Ένα σημαντικό κεφάλαιο στην φορολόγηση είναι η δημιουργία και επίκληση διαθέσιμων προς ανάλωση κεφαλαίων. Η μεν δημιουργία εξασφαλίζει στον φορολογούμενο την δυνατότητα να αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία για τα οποία εξετάζεται η από φορολογικής απόψεως ύπαρξη κεφαλαίων και η δε επίκληση των κεφαλαίων προς ανάλωση αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στους φορολογικούς ελέγχους φυσικών προσώπων. Θα λέγαμε μάλιστα ότι χωρίς τον υπολογισμό της ανάλωσης κεφαλαίου του ελεγχόμενου δεν μπορεί να ολοκληρωθεί ένας φορολογικός έλεγχος.

Του Γιώργου Δαλιάνη και της Νίκης Χατζοπούλου*

Στο άρθρο αυτό θα αναλύσουμε την έννοια της ανάλωσης κεφαλαίου στο πλαίσιο του φορολογικού ελέγχου.

Αρχικά, προκειμένου να  χτίσει ο φορολογούμενος το προς ανάλωση κεφάλαιο, δύναται να επικαλεστεί  εισοδήματα από υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, αρκεί να έχει στη διάθεσή του όλες τις φορολογικές δηλώσεις και τα εκκαθαριστικά συνεχόμενα και χωρίς κενό. Εάν λείπει κάποια δήλωση, τότε δεν μπορεί να γίνει επίκληση των προγενέστερων  ετών από την απολεσθείσα χρήση.

Υπολογίζονται όλα τα εισοδήματα που αποκτά  φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, τόσο στην Ελλάδα όσο  και στην αλλοδαπή, τα οποία φορολογούνται, είναι αφορολόγητα ή υπάγονται σε ειδική φορολογία, τα οποία έχουν ή όχι συμπεριληφθεί στις ετήσιες δηλώσεις φόρου εισοδήματος, αλλά μπορούν να τεκμηριωθούν με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο. Είναι γνωστό ότι μέχρι και την χρήση 2008 (οικονομικό έτος 2009) δεν υπήρχε η υποχρέωση αναγραφής στις δηλώσεις φόρου εισοδήματος των εισοδημάτων που ήταν αφορολόγητα ή ειδικώς φορολογούμενα.

Τα εισοδήματα αυτά είναι:

Μισθοί και συντάξεις Ελληνικής ή αλλοδαπής προέλευσης, Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, επιτηδευματιών ή ελευθέρων  επαγγελματιών,
Κέρδη από συμμετοχή σε προσωπικές εταιρείες, κοινοπραξίες και κοινωνίες αστικού δικαίου ή κοινωνίες κληρονόμων,
Τα μερίσματα των κεφαλαιουχικών εταιρειών με έδρα την Ελλάδα ή την αλλοδαπή,
Τα εισοδήματα από ενοίκια, μειωμένα κατά το ποσοστό που προβλέπεται από τον ΚΦΕ για τα έξοδα συντήρησης των συγκεκριμένων ακινήτων, Τόκους καταθέσεων που προκύπτουν από Ελληνικά ή αλλοδαπά τραπεζικά ιδρύματα, τους τόκους ιδρυτικών τίτλων και των τόκων που προκύπτουν από αστικές συμβάσεις,
Κέρδη από αμοιβαία κεφάλαια, κέρδη από ομόλογα, κέρδη από λοιπά χρηματοοικονομικά προϊόντα που είναι επενδεδυμένα στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό με ατομική μορφή ή μέσω Trust , Foundation κλπ σχήματα και κέρδη από φορολογία κρυπτονομισμάτων .
Για τον σχηματισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών επίσης  προσμετρώνται και τα ακόλουθα ποσά:

α) Δάνεια

Δάνεια που εισπράχθηκαν αλλά για να ληφθούν υπόψη για τον σχηματισμό μη αναλωθέντος κεφαλαίου προηγουμένων ετών απαιτείται να αποδεικνύεται η σύναψη και η είσπραξή/καταβολή τους με έγγραφα στοιχεία τα οποία φέρουν βέβαιη χρονολογία, ή με κάθε πρόσφορο μέσο. Το Δάνειο πρέπει να έχει ληφθεί για συγκεκριμένο σκοπό. Σήμερα με την χρήση των έμμεσων τεχνικών ελέγχου γίνονται αποδεκτές όλες οι εισροές δανείων. Για τον υπολογισμό του προς ανάλωση κεφαλαίου του έτους είσπραξης του δανείου, λαμβάνεται υπόψη μόνο το ποσό δανείου το οποίο ο φορολογούμενος αποδεικνύει ότι παρέμεινε αδιάθετο π.χ. στεγαστικό δάνειο το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε στο σύνολό του για τη συγκεκριμένη δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης ακινήτου, γεγονός το οποίο ως πραγματικό εναπόκειται στην ελεγκτική αρμοδιότητα της Φορολογικής Διοίκησης.

β) Έσοδα (κεφάλαια) από διάθεση περιουσιακών στοιχείων

Σύμφωνα με την εγκύκλιο Ε.2137/12-7-2019 προκύπτει ότι σε περίπτωση διάθεσης περιουσιακών στοιχείων, (όπως η περίπτωση πώλησης ακινήτου) για τα οποία κατά το έτος απόκτησής τους ίσχυε το τεκμήριο απόκτησης, εφόσον για τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών χρησιμοποιείται το έτος διάθεσης του περιουσιακού στοιχείου, τότε θα συμπεριληφθεί ολόκληρο το ποσό της πώλησης στην ανάλωση και όχι μόνο το κέρδος από την πώληση αυτή. Εάν το ακίνητο έχει αγοραστεί πριν την 1.1.1988 ή έχει περιέλθει στη κυριότητα του φορολογούμενου από κληρονομιά στο εσωτερικό ή το εξωτερικό τότε σε αυτή τη περίπτωση προσμετρείται ολόκληρο το τίμημα της πώλησης.

Αν όμως το ακίνητο δεν είχε υπαχθεί σε τεκμήριο κατά την αγορά (αγορά πρώτης κατοικίας) τότε θα προσμετρηθεί μόνο η διαφορά μεταξύ αγοράς και πώλησης.  Αν τα έτη στα οποία ανατρέχει ο φορολογούμενος προκειμένου να σχηματίσει κεφάλαιο για ανάλωση είναι παραγεγραμμένα, και σε αυτά συμπεριλαμβάνεται και το έτος διάθεσης του περιουσιακού στοιχείου, τότε λαμβάνεται υπόψη το ποσό που εισπράχθηκε και το οποίο προκύπτει είτε από δήλωση φορολογίας εισοδήματος είτε από τα κατάλληλα νόμιμα δικαιολογητικά, εφόσον ο φορολογούμενος δεν είχε υποχρέωση αναγραφής του ποσού που εισέπραξε στη φορολογική του δήλωση. Τα ανωτέρω ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις εισοδημάτων, τα οποία στο παρελθόν είτε ήταν αφορολόγητα είτε φορολογούνταν κατ’ ειδικό τρόπο (τόκοι, πώληση εισηγμένων μετοχών). Σε περίπτωση που τα περιουσιακά στοιχεία έχουν περιέλθει στο φορολογούμενο από χαριστική αιτία ή κληρονομιά, ισχύουν τα όσα αναφέρονται στην ΠΟΛ.1076/2015 εγκύκλιο.

Περαιτέρω με την εγκύκλιο Ε.2008/11.01.2019 που  ερμηνεύει το άρθρο 32 του ΚΦΕ γίνεται δεκτό ότι για τους φορολογικούς κατοίκους της Ελλάδος υπάρχει υποχρέωση αναγραφής στην ετήσια δήλωση φόρου εισοδήματος του κόστους απόκτησης, καθώς και το τίμημα της πώλησης περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό και ανάλογα με την πράξη θα μειωθεί ή θα αυξηθεί το προς διάθεση κεφάλαιο. Η δαπάνη απόκτησης του περιουσιακού στοιχείου μπορεί να καλυφθεί στο σύνολο ή μέρος αυτής με εισοδήματα ή άλλα ποσά αλλοδαπής προέλευσης (π.χ. μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών του άρθρου 44 του ν. 4141/2013 , μερίσματα μετόχων ναυλομεσιτικών εταιρειών του άρθρου 25 του  ν.27/1975, τίμημα πώλησης ακινήτων στην αλλοδαπή) σύμφωνα με το άρθρο 34 του ΚΦΕ, τα οποία έχουν περιληφθεί στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος χωρίς την προϋπόθεση εισαγωγής αυτών στην Ελλάδα.


γ) Πώληση περιουσιακών στοιχείων

Η  πώληση κινητών περιουσιακών στοιχείων π.χ. πίνακες ζωγραφικής, χρυσά αντικείμενα και το εισόδημα που προκύπτει μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάλυψη τεκμηρίων.

δ) Κέρδη που προέρχονται από την υπεραξία πώλησης μετοχών

Τα κέρδη τα οποία προκύπτουν από την διαφορά που προκύπτει μεταξύ της αγοράς και της πώλησης μετοχών. Για τις μετοχές που έχουν αποκτηθεί πριν την 1.1.1988 δεν αφαιρείται το τίμημα αγοράς. Επίσης υπολογίζονται και τα κέρδη από την προκύπτουσα υπεραξία πώλησης μετοχών από εταιρείες μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο και των εταιρικών μεριδίων ΕΠΕ, ΙΚΕ και προσωπικών εταιρειών (ΟΕ, ΕΕ).

ε) Κέρδη από τυχερά παίγνια

Λαμβάνονται υπόψιν τα κέρδη από τυχερά παίγνια, όμως θα πρέπει να ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία και να προσκομισθούν τα απαραίτητα δικαιολογητικά που εκδίδει ο ΟΠΑΠ. Πρόβλημα δημιουργείται από τα κέρδη που  προκύπτουν από παιχνίδια που υπάρχουν στο Internet και για αυτές τις περιπτώσεις δεν έχουν προβλεφθεί ανάλογες διαδικασίες και ο έλεγχος της νομιμότητας ως πραγματικό θέμα ανάγεται στην ελεγκτική εξουσία του προϊστάμενου της αρμόδιας ελεγκτικής υπηρεσίας. Τα κέρδη από τα Καζίνο δεν γίνονται αποδεκτά για την κάλυψη διαφοράς τεκμηρίων.

Κλείνοντας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η λίστα αυτή δεν τα καταγράφει με τρόπο εξαντλητικό όλες τις κατηγορίες ποσών που μπορεί να επικαλεστεί ένας φορολογούμενος, αλλά αποτελεί μία ενδεικτική απαρίθμηση ορισμένων από αυτές τις κατηγορίες. Πολλές φορές μάλιστα το αποτέλεσμα ενός φορολογικού ελέγχου κρίνεται από τον ορθό ή μη υπολογισμό και αποτύπωση της ανάλωσης κεφαλαίου που έχει διενεργήσει η ελεγκτική αρχή.

 *O κ. Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της Artion Α.Ε. & Ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός. Η κα. Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος LL.M. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion A.E.

Πηγή: ARTION Α.Ε. © Copyright 2020 | https://www.artion.gr
Δείτε περισσότερα: https://www.artion.gr/eisodimata-pou-prosmetrontai-gia-ti-dimiourgia-kefalaion/