είχε ικανοποιητικό εισόδημα (21.947,89 € είναι το ετήσιο εισόδημα που εμφανίζει για το 2006 και 12.803,61 €για το 2005).
Από τη δήλωση στοιχείων ακίνητης περιουσίας (Ε9) του έτους 2007 σε συνδυασμό με τη δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του έτους 2016 και το φύλλο υπολογισμού αξίας ακινήτου προκύπτει ότι η αιτούσα είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος ψιλής κυριότητας κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου και πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου ενός διαμερίσματος δευτέρου ορόφου, έτους κατασκευής 1982, επιφάνειας κυρίων χώρων 60.00 τ.μ. που βρίσκεται στο Δήμο .........ς, επί της οδού .............. Η αντικειμενική αξία του δικαιώματος της αιτούσας επί του άνω ακινήτου ανέρχεται στο ποσό των 54.810 €. Επίσης η αιτούσα είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου α) ενός ισογείου διαμερίσματος, έτους κατασκευής 1982, επιφάνειας κυρίων χώρων 65,00 τ.μ. και β) ενός διαμερίσματος (δώμα) τρίτου ορόφου, έτους κατασκευής 1982, επιφάνειας κυρίων χώρων 42,00 τ.μ. που βρίσκονται στην αυτή ως άνω διεύθυνση. Η εμπορική αξία του δικαιώματος της αιτούσας επί των άνω ακινήτων εκτιμάται στο ποσό των 15.000 και 10.000 € αντίστοιχα. Τέλος η αιτούσα είναι ιδιοκτήτρια του υπ' αριθμ. κυκλ. ............ ... Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου ............ 1596 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2000, εμπορικής αξίας 4.000 €.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο αυτά προς ιούς ανέγγυους όσο και αυτά προς τους ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης αυτής, εκτός από τα εμπραγμάτως ασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια, των οποίων ο εντοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο εκδόσεως της παρούσας απόφασης (άρθρο 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010). Η αιτούσα οφείλει συνολικά προς τους ιδιώτες πιστωτές της 64.613,86 € και συγκεκριμένα: 1) στην πρώτη καθ' ης οφείλει 52.114,59 € δυνάμει της υπ' αριθμ. .../2006 σύμβασης στεγαστικού δανείου. Η απαίτηση αυτή είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης επί του ακινήτου περιουσιακού στοιχείου της αιτούσας που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία της 2) στην δεύτερη καθ'ής οφείλει 6.290,98 € δυνάμει της υπ' αριθμ. .../2012 σύμβασης καταναλωτικού δανείου 3) στην τρίτη καθ'ής οφείλει 6.208,29 € δυνάμει της υπ' αριθμ. .../2005 σύμβασης πιστωτικής κάρτας. Επίσης η αιτούσα οφείλει, σύμφωνα με τη νεώτερη βεβαίωση που προσκόμισε το Ελληνικό Δημόσιο, 2.544,72 € για βεβαιωμένες οφειλές προς τη ΔΟΥ ... που γεννήθηκαν σε χρονικό διάστημα που απέχει ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης (2011-31.12.2014). Επομένως στο σύνολο των οφειλών της προς τους ιδιώτες πιστωτές της και προς το Ελληνικό Δημόσιο ανέρχεται σε 67.158,58 €.
Η αιτούσα υπήρξε συνεπής με τις δανειακές της υποχρεώσεις επί σειρά ετών καθώς μέχρι τις αρχές του 2012 εργαζόταν. Όταν διέκοψε την επαγγελματική της δραστηριότητα για ένα χρονικό διάστημα τα δάνεια της εξυπηρετούνταν με την οικονομική Βοήθεια που δεχόταν από το συγγενικό της περιβάλλον, κυρίως από τη μητέρα της, η οποία είναι συνταξιούχος. Έπαυσε τις πληρωμές της και περιήλθε σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών χωρίς δική της υπαιτιότητα εντός του έτους 2013. Δεν υπήρξε ποτέ έμπορος, καθώς εργαζόταν παρέχοντας υπηρεσίες, δραστηριότητα της η οποία δεν αρκεί ώστε να προσδώσει στην αιτούσα την εμπορική ιδιότητα. Σε κάθε δε περίπτωση, ο χρόνος παύσης πληρωμών της συνέβη μετά τη διακοπή της παραπάνω δραστηριότητας της (βλ. παραπάνω). Επομένως, κατά το χρόνο παύσης πληρωμών της η αιτούσα δεν είχε πτωχευτική ικανότητα και πληρούνταν όλες οι λοιπές προϋποθέσεις υπαγωγής της στο νόμο, βρισκόταν δηλαδή σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της στην οποία περιήλθε χωρίς υπαιτιότητα αφού ούτε ο υπερδανεισμός της ούτε η αδυναμία της να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της οφείλονται σε δόλο, ενώ η προσπάθεια της να ρυθμίσει τα χρέη της δεν περιέχει κανένα στοιχείο καταχρηστικής συμπεριφοράς. Οι βιοτικές της ανάγκες σήμερα καλύπτονται από το συγγενικό της περιβάλλον. Ωστόσο η αιτούσα προτίθεται να καταβάλει το ποσό των 100,00 ευρώ μηνιαίως προς εξυπηρέτηση του χρέους, με την οικονομική βοήθεια που δέχεται από τη μητέρα της.
Δεδομένου ότι τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας, εξαιρουμένης της πρώτης κατοικίας, της οποίας ζητείται η εξαίρεση από τη ρευστοποίηση, είναι μικρής αξίας και είναι πολύ δύσκολο να εκποιηθούν αφού σε αυτά η αιτούσα είναι ιδιοκτήτρια κατά ποσοστό μόνο, το δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών για χρονικό διάστημα τριών ετών προς μερική εξόφληση των οφειλών της (άρθρ. δ παρ. 2 εδ. 1 Ν. 3869/2010, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 16 παρ. 2 Ν. 4161/2013), αφού ελήφθη υπόψη η ηλικία της και η τρέχουσα δυσμενής οικονομική συγκυρία η οποία δεν αναμένεται να βελτιωθεί και δεν θα επιτρέψει στην αιτούσα να αυξήσει το εισόδημα της. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να προσδιορισθούν μηνιαίες καταβολές επί τριετία ύψους 100,00 € το οποίο θα καταλογιστεί σύμμετρα προς όλες τις προαναφερθείσες απαιτήσεις οι οποίες κρίθηκαν νόμιμες και παραδεκτές με την παρούσα απόφαση. Μετά τη λήξη της τριετίας η οποία ξεκίνησε από τις 15.12.2015 (ημερομηνία χορήγησης προσωρινής διαταγής) η αιτούσα θα έχει καταβάλλει ποσό 3.600 ευρώ από την ανωτέρω αιτία.
Περαιτέρω, στα πλαίσια της διάταξης του άρθρου 9 παρ.1 Ν, 3869/2010 για την εκποίηση της περιουσίας των οφειλετών, το δικαστήριο κρίνει ότι η προσφορά προς εκποίηση της λοιπής ακίνητης περιουσίας της αιτούσας στην οποία είναι συνιδιοκτήτρια κατά ποσοστό 1/3 εξ' αδιαιρέτου καθώς και του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου της, με βάση την κοινή πείρα και τη λογική και λαμβανομένων υπόψη και των σημερινών συνθηκών αγοράς δεν φαίνεται ότι μπορεί να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε προσδοκία απολήψεως αναλόγου ανταλλάγματος, επομένως πρέπει να εξαιρεθούν από την εκποίηση λαμβανομένων υπόψη των εξόδων που απαιτούνται για την ενεργοποίηση της σχετικής διαδικασίας.
Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 9 παρ. 2 του ν. 3869/2010, μετά την αντικατάσταση του από το άρθρ. 17 Ν. 4161/2013 που εξακολουθεί να ισχύει για τις αιτήσεις που κατατέθηκαν έως 31.12.2015, για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, θα πρέπει να γίνει ρύθμιση για την ικανοποίηση των καθ' ών η οποία, θα ανέλθει σε συνολικό ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας του δικαιώματος της αιτούσας επ' αυτής. Η αξία του δικαιώματος της αιτούσας επί της παραπάνω κατοικίας, ανέρχεται σε 54.810 ευρώ και δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για άγαμους φορολογούμενους (200.000 €), προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτείται για την εξαίρεση της από την εκποίηση, σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη εν προκειμένω διάταξη του αρθρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010. Για την διάσωση λοιπόν της κύριας κατοικίας της θα πρέπει να καταβάλει το 80% της αντικειμενικής αξίας του παραπάνω δικαιώματος δηλαδή ποσό 43.848 €.
Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο χρόνος δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, πρέπει να οριστεί σε είκοσι έτη (240 μηνιαίες δόσεις). Το ποσό που θα καταβάλλει η αιτούσα στα πλαίσια αυτής της ρύθμισης, θα ανέρχεται σε 182,70 ευρώ μηνιαίως, οι δε μηνιαίες δόσεις θα αρχίσουν να καταβάλλονται μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της τριετίας που αφορά τη ρύθμιση του άρθρ. 8 παρ. 1 Ν. 3869/2010, καθόσον κρίνεται ότι πρέπει να της παρασχεθεί περίοδος χάριτος ώστε να δύναται να είναι συνεπής με την πρώτη ρύθμιση. Από τις καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της θα ικανοποιηθεί προνομιακά το υπόλοιπο της απαίτησης που θα έχει προκύψει μετά τις καταβολές της τριετίας η οποία είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη. Μετά όμως την εξάντληση του ποσού με το οποίο συμπληρώνεται το ποσοστό επί της αντικειμενικής αξίας του δικαιώματος επί της άνω κατοικίας, της οποίας ζητείται η εξαίρεση από την εκποίηση, η αιτούσα απαλλάσσεται από το υπόλοιπο των χρεών της, καθώς δεν μπορεί από το νόμο να επιβληθεί άλλη υποχρέωση σε αυτήν.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως προς το τέταρτο καθ' ού και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς τους λοιπούς καθ’ ων επειδή κρίνεται βάσιμη κατ' ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές της αιτούσας σύμφωνα με τα όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Η απαλλαγή από τα χρέη της έναντι των ενταγμένων στη ρύθμιση καθ' ών των οποίων οι απαιτήσεις έγιναν δεκτές και περιλαμβάνονται στην εμπεριεχόμενη στην παρούσα απόφαση κατάσταση θα επέλθει κατά νόμο (αρ. 11 παρ.1 του Ν.3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεων της. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ' άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010. Τέλος, παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται, γιατί η απόφαση δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας (άρθρ. 14 Ν. 3869/2010).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της δεύτερης καθ' ής και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση ως προς το τέταρτο καθ' ού.
Δέχεται εν μέρει την αίτηση ως προς τους λοιπούς καθ’ ων.
Καθορίζει τις μηνιαίες επί μία τριετία καταβολές της αιτούσας προς τους αναφερόμενους στην παρούσα απόφαση καθ’ ων στο ποσό των 100,00 ευρώ, που θα καταλογίζονται σύμμετρα σε όλες τις αναφερόμενες στην αίτηση απαιτήσεις και θα καταβάλλονται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.
Εξαιρεί από την εκποίηση την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι ένα διαμέρισμα δευτέρου ορόφου, επιφάνειας κυρίων χώρων 60,00 τ.μ. που βρίσκεται στο Δήμο Ελληνικού Αττικής, επί της οδού ... του οποίου η αιτούσα είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος ψιλής κυριότητας κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου και πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3.
Επιβάλλει στην αιτούσα να καταβάλει για τη διάσωση της άνω κατοικίας της το ποσό των 43.848 ευρώ που θα καταβληθεί σε 240 μηνιαίες δόσεις ποσού 182,70 ευρώ η κάθε μία. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνεται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα και ορίζεται να ξεκινήσει την 1 η ημέρα του πρώτου μήνα μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της τριετίας που αφορά τη ρύθμιση του άρθρ. 8 παρ. 1 Ν. 3869/2010, θα γίνει δε χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου στις 11 Οκτωβρίου 2016 από τον Ειρηνοδίκη Αγγελο Κανά σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΝΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ
http://taxheaven.gr
Πρόσφατη απόφαση του ειρηνοδικείου Αθηνών (ΕιρΑθ 771/2016) έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική η υπαγωγή των οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία στον νόμο 3869/2010.
Αντισυνταγματική η υπαγωγή των ασφαλιστικών οργανισμών στο άρθρο 1§2β του Ν. 3869/2010 διότι αντίκειται στο άρθρο 22 του Συντάγματος που επιβάλλει την λειτουργία βιώσιμων ασφαλιστικών οργανισμών και υποχρεώνει τον νομοθέτη να προβαίνει σε ειδικές ρυθμίσεις με γνώμονα πάντοτε την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και την προαγωγή της ίδιας της κοινωνικής ασφάλισης. Πέραν αυτού σχετικά με τα χρέη προς ασφαλιστικούς φορείς προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του Ν. 3869/2010, ειδικός νόμος γενναίας περικοπής (άρθρο 10 Ν. 4374/2016) δια της οποίας δόθηκε η δυνατότητα στους ασφαλισμένους να προβούν σε ρυθμίσεις για την ελάφρυνση τους χρέους τους. Εξαιρεί τον ΟΑΕΕ από την ρύθμιση. Δέχεται κατά τα λοιπά την αίτηση.
ΕιρΑθ 771/2016
Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της - μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και χρέη προς το Δημόσιο και φορέα κοινωνικής ασφάλισης - ζητεί τη διευθέτηση τους από το δικαστήριο με την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της, κατά το προτεινόμενο από αυτήν σχέδιο.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η κρινόμενη αίτηση αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρο 3 του Ν. 3869/2010) στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία της η άνω οφειλέτρια και σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. με το άρθρο 3 του Ν. 3869/2010. Για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκαν όσα προβλέπονται στο άρθρ. 4 παρ. 2 Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του από την παρ.4 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της υποπαρ Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά τις 19.8.2015, αφού προσκομίστηκαν τα αναφερόμενα στην ανωτέρω διάταξη έγγραφα, έκθεση επίδοσης της αίτησης προς την εγγυήτρια (1018Β/16.11.2015 του αυτού δικαστικού επιμελητή) καθώς επίσης και υπεύθυνη δήλωση της αιτούσας για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων της περιουσίας και των εισοδημάτων της, των πιστωτών της και των απαιτήσεων τους καθώς και για τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων της κατά την τελευταία τριετία. Επίσης, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία, προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί σε προγενέστερο χρόνο απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές της (άρθρο 13 παρ.2 Ν.3869/2010).
Η μέριμνα για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων στην Ελλάδα εκδηλώνεται στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει σχετικά ότι «το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει». Με το άρθρο αυτό κατοχυρώνεται μια θεσμική εγγύηση, που οριοθετεί τη διακριτική ευχέρεια του νομοθέτη. Η εγγύηση αυτή διασφαλίζει το θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης παρεμποδίζοντας την αλλοίωση του οργανωτικού πυρήνα του, χωρίς όμως να αποκλείεται η αναδιάρθρωση του, η αυστηροποίηση των προϋποθέσεων απονομής ασφαλιστικών παροχών, το ύψος ή η έκταση τους. Συνεπώς, ο κοινός νομοθέτης οφείλει να παραμείνει σύμφωνος με τις Βασικές αρχές, οι οποίες είναι σύμφυτες με την οργάνωση της κοινωνικής ασφάλισης και προσδίδουν τη διαχρονική ταυτότητα του θεσμού αυτού. Η πολιτειακή εγγύηση του θεσμού της κοινωνικής ασφάλισης διασφαλίζεται με τη λειτουργία Βιώσιμων ασφαλιστικών οργανισμών, που στηρίζονται σε υγιείς οικονομικές βάσεις, και υποχρεώνει το ασφαλιστικού κεφαλαίου και την προαγωγή της ίδιας της κοινωνικής ασφάλισης.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρ. 1 παρ. 2 εδ.β Ν. 3869/2010 όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με την παρ.1 του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της υποπαρ.Α.4 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του προβλέπεται ότι πλέον "Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου περιλαμβάνονται επίσης:
α) οι βεβαιωμένες οφειλές στην Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν,
β) οι βεβαιωμένες οφειλές προς τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.T.A.) α' και β' βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, συμπεριλαμβανομένων των οφειλών που προκύπτουν από εισφορά σε χρήμα ή την μετατροπή εισφοράς γης σε χρήμα των προς ένταξη ή και των ήδη ενταγμένων ιδιοκτησιών, σύμφωνα με το ν.1337/1983 από φόρους και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και
γ) ασφαλιστικές οφειλές προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Τα αναφερόμενα στα στοιχεία α', β' και γ' πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών του αιτούντος και οι οφειλές του προς αυτά υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τον παρόντα νόμο μαζί με τις οφειλές του προς τους ιδιώτες πιστωτές". Εν προκειμένω με την νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 1 της υποπαρ. Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 με την οποία εντάχθηκαν στο Ν. 3869/2010 και οι ασφαλιστικές εισφορές προς τους Ο.Κ.Α. όπως έχουν διαμορφωθεί με Βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, παρέχεται η δυνατότητα σε μία κατηγορία ασφαλισμένων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και ειδικότερα σε εκείνους των οποίων οι οφειλές έναντι των εν λόγω οργανισμών (από ασφαλιστικές εισφορές) συντρέχουν με οφειλές προς ιδιώτες πιστωτές να ζητήσουν και να επιτύχουν ακόμη και την πλήρη διαγραφή των οφειλομένων από αυτούς ασφαλιστικών εισφορών. Με το σοβαρό πλήγμα που προκάλεσε η μείωση κατά 53% (ύψους 18,7 δις ευρώ) της ονομαστικής αξίας των ομολόγων στα οποία είχαν επενδύσει τα ασφαλιστικά ταμεία η οποία και ολοκληρώθηκε με τη 2η φάση του PSI με περαιτέρω μείωση η οποία ανήλθε στο ποσό των 1,2 δις ευρώ (βλ. το υπ' αριθμ. 13.6.8.12/Β/1168 έγγραφο Γενικής Δ/νσης Οικονομικής Πολιτικής Δ/νση Πιστ. και Δημ/κών Υποθέσεων Υπουργείου Οικονομικών στο οποίο επισυνάπτεται το με αρ. πρωτ. ............... έγγραφο της δ/νσης ανθρώπινου δυναμικού και οργάνωσης της Τράπεζας της Ελλάδος ) τα αποθεματικά των Ο.Κ.Α. έχουν περιοριστεί σημαντικά, ενώ στην μείωση των εσόδων και στην αύξηση των ελλειμμάτων τους που σημειώθηκε κατά τα τελευταία έτη λόγω της αύξησης των δεικτών ανεργίας, της αδήλωτης εργασίας κ.λπ. έρχεται να προστεθεί η ανωτέρω διάταξη του άρθρ. 1 παρ. 2 εδ.β περ. γ' του Ν. 3869/2010 η εφαρμογή της οποίας σημαίνει ότι θα επέλθουν νέα σημαντικά ελλείμματα που θα οδηγήσουν σε περαιτέρω συρρίκνωση τα αποθεματικά τους. Συνακόλουθα, με την ένταξη των ασφαλιστικών οφειλών προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης στο άρθρ. 1 παρ. 2 εδ.β Ν. 3869/2010 παραβιάζεται ευθέως η πολιτειακή εγγύηση που κατοχυρώνεται στο άρθρ. 22 παρ. 5 του Συντάγματος και αφορά το θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης η οποία διασφαλίζεται με τη λειτουργία βιώσιμων ασφαλιστικών οργανισμών και υποχρεώνει το νομοθέτη να προβαίνει σε ειδικές ρυθμίσεις με γνώμονα πάντοτε την προστασία του ασφαλιστικού κεφαλαίου και την προαγωγή της ίδιας της κοινωνικής ασφάλισης . Για τους παραπάνω λόγους η διάταξη αυτή είναι ανίσχυρη επειδή κρίνεται ως αντισυνταγματική από το παρόν Δικαστήριο χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραβιάζεται έτσι η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, την οποία θεσπίζουν τα άρθρα 1, 26, 73 επ. και 87 επ. του Συντάγματος (Ολ ΑΠ 3/2013, ΑΠ 46/2005, ΑΠ 9/2004). Σημειωτέον δε ότι όσον αφορά τα χρέη προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης προηγήθηκε της μεταρρύθμισης του Ν. 3869/2010 με το Ν. 4336/2010 ειδικός νόμος γενναίας περικοπής (άρθρ. 10 Ν. 4374/2016) με τον οποίο δόθηκε η δυνατότητα στα αναφερόμενα σε αυτόν πρόσωπα να προβούν σε ρυθμίσεις για την ελάφρυνση του χρέους τους προς τους φορείς αυτούς.
Από την ανώμοτη κατάθεση της αιτούσας που περιέχεται στα πρακτικά της δίκης, από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό με την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (αρ. 744 ΚΠολΔ) και την επ’ ακροατηρίου προφορική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:
Η αιτούσα γεννήθηκε το έτος 1962, είναι άγαμη και κατοικεί στην Αθήνα σε διαμέρισμα στο οποίο είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος ψιλής κυριότητας κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου και πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου. Από το έτος 2000 παρείχε υπηρεσίες σχεδιάστριας μόδας (μοντελίστ) με έδρα το Δήμο ..................., δραστηριότητα την οποία διέκοψε οριστικά στις 20.1.2012. Από τότε έμεινε άνεργη και παραμένει έως σήμερα, είναι δε κάτοχος δελτίου ανεργίας του ΟΑΕΔ. Από τα προσκομισθέντα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος των τεσσάρων τελευταίων φορολογιών ετών προκύπτει ότι το ετήσιο εισόδημα της αιτούσας ήταν μηδενικό με εξαίρεση το 2013 που εμφανίζει ετήσιο εισόδημα μόλις 527,99 € από μισθωτές υπηρεσίες. Ωστόσο κατά το παρελθόν είχε ικανοποιητικό εισόδημα (21.947,89 € είναι το ετήσιο εισόδημα που εμφανίζει για το 2006 και 12.803,61 €για το 2005).
Από τη δήλωση στοιχείων ακίνητης περιουσίας (Ε9) του έτους 2007 σε συνδυασμό με τη δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του έτους 2016 και το φύλλο υπολογισμού αξίας ακινήτου προκύπτει ότι η αιτούσα είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος ψιλής κυριότητας κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου και πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου ενός διαμερίσματος δευτέρου ορόφου, έτους κατασκευής 1982, επιφάνειας κυρίων χώρων 60.00 τ.μ. που βρίσκεται στο Δήμο .........ς, επί της οδού .............. Η αντικειμενική αξία του δικαιώματος της αιτούσας επί του άνω ακινήτου ανέρχεται στο ποσό των 54.810 €. Επίσης η αιτούσα είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου α) ενός ισογείου διαμερίσματος, έτους κατασκευής 1982, επιφάνειας κυρίων χώρων 65,00 τ.μ. και β) ενός διαμερίσματος (δώμα) τρίτου ορόφου, έτους κατασκευής 1982, επιφάνειας κυρίων χώρων 42,00 τ.μ. που βρίσκονται στην αυτή ως άνω διεύθυνση. Η εμπορική αξία του δικαιώματος της αιτούσας επί των άνω ακινήτων εκτιμάται στο ποσό των 15.000 και 10.000 € αντίστοιχα. Τέλος η αιτούσα είναι ιδιοκτήτρια του υπ' αριθμ. κυκλ. ............ ... Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου ............ 1596 cc, έτους πρώτης κυκλοφορίας 2000, εμπορικής αξίας 4.000 €.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της αίτησης η αιτούσα είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο αυτά προς ιούς ανέγγυους όσο και αυτά προς τους ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης αυτής, εκτός από τα εμπραγμάτως ασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια, των οποίων ο εντοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο εκδόσεως της παρούσας απόφασης (άρθρο 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010). Η αιτούσα οφείλει συνολικά προς τους ιδιώτες πιστωτές της 64.613,86 € και συγκεκριμένα: 1) στην πρώτη καθ' ης οφείλει 52.114,59 € δυνάμει της υπ' αριθμ. .../2006 σύμβασης στεγαστικού δανείου. Η απαίτηση αυτή είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης επί του ακινήτου περιουσιακού στοιχείου της αιτούσας που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία της 2) στην δεύτερη καθ'ής οφείλει 6.290,98 € δυνάμει της υπ' αριθμ. .../2012 σύμβασης καταναλωτικού δανείου 3) στην τρίτη καθ'ής οφείλει 6.208,29 € δυνάμει της υπ' αριθμ. .../2005 σύμβασης πιστωτικής κάρτας. Επίσης η αιτούσα οφείλει, σύμφωνα με τη νεώτερη βεβαίωση που προσκόμισε το Ελληνικό Δημόσιο, 2.544,72 € για βεβαιωμένες οφειλές προς τη ΔΟΥ ... που γεννήθηκαν σε χρονικό διάστημα που απέχει ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης (2011-31.12.2014). Επομένως στο σύνολο των οφειλών της προς τους ιδιώτες πιστωτές της και προς το Ελληνικό Δημόσιο ανέρχεται σε 67.158,58 €.
Η αιτούσα υπήρξε συνεπής με τις δανειακές της υποχρεώσεις επί σειρά ετών καθώς μέχρι τις αρχές του 2012 εργαζόταν. Όταν διέκοψε την επαγγελματική της δραστηριότητα για ένα χρονικό διάστημα τα δάνεια της εξυπηρετούνταν με την οικονομική Βοήθεια που δεχόταν από το συγγενικό της περιβάλλον, κυρίως από τη μητέρα της, η οποία είναι συνταξιούχος. Έπαυσε τις πληρωμές της και περιήλθε σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών χωρίς δική της υπαιτιότητα εντός του έτους 2013. Δεν υπήρξε ποτέ έμπορος, καθώς εργαζόταν παρέχοντας υπηρεσίες, δραστηριότητα της η οποία δεν αρκεί ώστε να προσδώσει στην αιτούσα την εμπορική ιδιότητα. Σε κάθε δε περίπτωση, ο χρόνος παύσης πληρωμών της συνέβη μετά τη διακοπή της παραπάνω δραστηριότητας της (βλ. παραπάνω). Επομένως, κατά το χρόνο παύσης πληρωμών της η αιτούσα δεν είχε πτωχευτική ικανότητα και πληρούνταν όλες οι λοιπές προϋποθέσεις υπαγωγής της στο νόμο, βρισκόταν δηλαδή σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της στην οποία περιήλθε χωρίς υπαιτιότητα αφού ούτε ο υπερδανεισμός της ούτε η αδυναμία της να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της οφείλονται σε δόλο, ενώ η προσπάθεια της να ρυθμίσει τα χρέη της δεν περιέχει κανένα στοιχείο καταχρηστικής συμπεριφοράς. Οι βιοτικές της ανάγκες σήμερα καλύπτονται από το συγγενικό της περιβάλλον. Ωστόσο η αιτούσα προτίθεται να καταβάλει το ποσό των 100,00 ευρώ μηνιαίως προς εξυπηρέτηση του χρέους, με την οικονομική βοήθεια που δέχεται από τη μητέρα της.
Δεδομένου ότι τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία της αιτούσας, εξαιρουμένης της πρώτης κατοικίας, της οποίας ζητείται η εξαίρεση από τη ρευστοποίηση, είναι μικρής αξίας και είναι πολύ δύσκολο να εκποιηθούν αφού σε αυτά η αιτούσα είναι ιδιοκτήτρια κατά ποσοστό μόνο, το δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ρύθμιση μηνιαίων καταβολών για χρονικό διάστημα τριών ετών προς μερική εξόφληση των οφειλών της (άρθρ. δ παρ. 2 εδ. 1 Ν. 3869/2010, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρ. 16 παρ. 2 Ν. 4161/2013), αφού ελήφθη υπόψη η ηλικία της και η τρέχουσα δυσμενής οικονομική συγκυρία η οποία δεν αναμένεται να βελτιωθεί και δεν θα επιτρέψει στην αιτούσα να αυξήσει το εισόδημα της. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να προσδιορισθούν μηνιαίες καταβολές επί τριετία ύψους 100,00 € το οποίο θα καταλογιστεί σύμμετρα προς όλες τις προαναφερθείσες απαιτήσεις οι οποίες κρίθηκαν νόμιμες και παραδεκτές με την παρούσα απόφαση. Μετά τη λήξη της τριετίας η οποία ξεκίνησε από τις 15.12.2015 (ημερομηνία χορήγησης προσωρινής διαταγής) η αιτούσα θα έχει καταβάλλει ποσό 3.600 ευρώ από την ανωτέρω αιτία.
Περαιτέρω, στα πλαίσια της διάταξης του άρθρου 9 παρ.1 Ν, 3869/2010 για την εκποίηση της περιουσίας των οφειλετών, το δικαστήριο κρίνει ότι η προσφορά προς εκποίηση της λοιπής ακίνητης περιουσίας της αιτούσας στην οποία είναι συνιδιοκτήτρια κατά ποσοστό 1/3 εξ' αδιαιρέτου καθώς και του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου της, με βάση την κοινή πείρα και τη λογική και λαμβανομένων υπόψη και των σημερινών συνθηκών αγοράς δεν φαίνεται ότι μπορεί να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, ούτε προσδοκία απολήψεως αναλόγου ανταλλάγματος, επομένως πρέπει να εξαιρεθούν από την εκποίηση λαμβανομένων υπόψη των εξόδων που απαιτούνται για την ενεργοποίηση της σχετικής διαδικασίας.
Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 9 παρ. 2 του ν. 3869/2010, μετά την αντικατάσταση του από το άρθρ. 17 Ν. 4161/2013 που εξακολουθεί να ισχύει για τις αιτήσεις που κατατέθηκαν έως 31.12.2015, για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, θα πρέπει να γίνει ρύθμιση για την ικανοποίηση των καθ' ών η οποία, θα ανέλθει σε συνολικό ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας του δικαιώματος της αιτούσας επ' αυτής. Η αξία του δικαιώματος της αιτούσας επί της παραπάνω κατοικίας, ανέρχεται σε 54.810 ευρώ και δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για άγαμους φορολογούμενους (200.000 €), προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτείται για την εξαίρεση της από την εκποίηση, σύμφωνα με την εφαρμοζόμενη εν προκειμένω διάταξη του αρθρ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010. Για την διάσωση λοιπόν της κύριας κατοικίας της θα πρέπει να καταβάλει το 80% της αντικειμενικής αξίας του παραπάνω δικαιώματος δηλαδή ποσό 43.848 €.
Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο χρόνος δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, πρέπει να οριστεί σε είκοσι έτη (240 μηνιαίες δόσεις). Το ποσό που θα καταβάλλει η αιτούσα στα πλαίσια αυτής της ρύθμισης, θα ανέρχεται σε 182,70 ευρώ μηνιαίως, οι δε μηνιαίες δόσεις θα αρχίσουν να καταβάλλονται μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της τριετίας που αφορά τη ρύθμιση του άρθρ. 8 παρ. 1 Ν. 3869/2010, καθόσον κρίνεται ότι πρέπει να της παρασχεθεί περίοδος χάριτος ώστε να δύναται να είναι συνεπής με την πρώτη ρύθμιση. Από τις καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της θα ικανοποιηθεί προνομιακά το υπόλοιπο της απαίτησης που θα έχει προκύψει μετά τις καταβολές της τριετίας η οποία είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη. Μετά όμως την εξάντληση του ποσού με το οποίο συμπληρώνεται το ποσοστό επί της αντικειμενικής αξίας του δικαιώματος επί της άνω κατοικίας, της οποίας ζητείται η εξαίρεση από την εκποίηση, η αιτούσα απαλλάσσεται από το υπόλοιπο των χρεών της, καθώς δεν μπορεί από το νόμο να επιβληθεί άλλη υποχρέωση σε αυτήν.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως προς το τέταρτο καθ' ού και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς τους λοιπούς καθ’ ων επειδή κρίνεται βάσιμη κατ' ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές της αιτούσας σύμφωνα με τα όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Η απαλλαγή από τα χρέη της έναντι των ενταγμένων στη ρύθμιση καθ' ών των οποίων οι απαιτήσεις έγιναν δεκτές και περιλαμβάνονται στην εμπεριεχόμενη στην παρούσα απόφαση κατάσταση θα επέλθει κατά νόμο (αρ. 11 παρ.1 του Ν.3869/2010) υπό τον όρο της κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεων της. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται κατ' άρθρο 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010. Τέλος, παράβολο ερημοδικίας δεν ορίζεται, γιατί η απόφαση δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας (άρθρ. 14 Ν. 3869/2010).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της δεύτερης καθ' ής και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση ως προς το τέταρτο καθ' ού.
Δέχεται εν μέρει την αίτηση ως προς τους λοιπούς καθ’ ων.
Καθορίζει τις μηνιαίες επί μία τριετία καταβολές της αιτούσας προς τους αναφερόμενους στην παρούσα απόφαση καθ’ ων στο ποσό των 100,00 ευρώ, που θα καταλογίζονται σύμμετρα σε όλες τις αναφερόμενες στην αίτηση απαιτήσεις και θα καταβάλλονται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.
Εξαιρεί από την εκποίηση την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι ένα διαμέρισμα δευτέρου ορόφου, επιφάνειας κυρίων χώρων 60,00 τ.μ. που βρίσκεται στο Δήμο Ελληνικού Αττικής, επί της οδού ... του οποίου η αιτούσα είναι εμπράγματος δικαιούχος δικαιώματος ψιλής κυριότητας κατά ποσοστό 2/3 εξ αδιαιρέτου και πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 1/3.
Επιβάλλει στην αιτούσα να καταβάλει για τη διάσωση της άνω κατοικίας της το ποσό των 43.848 ευρώ που θα καταβληθεί σε 240 μηνιαίες δόσεις ποσού 182,70 ευρώ η κάθε μία. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνεται μέσα στο πρώτο τριήμερο κάθε μήνα και ορίζεται να ξεκινήσει την 1 η ημέρα του πρώτου μήνα μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της τριετίας που αφορά τη ρύθμιση του άρθρ. 8 παρ. 1 Ν. 3869/2010, θα γίνει δε χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο που θα ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδας.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου στις 11 Οκτωβρίου 2016 από τον Ειρηνοδίκη Αγγελο Κανά σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΑΝΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ
http://taxheaven.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου