ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΣΤΗΝ «ΗΜΕΡΗΣΙΑ»
Συνέντευξη - ποταμός από τον Π. Λιαργκόβα για την οικονομία, τα πλεονάσματα, τη ρύθμιση του χρέους
Παναγιώτης Λιαργκόβας, επικεφαλής Γραφείου Προϋπολογισμού Βουλής
Αμφισβητεί τους στόχους για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά και για ανάπτυξη 2,7% φέτος ο Π. Λιαργκόβας, ενώ προβλέπει ότι συνολική ρύθμιση για το χρέος θα υπάρξει μετά τις γερμανικές εκλογές. Για την επόμενη ημέρα της οικονομίας αναφέρει ότι αν δεν υπάρξει αναπτυξιακός προσανατολισμός, τότε η χώρα θα ξαναγυρίσει σύντομα σε ύφεση και σε καταστάσεις αναξιοπιστίας
Συνέντευξη στην Ελευθερία Αρλαπάνου
• Η τελευταία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού συνοδεύθηκε από αιχμηρά σχόλια εκ μέρους κύκλων του προέδρου της Βουλής που σας κατηγόρησαν μάλιστα ότι απηχείτε απόψεις πλευρών της αντιπολίτευσης. Πόσο «δύσκολη» υπόθεση είναι η ανεξαρτησία του Γραφείου; Είναι κάτι αποδεκτό, όταν οι εκθέσεις δεν συμβαδίζουν με τη στρατηγική ή το αφήγημα της εκάστοτε κυβέρνησης;
Πρώτα-πρώτα να παρατηρήσω ότι με τον πρόεδρο της Βουλής έχουμε μια άριστη συνεργασία. Βοηθάει στο έργο μας και δεν παρεμβαίνει στο περιεχόμενο των εκθέσεών μας. Είναι μόνο η Επιστημονική μας Επιτροπή, που αποτελείται από εμένα και άλλους τέσσερις καθηγητές, αυτή που αποτυπώνει τα δεδομένα του κάθε τριμήνου και εγκρίνει τις εκθέσεις. Επομένως είμαστε ανεξάρτητοι και δεν απηχούμε τις απόψεις άλλων, ούτε δημιουργούμε κλίμα, θετικό ή αρνητικό. Παραμένουμε δε, συνεπείς σε αυτά που με επιστημονική τεκμηρίωση έχουμε υποστηρίξει, ήδη από το 2013, όπως π.χ. η μη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους ή η υπερβολική φορολόγηση των Ελλήνων ή τέλος, η αδυναμία της οικονομίας μας να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (4,5% του ΑΕΠ ή ακόμη και 3,5% του ΑΕΠ) για μεγάλο χρονικό διάστημα.
• Πόσο πιθανή είναι μια καλή συμφωνία για το χρέος μέσα στον Μάιο ή στις αρχές Ιουνίου, όπως επιδιώκει η ελληνική κυβέρνηση;
Θέλω να είμαι ειλικρινής: το ζήτημα του ελληνικού χρέους είναι ένα περισσότερο πολιτικό -παρά οικονομικό- ζήτημα. Δηλαδή είναι απαραίτητη η πολιτική βούληση των θεσμών για να λυθεί οριστικά, κάτι όμως που δεν διαφαίνεται ακόμα να υπάρχει. Κατ’ αρχάς, όπως έχει διαφανεί, υπάρχει μεγάλη απόσταση των θέσεων του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Η γεφύρωση των διαφορών αυτών απαιτεί έντονες παρασκηνιακές διαβουλεύσεις και χρονοβόρες διαπραγματεύσεις. Επίσης είναι σαφές ότι υπάρχει έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών αναφορικά με την εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής. Τέλος, οι εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις (εκλογές στη Γερμανία το φθινόπωρο του 2017), έχουν αντίκτυπο στις αποφάσεις για το ελληνικό χρέος. Επομένως, πιθανότατα τον Ιούνιο να δοθεί κάποιο γενικό περίγραμμα, ενώ οι ουσιαστικές αποφάσεις να μετατεθούν για μετά τις γερμανικές εκλογές.
• Είστε αισιόδοξος για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, σύντομα; Συμμερίζεστε εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες, στο καλό μόνο σενάριο, θα μπορούσαν τα ελληνικά ομόλογα να ενταχθούν στο QE μέχρι τον Σεπτέμβριο;
Θεωρώ ότι η τυπική ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης, σε συνδυασμό πιθανότατα και με την αναφορά στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, θα αποτελέσουν τους καθοριστικούς παράγοντες για την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Κρίσιμο όμως είναι το αν και κατά πόσον αυτά τα μέτρα θα ικανοποιήσουν την ΕΚΤ (και το ΔΝΤ), ώστε να συνταχθούν θετικές εκθέσεις βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους και τελικά το Δ.Σ. της ΕΚΤ να εγκρίνει τη συμμετοχή. Ακόμα, μια επιτυχημένη έκδοση ομολόγου από την Ελλάδα θα συνέδραμε προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης κατάλληλων ισορροπιών στο Δ.Σ. της ΕΚΤ.
• Στην τελευταία έκθεσή σας μιλάτε για «παγίδα λιτότητας». Ποιος μπορεί τελικά να βγάλει τη χώρα από αυτή την παγίδα σε αυτή τη φάση; Εμείς ή οι πιστωτές;
Η επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια απαιτεί φορολογικές επιβαρύνσεις και μειώσεις δαπανών, που συμπιέζουν το ΑΕΠ και έτσι ο λόγος του χρέους αυξάνεται. Σε μια τέτοια κατάσταση κινδυνεύει να βρεθεί η Ελλάδα, ενώ η απεμπλοκή από αυτήν απαιτεί τη στενή συνεργασία και τις προσπάθειες τόσο της Ελλάδας όσο και των διεθνών εταίρων της. Η Ελλάδα, από την πλευρά της, πρέπει να υλοποιήσει όλες τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις χωρίς καθυστερήσεις και παλινωδίες, ενώ και οι διεθνείς εταίροι πρέπει να δώσουν λύση στο χρόνιο πρόβλημα του ελληνικού δημοσίου χρέους.
• Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά μιας αναδιάρθρωσης του χρέους που θα έκανε τη διαφορά, ανοίγοντας πραγματικό παράθυρο ευκαιρίας για τη χώρα;
Η Ελλάδα χρειάζεται οριστική επίλυση του ζητήματος του χρέους. Ένα παράδειγμα τέτοιας λύσης θα ήταν η επιμήκυνση των ωριμάνσεων των δανείων και της πληρωμής τόκων και εφαρμογή χαμηλού, σταθερού επιτοκίου. Η πρόταση αυτή έχει κατατεθεί και από το ΔΝΤ.
• Είναι εφικτό να ελεγχθεί το χρέος χωρίς δυναμική ανάκαμψη;
Όχι. Ακόμα κι αν μια αναδιάρθρωση (ή επιμήκυνση) του ελληνικού χρέους λάβει χώρα, η επίτευξη (και διατήρηση) θετικών ρυθμών ανάπτυξης καθώς και πρωτογενών πλεονασμάτων είναι απαραίτητη ώστε η Ελλάδα να μπορεί να εξυπηρετεί το χρέος της μέσω των αγορών απρόσκοπτα. Χωρίς μόνιμο -και εδραιωμένο- αναπτυξιακό προσανατολισμό, η Ελλάδα θα ξανακυλήσει σε καταστάσεις αναξιοπιστίας και ύφεσης.
• Πόσο εύκολο είναι να ξεφύγει η Ελλάδα από την παγίδα της στασιμότητας τα επόμενα χρόνια, ειδικά εάν δεσμευθούμε σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ για 4 ή 5 χρόνια μετά το 2018;
Υπάρχει ευρεία συναίνεση τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο για μια οικονομία να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα σε βάθος χρόνου. Η χώρα αναμένεται λοιπόν να αντιμετωπίσει σημαντικές δυσκολίες εξαιτίας των μνημονιακών υποχρεώσεών της για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για κάποια χρόνια μετά το 2018, με δεδομένη και την υπεραπόδοση του 2016.
• Ο ένας μετά τον άλλον διεθνείς οργανισμοί και φορείς αναθεωρούν πτωτικά τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη φέτος. Τι ρυθμό ανάπτυξης περιμένετε για το 2017;
Δεν είμαι σε θέση να εκτιμήσω από τώρα το ακριβές ποσοστό. Όμως, ως Γραφείο Προϋπολογισμού είχαμε εξ αρχής επισημάνει ότι η πρόβλεψη για ρυθμό μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 2,7% το 2017 ήταν αρκετά αισιόδοξη. Επίσης, με δεδομένη την επιστροφή στην ύφεση στο 4ο τρίμηνο του 2016 και την αρνητική επίδραση που μετέφερε στο 2017, η επίτευξη του προαναφερθέντος στόχου απομακρύνεται περαιτέρω. Τέλος, σε αυτά να προστεθεί και η αύξηση της αβεβαιότητας κατά τους πρώτους μήνες του 2017 λόγω της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης του 3ου προγράμματος προσαρμογής, που ανέβαλε και τις αποφάσεις για τη βελτίωση της ρευστότητας στην ελληνική οικονομία.
• Προλαβαίνει να γυρίσει το κλίμα στην οικονομία ή οι καθυστερήσεις έχουν ήδη αποτρέψει την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού;
Παρά τις καθυστερήσεις και την επιδείνωση που αυτές προκάλεσαν, οι δημοσιονομικοί στόχοι, τουλάχιστον για το 2017, δεν φαίνεται να είναι σε άμεσο κίνδυνο. Σημαντικό ρόλο σε αυτό, πέραν των νέων φόρων του 2017 και της επίδοσης του 2016, διαδραματίζει και η εξάπλωση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, τη χρήση των οποίων η κυβέρνηση εμφανίζεται διατεθειμένη να στηρίξει περαιτέρω. Έτσι λοιπόν, η επιδείνωση κατά τους πρώτους μήνες του 2017 φαίνεται να έχει επιπτώσεις περισσότερο στο μακροοικονομικό πεδίο, παρά στο δημοσιονομικό προς το παρόν.
• Βλέπετε έξοδο στις αγορές το 2017; Μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί το καλοκαίρι;
Τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων εμφανίζουν έντονα πτωτική τάση, μετά τη διαφαινόμενη ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης, παραμένοντας όμως σε πολύ υψηλότερο επίπεδο συγκριτικά με άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, επιβεβαιώνοντας προς το παρόν τη δυσκολία επανόδου της χώρας στις διεθνείς αγορές. Όμως, η τυπική ολοκλήρωση της αξιολόγησης, καθώς και η αναφορά στη διευθέτηση του χρέους και η πιθανότητα άμεσης ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, αναμένεται να μειώσουν περαιτέρω τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων. Με εξασφαλισμένη την αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας το καλοκαίρι, μία δοκιμαστική έκδοση θα μπορούσε να συμβεί το επόμενο διάστημα.
Αυτές είναι οι τρεις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η Ελλάδα
• Ποιες είναι οι τρεις μεγάλες μεταρρυθμίσεις στις οποίες θα έπρεπε να προχωρήσει άμεσα η Ελλάδα, για να μειωθούν οι κίνδυνοι και να θωρακιστεί η ανάκαμψη;
Η φοροδιαφυγή αποτελεί μείζον οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα για τη χώρα, το οποίο μάλιστα κοστίζει αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Η επέκταση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής και η διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με το σύστημα TAXIS αποτελούν σημαντικά βήματα για την καταπολέμησή της. Επίσης, η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, το οποίο έχει και άμεσο δημοσιονομικό αντίκτυπο, αν δεν ολοκληρωθεί συνολικά, θα ταλαιπωρεί για χρόνια ακόμα την ελληνική οικονομία, δεδομένων των μη ευνοϊκών δημογραφικών της χώρας, αλλά και της επιδείνωσης των ποιοτικών χαρακτηριστικών της αγοράς εργασίας. Τέλος, η ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών είναι κρίσιμης σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου