Η απόφαση ελήφθη. Ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε την ιστορική απόφαση για τερματισμό του περίφημου QE.
Όπως ανέφερε ο κ. Ντράγκι, «ο κίνδυνος στο μέτωπο της ανάπτυξης έχει επιδεινωθεί». Ο ίδιος διευκρίνισε ότι οι αυξημένοι κίνδυνοι, που προς το παρόν δεν έχουν διαταράξει την ισορροπία του συστήματος, προέρχονται κατά κύριο λόγο από το εξωτερικό περιβάλλον.
Οι κίνδυνοι αυτοί αφορούν κυρίως τις επιπτώσεις από το κύμα προστατευτισμού που τείνει να επικρατήσει στο διεθνές εμπόριο, αλλά και τα προβλήματα που παρουσιάζονται στα κράτη που κατατάσσονται στις αναδυόμενες αγορές. Επιπροσθέτως, αρνητικά επηρεάζει την ανάπτυξη η μεγάλη αστάθεια που εμφανίζουν οι χρηματαγορές.
Τι σημαίνει όμως αυτό για την Ελλάδα; Όσο και αν προσπάθησε η Ελλάδα δεν επωφελήθηκε από την φθηνή χρηματοδότηση που προσφέρει η ΕΚΤ.
Το τέλος του QE σε δύο εβδομάδες σημαίνει ότι τα περιθώρια για ένταξη του ελληνικού χρέους στο πρόγραμμα αγορών έχουν «στενέψει» δραματικά, καθώς η Φρανκφούρτη έχει καταστήσει σαφές ότι δεν θα επενδύσει σε ελληνικούς τίτλους, προτού συμφωνηθεί αξιόπιστη ρύθμιση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Ο κ. Ντράγκι έχει από το περασμένο καλοκαίρι έχει ξεκαθαρίσει ότι το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας, στο οποίο έχει πλέον υπαχθεί η Ελλάδα, μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, στις 20 Αυγούστου, δεν εγγυάται τη συνέχιση του waiver παρά μόνο εάν η αξιολόγηση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι θετική -μια αξιολόγηση, που αναμένεται να γίνει ξεχωριστά από εκείνες των υπολοίπων θεσμών για την πορεία της Ελλάδας στη μεταμνημονιακή εποχή.
Παράλληλα, η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για το 2018 και 2019 στο 1,9% και 1,7% αντιστοίχως, από 2% και 1,8% που προέβλεπε τον Σεπτέμβριο.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ δεσμεύτηκε για ακόμη μία φορά ότι τα επιτόκια θα διατηρηθούν στα σημερινά χαμηλά επίπεδα, για όσο καιρό χρειαστεί, τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι του 2019, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αυξημένοι κίνδυνοι που εγκυμονεί το εξωτερικό περιβάλλον της ευρωζώνης για την ανάπτυξη της οικονομίας.
Εξάλλου αποκλίσεις από το στόχο του 2% εμφανίζει και ο πληθωρισμός καθώς η νεότερη πρόβλεψη τον εμφανίζει να απομακρύνεται από το στόχο τόσο φέτος όσο και το 2019 και να κινείται με ρυθμό 1,6% έναντι 1,7% που προέβλεπε η ΕΚΤ στις φθινοπωρινές προβλέψεις, ενώ για φέτος προβλέπεται να κλείσει στο 1,7% έναντι 1,8% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη.
Η επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάπτυξη στο διάστημα 2018- 2019 (για το 2020 και το 2021 η πρόβλεψη για το ρυθμό αύξηση του ΑΕΠ παραμένει στο 1,7% και 1,5% αντιστοίχως), σε συνδυασμό με τις δηλώσεις Ντράγκι προκάλεσαν πιέσεις στο ευρώ το οποίο υποχώρησε στα 1,1332 δολ.