Η άνιση κατανομή των φορολογικών βαρών παραμένει
Γράφει ο Γιώργος Α. Κορομηλάς, Πρόεδρος Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών
Το Σύνταγμα της χώρας ορίζει σαφέστατα ότι οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν αδιακρίτως στα δημόσια βάρη σύμφωνα με τις δυνάμεις τους και έτσι απορρέει η αρχή της καθολικότητας του φόρου, με την έννοια ότι ο φόρος πρέπει να επιβάλλεται σε όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις.
Με τον όρο «αδιακρίτως» επιχειρείται η απαγόρευση θέσπισης αδικαιολόγητων εξαιρέσεων ή/και απαλλαγών από τη φορολογία και φυσικά η μεροληπτική εφαρμογή των φορολογικών νόμων, ενώ μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης θεσπίζονται ορισμένες δικαιολογημένες απαλλαγές. Επίσης με τη φράση «σύμφωνα με τις δυνάμεις τους» ορίζεται η αρχή της φοροδοτικής ικανότητας, δηλαδή η συνεισφορά κάθε πολίτη ανάλογα με το εισόδημά του, το οποίο φορολογείται με προοδευτική κλίμακα έτσι ώστε η φορολογική επιβάρυνση να είναι μικρότερη στα χαμηλά εισοδήματα και φυσικά μεγαλύτερη όσο μεγαλώνει το εισόδημα.
Επισημαίνεται ότι, η αρχή της φοροδοτικής ικανότητας ισχύει μόνο στην άμεση φορολογία και όχι στην έμμεση διότι στην έμμεση η φορολογική επιβάρυνση είναι η ίδια, ανεξάρτητα από το εισόδημα δηλαδή τη φοροδοτική ικανότητα του πολίτη.
Οι μεταβολές που έγιναν τα τελευταία χρόνια στη φορολογία εισοδήματος των φυσικών προσώπων, με στόχο τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και την άντληση περισσότερων εσόδων, ειδικά στα εισοδήματα των ετών 2013 και 2014 πρόσθεσαν ασήκωτα φορολογικά βάρη στην πλειοψηφία των πολιτών.
Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης έγινε με βίαιο τρόπο, αφού το αφορολόγητο όριο «παρέμεινε» υπό μορφή της ίδιας μείωσης φόρου σε όσους αποκτούν εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις ανεξάρτητα από την οικογενειακή κατάστασή τους ενώ καταργήθηκε για όλους τους άλλους φορολογούμενους, οι μειώσεις φόρου λόγω δαπανών που πραγματοποιεί ο φορολογούμενος μειώθηκαν δραματικά και οι «αντικειμενικές» δαπάνες διαβίωσης παραμένουν στα ύψη, με αποτέλεσμα πολλοί πολίτες να καλούνται να καταβάλουν φόρους στην πλειοψηφία των περιπτώσεων πραγματικά πέρα από τις δυνάμεις τους.
Η ύπαρξη των αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης, δηλαδή των τεκμηρίων, όχι ως ένδειξη φοροδοτικής ικανότητας όπου υπό προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει σε έλεγχο, αλλά σαν βάση προσδιορισμού του φορολογητέου εισοδήματος στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οδηγεί σε άδικη φορολόγηση. Η αύξηση που έγινε σε αυτά το 2011, ειδικά σε κατοικίες και σε επιβατηγά αυτοκίνητα, σε συνδυασμό με το νέο τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων που προβλέπει ο νέος ΚΦΕ, είδαμε ότι έπληξε ιδιαίτερα τους πολίτες που ενώ βλέπουν χρόνο με το χρόνο τα πραγματικά τους εισοδήματα να μειώνονται έχουν παράλληλα την «ατυχία» να διαθέτουν ένα σπίτι ή/και ένα αυτοκίνητο.
Ένας ακόμα παράγοντας, ίσως ο πιο κύριος, ο οποίος ακυρώνει τη συνταγματική επιταγή για συμμετοχή στα δημόσια βάρη σύμφωνα με τις δυνάμεις του κάθε πολίτη και συμβάλλει στην άνιση κατανομή των φορολογικών βαρών, είναι το μεγάλο σε έκταση φαινόμενο της φοροδιαφυγής τόσο στην άμεση όσο και στην έμμεση φορολογία. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η φοροδιαφυγή ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την ανισοκατανομή των φορολογικών βαρών, διότι οι φοροφυγάδες ευνοούνται σε βάρος όλων των συνεπών φορολογουμένων. Σίγουρο είναι ότι αν επαληθευθούν τα σενάρια για την περαιτέρω αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης αφενός θα αυξηθεί, δικαιολογημένα, η δυσφορία των συνεπών φορολογουμένων πολιτών και αφετέρου δεν θα επιτευχθούν οι στόχοι που τίθενται για τα έσοδα γιατί ως γνωστόν όσο αυξάνεται η φορολογία γιγαντώνεται και η φοροδιαφυγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου