Τρίτη 22 Αυγούστου 2017

Η παρακράτηση του φόρου μισθωτών και συνταξιούχων, στην πηγή του εισοδήματος, για το 2018

Η παρακράτηση του φόρου μισθωτών και συνταξιούχων, στην πηγή του εισοδήματος, για το 2018

     
Με τον νέο νόμο 4472/19.5.2017 («Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του Ν 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις») επέρχονται αλλαγές στον ασφαλιστικό τομέα, σε επιμέρους διατάξεις της δημόσιας διοίκησης και στον ΚΦΕ (Ν 4172/2013), οι οποίες στο μεγαλύτερο μέρος τους θα ισχύσουν από 1/1/2019 και μετά. 
Ωστόσο, η νέα  Κλίμακα Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (Εισόδημα από μισθωτή εργασία, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα), με τέσσερα κλιμάκια, όπου ο πρώτος συντελεστής εμφανίζεται μειωμένος κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες (από 22% σε 20%), θα ισχύσει από 1/1/2020. Ως γνωστό με την Κλίμακα αυτή θα διενεργείται και η παρακράτηση του φόρου στην πηγή του εισοδήματος.
Υπό την έννοια αυτή, από 1/1/2018 η παρακράτηση του φόρου από μισθωτή εργασία και συντάξεις θα γίνει με την ισχύουσα, για το 2017, κλίμακα.
Σύμφωνα με το άρθρο 59 του ΚΦΕ (Ν 4172/2013), κάθε φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που διενεργεί πληρωμές στους εργαζομένους ή υπαλλήλους του, καθώς και κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή Ταμείο Κοινωνικής Ασφάλισης που διενεργεί πληρωμές στους ασφαλισμένους του και καταβάλλει συντάξεις σε φυσικά πρόσωπα, υποχρεούται να παρακρατεί φόρο εισοδήματος, βάσει συστήματος φορολόγησης στην πηγή. Η αναφορά γίνεται στο εισόδημα που προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις, όπως αυτό ορίζεται  στο άρθρο 12 του ΚΦΕ, ο υπόχρεος δε στην καταβολή του, ασκών επιχειρηματική δραστηριότητα, φέρει την ευθύνη παρακράτησης του φόρου και απόδοσης αυτού στο δημόσιο. Κατά ρητή διατύπωση στον νόμο, εάν δεν διενεργείται παρακράτηση, εν όσω υφίσταται υποχρέωση, ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλει τον φόρο που δεν παρακρατήθηκε, καθώς και τυχόν πρόστιμα και ποινές που προβλέπονται στην κείμενη νομοθεσία (ΚΦΔ, Ν 4174/2013, άρθρο 59). Αυτονόητο είναι ότι το εισόδημα που απαλλάσσεται από τον φόρο δεν υπόκειται σε παρακράτηση (παρ. 3, άρθρο 59 ΚΦΕ). Για παράδειγμα, απαλλασσόμενα εισοδήματα είναι[1]: η διατροφή που λαμβάνει ο δικαιούχος, σύμφωνα με δικαστική απόφαση ή συμβολαιογραφική πράξη (περ. β, παρ. 2, άρθρο 14 ΚΦΕ), ή το επίδομα ανεργίας που καταβάλλει ο ΟΑΕΔ στους δικαιούχους ανέργους, εφόσον το άθροισμα των λοιπών εισοδημάτων του φορολογούμενου δεν υπερβαίνει ετησίως το ποσό των 10.000 ευρώ (περ. στ, παρ. 2, άρθρο 14 ΚΦΕ) κ.λπ..
Η παρακράτηση του φόρου διενεργείται με βάση την κλίμακα της παρ. 1 του άρθρου 15 και τις μειώσεις του άρθρου 16 του ΚΦΕ, μετά από προηγούμενη αναγωγή του σε ετήσιο φόρο, αφού πρώτα γίνεται αναγωγή του μηνιαίου καθαρού εισοδήματος σε ετήσιο. Όπως ήδη αναφέραμε, η κλίμακα θα είναι αυτή με την οποία εκκαθαρίστηκαν τα εισοδήματα του 2016 και θα φορολογηθούν τα εισοδήματα του 2017.
ΚΛΙΜΑΚΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 15
Κλιμάκιο εισοδήματος
Φορολογικός συντελεστής %
Φόρος κλιμακίου
Σύνολο Εισοδήματος
Σύνολο φόρου
   20.000,00
              22
   4.400,00
      20.000,00
    4.400,00
   10.000,00
              29
   2.900,00
      30.000,00
    7.300,00
   10.000,00
              37
   3.700,00
      40.000,00
  11.000,00
  Υπερβάλλον
              45
   

Ακολούθως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν 4172/2013 όπως αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του από τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 112 του Ν 4387/2016, ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15, ως άνω, μειώνεται κατά τα ακόλουθα ποσά[2]:
               1.900 ευρώ (για φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα)
               1.950 ευρώ (για φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο)
              2.000 ευρώ (για φορολογούμενο με δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα)
              2.100 ευρώ (για φορολογούμενο με τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και άνω).
Ωστόσο, οι μειώσεις αυτές εφαρμόζονται στην περίπτωση που το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ και ο φόρος είναι μεγαλύτερος ή ίσος του ως άνω ποσού, αναλόγως προς  τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων[3]. Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ανωτέρω ποσών (δηλαδή των: 1.900, 1.950, 2.000 και 2.100 ευρώ), τότε το ποσό της μείωσης περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου. Αν όμως το φορολογητέο εισόδημα υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ, τα ως άνω αναφερόμενα ποσά μειώσεων φόρου, μειώνονται αναλογικώς κατά 10 ευρώ ανά 1.000 ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις.
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 69 του Ν 4472/2017, η παρ. 3 του άρθρου 60 του ΚΦΕ, δηλαδή η έκπτωση 1,5%, καταργείται. Η κατάργηση αυτή ισχύει για παρακρατήσεις σε εισοδήματα που θα αποκτηθούν κατά τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2018 και μετά. Η έκπτωση αυτή, όπως είναι γνωστό, ενεργοποιούταν κατά την παρακράτηση του φόρου από μισθωτή εργασία και συντάξεις, στην πηγή.  Υπό την έννοια αυτή, απαλείφεται από το φορολογικό μας λεξιλόγιο η φράση «αναλογών - παρακρατηθείς φόρος» και εφεξής (από το επόμενο φορολογικό έτος) θα υπάρχει μόνο «παρακρατηθείς». Εν ολίγοις, ο αναλογών θα είναι και παρακρατηθείς φόρος.  
Παραδείγματα:
  1.     Μισθωτός ιδιωτικού τομέα με καθαρό μηνιαίο μισθό 600 ευρώ, χωρίς εξαρτώμενα μέλη.   Συνεπώς, φορολογητέο ετήσιο εισόδημα: 600,00 χ 14 = 8.400,00 ευρώ. Παρακράτηση φόρου: 8.400,00 χ 22% = 1.848,00 ευρώ. Μείωση φόρου: 1.848,00 – 1.848,00 = μηδέν παρακράτηση, αφού το ποσό του φόρου είναι μικρότερο του ποσού των 1.900 ευρώ.  
  2.     Αν το μηνιαίο καθαρό ποσό ήταν 650 ευρώ, το ετήσιο φορολογητέο επομένως 9.100 ευρώ και ο ετήσιος φόρος βάσει κλίμακας: 9.100,00 χ 22% = 2.002,00 ευρώ. Μετά την μείωση, έχουμε: 2.002,00 – 1.900,00 = 102,00 ευρώ και η μηνιαία παρακράτηση: 102,00 / 14 = 7,29 ευρώ.
  3.     Μισθωτός ιδιωτικού τομέα με ακαθάριστο μισθό 1.300 ευρώ, χωρίς εξαρτώμενα μέλη. Οι κρατήσεις για ασφαλιστικά ταμεία είναι 20% («νέος» ασφαλισμένος του προηγούμενου νόμου 2084/1992) 260 ευρώ. Συνεπώς, φορολογητέο ετήσιο εισόδημα: 1.040,00 χ 14 = 14.560,00 ευρώ. Παρακράτηση φόρου: 14.560,00 χ 22% = 3.203,20 ευρώ. Μείωση φόρου: 3.203,20 - 1.900,00 = 1.303,20 ευρώ, είναι ο ετήσιος φόρος που αναλογεί και που θα παρακρατηθεί. Μηνιαία παρακράτηση: 1.303,20 / 14 = 93,06 ευρώ. Αν εφαρμοζόταν η έκπτωση 1,5%, ο μηνιαίος φόρος που θα παρακρατούταν θα ήταν: 1.283,65 / 14 = 91,69 ευρώ, άρα διαφορά 1,37 ευρώ και σε ετήσια βάση 19,20 ευρώ.
  4.     Αν το μηνιαίο καθαρό εισόδημα ήταν το ως άνω, αλλά υπήρχαν δύο εξαρτώμενα τέκνα, τότε το ποσό της μείωσης θα ήταν 2.000 ευρώ, άρα ο ετήσιος φόρος 1.203,20 ευρώ και η παρακράτηση: 1.203,20 / 14 = 85,94 ευρώ.
  5.     Μισθωτός του ιδιωτικού τομέα, με καθαρό μηνιαίο 1.825 ευρώ, άρα ετήσιο καθαρό εισόδημα 25.550 ευρώ και τρία εξαρτώμενα τέκνα, θα υποστεί την παρακάτω παρακράτηση φόρου:
Φόρος κλίμακας: [4.400,00 + (5.550,00 χ 29%)] = 4.400,00 + 1.609,50 = 6.009,50 ευρώ.
Μείωση φόρου του άρθρου 16: Κατ’ αρχάς δικαιούται της μείωσης του φόρου κατά 2.100 ευρώ, λόγω των τριών εξαρτώμενων τέκνων. Ωστόσο, επειδή το εισόδημά του υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ, για το υπόλοιπο ποσό των 5.550 ευρώ, η μείωση του φόρου θα διαμορφωθεί ως εξής:
Για κάθε 1.000 ευρώ έχουμε 10 ευρώ ελάττωση της μείωσης
Για 5.550 ευρώ η ελάττωση θα είναι 55,50 ευρώ
Συνεπώς, το ποσό των 2.100 ευρώ θα γίνει: 2.044,50 ευρώ
Άρα: 6.009,50 – 2.044,50 = 3.965,00 ετήσιος φόρος που θα παρακρατηθεί.
Μηνιαίος φόρος που θα παρακρατείται: 3.965,00 / 14 = 283,21 ευρώ.
        6.    Συνταξιούχος λαμβάνει καθαρό ποσό μηνιαίας σύνταξης 700 ευρώ. Ο
Παρακρατηθείς φόρος θα είναι: 700,00 χ 12 = 8.400,00 (ετήσιο φορολογητέο εισόδημα).
Φόρος: 8.400,00 χ 22% = 1.848,00 ευρώ, συνεπώς μηδενική παρακράτηση, αφού το ποσό αυτό θα μειωθεί ισόποσα (χωρίς εξαρτώμενα τέκνα).
        7.   Συνταξιούχος λαμβάνει καθαρό ποσό σύνταξης 900 ευρώ. Έχουμε:
900,00 χ 12 = 10.800,00 ευρώ (ετήσιο καθαρό φορολογητέο εισόδημα)
Φόρος: 10.800,00 χ 22% = 2.376,00 (ετήσιος φόρος). Με την υπόθεση ότι η μείωση του φόρου του, δεν θα είναι άλλη από αυτή του ποσού των 1.900 ευρώ (χωρίς εξαρτώμενα τέκνα), η μηνιαία παρακράτηση θα είναι:
2.376,00 – 1.900,00 = 476,00 / 12 = 39,67 ευρώ.
Ο συνταξιούχος αυτός θα εισπράττει κάθε μήνα 860,33 ευρώ.
Σημειώνεται ότι πριν την κατάργηση της έκπτωσης του 1,5%, κατά την εκκαθάριση των εισοδημάτων λαμβανόταν υπόψη ο αναλογών φόρος για συμψηφισμό και στην περίπτωση που προέκυπτε πιστωτικό ποσό (επιστροφή φόρου), υπολογιζόταν μία διαφορά συμψηφισμού που αφορούσε την «διόρθωση» ως προς το 1,5%, δηλαδή την έκπτωση που διενεργούταν κατά την παρακράτηση.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες το ποσό που θα ωφεληθεί το δημόσιο από αυτήν την κατάργηση, ανέρχεται σε περίπου 420 εκατομμύρια ευρώ.
Νίκος Σγουρινάκης
[1] Βλέπε το άρθρο 14 του ΚΦΕ
[2] Βλέπε στο τεύχος Ιουνίου του περιοδικού «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ», τα νέα ποσά των μειώσεων του φόρου του άρθρου 16 που θα ισχύσουν από 1/1/2020.
[3] Τα εξαρτώμενα τέκνα του φορολογούμενου ορίζονται από το άρθρο 11 του Ν 4172/2013.


Πηγή: epixeirisi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: