Τέλος από την ΕΚΤ στο πρόγραμμα που έσωσε την Ευρωζώνη
Μετά σχεδόν τέσσερα χρόνια αγορών ομολόγων, αλλά και αμφισβητήσεων, επιθέσεων και επιτυχιών, η ΕΚΤ ανακοίνωσε χθες ότι δίνει τέλος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Το γνωστό ως QE, η ιστορική μη συμβατική επιλογή του Μάριο Ντράγκι, που διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης και έφτασε αισίως τα 2,6 τρισ. ευρώ, τερματίζεται πλέον αυτόν τον μήνα. Εφτασε, έτσι, στο τέλος του και η Ελλάδα δεν πρόλαβε να ενταχθεί σε αυτό. Η χώρα μας θα μείνει εκτός, άλλωστε, από την επαναγορά των ομολόγων που θα ακολουθήσει, καθώς το ελληνικό χρέος δεν έχει βαθμολογία επένδυσης.
Στο μεταξύ, εξίσου ιστορικής σημασίας ενδέχεται να είναι και το τέλος του QE εν μέσω της ανησυχίας που περιβάλλει την πορεία της οικονομίας, όπως παραδέχθηκε ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι. Και αυτό γιατί το επίμαχο πρόγραμμα τερματίζεται μέσα σε ένα ασταθές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από την επιστροφή του προστατευτισμού, τους γεωπολιτικούς κινδύνους, την αναταραχή στις αναδυόμενες αγορές και την αστάθεια στα χρηματιστήρια. Και παράλληλα διαφαίνεται επιβράδυνση της Ευρωζώνης, ο πληθωρισμός παραμένει κάτω από τον στόχο του 2%, ενώ αρχική επιδίωξη του προγράμματος ήταν η επιτάχυνσή του.
Πολύ προτού θέσει σε εφαρμογή το επίμαχο πρόγραμμα, που προκάλεσε αντιδράσεις από τους σκληρούς «ιέρακες» στους κόλπους της ΕΚΤ και ορισμένους σκληροπυρηνικούς στο Βερολίνο, ο Μάριο Ντράγκι είχε προλειάνει το έδαφος για την εφαρμογή του. Ηταν η δήλωσή του «θα κάνω ό,τι χρειαστεί για να σώσω το ευρώ» το καλοκαίρι του 2012 που επανέφερε σχεδόν ως εκ θαύματος την ηρεμία στις αγορές ομολόγων όταν η Ευρωζώνη βυθιζόταν στη δίνη της κρίσης χρέους. Αργότερα αποκάλυψε ο ίδιος ότι είχε ουσιαστικά αυτοσχεδιάσει με την καθοριστική αυτή δήλωσή του χωρίς να ξέρει τι ακριβώς επρόκειτο να κάνει.
Το καλοκαίρι του 2012, οι αγορές αμφέβαλλαν για το αν οι ασθενέστερες χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα, θα κατάφερναν να αποπληρώσουν τα χρέη τους. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεδρίαζαν σε ατμόσφαιρα γενικευμένης ανησυχίας, αν όχι πανικού, και ο πρόεδρος της ΕΚΤ φαινόταν να διατηρεί την ψυχραιμία του. Ηταν πραγματικά αποφασισμένος να βρει τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να παρέμβει αποφασιστικά η Τράπεζα, υπερβαίνοντας ακόμη και το καταστατικό της και τους ίδιους τους κανόνες της Ευρωζώνης.
Δεν έπαυε να υπενθυμίζει στους Ευρωπαίους ηγέτες πως όσα κι αν κάνει η ΕΚΤ δεν θα μπορέσει να φέρει αποτέλεσμα εάν αυτοί δεν προχωρήσουν σε περαιτέρω ενοποίηση της Ευρωζώνης δημοσιονομική, οικονομική και πολιτική. Μέσα σε εκείνη την ατμόσφαιρα ο Ντράγκι αναζητεί λύσεις και σε κάθε ευκαιρία ρωτάει τι μπορεί να κάνει η Τράπεζα, πώς μπορεί να διασφαλίσει ότι θα επιτύχει τον στόχο της. Οσοι βρίσκονται στον στενότερο κύκλο του υποψιάζονται πως εκπονεί κάποιο σχέδιο, πως ετοιμάζει κάτι, αλλά κανείς δεν γνωρίζει τι ακριβώς. Ενας από τους ανθρώπους που χρειάστηκε να συμβουλευτεί και στη συνέχεια αποτέλεσε δριμύ επικριτή του ήταν ο επικεφαλής της Bundesbank και γνωστός «ιέρακας» της περιοριστικής πολιτικής, Γενς Βάιντμαν.
Οι ανισότητες του ευρώ
Το ευρώ ήταν επιτυχία, αλλά δεν έχουν όλοι ωφεληθεί εξίσου από αυτό. Την πικρή αυτή αλήθεια αναγνώρισε χθες ο Μάριο Ντράγκι, απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου. Σε ό,τι αφορά τις αιτίες αυτής της ανισότητας, τόνισε πως «ορισμένες σχετίζονται με τις ευθύνες των εθνικών κρατών, ενώ άλλες όχι». Αναφερόμενος στα «γενέθλια» του ενιαίου νομίσματος, που με το νέο έτος θα κλείσει τα 20 του χρόνια, ο κ. Ντράγκι υπογράμμισε πως η περίσταση δεν προσφέρεται για εορτασμούς. Κάλεσε, αντιθέτως, την Ευρωζώνη σε «μια έντιμη ενδοσκόπηση που θα μπορούσε να μας δώσει ιδέες για το μέλλον και για το πώς θα ολοκληρώσουμε την νομισματική ένωση». Οπως τόνισε, κατά τη διάρκεια αυτών των 20 ετών διακρίνει κανείς δύο διαφορετικές περιόδους, «η πρώτη ήταν περίοδος σταθερότητας και η δεύτερη περίοδος κρίσης». Το ευρώ υπάρχει ως νομισματική μονάδα και επίσημο νόμισμα 11 χωρών-μελών της Ε.Ε. από την 1η Ιανουαρίου του 1999. Απέκτησε, όμως, υλική υπόσταση και άρχισε να κυκλοφορεί τρία χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 2002. Στην πορεία, η Ευρωζώνη διευρύνθηκε και σήμερα περιλαμβάνει 19 χώρες-μέλη. Εξακολουθεί, ωστόσο, να την περιβάλλει αβεβαιότητα μετά την κρίση χρέους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου