Τρίτη 20 Μαρτίου 2018

Φορολόγηση της διαφοράς τεκμαρτού και συνολικού εισοδήματος

Φορολόγηση της διαφοράς τεκμαρτού και συνολικού εισοδήματος

του Απόστολου Αλωνιάτη*
Στο σημερινό μας σημείωμα, συνεχίζοντας το αφιέρωμα στα τεκμήρια, θα δούμε την φορολόγηση της διαφοράς μεταξύ πραγματικών και τεκμαρτών εισοδημάτων.
Όπως έχουμε σημειώσει εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι λόγω της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στην χώρα μας τα τελευταία δέκα χρόνια, φορολογούνται με τα τεκμήρια και όχι με το πραγματικό εισόδημα.
Φορολόγηση της διαφοράς τεκμαρτού και συνολικού εισοδήματος.
Όπως έχουμε ξαναπεί , σε περίπτωση που υπάρχει διαφορά μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος , η διαφορά αυτή φορολογείται:
α) Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15, δηλαδή με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις , και με προϋποθέσεις οι έχοντες αγροτικό εισόδημα, έχοντας και τη μείωση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 16, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από μισθωτή εργασία ή/και συντάξεις ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
ΠΡΟΣΟΧΗ:
Για το φορολογικό έτος 2016, ίσχυε και η παρ. 35Α του άρθρου 72 του Ν.4172/2013:
«35.Α. Όταν το πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων κατά το φορολογικό έτος 2016 δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωση έναρξης εργασιών ή ατομική αγροτική δραστηριότητα, το εισόδημα αυτό, εξαιρουμένου του εισοδήματος από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, και η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, φορολογούνται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 15 και την παρ. 1 του άρθρου 16. Εάν το πραγματικό εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ, το υπερβάλλον ποσό φορολογείται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 29. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και για τους φορολογούμενους που διέκοψαν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, για το εισόδημα που απέκτησαν μετά τη διακοπή της.» .
Μέχρι την στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει κάνει καμία ενέργεια για την επέκταση της παραγράφου αυτής για το φορολογικό έτος 2017.
β) Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 29, δηλαδή με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των εχόντων την εμπορική δραστηριότητα ή το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του φορολογούμενου δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις (ατομικές επιχειρήσεις και πρώην ελεύθερους επαγγελματίες ), που είναι ίδια με την κλίμακα από μισθωτή εργασία και συντάξεις , χωρίς την ύπαρξη της  μείωσης του φόρου που έχουν οι μισθωτοί , οι συνταξιούχοι και με προϋποθέσεις οι αγρότες.
Σημείωση:
Κλίμακα Μισθωτών και συνταξιούχων
Εισόδημα (Μισθοί, Συντάξεις, Επιχ. Δραστηριότητα)Φορ. Συντελεστής
0 – 20.00022%
20.001 – 30.00029%
30.001 – 40.00037%
40.001 –45%
Προσοχή: Οι μισθωτοί και συνταξιούχοι και οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες έχουν αφορολόγητο ποσό (άρθρο 16 του Ν.4172/2013)
«Άρθρο 16. Μείωση φόρου εισοδήματος
  1. Ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 μειώνεται κατά το ποσό των χιλίων εννιακοσίων (1.900) ευρώ για το φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 11, όταν το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η μείωση του φόρου ανέρχεται σε χίλια εννιακόσια πενήντα (1.950) ευρώ για το φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο, σε δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ για δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα και σε δύο χιλιάδες εκατό (2.100) ευρώ για τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και άνω. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ποσών αυτών, η μείωση του φόρου περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου.»
2. Για φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις, το οποίο υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης μειώνεται κατά δέκα (10) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις.
Για να κατοχυρώσουμε μια δαπάνη ώστε να συμμετέχει στις κάλυψη του αφορολόγητου πρέπει να έχει εξοφληθεί με χρεωστική, πιστωτική ή προπληρωμένη κάρτα, ή να έχει εξοφληθεί μέσω e-banking.
(Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την κάλυψη του αφορολόγητου στο άρθρο «Ποια ποσά πρέπει να συγκεντρώσουμε για την κάλυψη του αφορολόγητου. Ποιες κυρώσεις έχουμε σε περίπτωση που δεν τα καλύψουμε».)
δ) Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15, δηλαδή με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις έχοντας και τη μείωση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 16, εφόσον ο φορολογούμενος είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ).
Προσοχή : Αν ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από περισσότερες της μίας κατηγορίας εισοδήματος και υπάρχει ισότητα μεταξύ τους τότε η διαφορά μεταξύ συνολικού εισοδήματος και αντικειμενικών δαπανών διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων φορολογείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15, δηλαδή με την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις έχοντας και τη μείωση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 16.
Για τις ανάγκες της ηλεκτρονικής υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, η πληροφορία της ιδιότητας του ανέργου έχει ληφθεί από τα ηλεκτρονικά αρχεία που έχει στην διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση, τα οποία ζητήθηκαν από τον Ο.Α.Ε.Δ., Γ.Ε.Ν.Ε. και ΕΤΑΠ – ΜΜΕ, για τον σκοπό της εξαίρεσης των ανέργων από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
Σε περίπτωση που η ιδιότητα του ανέργου δεν έχει καταγραφεί ηλεκτρονικά, τότε ο φορολογούμενος έχει το δικαίωμα να υποβάλει  δήλωση με επιφύλαξη.  Οι δηλώσεις τους υποβάλλονται ηλεκτρονικά με επιφύλαξη και εκκαθαρίζονται από τις Δ.Ο.Υ. Αν τυχόν έχει ήδη υποβληθεί η δήλωση και έχει εκδοθεί πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση για νέα εκκαθάριση της δήλωσής του στη Δ.Ο.Υ., προσκομίζοντας την βεβαίωση της ανεργίας.
Η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, που τυχόν προκύπτει για φορολογούμενους που ήταν άνεργοι κατά το εκάστοτε εξεταζόμενο φορολογικό έτος, φορολογείται σύμφωνα με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 (κλίμακα μισθωτής εργασίας – συντάξεων), ανεξαρτήτως της διάρκειας εντός του έτους της ανεργίας τους, με την προϋπόθεση ότι προσκομίζουν στη Φορολογική Διοίκηση βεβαίωση ανεργίας από τον Ο.Α.Ε.Δ. ή τους λοιπούς αρμόδιους φορείς, που να αποδεικνύει ότι ήταν άνεργοι κατά το έτος για το οποίο φορολογούνται.
Προσοχή: Σε περίπτωση που υπάρχει διαφορά μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος, αν ο φόρος υπολογιστεί με την κλίμακα των μισθωτών και συνταξιούχων, ο φορολογούμενος θα πρέπει να έχει συγκεντρώσει αποδείξεις που έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικό τρόπο, στο ύψος  του ποσού που αντιστοιχεί στο τεκμαρτό εισόδημα.  
* Ο Απόστολος Αλωνιάτης είναι οικονομολόγος – φοροτεχνικός, Α. Αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών & Φορολογικών Μελετών (Ι.Ο.ΦΟ.Μ), οικονομικός διευθυντής της PROSVASIS AEBE, συγγραφέας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: