Η ελληνική κοινωνία είναι συνυφασμένη με τον όρο "μικρομεσαίες επιχειρήσεις" (ΜμΕ), αφού σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με μία τέτοια επιχείρηση, ακόμα και αν δεν το έχει συνειδητοποιήσει. Πολλοί όμως δεν γνωρίζουν τα χαρακτηριστικά και την πραγματική διάσταση των επιχειρήσεων αυτών.
Με βάση τα κριτήρια που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι επιχειρήσεις διακρίνονται ως εξής:
Σύμφωνα με έρευνα της PwC για την ελληνική αγορά, οι ΜμΕ απασχολούν το 86% του εταιρικού εργατικού δυναμικού και παράγουν το 18% του ΑΕΠ της χώρας μας. Βλέποντας δε τις δυο τελευταίες στήλες του παραπάνω πίνακα, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η συντριπτική πλειονότητα των εταιρειών και εργαζομένων ανήκουν στην κατηγορία των πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Με τόσο μικρή κεφαλαιακή βάση και έχοντας διανύσει μια δεκαετία ύφεσης είναι λογικό να υπάρχει καταπόνηση αυτών των πολύ ευαίσθητων οργανισμών οι οποίοι κατά κανόνα ακολουθούν τη λογική «μεροδούλι - μεροφάι».
Οι επιχειρήσεις αυτού του είδους όμως, για να αλλάξουν βαθμίδα και να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό θα χρειαστεί να επενδύσουν σε αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων τους, αναβάθμιση του τεχνολογικού τους εξοπλισμού, βελτίωση προστιθέμενης αξίας κι επιπλέον αυτών, θα χρειαστούν κεφάλαια κίνησης.
Είναι λοιπόν φανερό πως η πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης είναι απόλυτη ανάγκη για να έχουν οι επιχειρήσεις του είδους μια ελπίδα εξέλιξης και μακροημέρευσης.
Τελικά πόσο επιχειρηματίες είμαστε;
Είναι ευρύτερα γνωστό ότι στις εποχές αφθονίας του παρελθόντος, η ευκολία με την οποία καθένας μας μπορούσε να "αναγορευτεί" σε επιχειρηματία, σε συνδυασμό με την έλλειψη στοιχειωδών κανόνων εισόδου στην αγορά και λειτουργίας μιας επιχείρησης, δημιούργησε ένα επιχειρηματικό οικοσύστημα γεμάτο από παθογένειες.
Δεν χρειάζεται να έχει κάποιος εξειδικευμένες γνώσεις για να καταλάβει ότι τέτοιες επιχειρήσεις έχουν σοβαρές αδυναμίες στην αντιμετώπιση των σύνθετων προκλήσεων της αγοράς και πολύ περισσότερο στη δημιουργία καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών.
Σύμφωνα με έρευνα του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, παράγοντες που συνιστούν εμπόδια στην καινοτομία είναι η έλλειψη κεφαλαίων, η αβεβαιότητα επιτυχίας μιας ιδέας, ο ανταγωνισμός, το μη καταρτισμένο προσωπικό, η έλλειψη συνεργειών, το κόστος συμμόρφωσης με πρότυπα και κανονισμούς κ.α. Όλα αυτά όμως είναι τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να εξασφαλίσει μία οντότητα για να μπορεί επάξια να χαρακτηρίζεται ως "επιχείρηση".
Αν δεν τα διαθέτει αυτά, μιλάμε απλά για μια ομάδα απασχολουμένων χωρίς προοπτική, που πασχίζει να επιβιώσει, συνήθως μέσω επιδοτήσεων και ενίοτε μέσω αμφιλεγόμενων σχέσεων με κέντρα εξουσίας. Κι ακόμη, χαρακτηρίζοντας τις επιδοτήσεις ως "αναπτυξιακά προγράμματα" και υιοθετώντας σε μεγάλο βαθμό αθέμιτες πρακτικές, με την ανοχή της δημόσιας διοίκησης, τελικά καταφέραμε να δημιουργήσουμε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού σε επιχειρήσεις που είχαν από επιλογή τους εφαρμόσει ορθές επιχειρηματικές πρακτικές.
Λεφτά υπάρχουν;
Η αμφιλεγόμενη αυτή φράση έχει συζητηθεί ποικιλοτρόπως στο πρόσφατο παρελθόν τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και αλλού. Υπάρχουν άραγε "λεφτά" κι αν ναι, πώς θα έχει πρόσβαση σε αυτά ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας;
Ανασκοπώντας την τελευταία δεκαετία, μπορούμε να εντοπίσουμε πολλές επιχειρηματικές ιδέες που κατάφεραν να εξελιχθούν σε επιτυχημένες επιχειρήσεις, να προσελκύσουν επενδυτές και τελικά να εξαγοραστούν με υψηλά τιμήματα. Εταιρείες όπως η Persado (83,6), η Workable (73,8), η Hellas Direct (23,8), η Softomotive (21,7), η Blueground (17,4) κατάφεραν να αντλήσουν τα τελευταία χρόνια από την αγορά τα ποσά (σε εκατομμύρια ευρώ) που φαίνονται στις παρενθέσεις.
Ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν περιπτώσεις εταιρειών που σε πολύ σύντομο χρόνο μεγαλούργησαν και ήδη έχουν απορροφηθεί από πολυεθνικούς κολοσσούς (Taxibeat, Helic, Augmenta). Το αποκορύφωμα της επιτυχίας μεταξύ των ελληνικών startups συνιστά η IntaShop, η οποία ιδρύθηκε το 2015 και μέσα σε μόλις 5 χρόνια έφτασε σε τέτοια επίπεδα επιχειρηματικής αξίας, που μόλις πρόσφατα εξαγοράστηκε από τον γερμανικό κολοσσό Delivery Hero αντί 360 εκατομμυρίων δολαρίων!
Ποιά χαρακτηριστικά είχαν αυτές οι -εντελώς άγνωστες ή και ανύπαρκτες πριν μερικά χρόνια- επιχειρήσεις, έναντι των χιλιάδων άλλων που είτε έμειναν στην ιδέα, είτε χρεοκόπησαν, είτε -ακόμα χειρότερα- εξακολουθούν να λειτουργούν χωρίς προοπτική, συσσωρεύοντας χρέη προς ιδιώτες και προς το δημόσιο;
Το κλειδί της επιτυχίας τους ήταν ότι διαχώρισαν την ανάγκη της προσωπικής επιβίωσης από τις αρχές της επιχειρηματικότητας. Ανέπτυξαν μια ιδέα για την οποία «δίψαγε» η αγορά, έπεισαν τους επενδυτές για την διαγραφόμενη ευκαιρία, στελέχωσαν τις ομάδες τους με ικανούς συνεργάτες και έβαλαν δικλείδες ασφάλειας ώστε ανά πάσα στιγμή να κάνουν βελτιώσεις και διορθώσεις στην πορεία τους, σύμφωνα με τον σχεδιασμό τους, όποτε ήταν απαραίτητο.
Με αυτό τον τρόπο, προσέλκυσαν επενδυτές και… βρήκαν "λεφτά". Γιατί "λεφτά" υπάρχουν διαθέσιμα, κάθε φορά που μια επιχείρηση είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι μπορεί να τα αξιοποιήσει και να τα πολλαπλασιάσει.
Και τώρα, τι γίνεται;
Ποιό μπορεί να είναι όμως το επόμενο βήμα προς τη γη της επιχειρηματικής επαγγελίας;
Η αγορά και οι δυνητικοί πελάτες είναι αυτοί που τελικά θα αποφασίσουν. Αν το προϊόν ή η υπηρεσία μας καταφέρει να προσελκύσει το ενδιαφέρον της αγοράς με συνθήκες κερδοφορίας, τότε μόνο θα είμαστε σε θέση να κερδίσουμε μια θέση στον επιχειρηματικό ήλιο.
Σε αντίθετη περίπτωση, άμεσα και χωρίς περιστροφές, πρέπει να επισημανθούν οι αδυναμίες αυτών των επιχειρήσεων, για να διαπιστωθεί αν είναι βιώσιμη η λειτουργία τους.
Οι διοικούντες θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη του ρόλου τους κατανοώντας ότι επιχειρήσεις χωρίς εξορθολογισμό της λειτουργίας τους, χωρίς σύγχρονες υποδομές, χωρίς διασύνδεση της παραγωγής με την τεχνολογία και την καινοτομία, χωρίς αυξημένη παραγωγικότητα, χωρίς μεγάλη προστιθέμενη αξία, χωρίς συνέργειες για οικονομίες κλίμακας και αύξηση ιδίων κεφαλαίων, δεν έχουν θέση στο αύριο.
Θα πρέπει να εφαρμόσουν ορθές επιχειρηματικές πρακτικές και αν δεν μπορούν να το κάνουν άμεσα οι ίδιοι, θα πρέπει να αποταθούν σε έμπειρους συμβούλους, όπως θα έκαναν με ένα γιατρό για θέματα της υγείας τους.
Η αναδιάρθρωση και ο εξορθολογισμός λειτουργίας μιας επιχείρησης, αποτελούν άλλωστε σημαντικά εχέγγυα εξασφάλισης χρηματοδοτήσεων. Χρηματοδοτικά σχήματα όπως οι τράπεζες, τα venture capitals, η συμμετοχή σε ευρωπαϊκά επενδυτικά προγράμματα κ.λπ., δίνουν την μέγιστη σημασία στην ορθολογική λειτουργία και τις προοπτικές βιωσιμότητας μιας επιχείρησης.
Σε αυτή την κατεύθυνση αξίζει να σημειωθεί ότι την 1/9/2020 ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Ανάπτυξης, ένα νέο πρόγραμμα στήριξης πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, με το οποίο θα διανεμηθούν στην αγορά (μέσω του Αναπτυξιακού νόμου), κεφάλαια 500 εκατομ. ευρώ. Από αυτά, τα 150 εκατομ. ευρώ, θα διατεθούν μόνο στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις.
Είναι προφανές όμως ότι ακόμη και για επιτυχημένα προϊόντα, κανένας χρηματοδότης (ιδιώτης ή το δημόσιο) δεν θα διακινδυνεύσει την επένδυση σε έναν οργανισμό που παρουσιάζει εμφανή προβλήματα λειτουργικότητας στο επιχειρηματικό του μοντέλο.
Συνεπώς, πρώτα βελτιώνουμε το μοντέλο λειτουργίας και μετά αναζητούμε έναν χρηματοδότη που θα είναι πιο εύκολο να πειστεί ότι θα επενδύσει -και δεν θα σπαταλήσει- τα κεφάλαιά του.
Είναι άλλωστε γνωστό και ξεκάθαρο ότι εκτός από τις δημόσιες χρηματοδοτήσεις (με εθνικά ή ευρωπαϊκά κεφάλαια) υπάρχουν πολλοί ιδιωτικοί επενδυτικοί φορείς που μετά μανίας αναζητούν τρόπους να εξασφαλίσουν ικανοποιητικές αποδόσεις από τα κεφάλαιά τους.
Ας προσπαθήσουμε να τους πείσουμε με επιχειρήματα και αποδείξεις. Αξίζει τον κόπο γιατί τότε μόνο θα αποδειχθεί περίτρανα ότι η χρηματοδότηση μπορεί να είναι ευκαιρία και όχι παγίδα.
04_09_2020
Γιάννης Καπλανέλης
Operations & Marketing Manager , Business Grove
epixeiro iconΕπιχειρήσεις & Know-how
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου