Ανάδειξη και σχολιασμός επίκαιρων φορολογικών,
εργατικών, ασφαλιστικών & οικονομικών θεμάτων
* Ρύθμιση 120 δόσεων για οφειλές προς Ταμεία – Απαραίτητες προϋποθέσεις. Με την Υπουργική απόφαση ΠΟΛ 1223/2017, δίνεται πλέον η δυνατότητα υπαγωγής σε ρύθμιση έως 120 δόσεις για οφειλές προς Δημόσιο οι οποίες δεν ξεπερνούν τις 50.000 ευρώ. Γίνεται μια διάκριση ανάμεσα σε πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα και σε πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα. Τα πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα, εφόσον έχουν οφειλές και προς ιδιώτες πρέπει να πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις για να υπαχθούν στη ρύθμιση αυτή.
Φυσικά και νομικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα
Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα εφόσον έχουν συνολικές οφειλές (προς Δημόσιο και Ιδιώτες) έως 20.000 ευρώ, μπορούν να εντάξουν σε διακανονισμό τις οφειλές προς Δημόσιο ανεξάρτητα από την αναλογία των οφειλών προς Ιδιώτες.
Π.χ. Ο Α χρωστά σε Δημόσιο 11.000 ευρώ και σε ιδιώτες 8.000 ευρώ. Οι 11.000 ευρώ εντάσσονται στη ρύθμιση αυτή γιατί το σύνολο των οφειλών είναι κάτω των 20.000 ευρώ.
Αν το σύνολο των οφειλών των προσώπων με πτωχευτική ικανότητα είναι από 20 έως 50.000 ευρώ, πρέπει τουλάχιστον το 85% (ή αλλιώς 42.500 ευρώ) να είναι προς το Δημόσιο ώστε αυτές οι οφειλές προς το Δημόσιο να ρυθμιστούν. Εξυπακούεται πως εφόσον οι οφειλές είναι μόνο προς Δημόσιο και έως 50.000 ευρώ, εντάσσονται κανονικά. Προσοχή: δε ρυθμίζονται οφειλές προς ιδιώτες. Για τον σκοπό αυτό υπάρχει ο νόμος 4469/2017 (εξωδικαστικός).
Π.χ. Ο Α χρωστά σε Δημόσιο 35.000 ευρώ και 2.000 προς ιδιώτες (άνω του 85% που απαιτεί η ΠΟΛ). Οι 35.000 ευρώ εντάσσονται στη ρύθμιση αυτή. Αν ο Α χρωστούσε σε Δημόσιο 30.000 ευρώ και 7.000 προς ιδιώτες (κάτω του 85% που απαιτεί η ΠΟΛ) τότε οι 30.000 ευρώ προς Δημόσιο δεν θα υπάγονταν στη ρύθμιση αυτή.
Φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα
Επίσης υπάγονται τα φυσικά πρόσωπα με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, χωρίς πτωχευτική ικανότητα (π.χ. δικηγόροι), υπό την προϋπόθεση ότι έχουν κάνει έναρξη εργασιών. Εδώ η απόφαση δεν εξετάζει την ύπαρξη οφειλών προς ιδιώτες. Άρα, εφόσον οι οφειλές προς Δημόσιο είναι έως 50.000 ευρώ μπορούν να ρυθμιστούν ακόμη και αν υπάρχουν άλλες οφειλές προς ιδιώτες.
Προϋποθέσεις
Απαραίτητο σε κάθε περίπτωση είναι οι οφειλέτες να έχουν θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις (για απλογραφικά) ή για τα διπλογραφικά εφόσον πληρείται μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις:
α) έχει θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή β) έχει θετική καθαρή θέση (equity)
Πρέπει να ξεκαθαριστεί προς τους ενδιαφερόμενους πως όπως η διαδικασία του εξωδικαστικού έτσι και αυτή η ρύθμιση δεν πρέπει να εκληφθεί ως μια αυτοματοποιημένη ρύθμιση οφειλών (όπως οι κλασικές 12 δόσεις). Για να κριθεί αν υπάγεται ο οφειλέτης, θα λαμβάνεται υπόψη είτε ο μέσος όρος των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων της τελευταίας τριετίας είτε το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης. Εφόσον υπαχθούν θα μπορούν
- να ρυθμίσουν τις οφειλές προς τα ταμεία (Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης) σε έως 120 δόσεις.
- υπάγονται οφειλές που γεννήθηκαν έως και 31/12/2016.
- δηλώνεται λίστα με άπαντες τους πιστωτές και τα οφειλόμενα ποσά ανά πιστωτή
- υποβάλλονται πιστοποιητικά βαρών όλων των ακινήτων κ.α.
Εφόσον οι οφειλές είναι έως 20.000 ευρώ, απαιτείται μόνο ο οφειλέτης να έχει θετικό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης.
Εφόσον οι οφειλές είναι 20.000 – 50.000 ευρώ, πέρα από το ανωτέρω κριτήριο, το χρέος (αφού αφαιρεθούν οι προς διαγραφή προσαυξήσεις και τόκοι) πρέπει να είναι το πολύ 8 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα.
Σε κάθε περίπτωση, αποκλείεται η υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη είναι κατά 25 φορές μεγαλύτερη της προς ρύθμιση οφειλής.
Παράδειγμα: Οφειλέτης με οφειλές 25.000 ευρώ πλέον προσαυξήσεων 4.000 ευρώ (σύνολο 29.000 ευρώ) θέλει να υπαχθεί σε διακανονισμό. Το ποσό προς ρύθμιση θα είναι αυτό των 25.000. Το ελάχιστο ετήσιο εισόδημα βάσης για την υπαγωγή του οφειλέτη πρέπει να είναι 25.000/8 = 3.125 ευρώ. Επίσης, η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη δεν μπορεί να είναι ανώτερη των 25.000 Χ 25 = 625.000 ευρώ.
Είναι συνεπώς ξεκάθαρο ότι απαιτείται μια λεπτομερής προσέγγιση προκειμένου να εξετασθεί αν υπάγεται κάποιος οφειλέτης στο συγκεκριμένο καθεστώς. Όροι όπως "συνολική αξία περιουσιακών στοιχείων", ορθός υπολογισμός υπακτέου εισοδήματος αλλά και εξέταση του πραγματικού συνόλου των οφειλών από όλες τις πηγές, πρέπει να εξεταστούν πριν την υποβολή της αίτησης ώστε να εξασφαλίζεται η υπαγωγή του οφειλέτη στη διαδικασία αυτή.
Φυσικά και νομικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα
Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα με πτωχευτική ικανότητα εφόσον έχουν συνολικές οφειλές (προς Δημόσιο και Ιδιώτες) έως 20.000 ευρώ, μπορούν να εντάξουν σε διακανονισμό τις οφειλές προς Δημόσιο ανεξάρτητα από την αναλογία των οφειλών προς Ιδιώτες.
Π.χ. Ο Α χρωστά σε Δημόσιο 11.000 ευρώ και σε ιδιώτες 8.000 ευρώ. Οι 11.000 ευρώ εντάσσονται στη ρύθμιση αυτή γιατί το σύνολο των οφειλών είναι κάτω των 20.000 ευρώ.
Αν το σύνολο των οφειλών των προσώπων με πτωχευτική ικανότητα είναι από 20 έως 50.000 ευρώ, πρέπει τουλάχιστον το 85% (ή αλλιώς 42.500 ευρώ) να είναι προς το Δημόσιο ώστε αυτές οι οφειλές προς το Δημόσιο να ρυθμιστούν. Εξυπακούεται πως εφόσον οι οφειλές είναι μόνο προς Δημόσιο και έως 50.000 ευρώ, εντάσσονται κανονικά. Προσοχή: δε ρυθμίζονται οφειλές προς ιδιώτες. Για τον σκοπό αυτό υπάρχει ο νόμος 4469/2017 (εξωδικαστικός).
Π.χ. Ο Α χρωστά σε Δημόσιο 35.000 ευρώ και 2.000 προς ιδιώτες (άνω του 85% που απαιτεί η ΠΟΛ). Οι 35.000 ευρώ εντάσσονται στη ρύθμιση αυτή. Αν ο Α χρωστούσε σε Δημόσιο 30.000 ευρώ και 7.000 προς ιδιώτες (κάτω του 85% που απαιτεί η ΠΟΛ) τότε οι 30.000 ευρώ προς Δημόσιο δεν θα υπάγονταν στη ρύθμιση αυτή.
Φυσικά πρόσωπα χωρίς πτωχευτική ικανότητα
Επίσης υπάγονται τα φυσικά πρόσωπα με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, χωρίς πτωχευτική ικανότητα (π.χ. δικηγόροι), υπό την προϋπόθεση ότι έχουν κάνει έναρξη εργασιών. Εδώ η απόφαση δεν εξετάζει την ύπαρξη οφειλών προς ιδιώτες. Άρα, εφόσον οι οφειλές προς Δημόσιο είναι έως 50.000 ευρώ μπορούν να ρυθμιστούν ακόμη και αν υπάρχουν άλλες οφειλές προς ιδιώτες.
Προϋποθέσεις
Απαραίτητο σε κάθε περίπτωση είναι οι οφειλέτες να έχουν θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις (για απλογραφικά) ή για τα διπλογραφικά εφόσον πληρείται μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις:
α) έχει θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή β) έχει θετική καθαρή θέση (equity)
Πρέπει να ξεκαθαριστεί προς τους ενδιαφερόμενους πως όπως η διαδικασία του εξωδικαστικού έτσι και αυτή η ρύθμιση δεν πρέπει να εκληφθεί ως μια αυτοματοποιημένη ρύθμιση οφειλών (όπως οι κλασικές 12 δόσεις). Για να κριθεί αν υπάγεται ο οφειλέτης, θα λαμβάνεται υπόψη είτε ο μέσος όρος των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων της τελευταίας τριετίας είτε το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αίτησης. Εφόσον υπαχθούν θα μπορούν
- να ρυθμίσουν τις οφειλές προς τα ταμεία (Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης) σε έως 120 δόσεις.
- υπάγονται οφειλές που γεννήθηκαν έως και 31/12/2016.
- δηλώνεται λίστα με άπαντες τους πιστωτές και τα οφειλόμενα ποσά ανά πιστωτή
- υποβάλλονται πιστοποιητικά βαρών όλων των ακινήτων κ.α.
Εφόσον οι οφειλές είναι έως 20.000 ευρώ, απαιτείται μόνο ο οφειλέτης να έχει θετικό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης.
Εφόσον οι οφειλές είναι 20.000 – 50.000 ευρώ, πέρα από το ανωτέρω κριτήριο, το χρέος (αφού αφαιρεθούν οι προς διαγραφή προσαυξήσεις και τόκοι) πρέπει να είναι το πολύ 8 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα.
Σε κάθε περίπτωση, αποκλείεται η υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη είναι κατά 25 φορές μεγαλύτερη της προς ρύθμιση οφειλής.
Παράδειγμα: Οφειλέτης με οφειλές 25.000 ευρώ πλέον προσαυξήσεων 4.000 ευρώ (σύνολο 29.000 ευρώ) θέλει να υπαχθεί σε διακανονισμό. Το ποσό προς ρύθμιση θα είναι αυτό των 25.000. Το ελάχιστο ετήσιο εισόδημα βάσης για την υπαγωγή του οφειλέτη πρέπει να είναι 25.000/8 = 3.125 ευρώ. Επίσης, η συνολική αξία των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη δεν μπορεί να είναι ανώτερη των 25.000 Χ 25 = 625.000 ευρώ.
Είναι συνεπώς ξεκάθαρο ότι απαιτείται μια λεπτομερής προσέγγιση προκειμένου να εξετασθεί αν υπάγεται κάποιος οφειλέτης στο συγκεκριμένο καθεστώς. Όροι όπως "συνολική αξία περιουσιακών στοιχείων", ορθός υπολογισμός υπακτέου εισοδήματος αλλά και εξέταση του πραγματικού συνόλου των οφειλών από όλες τις πηγές, πρέπει να εξεταστούν πριν την υποβολή της αίτησης ώστε να εξασφαλίζεται η υπαγωγή του οφειλέτη στη διαδικασία αυτή.
* Απαραίτητη η εκτίμηση της αξίας της περιουσίας οφειλέτη που θέλει να υπαχθεί σε διακανονισμό οφειλών. Το γεγονός ότι οι αντικειμενικές από τις εμπορικές αξίας απέχουν στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι γνωστό. Ο υπολογισμός της εμπορικής αξίας ενός ακινήτου έχει λάβει ιδιαίτερη αξία από την εισαγωγή του νόμου περί εξωδικαστικής ρύθμισης χρεών καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις, οι προσημειωμένες αξίες (από τράπεζες ή δημόσιο) υπερείχαν των πραγματικών εμπορικών. Μάλιστα, ακόμη και στην περίπτωση της ρύθμισης οφειλών προς ταμεία έως και 50.000 ευρώ, ο νόμος απαιτεί η αξία της περιουσίας του οφειλέτη να είναι έως 25 φορές υψηλότερη της οφειλής. Έτσι, η υπολογιζόμενη αξία ενός ακινήτου μπορεί να αποτελέσει τον κομβικό παράγοντα που θα κρίνει την υπαγωγή ενός οφειλέτη ή όχι.
* Το μετοχικό κεφάλαιο μιας Ανώνυμης Εταιρείας κατά τη σύσταση ή την αύξηση αυτού, καταβάλλεται μόνο στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Ν. 2190/1920 παρ. 6 άρθρο 11, ορίζεται ότι "Η καταβολή των μετρητών για κάλυψη του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου ή τυχόν αυξήσεων αυτού, καθώς και οι καταθέσεις μετόχων με προορισμό τη μελλοντική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, πραγματοποιούνται υποχρεωτικά με κατάθεση σε ειδικό λογαριασμό της εταιρείας, που τηρείται σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα".
* Εξόφληση μισθώματος ακινήτου με εκμισθώτρια/μισθώτρια επιχείρηση. Όπως είναι γνωστό, το όριο των συναλλαγών με μετρητά μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων είναι στα 500 ευρώ. Άνω των 500 ευρώ συναλλαγή γίνεται υποχρεωτικά με ηλεκτρονική πληρωμή.
Στην περίπτωση της μίσθωσης ακινήτου με εκμισθωτή επιχείρηση-νομικό πρόσωπο, το εισόδημα αυτό κρίνεται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και η καταβολή του πρέπει να γίνεται ηλεκτρονικά εφόσον ξεπερνά τα 500 ευρώ. Αν το μίσθωμα είναι κάτω των 500 ευρώ, τότε η επιχείρηση μπορεί να εισπράξει και μετρητά. Παράβαση των παραπάνω κανόνων συνεπάγεται 100 ευρώ πρόστιμο αν ο ένας συναλλασσόμενος είναι ιδιώτης καταναλωτής και όχι επιχείρηση. Αν αμφότερα τα μέρη είναι επιχειρήσεις τότε δεν εκπίπτει η δαπάνη.
Αν εκμισθωτής είναι ιδιώτης και μισθώτρια είναι μια επιχείρηση, τότε σύμφωνα με την εγκύκλιο ΠΟΛ. 1216/2014, με την οποία καθορίζονται οι μη εκπιπτόμενες δαπάνες (περ. β' του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε), διευκρινίζεται ότι για τα μισθώματα ακινήτων δεν απαιτείται εξόφληση με χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής ακόμη και για αξία άνω των 500 ευρώ, καθότι δεν πρόκειται για λήψη υπηρεσιών αλλά για χρήση μισθίου (εισόδημα από κεφάλαιο για τον εκμισθωτή, σχετ. άρθρο 39 ν.4172/2013).
Αν αμφότεροι εκμισθωτής και μισθωτής συναλλάσσονται στα πλαίσια της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, τότε κάθε καταβολή άνω των 500 πρέπει να γίνεται μέσω τραπεζικού συστήματος.
Στην περίπτωση της μίσθωσης ακινήτου με εκμισθωτή επιχείρηση-νομικό πρόσωπο, το εισόδημα αυτό κρίνεται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και η καταβολή του πρέπει να γίνεται ηλεκτρονικά εφόσον ξεπερνά τα 500 ευρώ. Αν το μίσθωμα είναι κάτω των 500 ευρώ, τότε η επιχείρηση μπορεί να εισπράξει και μετρητά. Παράβαση των παραπάνω κανόνων συνεπάγεται 100 ευρώ πρόστιμο αν ο ένας συναλλασσόμενος είναι ιδιώτης καταναλωτής και όχι επιχείρηση. Αν αμφότερα τα μέρη είναι επιχειρήσεις τότε δεν εκπίπτει η δαπάνη.
Αν εκμισθωτής είναι ιδιώτης και μισθώτρια είναι μια επιχείρηση, τότε σύμφωνα με την εγκύκλιο ΠΟΛ. 1216/2014, με την οποία καθορίζονται οι μη εκπιπτόμενες δαπάνες (περ. β' του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε), διευκρινίζεται ότι για τα μισθώματα ακινήτων δεν απαιτείται εξόφληση με χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής ακόμη και για αξία άνω των 500 ευρώ, καθότι δεν πρόκειται για λήψη υπηρεσιών αλλά για χρήση μισθίου (εισόδημα από κεφάλαιο για τον εκμισθωτή, σχετ. άρθρο 39 ν.4172/2013).
Αν αμφότεροι εκμισθωτής και μισθωτής συναλλάσσονται στα πλαίσια της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, τότε κάθε καταβολή άνω των 500 πρέπει να γίνεται μέσω τραπεζικού συστήματος.
Η επιστημονική ομάδα της ΑΡΤΙΟΝ
Με την καθοδήγηση του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη
Με την καθοδήγηση του κυρίου Γεώργιου Δαλιάνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου