Φοροαπόψεις 18/01/2018
Ανάδειξη και σχολιασμός επίκαιρων φορολογικών, εργατικών, ασφαλιστικών & οικονομικών θεμάτων
* Μόνο ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί από 01.05.2018: Οι "φυσικοί" πλειστηριασμοί (μη ηλεκτρονικοί) που έχουν προγραμματισθεί για μέχρι τις 30.4.2018 θα γίνουν σύμφωνα με το μέχρι σήμερα ισχύον καθεστώς και το δημόσιο θα καταταγεί για τις απαιτήσεις του σύμφωνα με τη νομοθεσία.
Για τους πλειστηριασμούς που έχουν ήδη οριστεί για μετά την 01.05.2018 με φυσική παρουσία και έχει ήδη συντελεστεί σχετική προδικασία, ο προϊστάμενος της υπηρεσίες που είναι αρμόδιος για την είσπραξη της οφειλής, υποχρεούται στη γνωστοποίηση της μεταβολής του τρόπου (ηλεκτρονικά πλέον) και του χρόνου διενέργειας του πλειστηριασμού αυτού.
Ο ως άνω πλειστηριασμός, είναι άκυρος εάν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις δημοσιότητας που απαιτεί ο νόμος το αργότερο είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία διενέργειας του αρχικού πλειστηριασμού.
* Το δικαίωμα μεταφοράς των φορολογικών ζημιών στη μετατροπή επιχειρήσεων: Η μετατροπή της νομικής μορφής μια Α.Ε. σε Ε.Π.Ε. και το αντίστροφο, γίνεται είτε με τις διατάξεις των νόμων 2190/1920 και 3190/1955 είτε με τις διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων 1297/1972 και 2166/1993. Σε περίπτωση μετατροπής είτε με το ν.2166/1993 είτε με το ν.1297/1972 (π.χ. ΕΠΕ μετατρέπεται σε ΑΕ) δεν μεταφέρεται η ζημία της μετατρεπόμενης.
Αν και δεν προκύπτει ρητά και ξεκάθαρα ότι είναι δυνατή η μεταφορά ζημιών στην περίπτωση μετατροπής με τους νόμους 2190/1920 και 3190/1955, εντούτοις μπορεί κάποιος να συμπεράνει ότι αυτό είναι δυνατό και επιτρεπτό. Τόσο το άρθρο 66 παρ. 2 και 67 του ν.2190/1920 όσο και τα άρθρα 61 και 63 του νόμου 3190/1955 αλλά και τα άρθρα 106 και 107 το νόμου 4072/2012 (για τις Ι.Κ.Ε.) αναφέρουν ότι η νομική προσωπικότητα συνεχίζεται και οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται στο όνομα της εταιρείας υπό τη νέα της μορφή, χωρίς να επέρχεται διακοπή της δίκης. Οι διοικητικές άδειες που είχαν εκδοθεί υπέρ της μετατρεπόμενης εταιρείας συνεχίζουν να υφίστανται. Με τον τρόπο αυτό κάνουν ξεκάθαρη τη λειτουργική και ουσιαστική συνέχεια των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων της μετατρεπόμενης επιχείρησης, μεταξύ των οποίων είναι και οι φορολογικές ζημίες. Συνεπώς, οι ζημίες αυτές πιστεύουμε ότι δύνανται να συμψηφιστούν.
* Συγγραφικά δικαιώματα και ασφαλιστικές εισφορές ΕΦΚΑ: Είναι εξαιρετικά διαδεδομένη μέθοδος αμοιβής για τους συγγραφείς η απόδειξη δαπάνης για τον λόγο ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους, η ιδιότητα του συγγραφέως είναι συμπληρωματική ενός άλλου κύριου επαγγέλματός τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αναφερόμαστε σε πρόσωπα τα οποία κατ’επάγγελμα λειτουργούν με την εκμετάλλευση των συγγραφικών τους δικαιωμάτων (royalties).
Το άρθρο 55 του νόμου 4509/2017 ξεκάθαρα ορίζει πως πλέον καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ από όσους αμείβονται με αποδείξεις επαγγελματικής δαπάνης. Αναπόφευκτα, έντονο έχει υπάρξει το ενδιαφέρον των αμειβόμενων μη κατ’ επάγγελμα συγγραφέων. Κατά τη γνώμη μας, τα εισοδήματα αυτά είναι εισοδήματα από κεφάλαιο τα οποία καταβάλλονται μέσω του παραστατικού της απόδειξης δαπάνης και για τον λόγο αυτό δε θα πρέπει να τους επιβληθούν ασφαλιστικές εισφορές. Τα συγγραφικά δικαιώματα δεν αποτελούν παρεχόμενες υπηρεσίες προς τον εργοδότη αλλά κατατάσσονται στα εισοδήματα από κεφάλαιο.Όπως και να έχει, είναι απαραίτητη η έκδοση σχετικής εγκυκλίου από τη Διοίκηση. Πρέπει μάλιστα να τονίσουμε ότι η έκδοση ενός παραστατικού με τίτλο απόδειξη δαπάνης-τίτλος κτήσης δε συνεπάγεται εκ των προτέρων επιβάρυνση με ασφαλιστικές εισφορές. Το έντυπο αμοιβής θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε άλλη ονομασία. Για να επιβληθούν ασφαλιστικές εισφορές πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (βλέπε σχετικό άρθρο μας).
Αντίλογο στην άποψή μας αυτή αποτελείτο ερώτημα "για ποιον λόγο επιβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές στα μερίσματα τα οποία είναι επίσης εισόδημα από κεφάλαιο"; Η απάντηση σύμφωνα με τον νόμο είναι πως όταν στο ίδιο πρόσωπο συντρέχει η διαχειριστική αρμοδιότητα της εταιρείας μαζί με κεφάλαιο της εταιρείας ή εισόδημα από κεφάλαιο της εταιρείας αυτής, τότε το πρόσωπο κρίνεται ως έχον την εμπορική ιδιότητα και επιβαρύνονται τα εισοδήματα, από την ιδιότητά του αυτή, με ασφαλιστικές εισφορές.
Στις Α.Ε. για την απόκτηση της εμπορικής ιδιότητας και για την επιβάρυνση με ασφαλιστικές εισφορές απαιτείται να είναι κάποιος μέλος Δ.Σ. και κάτοχος τουλάχιστον του 3% των μετοχών.
Στις Ι.Κ.Ε. την εμπορική ιδιότητα αποκτά ο διαχειριστής. Αν ο διαχειριστής είναι και εταίρος, τότε θα αποδώσει ασφαλιστικές εισφορές για το μέρισμα που θα λάβει (θεωρείται ως εισόδημα αποκτηθέν στα πλαίσια της εμπορικής του δραστηριότητας).
Παραφωνία αποτελούν οι Ε.Π.Ε., οι οποίες επιβαρύνουν με ασφαλιστικές εισφορές κάθε εταίρο τους ανεξάρτητα του αν είναι διαχειριστές ή όχι. Αυτό είναι δυστυχώς κατάλοιπο της νομοθεσίας προ νόμου 4387/2016 όπου ήταν υποχρεωτικά ασφαλιστέοι στον ΟΑΕΕ και όλοι οι εταίροι Ε.Π.Ε. Αυτό αποτέλεσε βασικό παράγοντα που οδήγησε στην απαξίωση της συγκεκριμένη νομικής μορφή.
* Μερική απασχόληση και ωράριο μερικώς απασχολούμενου: Ως εργαζόμενος μερικής απασχόλησης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν 3846/2010 θεωρείται κάθε εργαζόμενος με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας, του οποίου οι ώρες εργασίας, υπολογιζόμενες σε ημερήσια, εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερη ή μηνιαία βάση είναι λιγότερες από το κανονικό ωράριο εργασίας του συγκρίσιμου εργαζόμενου.
Η μερική απασχόληση μπορεί να διαχωριστεί σε δύο είδη:
Η μερική απασχόληση μπορεί να διαχωριστεί σε δύο είδη:
α) Μειωμένη ημερήσια εργασία, κατά την οποία ο εργαζόμενος απασχολείται καθημερινώς αλλά με μειωμένο ωράριο,
β) Μειωμένη εργασία κατά την οποία ο εργαζόμενος εργάζεται μερικές ώρες ή μέρες μέσα στην εβδομάδα ή μερικές μέρες το μήνα.
β) Μειωμένη εργασία κατά την οποία ο εργαζόμενος εργάζεται μερικές ώρες ή μέρες μέσα στην εβδομάδα ή μερικές μέρες το μήνα.
Αν η μερική απασχόληση έχει καθοριστεί με ημερήσιο ωράριο μικρότερης διάρκειας από το κανονικό, η παροχή της συμφωνημένης εργασίας των μερικώς απασχολούμενων πρέπει να είναι συνεχόμενη και να παρέχεται μία φορά την ημέρα (με την εξαίρεση των καθηγητών φροντιστηρίων και των οδηγών και συνοδών σχολικών). Απαγορεύεται το διακεκομμένο ωράριο όταν η ημερήσια εργασία δεν είναι πλήρους ωραρίου.
Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζομένου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης.
Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο μερικώς απασχολούμενος εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με τηνκαλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο.
Μόνο στην εκ περιτροπής απασχόληση μπορεί ο εργοδότης να την καθιερώσει μονομερώς, η διάρκεια της οποίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τους εννέα μήνες (9) στο ίδιο ημερολογιακό έτος, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις και έχει τηρηθεί η διαδικασία όπως προβλέπει ο νόμος.
Καταγγελία της σύμβασης εργασίας λόγω μη αποδοχής από τον μισθωτό εργοδοτικής πρότασης για μερική απασχόληση είναι άκυρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου