Μέσα από την εφαρμογή του TAXISNET, στην οποία βρίσκονται αναλυτικά (ή θα πρέπει να βρίσκονται) όλα τα στοιχεία των Ελλήνων φορολογουμένων, θα αναζητά και θα εντοπίζει κατηγορουμένους η Ελληνική Δικαιοσύνη.
Έτσι η ταμπέλα «αγνώστου διαμονής» για την επίδοση κλήσεων σε κατηγορούμενο, η οποία του στερεί την πραγματική δυνατότητα να υπερασπιστεί τον εαυτό του, θα αποτελεί σύντομα παρελθόν. Παράλληλα όμως θα αποστερήσει και από πολλούς κατηγορούμενους που προσπαθούν να αποφύγουν τη δίκη τους με το επιχείρημα πως τους επιδόθηκε μια κλήση σε «λάθος διεύθυνση» , τη δυνατότητα αυτή.




Ουσιαστικά δηλαδή το taxisnet εκτός από …άσχημα φορολογικά νέα μπορεί πλέον να φέρνει και «άσχημα» δικαστικά νέα για τους πολίτες.
Άλλωστε η διάταξη που εισαγάγει με τον νέο νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή ο υπουργός Δικαιοσύνης, Μιχ. Καλογήρου, αναφέρει πως αν η επίδοση γίνει στη διεύθυνση που έχει δηλωθεί στο taxisnet, τότε αν δεν εμφανιστεί δεν δικάζεται ερήμην αλλά σαν να είναι παρών ακόμα κι αν δεν εκπροσωπείται από συνήγορο.
Η διάταξη όπως εισάγεται, αναφέρει:   
Άρθρο 10 – Εγγυήσεις για την παράσταση του κατηγορουμένου στην ποινική δίκη (άρθρο 8 της Οδηγίας 2016/343/ΕΕ)1. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 155 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η πραγματική αναζήτηση της κατοικίας ή της διαμονής του κατηγορουμένου, εφόσον δεν έχει δηλωθεί κατά το άρθρο 273 γίνεται με κάθε πρόσφορο μέτρο, τουλάχιστον με βάση τη διεύθυνση που έχει δηλώσει στην τελευταία φορολογική του δήλωση και τα σχετικά στοιχεία που είναι καταχωρημένα στα πληροφοριακά συστήματα του Υπουργείου Οικονομικών».
2. Η παρ. 3 του άρθρου 340 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «3. Αν ο κατηγορούμενος δεν εμφανιστεί ή δεν εκπροσωπείται νομίμως από συνήγορο, δικάζεται σαν να ήταν παρών, εφόσον έχει νομίμως κλητευθεί και έχει ενημερωθεί ότι σε περίπτωση μη εμφανίσεως ή εκπροσωπήσεώς του θα δικαστεί ερήμην».
Αιτιολογική έκθεση
Η αιτιολογική έκθεση αναφέρει:
Ήδη η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στοιχούμενη προς τις σχετικές καταδικαστικές για την χώρα μας αποφάσεις του ΕΔΔΑ στις υποθέσεις Popovitsi κατά Ελλάδας και Elyasin κατά Ελλάδας, έχει διευκρινίσει ότι, στην περίπτωση που δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν εμφανίσθηκε κατ’ αυτήν και δεν έχει δηλώσει διεύθυνση κατοικίας, κατά το άρθρο 273 του ΚΠΔ, δεν μπορεί άνευ ετέρου να θεωρείται ως άγνωστης διαμονής, από μόνο το γεγονός ότι αναζητήθηκε στην αναγραφόμενη στην έγκληση ή τη μήνυση διεύθυνση κατοικίας, από την οποία και απουσίαζε, διότι, διαφορετικά, ενδέχεται η γνωστοποιηθείσα από το μηνυτή διεύθυνση της κατοικίας του κατηγορουμένου να είναι εσφαλμένη, με συνέπεια ο τελευταίος να αγνοεί την σε βάρος του ποινική διαδικασία, η οποία έτσι διεξάγεται ερήμην του, κατά παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης που θεσπίζει το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, περιεχόμενο της οποίας είναι η διασφάλιση της ακώλυτης πρόσβασης στο δικαστήριο και της επαρκούς δικαστικής ακρόασης (ΟλΑΠ 2/2014).
Έκτοτε έχουν κριθεί από τη νομολογία του Αρείου Πάγου ως άκυρες οι επιδόσεις ως αγνώστου διαμονής σε πρόσωπα των οποίων η διεύθυνση ήταν γνωστή ιδίως στην φορολογική αρχή και σε παρόχους υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ηλεκτρικού ρεύματος, σύνδεσης σταθερής τηλεφωνίας). Συνεπώς κατεξοχήν πρόσφορο μέσο πραγματικής αναζήτησης της γνωστής διαμονής του κατηγορουμένου από την εισαγγελική αρχή που έχει την επιμέλεια της επίδοσης συνιστά η αναζήτηση της διεύθυνσης που ο κατηγορούμενος ή ύποπτος έχει δηλώσει στις φορολογικές αρχές και είναι καταχωρημένη στα πληροφοριακά συστήματα του υπουργείου οικονομικών, όπου η πρόσβαση στην εισαγγελική αρχή είναι ευχερής. Συνεπώς πρέπει να αναζητείται οπωσδήποτε σε αυτή τη διεύθυνση ο κατηγορούμενος, πριν καταφύγει η εισαγγελική αρχή στην εφαρμογή των διατάξεων περί επίδοσης σε πρόσωπα αγνώστου διαμονής, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται και η χρήση άλλων δυνατοτήτων πραγματικής αναζήτησης της κατοικίας ή διαμονής του κατηγορουμένου.