Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας και όχι η υπεραπόδοση των δημοσιονομικών στόχων θα κρίνει την έξοδο της Ελλάδας από τα Μνημόνια, αφού με αναιμική οικονομική μεγέθυνση το 2018 η Ελλάδα δεν θα μπορεί να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της χωρίς τη… χρηματοδότηση των δανειστών.
Το πρόγραμμα που έχει αναλάβει να φέρει σε πέρας η κυβέρνηση, τουλάχιστον μέχρι και το 2022, είναι εξαιρετικά περιοριστικό. Ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας την πενταετία 2018-2022 δεν θα ξεπερνά το 2% του ΑΕΠ (1% σύμφωνα με το ΔΝΤ) ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα που θα πρέπει να επιτυγχάνεται είναι 3,5% του ΑΕΠ. Με δεδομένο ότι σε ιδανικές συνθήκες η πορεία αύξησης των εσόδων ακολουθεί την αύξηση του ΑΕΠ, αν το πρόγραμμα εφαρμοστεί κανονικά χωρίς αποκλίσεις (κάθε χρόνο), η πραγματική οικονομία θα πρέπει να πληρώνει ετησίως 1,5% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 2,8 δισ. ευρώ περισσότερα απ’ όσα κερδίζει, για να καλύπτει το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Η φορολογική κόπωση -από τα διαδοχικά μέτρα ύψους περίπου 9,5 δισ. ευρώ της τριετίας 2015-2017- εκδηλώνεται με τη σταθερή υστέρηση των εσόδων κατά 180-200 εκατ. ευρώ το μήνα για το 2017 χωρίς να συμπεριληφθούν άλλοι συγκυριακοί παράγοντες. Αυτό σημαίνει ότι τα συνήθη υποζύγια έχουν ξεπεράσει τη φοροδοτική τους ικανότητα και η βάση θα πρέπει να διευρυνθεί μέσω της αύξησης της απασχόλησης, έστω και αν αυτή αφορά σε ελαστικές μορφές εργασίας ή μισθούς των 400-500 ευρώ.
Το τελευταίο θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα επιτευχθεί η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 2,5% του ΑΕΠ το 2018. Αν η πρόβλεψη ξεπεραστεί κατά 1% του ΑΕΠ, ο ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης θα είναι ίσος με το πλεόνασμα και το εισόδημα επιχειρήσεων και νοικοκυριών θα σταθεροποιηθεί. Αν η ανάπτυξη μείνει στο 1,5% του ΑΕΠ, τότε το εισόδημα που θα πρέπει να χάσουν τα νοικοκυριά για να επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος θα φτάνει το 2,5% του ΑΕΠ, δηλαδή τα 4,8 δισ. ευρώ. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ανοίξει από την άνοιξη η συζήτηση για νέα μέτρα, ακόμη και το 2018, ενώ για το 2019 θα πρέπει να περιμένουμε αυτό που φοβόμαστε, την ταυτόχρονη υλοποίηση της μείωσης του αφορολογήτου (που έχει προγραμματιστεί για το 2020) και της μείωσης των συντάξεων.
Προκλήσεις
Η επίτευξη του στόχου της ανάπτυξης για το 2018 θα δοκιμαστεί από… αναπόφευκτες καταστάσεις και τον… κακό εαυτό της κυβέρνησης. Ειδικότερα:
• Το πρώτο πρόβλημα για το 2018 θα είναι τα πρόωρα stress tests στις μεγάλες εμπορικές τράπεζες τα οποία θα ξεκινήσουν τον Φεβρουάριο και θα ολοκληρωθούν μέχρι και τα τέλη Απριλίου. Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος είπε από το βήμα της Βουλής ότι οι τράπεζες έχουν ένα μαξιλάρι 20 δισ. ευρώ για να αντιμετωπίσουν τα stress tests και τα «κόκκινα» δάνεια. Αυτό που δεν είπε, όμως, είναι ότι το ποσό αυτό δεν θα είναι ούτε κατά ένα μέρος διαθέσιμο για τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Συνεπώς, η πιστωτική ασφυξία θα συνεχιστεί και ίσως να ενταθεί τους πρώτους τρεις-τέσσερις μήνες του χρόνου.
• Το δεύτερο πρόβλημα για τον επόμενο χρόνο θα είναι οι συζητήσεις που θα πρέπει να ληφθούν για την ελάφρυνση του χρέους και το πρόγραμμα που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα μετά το χρονικό τέλος του Μνημονίου.
Οι συζητήσεις αυτές θα εξελιχθούν παράλληλα με τα stress test των τραπεζών. Οι προβλέψεις λένε ότι Ευρωπαίοι και ΔΝΤ θα έρθουν και πάλι σε αντιπαράθεση, αφού το Ταμείο ζητά αποφάσεις για το χρέος εδώ και τώρα και οι Ευρωπαίοι θέλουν να παραμείνουν στη φάση των υποσχέσεων που έδωσαν τον περασμένο Ιούνιο τουλάχιστον μέχρι και τον Αύγουστο του 2018. Ούτε και αυτή η εξέλιξη θα είναι θετική για την ανάπτυξη της οικονομίας καθώς όλοι θα περιμένουν όχι μόνο τη χρονική ολοκλήρωση του προγράμματος αλλά και το στίγμα της επόμενης μέρας.
• Το τρίτο και ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η απροθυμία του κρατικού μηχανισμού να υποδεχθεί και πολύ περισσότερο να ενθαρρύνει άμεσες ξένες επενδύσεις. Η παραχώρηση του παλαιού αεροδρομίου του Ελληνικού και της Εγνατίας Οδού και τα προβλήματα με την επένδυση του ορυχείου χρυσού στις Σκουριές είναι δείγματα της αντιμετώπισης των μεγάλων ξένων επενδύσεων από την κυβέρνηση. Για το 2018 έχει προγραμματιστεί ένα πρωτοφανές πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων που περιλαμβάνει όλες τις ενεργειακές εταιρίες (ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, ΕΛΠΕ) και τη συμμετοχή του Δημοσίου στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Παράλληλα, το οικονομικό επιτελείο έχει δεσμευτεί να συγκεντρώσει έσοδα από ώριμες και λιγότερο ώριμες αποκρατικοποιήσεις (2,75 δισ. ευρώ). Τέτοια μεγέθη δεν είχαν επιτευχθεί ούτε από πιο ανοιχτές στις επενδύσεις κυβερνήσεις.
Μειωμένες οι προσδοκίες για φέτος
Εκτός από τα προβλήματα που θα υπάρξουν μέσα στον επόμενο χρόνο και θα επηρεάσουν την πορεία του ρυθμού ανάπτυξης προβληματισμό προκαλεί στην παρούσα φάση ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης για το 2017. Μετά τις δύο αναθεωρήσεις που έχουν γίνει από Ε.Ε. και ΔΝΤ (από 2,7% του ΑΕΠ ένα χρόνο πριν στο 2,1% του ΑΕΠ τον Απρίλιο και στο 1,5% του ΑΕΠ τον Νοέμβριο), τα προβλήματα με τη δεύτερη αξιολόγηση, οι αναβολές σε αποφάσεις για κρίσιμες αποκρατικοποιήσεις και η συνεχιζόμενη υπερφορολόγηση έχουν μειώσει υπερβολικά τις προσδοκίες για φέτος.
Το οικονομικό επιτελείο έχει σε γνώση του εκτιμήσεις που φέρνουν το ρυθμό ανάπτυξης για φέτος στο 1,2-1,3% του ΑΕΠ, εκτίμηση στην οποία συμφωνεί και το ΙΟΒΕ.
Η χαμηλότερη κατά 1% του ΑΕΠ ανάπτυξη για φέτος μπορεί να επισφραγίζει μεν την ανάκαμψη της οικονομίας αλλά δυσκολεύει την επίτευξη του στόχου του 2018 αφού η απόσταση μεταξύ των δύο ετών μεγαλώνει.
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
tdasopoulos@e-typos.com
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου