Η τυπική ευρωπαϊκή επιχείρηση, κατά συνέπεια και η Ελληνική είναι η λεγόμενη μικρομεσαία που δεν είναι άλλη από την πολύ μικρή επιχείρηση. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα και με τις σχετικές ετήσιες εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις το μεγαλύτερο ποσοστό των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων θεωρούνται - αποκαλούνται μικρομεσαίες, με τη συντριπτική πλειοψηφία να είναι οι πολύ μικρές επιχειρήσεις που έχουν όμως τη δυνατότητα να προσφέρουν θέσεις εργασίας σε ένα μεγάλο αριθμό εργαζομένων, με αποτέλεσμα δίκαια να φέρουν τον τίτλο «ατμομηχανή της απασχόλησης και της ανάπτυξης».
Οι επιχειρήσεις αυτές σήμερα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης, με σημαντική επιδείνωση της γενικής οικονομικής τους κατάστασης αλλά και των επιμέρους οικονομικών τους δεικτών και τίποτα σημαντικό, πέραν από τα συνήθη ευχολόγια, δεν έχει γίνει έτσι ώστε να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητα και η ανάπτυξή τους, οδηγώντας ταχύτερα την οικονομία της χώρας μας στην έξοδο από την ύφεση που συνεχίζει να την ταλανίζει. Απαιτείται λοιπόν η λήψη άμεσων μέτρων όπως η υιοθέτηση απλών, σαφών και μακροχρόνια σταθερών κανόνων ειδικά σε τομείς όπως το φορολογικό και ασφαλιστικό σύστημα και τα επενδυτικά κίνητρα και η ουσιαστική πάταξη του παραεμπορίου το οποίο αφ’ ενός οδηγεί στο μαρασμό και στο λουκέτο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού συμβάλλοντας παράλληλα στη δραματική υστέρηση των δημοσίων εσόδων.
Πέραν όμως των ανωτέρω και με δεδομένο ότι η ρευστότητα των επιχειρήσεων επιδεινώνεται συνεχώς, η κυβέρνηση πρέπει κάνει ουσιαστικές παρεμβάσεις έτσι ώστε οι τράπεζες να επιτελέσουν το ρόλο τους δηλαδή να ανοίξουν τις κάνουλες χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις οι οποίες σήμερα στην πλειοψηφία τους ασφυκτιούν. Δεν φταίνε οι επιχειρήσεις στο σύνολό τους, ειδικά οι μικρομεσαίες, για τις επισφάλειες των τραπεζών και είναι παράλογο αυτό που γίνεται σήμερα να μην μπορούν να αντλήσουν, παρότι έχουν τα εχέγγυα, τα απαραίτητα κεφάλαια κίνησης. Δεν είναι τυχαίο αυτό που λέγεται από πολλούς επιχειρηματίες, «αν είχα τις εγγυήσεις που μου ζητά η τράπεζα δεν θα χρειαζόμουν χρηματοδότηση».
Τέλος απαιτείται να σχεδιαστούν αναπτυξιακά κίνητρα όπως φορολογικά, ασφαλιστικά κ.λπ., έτσι ώστε βάσει συγκεκριμένου σχεδιασμού να ενισχυθούν ουσιαστικά και αναπτυξιακά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ειδικότερα πιο αυξημένα στις μεταποιητικές επιχειρήσεις τις περιφέρειας. Κίνητρα για την δημιουργία παραγωγικών επενδύσεων, την διασφάλιση των υφιστάμενων και την περαιτέρω αύξηση των θέσεων εργασίας κρίνονται ως αυξημένης προτεραιότητας. Είναι γνωστό ότι οι επενδύσεις από τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, λόγω του ύψους τους, υλοποιούνται πολύ πιο γρήγορα και κατά συνέπεια τα αναπτυξιακά τους αποτελέσματα γίνονται σύντομα ορατά βοηθώντας στην γρηγορότερη ανάκαμψη της οικονομίας.
Όμως μόνο και μόνο τα μέτρα που οφείλει να λάβει η πολιτεία από μόνα τους δεν φτάνουν. Χρειάζεται και η βοήθεια εκ μέρους των επιχειρηματιών. Κατ’ αρχήν θα πρέπει να εξαλείψουν τις εκ’ των έσω ορμώμενες παθογένειες, που ενδεχόμενα ταλανίζουν τις επιχειρήσεις τους, συνεπώς απαιτείται μέσα από μια εμπεριστατωμένη ανάλυση να καταγράψουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σε όλους τους τομείς μη εξαιρουμένης και της διοίκησης. Στη συνέχεια το αντικείμενο δραστηριότητας, τα κεφάλαια, η ποιότητα και το κόστος προϊόντων και υπηρεσιών, το ανθρώπινο δυναμικό, οι πελάτες και η πιστωτική πολιτική θα μπουν κάτω από το μικροσκόπιο έτσι ώστε εφ’ όσον κριθεί απαραίτητο να επανασχεδιασθεί η πολιτική της επιχείρησης, λαμβανομένων σοβαρά υπόψη και των κινήσεων του ανταγωνισμού. Εξυπακούεται ότι όλοι θα πρέπει να δουν αντικειμενικά και όχι συναισθηματικά τις προοπτικές αφ’ ενός της βιωσιμότητας και αφ’ ετέρου της περεταίρω ανάπτυξης, αναλύοντας με χρηματοοικονομικά λειτουργικά και εμπορικά κριτήρια τα δεδομένα.
Επισημαίνεται ότι, ένα κράτος που δεν εισπράττει τους απαραίτητους πόρους ή/και δεν τους αξιοποιεί προς όφελος του κοινωνικού συνόλου δεν έχει τη δυνατότητα ουσιαστικών παρεμβάσεων για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας όπως αυτές που ενδεικτικά αναφέρονται πιο πάνω. Άρα η πάταξη της παραβατικής συμπεριφοράς, που θα συμβάλει στην εμπέδωση φορολογικής συνείδησης, αλλά και η αξιοποίηση των φορολογικών πόρων σε δράσεις ανάπτυξης μπορεί να εξασφαλίσει ένα καλύτερο αύριο.
*Ο κ. Γιώργος Κορομηλάς είναι Λογιστής – Φοροτεχνικός, Συγγραφέας Λογιστικών και Φορολογικών βιβλίων και Εισηγητής Λογιστικών – Φορολογικών Σεμιναρίων με χιλιάδες ώρες διδακτικής εμπειρίας. Είναι Πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών, τ. μέλος του Δ.Σ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Φοροτεχνικών Ελευθέρων Επαγγελματιών και έχει συμμετάσχει σε πολλές επιτροπές και νομοτεχνικές ομάδες εργασίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου