Το πλεόνασμα απογειώθηκε, αλλά η οικονομία «στράγγιξε»
Ξεπέρασε και τους πιο φιλόδοξους στόχους του... Βόλφγκανγκ Σόιμπλε η δημοσιονομική επίδοση της κυβέρνησης το 2016, αφού το πρωτογενές πλεόνασμα, σύμφωνα με τον ορισμό του προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδας, έφθασε στο 4,19% του ΑΕΠ ή 7,369 δισ. ευρώ, έναντι στόχου μόλις 0,5% ή 879 εκατ. ευρώ, δηλαδή ήταν 8 φορές πάνω από τον στόχο, όπως σημείωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Λίγο νωρίτερα, ο πρόεδρος της ΕΛΣΤΑΤ Θάνος Θανόπουλος είχε ανακοινώσει και το πρωτογενές πλεόνασμα σύμφωνα με τους κανόνες της Eurostat, το οποίο έφθασε το 3,9% του ΑΕΠ ή 6,937 δισ. ευρώ. Οι δύο τρόποι υπολογισμού διαφέρουν ως προς τη μεθοδολογία, αλλά η εφαρμογή του μνημονίου ελέγχεται με βάση το κατά πρόγραμμα πλεόνασμα.
Επιπλέον, για πρώτη φορά από το 1995 τουλάχιστον, που τηρεί αρχεία η Eurostat με βάση το σύστημα ESA, σημειώθηκε πλεόνασμα (0,7% του ΑΕΠ) και στο συνολικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των τόκων.
Τα υψηλά πλεονάσματα, όμως, είναι η άλλη όψη της υπερφορολόγησης του περασμένου χρόνου, σε συνδυασμό με το «πάγωμα» των δαπανών. Τα 6 - 6,5 δισ. πάνω από τα προϋπολογισθέντα πλεονάσματα «στράγγιξαν» την οικονομία, συμβάλλοντας ασφαλώς στη στασιμότητα, η οποία σημειώθηκε σε επίπεδο ΑΕΠ το 2016.
Βεβαίως, το αποτέλεσμα δεν παύει να είναι εντυπωσιακό και η κυβέρνηση μπορεί να το επικαλεσθεί στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για να υποστηρίξει ότι βαδίζει στον σωστό δρόμο προς την κατεύθυνση της δημοσιονομικής εξυγίανσης και μπορεί να επιτύχει τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί και με το παραπάνω.
Από την άλλη, η υπεραπόδοση μάλλον εξασθενίζει τα επιχειρήματα υπέρ της ανάγκης ελάφρυνσης του χρέους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, από την Ουάσιγκτον, προχθές, επεσήμανε πως τα τελευταία δύο χρόνια οι προβλέψεις της κυβέρνησης για το έλλειμμα είναι πιο ρεαλιστικές από αυτές του ΔΝΤ. Ο κ. Σόιμπλε υποδείκνυε με τον τρόπο αυτόν, εμμέσως, ότι η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, την οποία ζητεί το Ταμείο, δεν είναι και τόσο απαραίτητη, αφού η Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις με τα πρωτογενή της πλεονάσματα. Κατά τον κ. Σόιμπλε, η Ελλάδα θα έπρεπε να θέσει ως στόχο πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ επί 10 χρόνια, μετά το 2018. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, η απαίτησή του αυτή έχει –κατά τις πληροφορίες– μετριασθεί στα 5 χρόνια. Αντίθετα, το Ταμείο θεωρεί ότι ο στόχος για 3,5% του ΑΕΠ δεν είναι ρεαλιστικός και ότι πρέπει να μειωθεί στο 1,5% του ΑΕΠ, σε συνδυασμό, βεβαίως, με μια γενναιόδωρη αναδιάρθρωση του χρέους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, εξάλλου, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώθηκε στα 314,8 δισ. ευρώ ή στο 179% του ΑΕΠ το 2016, έναντι 177,4% του ΑΕΠ το 2015.
Το χθεσινό αποτέλεσμα, υποστήριξε ο κ. Τζανακόπουλος, διασφαλίζει ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι και του 2017 και του 2018 και ότι τα αντίμετρα για το 2019 και 2020 θα εφαρμοστούν.
Η Eurostat θα ανακοινώσει, τη Δευτέρα, τα αντίστοιχα στοιχεία για έλλειμμα και χρέος όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οπως είπε χθες ο κ. Θανόπουλος, τα ελληνικά στοιχεία, για 14η φορά στη σειρά, από τον Νοέμβριο του 2010, θα γίνονται δεκτά χωρίς επιφυλάξεις (αστερίσκους).
Επιπλέον, για πρώτη φορά από το 1995 τουλάχιστον, που τηρεί αρχεία η Eurostat με βάση το σύστημα ESA, σημειώθηκε πλεόνασμα (0,7% του ΑΕΠ) και στο συνολικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των τόκων.
Τα υψηλά πλεονάσματα, όμως, είναι η άλλη όψη της υπερφορολόγησης του περασμένου χρόνου, σε συνδυασμό με το «πάγωμα» των δαπανών. Τα 6 - 6,5 δισ. πάνω από τα προϋπολογισθέντα πλεονάσματα «στράγγιξαν» την οικονομία, συμβάλλοντας ασφαλώς στη στασιμότητα, η οποία σημειώθηκε σε επίπεδο ΑΕΠ το 2016.
Βεβαίως, το αποτέλεσμα δεν παύει να είναι εντυπωσιακό και η κυβέρνηση μπορεί να το επικαλεσθεί στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές για να υποστηρίξει ότι βαδίζει στον σωστό δρόμο προς την κατεύθυνση της δημοσιονομικής εξυγίανσης και μπορεί να επιτύχει τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί και με το παραπάνω.
Από την άλλη, η υπεραπόδοση μάλλον εξασθενίζει τα επιχειρήματα υπέρ της ανάγκης ελάφρυνσης του χρέους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, από την Ουάσιγκτον, προχθές, επεσήμανε πως τα τελευταία δύο χρόνια οι προβλέψεις της κυβέρνησης για το έλλειμμα είναι πιο ρεαλιστικές από αυτές του ΔΝΤ. Ο κ. Σόιμπλε υποδείκνυε με τον τρόπο αυτόν, εμμέσως, ότι η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, την οποία ζητεί το Ταμείο, δεν είναι και τόσο απαραίτητη, αφού η Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετεί τις δανειακές της υποχρεώσεις με τα πρωτογενή της πλεονάσματα. Κατά τον κ. Σόιμπλε, η Ελλάδα θα έπρεπε να θέσει ως στόχο πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ επί 10 χρόνια, μετά το 2018. Στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης, η απαίτησή του αυτή έχει –κατά τις πληροφορίες– μετριασθεί στα 5 χρόνια. Αντίθετα, το Ταμείο θεωρεί ότι ο στόχος για 3,5% του ΑΕΠ δεν είναι ρεαλιστικός και ότι πρέπει να μειωθεί στο 1,5% του ΑΕΠ, σε συνδυασμό, βεβαίως, με μια γενναιόδωρη αναδιάρθρωση του χρέους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, εξάλλου, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώθηκε στα 314,8 δισ. ευρώ ή στο 179% του ΑΕΠ το 2016, έναντι 177,4% του ΑΕΠ το 2015.
Το χθεσινό αποτέλεσμα, υποστήριξε ο κ. Τζανακόπουλος, διασφαλίζει ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι και του 2017 και του 2018 και ότι τα αντίμετρα για το 2019 και 2020 θα εφαρμοστούν.
Η Eurostat θα ανακοινώσει, τη Δευτέρα, τα αντίστοιχα στοιχεία για έλλειμμα και χρέος όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οπως είπε χθες ο κ. Θανόπουλος, τα ελληνικά στοιχεία, για 14η φορά στη σειρά, από τον Νοέμβριο του 2010, θα γίνονται δεκτά χωρίς επιφυλάξεις (αστερίσκους).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου